Εγγραφο 70 |
|
Paper 70 |
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ |
|
The Evolution of Human Government |
70:0.1 (783.1) Ο άνθρωπος δεν έλυσε, εν μέρει, το πρόβλημα της διαβίωσης, ει μη μόνο αφού αντιμετώπισε το έργο της ρύθμισης των ανθρώπινων επαφών. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας απαιτούσε νόμους, τάξη και κοινωνική προσαρμογή. Η ιδιωτική περιουσία είχε την ανάγκη διακυβέρνησης. |
|
70:0.1 (783.1) NO SOONER had man partially solved the problem of making a living than he was confronted with the task of regulating human contacts. The development of industry demanded law, order, and social adjustment; private property necessitated government. |
70:0.2 (783.2) Σ’ έναν εξελικτικό κόσμο, οι ανταγωνισμοί είναι φυσικοί. Η ειρήνη διασφαλίζεται μόνο με κάποιο είδος κοινωνικού ρυθμιστικού συστήματος. Η κοινωνική ρύθμιση είναι αδιαχώριστη από την κοινωνική οργάνωση. Η συνεργασία συνεπάγεται κάποια αρχή ελέγχου. Η διακυβέρνηση επιτάσσει τον συντονισμό του ανταγωνισμού των φυλών, των φατριών, των οικογενειών και των ατόμων. |
|
70:0.2 (783.2) On an evolutionary world, antagonisms are natural; peace is secured only by some sort of social regulative system. Social regulation is inseparable from social organization; association implies some controlling authority. Government compels the co-ordination of the antagonisms of the tribes, clans, families, and individuals. |
70:0.3 (783.3) Η διακυβέρνηση αποτελεί ασύνειδη εξέλιξη. Προχωρεί μέσα από δοκιμές και λάθη. Δεν διαθέτει αξία για την επιβίωση. Γι’ αυτό γίνεται παραδοσιακή. Η αναρχία διόγκωσε τη δυστυχία. Έτσι, η διακυβέρνηση, ο σχετικός νόμος και η τάξη, αργά-αργά δημιουργήθηκαν, ή δημιουργούνται. Οι πιεστικές απαιτήσεις του αγώνα για την ύπαρξη κυριολεκτικά οδήγησαν την ανθρώπινη φυλή στον προοδευτικό δρόμο προς τον πολιτισμό. |
|
70:0.3 (783.3) Government is an unconscious development; it evolves by trial and error. It does have survival value; therefore it becomes traditional. Anarchy augmented misery; therefore government, comparative law and order, slowly emerged or is emerging. The coercive demands of the struggle for existence literally drove the human race along the progressive road to civilization. |
1. Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ^top |
|
1. The Genesis of War ^top |
70:1.1 (783.4) Ο πόλεμος αποτελεί τη φυσική κατάσταση και κληρονομία του εξελισσόμενου ανθρώπου. Η ειρήνη είναι το κοινωνικό μέτρο που προσμετρά την πρόοδο του πολιτισμού. Πριν από την εν μέρει κοινωνικοποίηση των προοδευουσών φυλών, ο άνθρωπος υπήρξε υπερβολικά ατομικιστής, εξαιρετικά καχύποπτος και απίστευτα εριστικός. Η βία είναι ο νόμος της φύσης, η εχθρότητα είναι η αυτόματη αντίδραση των παιδιών της φύσης, ενώ ο πόλεμος δεν είναι παρά οι ίδιες αυτές δραστηριότητες, διεξαγόμενες συλλογικά. Και, οπουδήποτε και οποτεδήποτε η δομή του πολιτισμού πιέζεται από τις περιπλοκές της εξέλιξης της κοινωνίας, γίνεται πάντα μια άμεση και καταστροφική επιστροφή στις πανάρχαιες αυτές μεθόδους της βίαιης ρύθμισης των παροξύνσεων των ανθρώπινων διασυσχετισμών. |
|
70:1.1 (783.4) War is the natural state and heritage of evolving man; peace is the social yardstick measuring civilization’s advancement. Before the partial socialization of the advancing races man was exceedingly individualistic, extremely suspicious, and unbelievably quarrelsome. Violence is the law of nature, hostility the automatic reaction of the children of nature, while war is but these same activities carried on collectively. And wherever and whenever the fabric of civilization becomes stressed by the complications of society’s advancement, there is always an immediate and ruinous reversion to these early methods of violent adjustment of the irritations of human interassociations. |
70:1.2 (783.5) Ο πόλεμος είναι μία ζωώδης αντίδραση έναντι των διαφωνιών και των παροξύνσεων. Η ειρήνη εξυπηρετεί την πολιτισμένη επίλυση όλων αυτών των προβλημάτων και δυσκολιών. Οι φυλές του Σαντζίκ, μαζί με τους μετέπειτα εκφυλισμένους Αδαμίτες και Νοδίτες, ήσαν όλοι φιλοπόλεμοι. Οι Αντονίτες διδάχθηκαν από νωρίς το χρυσό κανόνα και, ακόμη και σήμερα, οι Εσκιμώοι απόγονοί τους ζουν εν πολλοίς βάσει αυτού του κώδικα. Τα έθιμα είναι πολύ ισχυρά ανάμεσά τους, ενώ είναι σε μεγάλο βαθμό απαλλαγμένοι από βίαιους ανταγωνισμούς. |
|
70:1.2 (783.5) War is an animalistic reaction to misunderstandings and irritations; peace attends upon the civilized solution of all such problems and difficulties. The Sangik races, together with the later deteriorated Adamites and Nodites, were all belligerent. The Andonites were early taught the golden rule, and, even today, their Eskimo descendants live very much by that code; custom is strong among them, and they are fairly free from violent antagonisms. |
70:1.3 (783.6) Ο Άντον δίδαξε τα παιδιά του να διευθετούν τις διαφορές τους ο καθένας κτυπώντας ένα δένδρο με ένα ραβδί, ενώ ταυτόχρονα καταριόνταν το δένδρο. Εκείνος του οποίου το ραβδί έσπαζε πρώτο ήταν ο νικητής. Οι μεταγενέστεροι Αντονίτες συνήθιζαν να διευθετούν τις διαφορές τους κάνοντας μια δημόσια παράσταση, κατά την οποία οι αντίπαλοι γελοιοποιούσαν και σάρκαζαν ο ένας τον άλλο, ενώ το κοινό αποφαινόταν για το ποιος ήταν ο νικητής με το χειροκρότημά του. |
|
70:1.3 (783.6) Andon taught his children to settle disputes by each beating a tree with a stick, meanwhile cursing the tree; the one whose stick broke first was the victor. The later Andonites used to settle disputes by holding a public show at which the disputants made fun of and ridiculed each other, while the audience decided the winner by its applause. |
70:1.4 (783.7) Δεν υπήρχαν, όμως, φαινόμενα τέτοια όπως ο πόλεμος, έως ότου η κοινωνία εξελίχθηκε αρκετά, ώστε να βιώσει ουσιαστικά περιόδους ειρήνης και να καθιερώσει πρακτικές πολέμου. Αυτή καθ’ εαυτή η αρχή του πολέμου συνεπάγεται ένα βαθμό οργάνωσης. |
|
70:1.4 (783.7) But there could be no such phenomenon as war until society had evolved sufficiently far to actually experience periods of peace and to sanction warlike practices. The very concept of war implies some degree of organization. |
70:1.5 (784.1) Με την δημιουργία των κοινωνικών ομάδων, οι ατομικές αιτίες εμπλοκής άρχισαν να εξαφανίζονται μέσα στα αισθήματα της ομάδας και τούτο προώθησε τη διαφυλετική ηρεμία, αλλά εις βάρος της ειρήνης μεταξύ των φυλών. Η ειρήνη, λοιπόν, εφαρμόσθηκε αρχικά μέσα στην ομάδα, ή τη φυλή, η οποία πάντα αντιπαθούσε και μισούσε τις άλλες φυλές, τους ξένους. Ο πρώιμος άνθρωπος θεωρούσε αρετή να χύνει το αίμα των ξένων. |
|
70:1.5 (784.1) With the emergence of social groupings, individual irritations began to be submerged in the group feelings, and this promoted intratribal tranquillity but at the expense of intertribal peace. Peace was thus first enjoyed by the in-group, or tribe, who always disliked and hated the out-group, foreigners. Early man regarded it a virtue to shed alien blood. |
70:1.6 (784.2) Ακόμη κι’ αυτό, ωστόσο, δεν λειτούργησε από την αρχή. Όταν οι πανάρχαιοι αρχηγοί προσπαθούσαν να διευθετήσουν τις διαφωνίες, έβρισκαν συχνά απαραίτητο, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, να επιτρέψουν τους λιθοβολισμούς μέσα στη φυλή. Η φατρία διαιρείτο σε δύο ομάδες και έδινε μάχη όλη την ημέρα. Και τούτο για κανένα άλλο λόγο, ει μη μόνο επειδή τους άρεσε. Πραγματικά απολάμβαναν τις μάχες. |
|
70:1.6 (784.2) But even this did not work at first. When the early chiefs would try to iron out misunderstandings, they often found it necessary, at least once a year, to permit the tribal stone fights. The clan would divide up into two groups and engage in an all-day battle. And this for no other reason than just the fun of it; they really enjoyed fighting. |
70:1.7 (784.3) Οι πόλεμοι συνεχίζονται επειδή ο άνθρωπος είναι άνθρωπος, επειδή εξελίχθηκε από τα ζώα και όλα τα ζώα είναι φιλοπόλεμα. Μεταξύ των πανάρχαιων αιτίων πολέμου περιλαμβάνονταν: |
|
70:1.7 (784.3) Warfare persists because man is human, evolved from an animal, and all animals are bellicose. Among the early causes of war were: |
70:1.8 (784.4) 1. Η πείνα, η οποία οδηγούσε σε επιδρομές για την τροφή. Η σπανιότητα της γης κατέληγε πάντα σε πόλεμο και κατά τη διάρκεια των αγώνων αυτών οι πρώιμες φιλειρηνικές φυλές πρακτικά εξοντώθηκαν. |
|
70:1.8 (784.4) 1. Hunger, which led to food raids. Scarcity of land has always brought on war, and during these struggles the early peace tribes were practically exterminated. |
70:1.9 (784.5) 2. Η έλλειψη των γυναικών – μια προσπάθεια να ανακουφισθούν από την έλλειψη βοήθειας στο σπίτι. Η αρπαγή των γυναικών πάντα προκαλούσε πόλεμο. |
|
70:1.9 (784.5) 2. Woman scarcity—an attempt to relieve a shortage of domestic help. Woman stealing has always caused war. |
70:1.10 (784.6) 3. Η ματαιοδοξία – η επιθυμία να επιδειχθεί η γενναιότητα της φυλής. Οι ανώτερες ομάδες πολεμούσαν για να επιβάλλουν τον τρόπο της ζωής τους στους κατώτερους λαούς. |
|
70:1.10 (784.6) 3. Vanity—the desire to exhibit tribal prowess. Superior groups would fight to impose their mode of life upon inferior peoples. |
70:1.11 (784.7) 4. Οι δούλοι – η ανάγκη διατήρησης του αριθμού των εργατικών τάξεων |
|
70:1.11 (784.7) 4. Slaves—need of recruits for the labor ranks. |
70:1.12 (784.8) 5. Η εκδίκηση αποτελούσε αιτία πολέμου, όταν μία φυλή πίστευε ότι μία γειτονική φυλή είχε προκαλέσει το θάνατο ενός συντρόφου από τη φυλή. Το πένθος συνεχιζόταν έως ότου φέρουν το κεφάλι του εχθρού στη φυλή. Οι εκδικητικοί πόλεμοι συνεχίσθηκαν ως τους, σχετικά, σύγχρονους καιρούς. |
|
70:1.12 (784.8) 5. Revenge was the motive for war when one tribe believed that a neighboring tribe had caused the death of a fellow tribesman. Mourning was continued until a head was brought home. The war for vengeance was in good standing right on down to comparatively modern times. |
70:1.13 (784.9) 6. Ευχαρίστηση – ο πόλεμος εθεωρείτο διασκέδαση από τους νεαρούς άνδρες εκείνων των πανάρχαιων καιρών. Αν δεν ανεφύετο μια εύλογη και ικανοποιητική αφορμή για πόλεμο, όταν η ειρήνη γινόταν τυραννική, οι γειτονικές φυλές συνήθιζαν να αρχίζουν ημι-φιλικούς πολέμους και να λεηλατούν σαν να πήγαιναν σε γιορτή, να απολαμβάνουν μια εικονική μάχη. |
|
70:1.13 (784.9) 6. Recreation—war was looked upon as recreation by the young men of these early times. If no good and sufficient pretext for war arose, when peace became oppressive, neighboring tribes were accustomed to go out in semifriendly combat to engage in a foray as a holiday, to enjoy a sham battle. |
70:1.14 (784.10) 7. Η θρησκεία – η επιθυμία να κάνουν προσηλυτισμούς στη θρησκεία. Όλες οι πρωτόγονες θρησκείες επιδοκίμαζαν τον πόλεμο. Μόνο κατά τους πρόσφατους χρόνους άρχισε η θρησκεία να αντιμετωπίζει τον πόλεμο με σκεπτικισμό. Οι αρχαίοι ιερείς συμμαχούσαν, δυστυχώς, με τις στρατιωτικές δυνάμεις. Ένα από τα μεγαλύτερα ειρηνιστικά κινήματα όλων των εποχών υπήρξε η προσπάθεια να διαχωρισθεί η εκκλησία από το κράτος. |
|
70:1.14 (784.10) 7. Religion—the desire to make converts to the cult. The primitive religions all sanctioned war. Only in recent times has religion begun to frown upon war. The early priesthoods were, unfortunately, usually allied with the military power. One of the great peace moves of the ages has been the attempt to separate church and state. |
70:1.15 (784.11) Οι αρχαίες αυτές φυλές πάντα έκαναν πολέμους κατά διαταγήν των θεών τους, κατόπιν εντολής των αρχηγών, ή των μάγων τους. Οι Εβραίοι πίστευαν σ’ ένα τέτοιο «Θεό των πολέμων». Και η αφήγηση της επιδρομής τους κατά των Μιδιανιτών αποτελεί τυπική εξιστόρηση ειδεχθούς σκληρότητας των αρχαίων πολέμων των φυλών. Η επίθεση αυτή, με τη σφαγή όλων των ανδρών και την μετέπειτα θανάτωση όλων των αρσενικών παιδιών καθώς και όλων των γυναικών που δεν ήσαν παρθένες, αποτελούσε τιμή για τα ήθη ενός φύλαρχου, δυο χιλιάδες χρόνια πριν. Και όλα αυτά γίνονταν στο όνομα του «Κυρίου Θεού του Ισραήλ.» |
|
70:1.15 (784.11) Always these olden tribes made war at the bidding of their gods, at the behest of their chiefs or medicine men. The Hebrews believed in such a “God of battles”; and the narrative of their raid on the Midianites is a typical recital of the atrocious cruelty of the ancient tribal wars; this assault, with its slaughter of all the males and the later killing of all male children and all women who were not virgins, would have done honor to the mores of a tribal chieftain of two hundred thousand years ago. And all this was executed in the “name of the Lord God of Israel.” |
70:1.16 (784.12) Αυτή είναι μία αφήγηση της εξέλιξης της κοινωνίας – η φυσική επίλυση των προβλημάτων των φυλών - ο άνθρωπος που φτιάχνει μόνος του το πεπρωμένο του στη γη. Τέτοιες φρικαλεότητες δεν προκαλούνται από το Θείο, παρά την τάση του ανθρώπου να αποθέτει την ευθύνη στους θεούς του. |
|
70:1.16 (784.12) This is a narrative of the evolution of society—the natural outworking of the problems of the races—man working out his own destiny on earth. Such atrocities are not instigated by Deity, notwithstanding the tendency of man to place the responsibility on his gods. |
70:1.17 (784.13) Η ευσπλαχνία του στρατού άργησε να έλθει στην ανθρωπότητα. Ακόμη και όταν μία γυναίκα, η Δεββώρα, κυβερνούσε τους Εβραίους, η ίδια συνολικά σκληρότητα επικρατούσε. Ο στρατηγός της με τη νίκη του επί των απίστων έκανε «όλο το στρατό να σκοτωθεί από τα ξίφη. Κανείς δεν γλίτωσε.» |
|
70:1.17 (784.13) Military mercy has been slow in coming to mankind. Even when a woman, Deborah, ruled the Hebrews, the same wholesale cruelty persisted. Her general in his victory over the gentiles caused “all the host to fall upon the sword; there was not one left.” |
70:1.18 (785.1) Από πολύ νωρίς στην ιστορία της φυλής χρησιμοποιήθηκαν δηλητηριασμένα όπλα. Εφαρμόσθηκαν όλα τα είδη ακρωτηριασμών. Ο Σαούλ δεν δίστασε να απαιτήσει εκατό ακροβυστίες(*) Φιλισταίων ως προίκα την οποία έπρεπε να πληρώσει ο Δαυίδ για την θυγατέρα του, την Μιχάλ. |
|
70:1.18 (785.1) Very early in the history of the race, poisoned weapons were used. All sorts of mutilations were practiced. Saul did not hesitate to require one hundred Philistine foreskins as the dowry David should pay for his daughter Michal. |
70:1.19 (785.2) Οι πολύ αρχαίοι πόλεμοι γίνονταν μεταξύ των φυλών, συνολικά, αλλά, σε μεταγενέστερους χρόνους, όταν δύο άτομα από διαφορετικές φυλές είχαν μία διαφωνία, αντί να πολεμούν και οι δύο φυλές, μονομαχούσαν οι δύο διαφωνούντες. Έγινε, επίσης, έθιμο δύο στρατοί να στοιχηματίζουν τα πάντα στο αποτέλεσμα της αναμέτρησης μεταξύ των αντιπροσώπων οι οποίοι εκλέγονταν ένας από κάθε πλευρά, όπως στην περίπτωση του Δαυίδ και του Γολιάθ. |
|
