Εγγραφο 68   Paper 68
Η ΑΥΓΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ   The Dawn of Civilization
68:0.1 (763.1) Αυτή είναι η αρχή της αφήγησης του μακρού, ατέλειωτου προς τα εμπρός αγώνα του ανθρώπινου είδους, από μία κατάσταση που ήταν λίγο καλύτερη από την υπόσταση ενός ζώου, μέσα στις εποχές που μεσολάβησαν κι’ ως τους πρόσφατους χρόνους, όταν ένας πραγματικός, αν και ατελής, πολιτισμός εξελίχθηκε μεταξύ των ανώτερων φυλών της ανθρωπότητας.   68:0.1 (763.1) THIS is the beginning of the narrative of the long, long forward struggle of the human species from a status that was little better than an animal existence, through the intervening ages, and down to the later times when a real, though imperfect, civilization had evolved among the higher races of mankind.
68:0.2 (763.2) Ο πολιτισμός αποτελεί φυλετικό απόκτημα. Δεν είναι βιολογικά εγγενής. Για το λόγο αυτό, πρέπει όλα τα παιδιά να ανατρέφονται σ’ ένα περιβάλλον πολιτισμένο, ενώ κάθε διαδοχική γενιά νέων πρέπει να εκπαιδεύεται από την αρχή. Οι ανώτερες ιδιότητες του πολιτισμού – επιστημονικές, φιλοσοφικές και θρησκευτικές – δεν μεταδίδονται από τη μία γενεά στην άλλη κληρονομικά. Τα πολιτισμικά αυτά επιτεύγματα διατηρούνται μόνο δια της φωτισμένης συντήρησης της κοινωνικής κληρονομιάς.   68:0.2 (763.2) Civilization is a racial acquirement; it is not biologically inherent; hence must all children be reared in an environment of culture, while each succeeding generation of youth must receive anew its education. The superior qualities of civilization—scientific, philosophic, and religious—are not transmitted from one generation to another by direct inheritance. These cultural achievements are preserved only by the enlightened conservation of social inheritance.
68:0.3 (763.3) Η κοινωνική εξέλιξη δια της συνεργασίας εγκαινιάσθηκε από τους διδασκάλους της Νταλαμέιτια και για τριακόσιες χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα εξέθρεψε την ιδέα των ομαδικών δραστηριοτήτων. Ο γαλάζιος άνθρωπος, περισσότερο απ’ όλους, επωφελήθηκε από τις διδαχές αυτές, ο κόκκινος άνθρωπος ως ένα σημείο και ο μαύρος άνθρωπος λιγότερο από όλους. Στους πλέον πρόσφατους χρόνους η κίτρινη φυλή και η λευκή φυλή παρουσίασαν την πλέον προηγμένη κοινωνική εξέλιξη στην Ουράντια.   68:0.3 (763.3) Social evolution of the co-operative order was initiated by the Dalamatia teachers, and for three hundred thousand years mankind was nurtured in the idea of group activities. The blue man most of all profited by these early social teachings, the red man to some extent, and the black man least of all. In more recent times the yellow race and the white race have presented the most advanced social development on Urantia.
1. Η ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ^top   1. Protective Socialization ^top
68:1.1 (763.4) Όταν έλθουν πολύ κοντά, οι άνθρωποι μαθαίνουν να αγαπούν ο ένας τον άλλο, αλλά ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν ήταν από τη φύση του πλημμυρισμένος από το πνεύμα του αδελφικού αισθήματος και την επιθυμία κοινωνικής επαφής με τους συντρόφους του. Οι πρώιμες φυλές έμαθαν, μάλλον, μέσω θλιβερών εμπειριών το «η ισχύς εν τη ενώσει.» Και είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη της φυσικής αδελφικής έλξης που εμποδίζει τώρα την άμεση πραγμάτωση της αδελφοσύνης του ανθρώπου στην Ουράντια.   68:1.1 (763.4) When brought closely together, men often learn to like one another, but primitive man was not naturally overflowing with the spirit of brotherly feeling and the desire for social contact with his fellows. Rather did the early races learn by sad experience that “in union there is strength”; and it is this lack of natural brotherly attraction that now stands in the way of immediate realization of the brotherhood of man on Urantia.
68:1.2 (763.5) Η συνεργασία έγινε από νωρίς το τίμημα της σωτηρίας. Ο μοναχικός άνθρωπος ήταν αβοήθητος, εκτός εάν έφερε κάποιο φυλετικό σημάδι, το οποίο πιστοποιούσε ότι ανήκε σε μία ομάδα που με βεβαιότητα θα εκδικείτο οποιαδήποτε επίθεση εναντίον του. Ακόμη και την εποχή του Κάιν ήταν μοιραίο το να πηγαίνει κάποιος στο εξωτερικό χωρίς ένα σημάδι φυλετικής αναγνώρισης.(*) Ο πολιτισμός είχε γίνει η διασφάλιση του ανθρώπου εναντίον του βίαιου θανάτου, ενώ το τίμημα πληρώνεται δια της υπαγωγής στις πολυάριθμες νομικές απαιτήσεις της κοινωνίας.   68:1.2 (763.5) Association early became the price of survival. The lone man was helpless unless he bore a tribal mark which testified that he belonged to a group which would certainly avenge any assault made upon him. Even in the days of Cain it was fatal to go abroad alone without some mark of group association. Civilization has become man’s insurance against violent death, while the premiums are paid by submission to society’s numerous law demands.
68:1.3 (763.6) Η πρωτόγονη κοινωνία θεμελιώθηκε, λοιπόν, στην αμοιβαιότητα της ανάγκης και την μεγαλύτερη ασφάλεια που προσέφεραν οι σχέσεις. Και η ανθρώπινη κοινωνία έχει εξελιχθεί σε ατέλειωτους κύκλους, ως αποτέλεσμα του απομονωτικού αυτού φόβου, όπως, επίσης, μέσω της απρόθυμης συνεργασίας.   68:1.3 (763.6) Primitive society was thus founded on the reciprocity of necessity and on the enhanced safety of association. And human society has evolved in agelong cycles as a result of this isolation fear and by means of reluctant co-operation.
68:1.4 (763.7) Οι πρωτόγονες ανθρώπινες υπάρξεις έμαθαν νωρίς ότι οι ομάδες είναι κατά πολύ καλύτερες και ισχυρότερες από όσο το απλό σύνολο των ατόμων που τις αποτελούν. Εκατό άνθρωποι ενωμένοι, οι οποίοι ενεργούν με ομοφωνία μπορούν να μετακινήσουν ένα μεγάλο βράχο. Μια εικοσάδα καλά εκπαιδευμένων φρουρών της ειρήνης μπορούν να αναχαιτίσουν ένα εξαγριωμένο πλήθος. Και έτσι δημιουργήθηκε η κοινωνία, όχι εξ αιτίας απλού συσχετισμού των αριθμών, αλλά μάλλον ως αποτέλεσμα της συγκρότησης των ευφυών συνεργατών. Η συνεργασία, ωστόσο, δεν αποτελεί φυσικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μαθαίνει να συνεργάζεται, αρχικά από φόβο και αργότερα επειδή ανακαλύπτει ότι έτσι είναι κατά πολύ ευκολότερο να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του χρόνου και να προστατευθεί έναντι των υποθετικών κινδύνων της αιωνιότητας.   68:1.4 (763.7) Primitive human beings early learned that groups are vastly greater and stronger than the mere sum of their individual units. One hundred men united and working in unison can move a great stone; a score of well-trained guardians of the peace can restrain an angry mob. And so society was born, not of mere association of numbers, but rather as a result of the organization of intelligent co-operators. But co-operation is not a natural trait of man; he learns to co-operate first through fear and then later because he discovers it is most beneficial in meeting the difficulties of time and guarding against the supposed perils of eternity.
68:1.5 (764.1) Οι λαοί που έμαθαν έτσι νωρίς να οργανώνονται σε μια πρωτόγονη κοινωνία επέτυχαν περισσότερο στις εφόδους τους απέναντι στη φύση, καθώς επίσης και στην άμυνά τους κατά των συντρόφων τους. Είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν. Έτσι ο πολιτισμός προόδευσε σταθερά στην Ουράντια, παρά τις πολλές παλινωδίες του. Και τούτο συνέβη μόνο εξ αιτίας του ότι μεγάλωσε η αξία της επιβίωσης σε συσχετισμό με το γεγονός ότι πολλές από τις ανθρώπινες ανοησίες δεν κατόρθωσαν να σταματήσουν, ή να καταστρέψουν τον ανθρώπινο πολιτισμό.   68:1.5 (764.1) The peoples who thus early organized themselves into a primitive society became more successful in their attacks on nature as well as in defense against their fellows; they possessed greater survival possibilities; hence has civilization steadily progressed on Urantia, notwithstanding its many setbacks. And it is only because of the enhancement of survival value in association that man’s many blunders have thus far failed to stop or destroy human civilization.
