Εγγραφο 87 |
|
Paper 87 |
ΟΙ ΛΑΤΡΕΙΕΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ |
|
The Ghost Cults |
87:0.1 (958.1) Η λατρεία των πνευμάτων των νεκρών αναπτύχθηκε ως αντιστάθμισμα έναντι των κινδύνων της κακοτυχίας. Οι πρωτόγονες θρησκευτικές τελετές της υπήρξαν το αποτέλεσμα της αγωνίας για την κακοτυχία και του υπέρμετρου φόβου για τους νεκρούς. Καμία από αυτές τις πρώιμες θρησκείες δεν είχε μεγάλη σχέση με την αναγνώριση της Θεότητας, ή με το σεβασμό προς το υπερανθρώπινο. Οι τελετές τους ήσαν κυρίως αρνητικές, σχεδιασμένες για να αποφεύγουν, να εκδιώκουν, ή να εξουδετερώνουν τα πνεύματα. Η λατρεία των πνευμάτων δεν είναι τίποτα λιγότερο, ή περισσότερο από εξασφάλιση εναντίον της καταστροφής. Δεν είχε τίποτα να κάνει με επένδυση για ανώτερες και μελλοντικές αποδόσεις. |
|
87:0.1 (958.1) THE ghost cult evolved as an offset to the hazards of bad luck; its primitive religious observances were the outgrowth of anxiety about bad luck and of the inordinate fear of the dead. None of these early religions had much to do with the recognition of Deity or with reverence for the superhuman; their rites were mostly negative, designed to avoid, expel, or coerce ghosts. The ghost cult was nothing more nor less than insurance against disaster; it had nothing to do with investment for higher and future returns. |
87:0.2 (958.2) Ο άνθρωπος διεξήγαγε ένα μακραίωνο και δύσκολο αγώνα με τη λατρεία των πνευμάτων. Τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δεν υπάρχει που να προκαλεί μεγαλύτερο οίκτο, από την αυτή εικόνα της αξιοθρήνητης ανθρώπινης δουλείας στο φόβο των πνευμάτων των νεκρών. Με τη γέννηση αυτού του ίδιου του φόβου, η ανθρωπότητα άρχισε την αναβάθμιση της θρησκευτικής εξέλιξης. Η ανθρώπινη φαντασία απομακρύνθηκε από τις ακτές του εγώ και δεν θα ξαναρίξει άγκυρα, έως ότου φθάσει στην έννοια μιας αληθούς θεότητας, ενός πραγματικού Θεού. |
|
87:0.2 (958.2) Man has had a long and bitter struggle with the ghost cult. Nothing in human history is designed to excite more pity than this picture of man’s abject slavery to ghost-spirit fear. With the birth of this very fear mankind started on the upgrade of religious evolution. Human imagination cast off from the shores of self and will not again find anchor until it arrives at the concept of a true Deity, a real God. |
1. Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ^top |
|
1. Ghost Fear ^top |
87:1.1 (958.3) Ο θάνατος προκαλούσε φόβο, επειδή ο θάνατος σήμαινε την απελευθέρωση ενός ακόμη πνεύματος από το φυσικό του σώμα. Οι αρχαίοι έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν για να εμποδίσουν το θάνατο, για να αποφύγουν την ανάγκη να παλέψουν με ένα ακόμη πνεύμα. Είχαν πάντα την αγωνία του να παρακινήσουν το πνεύμα να εγκαταλείψει τη σκηνή του θανάτου, να αρχίσει το ταξίδι για τη χώρα των νεκρών. Το πνεύμα προκαλούσε το μεγαλύτερο φόβο απ’ όλα κατά τη διάρκεια του υποτιθέμενου χρόνου διάβασης, μεταξύ της ανάδυσής του, κατά τη στιγμή του θανάτου και της μετέπειτα αναχώρησής του για τη χώρα των φαντασμάτων, μιας ασαφούς και πρωτόγονης άποψης ενός ψευδο-ουρανού. |
|
87:1.1 (958.3) Death was feared because death meant the liberation of another ghost from its physical body. The ancients did their best to prevent death, to avoid the trouble of having to contend with a new ghost. They were always anxious to induce the ghost to leave the scene of death, to embark on the journey to deadland. The ghost was feared most of all during the supposed transition period between its emergence at the time of death and its later departure for the ghost homeland, a vague and primitive concept of pseudo heaven. |
87:1.2 (958.4) Αν και οι άγριοι απέδιδαν στα πνεύματα υπερφυσικές δυνάμεις, δεν μπορούσαν να τα φαντασθούν ως έχοντα υπερφυσική διάνοια. Πολλά τεχνάσματα και στρατηγικές εφαρμόζονταν στην προσπάθεια να ξεγελάσουν και να παραπλανήσουν τα πνεύματα. Ο πολιτισμένος άνθρωπος εξακολουθεί να δίνει μεγάλη βάση στην ελπίδα ότι κάποια εξωτερική εκδήλωση ευλάβειας θα ξεγελάσει, με κάποιο τρόπο, ακόμη και μια παντογνώστρια Θεότητα. |
|
87:1.2 (958.4) Though the savage credited ghosts with supernatural powers, he hardly conceived of them as having supernatural intelligence. Many tricks and stratagems were practiced in an effort to hoodwink and deceive the ghosts; civilized man still pins much faith on the hope that an outward manifestation of piety will in some manner deceive even an omniscient Deity. |
87:1.3 (958.5) Οι πρωτόγονοι φοβούνταν την αρρώστια, επειδή έβλεπαν ότι πολλές φορές ήταν προάγγελος θανάτου. Αν ο μάγος της φυλής δεν κατόρθωνε να κάνει καλά ένα τραυματισμένο άτομο, ο άρρωστος αυτός συνήθως απομακρύνετο από την οικογενειακή καλύβα, μεταφέρετο σε μία μικρότερη, ή εγκαταλείπετο στο ύπαιθρο για να πεθάνει μόνος. Το σπίτι όπου είχε συμβεί θάνατος συνήθως κατεστρέφετο. Αν όχι, το απέφευγαν πάντα και αυτός ο φόβος απέτρεπε τον πρωτόγονο άνθρωπο από το να κτίσει πραγματικές κατοικίες. Επιπλέον επέδρασε κατά της ίδρυσης μόνιμων οικισμών και πόλεων. |
|
87:1.3 (958.5) The primitives feared sickness because they observed it was often a harbinger of death. If the tribal medicine man failed to cure an afflicted individual, the sick man was usually removed from the family hut, being taken to a smaller one or left in the open air to die alone. A house in which death had occurred was usually destroyed; if not, it was always avoided, and this fear prevented early man from building substantial dwellings. It also militated against the establishment of permanent villages and cities. |
87:1.4 (958.6) Όταν πέθαινε ένα μέλος της οικογένειας, οι άγριοι κάθονταν όλη τη νύκτα και μιλούσαν. Φοβούνταν ότι θα πέθαιναν, αν κοιμούνταν κοντά σ’ ένα νεκρό σώμα. Η μόλυνση από το πτώμα μεγάλωνε το φόβο του θανάτου και όλοι οι λαοί, τη μια εποχή, ή την άλλη, εφάρμοσαν πολύπλοκες καθαρτήριες τελετουργίες, με το σκοπό να αποκαθάρουν το άτομο μετά την επαφή του με το νεκρό. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι πρέπει πάντα να παρέχεται φως σ’ ένα πτώμα, δεν επετρέπετο ποτέ να μένει ένα νεκρό σώμα στο σκοτάδι. Στον εικοστό αιώνα εξακολουθούν να καίνε κεριά στους νεκρικούς θαλάμους και οι άνθρωποι να κάθονται με το νεκρό. Ο αποκαλούμενος πολιτισμένος άνθρωπος δεν έχει εξαλείψει απόλυτα το φόβο των νεκρών σωμάτων από τη φιλοσοφία του για τη ζωή. |
|
87:1.4 (958.6) The savages sat up all night and talked when a member of the clan died; they feared they too would die if they fell asleep in the vicinity of a corpse. Contagion from the corpse substantiated the fear of the dead, and all peoples, at one time or another, have employed elaborate purification ceremonies designed to cleanse an individual after contact with the dead. The ancients believed that light must be provided for a corpse; a dead body was never permitted to remain in the dark. In the twentieth century, candles are still burned in death chambers, and men still sit up with the dead. So-called civilized man has hardly yet completely eliminated the fear of dead bodies from his philosophy of life. |
87:1.5 (959.1) Παρά το γεγονός, όμως, αυτό, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να προσπαθούν να ξεγελάσουν το πνεύμα του νεκρού. Αν η καλύβα όπου είχε επισυμβεί ο θάνατος δεν κατεστρέφετο, το πτώμα απομακρύνετο από μία οπή, ποτέ από την πόρτα. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονταν για να παραπλανήσουν το πνεύμα του νεκρού, να αποτρέψουν την παραμονή του και να εξασφαλίσουν ότι δεν θα επιστρέψει. Οι πενθούντες επέστρεφαν από διαφορετικό δρόμο, από το φόβο μην τους ακολουθήσει το πνεύμα. Το να περπατούν προς τα πίσω, καθώς και πλήθος άλλα τεχνάσματα εφαρμόζονταν για να διασφαλίσουν ότι το πνεύμα δεν θα επέστρεφε από τον τάφο. Τα φύλα συχνά άλλαζαν ρούχα για να παραπλανήσουν το πνεύμα. Τα πένθιμα κοστούμια ήταν σχεδιασμένα ώστε να μεταμφιέζουν τους ζωντανούς. Αργότερα, για να δείχνουν σεβασμό προς το νεκρό και έτσι να εξευμενίζουν το πνεύμα του. |
|
87:1.5 (959.1) But despite all this fear, men still sought to trick the ghost. If the death hut was not destroyed, the corpse was removed through a hole in the wall, never by way of the door. These measures were taken to confuse the ghost, to prevent its tarrying, and to insure against its return. Mourners also returned from a funeral by a different road, lest the ghost follow. Backtracking and scores of other tactics were practiced to insure that the ghost would not return from the grave. The sexes often exchanged clothes in order to deceive the ghost. Mourning costumes were designed to disguise survivors; later on, to show respect for the dead and thus appease the ghosts. |