70:1.19 (785.2) Early wars were fought between tribes as a whole, but in later times, when two individuals in different tribes had a dispute, instead of both tribes fighting, the two disputants engaged in a duel. It also became a custom for two armies to stake all on the outcome of a contest between a representative chosen from each side, as in the instance of David and Goliath. |
70:1.20 (785.3) Ο πρώτος εξευγενισμός του πολέμου υπήρξε η σύλληψη αιχμαλώτων. Στη συνέχεια, εξαιρέθηκαν οι γυναίκες από τις εχθροπραξίες και αργότερα ήλθε η αναγνώριση των αμάχων. Οι στρατιωτικές κάστες και οι μόνιμες στρατιές των μισθοφόρων σύντομα ανέπτυξαν την ικανότητα να συμβαδίζουν με την αυξανόμενη πολυπλοκότητα του πολέμου. Στους πολεμιστές αυτούς από νωρίς απαγορεύθηκε να σχετίζονται με γυναίκες και οι γυναίκες είχαν από καιρού πάψει τα πολεμούν, αν και είχαν πάντα προσφέρει τροφή και φροντίδα στους στρατιώτες και τους παρότρυναν στη μάχη. |
|
70:1.20 (785.3) The first refinement of war was the taking of prisoners. Next, women were exempted from hostilities, and then came the recognition of noncombatants. Military castes and standing armies soon developed to keep pace with the increasing complexity of combat. Such warriors were early prohibited from associating with women, and women long ago ceased to fight, though they have always fed and nursed the soldiers and urged them on to battle. |
70:1.21 (785.4) Η πρακτική της κήρυξης πολέμου απετέλεσε μεγάλη πρόοδο. Τέτοιες διακηρύξεις πρόθεσης πολέμου προανήγγειλαν την απαρχή μιας αίσθησης δικαιοσύνης και τούτο ακολουθήθηκε από τη σταδιακή ανάπτυξη των κανόνων του «πολιτισμένου» πολέμου. Πολύ νωρίς έγινε συνήθεια να μην γίνονται μάχες κοντά σε ναούς και, ακόμη αργότερα, να μην γίνονται μάχες κατά τη διάρκεια ορισμένων ιερών ημερών.(*) Αργότερα ήλθε η γενική αναγνώριση του δικαιώματος του ασύλου. Οι πολιτικοί φυγάδες προστατεύονταν. |
|
70:1.21 (785.4) The practice of declaring war represented great progress. Such declarations of intention to fight betokened the arrival of a sense of fairness, and this was followed by the gradual development of the rules of “civilized” warfare. Very early it became the custom not to fight near religious sites and, still later, not to fight on certain holy days. Next came the general recognition of the right of asylum; political fugitives received protection. |
70:1.22 (785.5) Έτσι εξελίχθηκε σταδιακά η τέχνη του πολέμου από το πρωτόγονο ανθρωποκυνηγητό ως το κάπως πιο μεθοδικό σύστημα των μεταγενέστερων «πολιτισμένων» εθνών. Ωστόσο, η κοινωνική θέση της φιλίας αντικατέστησε σιγά-σιγά εκείνη της εχθρότητας. |
|
70:1.22 (785.5) Thus did warfare gradually evolve from the primitive man hunt to the somewhat more orderly system of the later-day “civilized” nations. But only slowly does the social attitude of amity displace that of enmity. |
2. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ^top |
|
2. The Social Value of War ^top |
70:2.1 (785.6) Σε παλαιότερες εποχές, ένας λυσσαλέος πόλεμος συνιστούσε κοινωνικές αλλαγές και διευκόλυνε την υιοθέτηση καινούργιων ιδεών, όπως δεν θα είχαν αναπτυχθεί φυσιολογικά σε δέκα χιλιάδες χρόνια. Το φοβερό τίμημα που πληρωνόταν για τα βέβαια αυτά πλεονεκτήματα του πολέμου ήταν ότι η κοινωνία, προσωρινά, γύριζε πίσω, στον πρωτογονισμό. Η πολιτισμένη λογική εγκαταλείπετο. Ο πόλεμος είναι ακριβό γιατρικό, πολύ ακριβό και εξαιρετικά επικίνδυνο. Ενώ συχνά θεραπεύει ορισμένες κοινωνικές ταραχές, πολλές φορές σκοτώνει τον ασθενή, καταστρέφει την κοινωνία. |
|
70:2.1 (785.6) In past ages a fierce war would institute social changes and facilitate the adoption of new ideas such as would not have occurred naturally in ten thousand years. The terrible price paid for these certain war advantages was that society was temporarily thrown back into savagery; civilized reason had to abdicate. War is strong medicine, very costly and most dangerous; while often curative of certain social disorders, it sometimes kills the patient, destroys the society. |
70:2.2 (785.7) Η διαρκής ανάγκη εθνικής άμυνας δημιουργεί πολλές καινούργιες και προηγμένες κοινωνικές προσαρμογές. Η κοινωνία σήμερα απολαμβάνει το πλεονέκτημα ενός μεγάλου καταλόγου χρήσιμων καινοτομιών οι οποίες, αρχικά, ήσαν στο σύνολό τους στρατιωτικές, ενώ χρωστά στον πόλεμο ακόμη και το χορό, μία από τις πρώτες μορφές του οποίου ήταν στρατιωτική άσκηση. |
|
70:2.2 (785.7) The constant necessity for national defense creates many new and advanced social adjustments. Society, today, enjoys the benefit of a long list of useful innovations which were at first wholly military and is even indebted to war for the dance, one of the early forms of which was a military drill. |
70:2.3 (785.8) Ο πόλεμος διέθετε κοινωνική αξία στους πολιτισμούς του παρελθόντος, διότι: |
|
70:2.3 (785.8) War has had a social value to past civilizations because it: |
70:2.4 (785.9) 1. Επέβαλε πειθαρχία, ενίσχυε τη συνεργασία. |
|
70:2.4 (785.9) 1. Imposed discipline, enforced co-operation. |
70:2.5 (785.10) 2. Επιβράβευε τη γενναιότητα και το θάρρος. |
|
70:2.5 (785.10) 2. Put a premium on fortitude and courage. |
70:2.6 (785.11) 3. Υπέθαλπε και σταθεροποιούσε τον εθνικισμό. |
|
70:2.6 (785.11) 3. Fostered and solidified nationalism. |
70:2.7 (785.12) 4. Αφάνιζε τους αδύναμους και ανίκανους λαούς. |
|
70:2.7 (785.12) 4. Destroyed weak and unfit peoples. |
70:2.8 (785.13) 5. Διέλυε την αυταπάτη της πρωτόγονης ισότητας και επιλεκτικά στρωματοποιούσε την κοινωνία. |
|
70:2.8 (785.13) 5. Dissolved the illusion of primitive equality and selectively stratified society. |
70:2.9 (785.14) Ο πόλεμος διαθέτει μία συγκεκριμένη εξελικτική και επιλεκτική αξία, ωστόσο, όπως η δουλεία, πρέπει να εγκαταλειφθεί, καθώς ο πολιτισμός εξελίσσεται αργά-αργά. Οι πόλεμοι, κάποτε, προωθούσαν τα ταξίδια και τις πολιτιστικές επαφές. Οι σκοποί αυτοί εξυπηρετούνται, πλέον, καλύτερα δια των σύγχρονων μεθόδων μεταφοράς και επικοινωνίας. Οι πόλεμοι, κάποτε, ενίσχυαν τα έθνη, οι σύγχρονοι, όμως, αγώνες διαλύουν τον πολιτισμό. Οι αρχαίοι πόλεμοι κατέληγαν στον αποδεκατισμό των κατώτερων λαών. Το καθαρό αποτέλεσμα των σύγχρονων συγκρούσεων είναι η επιλεκτική καταστροφή των καλύτερων ανθρώπινων γόνων. Οι πανάρχαιοι πόλεμοι προήγαγαν την συγκρότηση και την αποτελεσματικότητα, αλλά αυτά αποτελούν, πλέον, επιδίωξη της σύγχρονης βιομηχανίας. Κατά τη διάρκεια παλαιότερων εποχών, ο πόλεμος ήταν η κοινωνική μαγιά που ωθούσε τον πολιτισμό προς τα εμπρός. Το αποτέλεσμα αυτό επιτυγχάνεται, πλέον, καλύτερα δια της φιλοδοξίας και των ανακαλύψεων. Οι αρχαίοι πόλεμοι υποστήριζαν την αντίληψη ενός Θεού του πολέμου, αλλά ο σύγχρονος άνθρωπος γνωρίζει ότι ο Θεός είναι αγάπη. Ο πόλεμος εξυπηρέτησε πολλούς και μεγάλης αξιας σκοπούς στο παρελθόν, υπήρξε το απαραίτητο έρεισμα στην οικοδόμηση του πολιτισμού, αλλά μετατρέπεται ραγδαία σε πολιτισμική χρεοκοπία – ανίκανος να εξασφαλίσει μερίσματα κοινωνικού κέρδους, τα οποία να αναλογούν, με οποιοδήποτε τρόπο, προς τις τρομακτικές απώλειες που ακολουθούν την επίκλησή του. |
|
70:2.9 (785.14) War has had a certain evolutionary and selective value, but like slavery, it must sometime be abandoned as civilization slowly advances. Olden wars promoted travel and cultural intercourse; these ends are now better served by modern methods of transport and communication. Olden wars strengthened nations, but modern struggles disrupt civilized culture. Ancient warfare resulted in the decimation of inferior peoples; the net result of modern conflict is the selective destruction of the best human stocks. Early wars promoted organization and efficiency, but these have now become the aims of modern industry. During past ages war was a social ferment which pushed civilization forward; this result is now better attained by ambition and invention. Ancient warfare supported the concept of a God of battles, but modern man has been told that God is love. War has served many valuable purposes in the past, it has been an indispensable scaffolding in the building of civilization, but it is rapidly becoming culturally bankrupt—incapable of producing dividends of social gain in any way commensurate with the terrible losses attendant upon its invocation. |
70:2.10 (786.1) Κάποτε οι γιατροί πίστευαν στην αφαίμαξη ως θεραπεία για πολλές παθήσεις, αλλά από τότε ανακάλυψαν καλύτερα φάρμακα για τις περισσότερες από αυτές τις διαταραχές. Και έτσι πρέπει η παγκόσμια αιματοχυσία του πολέμου να αντικατασταθεί, σίγουρα, από την ανακάλυψη καλύτερων μεθόδων θεραπείας των προβλημάτων μεταξύ των εθνών. |
|
70:2.10 (786.1) At one time physicians believed in bloodletting as a cure for many diseases, but they have since discovered better remedies for most of these disorders. And so must the international bloodletting of war certainly give place to the discovery of better methods for curing the ills of nations. |
70:2.11 (786.2) Τα έθνη της Ουράντια έχουν ήδη εμπλακεί στο γιγάντιο αγώνα μεταξύ του εθνικιστικού μιλιταρισμού και της οργάνωσης της βιομηχανικής κοινωνίας. και με πολλούς τρόπους, η σύγκρουση αυτή είναι ανάλογη με τον πανάρχαιο αγώνα μεταξύ των βοσκών-κυνηγών και των αγροτών. Ωστόσο, αν η οργάνωση της βιομηχανικής κοινωνίας πρόκειται να θριαμβεύσει επί του μιλιταρισμού, πρέπει να αποφύγει τους κινδύνους που την περιστοιχίζουν. Οι κίνδυνοι της αναπτυσσόμενης εκβιομηχάνισης στην Ουράντια είναι: |
|
70:2.11 (786.2) The nations of Urantia have already entered upon the gigantic struggle between nationalistic militarism and industrialism, and in many ways this conflict is analogous to the agelong struggle between the herder-hunter and the farmer. But if industrialism is to triumph over militarism, it must avoid the dangers which beset it. The perils of budding industry on Urantia are: |
70:2.12 (786.3) 1. Το ισχυρό ρεύμα προς τον υλισμό, η πνευματική τυφλότητα. |
|
70:2.12 (786.3) 1. The strong drift toward materialism, spiritual blindness. |
70:2.13 (786.4) 2. Η λατρεία της δύναμης του πλούτου, η παραποίηση των αξιών. |
|
70:2.13 (786.4) 2. The worship of wealth-power, value distortion. |
70:2.14 (786.5) 3. Η διαφθορά της πολυτέλειας, η πολιτισμική ανωριμότητα. |
|
70:2.14 (786.5) 3. The vices of luxury, cultural immaturity. |
70:2.15 (786.6) 4. Οι αυξανόμενοι κίνδυνοι της νωθρότητας, της κοινωνικής αναισθησίας. |
|
70:2.15 (786.6) 4. The increasing dangers of indolence, service insensitivity. |
70:2.16 (786.7) 5. Η ανάπτυξη της ανεπιθύμητης φυλετικής μαλθακότητας, η βιολογική φθορά. |
|
70:2.16 (786.7) 5. The growth of undesirable racial softness, biologic deterioration. |
70:2.17 (786.8) 6. Η απειλή της τυποποιημένης βιομηχανικής σκλαβιάς, ο μαρασμός της προσωπικότητας. Η εργασία εξευγενίζει, αλλά η σκλαβιά ναρκώνει. |
|
70:2.17 (786.8) 6. The threat of standardized industrial slavery, personality stagnation. Labor is ennobling but drudgery is benumbing. |
70:2.18 (786.9) Ο μιλιταρισμός είναι δεσποτικός και σκληρός – άγριος. Προάγει την κοινωνική συγκρότηση μεταξύ των νικητών, αλλά αποσαθρώνει τους ηττημένους. Η οργάνωση της βιομηχανικής κοινωνίας είναι περισσότερο πολιτισμένη και θα έπρεπε να διεξάγεται έτσι ώστε να προωθεί την πρωτοβουλία και να ενθαρρύνει την ατομικότητα. Η κοινωνία πρέπει με κάθε δυνατό τρόπο να υποθάλψει την πρωτοτυπία. |
|
70:2.18 (786.9) Militarism is autocratic and cruel—savage. It promotes social organization among the conquerors but disintegrates the vanquished. Industrialism is more civilized and should be so carried on as to promote initiative and to encourage individualism. Society should in every way possible foster originality. |
70:2.19 (786.10) Μην κάνετε το λάθος να θεοποιήσετε τον πόλεμο. Είναι προτιμότερο να διακρίνετε το τι έχει κάνει για την κοινωνία, ώστε να μπορείτε με μεγαλύτερη ακρίβεια να φαντασθείτε τι πρέπει να διασφαλίσουν τα υποκατάστατά του, ώστε να συνεχισθεί η πρόοδος του πολιτισμού. Και αν δεν εξασφαλισθούν τέτοια, ικανοποιητικά υποκατάστατα, τότε να είστε βέβαιοι ότι οι πόλεμοι θα συνεχίζονται στο διηνεκές. |
|
70:2.19 (786.10) Do not make the mistake of glorifying war; rather discern what it has done for society so that you may the more accurately visualize what its substitutes must provide in order to continue the advancement of civilization. And if such adequate substitutes are not provided, then you may be sure that war will long continue. |
70:2.20 (786.11) Ο άνθρωπος ποτέ δεν θα αποδεχθεί την ειρήνη ως φυσιολογικό τρόπο διαβίωσης, έως ότου πεισθεί βαθιά και επανειλημμένα ότι η ειρήνη είναι προτιμότερη για την υλική του ευημερία, αλλά και έως ότου η κοινωνία διασφαλίσει με σύνεση ειρηνικά υποκατάστατα για την ικανοποίηση της εγγενούς εκείνης τάσης, ώστε, κατά διαστήματα, να εκτονώνεται μια συλλογική παρόρμηση, η οποία είναι σχεδιασμένη για να απελευθερώνει τα αεί συσσωρευόμενα συναισθήματα και την ενέργεια που ανήκουν στις αντιδράσεις αυτοσυντήρησης του ανθρώπινου είδους. |
|
70:2.20 (786.11) Man will never accept peace as a normal mode of living until he has been thoroughly and repeatedly convinced that peace is best for his material welfare, and until society has wisely provided peaceful substitutes for the gratification of that inherent tendency periodically to let loose a collective drive designed to liberate those ever-accumulating emotions and energies belonging to the self-preservation reactions of the human species. |
70:2.21 (786.12) Έστω, όμως, και αν παρέλθει, ο πόλεμος πρέπει να τιμάται ως το σχολείο της εμπειρίας, το οποίο ανάγκασε μία φυλή αλαζόνων ατομικιστών να υποταχθούν σε μία εξαιρετικά συγκεντρωτική εξουσία – έναν κυβερνήτη. Οι παλιομοδίτικοι πόλεμοι πράγματι επέλεγαν τους εκ φύσεως καλύτερους άνδρες για αρχηγούς, οι σύγχρονοι, όμως, πόλεμοι δεν το κάνουν πλέον. Για να βρει αρχηγούς, η κοινωνία πρέπει τώρα να στραφεί προς τις ειρηνικές κατακτήσεις: τη βιομηχανία, την επιστήμη και τα κοινωνικά επιτεύγματα. |
|
70:2.21 (786.12) But even in passing, war should be honored as the school of experience which compelled a race of arrogant individualists to submit themselves to highly concentrated authority—a chief executive. Old-fashioned war did select the innately great men for leadership, but modern war no longer does this. To discover leaders society must now turn to the conquests of peace: industry, science, and social achievement. |
3. ΟΙ ΠΑΝΑΡΧΑΙΕΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ^top |
|
3. Early Human Associations ^top |
70:3.1 (787.1) Στην πλέον πρωτόγονη κοινωνία, η ορδή είναι τα πάντα. Ακόμη και τα παιδιά αποτελούν από κοινού ιδιοκτησία. Η εξελισσόμενη οικογένεια αντικατέστησε την ορδή στην ανατροφή των παιδιών, ενώ οι δημιουργούμενες φατρίες και φυλές πήραν τη θέση της ως κοινωνικές μονάδες. |
|
70:3.1 (787.1) In the most primitive society the horde is everything; even children are its common property. The evolving family displaced the horde in child rearing, while the emerging clans and tribes took its place as the social unit. |
