Εγγραφο 82 |
|
Paper 82 |
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ |
|
The Evolution of Marriage |
82:0.1 (913.1) Ο γάμος –η συνεύρεση – αναπτύσσεται μέσα από την αμφισεξουαλικότητα. Ο γάμος αποτελεί την αντιδραστική προσαρμογή του ανθρώπου σ’ αυτή την αμφισεξουαλικότητα, ενώ η οικογενειακή ζωή είναι το συνολικό αποτέλεσμα που απορρέει από όλες αυτές τις εξελικτικές και προσαρμοστικές διευθετήσεις. Ο γάμος είναι ανθεκτικός. Δεν είναι εγγενής στη βιολογική εξέλιξη, αλλά είναι η βάση κάθε κοινωνικής εξέλιξης και γι’ αυτό είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθήσει να υφίσταται σε κάποια μορφή. Ο γάμος προσέφερε στην ανθρωπότητα την εστία και η εστία αποτελεί την κορωνίδα ολόκληρου του μακραίωνου και δύσκολου εξελικτικού αγώνα. |
|
82:0.1 (913.1) MARRIAGE—mating—grows out of bisexuality. Marriage is man’s reactional adjustment to such bisexuality, while the family life is the sum total resulting from all such evolutionary and adaptative adjustments. Marriage is enduring; it is not inherent in biologic evolution, but it is the basis of all social evolution and is therefore certain of continued existence in some form. Marriage has given mankind the home, and the home is the crowning glory of the whole long and arduous evolutionary struggle. |
82:0.2 (913.2) Ενώ οι θρησκευτικοί, κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί θεσμοί είναι όλοι θεμελιακοί για την επιβίωση του ανθρωπιστικού πολιτισμού, η οικογένεια είναι ο ανώτερος εκπολιτιστής. Ένα παιδί μαθαίνει το μεγαλύτερο μέρος των βασικών της ζωής από την οικογένεια και τους γείτονές του. |
|
82:0.2 (913.2) While religious, social, and educational institutions are all essential to the survival of cultural civilization, the family is the master civilizer. A child learns most of the essentials of life from his family and the neighbors. |
82:0.3 (913.3) Οι άνθρωποι των παλιότερων καιρών δεν διέθεταν πολύ πλούσιο κοινωνικό πολιτισμό, αλλά αυτόν που είχαν, τον μετέδωσαν πιστά και αποτελεσματικά στην επόμενη γενιά. Και πρέπει να αναγνωρίσετε ότι οι περισσότεροι από τους πολιτισμούς αυτούς του παρελθόντος συνέχισαν να εξελίσσονται με το ελάχιστο των άλλων απαραίτητων θεσμικών επιδράσεων, επειδή η οικογένεια λειτουργούσε αποτελεσματικά. Σήμερα οι ανθρώπινες φυλές διαθέτουν μια πλούσια κοινωνική και πολιτισμική κληρονομιά που πρέπει με σύνεση και αποφασιστικότητα να μεταδοθεί στις επόμενες γενιές. Η οικογένεια, ως εκπαιδευτικός θεσμός, πρέπει να διατηρηθεί. |
|
82:0.3 (913.3) The humans of olden times did not possess a very rich social civilization, but such as they had they faithfully and effectively passed on to the next generation. And you should recognize that most of these civilizations of the past continued to evolve with a bare minimum of other institutional influences because the home was effectively functioning. Today the human races possess a rich social and cultural heritage, and it should be wisely and effectively passed on to succeeding generations. The family as an educational institution must be maintained. |
1. ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΣΥΝΕΥΡΕΣΗΣ ^top |
|
1. The Mating Instinct ^top |
82:1.1 (913.4) Παρά το χάσμα μεταξύ των προσωπικοτήτων των ανδρών και των γυναικών, η ερωτική παρόρμηση αρκεί για να διασφαλίσει το σμίξιμό τους για την αναπαραγωγή του είδους. Το ένστικτο αυτό λειτουργούσε αποτελεσματικά πολύ πριν οι άνθρωποι γνωρίσουν μεγάλο μέρος αυτού που αργότερα ονομάσθηκε αγάπη, αφοσίωση και συζυγική πίστη. Η συνεύρεση αποτελεί εγγενή τάση και ο γάμος είναι το εξελικτικό, κοινωνικό της επακόλουθο. |
|
82:1.1 (913.4) Notwithstanding the personality gulf between men and women, the sex urge is sufficient to insure their coming together for the reproduction of the species. This instinct operated effectively long before humans experienced much of what was later called love, devotion, and marital loyalty. Mating is an innate propensity, and marriage is its evolutionary social repercussion. |
82:1.2 (913.5) Το ενδιαφέρον και η επιθυμία για έρωτα δεν ήσαν πάθη κυριαρχικά στους πρωτόγονους λαούς. Απλά τα θεωρούσαν δεδομένα. Ολόκληρη η αναπαραγωγική εμπειρία ήταν απαλλαγμένη από φανταστικές φιοριτούρες. Το απόλυτα συναρπαστικό ερωτικό πάθος των περισσότερο πολιτισμένων λαών οφείλεται κυρίως στις φυλετικές προσμίξεις, ιδιαίτερα εκεί όπου η εξελικτική φύση έχει διεγερθεί από την συνδετική φαντασία και την εκτίμηση της ομορφιάς των Νοδιτών και των Αδαμιτών. Η Ανδιτική, όμως, αυτή κληρονομιά απορροφήθηκε από τις εξελικτικές φυλές σε τόσο περιορισμένα ποσοστά, ώστε απέτυχε να παράσχει επαρκή αυτοέλεγχο επί των ζωωδών παθών και έτσι αυτά αναζωογονήθηκαν και εκδηλώθηκαν με την ικανότητα για εντονότερο σεξουαλικό ενδιαφέρον και σφοδρότερες ερωτικές επιθυμίες. Από τις εξελικτικές φυλές, ο κόκκινος άνθρωπος διαθέτει τον ανώτερο ερωτικό κώδικα. |
|
82:1.2 (913.5) Sex interest and desire were not dominating passions in primitive peoples; they simply took them for granted. The entire reproductive experience was free from imaginative embellishment. The all-absorbing sex passion of the more highly civilized peoples is chiefly due to race mixtures, especially where the evolutionary nature has been stimulated by the associative imagination and beauty appreciation of the Nodites and Adamites. But this Andite inheritance was absorbed by the evolutionary races in such limited amounts as to fail to provide sufficient self-control for the animal passions thus quickened and aroused by the endowment of keener sex consciousness and stronger mating urges. Of the evolutionary races, the red man had the highest sex code. |
82:1.3 (913.6) Ο ερωτικός συντονισμός σε σχέση με το γάμο υποδηλώνει: |
|
82:1.3 (913.6) The regulation of sex in relation to marriage indicates: |
82:1.4 (913.7) 1. Τη σχετική πρόοδο του πολιτισμού. Ο πολιτισμός απαιτούσε όλο και περισσότερο από τον έρωτα να ικανοποιηθεί μέσα από χρήσιμες διόδους και σύμφωνα με τα έθιμα. |
|
82:1.4 (913.7) 1. The relative progress of civilization. Civilization has increasingly demanded that sex be gratified in useful channels and in accordance with the mores. |
82:1.5 (914.1) 2. Το ποσοστό των Ανδιτικών γόνων σε οποιοδήποτε πληθυσμό. Μεταξύ τέτοιων ομάδων το σεξ έχει γίνει εκφραστής του ανώτερου αλλά και του κατώτερου τόσο στην σωματική, όσο και τη συναισθηματική φύση. |
|
82:1.5 (914.1) 2. The amount of Andite stock in any people. Among such groups sex has become expressive of both the highest and the lowest in both the physical and emotional natures. |
82:1.6 (914.2) Οι φυλές Σαντζίκ διέθεταν φυσιολογικό ζωώδες πάθος, αλλά επεδείκνυαν ελάχιστη φαντασία, ή εκτίμηση για την ομορφιά και τη φυσική γοητεία του αντίθετου φύλου. Αυτό που αποκαλείται σεξουαλική γοητεία απουσιάζει, κυριολεκτικά, ακόμη και από τις σημερινές πρωτόγονες φυλές. Αυτοί οι μη επιμεμειγμένοι πληθυσμοί διαθέτουν σαφές ερωτικό ένστικτο, αλλά ανεπαρκή σεξουαλική έλξη, που να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα, τα οποία θα απαιτούσαν κοινωνικό έλεγχο. |
|
82:1.6 (914.2) The Sangik races had normal animal passion, but they displayed little imagination or appreciation of the beauty and physical attractiveness of the opposite sex. What is called sex appeal is virtually absent even in present-day primitive races; these unmixed peoples have a definite mating instinct but insufficient sex attraction to create serious problems requiring social control. |