2. Η ΕΙΡΗΝΕΥΣΗ ΜΕ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ^top |
|
2. Ghost Placation ^top |
87:2.1 (959.2) Στη θρησκεία η αρνητική διαδικασία της ειρήνευσης με τα πνεύματα των νεκρών προηγήθηκε κατά πολύ της θετικής διαδικασίας του πνευματικού πειθαναγκασμού και της ικεσίας. Οι πρώτες πράξεις της ανθρώπινης λατρείας ήσαν φαινόμενα άμυνας, όχι σεβασμού. Ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί σωστό το να ασφαλίζεται κατά της φωτιάς. Έτσι και ο άγριος πίστευε ότι το συνετότερο ήταν να εξασφαλισθεί εναντίον της κακοτυχίας εξ αιτίας των πνευμάτων των νεκρών. Η προσπάθεια να διασφαλίσει αυτή την προστασία συνιστούσε τις τεχνικές και τις τελετές της λατρείας των πνευμάτων. |
|
87:2.1 (959.2) In religion the negative program of ghost placation long preceded the positive program of spirit coercion and supplication. The first acts of human worship were phenomena of defense, not reverence. Modern man deems it wise to insure against fire; so the savage thought it the better part of wisdom to provide insurance against ghost bad luck. The effort to secure this protection constituted the techniques and rituals of the ghost cult. |
87:2.2 (959.3) Κάποτε επιστεύετο ότι η μεγαλύτερη επιθυμία ενός πνεύματος ήταν να «αναπαυθεί» γρήγορα, ώστε να μπορέσει να προχωρήσει ανενόχλητο προς τη χώρα των νεκρών. Κάθε λάθος στην διαδικασία,(*) ή παράλειψη στις ενέργειες των ζώντων στο τελετουργικό της ανάπαυσης του πνεύματος, ήταν βέβαιο ότι θα καθυστερούσε την πορεία του προς τη χώρα των φαντασμάτων. Τούτο επιστεύετο ότι δυσαρεστούσε το πνεύμα και ένα εξοργισμένο πνεύμα υποτίθεται ότι αποτελούσε πηγή συμφοράς, κακοτυχίας και δυστυχίας. |
|
87:2.2 (959.3) It was once thought that the great desire of a ghost was to be quickly “laid” so that it might proceed undisturbed to deadland. Any error of commission or omission in the acts of the living in the ritual of laying the ghost was sure to delay its progress to ghostland. This was believed to be displeasing to the ghost, and an angered ghost was supposed to be a source of calamity, misfortune, and unhappiness. |
87:2.3 (959.4) Η κηδεία, ως διαδικασία, ξεκίνησε από την προσπάθεια του ανθρώπου να προτρέψει το πνεύμα του νεκρού να φύγει για τη μελλοντική του κατοικία και η επικήδεια λειτουργία είχε, αρχικά, σχεδιασθεί για να καθοδηγήσει το πνεύμα πώς να πάει εκεί. Υπήρχε το έθιμο να δίδεται τροφή και ρουχισμός για το ταξίδι του πνεύματος, με τα αντικείμενα αυτά να τοποθετούνται μέσα, ή κοντά στον τάφο. Ο άγριος πίστευε ότι χρειάζονταν από τρεις μέρες ως ένας χρόνος για να «αναπαυθεί το πνεύμα» - να απομακρυνθεί από τον τάφο. Οι Εσκιμώοι ακόμη πιστεύουν ότι η ψυχή μένει στο σώμα για τρεις μέρες. |
|
87:2.3 (959.4) The funeral service originated in man’s effort to induce the ghost soul to depart for its future home, and the funeral sermon was originally designed to instruct the new ghost how to get there. It was the custom to provide food and clothes for the ghost’s journey, these articles being placed in or near the grave. The savage believed that it required from three days to a year to “lay the ghost”—to get it away from the vicinity of the grave. The Eskimos still believe that the soul stays with the body three days. |
87:2.4 (959.5) Η σιωπή, ή το πένθος επικρατούσαν(*) μετά το θάνατο, έτσι ώστε το πνεύμα να μην επιθυμήσει(*) να επιστρέψει. Ο αυτοβασανισμός – οι τραυματισμοί – αποτελούσε μια συνηθισμένη μορφή πένθους. Πολλοί προηγμένοι δάσκαλοι προσπάθησαν να τον σταματήσουν, αλλά απέτυχαν. Η νηστεία, καθώς και άλλες μορφές αυταπάρνησης επιστεύετο ότι ευχαριστούσαν τα πνεύματα, που ευαρεστούνταν με την ταλαιπωρία των ζωντανών κατά την μεταβατική περίοδο που τα περίμεναν μέχρι να φύγουν στ’ αλήθεια για τη χώρα των νεκρών. |
|
87:2.4 (959.5) Silence or mourning was observed after a death so that the ghost would not be attracted back home. Self-torture—wounds—was a common form of mourning. Many advanced teachers tried to stop this, but they failed. Fasting and other forms of self-denial were thought to be pleasing to the ghosts, who took pleasure in the discomfort of the living during the transition period of lurking about before their actual departure for deadland. |
87:2.5 (959.6) Οι μακρόχρονες και συχνές περίοδοι πένθιμης αδράνειας υπήρξαν ένα από τα μεγάλα εμπόδια στην πρόοδο του πολιτισμού. Εβδομάδες, ακόμη και μήνες κάθε χρόνο πήγαιναν χαμένοι κυριολεκτικά, γι’ αυτό το μη παραγωγικό και άχρηστο πένθος. Το γεγονός ότι επαγγελματίες του πένθους προσλαμβάνονταν στις κηδείες αποδεικνύει ότι ο θρήνος αποτελούσε τελετουργία, όχι απόδειξη θλίψης. Οι σύγχρονοι μπορεί να πενθούν το νεκρό από σεβασμό και εξ αιτίας της απώλειας, αλλά οι αρχαίοι πενθούσαν εξ αιτίας του φόβου. |
|
87:2.5 (959.6) Long and frequent periods of mourning inactivity were one of the great obstacles to civilization’s advancement. Weeks and even months of each year were literally wasted in this nonproductive and useless mourning. The fact that professional mourners were hired for funeral occasions indicates that mourning was a ritual, not an evidence of sorrow. Moderns may mourn the dead out of respect and because of bereavement, but the ancients did this because of fear. |
87:2.6 (959.7) Το όνομα του νεκρού δεν προφέρετο ποτέ. Στην πραγματικότητα, συχνά εκριζώνετο από τη γλώσσα. Τα ονόματα αυτά έγιναν ταμπού και με τον τρόπο αυτό, οι γλώσσες διαρκώς αποδυναμώνονταν. Τούτο κατέληξε στη δημιουργία πολλαπλών συμβολικών διαλέκτων και μεταφορικών εκφράσεων, όπως είναι «το όνομα, ή η μέρα που κανείς, ποτέ, δεν αναφέρει.» |
|
87:2.6 (959.7) The names of the dead were never spoken. In fact, they were often banished from the language. These names became taboo, and in this way the languages were constantly impoverished. This eventually produced a multiplication of symbolic speech and figurative expression, such as “the name or day one never mentions.” |
87:2.7 (960.1) Οι αρχαίοι ήσαν τόσο ανυπόμονοι να απαλλαγούν από το πνεύμα του νεκρού, ώστε του προσέφεραν οτιδήποτε θα μπορούσε να έχει επιθυμήσει όσο ζούσε. Τα πνεύματα ήθελαν συζύγους και υπηρέτες. Ένας εύπορος άγριος περίμενε ότι τουλάχιστον μια σύζυγος-σκλάβα θα εθάβετο ζωντανή όταν εκείνος θα πέθαινε. Αργότερα έγινε έθιμο να αυτοκτονεί η χήρα στο μνήμα του συζύγου της. Όταν πέθαινε ένα παιδί, στραγγαλιζόταν συχνά η μητέρα, η θεία, ή η γιαγιά, ώστε ένα ενήλικο πνεύμα να συνοδεύσει και να φροντίσει το πνεύμα του παιδιού. Και εκείνοι που έδιναν με τον τρόπο αυτό τη ζωή τους, συνήθως το έκαναν εκούσια. Πράγματι, αν είχαν ζήσει παραβιάζοντας το έθιμο, ο φόβος τους για την οργή του πνεύματος του νεκρού θα τους απογύμνωνε τη ζωή από τις ελάχιστες ικανοποιήσεις που απολάμβαναν ως πρωτόγονοι. |
|
87:2.7 (960.1) The ancients were so anxious to get rid of a ghost that they offered it everything which might have been desired during life. Ghosts wanted wives and servants; a well-to-do savage expected that at least one slave wife would be buried alive at his death. It later became the custom for a widow to commit suicide on her husband’s grave. When a child died, the mother, aunt, or grandmother was often strangled in order that an adult ghost might accompany and care for the child ghost. And those who thus gave up their lives usually did so willingly; indeed, had they lived in violation of custom, their fear of ghost wrath would have denuded life of such few pleasures as the primitives enjoyed. |
87:2.8 (960.2) Ήταν συνηθισμένο να σκοτώνουν ένα μεγάλο αριθμό υποτελών για να συνοδεύσουν το νεκρό αρχηγό. Οι σκλάβοι θανατώνονταν όταν πέθαινε ο κύριός τους για να τον υπηρετήσουν στη χώρα των φαντασμάτων. Οι κάτοικοι της Βόρνεο δίνουν ακόμη ένα σύντροφο-ξεναγό. Θυσιάζουν ένα σκλάβο για να ταξιδέψει ως πνεύμα μαζί με τον νεκρό του κύριο. Τα πνεύματα των δολοφονημένων επιστεύετο ότι ευαρεστούνταν να έχουν σκλάβους τα πνεύματα των δολοφόνων τους. Η αντίληψη αυτή ώθησε τους ανθρώπους στο κυνήγι των κεφαλών. |
|
87:2.8 (960.2) It was customary to dispatch a large number of subjects to accompany a dead chief; slaves were killed when their master died that they might serve him in ghostland. The Borneans still provide a courier companion; a slave is speared to death to make the ghost journey with his deceased master. Ghosts of murdered persons were believed to be delighted to have the ghosts of their murderers as slaves; this notion motivated men to head hunting. |