68:1.6 (764.2) Το ότι η σύγχρονη πολιτισμική κοινωνία είναι ένα μάλλον πρόσφατο φαινόμενο αποδεικνύεται περίτρανα από την ως τις μέρες μας επιβίωση τέτοιων πρωτόγονων κοινωνικών συνθηκών, όπως είναι αυτές που χαρακτηρίζουν τους Αυστραλούς ιθαγενείς, καθώς, επίσης, τους Βουσμάνους και τους Πυγμαίους της Αφρικής. Μεταξύ των υποανάπτυκτων αυτών λαών μπορεί να δει κανείς κάτι από την πρωτινή εχθρότητα της ομάδας, την ατομική καχυποψία, καθώς και άλλα αντικοινωνικά γνωρίσματα, που τόσο ήταν χαρακτηριστικά όλων των πρωτόγονων φυλών. Τα αξιολύπητα αυτά κατάλοιπα των μη κοινωνικοποιημένων λαών των αρχαίων καιρών εύγλωττα μαρτυρούν το γεγονός ότι η φυσική, ατομιστική τάση του ανθρώπου δεν μπορεί να ανταγωνισθεί με επιτυχία την αποτελεσματικότερη και ισχυρότερη οργάνωση και τις σχέσεις της κοινωνικής προόδου. Αυτές οι υποανάπτυκτες και καχύποπτες αντικοινωνικές φυλές, οι οποίες μιλούν από μια διαφορετική διάλεκτο κάθε εξήντα πέντε, ή ογδόντα χιλιόμετρα, δείχνουν σε τι κόσμο θα μπορούσατε να ζείτε αν δεν υπήρχε η συνδυασμένη διδασκαλία του υλικού επιτελείου του Πλανητικού Πρίγκιπα και οι μεταγενέστεροι εργάτες της Αδαμικής ομάδας των εξευγενιστών των φυλών.   68:1.6 (764.2) That contemporary cultural society is a rather recent phenomenon is well shown by the present-day survival of such primitive social conditions as characterize the Australian natives and the Bushmen and Pygmies of Africa. Among these backward peoples may be observed something of the early group hostility, personal suspicion, and other highly antisocial traits which were so characteristic of all primitive races. These miserable remnants of the nonsocial peoples of ancient times bear eloquent testimony to the fact that the natural individualistic tendency of man cannot successfully compete with the more potent and powerful organizations and associations of social progression. These backward and suspicious antisocial races that speak a different dialect every forty or fifty miles illustrate what a world you might now be living in but for the combined teaching of the corporeal staff of the Planetary Prince and the later labors of the Adamic group of racial uplifters.
68:1.7 (764.3) Η σύγχρονη φράση, «πίσω στη φύση,» είναι μία αυταπάτη οφειλόμενη σε άγνοια, μία πίστη στο γεγονός του, κάποτε, φανταστικού «χρυσού αιώνα.» Η μοναδική βάση για το μύθο του χρυσού αιώνα είναι το ιστορικό γεγονός της Νταλαμέιτια και της Εδέμ. Αλλά οι βελτιωμένες αυτές κοινωνίες απείχαν μακράν των ουτοπικών ονείρων.   68:1.7 (764.3) The modern phrase, “back to nature,” is a delusion of ignorance, a belief in the reality of the onetime fictitious “golden age.” The only basis for the legend of the golden age is the historic fact of Dalamatia and Eden. But these improved societies were far from the realization of utopian dreams.
2. ΣΤΑΘΕΡΟΙ ΟΡΟΙ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟ. ^top   2. Factors in Social Progression ^top
68:2.1 (764.4) Η πολιτισμένη κοινωνία είναι το αποτέλεσμα των πρώιμων προσπαθειών του ανθρώπου να αντιπαρέλθει την απαρέσκειά του για την απομόνωση. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην αμοιβαία αφοσίωση και η παρούσα βίαιη κατάσταση ορισμένων πρωτόγονων ομάδων καταδεικνύει σαφώς από ποια στάδια πέρασαν οι πρώιμες φυλές. Ωστόσο, αν και τα άτομα που απαρτίζουν ένα πολιτισμό μπορεί να συγκρούονται μεταξύ τους και να πολεμούν ο ένας τον άλλο, έστω κι’ αν ο πολιτισμός ο ίδιος φαίνεται σαν ένα ανακόλουθο πλήθος που παλεύει και αγωνίζεται, τούτο αποδεικνύει την ύπαρξη ένθερμου αγώνα, όχι τη θανάσιμη μονοτονία του μαρασμού.   68:2.1 (764.4) Civilized society is the result of man’s early efforts to overcome his dislike of isolation. But this does not necessarily signify mutual affection, and the present turbulent state of certain primitive groups well illustrates what the early tribes came up through. But though the individuals of a civilization may collide with each other and struggle against one another, and though civilization itself may appear to be an inconsistent mass of striving and struggling, it does evidence earnest striving, not the deadly monotony of stagnation.
68:2.2 (764.5) Ενώ το επίπεδο της διάνοιας συνεισέφερε σημαντικά στο βαθμό της πολιτισμικής προόδου, η κοινωνία έχει βασικά σχεδιασθεί για να ελαχιστοποιεί το στοιχείο του κινδύνου στον τρόπο διαβίωσης των ατόμων και έχει προοδεύσει αρκετά γρήγορα, ώστε να επιτύχει την ελάττωση του πόνου και την αύξηση του στοιχείου της απόλαυσης στη ζωή. Έτσι, λοιπόν, πορεύεται ολόκληρο το κοινωνικό σώμα, αργά, προς τον προορισμό του πεπρωμένου – την απάλειψη, ή τη σωτηρία – αναλόγως του εάν ο στόχος αυτός είναι η αυτοσυντήρηση, ή η ατομική ικανοποίηση. Η αυτοσυντήρηση είναι η απαρχή της κοινωνίας, ενώ η υπερβολική ατομική ικανοποίηση καταστρέφει τον πολιτισμό.   68:2.2 (764.5) While the level of intelligence has contributed considerably to the rate of cultural progress, society is essentially designed to lessen the risk element in the individual’s mode of living, and it has progressed just as fast as it has succeeded in lessening pain and increasing the pleasure element in life. Thus does the whole social body push on slowly toward the goal of destiny—extinction or survival—depending on whether that goal is self-maintenance or self-gratification. Self-maintenance originates society, while excessive self-gratification destroys civilization.
68:2.3 (764.6) Η κοινωνία ασχολείται με την αυτοδιαιώνιση, την αυτοσυντήρηση και την ατομική ευχαρίστηση, αλλά η αυτοπραγμάτωση αξίζει να γίνει ο άμεσος στόχος πολλών πολιτισμικών ομάδων.   68:2.3 (764.6) Society is concerned with self-perpetuation, self-maintenance, and self-gratification, but human self-realization is worthy of becoming the immediate goal of many cultural groups.
68:2.4 (765.1) Το ένστικτο της αγέλης στον απολίτιστο άνθρωπο δεν αρκεί για να ερμηνεύσει την ανάπτυξη μιας τέτοιας κοινωνικής συγκρότησης, όπως αυτή που τώρα υπάρχει στην Ουράντια. Παρά το ότι η αγελαία αυτή τάση βρίσκεται στην καρδιά της ανθρώπινης κοινωνίας, μεγάλο μέρος της κοινωνικότητας του ανθρώπου είναι επίκτητο. Δύο σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι συνέβαλαν στις πρώιμες σχέσεις των ανθρώπινων υπάρξεων ήταν η πείνα για τροφή και η αγάπη για το σεξ. Ο άνθρωπος μοιράζεται τις ενστικτώδεις αυτές παρορμήσεις με τον κόσμο των ζώων. Δύο άλλα συναισθήματα που έκαναν τους ανθρώπους να πλησιάσουν ο ένας τον άλλο και τους κράτησαν μαζί ήταν η ματαιοδοξία και ο φόβος, ειδικότερα ο φόβος των πνευμάτων.(*)   68:2.4 (765.1) The herd instinct in natural man is hardly sufficient to account for the development of such a social organization as now exists on Urantia. Though this innate gregarious propensity lies at the bottom of human society, much of man’s sociability is an acquirement. Two great influences which contributed to the early association of human beings were food hunger and sex love; these instinctive urges man shares with the animal world. Two other emotions which drove human beings together and held them together were vanity and fear, more particularly ghost fear.