82:1.7 (914.3) Το ερωτικό ένστικτο είναι μία από τις κυρίαρχες φυσικές κατευθυντήριες δυνάμεις των ανθρώπινων υπάρξεων. Είναι το μοναδικό πάθος που, με το πρόσχημα της ατομικής ικανοποίησης, ξεγελά αποτελεσματικά τον εγωιστή άνθρωπο στο να τοποθετήσει την ευημερία και τη διαιώνιση της φυλής πολύ ψηλότερα από την προσωπική του ανακούφιση και την ατομική του απαλλαγή από τις ευθύνες. |
|
82:1.7 (914.3) The mating instinct is one of the dominant physical driving forces of human beings; it is the one emotion which, in the guise of individual gratification, effectively tricks selfish man into putting race welfare and perpetuation high above individual ease and personal freedom from responsibility. |
82:1.8 (914.4) Ως θεσμός, ο γάμος, από όταν εμφανίσθηκε ως τη σύγχρονη εποχή, απεικονίζει την κοινωνική εξέλιξη της βιολογικής τάσης για αυτοδιαιώνιση. Η διαιώνιση του εξελισσόμενου ανθρώπινου είδους εξασφαλίζεται δια της παρουσίας αυτής της συνευρετικής παρόρμησης της φυλής, ενός ενστίκτου που αόριστα ονομάζεται ερωτική έλξη. Το σπουδαίο αυτό βιολογικό ένστικτο γίνεται το παρορμητικό κομβικό σημείο για κάθε είδος συναφών ενστίκτων, συναισθημάτων και συνηθειών – σωματικών, διανοητικών, ηθικών και κοινωνικών. |
|
82:1.8 (914.4) As an institution, marriage, from its early beginnings down to modern times, pictures the social evolution of the biologic propensity for self-perpetuation. The perpetuation of the evolving human species is made certain by the presence of this racial mating impulse, an urge which is loosely called sex attraction. This great biologic urge becomes the impulse hub for all sorts of associated instincts, emotions, and usages—physical, intellectual, moral, and social. |
82:1.9 (914.5) Στους άγριους, η προμήθεια της τροφής ήταν το κίνητρο που τους παρότρυνε, όταν, όμως, ο πολιτισμός εξασφαλίσει αφθονία τροφής, το ερωτικό ένστικτο γίνεται, πολλές φορές, η κυρίαρχη παρόρμηση και ως εκ τούτου χρειάζεται πάντα κοινωνική παρέμβαση. Στα ζώα, η ενστικτώδης περιοδικότητα ελέγχει την τάση για ζευγάρωμα, αλλά επειδή ο άνθρωπος είναι σε τόσο μεγάλο βαθμό αυτοελεγχόμενη ύπαρξη, η ερωτική επιθυμία δεν είναι, γενικά, περιοδική. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο για την κοινωνία να επιβάλλει τον αυτοέλεγχο στα άτομα. |
|
82:1.9 (914.5) With the savage, the food supply was the impelling motivation, but when civilization insures plentiful food, the sex urge many times becomes a dominant impulse and therefore ever stands in need of social regulation. In animals, instinctive periodicity checks the mating propensity, but since man is so largely a self-controlled being, sex desire is not altogether periodic; therefore does it become necessary for society to impose self-control upon the individual. |
82:1.10 (914.6) Κανένα ανθρώπινο συναίσθημα, ή ένστικτο, αν μείνει ανεξέλεγκτο και ασυγκράτητο, δεν μπορεί να προκαλέσει τόσο μεγάλο κακό και θλίψη όσο αυτό το πανίσχυρο ερωτικό ένστικτο. Η ευφυής υποταγή του ενστίκτου αυτού στις κοινωνικές επιταγές είναι η ανώτατη δοκιμασία της πραγματικότητας οποιουδήποτε πολιτισμού. Ο αυτοέλεγχος, ο ολοένα μεγαλύτερος αυτοέλεγχος είναι η συνεχώς αυξανόμενη απαίτηση του προοδεύοντος ανθρώπινου είδους. Η μυστικότητα, η ανειλικρίνεια και η υποκρισία μπορούν να καλύψουν τα ερωτικά προβλήματα, αλλά δεν παρέχουν λύσεις, ούτε προάγουν την ηθική. |
|
82:1.10 (914.6) No human emotion or impulse, when unbridled and overindulged, can produce so much harm and sorrow as this powerful sex urge. Intelligent submission of this impulse to the regulations of society is the supreme test of the actuality of any civilization. Self-control, more and more self-control, is the ever-increasing demand of advancing mankind. Secrecy, insincerity, and hypocrisy may obscure sex problems, but they do not provide solutions, nor do they advance ethics. |
2. ΤΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΠΟΥ. ^top |
|
2. The Restrictive Taboos ^top |
82:2.1 (914.7) Η ιστορία της εξέλιξης του γάμου είναι απλά η ιστορία του ελέγχου του σεξ μέσα από τις πιέσεις των κοινωνικών, των θρησκευτικών και των αστικών περιορισμών. Η φύση ουδόλως αναγνωρίζει τα άτομα. Δεν γνωρίζει τα αποκαλούμενα ήθη. Ενδιαφέρεται μόνο και αποκλειστικά για την αναπαραγωγή του είδους. Η φύση επιτακτικά επιμένει στην αναπαραγωγή, αλλά αδιάφορα αφήνει τα συνακόλουθα προβλήματα να επιλυθούν από την κοινωνία, δημιουργώντας, έτσι, ένα αεί παρόν και μείζον πρόβλημα για την εξελικτική ανθρωπότητα. Η κοινωνική αυτή σύγκρουση συνίσταται στον ατέλειωτο πόλεμο μεταξύ των βασικών ενστίκτων και της εξελισσόμενης ηθικής. |
|
82:2.1 (914.7) The story of the evolution of marriage is simply the history of sex control through the pressure of social, religious, and civil restrictions. Nature hardly recognizes individuals; it takes no cognizance of so-called morals; it is only and exclusively interested in the reproduction of the species. Nature compellingly insists on reproduction but indifferently leaves the consequential problems to be solved by society, thus creating an ever-present and major problem for evolutionary mankind. This social conflict consists in the unending war between basic instincts and evolving ethics. |
82:2.2 (914.8) Μεταξύ των πρώιμων φυλών υπήρχε ελάχιστη, ή καμία ρύθμιση των σχέσεων των φύλων. Εξ αιτίας της ασυδοσίας αυτής στο σεξ, δεν υπήρχε καθόλου πορνεία. Σήμερα οι Πυγμαίοι, καθώς και άλλες υποανάπτυκτες ομάδες δεν έχουν το θεσμό του γάμου. Η μελέτη των λαών αυτών αποκαλύπτει τα απλά έθιμα της συνεύρεσης που ακολουθούνται από τις πρωτόγονες φυλές. Ωστόσο, όλοι οι αρχαίοι λαοί πρέπει πάντα να μελετώνται και να κρίνονται υπό το φως των ηθικών προτύπων των ηθών της εποχής τους. |
|
82:2.2 (914.8) Among the early races there was little or no regulation of the relations of the sexes. Because of this sex license, no prostitution existed. Today, the Pygmies and other backward groups have no marriage institution; a study of these peoples reveals the simple mating customs followed by primitive races. But all ancient peoples should always be studied and judged in the light of the moral standards of the mores of their own times. |
82:2.3 (915.1) Ο ελεύθερος έρωτας, πάντως, ουδέποτε βρισκόταν σε υπόληψη, από το επίπεδο των αγρίων και πάνω. Από τη στιγμή που άρχισαν να δημιουργούνται οι κοινωνικές ομάδες, άρχισαν να αναπτύσσονται οι κώδικες του γάμου και οι συζυγικοί περιορισμοί. Έτσι, λοιπόν, η εύρεση συντρόφου(*) προόδευσε μέσω ενός πλήθους μεταβολών, από μία κατάσταση απόλυτης, σχεδόν, ερωτικής ασυδοσίας, στα πρότυπα του εικοστού αιώνα, του, σχετικά απόλυτου, περιορισμού στο σεξ. |
|
82:2.3 (915.1) Free love, however, has never been in good standing above the scale of rank savagery. The moment societal groups began to form, marriage codes and marital restrictions began to develop. Mating has thus progressed through a multitude of transitions from a state of almost complete sex license to the twentieth-century standards of relatively complete sex restriction. |
82:2.4 (915.2) Κατά τα αρχικά στάδια της εξέλιξης των φατριών τα ήθη και οι περιοριστικές απαγορεύσεις ήσαν πολύ σκληρές, αλλά κρατούσαν, πράγματι, τα δύο φύλα χωρισμένα – τούτο ευνοούσε την ησυχία, την τάξη και την τεχνολογική πρόοδο – και έτσι άρχισε η μακραίωνη εξέλιξη του γάμου και της οικογένειας. Τα σεξουαλικά έθιμα της ένδυσης, του στολισμού, καθώς και οι θρησκευτικές πρακτικές προήλθαν από αυτά τα αρχικά ταμπού, τα οποία καθόρισαν το μέγεθος της σεξουαλικής ελευθερίας και τελικά δημιούργησαν τις έννοιες της ακολασίας, του εγκλήματος και της αμαρτίας. Αλλά για πάρα πολλούς αιώνες ήταν έθιμο να αναστέλλονται όλοι οι περί το σεξ κανονισμοί στις μεγάλες γιορτές, ιδιαίτερα την Πρώτη του Μάη(*) |