87:2.9 (960.3) Τα πνεύματα των νεκρών υποτίθεται ότι απολάμβαναν τη μυρωδιά του φαγητού. Οι προσφορές τροφής στις επικήδειες τελετές ήσαν κάποτε παγκόσμιες. Η πρωτόγονη μέθοδος για να κάνουν μιαν ευχή ήταν να πετάξουν ένα κομμάτι τροφής στη φωτιά, με το σκοπό να εξευμενίσουν τα πνεύματα, ενώ μουρμούριζαν ένα ξόρκι. |
|
87:2.9 (960.3) Ghosts supposedly enjoyed the smell of food; food offerings at funeral feasts were once universal. The primitive method of saying grace was, before eating, to throw a bit of food into the fire for the purpose of appeasing the spirits, while mumbling a magic formula. |
87:2.10 (960.4) Οι νεκροί υποτίθεται ότι χρησιμοποιούσαν τα πνεύματα των εργαλείων και των όπλων που τους ανήκαν όταν ζούσαν. Το να σπάσουν ένα αντικείμενο ήταν να «το σκοτώσουν», απελευθερώνοντας, έτσι το πνεύμα του ώστε να χρησιμεύσει στη χώρα των φαντασμάτων. Θυσίες περιουσίας γίνονταν επίσης δια της καύσης, ή της ταφής. Οι σπατάλες στις αρχαίες κηδείες ήσαν πολύ μεγάλες. Οι μεταγενέστερες φυλές έφτιαχναν χάρτινα αντίγραφα και αντικαθιστούσαν με ζωγραφιές τα πραγματικά αντικείμενα και πρόσωπα σ’ αυτές τις νεκρικές θυσίες. Υπήρξε μεγάλη πρόοδος για τον πολιτισμό, όταν οι κληρονομούντες συγγενείς σταμάτησαν(*) την καύση και την ταφή της περιουσίας. Οι Ινδιάνοι Ιροκή έκαναν πολλές μεταρρυθμίσεις στις επικήδειες σπατάλες. Και αυτή η διατήρηση της περιουσίας τους έκανε να γίνουν οι ισχυρότεροι από όλους τους βόρειους ερυθρόδερμους. Ο σύγχρονος άνθρωπος υποτίθεται ότι δεν φοβάται τα πνεύματα των νεκρών, το έθιμο, ωστόσο, είναι ισχυρό και μεγάλο μέρος της υλικής περιουσίας ακόμη αναλίσκεται σε επικήδειες ιεροπραξίες και νεκρικές τελετές. |
|
87:2.10 (960.4) The dead were supposed to use the ghosts of the tools and weapons that were theirs in life. To break an article was to “kill it,” thus releasing its ghost to pass on for service in ghostland. Property sacrifices were also made by burning or burying. Ancient funeral wastes were enormous. Later races made paper models and substituted drawings for real objects and persons in these death sacrifices. It was a great advance in civilization when the inheritance of kin replaced the burning and burying of property. The Iroquois Indians made many reforms in funeral waste. And this conservation of property enabled them to become the most powerful of the northern red men. Modern man is not supposed to fear ghosts, but custom is strong, and much terrestrial wealth is still consumed on funeral rituals and death ceremonies. |
3. Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ^top |
|
3. Ancestor Worship ^top |
87:3.1 (960.5) Η προοδεύουσα λατρεία των πνευμάτων των νεκρών έκανε την λατρεία των προγόνων αναπόφευκτη, αφού έγινε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των συνηθισμένων πνευμάτων και των ανώτερων πνευμάτων, των εξελισσόμενων θεών. Οι αρχικοί θεοί ήσαν απλά θεοποιημένοι θνητοί που έφυγαν. |
|
87:3.1 (960.5) The advancing ghost cult made ancestor worship inevitable since it became the connecting link between common ghosts and the higher spirits, the evolving gods. The early gods were simply glorified departed humans. |
87:3.2 (960.6) Η λατρεία των προγόνων ήταν αρχικά περισσότερο φόβος, από όσο λατρεία, αλλά οι πεποιθήσεις αυτές συνεισέφεραν θετικά στην περαιτέρω εξάπλωση του φόβου και της λατρείας απέναντι στα φαντάσματα. Οι πιστοί της πρώιμης προγονολατρείας φοβούνταν ακόμη και να χασμουρηθούν για να μην αφήσουν ένα κακόβουλο φάντασμα να μπει στο σώμα τους τη στιγμή αυτή. |
|
87:3.2 (960.6) Ancestor worship was originally more of a fear than a worship, but such beliefs did definitely contribute to the further spread of ghost fear and worship. Devotees of the early ancestor-ghost cults even feared to yawn lest a malignant ghost enter their bodies at such a time. |
87:3.3 (960.7) Ο έθιμο της υιοθεσίας των παιδιών καθιερώθηκε για να διασφαλισθεί ότι κάποιος θα έκανε μεταθανάτιες προσφορές για την ειρήνευση και την πρόοδο της ψυχής. Ο άγριος ζούσε με το φόβο των πνευμάτων των συνανθρώπων του και περνούσε τον ελεύθερο χρόνο του προετοιμάζοντας την σωστή συμπεριφορά του δικού του πνεύματος μετά θάνατον. |
|
87:3.3 (960.7) The custom of adopting children was to make sure that someone would provide offerings after death for the peace and progress of the soul. The savage lived in fear of the ghosts of his fellows and spent his spare time planning for the safe conduct of his own ghost after death. |
87:3.4 (960.8) Οι περισσότερες φυλές τελούσαν μια εορτή για όλες τις ψυχές, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο. Οι Ρωμαίοι είχαν δώδεκα εορτές και συναφείς τελετουργίες για τα πνεύματα ετησίως. Οι μισές μέρες του χρόνου ήσαν αφιερωμένες σε κάποιο είδος τελετής που σχετίζετο με τις αρχαίες αυτές λατρείες. Ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας προσπάθησε να μεταρρυθμίσει τις πρακτικές αυτές μειώνοντας τον αριθμό των εορτάσιμων ημερών σε 135 το χρόνο. |
|
87:3.4 (960.8) Most tribes instituted an all-souls’ feast at least once a year. The Romans had twelve ghost feasts and accompanying ceremonies each year. Half the days of the year were dedicated to some sort of ceremony associated with these ancient cults. One Roman emperor tried to reform these practices by reducing the number of feast days to 135 a year. |
87:3.5 (961.1) Η λατρεία των πνευμάτων των νεκρών ευρίσκετο σε συνεχή εξέλιξη. Όπως τα φαντάσματα υποτίθεται ότι περνούσαν από μια ατελή σε μία ανώτερη φάση υπόστασης, έτσι και η λατρεία προχώρησε, με τον καιρό, στη λατρεία των πνευμάτων, ακόμη και των θεών. Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την μεταβαλλόμενη πίστη σε ανώτερα πνεύματα, όλες οι φατρίες και οι φυλές πίστευαν, κάποτε, στα φαντάσματα. |
|
87:3.5 (961.1) The ghost cult was in continuous evolution. As ghosts were envisioned as passing from the incomplete to the higher phase of existence, so did the cult eventually progress to the worship of spirits, and even gods. But regardless of varying beliefs in more advanced spirits, all tribes and races once believed in ghosts. |
4. ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΚΑΚΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ-ΠΝΕΥΜΑΤΑ ^top |
|
4. Good and Bad Spirit Ghosts ^top |
87:4.1 (961.2) Ο φόβος των πνευμάτων των νεκρών υπήρξε η γενεσιουργός αιτία όλων των θρησκειών. Και για αιώνες πολλές φυλές έμειναν προσκολλημένες στην αρχαία πίστη σε μία κατηγορία πνευμάτων. Δίδασκαν ότι ο άνθρωπος είχε καλή τύχη όταν το πνεύμα ήταν ευχαριστημένο, κακή τύχη όταν ήταν εξοργισμένο. |
|
87:4.1 (961.2) Ghost fear was the fountainhead of all world religion; and for ages many tribes clung to the old belief in one class of ghosts. They taught that man had good luck when the ghost was pleased, bad luck when he was angered. |
87:4.2 (961.3) Καθώς η λατρεία του φόβου των πνευμάτων εξαπλώνετο, ήλθε η αναγνώριση ανώτερων τύπων πνευμάτων, πνευμάτων όχι απόλυτα ταυτιζόμενων με κάποια ανθρώπινη ύπαρξη. Υπήρχαν διαβαθμισμένα, ή θεοποιημένα φαντάσματα, που είχαν προχωρήσει πέρα από την κυριαρχία της χώρας των φαντασμάτων, προς την ανώτερη κυριαρχία της χώρας των πνευμάτων. |
|
87:4.2 (961.3) As the cult of ghost fear expanded, there came about the recognition of higher types of spirits, spirits not definitely identifiable with any individual human. They were graduate or glorified ghosts who had progressed beyond the domain of ghostland to the higher realms of spiritland. |
87:4.3 (961.4) Η άποψη περί δύο ειδών πνευμάτων έκανε μια αργή, αλλά βέβαιη πρόοδο σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Αυτός ο καινούργιος, διττός πνευματισμός δεν χρειάσθηκε να εξαπλωθεί από φυλή σε φυλή. Διαδόθηκε ανεξάρτητα σ’ όλο τον κόσμο. Επηρεάζοντας την διευρυνόμενη, εξελικτική διάνοια, η δύναμη μιας ιδέας βρίσκεται όχι στην πραγματικότητα, ή την λογική της, αλλά περισσότερο στην ζωντάνια της και στην παγκοσμιότητα της άμεσης και απλής εφαρμογής της. |
|
87:4.3 (961.4) The notion of two kinds of spirit ghosts made slow but sure progress throughout the world. This new dual spiritism did not have to spread from tribe to tribe; it sprang up independently all over the world. In influencing the expanding evolutionary mind, the power of an idea lies not in its reality or reasonableness but rather in its vividness and the universality of its ready and simple application. |