70:3.2 (787.2) Η σεξουαλική πείνα και η μητρική αγάπη ίδρυσαν την οικογένεια. Η πραγματική διακυβέρνηση, όμως, δεν εμφανίσθηκε ει μη μόνο όταν άρχισαν να σχηματίζονται υπερ-οικογενειακές ομάδες. Την προ της δημιουργίας της οικογένειας εποχή των ορδών, η αρχηγία εξασφαλίζετο δια των ανεπίσημα επιλεγόμενων ατόμων. Οι Αφρικανοί Βουσμάνοι ουδέποτε προόδευσαν πέραν του πρωτόγονου αυτού σταδίου. Δεν έχουν αρχηγούς στις ορδές τους. |
|
70:3.2 (787.2) Sex hunger and mother love establish the family. But real government does not appear until superfamily groups have begun to form. In the prefamily days of the horde, leadership was provided by informally chosen individuals. The African Bushmen have never progressed beyond this primitive stage; they do not have chiefs in the horde. |
70:3.3 (787.3) Οι οικογένειες ενώθηκαν με δεσμούς αίματος σε φατρίες, συναθροίσεις συγγενών. Και αυτές αργότερα εξελίχθηκαν σε φυλές, τοπικές κοινωνίες. Ο πόλεμος και η εξωτερική πίεση έσπρωξαν τη συγκρότηση της φυλής προς τη δημιουργία συγγενικών ομάδων, αλλά ήταν το εμπόριο και οι συναλλαγές που κράτησαν αυτές τις πρώιμες και πρωτόγονες ομάδες ενωμένες, με κάποιο βαθμό εσωτερικής ειρήνης. |
|
70:3.3 (787.3) Families became united by blood ties in clans, aggregations of kinsmen; and these subsequently evolved into tribes, territorial communities. Warfare and external pressure forced the tribal organization upon the kinship clans, but it was commerce and trade that held these early and primitive groups together with some degree of internal peace. |
70:3.4 (787.4) Η ειρήνη στην Ουράντια θα προωθηθεί πολύ περισσότερο μέσω των οργανώσεων διεθνούς εμπορίου, παρά με όλες τις συναισθηματικές σοφιστείες των χιμαιρικών ειρηνικών σχεδιασμών. Οι εμπορικές σχέσεις έχουν διευκολυνθεί από την εξέλιξη των γλωσσών και τις βελτιωμένες μεθόδους επικοινωνίας, καθώς επίσης και τις καλύτερες μεταφορές. |
|
70:3.4 (787.4) The peace of Urantia will be promoted far more by international trade organizations than by all the sentimental sophistry of visionary peace planning. Trade relations have been facilitated by development of language and by improved methods of communication as well as by better transportation. |
70:3.5 (787.5) Η απουσία μιας κοινής γλώσσας πάντοτε εμπόδιζε την ανάπτυξη ειρηνικών ομάδων, αλλά το χρήμα έχει γίνει η παγκόσμια γλώσσα του σύγχρονου εμπορίου. Η σύγχρονη κοινωνία διατηρείται ενωμένη, σε μεγάλο βαθμό, εξ αιτίας της αγοράς της βιομηχανίας. Το κίνητρο του κέρδους είναι μέγας εκπολιτιστής όταν προσαυξάνεται από την επιθυμία της υπηρεσίας. |
|
70:3.5 (787.5) The absence of a common language has always impeded the growth of peace groups, but money has become the universal language of modern trade. Modern society is largely held together by the industrial market. The gain motive is a mighty civilizer when augmented by the desire to serve. |
70:3.6 (787.6) Κατά τους πρώιμους καιρούς, κάθε φυλή ήταν τριγυρισμένη από ομόκεντρους κύκλους φόβου και καχυποψίας. Από εκεί ξεκίνησε και η συνήθεια να σκοτώνουν όλους τους ξένους και, αργότερα, να τους κάνουν σκλάβους. Η αρχαία αντίληψη της φιλίας σήμαινε υιοθεσία από τη φατρία. Και η ιδιότητα του μέλους της φατρίας επιστεύετο ότι επιζούσε του θανάτου - μία από τις αρχαιότερες απόψεις περί αιώνιας ζωής. |
|
70:3.6 (787.6) In the early ages each tribe was surrounded by concentric circles of increasing fear and suspicion; hence it was once the custom to kill all strangers, later on, to enslave them. The old idea of friendship meant adoption into the clan; and clan membership was believed to survive death—one of the earliest concepts of eternal life. |
70:3.7 (787.7) Η τελετουργία της υιοθεσίας συνίστατο στην πόση του αίματος του ενός από τον άλλο. Σε ορισμένες ομάδες γινόταν ανταλλαγή σάλιου τη θέση της πόσης του αίματος και αυτή είναι η πανάρχαιη προέλευση του εθίμου του κοινωνικού φιλιού. Και όλες οι τελετουργίες που αφορούσαν στις σχέσεις, είτε γάμου, είτε υιοθεσίας, κατέληξαν πάντα σε γιορτή. |
|
70:3.7 (787.7) The ceremony of adoption consisted in drinking each other’s blood. In some groups saliva was exchanged in the place of blood drinking, this being the ancient origin of the practice of social kissing. And all ceremonies of association, whether marriage or adoption, were always terminated by feasting. |
70:3.8 (787.8) Σε μεταγενέστερους χρόνους, χρησιμοποιείτο αίμα αραιωμένο με κόκκινο κρασί και τελικά έπιναν μόνο κρασί για να επισφραγίσουν την τελετουργία της υιοθεσίας, η οποία εκφράζετο με το άγγιγμα των ποτηριών του κρασιού και ολοκληρώνετο με την κατάποση του ποτού. Οι Εβραίοι εφάρμοζαν μία τροποποιημένη μορφή αυτής της τελετουργίας υιοθεσίας. Οι Άραβες πρόγονοί τους έκαναν χρήση ενός όρκου που δινόταν ενώ το χέρι του υποψήφιου ακουμπούσε στο γεννητικό όργανο του αυτόχθονα της φυλής. Οι Εβραίοι μεταχειρίζονταν τους ξένους που είχαν υιοθετηθεί ευγενικά και αδελφικά. «Ο ξένος που κατοικεί μαζί σας θα είναι σαν να έχει γεννηθεί ανάμεσά σας και θα τον αγαπάτε όπως τον εαυτό σας.» |
|
70:3.8 (787.8) In later times, blood diluted with red wine was used, and eventually wine alone was drunk to seal the adoption ceremony, which was signified in the touching of the wine cups and consummated by the swallowing of the beverage. The Hebrews employed a modified form of this adoption ceremony. Their Arab ancestors made use of the oath taken while the hand of the candidate rested upon the generative organ of the tribal native. The Hebrews treated adopted aliens kindly and fraternally. “The stranger that dwells with you shall be as one born among you, and you shall love him as yourself.” |
70:3.9 (787.9) «Η φιλία με τους ξένους» υπήρξε σχέση προσωρινής φιλοξενίας. Όταν οι φιλοξενούμενοι επισκέπτες έφευγαν, έσπαζαν ένα πιάτο στα δύο, με το ένα κομμάτι να δίδεται στον αναχωρούντα φίλο, ώστε να χρησιμοποιηθεί ως πρόσφορη σύσταση για έναν τρίτο που θα ερχόταν αργότερα. Ήταν συνηθισμένο για τους φιλοξενούμενους να ξεπληρώνουν την παραμονή τους λέγοντας ιστορίες για τα ταξίδια και τις περιπέτειές τους. Οι παραμυθάδες των παλαιότερων καιρών έγιναν τόσο δημοφιλείς, ώστε, τελικά, το έθιμο τους απαγόρευε να λένε ιστορίες σε περιόδους κυνηγιού, ή συγκομιδής. |
|
70:3.9 (787.9) “Guest friendship” was a relation of temporary hospitality. When visiting guests departed, a dish would be broken in half, one piece being given the departing friend so that it would serve as a suitable introduction for a third party who might arrive on a later visit. It was customary for guests to pay their way by telling tales of their travels and adventures. The storytellers of olden times became so popular that the mores eventually forbade their functioning during either the hunting or harvest seasons. |
70:3.10 (788.1) Οι πρώτες συνθήκες ειρήνης ήταν οι «δεσμοί αίματος.» Οι πρεσβευτές της ειρήνης δύο φυλών που βρίσκονταν σε πόλεμο μεταξύ τους συναντιόνταν, υπέβαλαν τα σέβη τους και στη συνέχεια τρυπούσαν το δέρμα τους ώσπου να ματώσει. Τότε, ρουφούσαν ο ένας το αίμα του άλλου και κήρυσσαν την ειρήνη. |
|
70:3.10 (788.1) The first treaties of peace were the “blood bonds.” The peace ambassadors of two warring tribes would meet, pay their respects, and then proceed to prick the skin until it bled; whereupon they would suck each other’s blood and declare peace. |
70:3.11 (788.2) Οι πρώτες ειρηνικές αποστολές συνίσταντο σε αντιπροσωπείες ανδρών οι οποίοι έφεραν τις παρθένες που είχαν επιλέξει για τη σεξουαλική ικανοποίηση των πάλαι ποτέ εχθρών τους, με τη σεξουαλική επιθυμία να χρησιμοποιείται για να καταστείλει(*) την παρόρμηση για πόλεμο. Η φυλή που τόσο πολύ τιμήθηκε, έκανε μία επίσκεψη ανταπόδοσης, με τη δική της προσφορά παρθένων. Μετά ταύτα, η ειρήνη είχε πλέον ακλόνητα παγιωθεί. Και γρήγορα επικυρώνονταν οι γάμοι μεταξύ των οικογενειών των αρχηγών των φυλών. |
|
70:3.11 (788.2) The earliest peace missions consisted of delegations of men bringing their choice maidens for the sex gratification of their onetime enemies, the sex appetite being utilized in combating the war urge. The tribe so honored would pay a return visit, with its offering of maidens; whereupon peace would be firmly established. And soon intermarriages between the families of the chiefs were sanctioned. |
4. ΦΑΤΡΙΕΣ(*) ΚΑΙ ΦΥΛΕΣ ^top |
|
4. Clans and Tribes ^top |
70:4.1 (788.3) Η πρώτη ομάδα ειρήνης υπήρξε η οικογένεια, αργότερα η φατρία, η φυλή και ακόμη αργότερα το έθνος, το οποίο τελικά έγινε το σύγχρονο τοπικό κράτος. Το γεγονός ότι οι σημερινές ομάδες ειρήνης έχουν από μακρού διευρυνθεί πέραν των δεσμών του αίματος για να περιλάβουν έθνη είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό, παρά το ότι τα έθνη της Ουράντια εξακολουθούν να δαπανούν τεράστια ποσά για πολεμικούς εξοπλισμούς. |
|
70:4.1 (788.3) The first peace group was the family, then the clan, the tribe, and later on the nation, which eventually became the modern territorial state. The fact that the present-day peace groups have long since expanded beyond blood ties to embrace nations is most encouraging, despite the fact that Urantia nations are still spending vast sums on war preparations. |
70:4.2 (788.4) Οι φατρίες ήταν ομάδες ενωμένες με δεσμούς αίματος, μέσα στη φυλή και όφειλαν την ύπαρξή τους σε ορισμένα κοινά ενδιαφέροντα, όπως: |
|
70:4.2 (788.4) The clans were blood-tie groups within the tribe, and they owed their existence to certain common interests, such as: |
70:4.3 (788.5) 1. Κατάγονταν από έναν κοινό πρόγονο. |
|
70:4.3 (788.5) 1. Tracing origin back to a common ancestor. |
70:4.4 (788.6) 2. Πίστευαν σ’ ένα κοινό, θρησκευτικό τοτέμ. |
|
70:4.4 (788.6) 2. Allegiance to a common religious totem. |
70:4.5 (788.7) 3. Μιλούσαν την ίδια διάλεκτο. |
|
70:4.5 (788.7) 3. Speaking the same dialect. |
70:4.6 (788.8) 4. Μοιράζονταν μία κοινόχρηστη κατοικία. |
|
70:4.6 (788.8) 4. Sharing a common dwelling place. |
70:4.7 (788.9) 5. Φοβούνταν τους ίδιους εχθρούς. |
|
70:4.7 (788.9) 5. Fearing the same enemies. |
70:4.8 (788.10) 6. Διέθεταν κοινή στρατιωτική εμπειρία. |
|
70:4.8 (788.10) 6. Having had a common military experience. |
70:4.9 (788.11) Οι αρχηγοί της φατρίας ήσαν πάντα υφιστάμενοι του αρχηγού της φυλής, έτσι ώστε οι πρώιμες φυλετικές κυβερνήσεις να αποτελούν μια χαλαρή συνομοσπονδία φατριών. Οι ιθαγενείς Αυστραλοί ουδέποτε ανέπτυξαν μια φυλετική μορφή διακυβέρνησης. |
|
70:4.9 (788.11) The clan headmen were always subordinate to the tribal chief, the early tribal governments being a loose confederation of clans. The native Australians never developed a tribal form of government. |
70:4.10 (788.12) Οι αρχηγοί των φατριών που ασχολούνταν με τη διατήρηση της ειρήνης κυβερνούσαν συνήθως από την γραμμή(*) της μητέρας. Οι πολεμικοί αρχηγοί των φυλών εγκαθίδρυσαν την πατρική γραμμή. Τα δικαστήρια των αρχηγών των φυλών, όπως και οι πρώτοι βασιλείς αποτελούνταν από τους αρχηγούς των φατριών, τους οποίους ήταν σύνηθες να προσκαλούν σε ακρόαση από τον βασιλιά αρκετές φορές το χρόνο. Τούτο έδινε στον βασιλιά τη δυνατότητα να τους επιτηρεί και να διασφαλίζει καλύτερα τη συνεργασία τους. Οι φατρίες υπηρετούσαν ένα πολύτιμο σκοπό στην τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά καθυστέρησαν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη μεγάλων και ισχυρών εθνών. |
|
70:4.10 (788.12) The clan peace chiefs usually ruled through the mother line; the tribal war chiefs established the father line. The courts of the tribal chiefs and early kings consisted of the headmen of the clans, whom it was customary to invite into the king’s presence several times a year. This enabled him to watch them and the better secure their co-operation. The clans served a valuable purpose in local self-government, but they greatly delayed the growth of large and strong nations. |
5. Η ΑΠΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ^top |
|
5. The Beginnings of Government ^top |
70:5.1 (788.13) Κάθε ανθρώπινος θεσμός έχει μία αρχή και η πολιτική διακυβέρνηση αποτελεί το προϊόν της προοδευτικής εξέλιξης, όπως ακριβώς και ο γάμος, η βιομηχανία και η θρησκεία. Από τις πανάρχαιες φατρίες και τις πρωτόγονες φυλές σταδιακά εξελίχθηκαν οι διαδοχικές κατηγορίες της ανθρώπινης κυβέρνησης, οι οποίες ήλθαν και παρήλθαν ως οι μορφές εκείνες της κοινωνικής και πολιτικής προσαρμογής οι οποίες χαρακτηρίζουν το δεύτερο τρίτο του εικοστού αιώνα. |
|
70:5.1 (788.13) Every human institution had a beginning, and civil government is a product of progressive evolution just as much as are marriage, industry, and religion. From the early clans and primitive tribes there gradually developed the successive orders of human government which have come and gone right on down to those forms of social and civil regulation that characterize the second third of the twentieth century. |
70:5.2 (788.14) Με τη σταδιακή εμφάνιση των οικογενειακών μονάδων μπήκαν τα θεμέλια της διακυβέρνησης στην οργάνωση των φατριών, την ομαδοποίηση των οικογενειών που είχαν το ίδιο αίμα. Το πρώτο πραγματικό κυβερνητικό σώμα ήταν το συμβούλιο των γερόντων. Η ρυθμιστική αυτή ομάδα αποτελείτο από γέροντες οι οποίοι είχαν διακριθεί με κάποιο δυναμικό τρόπο. Η σύνεση και η εμπειρία από νωρίς εκτιμήθηκαν, ακόμη και από τους βαρβάρους, έτσι, ακολούθησε μια μακραίωνη περίοδος γεροντοκρατίας. Η κυριαρχία αυτή της ολιγαρχίας των ηλικιωμένων σταδιακά εξελίχθηκε στην έννοια της πατριαρχίας. |
|
70:5.2 (788.14) With the gradual emergence of the family units the foundations of government were established in the clan organization, the grouping of consanguineous families. The first real governmental body was the council of the elders. This regulative group was composed of old men who had distinguished themselves in some efficient manner. Wisdom and experience were early appreciated even by barbaric man, and there ensued a long age of the domination of the elders. This reign of the oligarchy of age gradually grew into the patriarchal idea. |
70:5.3 (789.1) Στα αρχικά συμβούλια των γερόντων βρισκόταν η δυναμική όλων των διακυβερνητικών λειτουργιών: η εκτελεστική, η νομοθετική και η δικαστική. Όταν το συμβούλιο ερμήνευε τα κρατούντα έθιμα, ήταν δικαστήριο. Όταν κατάρτιζε νέες μεθόδους κοινωνικής εφαρμογής, ήταν νομοθετικό. Ως το βαθμό όπου τέτοιες αποφάσεις και θεσπίσματα επιβάλλονταν, ήταν εκτελεστικό. Ο πρόεδρος του συμβουλίου ήταν ένας από τους προπομπούς των μεταγενέστερων αρχηγών της φυλής. |
|
70:5.3 (789.1) In the early council of the elders there resided the potential of all governmental functions: executive, legislative, and judicial. When the council interpreted the current mores, it was a court; when establishing new modes of social usage, it was a legislature; to the extent that such decrees and enactments were enforced, it was the executive. The chairman of the council was one of the forerunners of the later tribal chief. |