68:2.5 (765.2) Η ιστορία δεν είναι παρά η καταγραφή του αιώνιου αγώνα του ανθρώπου για την τροφή. Ο πρωτόγονος άνθρωπος σκεφτόταν μόνο όταν πεινούσε. Η φύλαξη της τροφής ήταν η πρώτη του αυταπάρνηση, η πρώτη του αυτοπειθαρχία. Με την εξέλιξη της κοινωνίας η πείνα για τροφή έπαψε να αποτελεί το μοναδικό κίνητρο για συνύπαρξη. Πάμπολλα άλλα είδη πείνας, η συνειδητοποίηση των διαφόρων αναγκών, όλα οδήγησαν την ανθρωπότητα σε στενότερες σχέσεις. Ωστόσο, σήμερα η κοινωνία είναι βαρυφορτωμένη με την υπερανάπτυξη των υποτιθέμενων ανθρωπίνων αναγκών. Ο δυτικός πολιτισμός του εικοστού αιώνα στενάζει κάτω από το τρομακτικό βάρος της πολυτέλειας και τον άμετρο πολλαπλασιασμό των ανθρωπίνων επιθυμιών και προσδοκιών. Η σύγχρονη κοινωνία υφίσταται την ένταση μιας εκ των πλέον επικίνδυνων φάσεων της εκτεταμένης αλληλοδιασύνδεσης και της περίπλοκης αλληλεξάρτησης.   68:2.5 (765.2) History is but the record of man’s agelong food struggle. Primitive man only thought when he was hungry; food saving was his first self-denial, self-discipline. With the growth of society, food hunger ceased to be the only incentive for mutual association. Numerous other sorts of hunger, the realization of various needs, all led to the closer association of mankind. But today society is top-heavy with the overgrowth of supposed human needs. Occidental civilization of the twentieth century groans wearily under the tremendous overload of luxury and the inordinate multiplication of human desires and longings. Modern society is enduring the strain of one of its most dangerous phases of far-flung interassociation and highly complicated interdependence.
68:2.6 (765.3) Η πείνα, η ματαιοδοξία και ο φόβος των πνευμάτων ήσαν διαρκείς όσον αφορά στην κοινωνική πίεση, αλλά η σεξουαλική ικανοποίηση ήταν παροδική και σπασμωδική. Η σεξουαλική παρόρμηση από μόνη της δεν εξώθησε τους πρωτόγονους άνδρες και γυναίκες να αναλάβουν τα βάρη της συντήρησης του σπιτιού. Ο αρχικός οίκος βασίστηκε στην σεξουαλική αβεβαιότητα του αρσενικού, όταν στερήθηκε τη συχνή ικανοποίηση, καθώς επίσης και στην αφοσιωμένη μητρική στοργή του ανθρώπινου θηλυκού, την οποία ως ένα σημείο μοιράζεται με τα θηλυκά όλων των ανώτερων ζώων. Η παρουσία ενός αδύναμου βρέφους καθόρισε την πρώιμη διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων του αρσενικού και του θηλυκού. Η γυναίκα έπρεπε να διατηρεί ένα μόνιμο σπιτικό, όπου θα μπορούσε να καλλιεργεί το έδαφος. Και από τους πρώτους κι’ όλας χρόνους, εκεί όπου βρισκόταν η γυναίκα, εθεωρείτο πάντα ότι είναι το σπίτι.   68:2.6 (765.3) Hunger, vanity, and ghost fear were continuous in their social pressure, but sex gratification was transient and spasmodic. The sex urge alone did not impel primitive men and women to assume the heavy burdens of home maintenance. The early home was founded upon the sex restlessness of the male when deprived of frequent gratification and upon that devoted mother love of the human female, which in measure she shares with the females of all the higher animals. The presence of a helpless baby determined the early differentiation of male and female activities; the woman had to maintain a settled residence where she could cultivate the soil. And from earliest times, where woman was has always been regarded as the home.
68:2.7 (765.4) Έτσι η γυναίκα έγινε απαραίτητη στο αναπτυσσόμενο κοινωνικό πλαίσιο, όχι τόσο πολύ εξ αιτίας του παροδικού σεξουαλικού πάθους, όσο ως συνέπεια της ανάγκης για τροφή. Ήταν ένας βασικός εταίρος στην αυτοσυντήρηση. Ήταν η προμηθεύτρια της τροφής, υποζύγιο, αλλά και ο σύντροφος, που ανεχόταν μεγάλη κακομεταχείριση χωρίς βίαιη δυσφορία, ενώ επιπλέον όλων αυτών των επιθυμητών τάσεων, ήταν ένα αεί παρόν μέσο σεξουαλικής ικανοποίησης.   68:2.7 (765.4) Woman thus early became indispensable to the evolving social scheme, not so much because of the fleeting sex passion as in consequence of food requirement; she was an essential partner in self-maintenance. She was a food provider, a beast of burden, and a companion who would stand great abuse without violent resentment, and in addition to all of these desirable traits, she was an ever-present means of sex gratification.
68:2.8 (765.5) Σχεδόν οτιδήποτε σταθερής αξίας στον πολιτισμό έχει τις ρίζες του στην οικογένεια. Η οικογένεια υπήρξε η πρώτη επιτυχής ειρηνική ομάδα, με τον άνδρα και τη γυναίκα να μαθαίνουν πώς να διευθετούν τις ανταγωνιστικές τους τάσεις, ενώ ταυτόχρονα να διδάσκουν την επιδίωξη της ειρήνης στα παιδιά τους.   68:2.8 (765.5) Almost everything of lasting value in civilization has its roots in the family. The family was the first successful peace group, the man and woman learning how to adjust their antagonisms while at the same time teaching the pursuits of peace to their children.
68:2.9 (765.6) Η λειτουργία του γάμου στην εξέλιξη αποτελεί τη διασφάλιση της επιβίωσης της φυλής, όχι απλά την πραγματοποίηση της ατομικής ευτυχίας. Η αυτοσυντήρηση και η αυτοδιαιώνιση είναι τα ουσιαστικά αντικείμενα της οικογένειας. Η ατομική ικανοποίηση είναι συμπτωματική και όχι βασική, εκτός του ότι αποτελεί ένα κίνητρο το οποίο διασφαλίζει τη σεξουαλική συνεύρεση. Η φύση απαιτεί την επιβίωση, τα έργα, όμως, του πολιτισμού εξακολουθούν να αυξάνουν τις ηδονές του γάμου και τις ικανοποιήσεις της οικογενειακής ζωής.   68:2.9 (765.6) The function of marriage in evolution is the insurance of race survival, not merely the realization of personal happiness; self-maintenance and self-perpetuation are the real objects of the home. Self-gratification is incidental and not essential except as an incentive insuring sex association. Nature demands survival, but the arts of civilization continue to increase the pleasures of marriage and the satisfactions of family life.
68:2.10 (765.7) Αν η ματαιοδοξία διευρυνθεί ώστε να καλύψει την υπερηφάνεια, τη φιλοδοξία και την τιμή, τότε μπορούμε να διακρίνουμε όχι μόνο πώς οι τάσεις αυτές συνεισφέρουν στο σχηματισμό των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά πώς μπορούν επίσης να ενώσουν τους ανθρώπους, αφού παρόμοια συναισθήματα είναι μάταια χωρίς κοινό για να επιδειχθούν εμπρός του. Σύντομα η ματαιοδοξία ενώθηκε με άλλα συναισθήματα και παρορμήσεις, οι οποίες απαιτούσαν την κοινωνική σκηνή όπου θα μπορούσαν να παρουσιασθούν και ικανοποιηθούν. Το σύνολο αυτό των συναισθημάτων δημιούργησε την πρώιμη απαρχή όλων των τεχνών, των τελετουργιών και όλες τις μορφές των αθλητικών παιγνιδιών και αγωνισμάτων.   68:2.10 (765.7) If vanity be enlarged to cover pride, ambition, and honor, then we may discern not only how these propensities contribute to the formation of human associations, but how they also hold men together, since such emotions are futile without an audience to parade before. Soon vanity associated with itself other emotions and impulses which required a social arena wherein they might exhibit and gratify themselves. This group of emotions gave origin to the early beginnings of all art, ceremonial, and all forms of sportive games and contests.
68:2.11 (766.1) Η ματαιοδοξία συνέβαλε πάρα πολύ στη γέννηση της κοινωνίας. Την εποχή, όμως, αυτών των αποκαλύψεων, οι ύπουλοι αγώνες μιας κενόδοξης γενεάς απείλησαν να τελματώσουν και να καταβυθίσουν ολόκληρη την περίπλοκη διάρθρωση ενός εξαιρετικά εξειδικευμένου πολιτισμού. Η απαίτηση για ηδονή έχει από καιρό υπερκεράσει την απαίτηση για τροφή. Οι εύλογες κοινωνικές επιδιώξεις για αυτοσυντήρηση μετατρέπονται ραγδαία σε βασικές και απειλητικές μορφές ατομικής ικανοποίησης. Η αυτοσυντήρηση οικοδομεί την κοινωνία. Η αχαλίνωτη ατομική ικανοποίηση καταστρέφει, αλάθητα, τον πολιτισμό.   68:2.11 (766.1) Vanity contributed mightily to the birth of society; but at the time of these revelations the devious strivings of a vainglorious generation threaten to swamp and submerge the whole complicated structure of a highly specialized civilization. Pleasure-want has long since superseded hunger-want; the legitimate social aims of self-maintenance are rapidly translating themselves into base and threatening forms of self-gratification. Self-maintenance builds society; unbridled self-gratification unfailingly destroys civilization.
3. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΤΙΚΉ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ ^top   3. Socializing Influence of Ghost Fear ^top
68:3.1 (766.2) Οι πρωτόγονες διαθέσεις δημιούργησαν την αρχέτυπη κοινωνία, αλλά ο φόβος του αγνώστου την κράτησε σε συνοχή και μετέδωσε μία πέραν του ανθρώπινου άποψη στην ύπαρξή της. Ο κοινός φόβος είχε φυσιολογική προέλευση. Ο φόβος για τον σωματικό πόνο, την ανικανοποίητη πείνα, ή κάποια εγκόσμια θεομηνία. Ο φόβος, όμως, των πνευμάτων ήταν ένα καινούργιο και ανώτερο είδος τρόμου.   68:3.1 (766.2) Primitive desires produced the original society, but ghost fear held it together and imparted an extrahuman aspect to its existence. Common fear was physiological in origin: fear of physical pain, unsatisfied hunger, or some earthly calamity; but ghost fear was a new and sublime sort of terror.
68:3.2 (766.3) Πιθανόν ο μεγαλύτερος μεμονωμένος παράγων στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας ήταν ο φόβος των πνευμάτων. Παρά το ότι τα περισσότερα όνειρα συντάραζαν εξαιρετικά τον πρωτόγονο νου, τα όνειρα με πνεύματα ουσιαστικά τρομοκρατούσαν τους πρωτόγονους ανθρώπους. Οδηγώντας αυτούς τους προληπτικούς ονειροπόλους τον ένα στην αγκαλιά του άλλου σε μια εκούσια και ένθερμη συναναστροφή για την αμοιβαία προστασία τους έναντι των ασαφών και αόρατων ονειρικών κινδύνων του πνευματικού κόσμου. Τα όνειρα με πνεύματα απετέλεσαν μία από τις νωρίτερα εμφανισθείσες διαφορές μεταξύ του ζωώδους και του ανθρώπινου τύπου διάνοιας. Τα ζώα δεν οραματίζονται τη μετά θάνατο σωτηρία.   68:3.2 (766.3) Probably the greatest single factor in the evolution of human society was the ghost dream. Although most dreams greatly perturbed the primitive mind, the ghost dream actually terrorized early men, driving these superstitious dreamers into each other’s arms in willing and earnest association for mutual protection against the vague and unseen imaginary dangers of the spirit world. The ghost dream was one of the earliest appearing differences between the animal and human types of mind. Animals do not visualize survival after death.
68:3.3 (766.4) Πέραν αυτού του φόβου(*) των πνευμάτων, ολόκληρη η κοινωνία βασίστηκε σε θεμελιακές ανάγκες και δομικές βιολογικές παρορμήσεις. Ο φόβος, όμως, των πνευμάτων εισήγαγε ένα καινούργιο παράγοντα στον πολιτισμό, ένα φόβο ο οποίος υπερβαίνει κατά πολύ τις στοιχειώδεις ανάγκες του ατόμου και που ορθώνεται πολύ ψηλότερα ακόμα και από τις προσπάθειες να διατηρηθεί η ομάδα. Ο τρόμος των πνευμάτων που εγκατέλειψαν τους νεκρούς έφερε στο φως ένα καινούργιο και εκπληκτικό είδος φόβου, ένα φρικτό και πανίσχυρο τρόμο, που συνέβαλε στο να συγκεντρωθούν οι χαλαρές κοινωνικές ορδές των πρώιμων καιρών στις περισσότερο πειθαρχημένες και καλύτερα ελεγχόμενες πρωτόγονες ομάδες των αρχαίων χρόνων. Η παράλογη αυτή πρόληψη, μέρος της οποίας ακόμη διατηρείται, προετοίμασε το νου των ανθρώπων, δια του προληπτικού φόβου, για το εξωπραγματικό και το υπερφυσικό, για την μετέπειτα ανακάλυψη του «φόβου του Κυρίου, που συνιστά την αρχή της σοφίας.» Οι αβάσιμοι φόβοι της εξέλιξης είναι φτιαγμένοι για να αντικαθίστανται από το δέος προς το Θείο, το οποίο εμπνέεται από την αποκάλυψη. Η πρώιμη πίστη στο φόβο των πνευμάτων έγινε ένας ισχυρός κοινωνικός δεσμός και από εκείνη την τόσο μακρινή εποχή η ανθρωπότητα αγωνίζεται λιγότερο, ή περισσότερο, για την κατάκτηση της πνευματικότητας.   68:3.3 (766.4) Except for this ghost factor, all society was founded on fundamental needs and basic biologic urges. But ghost fear introduced a new factor in civilization, a fear which reaches out and away from the elemental needs of the individual, and which rises far above even the struggles to maintain the group. The dread of the departed spirits of the dead brought to light a new and amazing form of fear, an appalling and powerful terror, which contributed to whipping the loose social orders of early ages into the more thoroughly disciplined and better controlled primitive groups of ancient times. This senseless superstition, some of which still persists, prepared the minds of men, through superstitious fear of the unreal and the supernatural, for the later discovery of “the fear of the Lord which is the beginning of wisdom.” The baseless fears of evolution are designed to be supplanted by the awe for Deity inspired by revelation. The early cult of ghost fear became a powerful social bond, and ever since that far-distant day mankind has been striving more or less for the attainment of spirituality.
68:3.4 (766.5) Η πείνα και η αγάπη έκαναν τους ανθρώπους να μείνουν μαζί. Η ματαιοδοξία και ο φόβος των πνευμάτων τους κράτησαν μαζί. Τα συναισθήματα, όμως, αυτά από μόνα τους, χωρίς την επίδραση των προαγουσών την ειρήνη αποκαλύψεων, είναι ανίκανα να αντέξουν την ένταση της καχυποψίας και την παρόξυνση των ανθρώπινων αλληλοσυσχετισμών. Χωρίς βοήθεια από υπερανθρώπινες πηγές, η κοινωνική ένταση καταρρέει μόλις φθάσει σε συγκεκριμένα όρια και αυτές καθ’ εαυτές οι επιρροές της κοινωνικής κινητοποίησης – η πείνα, η αγάπη, η ματαιοδοξία και ο φόβος – συνωμοτούν για να κάνουν την ανθρωπότητα να βυθιστεί στον πόλεμο και την αιματοχυσία.   68:3.4 (766.5) Hunger and love drove men together; vanity and ghost fear held them together. But these emotions alone, without the influence of peace-promoting revelations, are unable to endure the strain of the suspicions and irritations of human interassociations. Without help from superhuman sources the strain of society breaks down upon reaching certain limits, and these very influences of social mobilization—hunger, love, vanity, and fear—conspire to plunge mankind into war and bloodshed.
68:3.5 (766.6) Η κλίση προς την ειρήνη της ανθρώπινης φυλής δεν αποτελεί φυσική ιδιότητα. Αντλείται από τα διδάγματα της αποκαλυφθείσας θρησκείας, από τη συσσωρευμένη εμπειρία των προοδευτικών φυλών, αλλά ειδικότερα, από τη διδασκαλία του Ιησού, του Πρίγκιπα της Ειρήνης.   68:3.5 (766.6) The peace tendency of the human race is not a natural endowment; it is derived from the teachings of revealed religion, from the accumulated experience of the progressive races, but more especially from the teachings of Jesus, the Prince of Peace.
4. Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΗΘΩΝ ^top   4. Evolution of the Mores ^top
68:4.1 (767.1) Το σύνολο της σύγχρονης κοινωνικής παιδείας προκύπτει από την εξέλιξη των πρωτόγονων ηθών των άγριων προγόνων σας. Οι σημερινές συμβάσεις είναι τα τροποποιημένα και διευρυμένα έθιμα του χθες. Ό,τι είναι η συνήθεια για το άτομο, είναι τα έθιμα για την ομάδα. Και τα ομαδικά έθιμα εξελίσσονται σε λαϊκές, ή φυλετικές παραδόσεις – σε μαζικές συνήθειες. Από την πρώιμη αυτή απαρχή είναι που έλκει την προέλευσή του το σύνολο της παιδείας της ανθρώπινης κοινωνίας του σήμερα.   68:4.1 (767.1) All modern social institutions arise from the evolution of the primitive customs of your savage ancestors; the conventions of today are the modified and expanded customs of yesterday. What habit is to the individual, custom is to the group; and group customs develop into folkways or tribal traditions—mass conventions. From these early beginnings all of the institutions of present-day human society take their humble origin.
68:4.2 (767.2) Πρέπει να σημειωθεί ότι τα ήθη προήλθαν από την προσπάθεια του να προσαρμοσθεί η ομαδική διαβίωση στις συνθήκες της μαζικής ύπαρξης. Τα ήθη απετέλεσαν την αρχική κοινωνική διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου. Και όλες αυτές οι αντιδράσεις των φυλών αναπτύχθηκαν από την προσπάθεια τα αποφευχθεί ο πόνος και η ταπείνωση, ενώ ταυτόχρονα οι φυλές προσπαθούσαν να απολαύσουν τις ηδονές και τη δύναμη. Η προέλευση των λαϊκών παραδόσεων, όπως και η προέλευση των γλωσσών, είναι πάντα ασυνείδητη και ακούσια και, εξ αυτού, πάντα καλυμμένη με μυστήριο.   68:4.2 (767.2) It must be borne in mind that the mores originated in an effort to adjust group living to the conditions of mass existence; the mores were man’s first social institution. And all of these tribal reactions grew out of the effort to avoid pain and humiliation while at the same time seeking to enjoy pleasure and power. The origin of folkways, like the origin of languages, is always unconscious and unintentional and therefore always shrouded in mystery.