|
82:2.4 (915.2) In the earliest stages of tribal development the mores and restrictive taboos were very crude, but they did keep the sexes apart—this favored quiet, order, and industry—and the long evolution of marriage and the home had begun. The sex customs of dress, adornment, and religious practices had their origin in these early taboos which defined the range of sex liberties and thus eventually created concepts of vice, crime, and sin. But it was long the practice to suspend all sex regulations on high festival days, especially May Day. |
82:2.5 (915.3) Οι γυναίκες ανέκαθεν υφίσταντο μεγαλύτερα περιοριστικά ταμπού από τους άνδρες. Τα πολύ παλιά ήθη πρόσφεραν τον ίδιο βαθμό σεξουαλικής ελευθερίας στις άγαμες γυναίκες, όπως και στους άνδρες, ωστόσο ανέκαθεν απαιτείτο από τις συζύγους να είναι πιστές στους συζύγους τους. Ο πρωτόγονος γάμος δεν περιόριζε πολύ τις σεξουαλικές ελευθερίες στους άνδρες, αλλά επέβαλε μεγαλύτερους σεξουαλικούς περιορισμούς στη σύζυγο. Οι ύπανδρες γυναίκες έφεραν πάντα ένα σημάδι που τις απομόνωνε, ως τάξη, όπως π.χ. κτένισμα, ενδυμασία, πέπλο, απομόνωση, στόλισμα και δακτυλίδια. |
|
82:2.5 (915.3) Women have always been subject to more restrictive taboos than men. The early mores granted the same degree of sex liberty to unmarried women as to men, but it has always been required of wives that they be faithful to their husbands. Primitive marriage did not much curtail man’s sex liberties, but it did render further sex license taboo to the wife. Married women have always borne some mark which set them apart as a class by themselves, such as hairdress, clothing, veil, seclusion, ornamentation, and rings. |
3. ΤΑ ΠΡΩΙΜΑ ΗΘΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ^top |
|
3. Early Marriage Mores ^top |
82:3.1 (915.4) Ο γάμος αποτελεί τη θεσμική απάντηση του κοινωνικού οργανισμού στην πανταχού παρούσα βιολογική τάση της ακατάπαυστης παρόρμησης του ανθρώπου να αναπαράγεται – να αυτοεξαπλώνεται. Η συνεύρεση είναι συμπαντικά φυσιολογική και όπως η κοινωνία εξελίσσετο από το απλό στο σύνθετο, μια αντίστοιχη εξέλιξη των ηθών της συνεύρεσης έλαβε χώρα, η γένεση του θεσμού του γάμου. Οπουδήποτε η κοινωνική εξέλιξη προοδεύει μέχρι του σημείου στο οποίο δημιουργούνται τα ήθη, εκεί θα βρεθεί ο γάμος, ως εξελικτικός θεσμός. |
|
82:3.1 (915.4) Marriage is the institutional response of the social organism to the ever-present biologic tension of man’s unremitting urge to reproduction—self-propagation. Mating is universally natural, and as society evolved from the simple to the complex, there was a corresponding evolution of the mating mores, the genesis of the marital institution. Wherever social evolution has progressed to the stage at which mores are generated, marriage will be found as an evolving institution. |
82:3.2 (915.5) Ανέκαθεν υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν δύο ξεχωριστοί τομείς στο γάμο: τα ήθη, οι νόμοι που διέπουν τις κοινωνικές πλευρές της συνεύρεσης και οι διαμετρικά αντίθετες, απόρρητες, προσωπικές σχέσεις των ανδρών και των γυναικών. Πάντα το άτομο επαναστατούσε κατά των κανονισμών πάνω στον έρωτα που επέβαλλε η κοινωνία. Και τούτος είναι ο λόγος για το αιώνιο σεξουαλικό πρόβλημα: Η αυτοδιατήρηση είναι ατομική υπόθεση, αλλά διεξάγεται από την ομάδα. Η αυτοδιαιώνιση είναι κοινωνική πράξη, αλλά διασφαλίζεται από το ατομικό ένστικτο. |
|
82:3.2 (915.5) There always have been and always will be two distinct realms of marriage: the mores, the laws regulating the external aspects of mating, and the otherwise secret and personal relations of men and women. Always has the individual been rebellious against the sex regulations imposed by society; and this is the reason for this agelong sex problem: Self-maintenance is individual but is carried on by the group; self-perpetuation is social but is secured by individual impulse. |
82:3.3 (915.6) Τα ήθη, όταν γίνονται σεβαστά, έχουν πολύ μεγάλη δύναμη στο να περιορίσουν και να ελέγξουν τη σεξουαλική παρόρμηση, όπως φαίνεται σε όλες τις φυλές. Τα πρότυπα του γάμου ανέκαθεν υπήρξαν ουσιαστικός δείκτης της τρέχουσας δύναμης των ηθών και της λειτουργικής ακεραιότητας των πολιτικών κυβερνήσεων. Τα πρώιμα, ωστόσο, έθιμα ως προς το σεξ και τη συνεύρεση ήσαν ένα πλήθος αντιφατικών και σκληρών κανονισμών. Οι γονείς, τα παιδιά, οι συγγενείς και η κοινωνία, όλοι είχαν αντικρουόμενα συμφέροντα στους κανονισμούς του γάμου. Παρά ταύτα, όμως, οι φυλές εκείνες που εξήραν και εφάρμοσαν το γάμο φυσιολογικά εξελίχθησαν σε ανώτερα επίπεδα και επέζησαν σε μεγάλους αριθμούς. |
|
82:3.3 (915.6) The mores, when respected, have ample power to restrain and control the sex urge, as has been shown among all races. Marriage standards have always been a true indicator of the current power of the mores and the functional integrity of the civil government. But the early sex and mating mores were a mass of inconsistent and crude regulations. Parents, children, relatives, and society all had conflicting interests in the marriage regulations. But in spite of all this, those races which exalted and practiced marriage naturally evolved to higher levels and survived in increased numbers. |
82:3.4 (915.7) Κατά τους πρωτόγονους καιρούς ο γάμος αποτελούσε το τίμημα της κοινωνικής υπόστασης. Η κατοχή μιας συζύγου ήταν διάκριση τιμητική. Ο άγριος θεωρούσε ότι η ημέρα του γάμου του σηματοδοτεί την είσοδό του στην υπευθυνότητα και την ανδρική υπόσταση. Κάποια εποχή, ο γάμος αντιμετωπίζετο ως κοινωνικό καθήκον. Σε κάποια άλλη, ως θρησκευτική υποχρέωση. Και σε μια άλλη ακόμη, ως πολιτική προϋπόθεση για να γεννήσει πολίτες για το κράτος. |
|
82:3.4 (915.7) In primitive times marriage was the price of social standing; the possession of a wife was a badge of distinction. The savage looked upon his wedding day as marking his entrance upon responsibility and manhood. In one age, marriage has been looked upon as a social duty; in another, as a religious obligation; and in still another, as a political requirement to provide citizens for the state. |
82:3.5 (916.1) Πολλές πολύ παλιές φυλές απαιτούσαν από κάποιον να διαπράξει κλοπή, ως προσόν για να παντρευτεί. Μεταγενέστεροι λαοί αντικατέστησαν την κλοπή με επιδρομές, αθλητικούς αγώνες και ανταγωνιστικά παιγνίδια. Οι νικητές των διαγωνισμών αυτών έπαιρναν το πρώτο βραβείο – την επιλογή της νύφης της χρονιάς. Μεταξύ των κεφαλοκυνηγών, ένας νέος δεν παντρεύετο, μέχρις ότου αποκτήσει τουλάχιστον μία κεφαλή, αν και τέτοιες κεφαλές μπορούσε, μερικές φορές, να αγοράσει. Καθώς η αγορά των συζύγων έφθινε, αυτές κερδίζονταν σε αγώνες αινιγμάτων, μια πρακτική που ακόμη διατηρείται σε πολλές φυλές μαύρων. |
|
82:3.5 (916.1) Many early tribes required feats of stealing as a qualification for marriage; later peoples substituted for such raiding forays, athletic contests and competitive games. The winners in these contests were awarded the first prize—choice of the season’s brides. Among the head-hunters a youth might not marry until he possessed at least one head, although such skulls were sometimes purchasable. As the buying of wives declined, they were won by riddle contests, a practice that still survives among many groups of the black man. |
