Εγγραφο 128   Paper 128
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΔΡΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ   Jesus’ Early Manhood
128:0.1 (1407.1) Όταν ο Ιησούς μπήκε στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης, είχε ζήσει, και συνέχισε να ζει, μια φυσιολογική και κοινή ανθρώπινη ζωή στην γη. Ο Ιησούς ήρθε στην γη με τον τρόπο που έρχονται όλα τα παιδιά¨ δεν είχε καμία σχέση με την επιλογή των γονέων του. Πράγματι επέλεξε αυτόν τον συγκεκριμένο κόσμο σαν πλανήτη εκτέλεσης της έβδομης και τελικής Προσφοράς του, της ενσάρκωσής του με την μορφή θνητού, αλλά κατά τα άλλα εισήλθε στον κόσμο με φυσιολογικό τρόπο, μεγάλωσε σαν συνηθισμένο παιδί της υλικής σφαίρας και πάλεψε με τα σκαμπανεβάσματα της ζωής και του περιβάλλοντος ακριβώς σαν τους άλλους θνητούς σε αυτόν και στους παρόμοιους κόσμους.   128:0.1 (1407.1) AS JESUS of Nazareth entered upon the early years of his adult life, he had lived, and continued to live, a normal and average human life on earth. Jesus came into this world just as other children come; he had nothing to do with selecting his parents. He did choose this particular world as the planet whereon to carry out his seventh and final bestowal, his incarnation in the likeness of mortal flesh, but otherwise he entered the world in a natural manner, growing up as a child of the realm and wrestling with the vicissitudes of his environment just as do other mortals on this and on similar worlds.
128:0.2 (1407.2) Πάντα να έχετε κατά νου τον διπλό σκοπό της Προσφοράς του Μιχαήλ στην Ουράντια:   128:0.2 (1407.2) Always be mindful of the twofold purpose of Michael’s bestowal on Urantia:
128:0.3 (1407.3) 1. Την απόκτηση της εμπειρίας της κανονικής ζωής ενός ανθρώπινου πλάσματος με θνητή σάρκα, την ολοκλήρωση της κυριαρχίας του στο Νέβαδον.   128:0.3 (1407.3) 1. The mastering of the experience of living the full life of a human creature in mortal flesh, the completion of his sovereignty in Nebadon.
128:0.4 (1407.4) 2. Την αποκάλυψη του Συμπαντικού Πατέρα στους θνητούς κατοίκους στους κόσμους του χώρου και του χρόνου και την πιο αποτελεσματική καθοδήγηση αυτών των θνητών σε καλύτερη κατανόηση του Συμπαντικού Πατέρα.   128:0.4 (1407.4) 2. The revelation of the Universal Father to the mortal dwellers on the worlds of time and space and the more effective leading of these same mortals to a better understanding of the Universal Father.
128:0.5 (1407.5) Όλα τα άλλα οφέλη και τα συμπαντικά προνόμια ήταν περιστασιακά και δευτερεύοντα μπροστά σε αυτούς τους μείζονες στόχους της θνητής Προσφοράς του.   128:0.5 (1407.5) All other creature benefits and universe advantages were incidental and secondary to these major purposes of the mortal bestowal.
1. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (15 Μ.Χ.) ^top   1. The Twenty-First Year (A.D. 15) ^top
128:1.1 (1407.6) Όταν ενηλικιώθηκε ο Ιησούς άρχισε με ζήλο και πλήρη συνείδηση το έργο της ολοκλήρωσης της εμπειρίας της απόκτησης της γνώσης για την ζωή των κατώτερου τύπου νοήμονων δημιουργημάτων του, και έτσι να κερδίσει ολοκληρωτικά το δικαίωμα απεριόριστης εξουσίας στο σύμπαν του. Ξεκίνησε αυτό το τεράστιο έργο γνωρίζοντας ολοκληρωτικά την διπλή του φύση. Αλλά είχε ήδη συνδυάσει αποτελεσματικά αυτές τις δύο φύσεις σε μία—τον Ιησού από την Ναζαρέτ.   128:1.1 (1407.6) With the attainment of adult years Jesus began in earnest and with full self-consciousness the task of completing the experience of mastering the knowledge of the life of his lowest form of intelligent creatures, thereby finally and fully earning the right of unqualified rulership of his self-created universe. He entered upon this stupendous task fully realizing his dual nature. But he had already effectively combined these two natures into one—Jesus of Nazareth.
128:1.2 (1407.7) Ο Γέσουα ο υιός του Ιωσήφ γνώριζε πολύ καλά ότι ήταν άνθρωπος, ένας θνητός, γεννημένος από μια γυναίκα. Αυτό φαίνεται από την επιλογή του πρώτου τίτλου του, ο Υιός του Ανθρώπου. Στα αλήθεια συμμετείχε στην σάρκα και στο αίμα, και ακόμα και τώρα, που προεδρεύει με απόλυτη εξουσία στα πεπρωμένα ενός σύμπαντος, ακόμα φέρει ανάμεσα στους άλλους πολυάριθμους άξια κερδισμένους τίτλους του και εκείνον του Υιού του Ανθρώπου. Είναι κυριολεκτικά αληθινό ότι ο δημιουργικός Λόγος—ο Δημιουργός Υιός—του Συμπαντικού Πατέρα έγινε «σάρκα και κατοίκησε σαν άνθρωπος στην σφαίρα της Ουράντια». Εργαζόταν, κουραζόταν, ξεκουραζόταν και κοιμόταν. Πεινούσε και αυτός και ικανοποιούσε την πείνα του με φαγητό¨ διψούσε και έσβηνε την δίψα του με νερό. Δοκίμασε όλη την κλίμακα των ανθρώπινων αισθημάτων και συναισθημάτων¨ «δοκιμάστηκε σε όλα τα πράγματα, όπως εσείς,» και υπέφερε και πέθανε.   128:1.2 (1407.7) Joshua ben Joseph knew full well that he was a man, a mortal man, born of woman. This is shown in the selection of his first title, the Son of Man. He was truly a partaker of flesh and blood, and even now, as he presides in sovereign authority over the destinies of a universe, he still bears among his numerous well-earned titles that of Son of Man. It is literally true that the creative Word—the Creator Son—of the Universal Father was “made flesh and dwelt as a man of the realm on Urantia.” He labored, grew weary, rested, and slept. He hungered and satisfied such cravings with food; he thirsted and quenched his thirst with water. He experienced the full gamut of human feelings and emotions; he was “in all things tested, even as you are,” and he suffered and died.
128:1.3 (1407.8) Απόκτησε γνώσεις, κέρδισε εμπειρίες, και συνδύασε αυτά τα δύο σε σοφία, όπως κάνουν και άλλοι θνητοί της υλικής σφαίρας. Μέχρι μετά την βάπτισή του δεν είχε επωφεληθεί από καμία υπερφυσική δύναμη. Δεν χρησιμοποίησε καμία μεσολάβηση σαν μέρος της ανθρώπινης προσφοράς του με την ιδιότητα του υιού του Ιωσήφ και της Μαρίας.   128:1.3 (1407.8) He obtained knowledge, gained experience, and combined these into wisdom, just as do other mortals of the realm. Until after his baptism he availed himself of no supernatural power. He employed no agency not a part of his human endowment as a son of Joseph and Mary.
128:1.4 (1408.1) Και όσον αφορά τα προνόμια της υπεράνθρωπης φύσης του, και από αυτά είχε αδειάσει τον εαυτό του. Πριν την αρχή του πανανθρώπινου έργου του η γνώση του για τους ανθρώπους και τα γεγονότα περιοριζόταν εξ ολοκλήρου στις δικές του εμπειρίες. Ήταν ένας πραγματικός άνθρωπος ανάμεσα σε ανθρώπους.   128:1.4 (1408.1) As to the attributes of his prehuman existence, he emptied himself. Prior to the beginning of his public work his knowledge of men and events was wholly self-limited. He was a true man among men.
128:1.5 (1408.2) Είναι πέρα για πέρα αληθινό το ότι: «Έχουμε έναν ανώτερο κυβερνήτη που μπορεί να τον αγγίζει το συναίσθημα της αδυναμίας μας. Έχουμε έναν Κύριο που δοκιμάστηκε και ένοιωσε τους πειρασμούς από όλες τις απόψεις όπως εμείς, και παρόλα αυτά δεν αμάρτησε.» Και αφού αυτός ο ίδιος υπέφερε, από τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες, είναι με το παραπάνω ικανός να καταλαβαίνει και να βοηθά εκείνους που αισθάνονται μπερδεμένοι και στεναχωρημένοι.   128:1.5 (1408.2) It is forever and gloriously true: “We have a high ruler who can be touched with the feeling of our infirmities. We have a Sovereign who was in all points tested and tempted like as we are, yet without sin.” And since he himself has suffered, being tested and tried, he is abundantly able to understand and minister to those who are confused and distressed.
128:1.6 (1408.3) Ο ξυλουργός από την Ναζαρέτ τώρα καταλάβαινε πολύ καλά το έργο που είχε μπροστά του, αλλά διάλεξε να ζήσει την ανθρώπινη ζωή του στην φυσιολογική της ροή. Και σε μερικά από αυτά τα θέματα είναι πράγματι παράδειγμα για τα θνητά πλάσματά του, ακόμα και με τον τρόπο που έχει καταγραφεί: «Ας έχετε και εσείς τον ίδιο νου με αυτόν που είχε ο Ιησούς Χριστός, που, όντας στην φύση Θεός, δεν το θεωρούσε παράξενο να είναι ίσος με Θεό. Αλλά έκανε τον εαυτό του μικρό και ασήμαντο και, παίρνοντας την μορφή των δημιουργημάτων του, γεννήθηκε σαν ένας από το ανθρώπινο είδος. Και διαμορφωμένος έτσι σαν άνθρωπος κοινός, ταπεινώθηκε και υπέστη τον θάνατο, και τον θάνατο πάνω στον σταυρό.»   128:1.6 (1408.3) The Nazareth carpenter now fully understood the work before him, but he chose to live his human life in the channel of its natural flowing. And in some of these matters he is indeed an example to his mortal creatures, even as it is recorded: “Let this mind be in you which was also in Christ Jesus, who, being of the nature of God, thought it not strange to be equal with God. But he made himself to be of little import and, taking upon himself the form of a creature, was born in the likeness of mankind. And being thus fashioned as a man, he humbled himself and became obedient to death, even the death of the cross.”
128:1.7 (1408.4) Έζησε τον θνητό βίο του όπως όλοι οι άλλοι της ανθρώπινης οικογένειας ζουν τους δικούς τους βίους, «ο οποίος τις μέρες της σάρκας τόσο συχνά έκανε προσευχές και ικεσίες, ακόμα και με έντονα συναισθήματα και δάκρυα, προς Αυτόν που είναι ικανός να σώζει από όλα τα κακά, και οι προσευχές του ήταν αποτελεσματικές επειδή πίστευε.» Γι αυτό από κάθε άποψη βγήκε κερδισμένος που έγινε σαν τα αδέρφια του και έτσι μπόρεσε να γίνει ένας σπλαχνικός και με κατανόηση κυρίαρχος κυβερνήτης τους.   128:1.7 (1408.4) He lived his mortal life just as all others of the human family may live theirs, “who in the days of the flesh so frequently offered up prayers and supplications, even with strong feelings and tears, to Him who is able to save from all evil, and his prayers were effective because he believed.” Wherefore it behooved him in every respect to be made like his brethren that he might become a merciful and understanding sovereign ruler over them.
128:1.8 (1408.5) Για την ανθρώπινη φύση του δεν αμφέβαλε ποτέ¨ ήταν αυταπόδεικτη και παρούσα στην συνείδησή του. Αλλά για την θεϊκή του φύση πάντα υπήρχε χώρος για αμφιβολίες και εικασίες, τουλάχιστον αυτό ίσχυε μέχρι την βάπτισή του. Η συνειδητοποίηση της θεϊκότητάς του ήταν μια αργή και, από την ανθρώπινη άποψη, μια φυσιολογική εξελικτική αποκάλυψη. Αυτή η αποκάλυψη και συνειδητοποίηση της θεϊκότητάς του άρχισαν στην Ιερουσαλήμ όταν δεν ήταν καλά- καλά δεκατριών χρονών με το υπερφυσικό γεγονός της ανθρώπινης ζωής του¨ και αυτή η εμπειρία της συνειδητοποίησης της θεϊκής του φύσης συμπληρώθηκε την ώρα της δεύτερης υπερφυσικής του εμπειρίας , στο επεισόδιο της βάπτισής του από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη ποταμό, που σημείωσε και την αρχή της δημόσιας προσφοράς του και διδασκαλίας.   128:1.8 (1408.5) Of his human nature he was never in doubt; it was self-evident and always present in his consciousness. But of his divine nature there was always room for doubt and conjecture, at least this was true right up to the event of his baptism. The self-realization of divinity was a slow and, from the human standpoint, a natural evolutionary revelation. This revelation and self-realization of divinity began in Jerusalem when he was not quite thirteen years old with the first supernatural occurrence of his human existence; and this experience of effecting the self-realization of his divine nature was completed at the time of his second supernatural experience while in the flesh, the episode attendant upon his baptism by John in the Jordan, which event marked the beginning of his public career of ministry and teaching.