68:4.3 (767.3) Ο φόβος των πνευμάτων οδήγησε τον πρωτόγονο άνθρωπο να οραματισθεί το υπερφυσικό και εξ αυτού να θέσει με ασφάλεια τα θεμέλια των ισχυρών εκείνων κοινωνικών επιρροών της ηθικής και της θρησκείας, οι οποίες εν συνεχεία διατήρησαν απαραβίαστα τα ήθη και τα έθιμα της κοινωνίας από γενεά σε γενεά. Το πράγμα εκείνο που από νωρίς καθιέρωσε και αποκρυστάλλωσε τα ήθη ήταν η πεποίθηση ότι οι νεκροί φθονούσαν τον τρόπο με τον οποίο είχαν ζήσει και πεθάνει. Γι’ αυτό θα επέβαλαν τρομερές ποινές στους ζώντες εκείνους θνητούς, που τόλμησαν να αντιμετωπίσουν με αδιάφορη καταφρόνια τους κανόνες διαβίωσης, τους οποίους εκείνοι είχαν τιμήσει όταν ζούσαν. Όλα αυτά φαίνονται καλύτερα στον σημερινό σεβασμό της κίτρινης φυλής προς τους προγόνους της. Η μετέπειτα αναπτυχθείσα πρωτόγονη θρησκεία ενίσχυσε πάρα πολύ το φόβο προς τα πνεύματα σταθεροποιώντας τα ήθη, ο πολιτισμός, όμως, που προόδευε απάλλαξε σε πολύ μεγάλο βαθμό την ανθρωπότητα από τα δεσμά του φόβου και τη σκλαβιά της δεισιδαιμονίας.   68:4.3 (767.3) Ghost fear drove primitive man to envision the supernatural and thus securely laid the foundations for those powerful social influences of ethics and religion which in turn preserved inviolate the mores and customs of society from generation to generation. The one thing which early established and crystallized the mores was the belief that the dead were jealous of the ways by which they had lived and died; therefore would they visit dire punishment upon those living mortals who dared to treat with careless disdain the rules of living which they had honored when in the flesh. All this is best illustrated by the present reverence of the yellow race for their ancestors. Later developing primitive religion greatly reinforced ghost fear in stabilizing the mores, but advancing civilization has increasingly liberated mankind from the bondage of fear and the slavery of superstition.
68:4.4 (767.4) Πριν από την διαφώτιση των διδασκάλων της Νταλαμέιτια για απαλλαγή και φιλελευθεροποίηση, ο αρχαίος άνθρωπος παρέμενε αδύναμο θύμα των εθιμικών τελετουργιών. Ο πρωτόγονος άγριος βρισκόταν περικυκλωμένος από ατέλειωτες τελετουργίες. Κάθε τι που έκανε, από την ώρα που ξυπνούσε το πρωί, ως τη στιγμή που πήγαινε να κοιμηθεί στη σπηλιά του τη νύκτα, έπρεπε να γίνεται έτσι ακριβώς – σύμφωνα με τις λαϊκές παραδόσεις της φυλής. Ήταν σκλάβος της τυραννίας της συνήθειας. Η ζωή του δεν περιελάμβανε τίποτα το ελεύθερο, αυθόρμητο, ή αυθεντικό. Δεν υπήρχε φυσική πρόοδος προς μία ανώτερη διανοητική, ηθική, ή κοινωνική υπόσταση.   68:4.4 (767.4) Prior to the liberating and liberalizing instruction of the Dalamatia teachers, ancient man was held a helpless victim of the ritual of the mores; the primitive savage was hedged about by an endless ceremonial. Everything he did from the time of awakening in the morning to the moment he fell asleep in his cave at night had to be done just so—in accordance with the folkways of the tribe. He was a slave to the tyranny of usage; his life contained nothing free, spontaneous, or original. There was no natural progress toward a higher mental, moral, or social existence.
68:4.5 (767.5) Ο πρώιμος άνθρωπος ήταν πιασμένος γερά στη συνήθεια. Ο άγριος ήταν πραγματικός σκλάβος των εθίμων. Είχαν εμφανισθεί, ωστόσο και πάλι οι παραλλαγές εκείνες από το πρότυπο που τόλμησαν να εγκαινιάσουν καινούργιους τρόπους σκέψης και βελτιωμένες μεθόδους διαβίωσης. Παρά ταύτα, η αδράνεια του πρωτόγονου ανθρώπου συνιστά τη βιολογική τροχοπέδη ασφαλείας κατά του να περιπέσει εντελώς ξαφνικά στην καταστροφική, λανθασμένη εκτίμηση(*) ενός ταχύτατα αναπτυσσόμενου πολιτισμού.   68:4.5 (767.5) Early man was mightily gripped by custom; the savage was a veritable slave to usage; but there have arisen ever and anon those variations from type who have dared to inaugurate new ways of thinking and improved methods of living. Nevertheless, the inertia of primitive man constitutes the biologic safety brake against precipitation too suddenly into the ruinous maladjustment of a too rapidly advancing civilization.
68:4.6 (767.6) Οι συνήθειες, ωστόσο, αυτές δεν συνιστούν το απόλυτο κακό. Η εξέλιξή τους συνεχίζεται. Είναι σχεδόν μοιραίο για τη συνέχιση του πολιτισμού να επιχειρήσει την ολοκληρωτική τους τροποποίηση δια της ριζοσπαστικής εξέλιξης. Η συνήθεια υπήρξε το νήμα της συνέχειας που κράτησε τον πολιτισμό σε συνοχή. Ο δρόμος της ανθρώπινης ιστορίας είναι στρωμένος με τα κατάλοιπα των εθίμων που απορρίφθηκαν και τις άχρηστες κοινωνικές πρακτικές. Κανείς, όμως, πολιτισμός δεν διήρκεσε, έχοντας εγκαταλείψει τα ήθη του, ει μη μόνο για να υιοθετήσει καλύτερα και περισσότερο αρμόζοντα έθιμα.   68:4.6 (767.6) But these customs are not an unmitigated evil; their evolution should continue. It is nearly fatal to the continuance of civilization to undertake their wholesale modification by radical revolution. Custom has been the thread of continuity which has held civilization together. The path of human history is strewn with the remnants of discarded customs and obsolete social practices; but no civilization has endured which abandoned its mores except for the adoption of better and more fit customs.
68:4.7 (767.7) Η επιβίωση μιας κοινωνίας εξαρτάται κυρίως από την προοδευτική εξέλιξη των ηθών της. Η διαδικασία της εξέλιξης των ηθών αναπτύσσεται από την επιθυμία για πειραματισμό. Νέες ιδέες προτείνονται – με επακόλουθο τον ανταγωνισμό. Ένας αναπτυσσόμενος(*) πολιτισμός αγκαλιάζει τις προοδευτικές ιδέες και διαρκεί. Ο χρόνος και οι συνθήκες, τελικά, ξεχωρίζουν την καταλληλότερη ομάδα που θα επιβιώσει. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι κάθε ξεχωριστή και μεμονωμένη αλλαγή στη σύνθεση της ανθρώπινης κοινωνίας έγινε για το καλύτερο. Όχι! Πραγματικά όχι! Διότι έχουν γίνει πολλές, πάρα πολλές οπισθοδρομήσεις στον μακρόχρονο, προς τα εμπρός, αγώνα του πολιτισμού της Ουράντια.   68:4.7 (767.7) The survival of a society depends chiefly on the progressive evolution of its mores. The process of custom evolution grows out of the desire for experimentation; new ideas are put forward—competition ensues. A progressing civilization embraces the progressive idea and endures; time and circumstance finally select the fitter group for survival. But this does not mean that each separate and isolated change in the composition of human society has been for the better. No! indeed no! for there have been many, many retrogressions in the long forward struggle of Urantia civilization.
5. Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ – Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ(*) ^top   5. Land Techniques—Maintenance Arts ^top
68:5.1 (768.1) Η γη είναι το προσκήνιο της κοινωνίας. Οι άνθρωποι είναι οι ηθοποιοί. Και ο άνθρωπος πρέπει πάντα να προσαρμόζει τις προσπάθειές του ώστε να συμμορφώνονται προς την κατάσταση της γης. Η εξέλιξη των ηθών εξαρτάται πάντα από την αναλογία γης-ανθρώπου. Τούτο είναι γεγονός, παρά τη δυσκολία που παρουσιάζει στο να γίνει κατανοητό. Ο τρόπος που ο άνθρωπος καλλιεργεί τη γη, ή η τέχνη της διατροφής, συν τα βιοτικά του πρότυπα ισούνται με το σύνολο των λαϊκών παραδόσεων, των εθίμων. Και το σύνολο της προσαρμογής του ανθρώπου προς τις απαιτήσεις της ζωής ισούται με το πολιτιστικό του επίπεδο.   68:5.1 (768.1) Land is the stage of society; men are the actors. And man must ever adjust his performances to conform to the land situation. The evolution of the mores is always dependent on the land-man ratio. This is true notwithstanding the difficulty of its discernment. Man’s land technique, or maintenance arts, plus his standards of living, equal the sum total of the folkways, the mores. And the sum of man’s adjustment to the life demands equals his cultural civilization.
68:5.2 (768.2) Οι παλαιότεροι ανθρώπινοι πολιτισμοί εμφανίσθηκαν κατά μήκος των ποταμών του Ανατολικού Ημισφαιρίου και υπήρξαν τέσσερα μεγάλα βήματα στην εξέλιξη του πολιτισμού. Αυτά ήταν:   68:5.2 (768.2) The earliest human cultures arose along the rivers of the Eastern Hemisphere, and there were four great steps in the forward march of civilization. They were:
68:5.3 (768.3) 1. Το στάδιο της συλλογής. Η ανάγκη για τροφή, η πείνα, οδήγησαν στην αρχική μορφή της βιομηχανικής συγκρότησης, στις πρωτόγονες γραμμές συλλογής της τροφής. Μερικές φορές, μία τέτοια γραμμή πορείας εξ αιτίας της πείνας μπορούσε να φθάσει σε μήκος τα δεκαπέντε χιλιόμετρα καθώς προχωρούσε πάνω στη γη συλλέγοντας τροφή. Αυτό υπήρξε το πρωτόγονο νομαδικό στάδιο του πολιτισμού και είναι ο τρόπος ζωής που ακολουθείται σήμερα από τους Αφρικανούς Βουσμάνους.   68:5.3 (768.3) 1. The collection stage. Food coercion, hunger, led to the first form of industrial organization, the primitive food-gathering lines. Sometimes such a line of hunger march would be ten miles long as it passed over the land gleaning food. This was the primitive nomadic stage of culture and is the mode of life now followed by the African Bushmen.
68:5.4 (768.4) 2. Το στάδιο του κυνηγιού. Η ανακάλυψη των εξοπλισμού έκανε τον άνθρωπο να γίνει κυνηγός και έτσι να κερδίσει μεγάλη ελευθερία από τη σκλαβιά της τροφής. Ένας συνετός Αντονίτης, που είχε κτυπήσει άσχημα τη γροθιά του σε μια σοβαρή μάχη, επανανεκάλυψε την ιδέα να χρησιμοποιήσει μια μακριά βέργα αντί για το μπράτσο του και ένα κομμάτι σκληρού πυρόλιθου, δεμένο στις άκρες με τένοντες, αντί για τη γροθιά του. Πολλές φυλές έκαναν ανεξάρτητες ανακαλύψεις αυτού του είδους και οι διάφορες αυτές μορφές σφυριού αντιπροσωπεύουν ένα από τα μεγαλύτερα προς τα εμπρός βήματα στον ανθρώπινο πολιτισμό. Σήμερα, κάποιοι Αυστραλοί ιθαγενείς έχουν ελάχιστα προοδεύσει πέρα από το στάδιο αυτό.   68:5.4 (768.4) 2. The hunting stage. The invention of weapon tools enabled man to become a hunter and thus to gain considerable freedom from food slavery. A thoughtful Andonite who had severely bruised his fist in a serious combat rediscovered the idea of using a long stick for his arm and a piece of hard flint, bound on the end with sinews, for his fist. Many tribes made independent discoveries of this sort, and these various forms of hammers represented one of the great forward steps in human civilization. Today some Australian natives have progressed little beyond this stage.
68:5.5 (768.5) Οι γαλάζιοι άνθρωποι έγιναν δεξιοτέχνες κυνηγοί και παγιδευτές. Φράσσοντας τα ποτάμια έπιαναν ψάρια σε μεγάλους αριθμούς, ξεραίνοντας τα πλεονάζοντα για να τα χρησιμοποιήσουν το χειμώνα. Πολλά έξυπνα δόκανα και παγίδες χρησιμοποιούνταν στο παιγνίδι της σύλληψης, οι περισσότερο πρωτόγονες, ωστόσο, φυλές δεν κυνηγούσαν τα μεγαλύτερα ζώα.   68:5.5 (768.5) The blue men became expert hunters and trappers; by fencing the rivers they caught fish in great numbers, drying the surplus for winter use. Many forms of ingenious snares and traps were employed in catching game, but the more primitive races did not hunt the larger animals.
68:5.6 (768.6) 3. Το βουκολικό στάδιο. Η φάση αυτή του πολιτισμού κατέστη εφικτή δια της εξημέρωσης των ζώων. Οι Άραβες και οι ιθαγενείς της Αφρικής είναι μεταξύ των πλέον πρόσφατων βουκολικών λαών.   68:5.6 (768.6) 3. The pastoral stage. This phase of civilization was made possible by the domestication of animals. The Arabs and the natives of Africa are among the more recent pastoral peoples.
68:5.7 (768.7) Η βουκολική ζωή επέτρεψε την περαιτέρω ανακούφιση από τη δουλεία της τροφής. Ο άνθρωπος έμαθε να ζει με τον τόκο του κεφαλαίου του, την αύξηση των κοπαδιών του. Και τούτο του παρέσχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για παιδεία και πρόοδο.   68:5.7 (768.7) Pastoral living afforded further relief from food slavery; man learned to live on the interest of his capital, the increase in his flocks; and this provided more leisure for culture and progress.
68:5.8 (768.8) Η προβουκολική κοινωνία υπήρξε κοινωνία σεξουαλικής συνεργασίας, η εξάπλωση, όμως, της εκτροφής των ζώων περιόρισε τις γυναίκες στα βάθη της κοινωνικής δουλείας. Στους παλαιότερους καιρούς ήταν δουλειά του άνδρα να εξασφαλίσει το ζώο-τροφή και δουλειά των γυναικών να εξασφαλίσουν τα βρώσιμα λαχανικά. Γι’ αυτό, όταν ο άνθρωπος εισήλθε στη βουκολική εποχή ως οντότητα, η αξία της γυναίκας έπεσε σε μεγάλο βαθμό. Πρέπει ακόμη να μοχθεί για να προμηθεύεται τα απαραίτητα για τη ζωή λαχανικά, ενώ ο άνδρας χρειάζεται μόνο να πάει στα κοπάδια του για να προμηθευθεί άφθονη τροφή από τα ζώα. Έτσι ο άνδρας ανεξαρτητοποιήθηκε, ως ένα σημείο, από τη γυναίκα. Κατά τη διάρκεια ολόκληρης της βουκολικής εποχής το κύρος της γυναίκας έφθινε σταθερά. Με το πέρας αυτής της εποχής ήταν ελάχιστα καλύτερη από ένα ανθρώπινο ζώο, προορισμένο να δουλεύει και να γεννά ανθρώπινα μικρά, ακριβώς όπως περίμεναν από τα ζώα του κοπαδιού να γεννούν και να μεγαλώνουν τα μικρά τους. Οι άνθρωποι της βουκολικής εποχής έτρεφαν μεγάλη αγάπη για τα γελάδια τους. Και το χειρότερο, δεν μπορούσαν να νοιώσουν μεγαλύτερη αγάπη για τις γυναίκες τους.   68:5.8 (768.8) Prepastoral society was one of sex co-operation, but the spread of animal husbandry reduced women to the depths of social slavery. In earlier times it was man’s duty to secure the animal food, woman’s business to provide the vegetable edibles. Therefore, when man entered the pastoral era of his existence, woman’s dignity fell greatly. She must still toil to produce the vegetable necessities of life, whereas the man need only go to his herds to provide an abundance of animal food. Man thus became relatively independent of woman; throughout the entire pastoral age woman’s status steadily declined. By the close of this era she had become scarcely more than a human animal, consigned to work and to bear human offspring, much as the animals of the herd were expected to labor and bring forth young. The men of the pastoral ages had great love for their cattle; all the more pity they could not have developed a deeper affection for their wives.
68:5.9 (769.1) 4. Το γεωργικό στάδιο. Η εποχή αυτή αναπτύχθηκε με την καλλιέργεια των φυτών και αντιπροσωπεύει τον ανώτερο τύπο υλικού πολιτισμού. Τόσον ο Καλιγκάστια όσο και ο Αδάμ προσπάθησαν να διδάξουν την φυτοκομία και τη γεωργία. Ο Αδάμ και η Εύα ήταν κηπουροί, όχι βοσκοί και η κηπευτική αποτελούσε προηγμένη κουλτούρα, εκείνες τις μέρες. Η καλλιέργεια(*) των φυτών ασκεί μια εξευγενισμένη επίδραση σε όλες τις φυλές της ανθρωπότητας.   68:5.9 (769.1) 4. The agricultural stage. This era was brought about by the domestication of plants, and it represents the highest type of material civilization. Both Caligastia and Adam endeavored to teach horticulture and agriculture. Adam and Eve were gardeners, not shepherds, and gardening was an advanced culture in those days. The growing of plants exerts an ennobling influence on all races of mankind.