70:5.4 (789.2) Ορισμένες φυλές είχαν συμβούλια αποτελούμενα από γυναίκες και από καιρό σε καιρό πολλές φυλές διέθεταν γυναίκες κυβερνήτες. Μερικές φυλές των κόκκινων ανθρώπων διατήρησαν τη διδασκαλία του Οναμοναλόντον, ακολουθώντας την ομόφωνη κυβέρνηση του «συμβουλίου των επτά.» |
|
70:5.4 (789.2) Some tribes had female councils, and from time to time many tribes had women rulers. Certain tribes of the red man preserved the teaching of Onamonalonton in following the unanimous rule of the “council of seven.” |
70:5.5 (789.3) Υπήρξε δύσκολο για την ανθρωπότητα να μάθει ότι ούτε η ειρήνη, ούτε ο πόλεμος μπορούν να λειτουργήσουν σε μια διαφωνούσα κοινωνία. Οι πρωτόγονες «διασκέψεις» σπάνια ήταν χρήσιμες. Η φυλή έμαθε από νωρίς ότι ένα στράτευμα που διοικείται από μία ομάδα αρχηγών των φατριών δεν είχε καμία ευκαιρία έναντι ενός στρατού που διοικείται από έναν. Ο πόλεμος υπήρξε πάντα ο δημιουργός των βασιλέων. |
|
70:5.5 (789.3) It has been hard for mankind to learn that neither peace nor war can be run by a debating society. The primitive “palavers” were seldom useful. The race early learned that an army commanded by a group of clan heads had no chance against a strong one-man army. War has always been a kingmaker. |
70:5.6 (789.4) Αρχικά, οι στρατιωτικοί αρχηγοί(*) εκλέγονταν μόνο για στρατιωτική υπηρεσία και παραιτούνταν από ένα μέρος της εξουσίας τους σε περιόδους ειρήνης, όταν τα καθήκοντά τους ήταν περισσότερο κοινωνικής φύσης. Σταδιακά, όμως, άρχισαν να σφετερίζονται τα ειρηνικά διαλείμματα, τείνοντας να συνεχίσουν να κυβερνούν από τον ένα πόλεμο ως τον επόμενο. Συχνά διαπίστωναν ότι ο ένας πόλεμος δεν απείχε πολύ από τον άλλο. Αυτοί οι πρώιμοι κύριοι του πολέμου δεν επιθυμούσαν την ειρήνη. |
|
70:5.6 (789.4) At first the war chiefs were chosen only for military service, and they would relinquish some of their authority during peacetimes, when their duties were of a more social nature. But gradually they began to encroach upon the peace intervals, tending to continue to rule from one war on through to the next. They often saw to it that one war was not too long in following another. These early war lords were not fond of peace. |
70:5.7 (789.5) Σε μεταγενέστερους χρόνους μερικοί αρχηγοί εκλέχθηκαν για άλλη, εκτός της στρατιωτικής, υπηρεσία, επιλεχθέντες εξ αιτίας των ασυνήθιστων φυσικών, ή εξαιρετικών ατομικών ικανοτήτων τους. Οι κόκκινοι άνθρωποι διέθεταν συχνά δύο ομάδες αρχηγών – τους σάτσεμ,(*) ή αρχηγούς της ειρήνης και τους κληρονομικούς πολεμικούς αρχηγούς. Οι κυβερνήτες των περιόδων ειρήνης ήσαν επίσης δικαστές και δάσκαλοι. |
|
70:5.7 (789.5) In later times some chiefs were chosen for other than military service, being selected because of unusual physique or outstanding personal abilities. The red men often had two sets of chiefs—the sachems, or peace chiefs, and the hereditary war chiefs. The peace rulers were also judges and teachers. |
70:5.8 (789.6) Ορισμένες πρώιμες κοινότητες κυβερνώνταν από μάγους, οι οποίοι λειτουργούσαν συχνά ως αρχηγοί. Ο ίδιος άνθρωπος μπορούσε να λειτουργεί ως ιερέας, γιατρός και κυβερνήτης. Πολύ συχνά τα πολύ παλαιά βασιλικά εμβλήματα ήταν αρχικά σύμβολα, ή εμβλήματα των ιερατικών στολών. |
|
70:5.8 (789.6) Some early communities were ruled by medicine men, who often acted as chiefs. One man would act as priest, physician, and chief executive. Quite often the early royal insignias had originally been the symbols or emblems of priestly dress. |
70:5.9 (789.7) Και ήταν μέσα από τα στάδια αυτά, που δημιουργήθηκε ο εκτελεστικός κλάδος της διακυβέρνησης. Τα συμβούλια των φατριών και των φυλών συνέχισαν να έχουν συμβουλευτική ισχύ και να είναι οι προπομποί των μετέπειτα εμφανισθέντων νομοθετικών και δικαστικών κλάδων. Στην Αφρική, σήμερα, όλες αυτές οι μορφές πρωτόγονης διακυβέρνησης εξακολουθούν να υφίστανται, ουσιαστικά, μεταξύ των διαφόρων φυλών. |
|
70:5.9 (789.7) And it was by these steps that the executive branch of government gradually came into existence. The clan and tribal councils continued in an advisory capacity and as forerunners of the later appearing legislative and judicial branches. In Africa, today, all these forms of primitive government are in actual existence among the various tribes. |
6. ΜΟΝΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ^top |
|
6. Monarchial Government ^top |
70:6.1 (789.8) Η αποτελεσματική κρατική διακυβέρνηση προέκυψε με την άφιξη ενός αρχηγού με πλήρη εκτελεστική εξουσία. Ο άνθρωπος ανεκάλυψε ότι αποτελεσματική κυβέρνηση μπορεί να έχει μόνο δίδοντας δύναμη σε μία προσωπικότητα, όχι υιοθετώντας μία ιδέα. |
|
70:6.1 (789.8) Effective state rule only came with the arrival of a chief with full executive authority. Man found that effective government could be had only by conferring power on a personality, not by endowing an idea. |
70:6.2 (789.9) Η κυριαρχία αναπτύχθηκε από την αντίληψη της οικογενειακής εξουσίας, ή του πλούτου. Όταν ένας πατριαρχικός βασιλίσκος γινόταν πραγματικός βασιλιάς, αποκαλείτο, ορισμένες φορές, «πατέρας του λαού του.» Αργότερα, επιστεύετο ότι οι βασιλείς προέρχονταν από ήρωες. Και, ακόμη αργότερα, η κυριαρχία έγινε κληρονομική, εξ αιτίας της πίστης στη θεία προέλευση των βασιλέων. |
|
70:6.2 (789.9) Rulership grew out of the idea of family authority or wealth. When a patriarchal kinglet became a real king, he was sometimes called “father of his people.” Later on, kings were thought to have sprung from heroes. And still further on, rulership became hereditary, due to belief in the divine origin of kings. |
70:6.3 (789.10) Η κληρονομική βασιλεία απομάκρυνε την αναρχία η οποία είχε προηγούμενα δημιουργήσει τόσο μεγάλη καταστροφή, ανάμεσα στο θάνατο ενός βασιλιά και την εκλογή του διαδόχου του. Η οικογένεια είχε ένα βιολογικό αρχηγό. Η φατρία έναν εκλεγμένο φυσικό αρχηγό. Η φυλή και αργότερα το κράτος δεν είχαν φυσικό αρχηγό και τούτος υπήρξε ένας επιπλέον λόγος για να γίνουν οι αρχηγοί-βασιλείς κληρονομικοί. Η αντίληψη των βασιλικών οικογενειών και της αριστοκρατίας βασίζετο, επίσης, στα έθιμα της «ιδιοκτησίας του ονόματος» των φατριών. |
|
70:6.3 (789.10) Hereditary kingship avoided the anarchy which had previously wrought such havoc between the death of a king and the election of a successor. The family had a biologic head; the clan, a selected natural leader; the tribe and later state had no natural leader, and this was an additional reason for making the chief-kings hereditary. The idea of royal families and aristocracy was also based on the mores of “name ownership” in the clans. |
70:6.4 (790.1) Η διαδοχή των βασιλέων θεωρήθηκε, τελικά, ως υπερφυσική, με το βασιλικό αίμα να πιστεύεται ότι πηγαίνει πίσω στον καιρό του υλοποιημένου επιτελείου του Πρίγκιπα Καλιγκάστια. Έτσι, οι βασιλείς έγιναν προσωπικότητες-είδωλα και προκαλούσαν υπερβολικό φόβο, ενώ υπήρχε μια ειδική μορφή λόγου που χρησιμοποιείτο στις βασιλικές αυλές.(*) Ακόμη και σε πρόσφατους χρόνους, επιστεύετο ότι το άγγιγμα του βασιλιά θεράπευε τις ασθένειες και μερικοί λαοί της Ουράντια θεωρούν ακόμη τους κυβερνήτες τους ως έχοντες θεία προέλευση. |
|
70:6.4 (790.1) The succession of kings was eventually regarded as supernatural, the royal blood being thought to extend back to the times of the materialized staff of Prince Caligastia. Thus kings became fetish personalities and were inordinately feared, a special form of speech being adopted for court usage. Even in recent times it was believed that the touch of kings would cure disease, and some Urantia peoples still regard their rulers as having had a divine origin. |
70:6.5 (790.2) Ο πανάρχαιος βασιλέας-είδωλο συχνά κρατείτο απομονωμένος. Θεωρείτο πολύ ιερός για να τον βλέπουν, εκτός των εορτών, ή των αγίων ημερών. Συνήθως επελέγετο ένας εκπρόσωπος για να τον εκπροσωπήσει και τούτο αποτελεί την προέλευση των πρωθυπουργών. Ο πρώτος υπουργός υπήρξε ένας διαχειριστής τροφίμων. Σύντομα ακολούθησαν και άλλοι. Οι κυβερνήτες γρήγορα διόρισαν εκπροσώπους για να αναλάβουν το εμπόριο και τη θρησκεία. Και η δημιουργία ενός υπουργείου υπήρξε ένα άμεσο βήμα προς την κατεύθυνση της αποπροσωποποίησης της εκτελεστικής εξουσίας. Οι βοηθοί αυτοί των πρώιμων βασιλέων απετέλεσαν την αποδεκτή αριστοκρατία, ενώ οι σύζυγος του βασιλέα σταδιακά ανήλθε στη θέση της βασίλισσας, καθώς οι γυναίκες έφθασαν να εκτιμώνται περισσότερο. |
|
70:6.5 (790.2) The early fetish king was often kept in seclusion; he was regarded as too sacred to be viewed except on feast days and holy days. Ordinarily a representative was chosen to impersonate him, and this is the origin of prime ministers. The first cabinet officer was a food administrator; others shortly followed. Rulers soon appointed representatives to be in charge of commerce and religion; and the development of a cabinet was a direct step toward depersonalization of executive authority. These assistants of the early kings became the accepted nobility, and the king’s wife gradually rose to the dignity of queen as women came to be held in higher esteem. |
70:6.6 (790.3) Οι αδίστακτοι κυβερνήτες απέκτησαν μεγάλη δύναμη με την ανακάλυψη των δηλητηρίων. Η πρώτη μαγεία των βασιλικών αυλών ήταν διαβολική. Οι εχθροί του βασιλιά πέθαιναν γρήγορα. Αλλά, ακόμη και ο πλέον δεσποτικός τύραννος υπέκειτο σε ορισμένους περιορισμούς. Περιορίζετο, τουλάχιστον, από τον πανταχού παρόντα φόβο της δολοφονίας. Οι μάγοι, οι θεραπευτές και οι ιερείς ασκούσαν πάντοτε ισχυρό έλεγχο στους βασιλείς. Εν συνεχεία, οι γαιοκτήμονες, η αριστοκρατία, άσκησαν περιοριστική επιρροή. Και, από καιρό σε καιρό, οι φατρίες και οι φυλές ορθώνονταν, απλά, και ανέτρεπαν τους δεσπότες και τους τυράννους τους. Στους καθαιρεμένους κυβερνήτες, όταν καταδικάζονταν σε θάνατο, δινόταν συχνά η δυνατότητα να αυτοκτονήσουν, πράγμα το οποίο απετέλεσε την προέλευση της αρχαίας κοινωνικής μόδας της αυτοκτονίας σε ορισμένες περιπτώσεις. |
|
70:6.6 (790.3) Unscrupulous rulers gained great power by the discovery of poison. Early court magic was diabolical; the king’s enemies soon died. But even the most despotic tyrant was subject to some restrictions; he was at least restrained by the ever-present fear of assassination. The medicine men, witch doctors, and priests have always been a powerful check on the kings. Subsequently, the landowners, the aristocracy, exerted a restraining influence. And ever and anon the clans and tribes would simply rise up and overthrow their despots and tyrants. Deposed rulers, when sentenced to death, were often given the option of committing suicide, which gave origin to the ancient social vogue of suicide in certain circumstances. |
7. ΟΙ ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΚΥΣΤΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ ^top |
|
7. Primitive Clubs and Secret Societies ^top |
70:7.1 (790.4) Η εξ αίματος συγγένεια προσδιόρισε τις πρώτες κοινωνικές ομάδες. Οι σχέσεις διεύρυναν τη φατρία του βασιλιά. Οι μεταξύ τους γάμοι ήσαν το επόμενο στάδιο στη διεύρυνση της ομάδας και η προκύψασα σύνθετη φυλή υπήρξε το πρώτο, πραγματικό, πολιτικό σώμα. Το επόμενο βήμα προόδου στην κοινωνική ανάπτυξη ήταν η εξέλιξη των θρησκειών και των πολιτικών συλλόγων. Εμφανίσθηκαν, πρώτα, ως μυστικές εταιρίες και αρχικά ήσαν καθ’ ολοκληρίαν θρησκευτικές. Εν συνεχεία έγιναν ρυθμιστικές. Στην αρχή ήσαν σύλλογοι ανδρών. Αργότερα εμφανίσθηκαν και οι σύλλογοι γυναικών. Σήμερα έχουν χωρισθεί σε δύο κατηγορίες. Τους κοινωνικοπολιτικούς και τους θρησκευτικούς-μυστικιστικούς. |
|
70:7.1 (790.4) Blood kinship determined the first social groups; association enlarged the kinship clan. Intermarriage was the next step in group enlargement, and the resultant complex tribe was the first true political body. The next advance in social development was the evolution of religious cults and the political clubs. These first appeared as secret societies and originally were wholly religious; subsequently they became regulative. At first they were men’s clubs; later women’s groups appeared. Presently they became divided into two classes: sociopolitical and religio-mystical. |
70:7.2 (790.5) Υπήρχαν πολλοί λόγοι για τη μυστικότητα των εταιριών αυτών, όπως: |
|
70:7.2 (790.5) There were many reasons for the secrecy of these societies, such as: |
70:7.3 (790.6) 1. Ο φόβος ότι θα συναντούσαν την δυσαρέσκεια των κυβερνητών, εξ αιτίας της καταστρατήγησης ορισμένων απαγορεύσεων. |
|
70:7.3 (790.6) 1. Fear of incurring the displeasure of the rulers because of the violation of some taboo. |
70:7.4 (790.7) 2. Για να πραγματοποιήσουν θρησκευτικές τελετές που αφορούσαν στη μειοψηφία. |
|
70:7.4 (790.7) 2. In order to practice minority religious rites. |
70:7.5 (790.8) 3. Με το σκοπό της διατήρησης πολύτιμου «πνεύματος», ή μυστικών του εμπορίου. |
|
70:7.5 (790.8) 3. For the purpose of preserving valuable “spirit” or trade secrets. |
70:7.6 (790.9) 4. Για την απόλαυση ορισμένων ειδικών φυλακτών, ή μαγικών. |
|
70:7.6 (790.9) 4. For the enjoyment of some special charm or magic. |
70:7.7 (790.10) Η μυστικότητα αυτή καθ’ εαυτή των εταιριών αυτών προσέδωσε σε όλα τα μέλη τους τη δύναμη του μυστηρίου έναντι των υπολοίπων της φυλής. Η μυστικότητα, επιπλέον, γοητεύει τη ματαιοδοξία. Οι μύστες αποτελούσαν την κοινωνική αριστοκρατία του καιρού τους. Μετά τη μύηση, τα αγόρια κυνηγούσαν με τους άνδρες, ενώ πριν μάζευαν λαχανικά μαζί με τις γυναίκες. Και αποτελούσε υπέρτατη ταπείνωση, ατίμωση της φυλής, το να αποτύχει κανείς να περάσει τις δοκιμασίες της εφηβείας και να υποχρεωθεί, ως εκ τούτου, να μείνει έξω από τον οίκο των ανδρών, με τις γυναίκες και τα παιδιά, να θεωρείται εκθηλυμένος. Εξάλλου, οι μη μυημένοι δεν επετρέπετο να παντρευτούν. |
|
70:7.7 (790.10) The very secrecy of these societies conferred on all members the power of mystery over the rest of the tribe. Secrecy also appeals to vanity; the initiates were the social aristocracy of their day. After initiation the boys hunted with the men; whereas before they had gathered vegetables with the women. And it was the supreme humiliation, a tribal disgrace, to fail to pass the puberty tests and thus be compelled to remain outside the men’s abode with the women and children, to be considered effeminate. Besides, noninitiates were not allowed to marry. |
70:7.8 (791.1) Οι πρωτόγονοι λαοί δίδασκαν από νωρίς τους εφήβους τους το σεξουαλικό έλεγχο. Έγινε έθιμο να απομακρύνουν τα αγόρια από τους γονείς, από την εφηβεία έως το γάμο, με την εκπαίδευση και την εξάσκησή τους εμπιστευμένες στις μυστικές εταιρίες των ανδρών. Και μία από τις κύριες λειτουργίες των συλλόγων αυτών ήταν να ελέγχουν τους νεαρούς εφήβους, εμποδίζοντας, έτσι, τα παράνομα παιδιά. |
|