82:3.6 (916.2) Με την πρόοδο του πολιτισμού, ορισμένες φυλές άφηναν τις σκληρές γαμήλιες δοκιμασίες, που αφορούσαν στην αντοχή του αρσενικού, στα χέρια των γυναικών. Έτσι αυτές μπορούσαν να δείξουν την εύνοιά τους στους άνδρες που επέλεγαν. Οι γαμήλιες αυτές δοκιμασίες περιελάμβαναν την επιδεξιότητα στο κυνήγι, την πάλη και την ικανότητα να φροντίζει κάποιος την οικογένεια. Ζητούσαν από το γαμπρό, από καιρό, να ενταχθεί στην οικογένεια της νύφης για τουλάχιστον ένα χρόνο, για να ζήσει και δουλέψει εκεί και να αποδείξει ότι άξιζε τη γυναίκα που ζητούσε. |
|
82:3.6 (916.2) With advancing civilization, certain tribes put the severe marriage tests of male endurance in the hands of the women; they thus were able to favor the men of their choice. These marriage tests embraced skill in hunting, fighting, and ability to provide for a family. The groom was long required to enter the bride’s family for at least one year, there to live and labor and prove that he was worthy of the wife he sought. |
82:3.7 (916.3) Τα προσόντα μιας συζύγου ήσαν η ικανότητα να δουλεύει σκληρά και να γεννά παιδιά. Της ζητούσαν να εκτελέσει μια συγκεκριμένη αγροτική δουλειά σ’ ένα ορισμένο διάστημα. Και, αν είχε ήδη γεννήσει παιδί πριν το γάμο, τότε ήταν, πράγματι, πολύτιμη. Η γονιμότητα της ήταν εξασφαλισμένη. |
|
82:3.7 (916.3) The qualifications of a wife were the ability to perform hard work and to bear children. She was required to execute a certain piece of agricultural work within a given time. And if she had borne a child before marriage, she was all the more valuable; her fertility was thus assured. |
82:3.8 (916.4) Το γεγονός ότι οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν την αγαμία ντροπή, ή ακόμη και αμαρτία, εξηγεί την προέλευση των γάμων μεταξύ παιδιών. Εφ’ όσον κάποιος πρέπει να παντρευτεί, όσο νωρίτερα, τόσο το καλύτερο. Αποτελούσε, επίσης, γενική πεποίθηση ότι οι άγαμοι δεν θα γίνονταν δεκτοί στη γη των πνευμάτων και αυτό ήταν ένα επιπλέον ελατήριο για τους γάμους των παιδιών, ακόμη και από τη γέννησή τους και μερικές φορές πριν γεννηθούν, ανεξάρτητα από το φύλο. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ακόμη και οι θεοί πρέπει να παντρεύονται. Οι πανάρχαιοι προξενητές προσλαμβάνονταν για να διαπραγματευθούν γάμους νεκρών ατόμων. Ένας γονέας μπορούσε να φροντίσει ώστε αυτοί οι μεσολαβητές να πραγματοποιήσουν το γάμο του νεκρού γιου του με τη νεκρή θυγατέρα μιας άλλης οικογένειας. |
|
82:3.8 (916.4) The fact that ancient peoples regarded it as a disgrace, or even a sin, not to be married, explains the origin of child marriages; since one must be married, the earlier the better. It was also a general belief that unmarried persons could not enter spiritland, and this was a further incentive to child marriages even at birth and sometimes before birth, contingent upon sex. The ancients believed that even the dead must be married. The original matchmakers were employed to negotiate marriages for deceased individuals. One parent would arrange for these intermediaries to effect the marriage of a dead son with a dead daughter of another family. |
82:3.9 (916.5) Στους μεταγενέστερους λαούς, η εφηβεία ήταν η κοινή ηλικία γάμου, ωστόσο, η ηλικία αυτή μεγάλωσε σε άμεση αντιστοιχία με την πρόοδο του πολιτισμού. Από νωρίς στην κοινωνική εξέλιξη ανεφύησαν εκκεντρικές και άγαμες τάξεις, ανδρών και γυναικών. Ιδρύθηκαν και διατηρήθηκαν από άτομα από τα οποία έλειπε η φυσική, σεξουαλική παρόρμηση. |
|
82:3.9 (916.5) Among later peoples, puberty was the common age of marriage, but this has advanced in direct proportion to the progress of civilization. Early in social evolution peculiar and celibate orders of both men and women arose; they were started and maintained by individuals more or less lacking normal sex urge. |
82:3.10 (916.6) Πολλές φυλές επέτρεπαν στα μέλη της κυβερνώσας ομάδας να έχουν ερωτικές σχέσεις με τη νύφη ακριβώς πριν αυτή παραδοθεί στο σύζυγό της. Κάθε ένας από τους άνδρες αυτούς προσέφερε στο κορίτσι δώρο και αυτή ήταν η προέλευση του εθίμου της προσφοράς γαμήλιων δώρων. Σε πολλές φυλές, αναμένετο να κερδίσει μια νεαρή γυναίκα την προίκα της, η οποία συνίστατο στα δώρα που δεχόταν ως ανταμοιβή για τις σεξουαλικές της υπηρεσίες στην αίθουσα όπου γινόταν η έκθεση της νύφης. |
|
82:3.10 (916.6) Many tribes allowed members of the ruling group to have sex relations with the bride just before she was to be given to her husband. Each of these men would give the girl a present, and this was the origin of the custom of giving wedding presents. Among some groups it was expected that a young woman would earn her dowry, which consisted of the presents received in reward for her sex service in the bride’s exhibition hall. |
82:3.11 (916.7) Ορισμένες φυλές πάντρευαν τους νεαρούς με χήρες και μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες και αργότερα, όταν αυτοί κάποια στιγμή έμεναν χήροι, τους επέτρεπαν να παντρευτούν τα νέα κορίτσια, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό, όπως το εξέφραζαν, ότι δεν θα ήσαν και οι δύο γονείς ανόητοι, όπως πίστευαν ότι θα γινόταν, αν επέτρεπαν σε δυο νέους να ζευγαρώσουν. Άλλες φυλές περιόριζαν τη συνεύρεση σε ομάδες με παρόμοια ηλικία. Ήταν ο περιορισμός του γάμου σε ορισμένες ηλικιακές ομάδες που δημιούργησε τις απόψεις περί αιμομιξίας. (Στην Ινδία, ακόμη και σήμερα, δεν υπάρχουν περιορισμοί ηλικίας για το γάμο.) |
|
82:3.11 (916.7) Some tribes married the young men to the widows and older women and then, when they were subsequently left widowers, would allow them to marry the young girls, thus insuring, as they expressed it, that both parents would not be fools, as they conceived would be the case if two youths were allowed to mate. Other tribes limited mating to similar age groups. It was the limitation of marriage to certain age groups that first gave origin to ideas of incest. (In India there are even now no age restrictions on marriage.) |
82:3.12 (916.8) Σύμφωνα με ορισμένες παραδόσεις η χηρεία ήταν κάτι που έπρεπε να φοβούνται, με τις χήρες είτε να δολοφονούνται, είτε να τις αφήνουν να αυτοκτονούν στον τάφο του συζύγου τους, επειδή υποτίθεται ότι θα έφθαναν στη χώρα των πνευμάτων με τον σύζυγό τους. Η χήρα που γλίτωνε, σχεδόν πάντα, κατηγορείτο για το θάνατο του συζύγου της. Ορισμένες φυλές τις έκαιγαν ζωντανές. Αν μία χήρα εξακολουθούσε να ζει, η ζωή της ήταν ζωή συνεχούς πένθους και αφόρητων κοινωνικών περιορισμών, αφού ο δεύτερος γάμος, γενικά, αποδοκιμάζετο. |
|
82:3.12 (916.8) Under certain mores widowhood was greatly to be feared, widows being either killed or allowed to commit suicide on their husbands’ graves, for they were supposed to go over into spiritland with their spouses. The surviving widow was almost invariably blamed for her husband’s death. Some tribes burned them alive. If a widow continued to live, her life was one of continuous mourning and unbearable social restriction since remarriage was generally disapproved. |
82:3.13 (917.1) Σε παλιότερους καιρούς, πολλές πρακτικές που τώρα θεωρούνται ανήθικες ενθαρρύνονταν. Οι πρωτόγονες σύζυγοι, όχι σπάνια, καμάρωναν για τις σχέσεις του συζύγου τους με άλλες γυναίκες. Η αγνότητα των κοριτσιών αποτελούσε μέγα εμπόδιο στο γάμο. Η γέννηση ενός παιδιού πριν το γάμο αύξανε πάρα πολύ την επιθυμία να κάνουν σύζυγο το συγκεκριμένο κορίτσι, αφού ο άνδρας ήταν βέβαιος ότι θα είχε μια γόνιμη σύντροφο. |
|
82:3.13 (917.1) In olden days many practices now regarded as immoral were encouraged. Primitive wives not infrequently took great pride in their husbands’ affairs with other women. Chastity in girls was a great hindrance to marriage; the bearing of a child before marriage greatly increased a girl’s desirability as a wife since the man was sure of having a fertile companion. |