68:5.10 (769.2) Η γεωργία υπερτετραπλασίασε την αναλογία γης και ανθρώπων του κόσμου. Μπορεί να συνδυασθεί με τις βουκολικές ενασχολήσεις του προηγούμενου πολιτισμικού σταδίου. Όταν τα τρία στάδια επικαλύπτονται, οι άνδρες κυνηγούν και οι γυναίκες καλλιεργούν το έδαφος.   68:5.10 (769.2) Agriculture more than quadrupled the land-man ratio of the world. It may be combined with the pastoral pursuits of the former cultural stage. When the three stages overlap, men hunt and women till the soil.
68:5.11 (769.3) Υπήρχαν ανέκαθεν τριβές μεταξύ των βοσκών και των καλλιεργητών του εδάφους. Ο κυνηγός και ο βοσκός είναι μαχητικοί, φιλοπόλεμοι. Ο γεωργός είναι περισσότερο τύπος φιλειρηνικός. Η συνύπαρξη με τα ζώα υποδηλοί αγώνα και δύναμη. Η συνύπαρξη με τα φυτά ενσταλάζει υπομονή, ηρεμία και γαλήνη. Η γεωργία και η οργάνωση της βιομηχανικής κοινωνίας είναι οι δραστηριότητες της ειρήνης. Η αδυναμία, ωστόσο, και των δύο, ως παγκόσμιων κοινωνικών δραστηριοτήτων, είναι το ότι τους λείπει η διέγερση και η περιπέτεια.   68:5.11 (769.3) There has always been friction between the herders and the tillers of the soil. The hunter and herder were militant, warlike; the agriculturist is a more peace-loving type. Association with animals suggests struggle and force; association with plants instills patience, quiet, and peace. Agriculture and industrialism are the activities of peace. But the weakness of both, as world social activities, is that they lack excitement and adventure.
68:5.12 (769.4) Η ανθρώπινη κοινωνία έχει εξελιχθεί από το στάδιο του κυνηγιού, μέσω εκείνου των βοσκών, στο εδαφικό στάδιο της γεωργίας. Και κάθε στάδιο του προοδευτικού αυτού πολιτισμού συνοδευόταν ολοένα και λιγότερο από το νομαδισμό. Όλο και περισσότερο, ο άνθρωπος άρχισε να ζει στο σπίτι.   68:5.12 (769.4) Human society has evolved from the hunting stage through that of the herders to the territorial stage of agriculture. And each stage of this progressive civilization was accompanied by less and less of nomadism; more and more man began to live at home.
68:5.13 (769.5) Και τώρα, είναι η βιομηχανία που συμπληρώνει τη γεωργία, με αυξανόμενη, κατά συνέπεια, αστικοποίηση και πολλαπλασιασμό των μη γεωργικών ομάδων των τάξεων των πολιτών. Μία βιομηχανική εποχή, ωστόσο, δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα επιζήσει αν οι αρχηγοί της δεν κατορθώσουν να αναγνωρίσουν ότι ακόμη και τα ανώτερα κοινωνικά επιτεύγματα πρέπει πάντα να στηρίζονται σε μία σταθερή γεωργική βάση.   68:5.13 (769.5) And now is industry supplementing agriculture, with consequently increased urbanization and multiplication of nonagricultural groups of citizenship classes. But an industrial era cannot hope to survive if its leaders fail to recognize that even the highest social developments must ever rest upon a sound agricultural basis.
6. Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ^top   6. Evolution of Culture ^top
68:6.1 (769.6) Ο άνθρωπος είναι πλάσμα της γης, ένα παιδί της φύσης. Δεν έχει σημασία πόσο σκληρά μπορεί να προσπαθήσει να ξεφύγει από τη γη, στο τέλος είναι βέβαιο ότι θα αποτύχει. «Χους ει και εις χουν απελεύσει» - είναι κυριολεκτικά αληθές για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Οι βασικοί αγώνες του ανθρώπου ήταν, είναι και θα είναι πάντα για τη γη. Οι πρώτες κοινωνικές συνεργασίες των πρωτόγονων ανθρώπινων υπάρξεων έγιναν με το σκοπό να κερδίσουν αυτούς τους αγώνες για τη γη. Η σχέση γης-ανθρώπου βρίσκεται κάτω από το σύνολο του ανθρώπινου πολιτισμού.   68:6.1 (769.6) Man is a creature of the soil, a child of nature; no matter how earnestly he may try to escape from the land, in the last reckoning he is certain to fail. “Dust you are and to dust shall you return” is literally true of all mankind. The basic struggle of man was, and is, and ever shall be, for land. The first social associations of primitive human beings were for the purpose of winning these land struggles. The land-man ratio underlies all social civilization.
68:6.2 (769.7) Η ευφυία του ανθρώπου, μέσω των τεχνών και της επιστήμης, αύξησε την απόδοση της γης. Ταυτόχρονα, η φυσική αύξηση των απογόνων ετέθη, κάπως, υπό έλεγχο και έτσι εξασφαλίσθηκε η τροφή και ο ελεύθερος χρόνος για να οικοδομηθεί ο πολιτισμός.   68:6.2 (769.7) Man’s intelligence, by means of the arts and sciences, increased the land yield; at the same time the natural increase in offspring was somewhat brought under control, and thus was provided the sustenance and leisure to build a cultural civilization.
68:6.3 (769.8) Η ανθρώπινη κοινωνία ελέγχεται από ένα νόμο ο οποίος επιβάλλει ότι ο πληθυσμός πρέπει να μεταβάλλεται ευθέως σύμφωνα με την καλλιέργεια της γης και αντιστρόφως με ένα δεδομένο πρότυπο διαβίωσης. Καθ’ όλη τη διάρκεια των πρώιμων αυτών εποχών και ακόμη περισσότερο σήμερα, ο νόμος της παροχής και της ζήτησης, όσον αφορά στον άνθρωπο και στη γη, προσδιόρισε την υπολογιζόμενη αξία και των δύο. Κατά τις εποχές που η γη ήταν άφθονη – μη κατακτημένα εδάφη – η ανάγκη για άνδρες ήταν μεγάλη, γι’ αυτό η αξία της ανθρώπινης ζωής είχε κατά πολύ υπερτιμηθεί. Για το λόγο αυτό, η απώλεια της ζωής ήταν περισσότερο τρομακτική. Κατά τις περιόδους σπανιότητας της γης και συνδυασμένου υπερπληθυσμού, η ανθρώπινη ζωή έγινε συγκριτικά ευτελέστερη, έτσι ώστε ο πόλεμος, ο λιμός και ο λοιμός να αντιμετωπίζονται λιγότερο σοβαρά.   68:6.3 (769.8) Human society is controlled by a law which decrees that the population must vary directly in accordance with the land arts and inversely with a given standard of living. Throughout these early ages, even more than at present, the law of supply and demand as concerned men and land determined the estimated value of both. During the times of plentiful land—unoccupied territory—the need for men was great, and therefore the value of human life was much enhanced; hence the loss of life was more horrifying. During periods of land scarcity and associated overpopulation, human life became comparatively cheapened so that war, famine, and pestilence were regarded with less concern.
68:6.4 (770.1) Όταν η απόδοση της γης μειώνεται, ή ο πληθυσμός αυξάνεται, ο αναπόφευκτος αγώνας ανανεώνεται. Οι χειρότερες ιδιότητες της ανθρώπινης φύσης έρχονται στην επιφάνεια. Η βελτίωση της απόδοσης της γης, η επέκταση των μηχανολογικών τεχνικών και η μείωση του πληθυσμού, όλα τείνουν να υποθάλψουν την εξέλιξη της καλύτερης πλευράς της ανθρώπινης φύσης.   68:6.4 (770.1) When the land yield is reduced or the population is increased, the inevitable struggle is renewed; the very worst traits of human nature are brought to the surface. The improvement of the land yield, the extension of the mechanical arts, and the reduction of population all tend to foster the development of the better side of human nature.
68:6.5 (770.2) Η μεθοριακή κοινωνία αναπτύσσει την μη εξειδικευμένη πλευρά της ανθρωπότητας. Οι καλές τέχνες και η πραγματική επιστημονική πρόοδος, μαζί με την πνευματική καλλιέργεια, άκμασαν όλες στα μεγαλύτερα κέντρα διαβίωσης, όταν ενισχύονταν από έναν γεωργικό και βιομηχανικό πληθυσμό ελάχιστα μικρότερο της αναλογίας γης-ανθρώπου. Οι πόλεις πάντα πολλαπλασιάζουν τη δύναμη των κατοίκων τους για το καλό, ή για το κακό.   68:6.5 (770.2) Frontier society develops the unskilled side of humanity; the fine arts and true scientific progress, together with spiritual culture, have all thrived best in the larger centers of life when supported by an agricultural and industrial population slightly under the land-man ratio. Cities always multiply the power of their inhabitants for either good or evil.