128:1.9 (1408.6) Ανάμεσα σε αυτές τις δύο επισκέψεις από τον ουρανό, η μία στα δεκατρία του και η άλλη στην βάπτισή του, δεν συνέβη τίποτα υπερφυσικό ή υπεράνθρωπο στην ζωή αυτού του ενσαρκωμένου Δημιουργού Υιού. Παρ’ όλα αυτά, το μωρό από την Ναζαρέτ, το παιδί, ο νέος, και ο άνδρας από την Ναζαρέτ, ήταν στην πραγματικότητα ο ενσαρκωμένος Δημιουργός ενός σύμπαντος¨ αλλά ούτε μια φορά δεν χρησιμοποίησε τίποτα από αυτήν την δύναμη, ούτε αξιοποίησε την καθοδήγηση ουράνιων προσωπικοτήτων, εκτός από τον φύλακά του σεραφείμ , σε όλη του την ζωή μέχρι την μέρα της βάπτισής του από τον Ιωάννη. Και εμείς που το καταμαρτυρούμε , γνωρίζουμε πολύ καλά για αυτό που μιλάμε.   128:1.9 (1408.6) Between these two celestial visitations, one in his thirteenth year and the other at his baptism, there occurred nothing supernatural or superhuman in the life of this incarnated Creator Son. Notwithstanding this, the babe of Bethlehem, the lad, youth, and man of Nazareth, was in reality the incarnated Creator of a universe; but he never once used aught of this power, nor did he utilize the guidance of celestial personalities, aside from that of his guardian seraphim, in the living of his human life up to the day of his baptism by John. And we who thus testify know whereof we speak.
128:1.10 (1408.7) Και όμως, σε όλα αυτά τα χρόνια της ζωής του στην σάρκα ήταν πραγματικά θεϊκός. Ήταν αληθινά ένας Δημιουργός Υιός του Παραδείσιου Πατέρα. Μόλις ασπάστηκε και άρχισε κανονικά την δημόσια προσφορά του, στην συνέχεια προς την τεχνική ολοκλήρωση της απόλυτα θνητής του εμπειρίας για να πετύχει την απόλυτη κυριαρχία του σύμπαντός του, δεν δίστασε δημόσια να παραδεχτεί ότι ήταν ο Υιός του Θεού. Δεν δίστασε να δηλώσει, «Είμαι το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος, ο πρώτος και ο τελευταίος.»   128:1.10 (1408.7) And yet, throughout all these years of his life in the flesh he was truly divine. He was actually a Creator Son of the Paradise Father. When once he had espoused his public career, subsequent to the technical completion of his purely mortal experience of sovereignty acquirement, he did not hesitate publicly to admit that he was the Son of God. He did not hesitate to declare, “I am Alpha and Omega, the beginning and the end, the first and the last.” He made no protest in later years when he was called Lord of Glory, Ruler of a Universe, the Lord God of all creation, the Holy One of Israel, the Lord of all, our Lord and our God, God with us, having a name above every name and on all worlds, the Omnipotence of a universe, the Universe Mind of this creation, the One in whom are hid all treasures of wisdom and knowledge, the fullness of Him who fills all things, the eternal Word of the eternal God, the One who was before all things and in whom all things consist, the Creator of the heavens and the earth, the Upholder of a universe, the Judge of all the earth, the Giver of life eternal, the True Shepherd, the Deliverer of the worlds, and the Captain of our salvation.
128:1.11 (1409.1) Ποτέ δεν έφερε αντίρρηση σε όλους αυτούς τους τίτλους που του αποδίδανε όλα τα χρόνια της θεϊκής προσφοράς του στην ανθρωπότητα Στα μεταγενέστερα χρόνια δεν διαμαρτυρήθηκε όταν τον αποκάλεσαν Κύριο της Δόξας, Κυρίαρχο Σύμπαντος, Κύριο και Θεό όλης της πλάσης, Άγιο Ένα του Ισραήλ, Κύριο των πάντων, Κύριο και Θεό μας, Θεό μαζί μας, αυτόν που έχει όνομα πάνω από κάθε όνομα και σε όλους τους κόσμους, Παντοδυναμία ενός Σύμπαντος, Συμπαντικό Νου αυτής της δημιουργίας, Ένα στον οποίο περικλείονται όλοι οι θησαυροί της γνώσης και της σοφίας, Αυτόν που η πληρότητά του γεμίζει τα πάντα και από τον οποίο τα πάντα συνιστούνται , Δημιουργό ουρανού και γης, Υποστηρικτή Σύμπαντος, Κριτή όλης της γης, Δότη της αιώνιας ζωής, Αληθινό Ποιμένα, Απελευθερωτή των κόσμων, και Καπετάνιο της σωτηρίας μας. Ποτέ δεν έφερε αντίρρηση σε κανέναν από αυτούς τους τίτλους όταν τους του αποδίδανε όλα τα μετέπειτα χρόνια της θεϊκής προσφοράς του προς την ανθρωπότητα, και για την ανθρωπότητα, και για την ανθρωπότητα αυτού του κόσμου και όλων των άλλων κόσμων. Ο Ιησούς έφερε αντίρρηση μόνο σε έναν τίτλο που του απευθύνανε: Όταν τον αποκαλέσανε Εμμανουήλ, απλά είπε, «Όχι εγώ, αυτός είναι ο μεγαλύτερος αδερφός μου.»   128:1.11 (1409.1) He never objected to any of these titles as they were applied to him subsequent to the emergence from his purely human life into the later years of his self-consciousness of the ministry of divinity in humanity, and for humanity, and to humanity on this world and for all other worlds. Jesus objected to but one title as applied to him: When he was once called Immanuel, he merely replied, “Not I, that is my elder brother.”
128:1.12 (1409.2) Πάντα, ακόμα και μετά την εμφάνισή του στην γη, ο Ιησούς ήταν ταπεινά υποταγμένος στο θέλημα του Πατέρα στον ουρανό.   128:1.12 (1409.2) Always, even after his emergence into the larger life on earth, Jesus was submissively subject to the will of the Father in heaven.
128:1.13 (1409.3) Μετά την βάπτισή του άφηνε συνήθως τους ειλικρινείς πιστούς και τους ευγνώμονες οπαδούς του να τον λατρεύουν. Ακόμα και όταν πάλευε με την φτώχεια και μοχθούσε με τα χέρια του για να παρέχει τα αναγκαία στην οικογένειά του, η γνώση ότι ήταν Υιός του θεού ολοένα μεγάλωνε¨ γνώριζε ότι ήταν ο δημιουργός των ουρανών και της ίδιας της γης πάνω στην οποία ζούσε την ανθρώπινη ύπαρξή του. Και τα πλήθη των ουράνιων υπάρξεων σε όλο το μεγαλειώδες σύμπαν που παρακολουθούσε τα γενόμενα γνώριζαν και αυτά ότι ο άνθρωπος από την Ναζαρέτ ήταν ο αγαπημένος τους Κύριος και Δημιουργός-πατέρας. Μεγάλη αγωνία επικρατούσε στο σύμπαν του Νέβαδον όλα αυτά τα χρόνια¨ όλα τα ουράνια μάτια ήταν στραμμένα προς την Ουράντια—στην Παλαιστίνη.   128:1.13 (1409.3) After his baptism he thought nothing of permitting his sincere believers and grateful followers to worship him. Even while he wrestled with poverty and toiled with his hands to provide the necessities of life for his family, his awareness that he was a Son of God was growing; he knew that he was the maker of the heavens and this very earth whereon he was now living out his human existence. And the hosts of celestial beings throughout the great and onlooking universe likewise knew that this man of Nazareth was their beloved Sovereign and Creator-father. A profound suspense pervaded the universe of Nebadon throughout these years; all celestial eyes were continuously focused on Urantia—on Palestine.
128:1.14 (1409.4) Εκείνη την χρονιά ο Ιησούς πήγε στην Ιερουσαλήμ με τον Ιωσήφ να γιορτάσει το Πάσχα. Αφού είχε πάρει τον Ιάκωβο στον ναό για την χειροτονία, το θεώρησε υποχρέωσή του να πάρει τον Ιωσήφ. Ο Ιησούς ποτέ δεν έδειξε καμία προτίμηση σε κάποιο μέλος της οικογένειάς του. Πήγε με τον Ιωσήφ στην Ιερουσαλήμ από την συνηθισμένη πορεία της κοιλάδας του Ιορδάνη, αλλά επέστρεψε στην Ναζαρέτ από τον ανατολικό δρόμο του Ιορδάνη, που περνούσε μέσα από τον Άμαθο. Κατεβαίνοντας τον Ιορδάνη, ο Ιησούς διηγήθηκε στον Ιωσήφ Ιουδαϊκή ιστορία και στο ταξίδι της επιστροφής του είπε για τις εμπειρίες των θεωρούμενων φυλών του Ρούμπεν, του Γκαντ, και του Γκιλεάντ που σύμφωνα με την παράδοση κατοικούσαν σε εκείνες τις περιοχές ανατολικά του ποταμού.   128:1.14 (1409.4) This year Jesus went up to Jerusalem with Joseph to celebrate the Passover. Having taken James to the temple for consecration, he deemed it his duty to take Joseph. Jesus never exhibited any degree of partiality in dealing with his family. He went with Joseph to Jerusalem by the usual Jordan valley route, but he returned to Nazareth by the east Jordan way, which led through Amathus. Going down the Jordan, Jesus narrated Jewish history to Joseph and on the return trip told him about the experiences of the reputed tribes of Ruben, Gad, and Gilead that traditionally had dwelt in these regions east of the river.
128:1.15 (1409.5) Ο Ιωσήφ έκανε στον Ιωσήφ πολλές ερωτήσεις για την αποστολή της ζωής του, αλλά στις περισσότερες από αυτές ο Ιησούς απαντούσε μόνο, «Η ώρα μου δεν έχει έρθει ακόμα.» Όμως, σε αυτές τις προσωπικές συζητήσεις λέχτηκαν πολλές κουβέντες που ο Ιωσήφ τις θυμόταν κατά την διάρκεια των συνταρακτικών γεγονότων των επόμενων χρόνων. Ο Ιησούς, με τον Ιωσήφ, πέρασαν το Πάσχα με τρεις φίλους στην Βηθανία, όπως ήταν η συνήθειά του όταν ερχόταν στην Ιερουσαλήμ να παρακολουθήσει αυτές τις εορτές.   128:1.15 (1409.5) Joseph asked Jesus many leading questions concerning his life mission, but to most of these inquiries Jesus would only reply, “My hour has not yet come.” However, in these intimate discussions many words were dropped which Joseph remembered during the stirring events of subsequent years. Jesus, with Joseph, spent this Passover with his three friends at Bethany, as was his custom when in Jerusalem attending these festival commemorations.
2. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (16 Μ.Χ.) ^top   2. The Twenty-Second Year (A.D. 16) ^top
128:2.1 (1409.6) Αυτή ήταν μια από τις πολλές χρονιές που τα αδέρφια του Ιησού αντιμετώπιζαν τα προβλήματα και τα βάσανα της προσαρμογής τους στην εφηβεία. Ο Ιησούς τώρα είχε αδέρφια σε ηλικίες από επτά μέχρι δεκαοκτώ, και ήταν συνεχώς απασχολημένος να τους βοηθά να προσαρμόζονται στις νέες αφυπνίσεις της διανοητικής και συναισθηματικής τους ζωής. Έτσι είχε να καταπιαστεί με τα προβλήματα της εφηβείας όπως εκδηλωνόντουσαν στην ζωή των αδερφών του.   128:2.1 (1409.6) This was one of several years during which Jesus’ brothers and sisters were facing the trials and tribulations peculiar to the problems and readjustments of adolescence. Jesus now had brothers and sisters ranging in ages from seven to eighteen, and he was kept busy helping them to adjust themselves to the new awakenings of their intellectual and emotional lives. He had thus to grapple with the problems of adolescence as they became manifest in the lives of his younger brothers and sisters.
128:2.2 (1410.1) Εκείνη την χρονιά αποφοίτησε από το σχολείο ο Σίμων και άρχισε δουλειά με τον παλιό σύντροφο του Ιησού στο παιχνίδι και τον πάντα έτοιμο υπερασπιστή του, τον Ιακώβ τον κατασκευαστή πέτρας. Μετά από πολλά οικογενειακά συμβούλια αποφασίστηκε ότι δεν ήταν σωστό να καταπιαστούν όλα τα αγόρια με την ξυλουργική. Θεώρησαν ότι κάνοντας διαφορετικές τέχνες θα ήταν καλύτερα προετοιμασμένοι να αναλαμβάνουν εργολαβίες για κατασκευές ολόκληρων κτιρίων. Δεν ήταν όλοι τους απασχολημένοι εφόσον τρεις από αυτούς δούλευαν αποκλειστικά σαν ξυλουργοί.   128:2.2 (1410.1) This year Simon graduated from school and began work with Jesus’ old boyhood playmate and ever-ready defender, Jacob the stone mason. As a result of several family conferences it was decided that it was unwise for all the boys to take up carpentry. It was thought that by diversifying their trades they would be prepared to take contracts for putting up entire buildings. Again, they had not all kept busy since three of them had been working as full-time carpenters.