87:4.4 (961.5) Ακόμη αργότερα, η φαντασία του ανθρώπου οραματίσθηκε την άποψη των καλών και των κακών υπερφυσικών επενεργειών. Μερικά φαντάσματα δεν εξελίχθηκαν ποτέ στο επίπεδο των καλών πνευμάτων. Ο αρχικός μονοπνευματισμός του φόβου των φαντασμάτων εξελίχθηκε, σταδιακά, σ’ ένα διττό πνευματισμό, μια νέα άποψη του αόρατου ελέγχου των γήινων θεμάτων. Επιτέλους, η καλή τύχη και η καλή τύχη περιγράφονταν ως έχουσες τους αντίστοιχους ελεγκτές τους. Και από τις δύο αυτές κατηγορίες, εκείνη που έφερνε την κακοτυχία επιστεύετο ότι ήταν η περισσότερο δραστήρια και πολυπληθής. |
|
87:4.4 (961.5) Still later the imagination of man envisioned the concept of both good and bad supernatural agencies; some ghosts never evolved to the level of good spirits. The early monospiritism of ghost fear was gradually evolving into a dual spiritism, a new concept of the invisible control of earthly affairs. At last good luck and bad luck were pictured as having their respective controllers. And of the two classes, the group that brought bad luck were believed to be the more active and numerous. |
87:4.5 (961.6) Όταν το δόγμα των καλών και των κακών πνευμάτων ωρίμασε, τελικά, απετέλεσε την πλέον διαδεδομένη και σταθερή απ’ όλες τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Αυτός ο δυϊσμός αντιπροσώπευσε μια μεγάλη θρησκευτική-φιλοσοφική πρόοδο, διότι έκανε τον άνθρωπο ικανό να ερμηνεύσει την καλοτυχία αλλά και την κακοτυχία, ενώ την ίδια στιγμή να πιστέψει σε υπεράνω των θνητών υπάρξεις, οι οποίες ήσαν, ως ένα βαθμό, συνεπείς ως προς τη συμπεριφορά τους. Τα πνεύματα μπορούσαν να υπολογίζονται είτε ως καλά, είτε ως κακά. Δεν θεωρούνταν, ωστόσο, εντελώς ιδιόρρυθμα, όσο τα πρώιμα φαντάσματα του μονοπνευματισμού των περισσότερο πρωτόγονων θρησκειών είχαν φαντασθεί ότι ήταν. Ο άνθρωπος έγινε, επιτέλους, ικανός να φαντασθεί υπερφυσικές δυνάμεις που είχαν συνεπή συμπεριφορά και τούτη ήταν μια από τις πλέον σημαντικές ανακαλύψεις της αλήθειας σ’ ολόκληρη την ιστορία της εξέλιξης της θρησκείας και τη διεύρυνση της ανθρώπινης φιλοσοφίας. |
|
87:4.5 (961.6) When the doctrine of good and bad spirits finally matured, it became the most widespread and persistent of all religious beliefs. This dualism represented a great religio-philosophic advance because it enabled man to account for both good luck and bad luck while at the same time believing in supermortal beings who were to some extent consistent in their behavior. The spirits could be counted on to be either good or bad; they were not thought of as being completely temperamental as the early ghosts of the monospiritism of most primitive religions had been conceived to be. Man was at last able to conceive of supermortal forces that were consistent in behavior, and this was one of the most momentous discoveries of truth in the entire history of the evolution of religion and in the expansion of human philosophy. |
87:4.6 (961.7) Η εξελικτική θρησκεία, πάντως, πλήρωσε ένα φοβερό τίμημα για την θεώρηση του διττού πνευματισμού. Η αρχική φιλοσοφία του ανθρώπου ήταν σε θέση να εναρμονίσει την πνευματική σταθερότητα με τη μεταβλητότητα της εγκόσμιας τύχης μόνο λαμβάνοντας ως αξίωμα την ύπαρξη δύο ειδών πνευμάτων, ενός καλού και του άλλου κακού. Και ενώ η πίστη αυτή κατέστησε, πράγματι, τον άνθρωπο ικανό να εναρμονίσει τις μεταβλητές της σύμπτωσης με την αρχή των αμετάβλητων υπερφυσικών δυνάμεων, το ίδιο αυτό δόγμα κατέστησε έκτοτε δύσκολο για τους θρησκειολόγους να συλλάβουν την κοσμική ενότητα. Οι θεοί της εξελικτικής θρησκείας είχαν, γενικά, αντίπαλους τις δυνάμεις του σκότους. |
|
87:4.6 (961.7) Evolutionary religion has, however, paid a terrible price for the concept of dual spiritism. Man’s early philosophy was able to reconcile spirit constancy with the vicissitudes of temporal fortune only by postulating two kinds of spirits, one good and the other bad. And while this belief did enable man to reconcile the variables of chance with a concept of unchanging supermortal forces, this doctrine has ever since made it difficult for religionists to conceive of cosmic unity. The gods of evolutionary religion have generally been opposed by the forces of darkness. |
87:4.7 (962.1) Η τραγωδία όλων αυτών έγκειται στο γεγονός ότι, όταν οι ιδέες αυτές ρίζωσαν στον πρωτόγονο νου των ανθρώπων, δεν υπήρχαν κακά, ή δυσαρμονικά πνεύματα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η ατυχής αυτή κατάσταση δεν εξελίχθηκε ει μη μόνο μετά την εξέγερση του Καλιγκάστια και διατηρήθηκε μόνο ως την Πεντηκοστή. Η θεώρηση του καλού και του κακού ως κοσμικών συνιστωσών είναι, ακόμη και κατά τον εικοστό αιώνα, πολύ ζωντανή στην ανθρώπινη φιλοσοφία. Πολλές από τις θρησκείες του κόσμου φέρουν ακόμη αυτό το εκ γενετής πολιτισμικό σημάδι των μακρινών πλέον ημερών της ανάδυσης της λατρείας των φαντασμάτων. |
|
87:4.7 (962.1) The tragedy of all this lies in the fact that, when these ideas were taking root in the primitive mind of man, there really were no bad or disharmonious spirits in all the world. Such an unfortunate situation did not develop until after the Caligastic rebellion and only persisted until Pentecost. The concept of good and evil as cosmic co-ordinates is, even in the twentieth century, very much alive in human philosophy; most of the world’s religions still carry this cultural birthmark of the long-gone days of the emerging ghost cults. |
5. Η ΠΡΟΟΔΕΥΟΥΣΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ ^top |
|
5. The Advancing Ghost Cult ^top |
87:5.1 (962.2) Ο πρωτόγονος άνθρωπος πίστευε ότι τα πνεύματα και τα φαντάσματα είχαν σχεδόν απεριόριστα δικαιώματα αλλά όχι και καθήκοντα. Τα πνεύματα θεωρούνταν ότι αντιμετώπιζαν τους ανθρώπους ως έχοντες πολυποίκιλα καθήκοντα αλλά καθόλου δικαιώματα. Επιστεύετο ότι τα πνεύματα περιφρονούσαν τους ανθρώπους επειδή διαρκώς αποτύγχαναν στη διεξαγωγή των πνευματικών τους καθηκόντων. Ήταν καθολική πεποίθηση της ανθρωπότητας ότι τα φαντάσματα επέβαλαν ένα συνεχή φόρο υπηρεσίας ως τίμημα της μη ανάμιξής τους στις ανθρώπινες υποθέσεις και ότι η ελάχιστη ατυχία οδηγούσε στη δραστηριοποίηση των φαντασμάτων. Οι πρώιμοι άνθρωποι φοβούνταν τόσο πολύ ότι θα μπορούσαν να παραβλέψουν κάποια τιμή που οφείλετο στα φαντάσματα, ώστε, αφού είχαν προσφέρει θυσίες προς όλα τα γνωστά πνεύματα, προσέφεραν άλλη μία στους «άγνωστους θεούς», μόνο και μόνο για να είναι απόλυτα ασφαλείς. |
|
87:5.1 (962.2) Primitive man viewed the spirits and ghosts as having almost unlimited rights but no duties; the spirits were thought to regard man as having manifold duties but no rights. The spirits were believed to look down upon man as constantly failing in the discharge of his spiritual duties. It was the general belief of mankind that ghosts levied a continuous tribute of service as the price of noninterference in human affairs, and the least mischance was laid to ghost activities. Early humans were so afraid they might overlook some honor due the gods that, after they had sacrificed to all known spirits, they did another turn to the “unknown gods,” just to be thoroughly safe. |
87:5.2 (962.3) Και τώρα, πλέον, η απλοϊκή λατρεία των πνευμάτων των νεκρών ακολουθείται από τις πρακτικές της περισσότερο προηγμένης και συγκριτικά περίπλοκης λατρείας των πνευμάτων-φαντασμάτων, την υπηρεσία και τη λατρεία των ανώτερων πνευμάτων, όπως αυτά εξελίχθηκαν στην πρωτόγονη φαντασία του ανθρώπου. Το θρησκευτικό τελετουργικό πρέπει να συμβαδίσει με την πνευματική εξέλιξη και πρόοδο. Η διευρυμένη λατρεία δεν ήταν παρά η διαδικασία(*) της αυτοσυντήρησης, η οποία επιτελείτο σε συσχετισμό προς την πίστη σε υπερφυσικές δυνάμεις, της αυτοπροσαρμογής στο πνευματικό περιβάλλον. Η βιομηχανική και η στρατιωτική συγκρότηση απετέλεσαν προσαρμογή στο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον. Και, όπως ο γάμος δημιουργήθηκε για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αμφισεξουαλικότητας, έτσι και η θρησκευτική συγκρότηση εξελίχθηκε ως απάντηση στην πίστη σε ανώτερες πνευματικές δυνάμεις και πνευματικές υπάρξεις. Η θρησκεία αντιπροσωπεύει την προσαρμογή του ανθρώπου στις αυταπάτες του πάνω στο μυστήριο της σύμπτωσης. Ο φόβος των πνευμάτων και η συνακόλουθη λατρεία υιοθετήθηκαν ως διασφάλιση κατά της ατυχίας, ως πολιτική ευημερίας. |
|