68:6.6 (770.3) Το μέγεθος τη οικογένειας επηρεάζετο πάντα από τα πρότυπα διαβίωσης. Όσο υψηλότερα ήταν τα πρότυπα, τόσο μικρότερη ήταν η οικογένεια, ως το σημείο της παγίωσης μιας κατάστασης, ή της σταδιακής εξαφάνισης.   68:6.6 (770.3) The size of the family has always been influenced by the standards of living. The higher the standard the smaller the family, up to the point of established status or gradual extinction.
68:6.7 (770.4) Καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων, τα πρότυπα διαβίωσης καθόρισαν την ποιότητα του επιβιούντος πληθυσμού σε αντίθεση με το απλό μέγεθός του. Τα κατά τόπους ταξικά πρότυπα διαβίωσης δημιούργησαν νέες φυλετικές κάστες, νέα έθιμα. Όταν τα πρότυπα διαβίωσης έγιναν σε μεγάλο βαθμό περίπλοκα, ή εξαιρετικά πολυτελή, γρήγορα απέβησαν αυτοκτονικά. Η κάστα είναι το άμεσο αποτέλεσμα της υψηλής κοινωνικής πίεσης του έντονου ανταγωνισμού, ο οποίος δημιουργήθηκε από τον υπερπληθυσμό.   68:6.7 (770.4) All down through the ages the standards of living have determined the quality of a surviving population in contrast with mere quantity. Local class standards of living give origin to new social castes, new mores. When standards of living become too complicated or too highly luxurious, they speedily become suicidal. Caste is the direct result of the high social pressure of keen competition produced by dense populations.
68:6.8 (770.5) Οι πρώιμες φυλές συχνά κατέφευγαν σε πρακτικές σχεδιασμένες να περιορίζουν τον πληθυσμό. Όλες οι πρωτόγονες φατρίες θανάτωναν τα παραμορφωμένα και ασθενικά παιδιά. Τα θηλυκά μωρά συχνά θανατώνονταν πριν από την εποχή όπου αγόραζαν τις συζύγους. Πολλές φορές τα παιδιά στραγγαλίζονταν τη στιγμή της γέννησης, αλλά η αγαπημένη τους μέθοδος ήταν η εγκατάλειψη. Όταν ένας πατέρας αποκτούσε δίδυμα, συνήθως επέμενε να θανατωθεί το ένα, αφού οι πολύδυμες κυήσεις επιστεύετο ότι προκαλούνταν από μαγεία, είτε απιστία. Κατά κανόνα, πάντως, τα δίδυμα του ιδίου φύλου γλίτωναν. Ενώ οι προκαταλήψεις αυτές σχετικά με τους διδύμους υπήρξαν κάποτε παγκόσμιες, δεν απετέλεσαν ποτέ μέρος των εθίμων των Αντονιτών. Οι λαοί αυτοί πάντα θεωρούσαν τα δίδυμα ως οιωνούς καλοτυχίας.   68:6.8 (770.5) The early races often resorted to practices designed to restrict population; all primitive tribes killed deformed and sickly children. Girl babies were frequently killed before the times of wife purchase. Children were sometimes strangled at birth, but the favorite method was exposure. The father of twins usually insisted that one be killed since multiple births were believed to be caused either by magic or by infidelity. As a rule, however, twins of the same sex were spared. While these taboos on twins were once well-nigh universal, they were never a part of the Andonite mores; these peoples always regarded twins as omens of good luck.
68:6.9 (770.6) Πολλές φυλές έμαθαν την τεχνική της άμβλωσης και η πρακτική αυτή έγινε πολύ κοινή μετά την παγίωση της προκατάληψης πάνω στις γεννήσεις μεταξύ αγάμων. Για αιώνες ήταν σύνηθες για μια άγαμη να θανατώνει το παιδί της, ωστόσο, μεταξύ των περισσότερο πολιτισμένων ομάδων, τα παράνομα αυτά παιδιά κηδεμονεύονταν από τις μητέρες που είχαν κορίτσια. Πολλές πρωτόγονες φατρίες κυριολεκτικά αφανίσθηκαν εξ αιτίας της εφαρμογής τόσο των αμβλώσεων, όσο και της βρεφοκτονίας. Ανεξάρτητα, όμως, από τις επιταγές των ηθών, ελάχιστα παιδιά θανατώνονταν από την εποχή του θηλασμού και μετά. Η μητρική αγάπη είναι πάρα πολύ δυνατή.   68:6.9 (770.6) Many races learned the technique of abortion, and this practice became very common after the establishment of the taboo on childbirth among the unmarried. It was long the custom for a maiden to kill her offspring, but among more civilized groups these illegitimate children became the wards of the girl’s mother. Many primitive clans were virtually exterminated by the practice of both abortion and infanticide. But regardless of the dictates of the mores, very few children were ever destroyed after having once been suckled—maternal affection is too strong.
68:6.10 (770.7) Ακόμα και στον εικοστό αιώνα διατηρούνται κατάλοιπα του πρωτόγονου αυτού ελέγχου των πληθυσμών. Υπάρχει μία φυλή στην Αυστραλία, οι μητέρες της οποίας αρνούνται να μεγαλώσουν περισσότερα από δύο, ή τρία παιδιά. Πριν από όχι πολλά χρόνια, μία φυλή κανιβάλων έτρωγε ένα παιδί στα πέντε που γεννιόταν. Στη Μαδαγασκάρη, κάποιες φυλές εξακολουθούν να θανατώνουν όλα τα παιδιά που γεννώνται σε ορισμένες όχι τυχερές μέρες, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα το θάνατο του είκοσι πέντε περίπου τοις εκατό όλων των βρεφών.   68:6.10 (770.7) Even in the twentieth century there persist remnants of these primitive population controls. There is a tribe in Australia whose mothers refuse to rear more than two or three children. Not long since, one cannibalistic tribe ate every fifth child born. In Madagascar some tribes still destroy all children born on certain unlucky days, resulting in the death of about twenty-five per cent of all babies.
68:6.11 (770.8) Από μία παγκόσμια άποψη, ο υπερπληθυσμός δεν απετέλεσε ποτέ σοβαρό πρόβλημα κατά το παρελθόν, αλλά, εάν οι πόλεμοι μειωθούν και η επιστήμη ελέγξει σε μεγάλο βαθμό τις ανθρώπινες ασθένειες, μπορεί να αποτελέσει πραγματικό πρόβλημα στο εγγύς μέλλον. Σε μία τέτοια περίπτωση, θα πραγματοποιηθεί η μεγαλύτερη δοκιμασία της σύνεσης του κόσμου. Θα έχουν οι κυβερνήτες της Ουράντια την οξυδέρκεια και το θάρρος να υποθάλψουν τον πολλαπλασιασμό της μέσης, ή κανονικής ανθρώπινης ύπαρξης, αντί των ακραίων υπεράνω του φυσιολογικού, ή των απέραντα αυξανόμενων, κατώτερων του φυσιολογικού, ομάδων; Ο μέσος άνθρωπος πρέπει να υποστηριχθεί. Είναι η σπονδυλική στήλη του πολιτισμού και η πηγή των μεταλλαγμένων ιδιοφυϊών της φυλής. Ο κατώτερος του φυσιολογικού άνθρωπος πρέπει να μείνει υπό τον έλεγχο της κοινωνίας. Δεν πρέπει να δημιουργούνται περισσότεροι από όσους χρειάζονται για να απασχολούνται στα κατώτερα επίπεδα της βιομηχανίας, στα έργα εκείνα που απαιτούν μεν ευφυία ανώτερη από εκείνη των ζώων, αλλά που δεν έχουν απαιτήσεις τόσες ώστε να γίνουν πραγματικοί σκλάβοι και δέσμιοι των ανώτερων ανθρώπινων τύπων.   68:6.11 (770.8) From a world standpoint, overpopulation has never been a serious problem in the past, but if war is lessened and science increasingly controls human diseases, it may become a serious problem in the near future. At such a time the great test of the wisdom of world leadership will present itself. Will Urantia rulers have the insight and courage to foster the multiplication of the average or stabilized human being instead of the extremes of the supernormal and the enormously increasing groups of the subnormal? The normal man should be fostered; he is the backbone of civilization and the source of the mutant geniuses of the race. The subnormal man should be kept under society’s control; no more should be produced than are required to administer the lower levels of industry, those tasks requiring intelligence above the animal level but making such low-grade demands as to prove veritable slavery and bondage for the higher types of mankind.
68:6.12 (771.1) [Παρουσιάσθηκε από έναν Μελχισεδέκ, ο οποίος κάποτε διέμενε στην Ουράντια.]   68:6.12 (771.1) [Presented by a Melchizedek sometime stationed on Urantia.]