128:2.3 (1410.2) Ο Ιησούς συνέχισε εκείνη την χρονιά να δουλεύει στα τελειώματα σπιτιών και κατασκευάζοντας έπιπλα αλλά τον περισσότερο χρόνο τον περνούσε στο μαγαζί επισκευής καραβανιών. Ο Ιάκωβος άρχισε να εναλλάσσεται με τον Ιησού στο μαγαζί. Στο τέλος αυτής της χρονιάς, όταν άρχισε να αραιώνουν οι δουλειές στην ξυλουργική στην Ναζαρέτ, ο Ιησούς άφησε τον Ιάκωβο υπεύθυνο στο μαγαζί των επισκευών και τον Ιωσήφ στο εργαστήριο του σπιτιού και αυτός πήγε στην Σέφορη για να εργαστεί με έναν σιδηρουργό. Δούλεψε με τα μέταλλα έξι μήνες και απέκτησε επιδεξιότητα στο αμόνι.   128:2.3 (1410.2) Jesus continued this year at house finishing and cabinetwork but spent most of his time at the caravan repair shop. James was beginning to alternate with him in attendance at the shop. The latter part of this year, when carpenter work was slack about Nazareth, Jesus left James in charge of the repair shop and Joseph at the home bench while he went over to Sepphoris to work with a smith. He worked six months with metals and acquired considerable skill at the anvil.
128:2.4 (1410.3) Πριν αρχίσει την νέα του δουλειά στην Σέφορη, Ο Ιησούς έκανε ένα οικογενειακό συμβούλιο και επίσημα τοποθέτησε τον Ιάκωβο, που τότε είχε περάσει τα δεκαοκτώ, επί κεφαλής της οικογένειας. Υποσχέθηκε στον αδερφό του την αμέριστη υποστήριξή του και την πλήρη συνεργασία του και απέσπασε επίσημες υποσχέσεις υπακοής στον Ιάκωβο από όλα τα μέλη της οικογένειάς του. Από εκείνη την ημέρα ο Ιάκωβος ανέλαβε την πλήρη οικονομική ευθύνη της οικογένειας, και ο Ιησούς του έστελνε χρήματα κάθε εβδομάδα. Ποτέ δεν ξαναπήρε ο Ιησούς τα ηνία από τα χέρια του Ιάκωβου. Όσο δούλευε στην Σέφορη μπορεί να γύριζε σπίτι με τα πόδια κάθε βράδυ αν υπήρχε ανάγκη, αλλά σκόπιμα έμενε μακριά, με πρόφαση τον καιρό και άλλους λόγους, αλλά το αληθινό του κίνητρο ήταν να εκπαιδεύσει τον Ιάκωβο και τον Ιωσήφ στις οικογενειακές ευθύνες. Είχε αρχίσει σιγά- σιγά να απαγκιστρώνεται από την οικογένειά του. Κάθε Σάββατο ο Ιησούς γυρνούσε στην Ναζαρέτ, και μερικές φορές και μέσα στην εβδομάδα όταν χρειαζόταν, για να παρακολουθήσει την εξέλιξη του καινούριου σχεδίου, να δώσει συμβουλές και άλλες χρήσιμες υποδείξεις.   128:2.4 (1410.3) Before taking up his new employment at Sepphoris, Jesus held one of his periodic family conferences and solemnly installed James, then just past eighteen years old, as acting head of the family. He promised his brother hearty support and full co-operation and exacted formal promises of obedience to James from each member of the family. From this day James assumed full financial responsibility for the family, Jesus making his weekly payments to his brother. Never again did Jesus take the reins out of James’s hands. While working at Sepphoris he could have walked home every night if necessary, but he purposely remained away, assigning weather and other reasons, but his true motive was to train James and Joseph in the bearing of the family responsibility. He had begun the slow process of weaning his family. Each Sabbath Jesus returned to Nazareth, and sometimes during the week when occasion required, to observe the working of the new plan, to give advice and offer helpful suggestions.
128:2.5 (1410.4) Ζώντας για πολύ χρονικό διάστημα στην Σέφορη αυτούς τους έξι μήνες ο Ιησούς είχε την δυνατότητα να εξοικειωθεί περισσότερο με την μη Ιουδαϊκή άποψη της ζωής. Δούλευε με μη Εβραίους, ζούσε με μη Εβραίους, και μελέτησε όσο το δυνατόν από κοντά και προσεχτικά τις συνήθειες της ζωής τους και της σκέψης τους.   128:2.5 (1410.4) Living much of the time in Sepphoris for six months afforded Jesus a new opportunity to become better acquainted with the gentile viewpoint of life. He worked with gentiles, lived with gentiles, and in every possible manner did he make a close and painstaking study of their habits of living and of the gentile mind.
128:2.6 (1410.5) Οι ηθικές αρχές αυτής της πόλης πατρίδας του Ηρώδη Αντύπα ήταν τόσο πολύ κατώτερες ακόμα και από της Ναζαρέτ της πόλης των καραβανιών, που ο Ιησούς μετά από έξι μήνες παραμονή στην Σέφορη, άρχισε να ψάχνει αφορμή για να γυρίσει στην Ναζαρέτ. Η ομάδας για την οποία δούλευε επρόκειτο να αναλάβει κάποια δημόσια έργα και στην Σέφορη και στην νέα πόλη Τιβεριάδα, και ο Ιησούς δεν ήθελε καθόλου να εργαστεί κάτω από την επίβλεψη του Ηρώδη Αντύπα. Και υπήρχαν και άλλοι λόγοι που ο Ιησούς θεώρησε σωστό να επιστρέψει στην Ναζαρέτ. Όταν επέστρεψε στο μαγαζί επισκευών δεν ανέλαβε ξανά την προσωπική αρχηγεία στις οικογενειακές υποθέσεις. Δούλευε συνεταιρικά με τον Ιάκωβο στο μαγαζί και όσο το δυνατόν τον άφηνε να συνεχίζει την επίβλεψη της οικογένειας. Ο χειρισμός των οικογενειακών δαπανών του Ιάκωβου και η διαχείριση του οικογενειακού προϋπολογισμού έμειναν όπως ήταν.   128:2.6 (1410.5) The moral standards of this home city of Herod Antipas were so far below those of even the caravan city of Nazareth that after six months’ sojourn at Sepphoris Jesus was not averse to finding an excuse for returning to Nazareth. The group he worked for were to become engaged on public work in both Sepphoris and the new city of Tiberias, and Jesus was disinclined to have anything to do with any sort of employment under the supervision of Herod Antipas. And there were still other reasons which made it wise, in the opinion of Jesus, for him to go back to Nazareth. When he returned to the repair shop, he did not again assume the personal direction of family affairs. He worked in association with James at the shop and as far as possible permitted him to continue oversight of the home. James’s management of family expenditures and his administration of the home budget were undisturbed.
128:2.7 (1410.6) Με αυτούς τους σωστούς και σοφούς χειρισμούς ο Ιησούς προετοίμαζε τον τρόπο της τελικής απομάκρυνσής του από την ενεργή συμμετοχή στις υποθέσεις της οικογένειάς του. Όταν ο Ιάκωβος απόκτησε τρία χρόνια εμπειρίας σαν ενεργός αρχηγός της οικογένειας—και δύο χρόνια πριν παντρευτεί (ο Ιάκωβος)—τοποθετήθηκε επί κεφαλής του νοικοκυριού και ανέλαβε την γενική διαχείριση ο Ιωσήφ.   128:2.7 (1410.6) It was by just such wise and thoughtful planning that Jesus prepared the way for his eventual withdrawal from active participation in the affairs of his family. When James had had two years’ experience as acting head of the family—and two full years before he (James) was to be married—Joseph was placed in charge of the household funds and intrusted with the general management of the home.
3. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ^top   3. The Twenty-Third Year (A.D. 17) ^top
128:3.1 (1411.1) Αυτή τη χρονιά χαλάρωσε κάπως η οικονομική πίεση καθώς δούλευαν τέσσερις. Η Μίριαμ έβγαζε αρκετά πουλώντας γάλα και βούτυρο¨ η Μάρθα είχε γίνει καλή υφάντρα . Η τιμή αγοράς του μαγαζιού επισκευών ήταν πάνω από το ένα τρίτο πληρωμένη. Η κατάσταση ήταν τέτοια που ο Ιησούς σταμάτησε την δουλειά για τρεις εβδομάδες για να πάει τον Σίμωνα στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα, και αυτή ήταν η μακρύτερη περίοδος μακριά από τον καθημερινό μόχθο που μπόρεσε να απολαύσει μετά τον θάνατο του πατέρα του.   128:3.1 (1411.1) This year the financial pressure was slightly relaxed as four were at work. Miriam earned considerable by the sale of milk and butter; Martha had become an expert weaver. The purchase price of the repair shop was over one third paid. The situation was such that Jesus stopped work for three weeks to take Simon to Jerusalem for the Passover, and this was the longest period away from daily toil he had enjoyed since the death of his father.
128:3.2 (1411.2) Ταξίδεψαν για την Ιερουσαλήμ από τον δρόμο της Δεκάπολης και μέσα από την Πέλλα, την Γέρασα, την Φιλαδέλφεια, την Εσεβώνα, και την Ιεριχώ. Γύρισαν στην Ναζαρέτ από τον παραλιακό δρόμο, που περνούσε από την Λύδδα, την Ιόππη, την Καισάρεια , και από εκεί γύρω από το όρος Κάρμελ προς την Πτολεμαία και την Ναζαρέτ. Αυτό το ταξίδι εξοικείωσε τον Ιησού με ολόκληρη την Παλαιστίνη βόρεια της περιοχής της Ιερουσαλήμ.   128:3.2 (1411.2) They journeyed to Jerusalem by way of the Decapolis and through Pella, Gerasa, Philadelphia, Heshbon, and Jericho. They returned to Nazareth by the coast route, touching Lydda, Joppa, Caesarea, thence around Mount Carmel to Ptolemais and Nazareth. This trip fairly well acquainted Jesus with the whole of Palestine north of the Jerusalem district.
128:3.3 (1411.3) Στην Φιλαδέλφεια ο Ιησούς και ο Σίμωνας γνωρίστηκαν με έναν έμπορο από την Δαμασκό που τους συμπάθησε τόσο πολύ που τους ζήτησε να σταματήσουν μαζί του στο μαγαζί του στην Ιερουσαλήμ. Όσο ο Σίμωνας βρισκόταν στον ναό, ο Ιησούς πέρασε πολύ χρόνο μιλώντας για διάφορα θέματα του κόσμου με αυτόν τον μορφωμένο και πολυταξιδεμένο άνθρωπο. Αυτός ο άνθρωπος είχε πάνω από τέσσερις χιλιάδες καμήλες καραβανιών¨ οι δουλειές του επεκτείνονταν σε όλο τον Ρωμαϊκό κόσμο και τώρα κατευθυνόταν προς την Ρώμη. Πρότεινε στον Ιησού να πάει στην Δαμασκό να μπει στην επιχείρηση Ανατολικών εισαγωγών, αλλά ο Ιησούς του εξήγησε ότι δεν μπορούσε να απομακρυνθεί τόσο από την οικογένειά του εκείνη την στιγμή. Αλλά στον δρόμο της επιστροφής σκεπτόταν πολύ εκείνες τις μακρινές πόλεις και τις ακόμα πιο μακρινές χώρες της Μακρινής Δύσης και Ανατολής, τις χώρες για τις οποίες άκουγε τόσο συχνά να μιλούν οι επιβάτες και οι εισπράκτορες των καραβανιών.   128:3.3 (1411.3) At Philadelphia Jesus and Simon became acquainted with a merchant from Damascus who developed such a great liking for the Nazareth couple that he insisted they stop with him at his Jerusalem headquarters. While Simon gave attendance at the temple, Jesus spent much of his time talking with this well-educated and much-traveled man of world affairs. This merchant owned over four thousand caravan camels; he had interests all over the Roman world and was now on his way to Rome. He proposed that Jesus come to Damascus to enter his Oriental import business, but Jesus explained that he did not feel justified in going so far away from his family just then. But on the way back home he thought much about these distant cities and the even more remote countries of the Far West and the Far East, countries he had so frequently heard spoken of by the caravan passengers and conductors.