87:5.2 (962.3) And now the simple ghost cult is followed by the practices of the more advanced and relatively complex spirit-ghost cult, the service and worship of the higher spirits as they evolved in man’s primitive imagination. Religious ceremonial must keep pace with spirit evolution and progress. The expanded cult was but the art of self-maintenance practiced in relation to belief in supernatural beings, self-adjustment to spirit environment. Industrial and military organizations were adjustments to natural and social environments. And as marriage arose to meet the demands of bisexuality, so did religious organization evolve in response to the belief in higher spirit forces and spiritual beings. Religion represents man’s adjustment to his illusions of the mystery of chance. Spirit fear and subsequent worship were adopted as insurance against misfortune, as prosperity policies. |
87:5.3 (962.4) Ο άγριος φαντάζεται ότι τα καλά πνεύματα ασχολούνται με τα δικά τους, ζητώντας ελάχιστα από τους ανθρώπους. Είναι τα κακά φαντάσματα και πνεύματα που πρέπει να κρατούν σε καλή διάθεση. Συνεπώς, οι πρωτόγονοι λαοί έδιναν μεγαλύτερη σημασία στα κακόβουλα φαντάσματά τους, από όσο στα αγαθά πνεύματα. |
|
87:5.3 (962.4) The savage visualizes the good spirits as going about their business, requiring little from human beings. It is the bad ghosts and spirits who must be kept in good humor. Accordingly, primitive peoples paid more attention to their malevolent ghosts than to their benign spirits. |
87:5.4 (962.5) Η ανθρώπινη ευημερία υποτίθεται ότι ήταν ιδιαίτερα προκλητική για τα ζηλόφθονα, ή κακόβουλα πνεύματα και η μέθοδός τους για να κάνουν κακό ήταν να εκδικούνται μέσω ενός ανθρώπινου παράγοντα, ή με το κακό μάτι. Η φάση αυτή της λατρείας που είχε να κάνει με την αποφυγή των πνευμάτων ασχολείτο πολύ με τις σκευωρίες του κακού ματιού. Ο φόβος γι’ αυτό έγινε σχεδόν παγκόσμιος. Οι όμορφες γυναίκες καλύπτονταν για να προστατευθούν από το κακό μάτι. Στη συνέχεια, πολλές γυναίκες που ήθελαν να θεωρούνται όμορφες υιοθέτησαν αυτή την πρακτική. Εξ αιτίας του φόβου αυτού των κακών πνευμάτων, σπάνια επετρέπετο στα παιδιά να βγαίνουν έξω όταν νύκτωνε, ενώ οι αρχικές προσευχές περιελάμβαναν πάντα την ικεσία «απάλλαξέ μας από το κακό μάτι.» |
|
87:5.4 (962.5) Human prosperity was supposed to be especially provocative of the envy of evil spirits, and their method of retaliation was to strike back through a human agency and by the technique of the evil eye. That phase of the cult which had to do with spirit avoidance was much concerned with the machinations of the evil eye. The fear of it became almost world-wide. Pretty women were veiled to protect them from the evil eye; subsequently many women who desired to be considered beautiful adopted this practice. Because of this fear of bad spirits, children were seldom allowed out after dark, and the early prayers always included the petition, “deliver us from the evil eye.” |
87:5.5 (962.6) Το Κοράνι περιλαμβάνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο στο κακό μάτι και στα ξόρκια, ενώ οι Εβραίοι πιστεύουν απόλυτα σ’ αυτά. Η φαλλική λατρεία συνολικά αναπτύχθηκε ως άμυνα εναντίον του κακού ματιού. Τα αναπαραγωγικά όργανα θωρούνταν ότι ήσαν το μοναδικό φετίχ που θα μπορούσε να κάνει το κακό μάτι ανίσχυρο. Το κακό μάτι δημιούργησε τις πρώτες προλήψεις πάνω στο προ της γέννησης μαρκάρισμα των παιδιών, τις εντυπώσεις της μητέρας και η πεποίθηση αυτή ήταν, κάποτε, σχεδόν παγκόσμια. |
|
87:5.5 (962.6) The Koran contains a whole chapter devoted to the evil eye and magic spells, and the Jews fully believed in them. The whole phallic cult grew up as a defense against the evil eye. The organs of reproduction were thought to be the only fetish which could render it powerless. The evil eye gave origin to the first superstitions respecting prenatal marking of children, maternal impressions, and the cult was at one time well-nigh universal. |
87:5.6 (963.1) Η ζήλια είναι μια βαθιά ριζωμένη ανθρώπινη ιδιότητα. Γι’ αυτό ο πρωτόγονος άνθρωπος την απέδιδε στους πρώιμους θεούς του. Και αφού ο άνθρωπος είχε κάποτε παραπλανήσει τα φαντάσματά του, γρήγορα άρχισε να παραπλανά και τα πνεύματα. Σκέφθηκε, λοιπόν, «Αν τα πνεύματα ζηλεύουν την ομορφιά και την ευημερία μας, θα γίνουμε άσχημοι και θα μιλάμε ελάχιστα για τις επιτυχίες μας.» Η αρχική ταπεινοφροσύνη δεν ήταν, λοιπόν, υποβάθμιση του εγώ, αλλά μάλλον μια προσπάθεια να νικήσουν και να παραπλανήσουν τα ζηλόφθονα πνεύματα. |
|
87:5.6 (963.1) Envy is a deep-seated human trait; therefore did primitive man ascribe it to his early gods. And since man had once practiced deception upon the ghosts, he soon began to deceive the spirits. Said he, “If the spirits are jealous of our beauty and prosperity, we will disfigure ourselves and speak lightly of our success.” Early humility was not, therefore, debasement of ego but rather an attempt to foil and deceive the envious spirits. |
87:5.7 (963.2) Η μέθοδος που υιοθετήθηκε για να αποτρέψει τα πνεύματα από το να ζηλέψουν την ανθρώπινη ευημερία ήταν να εξυβρίζουν έντονα ένα τυχερό, ή αγαπημένο πράγμα, ή πρόσωπο. Το έθιμο των υποτιμητικών συνοδευτικών σχολίων για κάποιο άτομο, ή μια οικογένεια προέρχεται από τη μέθοδο αυτή και με τον καιρό εξελίχθηκε στην πολιτισμένη μετριοπάθεια, αυτοσυγκράτηση και ευγένεια. Ακολουθώντας την ίδια τακτική, έγινε μόδα να φαίνεται κάποιος άσχημος. Η ομορφιά ξυπνούσε τη ζήλια των πνευμάτων. Δήλωνε την αμαρτωλή περηφάνια του ανθρώπου. Ο άγριος αναζητούσε ένα άσχημο όνομα. Το χαρακτηριστικό αυτό της λατρείας απετέλεσε μεγάλο μειονέκτημα στην πρόοδο της τέχνης και για πολλούς αιώνες έκανε τον κόσμο σκοτεινό και άσχημο. |
|
87:5.7 (963.2) The method adopted to prevent the spirits from becoming jealous of human prosperity was to heap vituperation upon some lucky or much loved thing or person. The custom of depreciating complimentary remarks regarding oneself or family had its origin in this way, and it eventually evolved into civilized modesty, restraint, and courtesy. In keeping with the same motive, it became the fashion to look ugly. Beauty aroused the envy of spirits; it betokened sinful human pride. The savage sought for an ugly name. This feature of the cult was a great handicap to the advancement of art, and it long kept the world somber and ugly. |
87:5.8 (963.3) Υπό τη λατρεία των πνευμάτων, η ζωή ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ένα ρίσκο, το αποτέλεσμα του ελέγχου των πνευμάτων. Το μέλλον ενός ανθρώπου δεν ήταν το αποτέλεσμα των προσπαθειών, της εργατικότητας, ή του ταλέντου του, εκτός αν αυτά μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να επηρεάσουν τα πνεύματα. Οι τελετουργίες του εξευμενισμού των πνευμάτων αποτελούσαν ένα μεγάλο βάρος, που έκανε τη ζωή βαρετή και κυριολεκτικά αφόρητη. Από αιώνα σε αιώνα και από γενεά σε γενεά, η μία φυλή μετά την άλλη προσπάθησε να βελτιώσει αυτό το δόγμα των υπερ-φαντασμάτων, αλλά καμία γενεά δεν τόλμησε ποτέ να το απορρίψει. |
|
87:5.8 (963.3) Under the spirit cult, life was at best a gamble, the result of spirit control. One’s future was not the result of effort, industry, or talent except as they might be utilized to influence the spirits. The ceremonies of spirit propitiation constituted a heavy burden, rendering life tedious and virtually unendurable. From age to age and from generation to generation, race after race has sought to improve this superghost doctrine, but no generation has ever yet dared to wholly reject it. |
87:5.9 (963.4) Η πρόθεση και η βούληση των πνευμάτων μελετήθηκαν δια των οιωνών, των χρησμών και των ζωδίων. Και τα μηνύματα αυτά των πνευμάτων ερμηνεύονταν με τη μαντική, την προφητεία, τη μαγεία, τις δοκιμασίες και την αστρολογία. Η λατρεία συνολικά αποτελούσε ένα πρότυπο φτιαγμένο για να καταπραΰνει, να ικανοποιεί και να εξαγοράζει τα πνεύματα μέσω της συγκεκαλυμμένης αυτής δωροδοκίας. |
|
87:5.9 (963.4) The intention and will of the spirits were studied by means of omens, oracles, and signs. And these spirit messages were interpreted by divination, soothsaying, magic, ordeals, and astrology. The whole cult was a scheme designed to placate, satisfy, and buy off the spirits through this disguised bribery. |
87:5.10 (963.5) Και έτσι, δημιουργήθηκε μια νέα και παγκόσμια φιλοσοφία η οποία συνίστατο: |
|
87:5.10 (963.5) And thus there grew up a new and expanded world philosophy consisting in: |
87:5.11 (963.6) 1. Στο καθήκον – τα πράγματα εκείνα που πρέπει να γίνουν για να κάνουν τα πνεύματα ευμενή, τουλάχιστον ουδέτερα. |
|
87:5.11 (963.6) 1. Duty—those things which must be done to keep the spirits favorably disposed, at least neutral. |
87:5.12 (963.7) 2. Στο δίκαιο – τη σωστή συμπεριφορά και τις τελετές τις σχεδιασμένες για να κερδίζουν τη δραστηριοποίηση των πνευμάτων υπέρ των συμφερόντων ενός ατόμου. |