70:7.8 (791.1) Primitive people very early taught their adolescent youths sex control. It became the custom to take boys away from parents from puberty to marriage, their education and training being intrusted to the men’s secret societies. And one of the chief functions of these clubs was to keep control of adolescent young men, thus preventing illegitimate children. |
70:7.9 (791.2) Η εμπορευματοποιημένη πορνεία άρχισε όταν αυτοί οι ανδρικοί σύλλογοι πλήρωναν χρήματα για τη χρήση γυναικών από άλλες φυλές. Οι πρωιμότερες, ωστόσο, ομάδες ήταν απαλλαγμένες από τη χαλάρωση των σεξουαλικών ηθών. |
|
70:7.9 (791.2) Commercialized prostitution began when these men’s clubs paid money for the use of women from other tribes. But the earlier groups were remarkably free from sex laxity. |
70:7.10 (791.3) Η τελετουργία μύησης των εφήβων διαρκούσε, συνήθως, μία περίοδο πέντε χρόνων. Πολύς αυτοβασανισμός και οδυνηρές εγχαράξεις εντάχθηκαν στις τελετουργίες αυτές. Η περιτομή εφαρμόσθηκε αρχικά ως τελετουργία μύησης σε μία από τις μυστικές αυτές αδελφότητες. Το σημάδι της φυλής εγχαράσσετο στο σώμα, ως μέρος της εφηβικής μύησης. Το τατουάζ προήλθε ως ένα τέτοιο έμβλημα μέλους. Παρόμοια μαρτύρια, μαζί με μεγάλη στέρηση, είχαν δημιουργηθεί για να σκληραγωγήσουν τους νέους αυτούς, να τους μάθουν την πραγματικότητα της ζωής και τις αναπόφευκτες δυσκολίες της. Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται καλύτερα με τους μετέπειτα εμφανισθέντες αθλητικούς αγώνες και τα σωματικά αθλήματα. |
|
70:7.10 (791.3) The puberty initiation ceremony usually extended over a period of five years. Much self-torture and painful cutting entered into these ceremonies. Circumcision was first practiced as a rite of initiation into one of these secret fraternities. The tribal marks were cut on the body as a part of the puberty initiation; the tattoo originated as such a badge of membership. Such torture, together with much privation, was designed to harden these youths, to impress them with the reality of life and its inevitable hardships. This purpose is better accomplished by the later appearing athletic games and physical contests. |
70:7.11 (791.4) Οι μυστικές, ωστόσο, εταιρίες αποσκοπούσαν στη βελτίωση του ήθους των εφήβων. Ένας από τους κύριους σκοπούς των τελετουργιών της εφηβείας ήταν να μάθει το αγόρι ότι πρέπει να αφήνει ήσυχες τις γυναίκες των άλλων. |
|
70:7.11 (791.4) But the secret societies did aim at the improvement of adolescent morals; one of the chief purposes of the puberty ceremonies was to impress upon the boy that he must leave other men’s wives alone. |
70:7.12 (791.5) Μετά τα χρόνια αυτά της αυστηρής πειθαρχίας και εξάσκησης και ακριβώς πριν το γάμο, οι νέοι άνδρες αποδεσμεύονταν για μια μικρή περίοδο ανάπαυσης και ελευθερίας, μετά την οποία επέστρεφαν για να παντρευτούν και να υποταχθούν σε ισόβια υπακοή στις απαγορεύσεις της φυλής. Και αυτό το αρχαίο έθιμο συνεχίσθηκε μέχρι τη σύγχρονη εποχή, ως η ανόητη δοξασία της «σποράς άγριας βρώμης.» |
|
70:7.12 (791.5) Following these years of rigorous discipline and training and just before marriage, the young men were usually released for a short period of leisure and freedom, after which they returned to marry and to submit to lifelong subjection to the tribal taboos. And this ancient custom has continued down to modern times as the foolish notion of “sowing wild oats.” |
70:7.13 (791.6) Πολλές μεταγενέστερες φυλές καθιέρωσαν τη δημιουργία γυναικείων μυστικών συλλόγων, σκοπός των οποίων ήταν να προετοιμάσουν τις έφηβες κοπέλες για τα καθήκοντα της συζύγου και της μητέρας. Μετά την μύηση, τα κορίτσια μπορούσαν νόμιμα να προχωρήσουν σε γάμο και τους επετρέπετο να παρευρεθούν στην «παρουσίαση της νύφης,» τη δημόσια γιορτή εκείνης της εποχής. Πολύ νωρίς εμφανίσθηκαν γυναικείες αδελφότητες οι οποίες δεσμεύονταν κατά του γάμου. |
|
70:7.13 (791.6) Many later tribes sanctioned the formation of women’s secret clubs, the purpose of which was to prepare adolescent girls for wifehood and motherhood. After initiation girls were eligible for marriage and were permitted to attend the “bride show,” the coming-out party of those days. Women’s orders pledged against marriage early came into existence. |
70:7.14 (791.7) Τώρα πλέον, εμφανίσθηκαν οι μη μυστικοί σύλλογοι, όταν ομάδες ανύμφευτων ανδρών και ομάδες ανέγγιχτων γυναικών σχημάτισαν τις ξεχωριστές οργανώσεις τους. Οι όμιλοι αυτοί υπήρξαν, πραγματικά, τα πρώτα σχολεία. Και ενώ οι σύλλογοι ανδρών και γυναικών καταδυνάστευαν συχνά ο ένας τον άλλο, ορισμένες προοδευτικές φυλές, μετά την επαφή τους με τους διδάσκαλους της Νταλαμέιτια, πειραματίσθηκαν με τη μικτή εκπαίδευση, δημιουργώντας οικοτροφεία και για τα δύο φύλα. |
|
70:7.14 (791.7) Presently nonsecret clubs made their appearance when groups of unmarried men and groups of unattached women formed their separate organizations. These associations were really the first schools. And while men’s and women’s clubs were often given to persecuting each other, some advanced tribes, after contact with the Dalamatia teachers, experimented with coeducation, having boarding schools for both sexes. |
70:7.15 (791.8) Οι μυστικές εταιρίες συνεισέφεραν στη δημιουργία των κοινωνικών τάξεων κυρίως μέσω του μυστικιστικού χαρακτήρα των μυήσεών τους. Τα μέλη αυτών των εταιριών αρχικά φορούσαν μάσκες για να φοβίζουν τους περίεργους και να τους κρατούν μακριά από τις πένθιμες τελετές τους – τη λατρεία των προγόνων. Αργότερα, η τελετουργία αυτή εξελίχθηκε σε μία ψευδο-συνεδρία κατά την οποία θεωρείτο ότι εμφανίζονταν τα πνεύματα. Οι αρχαίες εταιρίες της «νέας γέννησης» χρησιμοποιούσαν σύμβολα και μιλούσαν μία ειδική, μυστική γλώσσα. Επιπλέον ορκίζονταν να μην χρησιμοποιήσουν ορισμένες τροφές και ποτά. Δρούσαν ως νυκτερινή αστυνομία και κατά τα λοιπά λειτουργούσαν σε μία ευρεία κλίμακα κοινωνικών δραστηριοτήτων. |
|
70:7.15 (791.8) Secret societies contributed to the building up of social castes chiefly by the mysterious character of their initiations. The members of these societies first wore masks to frighten the curious away from their mourning rites—ancestor worship. Later this ritual developed into a pseudo seance at which ghosts were reputed to have appeared. The ancient societies of the “new birth” used signs and employed a special secret language; they also forswore certain foods and drinks. They acted as night police and otherwise functioned in a wide range of social activities. |
70:7.16 (792.1) Όλες οι μυστικές εταιρίες επέβαλλαν έναν όρκο, επέτασσαν εχεμύθεια και δίδασκαν τη φύλαξη των μυστικών. Οι αδελφότητες αυτές φόβιζαν και έλεγχαν τα πλήθη. Ενεργούσαν, επίσης, ως εταιρίες εγρήγορσης, εφαρμόζοντας, έτσι, το νόμο του λυντς.(*) Υπήρξαν οι πρώτοι κατάσκοποι όταν οι φυλές βρίσκονταν σε πόλεμο και η πρώτη μυστική αστυνομία σε περιόδους ειρήνης. Περισσότερο απ’ όλα κρατούσαν τους ασυνείδητους βασιλείς σε αμφιβολία για το θρόνο τους. Για να τους εξουδετερώσουν, οι βασιλείς υπέθαλψαν τη δική τους μυστική αστυνομία. |
|
70:7.16 (792.1) All secret associations imposed an oath, enjoined confidence, and taught the keeping of secrets. These orders awed and controlled the mobs; they also acted as vigilance societies, thus practicing lynch law. They were the first spies when the tribes were at war and the first secret police during times of peace. Best of all they kept unscrupulous kings on the anxious seat. To offset them, the kings fostered their own secret police. |
70:7.17 (792.2) Οι εταιρίες αυτές δημιούργησαν τα πρώτα πολιτικά κόμματα. Το πρώτο κόμμα που έγινε κυβέρνηση ήταν το «ισχυρό» κατά του «αδύναμου.» Στους αρχαίους καιρούς μια αλλαγή στη διοίκηση ακολουθούσε μόνο έναν εμφύλιο πόλεμο, επαρκέστατη απόδειξη ότι ο αδύναμος είχε γίνει ισχυρός. |
|
70:7.17 (792.2) These societies gave rise to the first political parties. The first party government was “the strong” vs. “the weak.” In ancient times a change of administration only followed civil war, abundant proof that the weak had become strong. |
70:7.18 (792.3) Οι σύλλογοι αυτοί χρησιμοποιούνταν από τους εμπόρους για να συγκεντρώνουν οφειλές και από τους κυβερνήτες για να συγκεντρώνουν φόρους. Η φορολογία υπήρξε μια μακραίωνη προσπάθεια, με μία από τις παλαιότερες μορφές να είναι η δεκάτη, το ένα δέκατο, δηλαδή, του κυνηγιού, ή των λαφύρων. Οι φόροι επεβλήθησαν αρχικά για να συντηρήσουν το βασιλικό οίκο, αλλά διαπιστώθηκε ότι ήταν ευκολότερο να συγκεντρωθούν αν μεταμφιέζονταν σε προσφορά για την συντήρηση της υπηρεσίας των ναών. |
|
70:7.18 (792.3) These clubs were employed by merchants to collect debts and by rulers to collect taxes. Taxation has been a long struggle, one of the earliest forms being the tithe, one tenth of the hunt or spoils. Taxes were originally levied to keep up the king’s house, but it was found that they were easier to collect when disguised as an offering for the support of the temple service. |
70:7.19 (792.4) Με τον καιρό, οι μυστικές αυτές εταιρίες έγιναν οι πρώτοι φιλανθρωπικοί οργανισμοί και αργότερα εξελίχθηκαν στις αρχικές θρησκευτικές εταιρίες – τους προπομπούς των εκκλησιών. Τελικά ορισμένες από τις εταιρίες αυτές έγιναν διαφυλετικές, οι πρώτες διεθνείς αδελφότητες. |
|
70:7.19 (792.4) By and by these secret associations grew into the first charitable organizations and later evolved into the earlier religious societies—the forerunners of churches. Finally some of these societies became intertribal, the first international fraternities. |
8. ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ^top |
|
8. Social Classes ^top |
70:8.1 (792.5) Η διανοητική και φυσική ανισότητα των ανθρώπινων υπάρξεων εξασφαλίζει το ότι θα εμφανισθούν οι κοινωνικές τάξεις. Οι μόνοι κόσμοι χωρίς κοινωνικές διαστρωματώσεις είναι οι περισσότερο πρωτόγονοι και οι περισσότερο προηγμένοι. Ένας αρχόμενος πολιτισμός δεν έχει ακόμη αρχίσει τη διαφοροποίηση των κοινωνικών στρωμάτων, ενώ ένας κόσμος παγιωμένος στο φως και τη ζωή έχει, σε μεγάλο βαθμό, εξαλείψει τους διαχωρισμούς αυτούς της ανθρωπότητας, οι οποίοι τόσο είναι χαρακτηριστικοί όλων των ενδιάμεσων εξελικτικών σταδίων. |
|
70:8.1 (792.5) The mental and physical inequality of human beings insures that social classes will appear. The only worlds without social strata are the most primitive and the most advanced. A dawning civilization has not yet begun the differentiation of social levels, while a world settled in light and life has largely effaced these divisions of mankind, which are so characteristic of all intermediate evolutionary stages. |
70:8.2 (792.6) Καθώς η κοινωνία εξελίσσετο από την αγριότητα στον βαρβαρισμό, τα ανθρώπινα πλάσματα που την αποτελούσαν έτειναν να ομαδοποιηθούν σε τάξεις για τους ακόλουθους, γενικούς λόγους: |
|
70:8.2 (792.6) As society emerged from savagery to barbarism, its human components tended to become grouped in classes for the following general reasons: |
70:8.3 (792.7) 1. Φυσικούς - την επικοινωνία, τη συγγένεια, το γάμο. Οι πρώτες κοινωνικές διακρίσεις βασίζονταν στο φύλο, την ηλικία και την καταγωγή – τη συγγένεια προς τον αρχηγό. |
|
70:8.3 (792.7) 1. Natural—contact, kinship, and marriage; the first social distinctions were based on sex, age, and blood—kinship to the chief. |
70:8.4 (792.8) 2. Προσωπικούς – την αναγνώριση των ικανοτήτων, της αντοχής, της επιδεξιότητας και της γενναιότητας. Ακολουθήθηκαν γρήγορα από την αναγνώριση της δεξιοτεχνίας της γλώσσας, των γνώσεων και της γενικής ευφυΐας. |
|
70:8.4 (792.8) 2. Personal—the recognition of ability, endurance, skill, and fortitude; soon followed by the recognition of language mastery, knowledge, and general intelligence. |
70:8.5 (792.9) 3. Τυχαίους – ο πόλεμος και η μετανάστευση είχαν ως αποτέλεσμα το διαχωρισμό των ανθρώπινων ομάδων. Η εξέλιξη των τάξεων επηρεάσθηκε δυναμικά από τις κατακτήσεις, τη σχέση του νικητή προς τον ηττημένο, ενώ η δουλεία δημιούργησε τον πρώτο διαχωρισμό της κοινωνίας σε ελεύθερους και σκλάβους. |
|
70:8.5 (792.9) 3. Chance—war and emigration resulted in the separating of human groups. Class evolution was powerfully influenced by conquest, the relation of the victor to the vanquished, while slavery brought about the first general division of society into free and bond. |
70:8.6 (792.10) 4. Οικονομικούς – πλούσιοι και φτωχοί. Ο πλούτος και η κατοχή δούλων υπήρξε η γενετική βάση για μία κοινωνική τάξη. |
|
70:8.6 (792.10) 4. Economic—rich and poor. Wealth and the possession of slaves was a genetic basis for one class of society. |
70:8.7 (792.11) 5. Γεωγραφικούς - τάξεις δημιουργήθηκαν μετά την αστική, ή αγροτική εγκατάσταση. Οι πόλεις και η εξοχή έχουν αντίστοιχα συμβάλλει στη διαφοροποίηση των βοσκών-αγροτών και των εμπόρων-επαγγελματιών, με τις αποκλίνουσες απόψεις και αντιδράσεις. |
|
70:8.7 (792.11) 5. Geographic—classes arose consequent upon urban or rural settlement. City and country have respectively contributed to the differentiation of the herder-agriculturist and the trader-industrialist, with their divergent viewpoints and reactions. |
70:8.8 (792.12) 6. Κοινωνικούς - οι τάξεις δημιουργήθηκαν σταδιακά σύμφωνα με την κοινή εκτίμηση περί κοινωνικής αξίας των διαφόρων ομάδων. Μεταξύ των αρχαιότερων διαχωρισμών του είδους αυτού υπήρξαν οι οροθεσίες μεταξύ ιερέων-διδασκάλων, κυβερνητών-πολεμιστών, κεφαλαιοκρατών-εμπόρων, εργατών και σκλάβων. Ο σκλάβος δεν μπορούσε ποτέ να γίνει κεφαλαιούχος, αν και ορισμένες φορές εκείνος που αμοίβετο με μισθό μπορούσε να διαλέξει να ενωθεί με τις τάξεις των κεφαλαιούχων. |
|
70:8.8 (792.12) 6. Social—classes have gradually formed according to popular estimate of the social worth of different groups. Among the earliest divisions of this sort were the demarcations between priest-teachers, ruler-warriors, capitalist-traders, common laborers, and slaves. The slave could never become a capitalist, though sometimes the wage earner could elect to join the capitalistic ranks. |
70:8.9 (793.1) 7. Επαγγελματικούς. Καθώς τα επαγγέλματα πολλαπλασιάζονταν, έτειναν να καθιερώσουν κάστες και συντεχνίες. Οι εργάτες χωρίζονταν σε τρεις ομάδες: τις τάξεις των επαγγελματιών, που περιελάμβαναν και τους μάγους, έπειτα τους ειδικευμένους εργάτες, που ακολουθούνταν από τους ανειδίκευτους εργάτες. |
|
70:8.9 (793.1) 7. Vocational—as vocations multiplied, they tended to establish castes and guilds. Workers divided into three groups: the professional classes, including the medicine men, then the skilled workers, followed by the unskilled laborers. |
70:8.10 (793.2) 8. Θρησκευτικούς – οι πρώιμοι θρησκευτικοί σύλλογοι δημιουργούσαν τις δικές τους τάξεις μέσα στις φατρίες και τις φυλές, ενώ η θρησκοληψία και ο μυστικισμός των ιερέων τους κατέστησαν για αιώνες ξεχωριστή, κοινωνική ομάδα. |
|
70:8.10 (793.2) 8. Religious—the early cult clubs produced their own classes within the clans and tribes, and the piety and mysticism of the priests have long perpetuated them as a separate social group. |