82:3.14 (917.2) Πολλές πρωτόγονες φυλές επέτρεπαν το δοκιμαστικό γάμο έως ότου η γυναίκα μείνει έγκυος, οπότε ετελείτο η κανονική γαμήλια τελετή. Σε άλλες φυλές, ο γάμος δεν εορτάζετο μέχρις ότου γεννηθεί το πρώτο παιδί. Αν μία σύζυγος ήταν στείρα, έπρεπε να εξαγορασθεί από τους γονείς της και ο γάμος ακυρώνετο. Τα έθιμα απαιτούσαν κάθε ζευγάρι να έχει παιδιά. |
|
82:3.14 (917.2) Many primitive tribes sanctioned trial marriage until the woman became pregnant, when the regular marriage ceremony would be performed; among other groups the wedding was not celebrated until the first child was born. If a wife was barren, she had to be redeemed by her parents, and the marriage was annulled. The mores demanded that every pair have children. |
82:3.15 (917.3) Αυτοί οι πρωτόγονοι δοκιμαστικοί γάμοι ήσαν εντελώς απαλλαγμένοι από κάθε μορφή ακολασίας. Ήσαν, απλά, ειλικρινείς έλεγχοι γονιμότητας. Τα άτομα που έδιναν υπόσχεση γάμου παντρεύονταν για πάντα μόλις πιστοποιείτο η γονιμότητα. Ενώ τα σύγχρονα ζευγάρια παντρεύονται με τη σκέψη ενός εύκολου διαζυγίου στο πίσω μέρος του μυαλού τους, αν δεν είναι απόλυτα ευτυχείς στην έγγαμη ζωή τους, στην πραγματικότητα κάνουν ένα είδος δοκιμαστικού γάμου, ενός γάμου που βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από το κύρος των έντιμων εγχειρημάτων των λιγότερο πολιτισμένων προγόνων τους. |
|
82:3.15 (917.3) These primitive trial marriages were entirely free from all semblance of license; they were simply sincere tests of fecundity. The contracting individuals married permanently just as soon as fertility was established. When modern couples marry with the thought of convenient divorce in the background of their minds if they are not wholly pleased with their married life, they are in reality entering upon a form of trial marriage and one that is far beneath the status of the honest adventures of their less civilized ancestors. |
4. Ο ΓΑΜΟΣ ΥΠΟ ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ^top |
|
4. Marriage Under the Property Mores ^top |
82:4.1 (917.4) Ο γάμος υπήρξε, ανέκαθεν, στενά συνδεδεμένος με την ιδιοκτησία αλλά και με τη θρησκεία. Η ιδιοκτησία σταθεροποίησε το γάμο. Η θρησκεία, του έδωσε ηθική υπόσταση. |
|
82:4.1 (917.4) Marriage has always been closely linked with both property and religion. Property has been the stabilizer of marriage; religion, the moralizer. |
82:4.2 (917.5) Ο πρωτόγονος γάμος αποτελούσε επένδυση, οικονομική κερδοσκοπία. Ήταν περισσότερο επιχείρηση και λιγότερο ερωτοτροπία. Οι αρχαίοι παντρεύονταν για τα οφέλη και την ευημερία της ομάδας. Γι’ αυτό οι γάμοι τους προγραμματίζονταν και ρυθμίζονταν από την ομάδα, τους γονείς και τους πρεσβύτερους. Και το ότι τα έθιμα περί ιδιοκτησίας κατόρθωσαν να σταθεροποιήσουν το θεσμό του γάμου αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο γάμος διαρκούσε περισσότερο στις αρχαίες φυλές, απ’ όσο διαρκεί σε πολλούς σύγχρονος λαούς. |
|
82:4.2 (917.5) Primitive marriage was an investment, an economic speculation; it was more a matter of business than an affair of flirtation. The ancients married for the advantage and welfare of the group; wherefore their marriages were planned and arranged by the group, their parents and elders. And that the property mores were effective in stabilizing the marriage institution is borne out by the fact that marriage was more permanent among the early tribes than it is among many modern peoples. |
82:4.3 (917.6) Καθώς ο πολιτισμός προόδευε και η ατομική ιδιοκτησία έχαιρε ακόμη μεγαλύτερης αναγνώρισης από τα έθιμα, η κλοπή έγινε το μεγαλύτερο έγκλημα. Η μοιχεία, αναγνωρίζετο ως ένα είδος κλοπής, ως παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας του συζύγου. Ως εκ τούτου, δεν αναφέρεται ειδικά στους πρώιμους κώδικες και ήθη. Η γυναίκα ξεκίνησε ως ιδιοκτησία του πατέρα της, ο οποίος εκχωρούσε την ιδιοκτησία του στον σύζυγό της και όλες οι νόμιμες σεξουαλικές σχέσεις αναπτύσσονταν μέσα από τα προϋπάρχοντα αυτά δικαιώματα επί της ιδιοκτησίας. Η Παλαιά Διαθήκη αντιμετωπίζει τις γυναίκες ως είδος ιδιοκτησίας. Το Κοράνι διδάσκει την κατωτερότητά τους. Ο άνδρας είχε το δικαίωμα να δανείσει τη σύζυγό του σ’ ένα φίλο, ή φιλοξενούμενο και το έθιμο αυτό επικρατεί ακόμη μεταξύ ορισμένων λαών. |
|
82:4.3 (917.6) As civilization advanced and private property gained further recognition in the mores, stealing became the great crime. Adultery was recognized as a form of stealing, an infringement of the husband’s property rights; it is not therefore specifically mentioned in the earlier codes and mores. Woman started out as the property of her father, who transferred his title to her husband, and all legalized sex relations grew out of these pre-existent property rights. The Old Testament deals with women as a form of property; the Koran teaches their inferiority. Man had the right to lend his wife to a friend or guest, and this custom still obtains among certain peoples. |
82:4.4 (917.7) Η σύγχρονη ερωτική ζηλοτυπία δεν είναι εγγενής. Είναι προϊόν των εξελισσομένων ηθών. Ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν ζήλευε τη γυναίκα του. Προστάτευε απλά την ιδιοκτησία του. Ο λόγος για τον οποίο η σύζυγος είχε μεγαλύτερη ευθύνη, όσον αφορά στην ερωτική συμπεριφορά, από τον άνδρα, ήταν το ότι η συζυγική της απιστία είχε σχέση με τους απογόνους και την κληρονομιά. Πολύ νωρίς στην πορεία του πολιτισμού το παράνομο παιδί περιέπεσε σε ανυποληψία. Αρχικά μόνον η γυναίκα τιμωρείτο για μοιχεία. Αργότερα, τα έθιμα θέσπισαν την τιμωρία του συντρόφου της, επίσης, και για πάρα πολλούς αιώνες ο προσβεβλημένος σύζυγος, ή ο προστάτης πατέρας είχε απόλυτο δικαίωμα να σκοτώσει τον άνδρα καταπατητή. Οι σύγχρονοι λαοί διατηρούν τα έθιμα αυτά, τα οποία επιτρέπουν τα αποκαλούμενα εγκλήματα τιμής βάσει άγραφων νόμων. |
|
82:4.4 (917.7) Modern sex jealousy is not innate; it is a product of the evolving mores. Primitive man was not jealous of his wife; he was just guarding his property. The reason for holding the wife to stricter sex account than the husband was because her marital infidelity involved descent and inheritance. Very early in the march of civilization the illegitimate child fell into disrepute. At first only the woman was punished for adultery; later on, the mores also decreed the chastisement of her partner, and for long ages the offended husband or the protector father had the full right to kill the male trespasser. Modern peoples retain these mores, which allow so-called crimes of honor under the unwritten law. |
82:4.5 (917.8) Εφ’ όσον το ταμπού της αγνότητας προέρχεται από μία φάση των περί την ιδιοκτησία εθίμων, εφαρμόσθηκε αρχικά στις παντρεμένες γυναίκες αλλά όχι στα άγαμα κορίτσια. Σε μεταγενέστερους χρόνους, η αγνότητα απαιτείτο περισσότερο από τον πατέρα, απ’ όσο απαιτείτο από τον μνηστήρα. Η παρθένα ήταν εμπορεύσιμο περιουσιακό στοιχείο για τον πατέρα – είχε μεγαλύτερη τιμή. Καθώς η παρθενία γινόταν όλο και περισσότερο απαιτητή, έγινε πρακτική το να πληρώνεται στον πατέρα μια αντιμισθία για τη νύφη σε αναγνώριση του ότι ανέθρεψε σωστά μια νύφη αγνή για τον μελλοντικό της σύζυγο. Από την στιγμή που άρχισε, η αντίληψη αυτή για τη γυναικεία παρθενία, παγιώθηκε τόσο πολύ στις φυλές, ώστε έγινε πρακτική το να εγκλωβίζουν, κυριολεκτικά, τα κορίτσια, στην ουσία να τα φυλακίζουν για χρόνια, ώστε να διασφαλίσουν την παρθενία τους. Και έτσι τα πιο πρόσφατα πρότυπα και οι έλεγχοι της παρθενίας αυτόματα δημιούργησαν τις τάξεις των επαγγελματιών πορνών. Επρόκειτο για τις νύφες που απορρίφθηκαν, τις γυναίκες εκείνες που βρέθηκαν από τη μητέρα του γαμπρού να μην είναι παρθένες. |