|
87:5.12 (963.7) 2. Right—the correct conduct and ceremonies designed to win the spirits actively to one’s interests. |
87:5.13 (963.8) 3. Στην αλήθεια – την ορθή κατανόηση των, και τη σωστή στάση προς, τα πνεύματα και εξ αυτής προς τη ζωή και το θάνατο. |
|
87:5.13 (963.8) 3. Truth—the correct understanding of, and attitude toward, spirits, and hence toward life and death. |
87:5.14 (963.9) Δεν ήταν απλά από περιέργεια που οι αρχαίοι προσπαθούσαν να μάθουν το μέλλον. Ήθελαν να ξεφύγουν από την κακοτυχία. Η μαντική ήταν απλά μια προσπάθεια να αποφύγουν τις δυσκολίες. Τις εποχές αυτές τα όνειρα θεωρούνταν προφητικά, ενώ οτιδήποτε πέραν του συνήθους εθεωρείτο οιωνός. Και, ακόμη και σήμερα, οι πολιτισμένες φυλές φέρουν την κατάρα να πιστεύουν σε ζώδια, ενδείξεις, και άλλα προληπτικά κατάλοιπα της προηγμένης λατρείας των φαντασμάτων του παλιού καιρού. Αργά, πολύ αργά εγκαταλείπει ο άνθρωπος τις μεθόδους εκείνες δια των οποίων με τόσο αργό ρυθμό και τόση οδύνη ανελίχθηκε την εξελικτική κλίμακα της ζωής. |
|
87:5.14 (963.9) It was not merely out of curiosity that the ancients sought to know the future; they wanted to dodge ill luck. Divination was simply an attempt to avoid trouble. During these times, dreams were regarded as prophetic, while everything out of the ordinary was considered an omen. And even today the civilized races are cursed with the belief in signs, tokens, and other superstitious remnants of the advancing ghost cult of old. Slow, very slow, is man to abandon those methods whereby he so gradually and painfully ascended the evolutionary scale of life. |
6. ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΞΟΡΚΙΣΜΟΣ ^top |
|
6. Coercion and Exorcism ^top |
87:6.1 (963.10) Όταν οι άνθρωποι πίστευαν μόνο στα φαντάσματα, οι θρησκευτικές τελετουργίες ήσαν περισσότερο προσωπικές, λιγότερο οργανωμένες, αλλά η αναγνώριση των ανώτερων πνευμάτων κατέστησε αναγκαία την χρήση «ανώτερων πνευματικών μεθόδων» για να τα αντιμετωπίσουν. Η προσπάθεια αυτή να βελτιώσουν και να επεξεργασθούν την τεχνική ης εξιλέωσης των πνευμάτων οδήγησε άμεσα στη δημιουργία άμυνας κατά των πνευμάτων. Ο άνθρωπος ένοιωθε, πράγματι, αδύναμος μπροστά στις ανεξέλεγκτες δυνάμεις που λειτουργούσαν στην επί της γης ζωή του και το αίσθημα αυτό της κατωτερότητας τον οδήγησε στο να προσπαθήσει να βρει κάποια αντισταθμιστική προσαρμογή, κάποια τεχνική για να εξισορροπήσει τις πιθανότητες επιτυχίας στον μονόπλευρο αγώνα του ανθρώπου εναντίον του σύμπαντος. |
|
87:6.1 (963.10) When men believed in ghosts only, religious ritual was more personal, less organized, but the recognition of higher spirits necessitated the employment of “higher spiritual methods” in dealing with them. This attempt to improve upon, and to elaborate, the technique of spirit propitiation led directly to the creation of defenses against the spirits. Man felt helpless indeed before the uncontrollable forces operating in terrestrial life, and his feeling of inferiority drove him to attempt to find some compensating adjustment, some technique for evening the odds in the one-sided struggle of man versus the cosmos. |
87:6.2 (964.1) Κατά τους αρχικούς καιρούς της λατρείας, οι προσπάθειες του ανθρώπου να επηρεάσει τη δράση των φαντασμάτων περιορίζονταν στην εξιλέωση, προσπάθειες να εξαγοράσει με τη δωροδοκία την κακοτυχία του. Καθώς η εξέλιξη της λατρείας των φαντασμάτων προόδευσε ως την αντίληψη των καλών αλλά και των κακών πνευμάτων, οι τελετουργίες αυτές εστράφησαν σε μία προσπάθεια περισσότερο θετικής φύσης, προσπάθεια να κερδίσουν την καλή τύχη. Η θρησκεία του ανθρώπου δεν ήταν, πλέον, αποκλειστικά αρνητική, ούτε σταματούσε πια στην προσπάθεια να κερδίσει την καλή τύχη. Σύντομα άρχισε να επινοεί τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να υποχρεώσει το πνεύμα να συνεργασθεί. Ο πιστός δεν ήταν πια απροστάτευτος μπροστά στις ατέλειωτες απαιτήσεις των πνευμάτων-φαντασμάτων που ο ίδιος είχε επινοήσει. Ο άγριος άρχιζε να εφευρίσκει όπλα με τα οποία μπορούσε να εξαναγκάσει τη δράση των πνευμάτων και να τα υποχρεώσει να τον βοηθήσουν. |
|
87:6.2 (964.1) In the early days of the cult, man’s efforts to influence ghost action were confined to propitiation, attempts by bribery to buy off ill luck. As the evolution of the ghost cult progressed to the concept of good as well as bad spirits, these ceremonies turned toward attempts of a more positive nature, efforts to win good luck. Man’s religion no longer was completely negativistic, nor did he stop with the effort to win good luck; he shortly began to devise schemes whereby he could compel spirit co-operation. No longer does the religionist stand defenseless before the unceasing demands of the spirit phantasms of his own devising; the savage is beginning to invent weapons wherewith he may coerce spirit action and compel spirit assistance. |
87:6.3 (964.2) Οι πρώτες αμυντικές προσπάθειες του ανθρώπου κατευθύνονταν εναντίον των φαντασμάτων. Καθώς οι αιώνες περνούσαν, οι ζωντανοί άρχισαν να επινοούν μεθόδους αντίστασης κατά των νεκρών. Αναπτύχθηκαν πολλές τεχνικές για να εκφοβίσουν τα φαντάσματα και τα να διώξουν μακριά, μεταξύ των οποίων μπορούν να αναφερθούν οι ακόλουθες: |
|
87:6.3 (964.2) Man’s first efforts at defense were directed against the ghosts. As the ages passed, the living began to devise methods of resisting the dead. Many techniques were developed for frightening ghosts and driving them away, among which may be cited the following: |
87:6.4 (964.3) 1. Αποκοπή του κεφαλιού και δέσιμο του σώματος στον τάφο. |
|
87:6.4 (964.3) 1. Cutting off the head and tying up the body in the grave. |
87:6.5 (964.4) 2. Κτίσιμο με πέτρες του σπιτιού του νεκρού. |
|
87:6.5 (964.4) 2. Stoning the death house. |
87:6.6 (964.5) 3. Ευνουχισμός, ή σπάσιμο των ποδιών του πτώματος. |
|
87:6.6 (964.5) 3. Castration or breaking the legs of the corpse. |
87:6.7 (964.6) 4. Ταφή κάτω από πέτρες, πιθανή προέλευση των σύγχρονων επιτύμβιων πλακών. |
|
87:6.7 (964.6) 4. Burying under stones, one origin of the modern tombstone. |
87:6.8 (964.7) 5. Καύση, μια μεταγενέστερη επινόηση για την αποφυγή προβλημάτων εκ μέρους του φαντάσματος. |
|
87:6.8 (964.7) 5. Cremation, a later-day invention to prevent ghost trouble. |
87:6.9 (964.8) 6. Ρίψη του σώματος στη θάλασσα. |
|
87:6.9 (964.8) 6. Casting the body into the sea. |
87:6.10 (964.9) 7. Έκθεση του σώματος για να το φάνε τα άγρια ζώα. |
|
87:6.10 (964.9) 7. Exposure of the body to be eaten by wild animals. |
87:6.11 (964.10) Τα πνεύματα υποτίθεται ότι ενοχλούνταν και τρόμαζαν με το θόρυβο. Οι κραυγές, οι καμπάνες και τα τύμπανα τα έδιωχναν μακριά από τους ζωντανούς. Και οι αρχαίες αυτές μέθοδοι εφαρμόζονται ακόμα στις «αγρυπνίες» για τους νεκρούς. Παρασκευάσματα που μύριζαν όπως η τροφή χρησιμοποιούνταν για να διώξουν τα ανεπιθύμητα πνεύματα. Φτιάχνονταν αποκρουστικές εικόνες των πνευμάτων έτσι ώστε αυτά να φύγουν τρέχοντας μόλις αντίκριζαν τον εαυτό τους. Πίστευαν ότι τα σκυλιά μπορούσαν να εντοπίσουν τα φαντάσματα που πλησίαζαν και ότι προειδοποιούσαν τους ανθρώπους ουρλιάζοντας. Ότι τα κοκόρια έκρωζαν όταν πλησίαζαν φαντάσματα. Η χρησιμοποίηση του κόκορα ως ανεμοδείκτη διαιωνίζει την πρόληψη αυτή. |
|
87:6.11 (964.10) Ghosts were supposed to be disturbed and frightened by noise; shouting, bells, and drums drove them away from the living; and these ancient methods are still in vogue at “wakes” for the dead. Foul-smelling concoctions were utilized to banish unwelcome spirits. Hideous images of the spirits were constructed so that they would flee in haste when they beheld themselves. It was believed that dogs could detect the approach of ghosts, and that they gave warning by howling; that cocks would crow when they were near. The use of a cock as a weather vane is in perpetuation of this superstition. |
87:6.12 (964.11) Το νερό θεωρείτο ως η καλύτερη προστασία κατά των φαντασμάτων. Το αγιασμένο νερό ήταν ανώτερο όλων των άλλων μορφών, το νερό στο οποίο οι ιερείς είχαν πλύνει τα πόδια τους. Τόσο η φωτιά, όσο και το νερό επιστεύετο ότι αποτελούσαν αδιαπέραστα εμπόδια για τα φαντάσματα. Οι Ρωμαίοι μετέφεραν νερό τρεις φορές γύρω από το σώμα του νεκρού. Στον εικοστό αιώνα το σώμα ραντίζεται με αγιασμό ενώ το πλύσιμο των χεριών στο κοιμητήριο αποτελεί ακόμη Εβραϊκή τελετουργία. Μόνο σε πρόσφατους χρόνους το πλύσιμο έγινε πρακτική υγιεινής. |
|