128:3.4 (1411.4) Του Σίμωνα του άρεσε πολύ η επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ. Έγινε δεόντως δεκτός στο κράτος του Ισραήλ στην χειροτονία των υιών των εντολών το Πάσχα. Όσο ο Σίμωνας παρακολουθούσε τις τελετές του Πάσχα, ο Ιησούς αναμιγνυόταν με το πλήθος των επισκεπτών και είχε πολλές ενδιαφέρουσες προσωπικές συνομιλίες με πολλούς μη Ιουδαίους προσήλυτους.   128:3.4 (1411.4) Simon greatly enjoyed his visit to Jerusalem. He was duly received into the commonwealth of Israel at the Passover consecration of the new sons of the commandment. While Simon attended the Passover ceremonies, Jesus mingled with the throngs of visitors and engaged in many interesting personal conferences with numerous gentile proselytes.
128:3.5 (1411.5) Ίσως η πιο αξιοσημείωτη από αυτές τις γνωριμίες του ήταν μία με έναν νεαρό Ελληνιστή με το όνομα Στέφανος. Αυτός ο νέος πήγαινε για πρώτη φορά στην Ιερουσαλήμ και έτυχε να συναντήσει τον Ιησού την Πέμπτη το απόγευμα την εβδομάδα του Πάσχα. Ενώ περπατούσαν οι δυο τους κοιτάζοντας το παλάτι των Ασμοναίων, ο Ιησούς άρχισε μια τυχαία συζήτηση που το αποτέλεσμά της ήταν να αρχίσουν να ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλο και που οδήγησε σε μια συζήτηση που κράτησε τέσσερις ώρες για τον τρόπο ζωής και τον αληθινό Θεό και την θρησκεία του. Ο Στέφανος εντυπωσιάστηκε πολύ από αυτά που είπε ο Ιησούς¨ ποτέ δεν ξέχασε τα λόγια του.   128:3.5 (1411.5) Perhaps the most notable of all these contacts was the one with a young Hellenist named Stephen. This young man was on his first visit to Jerusalem and chanced to meet Jesus on Thursday afternoon of Passover week. While they both strolled about viewing the Asmonean palace, Jesus began the casual conversation that resulted in their becoming interested in each other, and which led to a four-hour discussion of the way of life and the true God and his worship. Stephen was tremendously impressed with what Jesus said; he never forgot his words.
128:3.6 (1411.6) Και αυτός ήταν ο ίδιος Στέφανος που έπειτα έγινε πιστός της διδασκαλίας του Ιησού, και του οποίου η τόλμη στην διακήρυξη του πρώτου ευαγγελίου είχε το αποτέλεσμα να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου από εξαγριωμένους Ιουδαίους. Μέρος της ασυνήθιστης τόλμης του Στέφανου στον τρόπο που στον τρόπο που διακήρυσσε το νέο ευαγγέλιο οφειλόταν άμεσα σε αυτήν την πρώτη του συνομιλία με τον Ιησού. Αλλά ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό του Στέφανου ότι ο Γαλιλαίος με τον οποίο είχε μιλήσει περίπου πριν δεκαπέντε χρόνια ήταν ακριβώς το ίδιο πρόσωπο που αργότερα φανερώθηκε σαν ο Σωτήρας του κόσμου, και για τον οποίο έδωσε τόσο νέος την ζωή του, γινόμενος έτσι ο πρώτος μάρτυρας της νέας Χριστιανικής πίστης. Όταν ο Στέφανος πλήρωσε με την ζωή του την επίθεσή του στον Ιουδαϊκό ναό και τις παραδοσιακές συνήθειές του, εκεί βρισκόταν και κάποιος με το όνομα Σαούλ, ένας πολίτης της Ταρσού. Και όταν ο Σαούλ είδε πως αυτός ο Έλληνας μπορούσε να πεθάνει για την πίστη του, τότε γεννήθηκαν στην καρδιά του εκείνα τα συναισθήματα που τελικά τον οδήγησαν να ασπαστεί τον σκοπό για τον οποίο πέθανε ο Στέφανος¨ Αργότερα έγινε ο δυναμικός και άκαμπτος Παύλος, ο φιλόσοφος, αν όχι ο μοναδικός ιδρυτής, της Χριστιανικής θρησκείας.   128:3.6 (1411.6) And this was the same Stephen who subsequently became a believer in the teachings of Jesus, and whose boldness in preaching this early gospel resulted in his being stoned to death by irate Jews. Some of Stephen’s extraordinary boldness in proclaiming his view of the new gospel was the direct result of this earlier interview with Jesus. But Stephen never even faintly surmised that the Galilean he had talked with some fifteen years previously was the very same person whom he later proclaimed the world’s Savior, and for whom he was so soon to die, thus becoming the first martyr of the newly evolving Christian faith. When Stephen yielded up his life as the price of his attack upon the Jewish temple and its traditional practices, there stood by one named Saul, a citizen of Tarsus. And when Saul saw how this Greek could die for his faith, there were aroused in his heart those emotions which eventually led him to espouse the cause for which Stephen died; later on he became the aggressive and indomitable Paul, the philosopher, if not the sole founder, of the Christian religion.
128:3.7 (1412.1) Την Κυριακή μετά την εβδομάδα του Πάσχα ο Σίμων και ο Ιησούς ξεκίνησαν τον δρόμο της επιστροφής για την Ναζαρέτ. Ο Σίμων ποτέ δεν ξέχασε αυτά που του δίδαξε ο Ιησούς σε εκείνο το ταξίδι. Πάντα αγαπούσε τον Ιησού, αλλά τώρα αισθάνθηκε ότι άρχισε να γνωρίζει τον πατέρα-αδερφό του. Είχαν πολλές ειλικρινείς συνομιλίες καθώς στον δρόμο του ταξιδιού τους και ετοίμαζαν τα γεύματά τους στον δρόμο. Έφτασαν σπίτι την Πέμπτη το μεσημέρι, και ο Σίμων διηγιόταν τις εμπειρίες του στην οικογένεια μέχρι αργά το βράδυ.   128:3.7 (1412.1) On the Sunday after Passover week Simon and Jesus started on their way back to Nazareth. Simon never forgot what Jesus taught him on this trip. He had always loved Jesus, but now he felt that he had begun to know his father-brother. They had many heart-to-heart talks as they journeyed through the country and prepared their meals by the wayside. They arrived home Thursday noon, and Simon kept the family up late that night relating his experiences.
128:3.8 (1412.2) Η Μαρία ταράχτηκε πολύ όταν άκουσε από τον Σίμωνα ότι ο Ιησούς περνούσε τον περισσότερο χρόνο του στην Ιερουσαλήμ «κουβεντιάζοντας με ξένους, ιδιαίτερα με αυτούς που έρχονταν από μακρινές χώρες.» Η οικογένεια του Ιησού ποτέ δεν μπόρεσε να καταλάβει το μεγάλο του ενδιαφέρον για τους ανθρώπους, την επιθυμία να συζητά μαζί τους, να μαθαίνει για την ζωή τους, και τι σκέφτονται.   128:3.8 (1412.2) Mary was much upset by Simon’s report that Jesus spent most of the time when in Jerusalem “visiting with the strangers, especially those from the far countries.” Jesus’ family never could comprehend his great interest in people, his urge to visit with them, to learn about their way of living, and to find out what they were thinking about.
128:3.9 (1412.3) Η οικογένεια από την Ναζαρέτ απορροφιόταν όλο και περισσότερο από τα άμεσα ανθρώπινα προβλήματά της¨ δεν αναφερόταν συχνά η μελλοντική αποστολή του Ιησού, και πολύ σπάνια μίλαγε ο ίδιος για την μελλοντική του καριέρα. Η μητέρα του σπάνια σκεφτόταν πια ότι ο γιος της ήταν παιδί με ιδιαίτερο προορισμό. Σιγά-σιγά παρατούσε την ιδέα ότι ο Ιησούς θα εκπλήρωνε κάποια θεϊκή αποστολή στην γη, αν και μερικές φορές η πίστη της αναζωπυρωνόταν όταν θυμόταν την επίσκεψη του Γαβριήλ πριν γεννηθεί το παιδί.   128:3.9 (1412.3) More and more the Nazareth family became engrossed with their immediate and human problems; not often was mention made of the future mission of Jesus, and very seldom did he himself speak of his future career. His mother rarely thought about his being a child of promise. She was slowly giving up the idea that Jesus was to fulfill any divine mission on earth, yet at times her faith was revived when she paused to recall the Gabriel visitation before the child was born.
4. ΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΣΤΗΝ ΔΑΜΑΣΚΟ ^top   4. The Damascus Episode ^top
128:4.1 (1412.4) Τους τελευταίους τέσσερις μήνες αυτής της χρονιάς ο Ιησούς τους πέρασε στην Δαμασκό καλεσμένος του εμπόρου που γνώρισε στην Φιλαδέλφεια όταν πήγαινε για την Ιερουσαλήμ. Ένας αντιπρόσωπος αυτού του εμπόρου αναζήτησε τον Ιησού όταν περνούσε από την Ναζαρέτ και τον συνόδεψε στην Δαμασκό. Αυτός ο εν μέρει Ιουδαίος έμπορος πρότεινε να αφιερώσει ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για την ίδρυση μιας σχολής θρησκευτικής φιλοσοφίας στην Δαμασκό. Σχεδίαζε να δημιουργήσει ένα κέντρο μάθησης που θα συναγωνιζόταν την Αλεξάνδρεια. Και πρότεινε στον Ιησού να αρχίσει αμέσως μια μεγάλη περιοδεία στα παγκόσμια εκπαιδευτικά κέντρα για να προετοιμαστεί να ηγηθεί αυτού του νέου σχεδίου. Αυτός ήταν ένας από τους μεγαλύτερους πειρασμούς που αντιμετώπισε ο Ιησούς σε όλη την ανθρώπινη ζωή του.   128:4.1 (1412.4) The last four months of this year Jesus spent in Damascus as the guest of the merchant whom he first met at Philadelphia when on his way to Jerusalem. A representative of this merchant had sought out Jesus when passing through Nazareth and escorted him to Damascus. This part-Jewish merchant proposed to devote an extraordinary sum of money to the establishment of a school of religious philosophy at Damascus. He planned to create a center of learning which would out-rival Alexandria. And he proposed that Jesus should immediately begin a long tour of the world’s educational centers preparatory to becoming the head of this new project. This was one of the greatest temptations that Jesus ever faced in the course of his purely human career.
128:4.2 (1412.5) Τότε αυτός ο έμπορος έφερε μπροστά στον Ιησού μια ομάδα δώδεκα εμπόρων και τραπεζιτών που συμφωνούσαν να στηρίξουν αυτό το νέο σχέδιο για την σχολή. Ο Ιησούς έδειξε πραγματικό ενδιαφέρον για την σχολή αυτή, τους βοήθησε να σχεδιάσουν την οργάνωσή του, αλλά πάντα εξέφραζε τον φόβο ότι οι άλλες υποχρεώσεις του είχαν προτεραιότητα και θα τον εμπόδιζαν να δεχτεί την διεύθυνση μιας τέτοιας εξεζητημένης επιχείρησης. Αυτός ο επίδοξος ευεργέτης του ήταν πολύ επίμονος, και προσέλαβε τον Ιησού με καλή αμοιβή για να κάνει κάποιες μεταφράσεις στο σπίτι του ενώ αυτός, η γυναίκα του, και οι γιοι του και οι κόρες του προσπαθούσαν να πείσουν τον Ιησού να δεχτεί την τιμή που του προτείνανε. Αλλά δεν θα συμφωνούσε. Γνώριζε καλά ότι η αποστολή του στην γη δεν θα υποστηριζόταν από σχολές μάθησης¨ γνώριζε καλά ότι δεν θα έπρεπε να υποχρεωθεί ούτε στο ελάχιστο στην κατεύθυνση από «συμβούλια ανθρώπων», άσχετα με το πόσο καλοπροαίρετοι ήταν.   128:4.2 (1412.5) Presently this merchant brought before Jesus a group of twelve merchants and bankers who agreed to support this newly projected school. Jesus manifested deep interest in the proposed school, helped them plan for its organization, but always expressed the fear that his other and unstated but prior obligations would prevent his accepting the direction of such a pretentious enterprise. His would-be benefactor was persistent, and he profitably employed Jesus at his home doing some translating while he, his wife, and their sons and daughters sought to prevail upon Jesus to accept the proffered honor. But he would not consent. He well knew that his mission on earth was not to be supported by institutions of learning; he knew that he must not obligate himself in the least to be directed by the “councils of men,” no matter how well-intentioned.
128:4.3 (1412.6) Αυτόν που απορρίψανε οι θρησκευτικοί ηγέτες της Ιερουσαλήμ, ακόμα και τότε που είχε δηλώσει την ηγεσία του, οι επιχειρηματίες και οι τραπεζίτες της Δαμασκού τον αναγνώρισαν και τον χαιρέτισαν σαν κύριο διδάσκαλο, και όλα αυτά όταν ήταν ένας άσημος και άγνωστος ξυλουργός από την Ναζαρέτ.   128:4.3 (1412.6) He who was rejected by the Jerusalem religious leaders, even after he had demonstrated his leadership, was recognized and hailed as a master teacher by the businessmen and bankers of Damascus, and all this when he was an obscure and unknown carpenter of Nazareth.