70:8.11 (793.3) 9. Φυλετικούς - η παρουσία δύο, ή περισσότερων φυλών σ’ ένα συγκεκριμένο έθνος, ή τοπική μονάδα, συνήθως δημιουργεί έγχρωμες κάστες. Το αρχικό σύστημα των κοινωνικών τάξεων της Ινδίας βασίστηκε στο χρώμα, όπως και αυτό της αρχαίας Αιγύπτου. |
|
70:8.11 (793.3) 9. Racial—the presence of two or more races within a given nation or territorial unit usually produces color castes. The original caste system of India was based on color, as was that of early Egypt. |
70:8.12 (793.4) 10. Ηλικίας - νεότητας και ωριμότητας. Μέσα στις φυλές, το αγόρι παρέμενε υπό την επιτήρηση του πατέρα του όσο ζούσε ο πατέρας, ενώ το κορίτσι αφηνόταν στη φροντίδα της μητέρας έως ότου παντρευτεί. |
|
70:8.12 (793.4) 10. Age—youth and maturity. Among the tribes the boy remained under the watchcare of his father as long as the father lived, while the girl was left in the care of her mother until married. |
70:8.13 (793.5) Οι ευέλικτες και μετακινούμενες κοινωνικές τάξεις είναι αναπόσπαστες από έναν εξελισσόμενο πολιτισμό, αλλά όταν η τάξη γίνεται κάστα, όταν τα κοινωνικά επίπεδα απολιθώνονται, η αύξηση της κοινωνικής σταθερότητας στηρίζεται στη μείωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η κοινωνική κάστα επιλύει το πρόβλημα του να βρει κανείς τη θέση του στην παραγωγή, αλλά επίσης περικόπτει δραστικά την ιδιωτική ανάπτυξη και κυριολεκτικά εμποδίζει την κοινωνική συνεργασία. |
|
70:8.13 (793.5) Flexible and shifting social classes are indispensable to an evolving civilization, but when class becomes caste, when social levels petrify, the enhancement of social stability is purchased by diminishment of personal initiative. Social caste solves the problem of finding one’s place in industry, but it also sharply curtails individual development and virtually prevents social co-operation. |
70:8.14 (793.6) Οι τάξεις στην κοινωνία, αν έχουν σχηματισθεί φυσιολογικά, θα διατηρηθούν, έως ότου ο άνθρωπος σταδιακά επιτύχει την εξελικτική τους διαγραφή δια της ευφυούς διαχείρισης των βιολογικών, διανοητικών και πνευματικών πόρων ενός προοδεύοντος πολιτισμού, όπως: |
|
70:8.14 (793.6) Classes in society, having naturally formed, will persist until man gradually achieves their evolutionary obliteration through intelligent manipulation of the biologic, intellectual, and spiritual resources of a progressing civilization, such as: |
70:8.15 (793.7) 1. Την βιολογική ανανέωση των φυλετικών γενών – την επιλεκτική εξάλειψη των κατώτερων ανθρώπινων γενών. Τούτο θα κατατείνει στην απάλειψη πολλών ανθρώπινων ανισοτήτων. |
|
70:8.15 (793.7) 1. Biologic renovation of the racial stocks—the selective elimination of inferior human strains. This will tend to eradicate many mortal inequalities. |
70:8.16 (793.8) 2. Την εκπαιδευτική εξάσκηση της αυξημένης εγκεφαλικής δύναμης η οποία θα προκύψει από μία τέτοια βιολογική βελτίωση. |
|
70:8.16 (793.8) 2. Educational training of the increased brain power which will arise out of such biologic improvement. |
70:8.17 (793.9) 3. Την θρησκευτική επιτάχυνση των αισθημάτων της ανθρώπινης συγγένειας και συναδέλφωσης |
|
70:8.17 (793.9) 3. Religious quickening of the feelings of mortal kinship and brotherhood. |
70:8.18 (793.10) Ωστόσο, τα μέτρα αυτά μπορούν να δώσουν τους πραγματικούς τους καρπούς μόνο στις μακρινές χιλιετίες του μέλλοντος, αν και μεγάλο μέρος της κοινωνικής βελτίωσης θα προκύψει άμεσα από τον ευφυή, συνετό και υπομονητικό χειρισμό αυτών των παραγόντων επιτάχυνσης της πολιτισμικής προόδου. Η θρησκεία είναι ο κύριος μοχλός που ανεβάζει τον πολιτισμό από το χάος, είναι, όμως, ανίσχυρη χωρίς το υπομόχλιο του υγιούς και φυσιολογικού νου που στηρίζεται με ασφάλεια σε μια υγιή και φυσιολογική κληρονομικότητα. |
|
70:8.18 (793.10) But these measures can bear their true fruits only in the distant millenniums of the future, although much social improvement will immediately result from the intelligent, wise, and patient manipulation of these acceleration factors of cultural progress. Religion is the mighty lever that lifts civilization from chaos, but it is powerless apart from the fulcrum of sound and normal mind resting securely on sound and normal heredity. |
9. ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ^top |
|
9. Human Rights ^top |
70:9.1 (793.11) Η φύση δεν προσφέρει δικαιώματα στον άνθρωπο, μόνο τη ζωή κι’ ένα κόσμο για να ζει. Η φύση δεν του προσφέρει καν το δικαίωμα να ζει, όπως μπορεί να συναχθεί, αν αναλογισθούμε τι θα μπορούσε ίσως να συμβεί αν ένας άοπλος άνθρωπος συναντάτο με μία πεινασμένη τίγρη πρόσωπο με πρόσωπο, σ’ ένα πρωτόγονο δάσος. Το κυριότερο δώρο της κοινωνίας προς τον άνθρωπο είναι η ασφάλεια. |
|
70:9.1 (793.11) Nature confers no rights on man, only life and a world in which to live it. Nature does not even confer the right to live, as might be deduced by considering what would likely happen if an unarmed man met a hungry tiger face to face in the primitive forest. Society’s prime gift to man is security. |
70:9.2 (793.12) Σταδιακά, η κοινωνία επιβεβαίωσε τα δικαιώματά της και, σήμερα πλέον, αυτά είναι: |
|
70:9.2 (793.12) Gradually society asserted its rights and, at the present time, they are: |
70:9.3 (793.13) 1. Η διασφάλιση της παροχής τροφής. |
|
70:9.3 (793.13) 1. Assurance of food supply. |
70:9.4 (793.14) 2. Η στρατιωτική άμυνα – η ασφάλεια μέσω της προετοιμασίας. |
|
70:9.4 (793.14) 2. Military defense—security through preparedness. |
70:9.5 (793.15) 3. Η διατήρηση της εσωτερικής ειρήνης – η απότρεψη προσωπικής βίας και κοινωνικής αταξίας. |
|
70:9.5 (793.15) 3. Internal peace preservation—prevention of personal violence and social disorder. |
70:9.6 (794.1) 4. Ο σεξουαλικός έλεγχος – ο γάμος, ο θεσμός της οικογένειας. |
|
70:9.6 (794.1) 4. Sex control—marriage, the family institution. |
70:9.7 (794.2) 5. Η ιδιοκτησία – το δικαίωμα ενός να κατέχει. |
|
70:9.7 (794.2) 5. Property—the right to own. |
70:9.8 (794.3) 6. Η υπόθαλψη του ατομικού, ή ομαδικού ανταγωνισμού. |
|
70:9.8 (794.3) 6. Fostering of individual and group competition. |
70:9.9 (794.4) 7. Η φροντίδα για την εκπαίδευση και την εξάσκηση των νέων. |
|
70:9.9 (794.4) 7. Provision for educating and training youth. |
70:9.10 (794.5) 8. Η προώθηση των συναλλαγών και του εμπορίου – βιομηχανική ανάπτυξη. |
|
70:9.10 (794.5) 8. Promotion of trade and commerce—industrial development. |
70:9.11 (794.6) 9. Η βελτίωση των συνθηκών εργασίας και οι ανταμοιβές. |
|
70:9.11 (794.6) 9. Improvement of labor conditions and rewards. |
70:9.12 (794.7) 10. Η εγγύηση της ελευθερίας των θρησκευτικών καθηκόντων, μέχρι του σημείου όπου όλες αυτές οι διαφορετικές δραστηριότητες μπορούν να εξαρθούν αποκτώντας πνευματικά κίνητρα. |
|
70:9.12 (794.7) 10. The guarantee of the freedom of religious practices to the end that all of these other social activities may be exalted by becoming spiritually motivated. |
70:9.13 (794.8) Όταν τα δικαιώματα είναι παλιά και δεν είναι γνωστή η προέλευσή τους, συχνά αποκαλούνται φυσικά δικαιώματα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όμως, δεν είναι πράγματι φυσικά. Είναι καθ’ ολοκληρίαν κοινωνικά. Είναι σχετικά και μεταβάλλονται συνεχώς, δεν είναι τίποτε περισσότερο από τους κανόνες του παιγνιδιού – αναγνωρισμένες προσαρμογές των σχέσεων που διέπουν τα συνεχώς μεταβαλλόμενα φαινόμενα του ανθρώπινου ανταγωνισμού. |
|
70:9.13 (794.8) When rights are old beyond knowledge of origin, they are often called natural rights. But human rights are not really natural; they are entirely social. They are relative and ever changing, being no more than the rules of the game—recognized adjustments of relations governing the ever-changing phenomena of human competition. |
70:9.14 (794.9) Αυτό που μπορεί να θεωρηθεί δικαίωμα για μία ηλικία, μπορεί να μην θεωρείται το ίδιο σε μία άλλη. Η επιβίωση μεγάλων αριθμών διανοητικά καθυστερημένων και εκφυλισμένων δεν είναι επειδή αυτοί έχουν οποιοδήποτε φυσικό δικαίωμα να επιβαρύνουν με τον τρόπο αυτό τον πολιτισμό του εικοστού αιώνα, αλλά απλά, επειδή η κοινωνία της εποχής, τα ήθη, το επιτάσσουν. |
|
70:9.14 (794.9) What may be regarded as right in one age may not be so regarded in another. The survival of large numbers of defectives and degenerates is not because they have any natural right thus to encumber twentieth-century civilization, but simply because the society of the age, the mores, thus decrees. |
70:9.15 (794.10) Ελάχιστα ανθρώπινα δικαιώματα αναγνωρίζονταν κατά τον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα. Τότε, κάθε άνθρωπος ανήκε σε κάποιον άλλο και τα δικαιώματα ήταν μόνο προνόμια, ή χάρες που γίνονταν από το κράτος, ή την εκκλησία. Και η αποστασιοποίηση από το λάθος αυτό ήταν εξ ίσου εσφαλμένη στο ότι οδήγησε στην πεποίθηση ότι όλοι οι άνθρωποι είναι γεννημένοι ίσοι. |
|
70:9.15 (794.10) Few human rights were recognized in the European Middle Ages; then every man belonged to someone else, and rights were only privileges or favors granted by state or church. And the revolt from this error was equally erroneous in that it led to the belief that all men are born equal. |
70:9.16 (794.11) Οι αδύναμοι και οι κατώτεροι αγωνίσθηκαν πάντα για ίσα δικαιώματα. Επέμεναν πάντα ότι το κράτος πρέπει να υποχρεώνει τους ισχυρούς και ανώτερους να καλύπτουν τις ανάγκες τους και κατά τα λοιπά να αποκαθιστά τις ανεπάρκειες εκείνες, οι οποίες, πολύ συχνά, είναι το φυσικό αποτέλεσμα της ίδιας τους της αδιαφορίας και αβελτηρίας. |
|
70:9.16 (794.11) The weak and the inferior have always contended for equal rights; they have always insisted that the state compel the strong and superior to supply their wants and otherwise make good those deficiencies which all too often are the natural result of their own indifference and indolence. |
70:9.17 (794.12) Το ιδεώδες, όμως, αυτό της ισότητας είναι παιδί του πολιτισμού. Δεν βρίσκεται στη φύση. Ακόμη και ο ίδιος ο πολιτισμός καταδεικνύει συμπερασματικά την εγγενή ανισότητα των ανθρώπων μέσα από τις ίδιες τις άνισες ικανότητές τους γι’ αυτόν. Η αιφνίδια και μη εξελικτική πραγμάτωση της υποτιθέμενης φυσικής ισότητας θα έκανε γρήγορα τον πολιτισμένο άνθρωπο να οπισθοδρομήσει στις σκληρές συνήθειες των πρωτόγονων εποχών. Η κοινωνία δεν μπορεί να προσφέρει ίσα δικαιώματα σε όλους, αλλά μπορεί να υποσχεθεί ότι θα διαχειρισθεί τα διαφορετικά δικαιώματα του καθενός με δικαιοσύνη και ισότητα. Είναι το έργο και το καθήκον της κοινωνίας να παράσχει στο παιδί της φύσης δίκαιη και ειρηνική ευκαιρία ώστε να επιδιώξει την αυτοσυντήρησή του, να συμμετάσχει στη διαιώνισή του, ενώ ταυτόχρονα να απολαύσει ένα βαθμό ικανοποίησης – και το σύνολο των τριών αυτών παραγόντων συνιστά την ανθρώπινη ευτυχία. |
|
70:9.17 (794.12) But this equality ideal is the child of civilization; it is not found in nature. Even culture itself demonstrates conclusively the inherent inequality of men by their very unequal capacity therefor. The sudden and nonevolutionary realization of supposed natural equality would quickly throw civilized man back to the crude usages of primitive ages. Society cannot offer equal rights to all, but it can promise to administer the varying rights of each with fairness and equity. It is the business and duty of society to provide the child of nature with a fair and peaceful opportunity to pursue self-maintenance, participate in self-perpetuation, while at the same time enjoying some measure of self-gratification, the sum of all three constituting human happiness. |
10. Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ^top |
|
10. Evolution of Justice ^top |
70:10.1 (794.13) Η δικαιοσύνη της φύσης είναι μία θεωρία φτιαγμένη από τον άνθρωπο. Δεν αποτελεί πραγματικότητα. Στη φύση, η δικαιοσύνη είναι καθαρά θεωρητική, καθ’ ολοκληρίαν φανταστική. Η φύση δεν εξασφαλίζει παρά ένα είδος δικαιοσύνης – αναπόφευκτη συμμόρφωση του αποτελέσματος στην αιτία. |
|
70:10.1 (794.13) Natural justice is a man-made theory; it is not a reality. In nature, justice is purely theoretic, wholly a fiction. Nature provides but one kind of justice—inevitable conformity of results to causes. |
70:10.2 (794.14) Η δικαιοσύνη, όπως την αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος, σημαίνει την απόκτηση δικαιωμάτων και έχει, εξ αυτού, γίνει θέμα της προοδευτικής εξέλιξης. Η ιδέα της δικαιοσύνης μπορεί να είναι εποικοδομητική σε μια υπό του πνεύματος πληρούμενη διάνοια, αλλά δεν υφίσταται διάχυτη στους κόσμους του διαστήματος. |
|
70:10.2 (794.14) Justice, as conceived by man, means getting one’s rights and has, therefore, been a matter of progressive evolution. The concept of justice may well be constitutive in a spirit-endowed mind, but it does not spring full-fledgedly into existence on the worlds of space. |
70:10.3 (794.15) Ο πρωτόγονος άνθρωπος απέδωσε όλα τα φαινόμενα σε ένα πρόσωπο. Σε περίπτωση θανάτου ο άγριος ρωτούσε όχι τι τον σκότωσε, αλλά ποιος; Για το λόγο αυτό, δεν αναγνωρίζετο μία κατά τύχην δολοφονία και κατά την τιμωρία του εγκλήματος το κίνητρο του εγκληματία δεν λαμβάνετο καθόλου υπ’ όψιν. Η δικαιοσύνη απεδίδετο ανάλογα με τη βλάβη που είχε προκληθεί. |
|
70:10.3 (794.15) Primitive man assigned all phenomena to a person. In case of death the savage asked, not what killed him, but who? Accidental murder was not therefore recognized, and in the punishment of crime the motive of the criminal was wholly disregarded; judgment was rendered in accordance with the injury done. |
70:10.4 (795.1) Στην αρχική, πρωτόγονη κοινωνία η κοινή γνώμη λειτουργούσε άμεσα. Δεν χρειάζονταν δικαστές. Δεν υπήρχε ιδιωτικότητα στη πρωτόγονη ζωή. Οι γείτονες ενός ανθρώπου ήταν υπεύθυνοι για τη διαγωγή του. Εξ αυτού και το δικαίωμα να αναμειγνύονται στα προσωπικά του. Η κοινωνία εδιοικείτο βάσει της θεωρίας ότι τα μέλη μιας ομάδας πρέπει να ενδιαφέρονται και, ως ένα βαθμό να ελέγχουν, τη συμπεριφορά των ιδιωτών. |
|
70:10.4 (795.1) In the earliest primitive society public opinion operated directly; officers of law were not needed. There was no privacy in primitive life. A man’s neighbors were responsible for his conduct; therefore their right to pry into his personal affairs. Society was regulated on the theory that the group membership should have an interest in, and some degree of control over, the behavior of each individual. |
70:10.5 (795.2) Από πολύ νωρίς επιστεύετο ότι τα πνεύματα απέδιδαν δικαιοσύνη μέσω των μάγων και των ιερέων. Τούτο κατέστησε τις τάξεις αυτές τους πρώτους ανιχνευτές του εγκλήματος και τους πρώτους δικαστές. Οι αρχικές τους μέθοδοι στην ανίχνευση του εγκλήματος συνίσταντο στη διεξαγωγή δοκιμασιών με δηλητήριο, φωτιά και πόνο. Αυτές οι άγριες δοκιμασίες δεν ήταν τίποτε περισσότερο από σκληρές τεχνικές διαιτησίας. Δεν επέλυαν, κατ’ ανάγκην, μία διαφορά με τρόπο δίκαιο. Για παράδειγμα: Όταν έδιναν δηλητήριο σε κάποιον και αυτός έκανε εμετό, ήταν αθώος. |