87:6.12 (964.11) Water was regarded as the best protection against ghosts. Holy water was superior to all other forms, water in which the priests had washed their feet. Both fire and water were believed to constitute impassable barriers to ghosts. The Romans carried water three times around the corpse; in the twentieth century the body is sprinkled with holy water, and hand washing at the cemetery is still a Jewish ritual. Baptism was a feature of the later water ritual; primitive bathing was a religious ceremony. Only in recent times has bathing become a sanitary practice. |
87:6.13 (964.12) Ο άνθρωπος, ωστόσο, δεν σταμάτησε στον πειθαναγκασμό των πνευμάτων. Μέσω των θρησκευτικών τελετουργιών καθώς και άλλων πρακτικών γρήγορα προσπάθησε να εξαναγκάσει τα πνεύματα να δράσουν. Ο εξορκισμός ήταν η χρησιμοποίηση ενός πνεύματος για να ελέγξει, ή να εκδιώξει κάποιο άλλο και οι τακτικές αυτές χρησιμοποιούνταν, επίσης, για να τρομάξουν τα φαντάσματα και τα πνεύματα. Η αρχή του διττού πνευματισμού των καλών και των κακών δυνάμεων προσέφερε στον άνθρωπο μεγάλες ευκαιρίες ώστε να προσπαθήσει να κάνει μια επίδραση να τα βάλει με μιαν άλλη, αφού, αν ένας δυνατός άνθρωπος μπορούσε να κατατροπώσει ένα αδύναμο, τότε σίγουρα ένα δυνατό πνεύμα μπορούσε να κυριαρχήσει σ΄ ένα κατώτερο φάντασμα. Η πρωτόγονη κατάρα αποτελούσε πρακτική εξαναγκασμού σχεδιασμένη για να τρομοκρατήσει τα κατώτερα πνεύματα. Αργότερα, το έθιμο αυτό επεκτάθηκε στην εκφορά αναθεμάτων κατά των εχθρών. |
|
87:6.13 (964.12) But man did not stop with ghost coercion; through religious ritual and other practices he was soon attempting to compel spirit action. Exorcism was the employment of one spirit to control or banish another, and these tactics were also utilized for frightening ghosts and spirits. The dual-spiritism concept of good and bad forces offered man ample opportunity to attempt to pit one agency against another, for, if a powerful man could vanquish a weaker one, then certainly a strong spirit could dominate an inferior ghost. Primitive cursing was a coercive practice designed to overawe minor spirits. Later this custom expanded into the pronouncing of curses upon enemies. |
87:6.14 (965.1) Για πάρα πολλά χρόνια επιστεύετο ότι επιστρέφοντας στις πρακτικές των αρχαιότερων εθίμων τα πνεύματα και οι ημίθεοι μπορούσαν να αναγκασθούν να κάνουν αυτό που οι άνθρωποι επιθυμούσαν. Ο σύγχρονος άνθρωπος κρίνεται ένοχος για την ίδια διαδικασία. Απευθύνεστε ο ένας στον άλλο στην κοινή, καθημερινή γλώσσα, αλλά όταν προσεύχεστε, καταφεύγετε στο παλιότερο ύφος, μιας άλλης γενιάς, το αποκαλούμενο σοβαρό ύφος. |
|
87:6.14 (965.1) It was long believed that by reverting to the usages of the more ancient mores the spirits and demigods could be forced into desirable action. Modern man is guilty of the same procedure. You address one another in common, everyday language, but when you engage in prayer, you resort to the older style of another generation, the so-called solemn style. |
87:6.15 (965.2) Το δόγμα αυτό εξηγεί, επίσης, πολλές θρησκευτικές-τελετουργικές επανόδους σεξουαλικής φύσης, όπως η πορνεία των ναών. Οι επάνοδοι αυτές σε πρωτόγονα έθιμα θεωρούνταν ασφαλείς φύλακες εναντίον πολλών δεινών. Και για όλους αυτούς τους απλοϊκούς λαούς, αυτές οι παραστάσεις ήσαν εντελώς απαλλαγμένες από αυτό που ο πολιτισμένος άνθρωπος θα χαρακτήριζε ασυδοσία. |
|
87:6.15 (965.2) This doctrine also explains many religious-ritual reversions of a sex nature, such as temple prostitution. These reversions to primitive customs were considered sure guards against many calamities. And with these simple-minded peoples all such performances were entirely free from what modern man would term promiscuity. |
87:6.16 (965.3) Έπειτα ήλθε η πρακτική των τελετουργικών υποσχέσεων, για να ακολουθηθεί γρήγορα από τις θρησκευτικές δεσμεύσεις και τους ιερούς όρκους. Οι περισσότεροι από τους όρκους αυτούς συνοδεύονταν από αυτοβασανισμούς και αυτοακρωτηριασμούς. Αργότερα από νηστεία και προσευχή. Η αυταπάρνηση αντιμετωπίζετο αργότερα ως πραγματικός εξαναγκασμός. Τούτο ήταν αλήθεια κυρίως όσον αφορούσε στη σεξουαλική καταστολή. Και έτσι ο πρωτόγονος άνθρωπος γρήγορα ανέπτυξε μια επιθυμητή αυστηρότητα στις θρησκευτικές πρακτικές του, μια πίστη στην αποτελεσματικότητα του αυτοβασανισμού και της αυταπάρνησης, ως τελετουργίες ικανές να εξαναγκάσουν τα απρόθυμα πνεύματα τα αντιδράσουν ευμενώς προς όλους αυτούς που υπέφεραν και στερούνταν. |
|
87:6.16 (965.3) Next came the practice of ritual vows, soon to be followed by religious pledges and sacred oaths. Most of these oaths were accompanied by self-torture and self-mutilation; later on, by fasting and prayer. Self-denial was subsequently looked upon as being a sure coercive; this was especially true in the matter of sex suppression. And so primitive man early developed a decided austerity in his religious practices, a belief in the efficacy of self-torture and self-denial as rituals capable of coercing the unwilling spirits to react favorably toward all such suffering and deprivation. |
87:6.17 (965.4) Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν προσπαθεί πλέον να εξαναγκάσει ανοικτά τα πνεύματα, αν και ακόμη επιδεικνύει τη διάθεση να διαπραγματευθεί με το Θείο. Και εξακολουθεί να ορκίζεται, να κτυπά ξύλο, να σταυρώνει τα δάκτυλά του και να φτύνει λέγοντας κάποια τετριμμένη φράση, που κάποτε ήταν ξόρκι μαγικό. |
|
87:6.17 (965.4) Modern man no longer attempts openly to coerce the spirits, though he still evinces a disposition to bargain with Deity. And he still swears, knocks on wood, crosses his fingers, and follows expectoration with some trite phrase; once it was a magical formula. |
7. Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ^top |
|
7. Nature of Cultism ^top |
87:7.1 (965.5) Ο λατρευτικός τύπος της κοινωνικής οργάνωσης διατηρήθηκε επειδή παρείχε ένα συμβολισμό για τη διατήρηση και την ενεργοποίηση των αισθημάτων ηθικής και της θρησκευτικής πίστης. Η λατρεία δημιουργήθηκε από τις παραδόσεις των «παλιών οικογενειών» και διαιωνίσθηκε ως παγιωμένος θεσμός. Όλες οι φυλές διαθέτουν λατρεία κάποιου είδους. Κάθε εμπνευσμένο ιδανικό στηρίζεται σε κάποιο αέναο συμβολισμό – αναζητά μια τεχνική για λατρευτική εκδήλωση, η οποία θα διασφαλίσει τη σωτηρία και θα διευρύνει την πραγμάτωση – και η λατρεία φθάνει στο σημείο αυτό υιοθετώντας και μεγαλύνοντας το συναίσθημα. |
|
87:7.1 (965.5) The cult type of social organization persisted because it provided a symbolism for the preservation and stimulation of moral sentiments and religious loyalties. The cult grew out of the traditions of “old families” and was perpetuated as an established institution; all families have a cult of some sort. Every inspiring ideal grasps for some perpetuating symbolism—seeks some technique for cultural manifestation which will insure survival and augment realization—and the cult achieves this end by fostering and gratifying emotion. |
87:7.2 (965.6) Από την αυγή του πολιτισμού, κάθε κίνηση που απευθύνετο στον κοινωνικό πολιτισμό, ή τη θρησκευτική εξέλιξη ανέπτυξε ένα τελετουργικό, μια συμβολική τελετή. Όσο περισσότερο αυτό το τελετουργικό αναπτύσσετο ασυνείδητα, τόσο ισχυρότερα επιδρούσε στους πιστούς. Η λατρεία διατηρούσε το συναίσθημα και ικανοποιούσε το πάθος, αλλά αποτελούσε ανέκαθεν το μεγαλύτερο εμπόδιο για την κοινωνική αναδιάρθρωση και την πνευματική πρόοδο. |
|
87:7.2 (965.6) From the dawn of civilization every appealing movement in social culture or religious advancement has developed a ritual, a symbolic ceremonial. The more this ritual has been an unconscious growth, the stronger it has gripped its devotees. The cult preserved sentiment and satisfied emotion, but it has always been the greatest obstacle to social reconstruction and spiritual progress. |
87:7.3 (965.7) Παρά το ότι η λατρεία ανέκαθεν καθυστερούσε την κοινωνική πρόοδο, είναι λυπηρό το ότι τόσοι πολλοί σύγχρονοι πιστοί σε ηθικά πρότυπα και πνευματικά ιδανικά δεν διαθέτουν έναν επαρκή συμβολισμό – ούτε κοινώς αποδεκτή λατρεία – τίποτα στο οποίο να ανήκουν. Η θρησκευτική λατρεία, ωστόσο, δεν μπορεί να κατασκευασθεί. Πρέπει να αναπτυχθεί. Και δεν μπορούν δύο ομάδες να γίνουν ταυτόσημες εκτός εάν το τελετουργικό τους τυποποιηθεί αυθαίρετα από τις δυνάμεις εξουσίας. |
|
87:7.3 (965.7) Notwithstanding that the cult has always retarded social progress, it is regrettable that so many modern believers in moral standards and spiritual ideals have no adequate symbolism—no cult of mutual support—nothing to belong to. But a religious cult cannot be manufactured; it must grow. And those of no two groups will be identical unless their rituals are arbitrarily standardized by authority. |