128:4.4 (1412.7) Ποτέ δεν μίλησε για αυτήν την προσφορά που του έγινε στην οικογένειά του, και το τέλος της χρονιάς αυτής τον βρήκε πίσω στην Ναζαρέτ να ασχολείται με τις καθημερινές εργασίες του σαν να μην είχε ποτέ δελεαστεί από τις κολακευτικές προτάσεις των φίλων του από την Δαμασκό. Ούτε ποτέ αυτοί οι άνθρωποι από την Δαμασκό συνέδεσαν τον μετέπειτα πολίτη της Καπερναούμ που έφερε τα πάνω κάτω στους Εβραίους με τον προηγούμενο ξυλουργό από την Ναζαρέτ που τόλμησε να αρνηθεί την τιμή που του έκαναν όλα τους τα πλούτη.   128:4.4 (1412.7) He never spoke about this offer to his family, and the end of this year found him back in Nazareth going about his daily duties just as if he had never been tempted by the flattering propositions of his Damascus friends. Neither did these men of Damascus ever associate the later citizen of Capernaum who turned all Jewry upside down with the former carpenter of Nazareth who had dared to refuse the honor which their combined wealth might have procured.
128:4.5 (1413.1) Ο Ιησούς πολύ έξυπνα και σκόπιμα κατάφερνε να αποσπά διάφορα επεισόδια από την ζωή του σαν να μην έγιναν ποτέ, στα μάτια του κόσμου, από κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Πολλές φορές τα επόμενα χρόνια άκουγε την εξιστόρηση αυτής της ιστορίας του παράξενου Γαλιλαίου που απέρριψε την ευκαιρία να ιδρύσει στην Δαμασκό μια σχολή που θα συναγωνιζόταν της Αλεξάνδρειας.   128:4.5 (1413.1) Jesus most cleverly and intentionally contrived to detach various episodes of his life so that they never became, in the eyes of the world, associated together as the doings of a single individual. Many times in subsequent years he listened to the recital of this very story of the strange Galilean who declined the opportunity of founding a school in Damascus to compete with Alexandria.
128:4.6 (1413.2) Όταν ο Ιησούς προσπαθούσε να διαχωρίζει διάφορα χαρακτηριστικά της επίγειας εμπειρίας του, ένας σκοπός που είχε κατά νου ήταν να εμποδίσει την ίδρυση μιας πολύπλευρης και εντυπωσιακής καριέρας που θα έκανε τις επόμενες γενιές να τιμούν τον δάσκαλο σαν πρόσωπο αντί να ακολουθήσουν την αλήθεια την οποία έζησε και δίδαξε. Ο Ιησούς δεν ήθελε να αφήσει ένα αρχείο ανθρώπινων επιτευγμάτων που θα αποσπούσε την προσοχή από την διδασκαλία του. Πολύ νωρίς κατάλαβε ότι οι οπαδοί του θα έμπαιναν στον πειρασμό να φτιάξουν μια θρησκεία γύρω από αυτόν που μπορεί να ανταγωνιζόταν το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών που σκόπευε να κηρύξει στον κόσμο. Γι αυτό, επιζητούσε με συνέπεια να καταστέλλει ότι από την όλο γεγονότα ζωή του, θεωρούσε ότι μπορεί να υπηρετούσε αυτήν την φυσιολογική ανθρώπινη τάση να εξυψώνει τον διδάσκαλο αντί τη διδασκαλία του.   128:4.6 (1413.2) One purpose which Jesus had in mind, when he sought to segregate certain features of his earthly experience, was to prevent the building up of such a versatile and spectacular career as would cause subsequent generations to venerate the teacher in place of obeying the truth which he had lived and taught. Jesus did not want to build up such a human record of achievement as would attract attention from his teaching. Very early he recognized that his followers would be tempted to formulate a religion about him which might become a competitor of the gospel of the kingdom that he intended to proclaim to the world. Accordingly, he consistently sought to suppress everything during his eventful career which he thought might be made to serve this natural human tendency to exalt the teacher in place of proclaiming his teachings.
128:4.7 (1413.3) Αυτό το ίδιο κίνητρο εξηγεί επίσης γιατί άφηνε να γίνεται γνωστός με διαφορετικούς τίτλους σε διάφορες εποχές της επίγειας ζωής του. Και δεν ήθελε ούτε να επιβάλλει υπέρμετρη επιρροή στην οικογένειά του ή στους άλλους που θα τους έκανε να πιστεύουν αυτόν παρά την θέλησή τους. Πάντα αρνιόταν να εκμεταλλευτεί υπέρμετρα το ανθρώπινο μυαλό. Δεν ήθελε να τον πιστεύουν οι άνθρωποι εκτός κι αν οι καρδιές τους ήταν έτοιμες να ανταποκριθούν στις πνευματικές αλήθειες που τους αποκάλυψε με την διδασκαλία του.   128:4.7 (1413.3) This same motive also explains why he permitted himself to be known by different titles during various epochs of his diversified life on earth. Again, he did not want to bring any undue influence to bear upon his family or others which would lead them to believe in him against their honest convictions. He always refused to take undue or unfair advantage of the human mind. He did not want men to believe in him unless their hearts were responsive to the spiritual realities revealed in his teachings.
128:4.8 (1413.4) Μέχρι που τελείωσε αυτή η χρονιά τα πράγματα έρεαν ομαλά για την οικογένεια από την Ναζαρέτ. Τα παιδιά μεγάλωναν, και η Μαρία συνήθιζε στην απουσία του Ιησού. Αυτός συνέχιζε να παραδίδει τα κέρδη του στον Ιάκωβο για την υποστήριξη της οικογένειάς του, κρατώντας για τον εαυτό του μόνο ένα μικρό ποσό για τα προσωπικά του έξοδα.   128:4.8 (1413.4) By the end of this year the Nazareth home was running fairly smoothly. The children were growing up, and Mary was becoming accustomed to Jesus’ being away from home. He continued to turn over his earnings to James for the support of the family, retaining only a small portion for his immediate personal expenses.
128:4.9 (1413.5) Όσο περνούσαν τα χρόνια γινόταν όλο και πιο δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας Υιός του Θεού στην γη. Φαινόταν σαν όλους τους ανθρώπους της υλικής σφαίρας, ένας ανάμεσα στους πολλούς. Και είχε οριστεί από τον Πατέρα στον ουρανό έτσι ακριβώς να αρχίσει να εκτυλίσσεται η Προσφορά του.   128:4.9 (1413.5) As the years passed, it became more difficult to realize that this man was a Son of God on earth. He seemed to become quite like an individual of the realm, just another man among men. And it was ordained by the Father in heaven that the bestowal should unfold in this very way.
5. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (18 Μ.Χ.) ^top   5. The Twenty-Fourth Year (A.D. 18) ^top
128:5.1 (1413.6) Αυτή ήταν η πρώτη χρονιά που ο Ιησούς είχε κάποια σχετική ελευθερία από τις οικογενειακές ευθύνες. Ο Ιάκωβος διοικούσε το σπίτι πολύ πετυχημένα με την οικονομική βοήθεια του Ιησού και τις συμβουλές του.   128:5.1 (1413.6) This was Jesus’ first year of comparative freedom from family responsibility. James was very successful in managing the home with Jesus’ help in counsel and finances.
128:5.2 (1413.7) Την επόμενη εβδομάδα του Πάσχα εκείνη την χρονιά ήρθε στην Ναζαρέτ από την Αλεξάνδρεια ένας νέος για να κανονίσει μια συνάντηση, αργότερα εκείνη την χρονιά, με τον Ιησού και με μια ομάδα Αλεξανδρινών Ιουδαίων κάπου στην Παλαιστινιακή ακτή. Αυτή η σύσκεψη ορίστηκε για τα μέσα του Ιουνίου, και ο Ιησούς πήγε στην Καισαρεία να συναντήσει πέντε επιφανείς Ιουδαίους της Αλεξάνδρειας, που τον παρακάλεσαν να εγκατασταθεί στην πόλη τους σαν θρησκευτικός διδάσκαλος, προσφέροντάς του για κίνητρο για να αρχίσει, την θέση του βοηθού του σαζάνου της κύριας συναγωγής τους.   128:5.2 (1413.7) The week following the Passover of this year a young man from Alexandria came down to Nazareth to arrange for a meeting, later in the year, between Jesus and a group of Alexandrian Jews at some point on the Palestinian coast. This conference was set for the middle of June, and Jesus went over to Caesarea to meet with five prominent Jews of Alexandria, who besought him to establish himself in their city as a religious teacher, offering as an inducement to begin with, the position of assistant to the chazan in their chief synagogue.
128:5.3 (1414.1) Οι αντιπρόσωποι αυτής της επιτροπής εξήγησαν στον Ιησού ότι η Αλεξάνδρεια ήταν προορισμένη να γίνει η έδρα της Εβραϊκής κουλτούρας ολόκληρου του κόσμου¨ ότι η Ελληνιστική τάση των Ιουδαϊκών υποθέσεων είχε ουσιαστικά αφήσει πίσω την Βαβυλωνιακή σχολή σκέψης. Υπενθύμισαν στον Ιησού τις δυσοίωνες φήμες για ξεσηκωμό της Ιερουσαλήμ και την Παλαιστίνης και τον διαβεβαίωσαν ότι οποιοδήποτε ξεσήκωμα των Παλαιστινιακών Εβραίων θα ισοδυναμούσε με εθνική αυτοκτονία, και ότι το σιδερένιο χέρι της Ρώμης θα συνέτριβε την επανάσταση μέσα σε τρεις μήνες, ότι η Ιερουσαλήμ θα κατεστρέφετο και ο ναός θα κατεδαφιζόταν, και ότι δεν θα έμενε ούτε μια πέτρα πάνω στην άλλη.   128:5.3 (1414.1) The spokesmen for this committee explained to Jesus that Alexandria was destined to become the headquarters of Jewish culture for the entire world; that the Hellenistic trend of Jewish affairs had virtually outdistanced the Babylonian school of thought. They reminded Jesus of the ominous rumblings of rebellion in Jerusalem and throughout Palestine and assured him that any uprising of the Palestinian Jews would be equivalent to national suicide, that the iron hand of Rome would crush the rebellion in three months, and that Jerusalem would be destroyed and the temple demolished, that not one stone would be left upon another.
128:5.4 (1414.2) Ο Ιησούς άκουσε αυτά που είχαν να πουν, τους ευχαρίστησε για την εμπιστοσύνη τους, και, ενώ αρνήθηκε να πάει στην Αλεξάνδρεια, είπε: « Η ώρα μου δεν έχει έρθει ακόμα.» Αυτοί απόρησαν από την φανερή του αδιαφορία προς την τιμή που του προσέφεραν. Πριν αφήσουν τον Ιησού του έδωσαν μια χρηματική αμοιβή σε ένδειξη εκτίμησης των Αλεξανδρινών φίλων του και σαν αποζημίωση για τον χρόνο του και τα έξοδά του που πήγε στην Καισαρεία να συζητήσει μαζί τους. Αλλά, πάλι, αρνήθηκε να πάει τα χρήματα, λέγοντας: «Το σπίτι του Ιωσήφ ποτέ δεν δέχτηκε ελεημοσύνες, και δεν θα τρώμε το ψωμί κάποιου άλλου όσο τα χέρια μου είναι γερά και τα αδέρφια μπορούν και δουλεύουν.»   128:5.4 (1414.2) Jesus listened to all they had to say, thanked them for their confidence, and, in declining to go to Alexandria, in substance said, “My hour has not yet come.” They were nonplused by his apparent indifference to the honor they had sought to confer upon him. Before taking leave of Jesus, they presented him with a purse in token of the esteem of his Alexandrian friends and in compensation for the time and expense of coming over to Caesarea to confer with them. But he likewise refused the money, saying: “The house of Joseph has never received alms, and we cannot eat another’s bread as long as I have strong arms and my brothers can labor.”
128:5.5 (1414.3) Οι φίλοι του από την Αίγυπτο ξεκίνησαν για την πατρίδα τους, και τα επόμενα χρόνια όταν άκουγαν τις φήμες για τον κατασκευαστή βαρκών από την Καπερναούμ που είχε δημιουργήσει τόσο μεγάλη αναστάτωση στην Παλαιστίνη, πολύ λίγοι από αυτούς υπέθεσαν ότι ήταν το μωρό από την Βηθλεέμ που είχε μεγαλώσει και ο ίδιος παράξενος Γαλιλαίος που τόσο απλά αρνήθηκε την πρόσκλησή τους να γίνει μεγάλος δάσκαλος στην Αλεξάνδρεια.   128:5.5 (1414.3) His friends from Egypt set sail for home, and in subsequent years, when they heard rumors of the Capernaum boatbuilder who was creating such a commotion in Palestine, few of them surmised that he was the babe of Bethlehem grown up and the same strange-acting Galilean who had so unceremoniously declined the invitation to become a great teacher in Alexandria.