|
82:4.5 (917.8) Since the chastity taboo had its origin as a phase of the property mores, it applied at first to married women but not to unmarried girls. In later years, chastity was more demanded by the father than by the suitor; a virgin was a commercial asset to the father—she brought a higher price. As chastity came more into demand, it was the practice to pay the father a bride fee in recognition of the service of properly rearing a chaste bride for the husband-to-be. When once started, this idea of female chastity took such hold on the races that it became the practice literally to cage up girls, actually to imprison them for years, in order to assure their virginity. And so the more recent standards and virginity tests automatically gave origin to the professional prostitute classes; they were the rejected brides, those women who were found by the grooms’ mothers not to be virgins. |
5. ΕΝΔΟΓΑΜΙΑ ΚΑΙ ΕΞΩΓΑΜΙΑ ^top |
|
5. Endogamy and Exogamy ^top |
82:5.1 (918.1) Από πολύ νωρίς οι άγριοι διαπίστωσαν ότι η ανάμιξη της φυλής βελτίωνε την ποιότητα των απογόνων. Δεν είναι το ότι η ενδογαμία είναι πάντα κακή, αλλά η εξωγαμία ήταν πάντα συγκριτικά καλύτερη. Γι’ αυτό τα ήθη κατέληξαν στην απαγόρευση των ερωτικών σχέσεων μεταξύ στενών συγγενών. Αναγνωρίζετο ότι η εξωγαμία αύξανε σε μεγάλο βαθμό τις επιλεκτικές ευκαιρίες για εξελικτικές παραλλαγές και πρόοδο. Τα άτομα που προέρχονταν από εξωγαμία ήσαν περισσότερο ευπροσάρμοστα και είχαν μεγαλύτερες ικανότητες να επιβιώνουν σ’ έναν κόσμο εχθρικό. Τα άτιμα που εφάρμοζαν την ενδογαμία, μαζί με τα έθιμά τους, σταδιακά εξαφανίσθηκαν. Επρόκειτο για μια πάρα πολύ αργή εξέλιξη. Οι άγριοι δεν είχαν συναίσθηση αυτών των προβλημάτων. Οι μεταγενέστεροι, ωστόσο, και προοδευτικοί λαοί είχαν, ενώ επιπλέον παρατήρησαν ότι μια γενική αδυναμία ήταν πολλές φορές το αποτέλεσμα εκτεταμένης ενδογαμίας. |
|
82:5.1 (918.1) Very early the savage observed that race mixture improved the quality of the offspring. It was not that inbreeding was always bad, but that outbreeding was always comparatively better; therefore the mores tended to crystallize in restriction of sex relations among near relatives. It was recognized that outbreeding greatly increased the selective opportunity for evolutionary variation and advancement. The outbred individuals were more versatile and had greater ability to survive in a hostile world; the inbreeders, together with their mores, gradually disappeared. This was all a slow development; the savage did not consciously reason about such problems. But the later and advancing peoples did, and they also made the observation that general weakness sometimes resulted from excessive inbreeding. |
82:5.2 (918.2) Ενώ η ενδογαμία σε ισχυρά γένη είχε, μερικές φορές, ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών φατριών, τα θεαματικά περιστατικά ενδογαμίας με άσχημο επακόλουθο τις κληρονομικές ατέλειες, έκαναν εντονότερη εντύπωση στο νου των ανθρώπων, με αποτέλεσμα τα προαγόμενα ήθη να διατυπώνουν όλο και περισσότερα ταμπού κατά των γάμων μεταξύ στενών συγγενών. |
|
82:5.2 (918.2) While the inbreeding of good stock sometimes resulted in the upbuilding of strong tribes, the spectacular cases of the bad results of the inbreeding of hereditary defectives more forcibly impressed the mind of man, with the result that the advancing mores increasingly formulated taboos against all marriages among near relatives. |
82:5.3 (918.3) Η θρησκεία είχε από καιρό γίνει δραστικός φραγμός κατά της εξωγαμίας. Πολλοί θρησκευτικοί δάσκαλοι είχαν απαγορεύσει το γάμο εκτός της πίστης. Οι γυναίκες ευνοούσαν συνήθως την πρακτική της ενδογαμίας, οι άνδρες, της εξωγαμίας. Η ιδιοκτησία επηρέαζε ανέκαθεν το γάμο και, μερικές φορές, σε μία προσπάθεια να παραμείνει η περιουσία μέσα στην οικογένεια, δημιουργήθηκαν έθιμα που υποχρέωναν τη γυναίκα να διαλέξει σύζυγο μέσα από την πατρική φυλή. Τα θεσπίσματα αυτού του είδους οδήγησαν στον μεγάλο πολλαπλασιασμό των γάμων μεταξύ εξαδέλφων. Η ενδογαμία εφαρμόσθηκε, επίσης, στην προσπάθεια να διαφυλαχθούν τα μυστικά της δεξιοτεχνίας. Οι επιδέξιοι τεχνίτες προσπαθούσαν να κρατήσουν τη γνώση της τέχνης τους μέσα στην οικογένεια. |
|
82:5.3 (918.3) Religion has long been an effective barrier against outmarriage; many religious teachings have proscribed marriage outside the faith. Woman has usually favored the practice of in-marriage; man, outmarriage. Property has always influenced marriage, and sometimes, in an effort to conserve property within a clan, mores have arisen compelling women to choose husbands within their fathers’ tribes. Rulings of this sort led to a great multiplication of cousin marriages. In-mating was also practiced in an effort to preserve craft secrets; skilled workmen sought to keep the knowledge of their craft within the family. |
82:5.4 (918.4) Οι ανώτερες ομάδες, όταν απομονώνονταν, επέστρεφαν πάντα στην ομοαίματη συνεύρεση. Οι Νοδίτες, για περισσότερα από εκατόν πενήντα χιλιάδες χρόνια, ήσαν μία από τις μεγάλες ενδογαμικές ομάδες. Τα μεταγενέστερα ήθη επί της ενδογαμίας επηρεάσθηκαν τρομακτικά από τις παραδόσεις της ιώδους φυλής, στην οποία, αρχικά, οι γάμοι γίνονταν, αναγκαστικά, μεταξύ αδελφού και αδελφής. Και οι γάμοι μεταξύ αδελφού και αδελφής ήταν κοινοί στην αρχαία Αίγυπτο, τη Συρία, τη Μεσοποταμία και σ΄ όλες τις χώρες που κάποτε είχαν καταληφθεί από τους Ανδίτες. Οι Αιγύπτιοι από παλιά εφάρμοζαν τους γάμους μεταξύ αδελφού και αδελφής σε μία προσπάθεια να διατηρήσουν το βασιλικό αίμα καθαρό, ένα έθιμο το οποίο διατηρήθηκε ακόμη περισσότερο καιρό στην Περσία. Για τους κατοίκους της Μεσοποταμίας, πριν από την εποχή του Αβραάμ, οι γάμοι εξαδέλφων ήταν υποχρεωτικοί. Οι εξάδελφοι είχαν εκ των προτέρων γαμήλια δικαιώματα επί των εξαδέλφων. Ο ίδιος ο Αβραάμ παντρεύτηκε την ετεροθαλή αδελφή του, αλλά τέτοιες ενώσεις δεν επιτρέπονταν από τα μεταγενέστερα ήθη των Εβραίων. |
|
82:5.4 (918.4) Superior groups, when isolated, always reverted to consanguineous mating. The Nodites for over one hundred and fifty thousand years were one of the great in-marriage groups. The later-day in-marriage mores were tremendously influenced by the traditions of the violet race, in which, at first, matings were, perforce, between brother and sister. And brother and sister marriages were common in early Egypt, Syria, Mesopotamia, and throughout the lands once occupied by the Andites. The Egyptians long practiced brother and sister marriages in an effort to keep the royal blood pure, a custom which persisted even longer in Persia. Among the Mesopotamians, before the days of Abraham, cousin marriages were obligatory; cousins had prior marriage rights to cousins. Abraham himself married his half sister, but such unions were not allowed under the later mores of the Jews. |
82:5.5 (919.1) Η πρώτη κίνηση για την απομάκρυνση από τους γάμους μεταξύ αδελφών έγινε υπό το καθεστώς της πολυγαμίας, επειδή η αδελφή-σύζυγος με αλαζονεία κυριαρχούσε επί της άλλης συζύγου, ή συζύγων. Τα έθιμα ορισμένων φυλών απαγόρευαν το γάμο με τη χήρα του νεκρού αδελφού, αλλά απαιτούσαν από τον ζώντα αδελφό να κάνει παιδιά για λογαριασμό του νεκρού αδελφού του. Δεν υπάρχει βιολογικό ένστικτο εναντίον οποιουδήποτε βαθμού ενδογαμίας. Οι περιορισμοί αυτοί αποτελούν εντελώς θέμα ταμπού. |
|
82:5.5 (919.1) The first move away from brother and sister marriages came about under the plural-wife mores because the sister-wife would arrogantly dominate the other wife or wives. Some tribal mores forbade marriage to a dead brother’s widow but required the living brother to beget children for his departed brother. There is no biologic instinct against any degree of in-marriage; such restrictions are wholly a matter of taboo. |