|
70:10.5 (795.2) It was very early believed that ghosts administered justice through the medicine men and priests; this constituted these orders the first crime detectors and officers of the law. Their early methods of detecting crime consisted in conducting ordeals of poison, fire, and pain. These savage ordeals were nothing more than crude techniques of arbitration; they did not necessarily settle a dispute justly. For example: When poison was administered, if the accused vomited, he was innocent. |
70:10.6 (795.3) Η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει μία από τις δοκιμασίες αυτές, μια δοκιμασία απιστίας στο γάμο: Αν ένας άνδρας υποπτευόταν ότι η γυναίκα του ήταν άπιστη, την πήγαινε στον ιερέα και του ανέφερε τις υποψίες του. Μετά από αυτό ο ιερέας ετοίμαζε ένα παρασκεύασμα αποτελούμενο από αγιασμένο νερό και σκουπίδια από το πάτωμα του ναού. Μετά από τη δέουσα τελετουργία, στην οποία περιλαμβάνονταν απειλητικές κατάρες, η κατηγορούμενη σύζυγος έπρεπε να πιει το αηδιαστικό ποτό. Αν ήταν ένοχη, «το νερό που επισύρει την κατάρα θα εισέλθει εντός της και θα γίνει πικρό και η κοιλιά της θα πρηστεί και οι μηροί της θα σαπίσουν και η γυναίκα θα έχει την κατάρα του λαού της.» Αν, κατά τύχην, μία γυναίκα κατάπινε το σιχαμένο ποτό και δεν έδειχνε συμπτώματα φυσικής αρρώστιας, απαλλάσσετο από τις κατηγορίες που είχαν γίνει από το ζηλότυπο σύζυγό της. |
|
70:10.6 (795.3) The Old Testament records one of these ordeals, a marital guilt test: If a man suspected his wife of being untrue to him, he took her to the priest and stated his suspicions, after which the priest would prepare a concoction consisting of holy water and sweepings from the temple floor. After due ceremony, including threatening curses, the accused wife was made to drink the nasty potion. If she was guilty, “the water that causes the curse shall enter into her and become bitter, and her belly shall swell, and her thighs shall rot, and the woman shall be accursed among her people.” If, by any chance, any woman could quaff this filthy draught and not show symptoms of physical illness, she was acquitted of the charges made by her jealous husband. |
70:10.7 (795.4) Οι φρικαλέες αυτές μέθοδοι ανίχνευσης του εγκλήματος εφαρμόζονταν από όλες σχεδόν τις εξελισσόμενες φυλές, τη μία, ή την άλλη εποχή. Η μονομαχία αποτελεί πιο σύγχρονη εκδοχή της δοκιμασίας μέσα από δεινοπαθήματα. |
|
70:10.7 (795.4) These atrocious methods of crime detection were practiced by almost all the evolving tribes at one time or another. Dueling is a modern survival of the trial by ordeal. |
70:10.8 (795.5) Δεν είναι άξιον απορίας το ότι οι Εβραίοι, αλλά και άλλες ημι-πολιτισμένες φυλές εφάρμοζαν τέτοιες πρωτόγονες τεχνικές απόδοσης της δικαιοσύνης τρεις χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά είναι απολύτως εκπληκτικό το ότι σκεπτόμενοι άνθρωποι διατήρησαν, στη συνέχεια, ένα τέτοιο κατάλοιπο βαρβαρισμού μέσα στις σελίδες μιας συλλογής ιερών γραφών. Μια στοχαστική θεώρηση θα καθιστούσε σαφές ότι καμία θεία ύπαρξη δεν έδωσε ποτέ στο θνητό άνθρωπο τόσο άδικες εντολές σχετικά με την ανίχνευση και την τιμωρία υποθετικής απιστίας στο γάμο. |
|
70:10.8 (795.5) It is not to be wondered that the Hebrews and other semicivilized tribes practiced such primitive techniques of justice administration three thousand years ago, but it is most amazing that thinking men would subsequently retain such a relic of barbarism within the pages of a collection of sacred writings. Reflective thinking should make it clear that no divine being ever gave mortal man such unfair instructions regarding the detection and adjudication of suspected marital unfaithfulness. |
70:10.9 (795.6) Η κοινωνία υιοθέτησε από νωρίς την άποψη της ανταπόδοσης αντιποίνων: οφθαλμόν αντί οφθαλμού, ζωή αντί ζωής. Οι εξελισσόμενες φυλές αναγνώριζαν όλες το δικαίωμα αυτό της δια του αίματος εκδίκησης. Η εκδίκηση έγινε σκοπός για τους πρωτόγονους, ωστόσο η θρησκεία έχει από τότε μεταβάλλει σε μεγάλο βαθμό αυτές τις πανάρχαιες πρακτικές των φυλών. Οι διδάσκαλοι της αποκαλυφθείσας θρησκείας κήρυσσαν πάντα, «’Η εκδίκηση είναι δική μου’, λέγει ο Κύριος.» Ο φόνος από εκδίκηση κατά τους πανάρχαιους καιρούς δεν ήταν εντελώς διαφορετικός από τις σημερινές δολοφονίες υπό το πρόσχημα του άγραφου νόμου. |
|
70:10.9 (795.6) Society early adopted the paying-back attitude of retaliation: an eye for an eye, a life for a life. The evolving tribes all recognized this right of blood vengeance. Vengeance became the aim of primitive life, but religion has since greatly modified these early tribal practices. The teachers of revealed religion have always proclaimed, “‘Vengeance is mine,’ says the Lord.” Vengeance killing in early times was not altogether unlike present-day murders under the pretense of the unwritten law. |
70:10.10 (795.7) Η αυτοκτονία αποτελούσε κοινή πρακτική αντεκδίκησης. Αν κάποιος δεν μπορούσε να πάρει εκδίκηση εν ζωή, πέθαινε, απολαμβάνοντας την πεποίθηση ότι, ως πνεύμα, θα επέστρεφε και θα εκδικείτο τον εχθρό του. Και, εφ’ όσον η πεποίθηση αυτή ήταν γενικευμένη, η απειλή της αυτοκτονίας στο κατώφλι του εχθρού, αρκούσε συνήθως για να επιτευχθεί συμφωνία. Ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν θεωρούσε τη ζωή πολύτιμη. Η αυτοκτονία για ασήμαντες αφορμές ήταν συνηθισμένη, οι διδασκαλίες, ωστόσο, των Νταλαμεϊτιανών ελάττωσαν σε μεγάλο βαθμό το έθιμο αυτό, ενώ σε πιο πρόσφατους καιρούς, ο ελεύθερος χρόνος, οι ανέσεις, η θρησκεία και η φιλοσοφία ενώθηκαν για να κάνουν τη ζωή πιο γλυκειά και πιο επιθυμητή. ΟΙ απεργίες πείνας, πάντως, αποτελούν μία σύγχρονη αναλογία αυτού του παλιοκαιρίτικου τρόπου αντιποίνων. |
|
70:10.10 (795.7) Suicide was a common mode of retaliation. If one were unable to avenge himself in life, he died entertaining the belief that, as a ghost, he could return and visit wrath upon his enemy. And since this belief was very general, the threat of suicide on an enemy’s doorstep was usually sufficient to bring him to terms. Primitive man did not hold life very dear; suicide over trifles was common, but the teachings of the Dalamatians greatly lessened this custom, while in more recent times leisure, comforts, religion, and philosophy have united to make life sweeter and more desirable. Hunger strikes are, however, a modern analogue of this old-time method of retaliation. |
70:10.11 (796.1) Μία από τις πρώτες διατυπώσεις του προηγμένου νόμου των φυλών είχε να κάνει με την ανάληψη της βεντέτας αίματος από τη φυλή, ως υπόθεση που την αφορούσε. Είναι παράξενο, ωστόσο, να αναφέρουμε, ότι ακόμη και τότε, ένας άνδρας μπορούσε να σκοτώσει τη γυναίκα του χωρίς τιμωρία, με την προϋπόθεση ότι είχε πληρώσει ολόκληρο το ποσό που απαιτείτο γι’ αυτήν. Οι σημερινοί Εσκιμώοι, πάντως, εξακολουθούν να αφήνουν την ποινή για ένα έγκλημα, ακόμη και για φόνο, να ορισθεί και να εφαρμοσθεί από την οικογένεια που προκάλεσε τη βλάβη. |
|
70:10.11 (796.1) One of the earliest formulations of advanced tribal law had to do with the taking over of the blood feud as a tribal affair. But strange to relate, even then a man could kill his wife without punishment provided he had fully paid for her. The Eskimos of today, however, still leave the penalty for a crime, even for murder, to be decreed and administered by the family wronged. |
70:10.12 (796.2) Μία επιπλέον πρόοδος ήταν η επιβολή προστίμων για παραβιάσεις των απαγορεύσεων, η διάταξη κυρώσεων. Τα πρόστιμα αυτά απετέλεσαν τα πρώτα δημόσια έσοδα. Η πρακτική της πληρωμής του «χρήματος του αίματος» έγινε, επίσης, της μόδας ως υποκατάστατο της δια του αίματος εκδίκησης. Τέτοιες βλάβες πληρώνονταν συνήθως σε γυναίκες, ή κοπάδια. Πέρασε πάρα πολύς καιρός πριν επιβληθούν πραγματικά πρόστιμα, χρηματικές αποζημιώσεις, ως ποινή για το έγκλημα. Και, εφ’ όσον η έννοια της ποινής ήταν, βασικά, η αποζημίωση, κάθε τι, περιλαμβανομένης και της ανθρώπινης ζωής, έφθασε, τελικά, να έχει μία τιμή με την οποία μπορούσε να πληρώσει τις βλάβες. Οι Εβραίοι ήταν οι πρώτοι που κατήργησαν την πρακτική της πληρωμής του χρήματος του αίματος. Ο Μωυσής δίδαξε ότι «δεν έπρεπε να αποζημιώνονται για τη ζωή ενός δολοφόνου, ενός που είναι ένοχος θανάτου. Είναι βέβαιο ότι θα θανατωθεί.» |
|
70:10.12 (796.2) Another advance was the imposition of fines for taboo violations, the provision of penalties. These fines constituted the first public revenue. The practice of paying “blood money” also came into vogue as a substitute for blood vengeance. Such damages were usually paid in women or cattle; it was a long time before actual fines, monetary compensation, were assessed as punishment for crime. And since the idea of punishment was essentially compensation, everything, including human life, eventually came to have a price which could be paid as damages. The Hebrews were the first to abolish the practice of paying blood money. Moses taught that they should “take no satisfaction for the life of a murderer, who is guilty of death; he shall surely be put to death.” |
70:10.13 (796.3) Έτσι, λοιπόν, η δικαιοσύνη αρχικά απονεμήθηκε από την οικογένεια, κατόπιν από τη φατρία και πολύ αργότερα από την φυλή. Η εφαρμογή της πραγματικής δικαιοσύνης χρονολογείται από την εποχή όπου η εκδίκηση έφυγε από τα χέρια των ιδιωτικών και συγγενικών ομάδων και εναποτέθηκε στα χέρια της κοινωνικής ομάδας, του κράτους. |
|
70:10.13 (796.3) Justice was thus first meted out by the family, then by the clan, and later on by the tribe. The administration of true justice dates from the taking of revenge from private and kin groups and lodging it in the hands of the social group, the state. |
70:10.14 (796.4) Η τιμωρία με το θάνατο στην πυρά υπήρξε κάποτε κοινή πρακτική. Αναγνωρίζετο από πολλούς αρχαίους κυβερνήτες, του Χαμουραμπί και του Μωυσή περιλαμβανομένων, με τον τελευταίο να επιτάσσει ότι πολλά εγκλήματα, ιδίως εκείνα τα σοβαρής σεξουαλικής φύσης, έπρεπε να τιμωρούνται με θάνατο στην πυρά, πάνω σ’ ένα πάσσαλο. Αν «η θυγατέρα ενός ιερέα», ή άλλου επιφανούς πολίτη εστρέφετο στην πορνεία, ήταν Εβραϊκό έθιμο να «την καίνε στην πυρά.» |
|
70:10.14 (796.4) Punishment by burning alive was once a common practice. It was recognized by many ancient rulers, including Hammurabi and Moses, the latter directing that many crimes, particularly those of a grave sex nature, should be punished by burning at the stake. If “the daughter of a priest” or other leading citizen turned to public prostitution, it was the Hebrew custom to “burn her with fire.” |
70:10.15 (796.5) Η προδοσία – το «πούλημα», ή το «κάρφωμα» των συντρόφων κάποιου μέσα στη φυλή – υπήρξε το πρώτο έγκλημα που τιμωρήθηκε με θάνατο. Η κλοπή των κοπαδιών τιμωρείτο παγκοσμίως με άμεσο θάνατο, ενώ ακόμη και πρόσφατα, η κλοπή των αλόγων τιμωρείτο με παρόμοιο τρόπο. Καθώς, όμως, περνούσε ο καιρός έγινε σαφές ότι η σοβαρότητα της ποινής δεν είχε τόσο μεγάλη αξία για την αποθάρρυνση του εγκλήματος, όσο είχε η βεβαιότητα της τιμωρίας και η ταχύτητά της. |
|
70:10.15 (796.5) Treason—the “selling out” or betrayal of one’s tribal associates—was the first capital crime. Cattle stealing was universally punished by summary death, and even recently horse stealing has been similarly punished. But as time passed, it was learned that the severity of the punishment was not so valuable a deterrent to crime as was its certainty and swiftness. |
70:10.16 (796.6) Όταν η κοινωνία δεν κατορθώνει να τιμωρήσει το έγκλημα, η ομαδική προσβολή εκφράζει τη διαμαρτυρία της ως νόμος του Λυντς. Η παροχή ασύλου ήταν ένας τρόπος για να διαφύγει κάποιος την αιφνίδια αυτή οργή της ομάδας. Το λυντσάρισμα και η μονομαχία αντιπροσωπεύουν την απροθυμία του ατόμου να εναποθέσει την προσωπική του αποκατάσταση στην πολιτεία. |
|
70:10.16 (796.6) When society fails to punish crimes, group resentment usually asserts itself as lynch law; the provision of sanctuary was a means of escaping this sudden group anger. Lynching and dueling represent the unwillingness of the individual to surrender private redress to the state. |
11. ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ^top |
|
11. Laws and Courts ^top |
70:11.1 (796.7) Είναι τόσο δύσκολο το να τεθεί σαφής διαχωρισμός μεταξύ νόμων και εθίμων, όσο το να προσδιορισθεί ποια στιγμή ακριβώς, την αυγή, τη νύκτα διαδέχεται η ημέρα. Τα έθιμα είναι νόμος αλλά και αστυνομικές διατάξεις εν τω γίγνεσθαι. Όταν παγιωθούν για πάρα πολύ καιρό, τα απροσδιόριστα έθιμα τείνουν να αποκρυσταλλωθούν σε ακριβείς νόμους, άκαμπτους κανονισμούς και σαφώς καθορισμένες κοινωνικές συνθήκες. |
|
70:11.1 (796.7) It is just as difficult to draw sharp distinctions between mores and laws as to indicate exactly when, at the dawning, night is succeeded by day. Mores are laws and police regulations in the making. When long established, the undefined mores tend to crystallize into precise laws, concrete regulations, and well-defined social conventions. |
70:11.2 (796.8) Ο νόμος αρχικά είναι πάντα αρνητικός και απαγορευτικός. Σε προοδευμένους πολιτισμούς γίνεται όλο και περισσότερο θετικός και κατευθυντήριος. Η αρχική κοινωνία λειτουργούσε αρνητικά, παραχωρώντας στο άτομο το δικαίωμα να ζει, με την επιβολή εφ’ όλων των άλλων της εντολής «δεν θα σκοτώσεις.» Κάθε παραχώρηση δικαιωμάτων, ή ελευθεριών προς το άτομο συνεπάγεται περιστολή των ελευθεριών των άλλων και τούτο επιτυγχάνεται δια των απαγορεύσεων, του πρωτόγονου νόμου. Ολόκληρη η άποψη περί απαγορευμένου είναι εγγενώς αρνητική, επειδή η πρωτόγονη κοινωνία υπήρξε καθ’ ολοκληρίαν αρνητική στην οργάνωσή της και εφαρμογή, αρχικά, της δικαιοσύνης συνίστατο στην ενίσχυση των απαγορεύσεων. Ωστόσο αρχικά, οι νόμοι αυτοί εφαρμόζονταν μόνο στα μέλη της φυλής, όπως φαίνεται στους μετέπειτα Εβραίους, οι οποίοι είχαν ένα διαφορετικό κώδικα δεοντολογίας για τις συναλλαγές τους με τους μη Εβραίους. |
|
70:11.2 (796.8) Law is always at first negative and prohibitive; in advancing civilizations it becomes increasingly positive and directive. Early society operated negatively, granting the individual the right to live by imposing upon all others the command, “you shall not kill.” Every grant of rights or liberty to the individual involves curtailment of the liberties of all others, and this is effected by the taboo, primitive law. The whole idea of the taboo is inherently negative, for primitive society was wholly negative in its organization, and the early administration of justice consisted in the enforcement of the taboos. But originally these laws applied only to fellow tribesmen, as is illustrated by the later-day Hebrews, who had a different code of ethics for dealing with the gentiles. |
70:11.3 (797.1) Ο όρκος πρωτάρχισε την εποχή της Νταλαμέιτια σε μία προσπάθεια να καταστήσει την κατάθεση περισσότερο ειλικρινή. Τέτοιοι όρκοι συνίσταντο στην απαγγελία κατάρας πάνω σε κάποιον. Προηγούμενα, κανείς δεν κατέθετε εις βάρος της φυλής του. |