87:7.4 (965.8) Οι πρώτη Χριστιανική λατρεία ήταν η περισσότερο αποτελεσματική, ελκυστική και ανθεκτική από όλες τις τελετουργίες που φαντάσθηκε, ή επινόησε ποτέ ο άνθρωπος, αλλά μεγάλο μέρος της αξίας της καταστράφηκε στην εποχή της επιστήμης με την καταστροφή τόσο πολλών από τα αρχικά, υποκείμενα δόγματά της. Η Χριστιανική λατρεία αποδυναμώθηκε εξ αιτίας της απώλειας πάρα πολλών βασικών ιδεών. |
|
87:7.4 (965.8) The early Christian cult was the most effective, appealing, and enduring of any ritual ever conceived or devised, but much of its value has been destroyed in a scientific age by the destruction of so many of its original underlying tenets. The Christian cult has been devitalized by the loss of many fundamental ideas. |
87:7.5 (965.9) Στο παρελθόν, η αλήθεια αναπτύχθηκε ραγδαία και εξαπλώθηκε ελεύθερα, όταν η λατρεία έγινε ελαστική και ο συμβολισμός μπόρεσε να επεκταθεί. Περίσσια αλήθεια καθώς και μία προσαρμοζόμενη λατρεία βοήθησαν την ταχύτητα της κοινωνικής προόδου. Μια χωρίς νόημα λατρεία διαστρέφει τη θρησκεία, όταν προσπαθεί να εκτοπίσει τη φιλοσοφία και να υποδουλώσει τη λογική. Μια γνήσια λατρεία αναπτύσσεται. |
|
87:7.5 (965.9) In the past, truth has grown rapidly and expanded freely when the cult has been elastic, the symbolism expansile. Abundant truth and an adjustable cult have favored rapidity of social progression. A meaningless cult vitiates religion when it attempts to supplant philosophy and to enslave reason; a genuine cult grows. |
87:7.6 (966.1) Ανεξάρτητα από τις παλινδρομήσεις και τα εμπόδια, κάθε νέα αποκάλυψη της αλήθειας δημιουργεί μια καινούργια λατρεία, ενώ η επανατοποθέτηση της θρησκείας του Ιησού πρέπει να αναπτύξει ένα νέο και κατάλληλο συμβολισμό. Ο σύγχρονος άνθρωπος πρέπει να βρει ένα ικανοποιητικό συμβολισμό για τις καινούργιες και διευρυμένες απόψεις του, τα ιδανικά του και την πίστη του. Το βελτιωμένο αυτό σύμβολο πρέπει να δημιουργηθεί από τη θρησκευτική ζωή, την πνευματική εμπειρία. Και τούτος ο ανώτερος συμβολισμός ενός ανώτερου πολιτισμού πρέπει να στηριχθεί στην αρχή της Πατρότητας του Θεού και να κυοφορήσει τα μεγάλα ιδανικά της αδελφοσύνης των ανθρώπων. |
|
87:7.6 (966.1) Regardless of the drawbacks and handicaps, every new revelation of truth has given rise to a new cult, and even the restatement of the religion of Jesus must develop a new and appropriate symbolism. Modern man must find some adequate symbolism for his new and expanding ideas, ideals, and loyalties. This enhanced symbol must arise out of religious living, spiritual experience. And this higher symbolism of a higher civilization must be predicated on the concept of the Fatherhood of God and be pregnant with the mighty ideal of the brotherhood of man. |
87:7.7 (966.2) Οι παλιές λατρείες ήσαν πολύ εγωκεντρικές. Η καινούργια πρέπει να είναι το επακόλουθο της εφαρμοσμένης αγάπης. Η καινούργια λατρεία πρέπει, όπως και η παλιά, να υποθάλπει το συναίσθημα, να ικανοποιεί το πάθος και να προωθεί την πίστη. Πρέπει, όμως, να κάνει κάτι περισσότερο: Πρέπει να διευκολύνει την πνευματική πρόοδο, να εμπλουτίζει τις κοσμικές έννοιες, να διευρύνει τις ηθικές αξίες, να ενθαρρύνει την κοινωνική ανάπτυξη και να διεγείρει ένα υψηλό τύπο ατομικής θρησκευτικής ζωής. Η καινούργια λατρεία πρέπει να παρέχει ανώτερους στόχους ζωής, οι οποίοι θα είναι εγκόσμιοι αλλά και αιώνιοι – κοινωνικοί και πνευματικοί. |
|
87:7.7 (966.2) The old cults were too egocentric; the new must be the outgrowth of applied love. The new cult must, like the old, foster sentiment, satisfy emotion, and promote loyalty; but it must do more: It must facilitate spiritual progress, enhance cosmic meanings, augment moral values, encourage social development, and stimulate a high type of personal religious living. The new cult must provide supreme goals of living which are both temporal and eternal—social and spiritual. |
87:7.8 (966.3) Καμία λατρεία δεν μπορεί να διαρκέσει και να συμβάλλει στην πρόοδο του κοινωνικού πολιτισμού και της ατομικής πνευματικής επίτευξης εκτός εάν βασίζεται στη βιολογική, κοινωνιολογική και θρησκευτική σημασία της οικογένειας. Μια ζωντανή λατρεία πρέπει να συμβολίζει εκείνο το οποίο είναι μόνιμο μέσα στις ατέλειωτες αλλαγές. Πρέπει να μεγαλύνει εκείνο που ενώνει το ρεύμα της διαρκώς μεταβαλλόμενης κοινωνικής μεταμόρφωσης. Πρέπει να αναγνωρίζει τις πραγματικές έννοιες, να εξαίρει τις σωστές σχέσεις και να μεγαλύνει τις σωστές αξίες της πραγματικής ευγένειας. |
|
87:7.8 (966.3) No cult can endure and contribute to the progress of social civilization and individual spiritual attainment unless it is based on the biologic, sociologic, and religious significance of the home. A surviving cult must symbolize that which is permanent in the presence of unceasing change; it must glorify that which unifies the stream of ever-changing social metamorphosis. It must recognize true meanings, exalt beautiful relations, and glorify the good values of real nobility. |
87:7.9 (966.4) Η μεγάλη δυσκολία, ωστόσο, στο να βρεθεί ένας νέος και ικανοποιητικός συμβολισμός βρίσκεται στο ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, ως ομάδα, προσκολλάται στην επιστημονική άποψη, αποφεύγει την πρόληψη και μισεί την άγνοια, ενώ, ως άτομο αναζητούν το μυστήριο και τιμούν το άγνωστο. Καμία λατρεία δεν μπορεί να διαρκέσει εκτός εάν περιλάβει ένα ισχυρό μυστήριο και αποκρύψει κάτι σημαντικά ανέφικτο. Και πάλι, ο νέος συμβολισμός δεν πρέπει να είναι σημαντικός μόνο για την ομάδα, αλλά επίσης σπουδαίος για το άτομο. Η μορφή οποιουδήποτε χρήσιμου συμβολισμού πρέπει να είναι εκείνη την οποία το άτομο μπορεί να εφαρμόσει με δική του πρωτοβουλία, αλλά και να απολαύσει με τους συνανθρώπους του. Αν η καινούργια λατρεία μπορούσε, μόνο, να είναι δυναμική αντί να είναι στατική, θα μπορούσε, πράγματι, να συνεισφέρει κάτι άξιο λόγου στην πρόοδο της ανθρωπότητας, τόσο σε εγκόσμιο, όσο και σε πνευματικό επίπεδο. |
|
87:7.9 (966.4) But the great difficulty of finding a new and satisfying symbolism is because modern men, as a group, adhere to the scientific attitude, eschew superstition, and abhor ignorance, while as individuals they all crave mystery and venerate the unknown. No cult can survive unless it embodies some masterful mystery and conceals some worthful unattainable. Again, the new symbolism must not only be significant for the group but also meaningful to the individual. The forms of any serviceable symbolism must be those which the individual can carry out on his own initiative, and which he can also enjoy with his fellows. If the new cult could only be dynamic instead of static, it might really contribute something worth while to the progress of mankind, both temporal and spiritual. |
87:7.10 (966.5) Μια λατρεία, όμως – ένας συμβολισμός τελετών, συνθημάτων, ή στόχων – δεν θα λειτουργήσει αν είναι πολύ σύνθετη. Επιπλέον πρέπει να υπάρχει η απαίτηση για αφοσίωση, η ανταπόκριση στην πίστη. Κάθε επιτυχημένη θρησκεία αναπτύσσει τέλεια έναν αξιόλογο συμβολισμό και οι πιστοί της θα έκαναν καλά να διαφυλάξουν την καθαρότητα ενός τέτοιου τελετουργικού από τους περιορισμούς, τις παραμορφώσεις και την ασφυξία των στερεότυπων τελετουργιών, που μόνο να εμποδίσουν και να καθυστερήσουν μπορούν κάθε κοινωνική, ηθική και πνευματική πρόοδο. Καμία λατρεία δεν μπορεί να διαρκέσει αν καθυστερεί την ηθική ανάπτυξη και αδυνατεί να υποθάλψει την πνευματική πρόοδο. Η λατρεία αποτελεί το δομικό στοιχείο γύρω από το οποίο αναπτύσσεται το ζωντανό και δυναμικό σώμα της ατομικής πνευματικής εμπειρίας – η πραγματική θρησκεία. |
|
87:7.10 (966.5) But a cult—a symbolism of rituals, slogans, or goals—will not function if it is too complex. And there must be the demand for devotion, the response of loyalty. Every effective religion unerringly develops a worthy symbolism, and its devotees would do well to prevent the crystallization of such a ritual into cramping, deforming, and stifling stereotyped ceremonials which can only handicap and retard all social, moral, and spiritual progress. No cult can survive if it retards moral growth and fails to foster spiritual progress. The cult is the skeletal structure around which grows the living and dynamic body of personal spiritual experience—true religion. |
87:7.11 (966.6) [Παρουσιάσθηκε από έναν Λαμπρό Εσπερινό Αστέρα του Νέβαδον.] |
|
87:7.11 (966.6) [Presented by a Brilliant Evening Star of Nebadon.] |