128:5.6 (1414.4) Ο Ιησούς γύρισε στην Ναζαρέτ. Η υπόλοιπη χρονιά ήταν οι πιο ήρεμοι έξι μήνες όλης του της επίγειας ζωής. Απόλαυσε το προσωρινό διάλειμμα παρά το συνηθισμένο πρόγραμμα προβλημάτων που είχε να λύσει και τις δυσκολίες που είχε να υπερνικήσει. Επικοινωνούσε πολύ με τον Πατέρα του στον ουρανό και έκανε τεράστια πρόοδο στην τελειοποίηση των γνώσεων του ανθρώπινου μυαλού του.   128:5.6 (1414.4) Jesus returned to Nazareth. The remainder of this year was the most uneventful six months of his whole career. He enjoyed this temporary respite from the usual program of problems to solve and difficulties to surmount. He communed much with his Father in heaven and made tremendous progress in the mastery of his human mind.
128:5.7 (1414.5) Αλλά οι ανθρώπινες υποθέσεις των κόσμων του χώρου και του χρόνου δεν πηγαίνουν ομαλά για πολύ. Τον Δεκέμβριο ο Ιάκωβος είχε μια προσωπική συνομιλία με τον Ιησού, και του εξήγησε ότι ήταν πολύ ερωτευμένος με την Έστα, μια νεαρή γυναίκα από την Ναζαρέτ, και θα ήθελαν κάποια στιγμή να παντρευτούν αν γινόταν. Του επέστησε την προσοχή στο γεγονός ότι ο Ιωσήφ σύντομα θα γινόταν δεκαοκτώ χρονών, και θα ήταν καλή εμπειρία να έχει την ευκαιρία να γίνει αυτός η κεφαλή της οικογένειας. Ο Ιησούς έδωσε την συγκατάθεσή του στον γάμο του Ιάκωβου δυο χρόνια αργότερα, υπό τον όρο ότι, τον ενδιάμεσο χρόνο, να εκπαιδεύσει κατάλληλα τον Ιωσήφ να αναλάβει την καθοδήγηση της οικογένειας.   128:5.7 (1414.5) But human affairs on the worlds of time and space do not run smoothly for long. In December James had a private talk with Jesus, explaining that he was much in love with Esta, a young woman of Nazareth, and that they would sometime like to be married if it could be arranged. He called attention to the fact that Joseph would soon be eighteen years old, and that it would be a good experience for him to have a chance to serve as the acting head of the family. Jesus gave consent for James’s marriage two years later, provided he had, during the intervening time, properly trained Joseph to assume direction of the home.
128:5.8 (1414.6) Και τώρα άρχισαν να συμβαίνουν πράγματα—γάμοι φαινόντουσαν στον ορίζοντα. Η επιτυχία του Ιάκωβου στην συναίνεση του Ιησού για τον γάμο του έδωσε θάρρος στην Μίριαμ να πλησιάσει τον αδερφό- πατέρα της για τα δικά της σχέδια. Ο Ιακώβ, ο νεαρός κατασκευαστής πέτρας, ο κάποτε αυτοδιορισμένος υπερασπιστής του Ιησού, και τώρα συνέταιρος στην επιχείρηση με τον Ιάκωβο και τον Ιωσήφ, ζητούσε από καιρό το χέρι της Μίριαμ. Αφού η Μίριαμ εξέθεσε τα σχέδιά της στον Ιησού, της είπε να έρθει ο Ιακώβ σε αυτόν να την ζητήσει επίσημα και της υποσχέθηκε τις ευλογίες του για τον γάμο μόλις αυτή καταλάβαινε ότι η Μάρθα ήταν έτοιμη να αναλάβει τα καθήκοντά της σαν μεγαλύτερη κόρη.   128:5.8 (1414.6) And now things began to happen—marriage was in the air. James’s success in gaining Jesus’ assent to his marriage emboldened Miriam to approach her brother-father with her plans. Jacob, the younger stone mason, onetime self-appointed champion of Jesus, now business associate of James and Joseph, had long sought to gain Miriam’s hand in marriage. After Miriam had laid her plans before Jesus, he directed that Jacob should come to him making formal request for her and promised his blessing for the marriage just as soon as she felt that Martha was competent to assume her duties as eldest daughter.
128:5.9 (1414.7) Όταν βρισκόταν στο σπίτι, συνέχιζε να διδάσκει στο βραδινό σχολείο τρεις φορές την εβδομάδα, διάβαζε τις Γραφές συχνά στην συναγωγή το Σάββατο, κουβέντιαζε με την μητέρα του, δίδασκε τα παιδιά, και γενικά συμπεριφερόταν σαν ένας άξιος και σεβαστός πολίτης της Ναζαρέτ στο κράτος του Ισραήλ.   128:5.9 (1414.7) When at home, he continued to teach the evening school three times a week, read the Scriptures often in the synagogue on the Sabbath, visited with his mother, taught the children, and in general conducted himself as a worthy and respected citizen of Nazareth in the commonwealth of Israel.
6. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ. (19 Μ.Χ.) ^top   6. The Twenty-Fifth Year (A.D. 19) ^top
128:6.1 (1415.1) Αυτή η χρονιά άρχισε με την οικογένεια από την Ναζαρέτ όλη σε καλή υγεία και έγινε μάρτυρας της αποφοίτησης του κανονικού σχολείου όλων των παιδιών με την εξαίρεση κάποιας εργασίας που έπρεπε να κάνει η Μάρθα για την Ρουθ.   128:6.1 (1415.1) This year began with the Nazareth family all in good health and witnessed the finishing of the regular schooling of all the children with the exception of certain work which Martha must do for Ruth.
128:6.2 (1415.2) Ο Ιησούς ήταν ένας από τους πιο εύρωστους και εξευγενισμένους άνδρες που εμφανίστηκαν στην γη από τον καιρό του Αδάμ. Η σωματική του ανάπτυξη ήταν εξαίσια. Το μυαλό του ήταν δραστήριο, κοφτερό, και διεισδυτικό—σε σύγκριση με την μεσαία διανοητικότητα των συγχρόνων του, είχε αναπτύξει γιγαντιαίες διαστάσεις—και το πνεύμα του ήταν πραγματικά ανθρώπινα θεϊκό.   128:6.2 (1415.2) Jesus was one of the most robust and refined specimens of manhood to appear on earth since the days of Adam. His physical development was superb. His mind was active, keen, and penetrating—compared with the average mentality of his contemporaries, it had developed gigantic proportions—and his spirit was indeed humanly divine.
128:6.3 (1415.3) Τα οικονομικά της οικογένειας βρισκόντουσαν στην καλύτερη κατάσταση από τότε που αφανίστηκε η περιουσία του Ιωσήφ. Εξοφλήθηκαν και οι τελευταίες πληρωμές του μαγαζιού επισκευών καραβανιών¨ δεν χρωστούσαν σε κανέναν και για πρώτη φορά μετά από χρόνια είχαν και κάποιες οικονομίες. Εφόσον ήταν έτσι τα πράγματα, και αφού είχε πάει όλα τα άλλα αδέρφια του στην Ιερουσαλήμ για το πρώτο τους Πάσχα, ο Ιησούς αποφάσισε να πάει και τον Ιούδα (που μόλις είχε αποφοιτήσει από το σχολείο της συναγωγής) για την πρώτη του επίσκεψη στον ναό.   128:6.3 (1415.3) The family finances were in the best condition since the disappearance of Joseph’s estate. The final payments had been made on the caravan repair shop; they owed no man and for the first time in years had some funds ahead. This being true, and since he had taken his other brothers to Jerusalem for their first Passover ceremonies, Jesus decided to accompany Jude (who had just graduated from the synagogue school) on his first visit to the temple.
128:6.4 (1415.4) Πήγαν και ήρθαν από την Ιερουσαλήμ από τον ίδιο δρόμο, την κοιλάδα του Ιορδάνη, καθώς ο Ιησούς φοβόταν για προβλήματα που μπορούσαν να δημιουργηθούν αν περνούσε με τον μικρό του αδερφό μέσα από την Σαμάρεια. Ήδη στην Ναζαρέτ ο Ιούδας είχε εμπλακεί σε κάποιες φασαρίες εξαιτίας της ορμητικής ιδιοσυγκρασίας του, σε συνδυασμό με τα έντονα πατριωτικά του συναισθήματα.   128:6.4 (1415.4) They went up to Jerusalem and returned by the same route, the Jordan valley, as Jesus feared trouble if he took his young brother through Samaria. Already at Nazareth Jude had got into slight trouble several times because of his hasty disposition, coupled with his strong patriotic sentiments.
128:6.5 (1415.5) Έφτασαν στην Ιερουσαλήμ έγκαιρα και ενώ πήγαιναν προς τον ναό, η θέα του οποίου είχε κεντρίσει και συγκινήσει τον Ιούδα μέχρι τα βάθη της ψυχής του, έτυχε και συνάντησαν τον Λάζαρο από την Βηθανία. Όσο ο Ιησούς μιλούσε με τον Λάζαρο και κανόνιζε να περάσουν όλοι μαζί το Πάσχα, ο Ιούδας προκάλεσε προβλήματα σε όλους τους. Πολύ κοντά στεκόταν ένας Ρωμαίος φρουρός που έκανε κάποια απρεπή σχόλια σε μια Ιουδαία κοπέλα που περνούσε. Ο Ιούδας κοκκίνισε από οργή και δεν άργησε να εκφράσει την απέχθειά του για αυτήν την απρέπεια άμεσα και αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούσει ο στρατιώτης. Τώρα οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι ήταν πολύ ευαίσθητοι στους Εβραίους που έδειχναν ασέβεια¨ έτσι ο φρουρός αμέσως τον συνέλαβε. Αυτό παραήταν για τον νεαρό πατριώτη, και πριν προλάβει ο Ιησούς να του επιστήσει την προσοχή με μια προειδοποιητική ματιά, είχε ήδη ξεσπάσει τα καταπιεσμένα αντι-Ρωμαϊκά του αισθήματα φωνάζοντας καταγγελίες που έκαναν τα πράγματα χειρότερα. Ο Ιούδας, με τον Ιησού στο πλευρό του, οδηγήθηκε αμέσως στην στρατιωτική φυλακή.   128:6.5 (1415.5) They arrived at Jerusalem in due time and were on their way for a first visit to the temple, the very sight of which had stirred and thrilled Jude to the very depths of his soul, when they chanced to meet Lazarus of Bethany. While Jesus talked with Lazarus and sought to arrange for their joint celebration of the Passover, Jude started up real trouble for them all. Close at hand stood a Roman guard who made some improper remarks regarding a Jewish girl who was passing. Jude flushed with fiery indignation and was not slow in expressing his resentment of such an impropriety directly to and within hearing of the soldier. Now the Roman legionnaires were very sensitive to anything bordering on Jewish disrespect; so the guard promptly placed Jude under arrest. This was too much for the young patriot, and before Jesus could caution him by a warning glance, he had delivered himself of a voluble denunciation of pent-up anti-Roman feelings, all of which only made a bad matter worse. Jude, with Jesus by his side, was taken at once to the military prison.
128:6.6 (1415.6) Ο Ιησούς έκανε προσπάθειες να πετύχει μια άμεση ακρόαση για τον Ιούδα ή να πετύχει την αποφυλάκισή του έγκαιρα για τον εορτασμό του Πάσχα εκείνο το βράδυ, αλλά οι προσπάθειές του αποτύχανε. Εφόσον η επόμενη μέρα ήταν «ιερή σύγκληση» στην Ιερουσαλήμ, ακόμα και οι Ρωμαίοι δεν αποτολμούσαν να απευθύνουν κατηγορίες σε έναν Εβραίο. Έτσι, ο Ιούδας έμεινε υπό περιορισμό μέχρι το πρωί της δεύτερης μέρας μετά την σύλληψή του, και ο Ιησούς έμεινε στην φυλακή μαζί του. Δεν ήταν παρόντες στον ναό στην τελετή της υποδοχής των υιών του νόμου σαν ολοκληρωμένους πολίτες του Ισραήλ. Ο Ιούδας δεν πέρασε από αυτήν την επίσημη τελετή για αρκετά χρόνια, μέχρι που ξαναπήγε στην Ιερουσαλήμ σε ένα Πάσχα σε συνδυασμό με το προπαγανδιστικό του έργο για λογαριασμό των Ζηλωτών , την πατριωτική οργάνωση στην οποία ανήκε και ήταν πολύ δραστήριο μέλος.   128:6.6 (1415.6) Jesus endeavored to obtain either an immediate hearing for Jude or else his release in time for the Passover celebration that evening, but he failed in these attempts. Since the next day was a “holy convocation” in Jerusalem, even the Romans would not presume to hear charges against a Jew. Accordingly, Jude remained in confinement until the morning of the second day after his arrest, and Jesus stayed at the prison with him. They were not present in the temple at the ceremony of receiving the sons of the law into the full citizenship of Israel. Jude did not pass through this formal ceremony for several years, until he was next in Jerusalem at a Passover and in connection with his propaganda work in behalf of the Zealots, the patriotic organization to which he belonged and in which he was very active.