82:5.6 (919.2) Η εξωγαμία επεκράτησε τελικά, επειδή την προτιμούσαν οι άνδρες. Το να πάρουν γυναίκα απ’ έξω εξασφάλιζε μεγαλύτερη ελευθερία από τους συγγενείς. Η εξοικείωση γεννά την περιφρόνηση. Έτσι, λοιπόν, καθώς το στοιχείο της ατομικής επιλογής άρχισε να κυριαρχεί στο ζευγάρωμα, έγινε έθιμο να επιλέγονται σύντροφοι εκτός της φυλής. |
|
82:5.6 (919.2) Outmarriage finally dominated because it was favored by the man; to get a wife from the outside insured greater freedom from in-laws. Familiarity breeds contempt; so, as the element of individual choice began to dominate mating, it became the custom to choose partners from outside the tribe. |
82:5.7 (919.3) Πολλές φυλές απαγόρευσαν, τελικά, το γάμο μέσα στην οικογένεια. Άλλες περιόρισαν τη συνεύρεση σε ορισμένες κάστες. Το ταμπού κατά του γάμου με μία γυναίκα που ανήκε στο ίδιο τοτέμ με κάποιον έδωσε ώθηση στο έθιμο να κλέβουν γυναίκες από γειτονικές φυλές. Αργότερα, οι γάμοι κανονίζονταν περισσότερο σύμφωνα με το χώρο κατοικίας παρά με τη συγγένεια. Έγιναν πολλά βήματα έως ότου η ενδογαμία εξελιχθεί στη σύγχρονη εξωγαμία. Ακόμα και όταν τα ταμπού απαγόρευαν την ενδογαμία στους κοινούς ανθρώπους, στους ηγέτες και τους βασιλείς επετρέπετο να παντρεύονται με στενές συγγενείς για να διατηρήσουν το βασιλικό αίμα συγκεντρωμένο και καθαρό. Τα έθιμα επέτρεπαν, συνήθως, στους κυρίαρχους κυβερνήτες ορισμένες ελευθεριότητες στα σεξουαλικά θέματα. |
|
82:5.7 (919.3) Many tribes finally forbade marriages within the clan; others limited mating to certain castes. The taboo against marriage with a woman of one’s own totem gave impetus to the custom of stealing women from neighboring tribes. Later on, marriages were regulated more in accordance with territorial residence than with kinship. There were many steps in the evolution of in-marriage into the modern practice of outmarriage. Even after the taboo rested upon in-marriages for the common people, chiefs and kings were permitted to marry those of close kin in order to keep the royal blood concentrated and pure. The mores have usually permitted sovereign rulers certain licenses in sex matters. |
82:5.8 (919.4) Η παρουσία των μεταγενέστερων λαών των Ανδιτών επέδρασε πολύ στην αυξανόμενη επιθυμία των φυλών του Σαντζίκ να συνευρίσκονται με άτομα εκτός των φυλών τους. Δεν ήταν, ωστόσο, δυνατόν να επικρατήσει η εξωγαμία, έως ότου οι γειτονικές φυλές μάθουν να συμβιώνουν με σχετική ειρήνη. |
|
82:5.8 (919.4) The presence of the later Andite peoples had much to do with increasing the desire of the Sangik races to mate outside their own tribes. But it was not possible for out-mating to become prevalent until neighboring groups had learned to live together in relative peace. |
82:5.9 (919.5) Η εξωγαμία καθ’ εαυτή προήγαγε την ειρήνη. Οι γάμοι μεταξύ των φυλών ελάττωναν τις εχθροπραξίες. Η εξωγαμία οδήγησε στο συντονισμό μεταξύ των φυλών και στις στρατιωτικές συμμαχίες. Επεκράτησε διότι παρείχε αυξημένη ισχύ. Έκτιζε έθνη. Η εξωγαμία ευνοήθηκε, επίσης, σημαντικά από τις αυξανόμενες εμπορικές επαφές. Οι περιπέτειες και οι εξερευνήσεις συνεισέφεραν στην διεύρυνση των ορίων συνεύρεσης και διευκόλυναν πολύ την αλληλεπίδραση των πολιτισμών των φυλών. |
|
82:5.9 (919.5) Outmarriage itself was a peace promoter; marriages between the tribes lessened hostilities. Outmarriage led to tribal co-ordination and to military alliances; it became dominant because it provided increased strength; it was a nation builder. Outmarriage was also greatly favored by increasing trade contacts; adventure and exploration contributed to the extension of the mating bounds and greatly facilitated the cross-fertilization of racial cultures. |
82:5.10 (919.6) Οι κατά τα άλλα ανεξήγητες ανακολουθίες των εθίμων των σχετικών με τους φυλετικούς γάμους οφείλονται εν πολλοίς σ’ αυτό το έθιμο της εξωγαμίας, που συνοδεύετο από την κλοπή των γυναικών και την αγορά τους από τις ξένες φυλές, καταστάσεις που οδήγησαν σε ενοποίηση των επί μέρους φυλετικών εθίμων. Το ότι τα ταμπού αυτά τα σχετικά με την ενδογαμία ήσαν κοινωνικά και όχι βιολογικά, αποδεικνύεται από τα ταμπού πάνω στους γάμους μεταξύ συγγενών, στα οποία περιλαμβάνονται πολλοί βαθμοί εξ αγχιστείας συγγενειών, περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει καμία εξ αίματος συγγένεια. |
|
82:5.10 (919.6) The otherwise inexplicable inconsistencies of the racial marriage mores are largely due to this outmarriage custom with its accompanying wife stealing and buying from foreign tribes, all of which resulted in a compounding of the separate tribal mores. That these taboos respecting in-marriage were sociologic, not biologic, is well illustrated by the taboos on kinship marriages, which embraced many degrees of in-law relationships, cases representing no blood relation whatsoever. |
6. ΟΙ ΑΝΑΜΙΞΕΙΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ^top |
|
6. Racial Mixtures ^top |
82:6.1 (919.7) Δεν υπάρχουν, πλέον, αμιγείς φυλές στον κόσμο σήμερα. Οι αρχικές και αυθεντικές εξελικτικές έγχρωμες φυλές έχουν δύο μόνο αντιπροσωπευτικές φυλές να διατηρούνται στον κόσμο, τους κίτρινους και τους μαύρους. Και, ακόμη και αυτές οι φυλές, είναι σε μεγάλο βαθμό επιμεμειγμένες με τους εξαφανισμένους έγχρωμους πληθυσμούς. Ενώ η αποκαλούμενη λευκή φυλή προέρχεται κυρίως από τον αρχαίο γαλάζιο άνθρωπο, έχει λίγο-πολύ επιμειχθεί με όλες τις άλλες φυλές, όπως, εν πολλοίς ο ερυθρόδερμος της Αμερικής. |
|
82:6.1 (919.7) There are no pure races in the world today. The early and original evolutionary peoples of color have only two representative races persisting in the world, the yellow man and the black man; and even these two races are much admixed with the extinct colored peoples. While the so-called white race is predominantly descended from the ancient blue man, it is admixed more or less with all other races much as is the red man of the Americas. |
82:6.2 (919.8) Από τις έξι έγχρωμες φυλές του Σαντζίκ, τρεις ήσαν κύριες και τρεις δευτερεύουσες. Αν και οι κύριες φυλές – η γαλάζια, η κόκκινη και η κίτρινη – ήσαν από πολλές απόψεις ανώτερες των τριών δευτερευόντων λαών, πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτές οι δευτερεύουσες φυλές διέθεταν πολλά επιθυμητά χαρακτηριστικά, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν βελτιώσει τους βασικούς πληθυσμούς, αν είχαν απορροφηθεί τα καλύτερα γένη τους. |
|
82:6.2 (919.8) Of the six colored Sangik races, three were primary and three were secondary. Though the primary races—blue, red, and yellow—were in many respects superior to the three secondary peoples, it should be remembered that these secondary races had many desirable traits which would have considerably enhanced the primary peoples if their better strains could have been absorbed. |
82:6.3 (920.1) Η σημερινή προκατάληψη εναντίον των «μιγάδων», των «υβριδίων» και των «μικτών» προκύπτει επειδή η σύγχρονη φυλετική διασταύρωση είναι, κατά το μέγιστο μέρος της, μεταξύ των πολύ κατώτερων γόνων των συγκεκριμένων φυλών. Έχετε, επίσης, μη ικανοποιητικούς απογόνους όταν επιμειγνύονται εκφυλισμένοι γόνοι της ίδιας φυλής. |
|
82:6.3 (920.1) Present-day prejudice against “half-castes,” “hybrids,” and “mongrels” arises because modern racial crossbreeding is, for the greater part, between the grossly inferior strains of the races concerned. You also get unsatisfactory offspring when the degenerate strains of the same race intermarry. |