|
70:11.3 (797.1) The oath originated in the days of Dalamatia in an effort to render testimony more truthful. Such oaths consisted in pronouncing a curse upon oneself. Formerly no individual would testify against his native group. |
70:11.4 (797.2) Το έγκλημα αποτελούσε προσβολή των εθίμων της φυλής, η αμαρτία ήταν καταστρατήγηση των απαγορεύσεων εκείνων οι οποίες ετύγχαναν της επιδοκιμασίας των πνευμάτων, ενώ υπήρχε μεγάλη σύγχυση, οφειλόμενη στην αδυναμία να διαχωρισθεί το έγκλημα από την αμαρτία. |
|
70:11.4 (797.2) Crime was an assault upon the tribal mores, sin was the transgression of those taboos which enjoyed ghost sanction, and there was long confusion due to the failure to segregate crime and sin. |
70:11.5 (797.3) Η ιδιοτέλεια καθιέρωσε την απαγόρευση στη δολοφονία, η κοινωνία επικύρωσε την απαγόρευση ως παραδοσιακή ηθική, ενώ η θρησκεία καθαγίασε το έθιμο ως ηθικό νόμο και έτσι οι τρεις αυτοί παράγοντες συνωμότησαν στο να καταστεί η ανθρώπινη ζωή ασφαλέστερη και ιερή. Η κοινωνία δεν θα μπορούσε να μείνει συγκροτημένη κατά τους πρώιμους χρόνους αν τα δικαιώματα δεν είχαν την επιδοκιμασία της θρησκείας. Η πρόληψη ήταν η ηθική και κοινωνική αστυνομική δύναμη των μακραίωνων εξελικτικών εποχών. Όλοι οι αρχαίοι ισχυρίζονταν ότι οι παλαιότεροι νομοι τους, οι απαγορεύσεις, είχαν δοθεί στους προγόνους τους από τους θεούς. |
|
70:11.5 (797.3) Self-interest established the taboo on killing, society sanctified it as traditional mores, while religion consecrated the custom as moral law, and thus did all three conspire in rendering human life more safe and sacred. Society could not have held together during early times had not rights had the sanction of religion; superstition was the moral and social police force of the long evolutionary ages. The ancients all claimed that their olden laws, the taboos, had been given to their ancestors by the gods. |
70:11.6 (797.4) Ο νόμος αποτελεί την κωδικοποιημένη καταγραφή της μακράς ανθρώπινης εμπειρίας, της κοινής γνώμης αποκρυσταλλωμένης και νομιμοποιημένης. Τα έθιμα ήσαν η πρώτη ύλη της συσσωρευμένης εμπειρίας, από την οποία αργότερα, οι άρχουσες διάνοιες διατύπωσαν τους γραπτούς νόμους. Ο αρχαίος δικαστής δεν είχε νόμους. Όταν έβγαζε μία απόφαση, απλά έλεγε: «Είναι το έθιμο.» |
|
70:11.6 (797.4) Law is a codified record of long human experience, public opinion crystallized and legalized. The mores were the raw material of accumulated experience out of which later ruling minds formulated the written laws. The ancient judge had no laws. When he handed down a decision, he simply said, “It is the custom.” |
70:11.7 (797.5) Η αναφορά σε προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις αντιπροσωπεύει την προσπάθεια των δικαστών να προσαρμόσουν τους γραπτούς νόμους στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της κοινωνίας. Τούτο διασφαλίζει την προοδευτική προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες, σε συνδυασμό με την εντύπωση που δημιουργεί η παραδοσιακή συνέχιση. |
|
70:11.7 (797.5) Reference to precedent in court decisions represents the effort of judges to adapt written laws to the changing conditions of society. This provides for progressive adaptation to altering social conditions combined with the impressiveness of traditional continuity. |
70:11.8 (797.6) Οι σχετικές με την ιδιοκτησία διαφωνίες αντιμετωπίζονταν με πολλούς τρόπους, όπως: |
|
70:11.8 (797.6) Property disputes were handled in many ways, such as: |
70:11.9 (797.7) 1. Με την καταστροφή της επίμαχης ιδιοκτησίας. |
|
70:11.9 (797.7) 1. By destroying the disputed property. |
70:11.10 (797.8) 2. Δια της βίας – οι αντιμαχόμενοι την διεκδικούσαν. |
|
70:11.10 (797.8) 2. By force—the contestants fought it out. |
70:11.11 (797.9) 3. Με διαιτησία – ένας τρίτος αποφάσιζε. |
|
70:11.11 (797.9) 3. By arbitration—a third party decided. |
70:11.12 (797.10) 4. Με έφεση στους γεροντότερους- αργότερα στα δικαστήρια. |
|
70:11.12 (797.10) 4. By appeal to the elders—later to the courts. |
70:11.13 (797.11) Τα πρώτα δικαστήρια ήταν οργανωμένες πυγμαχίες. Οι δικαστές ήταν απλά κριτές, ή διαιτητές. Φρόντιζαν ώστε ο αγώνας να διεξάγεται σύμφωνα με αποδεκτούς κανόνες. Όταν εμπλέκονταν σε δικαστικό αγώνα, κάθε μέρος έκανε μια κατάθεση στο δικαστή να πληρώσει το κόστος και το πρόστιμο αφού ο ένας θα είχε ηττηθεί από τον άλλο. «Ο ισχυρός είχε πάντα δίκιο.» Αργότερα, οι φραστικές αντιδικίες υποκατέστησαν τα σωματικά κτυπήματα. |
|
70:11.13 (797.11) The first courts were regulated fistic encounters; the judges were merely umpires or referees. They saw to it that the fight was carried on according to approved rules. On entering a court combat, each party made a deposit with the judge to pay the costs and fine after one had been defeated by the other. “Might was still right.” Later on, verbal arguments were substituted for physical blows. |
70:11.14 (797.12) Η όλη αντίληψη της πρωτόγονης δικαιοσύνης δεν ήταν τόσο το να είναι σωστή, όσο το να διευθετήσει τη διαφωνία και εξ αυτού να αποτρέψει τη δημόσια αταξία και την ατομική βία. Ο πρωτόγονος, όμως, άνθρωπος δεν δυσανασχετούσε μ’ αυτό που τώρα θεωρείται αδικία. Ήταν δεδομένο ότι εκείνοι που διέθεταν δύναμη θα τη χρησιμοποιούσαν ιδιοτελώς. Παρά ταύτα, η κατάσταση του κάθε πολιτισμού μπορεί να προσδιορισθεί με ακρίβεια από την πληρότητα και την αμεροληψία των δικαστηρίων του, αλλά και από την ακεραιότητα των δικαστών του. |
|
70:11.14 (797.12) The whole idea of primitive justice was not so much to be fair as to dispose of the contest and thus prevent public disorder and private violence. But primitive man did not so much resent what would now be regarded as an injustice; it was taken for granted that those who had power would use it selfishly. Nevertheless, the status of any civilization may be very accurately determined by the thoroughness and equity of its courts and by the integrity of its judges. |
12. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ^top |
|
12. Allocation of Civil Authority ^top |
70:12.1 (797.13) Ο μεγάλος αγώνας στην εξέλιξη της διακυβέρνησης αφορούσε στη συγκέντρωση της δύναμης. Οι διοικητές του σύμπαντος έχουν μάθει από πείρα ότι οι εξελικτικοί λαοί στους κατοικημένους κόσμους κυβερνώνται καλύτερα με τον δι’ αντιπροσώπων τύπο πολιτικής κυβέρνησης, όταν διατηρείται σωστή ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των σωστά συντονισμένων εκτελεστικών, νομοθετικών και δικαστικών κλάδων. |
|
70:12.1 (797.13) The great struggle in the evolution of government has concerned the concentration of power. The universe administrators have learned from experience that the evolutionary peoples on the inhabited worlds are best regulated by the representative type of civil government when there is maintained proper balance of power between the well-co-ordinated executive, legislative, and judicial branches. |
70:12.2 (798.1) Ενώ η πρωτόγονη εξουσία βασίζετο στην ισχύ, την φυσική δύναμη, η ιδανική κυβέρνηση είναι το δι’ αντιπροσώπων σύστημα όπου η αρχηγία βασίζεται στην ικανότητα, την εποχή, όμως, του βαρβαρισμού γίνονταν, συνολικά, πάρα πολλοί πόλεμοι, ώστε να επιτραπεί σε μία κυβέρνηση αντιπροσώπων να λειτουργήσει ικανοποιητικά. Κατά τον μακραίωνο αγώνα μεταξύ της κατανομής της εξουσίας και της ενότητας της ηγεσίας, νίκησαν οι δικτάτορες. Οι αρχικές και διάχυτες δυνάμεις του πρωτόγονου συμβουλίου των γερόντων συγκεντρώθηκαν σταδιακά στο πρόσωπο του απόλυτου μονάρχη. Μετά την εμφάνιση των πραγματικών βασιλέων οι ομάδες των γερόντων παρέμειναν ως ημι-νομοθετικά, ημι-δικαστικά συμβουλευτικά σώματα. Αργότερα εμφανίσθηκε η συντονισμένη νομοθετική εξουσία και τελικά τα ανώτατα δικαστήρια κρίσης ιδρύθηκαν χωριστά από το νομοθετικό σώμα. |
|
70:12.2 (798.1) While primitive authority was based on strength, physical power, the ideal government is the representative system wherein leadership is based on ability, but in the days of barbarism there was entirely too much war to permit representative government to function effectively. In the long struggle between division of authority and unity of command, the dictator won. The early and diffuse powers of the primitive council of elders were gradually concentrated in the person of the absolute monarch. After the arrival of real kings the groups of elders persisted as quasi-legislative-judicial advisory bodies; later on, legislatures of co-ordinate status made their appearance, and eventually supreme courts of adjudication were established separate from the legislatures. |
70:12.3 (798.2) Ο βασιλιάς ήταν εκείνος που εφάρμοζε τα έθιμα, τον αρχικό, ή άγραφο νόμο. Αργότερα επέβαλε τις νομοθετικές πράξεις, την αποκρυστάλλωση της κοινής γνώμης. Η λαϊκή συγκέντρωση, ως έκφραση της κοινής γνώμης, αν και άργησε να εμφανισθεί, σηματοδότησε μεγάλη κοινωνική πρόοδο. |
|
70:12.3 (798.2) The king was the executor of the mores, the original or unwritten law. Later he enforced the legislative enactments, the crystallization of public opinion. A popular assembly as an expression of public opinion, though slow in appearing, marked a great social advance. |
70:12.4 (798.3) Οι πρώτοι βασιλείς περιορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από τα έθιμα – από την παράδοση, ή από την κοινή γνώμη. Σε πρόσφατους χρόνους, ορισμένα έθνη της Ουράντια κωδικοποίησαν τα έθιμα αυτά σε τεκμηριωμένα θεμέλια για την κυβέρνηση. |
|
70:12.4 (798.3) The early kings were greatly restricted by the mores—by tradition or public opinion. In recent times some Urantia nations have codified these mores into documentary bases for government. |
70:12.5 (798.4) Οι θνητοί της Ουράντια έχουν δικαίωμα στην ελευθερία. Πρέπει να δημιουργήσουν δικά τους συστήματα διακυβέρνησης. Πρέπει να προσαρμόσουν τους θεσμούς τους, ή τις άλλες συμβάσεις δημόσιας εξουσίας και διοικητικής δικονομίας. Και αφού το κάνουν αυτό, πρέπει να επιλέξουν τους πλέον ικανούς και αξιόλογους συνανθρώπους τους, ως διοικητές. Ως αντιπροσώπους στον νομοθετικό κλάδο πρέπει να επιλέξουν μόνον εκείνους οι οποίοι έχουν τα εφόδια διανοητικά και ηθικά για να εκπληρώσουν αυτές τις ιερές ευθύνες. Ως δικαστές των ανώτερων και ανώτατων δικαστηρίων τους, μόνον εκείνοι οι οποίοι διαθέτουν φυσική ικανότητα και που έχουν αποκτήσει σοφία μέσα από μεγάλη εμπειρία πρέπει να εκλέγονται. |
|
70:12.5 (798.4) Urantia mortals are entitled to liberty; they should create their systems of government; they should adopt their constitutions or other charters of civil authority and administrative procedure. And having done this, they should select their most competent and worthy fellows as chief executives. For representatives in the legislative branch they should elect only those who are qualified intellectually and morally to fulfill such sacred responsibilities. As judges of their high and supreme tribunals only those who are endowed with natural ability and who have been made wise by replete experience should be chosen. |
70:12.6 (798.5) Αν οι άνθρωποι επιθυμούν να διατηρήσουν την ελευθερία τους, πρέπει, αφού επιλέξουν το σύνταγμα της ελευθερίας αυτής, να μεριμνήσουν για τη συνετή, ευφυή και θαρραλέα ερμηνεία της, μέχρι του σημείου όπου μπορεί να αποτραπεί: |
|
70:12.6 (798.5) If men would maintain their freedom, they must, after having chosen their charter of liberty, provide for its wise, intelligent, and fearless interpretation to the end that there may be prevented: |
70:12.7 (798.6) 1. Η ιδιοποίηση αθέμιτης δύναμης είτε από τον εκτελεστικό, είτε από τον νομοθετικό κλάδο. |
|
70:12.7 (798.6) 1. Usurpation of unwarranted power by either the executive or legislative branches. |
70:12.8 (798.7) 2. Οι σκευωρίες αδαών και προληπτικών ταραξιών. |
|
70:12.8 (798.7) 2. Machinations of ignorant and superstitious agitators. |
70:12.9 (798.8) 3. Η καθυστέρηση της επιστημονικής προόδου. |
|
70:12.9 (798.8) 3. Retardation of scientific progress. |
70:12.10 (798.9) 4. Το αδιέξοδο της κυριαρχίας των μετριοτήτων. |
|
70:12.10 (798.9) 4. Stalemate of the dominance of mediocrity. |
70:12.11 (798.10) 5. Η επικράτηση διεφθαρμένων μειονοτήτων. |
|
70:12.11 (798.10) 5. Domination by vicious minorities. |
70:12.12 (798.11) 6. Ο έλεγχος από φιλόδοξους και επιτήδειους υποψήφιους δικτάτορες. |
|
70:12.12 (798.11) 6. Control by ambitious and clever would-be dictators. |
70:12.13 (798.12) 7. Η καταστροφική διάσπαση εξ αιτίας του φόβου. |
|
70:12.13 (798.12) 7. Disastrous disruption of panics. |
70:12.14 (798.13) 8. Η εκμετάλλευση από τους ασυνείδητους. |
|
70:12.14 (798.13) 8. Exploitation by the unscrupulous. |
70:12.15 (798.14) 9. Η υποδούλωση εξ αιτίας της φορολογίας των πολιτών από το κράτος. |
|
70:12.15 (798.14) 9. Taxation enslavement of the citizenry by the state. |
70:12.16 (798.15) 10. Η αποτυχία της κοινωνικής και οικονομικής δικαιοσύνης. |
|
70:12.16 (798.15) 10. Failure of social and economic fairness. |
70:12.17 (798.16) 11. Η ενότητα εκκλησίας και κράτους. |
|
70:12.17 (798.16) 11. Union of church and state. |
70:12.18 (798.17) 12. Η απώλεια της ατομικής ελευθερίας. |
|
70:12.18 (798.17) 12. Loss of personal liberty. |
70:12.19 (798.18) Αυτοί είναι οι σκοποί και οι επιδιώξεις των συνταγματικών δικαστηρίων τα οποία λειτουργούν ως ελεγκτές των μηχανισμών των δι’ αντιπροσώπων κυβερνήσεων σ’ έναν εξελικτικό κόσμο. |
|
70:12.19 (798.18) These are the purposes and aims of constitutional tribunals acting as governors upon the engines of representative government on an evolutionary world. |
70:12.20 (799.1) Ο αγώνας της ανθρωπότητας να τελειοποιήσει τη διακυβέρνηση στην Ουράντια έχει να κάνει με την τελειοποίηση των μέσων διοίκησης, με την προσαρμογή τους στο διαρκώς μεταβαλλόμενο ρεύμα των αναγκών, με τη βελτιούμενη κατανομή δυνάμεων μέσα στους κόλπους των κυβερνήσεων και, κατόπιν, με την επιλογή αρχηγών διοίκησης πραγματικά συνετών. Ενώ υπάρχει μία θεία και ιδανική μορφή κυβέρνησης, αυτή δεν μπορεί να αποκαλυφθεί, αλλά πρέπει αργά και με κόπο να την ανακαλύψουν οι άνδρες και οι γυναίκες κάθε πλανήτη, σ’ ολόκληρη την έκταση των συμπάντων του χρόνου και του διαστήματος. |
|
70:12.20 (799.1) Mankind’s struggle to perfect government on Urantia has to do with perfecting channels of administration, with adapting them to ever-changing current needs, with improving power distribution within government, and then with selecting such administrative leaders as are truly wise. While there is a divine and ideal form of government, such cannot be revealed but must be slowly and laboriously discovered by the men and women of each planet throughout the universes of time and space. |
70:12.21 (799.2) [Παρουσιάσθηκε από έναν Μελχισεδέκ του Νέβαδον.] |
|
70:12.21 (799.2) [Presented by a Melchizedek of Nebadon.] |