128:6.7 (1415.7) Το επόμενο πρωί της δεύτερης μέρας τους στην φυλακή ο Ιησούς παρουσιάστηκε στον στρατιωτικό δικαστή εκ μέρους του Ιούδα. Αφού απολογήθηκε για το νεαρό της ηλικίας του αδερφού του και έκανε κάποιες επεξηγηματικές αλλά συνετές δηλώσεις για την προκλητική φύση του επεισοδίου που οδήγησε στην σύλληψη του αδερφού του, ο Ιησούς χειρίστηκε με τέτοιο τρόπο την υπόθεση που ο δικαστής εξέφρασε την άποψη ότι ο νεαρός Εβραίος μπορεί να ήταν κάπως δικαιολογημένος για το βίαιο ξέσπασμά του. Αφού προειδοποίησε τον Ιούδα να μην επιτρέψει ξανά στον εαυτό του να κάνει τέτοια απερισκεψία, είπε στον Ιησού την ώρα που τους άφηνε να φύγουν: «Καλά θα κάνεις να προσέχεις αυτόν εδώ τον νεαρό¨ πρόκειται να σας δημιουργήσει πολλούς μπελάδες.» Και ο Ρωμαίος δικαστής είχε απόλυτο δίκιο. Πράγματι ο Ιούδας δημιούργησε πολλά προβλήματα στον Ιησού, και πάντα τα προβλήματα ήταν της ίδιας φύσης—συγκρούσεις με τις αστικές αρχές εξαιτίας των απερίσκεπτων και ανόητων πατριωτικών του ξεσπασμάτων.   128:6.7 (1415.7) The morning following their second day in prison Jesus appeared before the military magistrate in behalf of Jude. By making apologies for his brother’s youth and by a further explanatory but judicious statement with reference to the provocative nature of the episode which had led up to the arrest of his brother, Jesus so handled the case that the magistrate expressed the opinion that the young Jew might have had some possible excuse for his violent outburst. After warning Jude not to allow himself again to be guilty of such rashness, he said to Jesus in dismissing them: “You had better keep your eye on the lad; he’s liable to make a lot of trouble for all of you.” And the Roman judge spoke the truth. Jude did make considerable trouble for Jesus, and always was the trouble of this same nature—clashes with the civil authorities because of his thoughtless and unwise patriotic outbursts.
128:6.8 (1416.1) Ο Ιησούς και ο Ιούδας πήγαν να διανυκτερεύσουν στην Βηθανία, και να εξηγήσουν γιατί δεν μπόρεσαν να είναι συνεπείς στο ραντεβού τους για το δείπνο του Πάσχα, και έφυγαν για την Ναζαρέτ την επόμενη μέρα. Ο Ιησούς δεν είπε στην οικογένειά του τίποτα για την σύλληψη του μικρού του αδερφού στην Ιερουσαλήμ, αλλά είχε μια μεγάλη συνομιλία με τον Ιούδα για αυτό το επεισόδιο τρεις βδομάδες μετά την επιστροφή τους. Μετά την κουβέντα με τον Ιησού ο Ιούδας το είπε ο ίδιος στην οικογένειά του. Ποτέ δεν ξέχασε την υπομονή και την ανεκτικότητά του αδερφού- πατέρα του σε όλη αυτήν την δοκιμασία.   128:6.8 (1416.1) Jesus and Jude walked over to Bethany for the night, explaining why they had failed to keep their appointment for the Passover supper, and set out for Nazareth the following day. Jesus did not tell the family about his young brother’s arrest at Jerusalem, but he had a long talk with Jude about this episode some three weeks after their return. After this talk with Jesus Jude himself told the family. He never forgot the patience and forbearance his brother-father manifested throughout the whole of this trying experience.
128:6.9 (1416.2) Αυτό ήταν το τελευταίο Πάσχα που ο Ιησούς πέρασε με κάποιο μέλος της οικογένειάς του. Ο Υιός του Ανθρώπου όλο και περισσότερο θα απομακρυνόταν από το ίδιο του το αίμα.   128:6.9 (1416.2) This was the last Passover Jesus attended with any member of his own family. Increasingly the Son of Man was to become separated from close association with his own flesh and blood.
128:6.10 (1416.3) Αυτή τη χρονιά οι περίοδοι διαλογισμού του διακοπτόντουσαν συχνά από την Ρουθ και τους φίλους της. Και πάντα ο Ιησούς ήταν έτοιμος να αναβάλει τον συλλογισμό του μελλοντικού του έργου για τον κόσμο και το σύμπαν για να μοιραστεί την παιδιάστικη χαρά και την νεανική ευθυμία αυτών των παιδιών, που ποτέ δεν κουραζόντουσαν να ακούν τον Ιησού να τους διηγείται τις εμπειρίες των διαφόρων ταξιδιών του στην Ιερουσαλήμ. Ακόμα τους άρεσαν πολύ οι ιστορίες που τους έλεγε για τα ζώα και την φύση.   128:6.10 (1416.3) This year his seasons of deep meditation were often broken into by Ruth and her playmates. And always was Jesus ready to postpone the contemplation of his future work for the world and the universe that he might share in the childish joy and youthful gladness of these youngsters, who never tired of listening to Jesus relate the experiences of his various trips to Jerusalem. They also greatly enjoyed his stories about animals and nature.
128:6.11 (1416.4) Τα παιδιά ήταν πάντα ευπρόσδεκτα στο εργαστήρι επισκευών. Ο Ιησούς τους έδινε άμμο, σανίδες, και πέτρες δίπλα στο μαγαζί, και παρέες παιδιών κατέφταναν εκεί για να παίξουν. Όταν κουραζόντουσαν από το παιχνίδι τους, οι πιο τολμηροί από αυτούς κρυφοκοίταζαν στο μαγαζί, και αν ο ιδιοκτήτης του δεν ήταν απασχολημένος, εύρισκαν το θάρρος να πάνε σε αυτόν και να του πουν, «Θείε Ιωσουά , έλα έξω να μας πεις μια μεγάλη ιστορία.» Και θα τον τραβούσαν από το χέρι μέχρι να καθίσει στον αγαπημένο του βράχο στην γωνία του μαγαζιού, με τα παιδιά καθισμένα στο έδαφος γύρω του σε ημικύκλιο. Και πόσο άρεσε σε αυτούς τους μικρούς ο θείος Ιωσουά. Γελούσαν, και γελούσαν με την καρδιά τους. Ένα ή δυο μικρότερα παιδιά θα ανέβαιναν στα γόνατά του και θα καθόντουσαν εκεί, κοιτάζοντάς με θαυμασμό τα εκφραστικά χαρακτηριστικά του καθώς έλεγε τις ιστορίες του. Τα παιδιά αγαπούσαν τον Ιησού, και ο Ιησούς αγαπούσε τα παιδιά.   128:6.11 (1416.4) The children were always welcome at the repair shop. Jesus provided sand, blocks, and stones by the side of the shop, and bevies of youngsters flocked there to amuse themselves. When they tired of their play, the more intrepid ones would peek into the shop, and if its keeper were not busy, they would make bold to go in and say, “Uncle Joshua, come out and tell us a big story.” Then they would lead him out by tugging at his hands until he was seated on the favorite rock by the corner of the shop, with the children on the ground in a semicircle before him. And how the little folks did enjoy their Uncle Joshua. They were learning to laugh, and to laugh heartily. It was customary for one or two of the smallest of the children to climb upon his knees and sit there, looking up in wonderment at his expressive features as he told his stories. The children loved Jesus, and Jesus loved the children.
128:6.12 (1416.5) Οι φίλοι του δυσκολευόντουσαν να καταλάβουν την ευρύτητα της κλίμακας των διανοητικών του δραστηριοτήτων, πως μπορούσε τόσο ξαφνικά και απόλυτα να πηδήξει από τις σοβαρές συζητήσεις για την πολιτική, την φιλοσοφία, ή την θρησκεία στο ελαφρό και εύθυμο παιχνίδι αυτών των πιτσιρικάδων ηλικίας από πέντε έως δέκα χρονών. Όσο μεγάλωναν οι αδερφοί του και οι αδερφές του, όσο είχε ελεύθερο χρόνο, και πριν έρθουν τα εγγόνια, έδινε μεγάλη προσοχή σε αυτούς τους μικρούς. Αλλά δεν έζησε στην γη αρκετά για να χαρεί και πολύ τα εγγόνια.   128:6.12 (1416.5) It was difficult for his friends to comprehend the range of his intellectual activities, how he could so suddenly and so completely swing from the profound discussion of politics, philosophy, or religion to the lighthearted and joyous playfulness of these tots of from five to ten years of age. As his own brothers and sisters grew up, as he gained more leisure, and before the grandchildren arrived, he paid a great deal of attention to these little ones. But he did not live on earth long enough to enjoy the grandchildren very much.
7. Ο ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ (20 Μ.Χ.) ^top   7. The Twenty-Sixth Year (A.D. 20) ^top
128:7.1 (1416.6) Μόλις άρχισε αυτός ο χρόνος, ο Ιησούς από την Ναζαρέτ συνειδητοποίησε έντονα ότι είχε μεγάλες δυνάμεις.   128:7.1 (1416.6) As this year began, Jesus of Nazareth became strongly conscious that he possessed a wide range of potential power. But he was likewise fully persuaded that this power was not to be employed by his personality as the Son of Man, at least not until his hour should come.
128:7.2 (1417.1) Όμως ήταν απόλυτα πεισμένος ότι δεν θα χρησιμοποιούσε αυτές τις δυνάμεις με την προσωπικότητά του σαν Υιός του Ανθρώπου, τουλάχιστον όχι μέχρι να ερχόταν η ώρα του. Τότε σκεπτόταν πολύ αλλά έλεγε λίγα για την σχέση του με τον Πατέρα στον ουρανό. Και το συμπέρασμα όλων αυτών των σκέψεων εκφράστηκε μια φορά στην προσευχή του στην κορυφή του λόφου, όταν είπε: « Άσχετα με το ποιος είμαι και τι δυνάμεις μπορώ ή δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω, πάντα έκανα, και πάντα θα κάνω, το θέλημα του Παραδείσιου Πατέρα μου.» Και όμως, αυτός ο άνθρωπος που περπατούσε στην Ναζαρέτ, πήγαινε και γύριζε από την δουλειά του, ήταν κυριολεκτικά αλήθεια—όσον αφορά ένα τεράστιο σύμπαν—ότι «σε αυτόν ήταν κρυμμένοι όλοι οι θησαυροί σοφίας και γνώσης.»   128:7.2 (1417.1) At this time he thought much but said little about the relation of himself to his Father in heaven. And the conclusion of all this thinking was expressed once in his prayer on the hilltop, when he said: “Regardless of who I am and what power I may or may not wield, I always have been, and always will be, subject to the will of my Paradise Father.” And yet, as this man walked about Nazareth to and from his work, it was literally true—as concerned a vast universe—that “in him were hidden all the treasures of wisdom and knowledge.”
128:7.3 (1417.2) Όλη εκείνη την χρονιά οι οικογενειακές υποθέσεις πήγαιναν ομαλά εκτός από τον Ιούδα. Για χρόνια ο Ιάκωβος είχε προβλήματα με τον μικρότερό του αδερφό, που δεν ήθελε να δουλέψει ουσιαστικά ούτε μπορούσε να βασιστεί ότι θα έδινε το μερίδιό του στα οικογενειακά έξοδα. Ενώ ζούσε σπίτι, δεν είχε την ευσυνειδησία να βγάζει και να συνεισφέρει το μερίδιό του από τα οικογενειακά έξοδα.   128:7.3 (1417.2) All this year the family affairs ran smoothly except for Jude. For years James had trouble with his youngest brother, who was not inclined to settle down to work nor was he to be depended upon for his share of the home expenses. While he would live at home, he was not conscientious about earning his share of the family upkeep.
128:7.4 (1417.3) Ο Ιησούς ήταν ειρηνικός άνθρωπος, και πολλές φορές είχε ενοχληθεί από τις εριστικές πράξεις και τα πολυάριθμα πατριωτικά ξεσπάσματα του Ιούδα. Ο Ιάκωβος και ο Ιωσήφ ήταν της άποψης να τον διώξουν από την οικογένεια, αλλά ο Ιησούς δεν συμφωνούσε. Όταν δοκιμαζόταν πολύ η υπομονή τους, ο Ιησούς θα συμβούλευε: «Έχετε υπομονή. Να δίνετε συνετές συμβουλές και να προσέχετε τα λόγια σας, ώστε ο μικρός σας αδερφός να γνωρίσει πρώτα το σωστό και έπειτα να εξαναγκαστεί να το κάνει.» Η σοφή και στοργική συμβουλή του Ιησού εμπόδισε ένα ρήγμα στην οικογένεια¨ έμειναν μαζί. Αλλά ο Ιούδας ηρέμησε και ωρίμασε μόνο μετά τον γάμο του.   128:7.4 (1417.3) Jesus was a man of peace, and ever and anon was he embarrassed by Jude’s belligerent exploits and numerous patriotic outbursts. James and Joseph were in favor of casting him out, but Jesus would not consent. When their patience would be severely tried, Jesus would only counsel: “Be patient. Be wise in your counsel and eloquent in your lives, that your young brother may first know the better way and then be constrained to follow you in it.” The wise and loving counsel of Jesus prevented a break in the family; they remained together. But Jude never was brought to his sober senses until after his marriage.