82:6.4 (920.2) Αν οι σημερινές φυλές της Ουράντια μπορούσαν να απαλλαγούν από την κατάρα των χαμηλότερων στρωμάτων των εκφυλισμένων, αντικοινωνικών καθυστερημένων και απόβλητων ατόμων(*) ελάχιστη αντίρρηση θα υπήρχε για μία περιορισμένη ανάμιξη των φυλών. Και αν παρόμοιες φυλετικές αναμίξεις μπορούσαν να γίνουν μεταξύ των ανώτερων τύπων των διαφόρων φυλών, θα υπήρχαν ακόμη λιγότερες αντιρρήσεις. |
|
82:6.4 (920.2) If the present-day races of Urantia could be freed from the curse of their lowest strata of deteriorated, antisocial, feeble-minded, and outcast specimens, there would be little objection to a limited race amalgamation. And if such racial mixtures could take place between the highest types of the several races, still less objection could be offered. |
82:6.5 (920.3) Ο υβριδισμός των ανώτερων και ετερώνυμων γόνων αποτελεί το μυστικό της δημιουργίας νέων και περισσότερο εύρωστων γενών. Και τούτο αληθεύει για τα φυτά, τα ζώα, αλλά και το ανθρώπινο είδος. Ο υβριδισμός δίνει ευρωστία και αυξάνει τη γονιμότητα. Οι φυλετικές αναμίξεις του μέσου όρου των ανώτερων στρωμάτων των διαφόρων λαών αυξάνει κατά πολύ το δημιουργικό δυναμικό, όπως αποδεικνύεται στο σημερινό πληθυσμό των Ηνωμένων Πολιτειών της Βόρειας Αμερικής. Όταν τέτοιες ενώσεις γίνονται μεταξύ των χαμηλότερων, ή κατώτερων στρωμάτων, η δημιουργικότητα ελαττώνεται, όπως φαίνεται από τους σύγχρονους λαούς της νότιας Ινδίας. |
|
82:6.5 (920.3) Hybridization of superior and dissimilar stocks is the secret of the creation of new and more vigorous strains. And this is true of plants, animals, and the human species. Hybridization augments vigor and increases fertility. Race mixtures of the average or superior strata of various peoples greatly increase creative potential, as is shown in the present population of the United States of North America. When such matings take place between the lower or inferior strata, creativity is diminished, as is shown by the present-day peoples of southern India. |
82:6.6 (920.4) Η ανάμιξη των φυλών συμβάλλει πολύ στην αιφνίδια εμφάνιση νέων χαρακτηριστικών και αν ένας τέτοιος υβριδισμός αποτελέσει την ένωση ανώτερων γόνων, τότε τα νέα αυτά χαρακτηριστικά θα αποτελέσουν, επίσης, ανώτερες ιδιότητες. |
|
82:6.6 (920.4) Race blending greatly contributes to the sudden appearance of new characteristics, and if such hybridization is the union of superior strains, then these new characteristics will also be superior traits. |
82:6.7 (920.5) Όσο οι σύγχρονες φυλές υπερφορτώνονται με κατώτερους και εκφυλισμένους γόνους, η σε μεγάλη κλίμακα φυλετική ανάμιξη θα είναι εξαιρετικά επιζήμια, οι περισσότερες, ωστόσο, αντιρρήσεις για τα πειράματα αυτά βασίζονται μάλλον σε κοινωνικές και πολιτισμικές προκαταλήψεις, παρά σε βιολογικές αιτίες. Ακόμη και μεταξύ των κατώτερων γενών, τα υβρίδια αποτελούν συχνά βελτίωση σε σχέση με τους προγόνους τους. Ο υβριδισμός βελτιώνει τα είδη εξ αιτίας του ρόλου των κυρίαρχων γονιδίων. Η φυλετική επιμειξία αυξάνει την πιθανότητα παρουσίας μεγαλύτερου αριθμού επιθυμητών επικρατέστερων στοιχείων στο υβρίδιο. |
|
82:6.7 (920.5) As long as present-day races are so overloaded with inferior and degenerate strains, race intermingling on a large scale would be most detrimental, but most of the objections to such experiments rest on social and cultural prejudices rather than on biological considerations. Even among inferior stocks, hybrids often are an improvement on their ancestors. Hybridization makes for species improvement because of the role of the dominant genes. Racial intermixture increases the likelihood of a larger number of the desirable dominants being present in the hybrid. |
82:6.8 (920.6) Κατά τα τελευταία εκατό χρόνια έλαβε χώρα στην Ουράντια μεγαλύτερος φυλετικός υβριδισμός από όσον είχε γίνει σε χιλιάδες χρόνια. Ο κίνδυνος σοβαρών δυσαρμονιών, ως αποτέλεσμα της διασταύρωσης των ανθρώπινων γενών έχει μεγαλοποιηθεί πολύ. Τα κύρια προβλήματα των «μιγάδων» οφείλονται σε κοινωνικές προκαταλήψεις. |
|
82:6.8 (920.6) For the past hundred years more racial hybridization has been taking place on Urantia than has occurred in thousands of years. The danger of gross disharmonies as a result of crossbreeding of human stocks has been greatly exaggerated. The chief troubles of “half-breeds” are due to social prejudices. |
82:6.9 (920.7) Το πείραμα του Πίτκερν(*) όπου αναμίχθηκαν η λευκή με την Πολυνησιακή φυλή πήγε αρκετά καλά, επειδή οι λευκοί άνδρες και οι Πολυνήσιες γυναίκες ανήκαν σε σχετικά καλά γένη. Η διασταύρωση μεταξύ ανώτερων τύπων της λευκής, κόκκινης και κίτρινης φυλής θα δημιουργούσε άμεσα πολλά νέα και βιολογικά δραστήρια χαρακτηριστικά. Οι τρεις αυτοί λαοί ανήκουν στις βασικές φυλές του Σαντζίκ. Η επιμειξία της λευκής με τη μαύρη φυλή δεν είναι και τόσο επιθυμητή, όσον αφορά στα άμεσα αποτελέσματά της, ούτε αυτοί οι «μουλάτοι»(*) απόγονοι είναι τόσο απαράδεκτοι, όσο οι κοινωνικές και φυλετικές προκαταλήψεις προσπαθούν να τους παρουσιάσουν. Φυσιολογικά, τέτοια ασπρόμαυρα υβρίδια αποτελούν εξαιρετικά δείγματα της ανθρωπότητας, παρά την ελαφρά κατωτερότητά τους από ορισμένες άλλες απόψεις. |
|
82:6.9 (920.7) The Pitcairn experiment of blending the white and Polynesian races turned out fairly well because the white men and the Polynesian women were of fairly good racial strains. Interbreeding between the highest types of the white, red, and yellow races would immediately bring into existence many new and biologically effective characteristics. These three peoples belong to the primary Sangik races. Mixtures of the white and black races are not so desirable in their immediate results, neither are such mulatto offspring so objectionable as social and racial prejudice would seek to make them appear. Physically, such white-black hybrids are excellent specimens of humanity, notwithstanding their slight inferiority in some other respects. |
82:6.10 (920.8) Όταν μια βασική φυλή Σαντζίκ επιμειγνύεται με μια δευτερεύουσα φυλή Σαντζίκ, η τελευταία βελτιώνεται σημαντικά εις βάρος της πρώτης. Και σε μικρή κλίμακα – που εκτείνεται σε μεγάλο μήκος χρόνου – ελάχιστες σοβαρές αντιρρήσεις μπορούν να υπάρξουν για μία τέτοια εξιλαστήρια συνεισφορά των κύριων φυλών, για τη βελτίωση των δευτερευουσών ομάδων. Από βιολογική άποψη, οι δευτερεύοντες Σαντζίκ ήσαν, σε ορισμένα σημεία, ανώτεροι των κύριων φυλών. |
|
82:6.10 (920.8) When a primary Sangik race amalgamates with a secondary Sangik race, the latter is considerably improved at the expense of the former. And on a small scale—extending over long periods of time—there can be little serious objection to such a sacrificial contribution by the primary races to the betterment of the secondary groups. Biologically considered, the secondary Sangiks were in some respects superior to the primary races. |
82:6.11 (921.1) Τελικά, ο πραγματικός κίνδυνος για το ανθρώπινο είδος βρίσκεται μάλλον στον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κατώτερων και εκφυλισμένων γόνων των διαφόρων πολιτισμένων λαών, παρά στον υποτιθέμενο κίνδυνο των φυλετικών διασταυρώσεών τους. |
|
82:6.11 (921.1) After all, the real jeopardy of the human species is to be found in the unrestrained multiplication of the inferior and degenerate strains of the various civilized peoples rather than in any supposed danger of their racial interbreeding. |
82:6.12 (921.2) [Παρουσιάσθηκε από τον Αρχηγό των Σεραφείμ που διαμένουν στην Ουράντια.] |
|
82:6.12 (921.2) [Presented by the Chief of Seraphim stationed on Urantia.] |