128:7.5 (1417.4) Η Μαρία σπάνια μιλούσε στον Ιησού για την μελλοντική αποστολή του. Όποτε αναφερόταν αυτό το θέμα, ο Ιησούς θα έλεγε μόνο: «Η ώρα μου δεν έχει έρθει ακόμα.» Ο Ιησούς είχε σχεδόν καταφέρει να απαλλάξει την οικογένειά του από την εξάρτηση της άμεσης παρουσίας της προσωπικότητάς του. Ετοιμαζόταν ταχύτατα για την ημέρα που θα έφευγε από το σπίτι του στην Ναζαρέτ να ξεκινήσει το πιο ενεργητικό προοίμιο της πραγματικής του προσφοράς στους ανθρώπους.   128:7.5 (1417.4) Mary seldom spoke of Jesus’ future mission. Whenever this subject was referred to, Jesus only replied, “My hour has not yet come.” Jesus had about completed the difficult task of weaning his family from dependence on the immediate presence of his personality. He was rapidly preparing for the day when he could consistently leave this Nazareth home to begin the more active prelude to his real ministry for men.
128:7.6 (1417.5) Ποτέ μην παραβλέψετε το γεγονός ότι η πρωταρχική αποστολή του Ιησού στην έβδομη Προσφορά του ήταν η απόκτηση εμπειρίας των δημιουργημάτων, η επίτευξη της κυριαρχίας στο Νέβαδον. Και συλλέγοντας αυτήν ακριβώς την εμπειρία έκανε και την υπέρτατη αποκάλυψη του Παραδείσιου Πατέρα στην Ουράντια και σε ολόκληρο το τοπικό σύμπαν του. Παρεμπιπτόντως με αυτούς τους στόχους ανέλαβε ακόμα να επιλύσει τις περίπλοκες υποθέσεις αυτού του πλανήτη που είχαν σχέση με τον στασιασμό του Λούσιφερ.   128:7.6 (1417.5) Never lose sight of the fact that the prime mission of Jesus in his seventh bestowal was the acquirement of creature experience, the achievement of the sovereignty of Nebadon. And in the gathering of this very experience he made the supreme revelation of the Paradise Father to Urantia and to his entire local universe. Incidental to these purposes he also undertook to untangle the complicated affairs of this planet as they were related to the Lucifer rebellion.
128:7.7 (1417.6) Εκείνη την χρονιά ο Ιησούς είχε περισσότερο χρόνο ελεύθερο από ότι συνήθως, και αφιέρωσε πολύ από αυτόν να εκπαιδεύσει τον Ιάκωβο στην διαχείριση του εργαστηρίου επισκευών και τον Ιωσήφ στην διεύθυνση των οικογενειακών υποθέσεων. Η Μαρία διαισθάνθηκε ότι ετοιμαζόταν να τους αφήσει. Να τους αφήσει και να πάει πού; Να κάνει τι; Είχε σχεδόν παραιτηθεί από την σκέψη ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας. Δεν μπορούσε να τον καταλάβει¨ απλά δεν μπορούσε να κατανοήσει τον πρωτότοκο γιο της.   128:7.7 (1417.6) This year Jesus enjoyed more than usual leisure, and he devoted much time to training James in the management of the repair shop and Joseph in the direction of home affairs. Mary sensed that he was making ready to leave them. Leave them to go where? To do what? She had about given up the thought that Jesus was the Messiah. She could not understand him; she simply could not fathom her first-born son.
128:7.8 (1417.7) Ο Ιησούς εκείνη την χρονιά πέρασε πολύ χρόνο με ένα-ένα τα μέλη της οικογένειάς του. Τους έπαιρνε συχνά για μεγάλους περιπάτους στον λόφο και στην εξοχή. Πριν το θέρος πήγε τον Ιούδα στον αγρότη θείο του νότια της Ναζαρέτ, αλλά ο Ιούδας δεν έμεινε πολύ μετά το θέρος. Το έσκασε, και ο Σίμωνας αργότερα τον βρήκε με τους ψαράδες στην λίμνη. Όταν ο Σίμωνας τον έφερε πίσω στο σπίτι, ο Ιησούς κουβέντιασε σοβαρά τα πράγματα με τον νεαρό δραπέτη και, εφόσον ήθελε να γίνει ψαράς, πήγε μαζί του στα Μάγδαλα και τον έθεσε υπό την προστασία ενός συγγενή ψαρά¨ και ο Ιούδας δούλευε αρκετά καλά και τακτικά από τότε μέχρι τον γάμο του, και συνέχισε να είναι ψαράς και μετά τον γάμο του.   128:7.8 (1417.7) Jesus spent a great deal of time this year with the individual members of his family. He would take them for long and frequent strolls up the hill and through the countryside. Before harvest he took Jude to the farmer uncle south of Nazareth, but Jude did not remain long after the harvest. He ran away, and Simon later found him with the fishermen at the lake. When Simon brought him back home, Jesus talked things over with the runaway lad and, since he wanted to be a fisherman, went over to Magdala with him and put him in the care of a relative, a fisherman; and Jude worked fairly well and regularly from that time on until his marriage, and he continued as a fisherman after his marriage.
128:7.9 (1418.1) Τελικά ήρθε η στιγμή που όλα τα αδέρφια του Ιησού είχαν διαλέξει και σταθεροποιήσει το επάγγελμά τους. Το σκηνικό πια είχε στηθεί για την αναχώρηση του Ιησού από το σπίτι.   128:7.9 (1418.1) At last the day had come when all Jesus’ brothers had chosen, and were established in, their lifework. The stage was being set for Jesus’ departure from home.
128:7.10 (1418.2) Τον Νοέμβριο έγινε ένας διπλός γάμος. Ο Ιάκωβος και η Έστα, η Μίριαμ και ο Ιακώβ παντρεύτηκαν. Ήταν πραγματικά μια χαρμόσυνη περίσταση. Ακόμα και η Μαρία ήταν πάλι χαρούμενη εκτός από κάποιες στιγμές που καταλάβαινε ότι ο Ιησούς ετοιμαζόταν να φύγει. Υπέφερε κάτω από το βάρος μιας μεγάλης αβεβαιότητας: Μακάρι ο Ιησούς να καθόταν και να κουβέντιαζε ελεύθερα μαζί της όπως έκανε κάποτε όταν ήταν μικρός, αλλά αυτός ήταν εντελώς απλησίαστος¨ ΄για το μέλλον ήταν απόλυτα σιωπηλός .   128:7.10 (1418.2) In November a double wedding occurred. James and Esta, and Miriam and Jacob were married. It was truly a joyous occasion. Even Mary was once more happy except every now and then when she realized that Jesus was preparing to go away. She suffered under the burden of a great uncertainty: If Jesus would only sit down and talk it all over freely with her as he had done when he was a boy, but he was consistently uncommunicative; he was profoundly silent about the future.
128:7.11 (1418.3) Ο Ιάκωβος και η σύζυγος του, η Έστα, μετακόμισαν σε ένα χαριτωμένο μικρό σπίτι στην δυτική πλευρά της πόλης, δώρο από τον πατέρα της. Ενώ ο Ιάκωβος συνέχισε να στηρίζει το σπίτι της μητέρας του, η αναλογία του περιορίστηκε στο μισό εξαιτίας του γάμου του, και ο Ιωσήφ τώρα τοποθετήθηκε και τυπικά επί κεφαλής της οικογένειας από τον Ιησού. Ο Ιούδας τώρα έστελνε το μερίδιό του στα έξοδα του σπιτιού με συνέπεια κάθε μήνα. Οι γάμοι του Ιάκωβου και της Μίριαμ είχαν πολύ ευεργετική επίδραση στον Ιούδα, και όταν έφυγε για το μέρος που ψάρευε, την μέρα μετά τον διπλό γάμο, διαβεβαίωσε τον Ιωσήφ ότι μπορούσε να βασιστεί σε αυτόν ότι «θα κάνω στο έπακρο το καθήκον μου, και ακόμα περισσότερο αν χρειαστεί.» Και κράτησε το λόγο του.   128:7.11 (1418.3) James and his bride, Esta, moved into a neat little home on the west side of town, the gift of her father. While James continued his support of his mother’s home, his quota was cut in half because of his marriage, and Joseph was formally installed by Jesus as head of the family. Jude was now very faithfully sending his share of funds home each month. The weddings of James and Miriam had a very beneficial influence on Jude, and when he left for the fishing grounds, the day after the double wedding, he assured Joseph that he could depend on him “to do my full duty, and more if it is needed.” And he kept his promise.
128:7.12 (1418.4) Η Μίριαμ έμεινε δίπλα στην Μαρία στο σπίτι του Ιακώβ, ο Ιακώβ ο πρεσβύτερος είχε αναπαυθεί με τους πατέρες του. Η Μάρθα πήρε την θέση της Μίριαμ στο σπίτι, και η νέα οργάνωση πήγαινε θαυμάσια πριν τελειώσει ο χρόνος.   128:7.12 (1418.4) Miriam lived next door to Mary in the home of Jacob, Jacob the elder having been laid to rest with his fathers. Martha took Miriam’s place in the home, and the new organization was working smoothly before the year ended.
128:7.13 (1418.5) Την μέρα μετά από τον διπλό γάμο ο Ιησούς είχε μια σοβαρή σύσκεψη με τον Ιάκωβο. Είπε εμπιστευτικά στον Ιάκωβο, ότι ετοιμαζόταν να φύγει από το σπίτι. Του παρέδωσε τον πλήρη τίτλο του εργαστηρίου επισκευών, τυπικά και επίσημα αποχώρησε από αρχηγός της οικογένειας του Ιωσήφ, και πολύ συγκινητικά ανακήρυξε στον αδερφό του τον Ιάκωβο «κεφαλή και προστάτη της οικογένειας του πατέρα μου». Συνέταξε, και υπέγραψαν και οι δύο, μια μυστική συμφωνία στην οποία οριζόταν ότι, σε ανταπόδοση για την δωρεά του μαγαζιού, ο Ιάκωβος από δω και στο εξής θα αναλάμβανε πλήρως τις οικονομικές ευθύνες της οικογένειας, απαλλάσσοντας έτσι τον Ιησού από όλες τις υποχρεώσεις πάνω σε αυτά τα θέματα. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, αφού είχε κανονιστεί ότι τα έξοδα της οικογένειας θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται χωρίς καμία συμβολή του Ιησού, ο Ιησούς είπε στον Ιάκωβο: « Αλλά παιδί μου θα συνεχίσω να σου στέλνω κάτι κάθε μήνα μέχρι να έρθει η ώρα μου, αλλά ότι σου στέλνω θα το χρησιμοποιείς εσύ ανάλογα με τις περιστάσεις. Μπορείς να χρησιμοποιείς τους πόρους μου για ανάγκες της οικογένειας ή για απολαύσεις όπως κρίνεις εσύ. Χρησιμοποίησέ τους σε περίπτωση ασθένειας ή χρησιμοποίησέ τους για να αντιμετωπίσεις τις απρόοπτες ανάγκες που μπορεί να τύχουν σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας ξεχωριστά.»   128:7.13 (1418.5) The day after this double wedding Jesus held an important conference with James. He told James, confidentially, that he was preparing to leave home. He presented full title to the repair shop to James, formally and solemnly abdicated as head of Joseph’s house, and most touchingly established his brother James as “head and protector of my father’s house.” He drew up, and they both signed, a secret compact in which it was stipulated that, in return for the gift of the repair shop, James would henceforth assume full financial responsibility for the family, thus releasing Jesus from all further obligations in these matters. After the contract was signed, after the budget was so arranged that the actual expenses of the family would be met without any contribution from Jesus, Jesus said to James: “But, my son, I will continue to send you something each month until my hour shall have come, but what I send shall be used by you as the occasion demands. Apply my funds to the family necessities or pleasures as you see fit. Use them in case of sickness or apply them to meet the unexpected emergencies which may befall any individual member of the family.”
128:7.14 (1418.6) Και έτσι ο Ιησούς προετοιμάστηκε να εισέλθει στην δεύτερη και απομακρυσμένη από το σπίτι φάση της ενήλικης ζωής του πριν την δημόσια είσοδό του στο έργο του Πατέρα του.   128:7.14 (1418.6) And thus did Jesus make ready to enter upon the second and home-detached phase of his adult life before the public entrance upon his Father’s business.