Εγγραφο 157   Paper 157
ΣΤΗΝ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ   At Caesarea-Philippi
157:0.1 (1743.1) Πριν πάρει ο Ιησούς τους δώδεκα για μια μικρή παραμονή στα πέριξ της Καισάρειας Φιλίππου, κανόνισε με τους αγγελιαφόρους του Δαυίδ να πάει στην Καπερναούμ την Κυριακή 7 Αυγούστου, με σκοπό να συναντήσει την οικογένειά του. Με μια εκ των προτέρων διευθέτηση, αυτή η επίσκεψη ήταν να γίνει στο πλοίο του Ζεβεδαίου. Ο Δαυίδ Ζεβεδαίος είχε κανονίσει με τον Ιούδα, τον αδελφό του Ιησού, να παρευρεθεί ολόκληρη η οικογένεια της Ναζαρέτ – η Μαρία και όλα τ’ αδέλφια του Ιησού – και ο Ιησούς πήγε με τον Ανδρέα και τον Πέτρο σ’ αυτή τη συνάντηση. Ήταν βέβαιη πρόθεση της Μαρίας και των παιδιών να πάνε στη συνάντηση αυτή, αλλά συνέβη και μια ομάδα Φαρισαίων, γνωρίζοντας ότι ο Ιησούς βρισκόταν στην απέναντι όχθη της λίμνης, στην επικράτεια του Φιλίππου, αποφάσισαν να καλέσουν τη Μαρία για να πληροφορηθούν όσα μπορούσαν περισσότερα για τα μέρη που πιθανώς να βρισκόταν. Η άφιξη αυτών των απεσταλμένων από την Ιερουσαλήμ ανησύχησε πολύ τη Μαρία, και αυτοί, παρατηρώντας την ένταση και τη νευρικότητα όλης της οικογένειας, συμπεράνανε ότι ο Ιησούς αναμενόταν να τους επισκεφθεί. Συνεπώς, εγκαταστάθηκαν στο σπίτι της Μαρίας και ζητώντας ενισχύσεις, περίμεναν υπομονετικά την άφιξη του Ιησού. Και αυτό, φυσικά, εμπόδισε τελικά κάθε προσπάθεια της οικογένειας να συναντηθεί με τον Ιησού. Αρκετές φορές μέσα στη μέρα και ο Ιούδας και η Ρουθ προσπάθησαν πολύ να ξεγλιστρήσουν από την επαγρύπνηση των Φαρισαίων θέλοντας να στείλουν μήνυμα στον Ιησού, αλλά ήταν μάταιο.   157:0.1 (1743.1) BEFORE Jesus took the twelve for a short sojourn in the vicinity of Caesarea-Philippi, he arranged through the messengers of David to go over to Capernaum on Sunday, August 7, for the purpose of meeting his family. By prearrangement this visit was to occur at the Zebedee boatshop. David Zebedee had arranged with Jude, Jesus’ brother, for the presence of the entire Nazareth family—Mary and all of Jesus’ brothers and sisters—and Jesus went with Andrew and Peter to keep this appointment. It was certainly the intention of Mary and the children to keep this engagement, but it so happened that a group of the Pharisees, knowing that Jesus was on the opposite side of the lake in Philip’s domains, decided to call upon Mary to learn what they could of his whereabouts. The arrival of these Jerusalem emissaries greatly perturbed Mary, and noting the tension and nervousness of the entire family, they concluded that Jesus must have been expected to pay them a visit. Accordingly they installed themselves in Mary’s home and, after summoning reinforcements, waited patiently for Jesus’ arrival. And this, of course, effectively prevented any of the family from attempting to keep their appointment with Jesus. Several times during the day both Jude and Ruth endeavored to elude the vigilance of the Pharisees in their efforts to send word to Jesus, but it was of no avail.
157:0.2 (1743.2) Νωρίς το απόγευμα οι αγγελιαφόροι του Δαυίδ έφεραν την είδηση στον Ιησού ότι οι Φαρισαίοι είχαν κατασκηνώσει στο κατώφλι του σπιτιού της μητέρας του, και επομένως δεν επεχείρησε να επισκεφθεί την οικογένειά του. Έτσι και πάλι, αν και δεν έφταιγε κανένας, ο Ιησούς και η επίγεια οικογένειά του δεν κατόρθωσαν να έρθουν σε επαφή.   157:0.2 (1743.2) Early in the afternoon David’s messengers brought Jesus word that the Pharisees were encamped on the doorstep of his mother’s house, and therefore he made no attempt to visit his family. And so again, through no fault of either, Jesus and his earth family failed to make contact.
1. Ο ΦΟΡΟΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ^top   1. The Temple-Tax Collector ^top
157:1.1 (1743.3) Καθώς ο Ιησούς, μαζί με τον Ανδρέα και τον Πέτρο, παρέμενε δίπλα στη λίμνη κοντά στο πλοίο, ένας φοροεισπράκτορας του ναού ήρθε προς αυτούς και, αναγνωρίζοντας τον Ιησού, φώναξε τον Πέτρο στην άκρη και είπε: «Ο Κύριός σας δεν πληρώνει το φόρο του ναού;». Ο Πέτρος είχε σκοπό να δείξει αγανάκτηση με τον υπαινιγμό αυτό, ότι προσδοκούσαν από τον Ιησού να συνεισφέρει στη συντήρηση των δραστηριοτήτων των ορκισμένων εχθρών του, αλλά, παρατηρώντας μια περίεργη έκφραση στο πρόσωπο του φοροεισπράκτορα, υπέθεσε σωστά ότι επιδιωκόμενος σκοπός ήταν να τους παγιδεύσουν με την πράξη τους να αρνηθούν να πληρώσουν το μισό σέκελ, όπως ήταν το έθιμο για την ενίσχυση των υπηρεσιών του ναού της Ιερουσαλήμ. Επομένως ο Πέτρος απάντησε: «Μα φυσικά ο Κύριος πληρώνει το φόρο του ναού. Περίμενε στην πόρτα και χωρίς καθυστέρηση θα γυρίσω με το φόρο».   157:1.1 (1743.3) As Jesus, with Andrew and Peter, tarried by the lake near the boatshop, a temple-tax collector came upon them and, recognizing Jesus, called Peter to one side and said: “Does not your Master pay the temple tax?” Peter was inclined to show indignation at the suggestion that Jesus should be expected to contribute to the maintenance of the religious activities of his sworn enemies, but, noting a peculiar expression on the face of the tax collector, he rightly surmised that it was the purpose to entrap them in the act of refusing to pay the customary half shekel for the support of the temple services at Jerusalem. Accordingly, Peter replied: “Why of course the Master pays the temple tax. You wait by the gate, and I will presently return with the tax.”
157:1.2 (1743.4) Ο Πέτρος μίλησε βιαστικά. Ο Ιούδας που μετέφερε το ταμείο τους, βρισκόταν στην απέναντι όχθη της λίμνης. Ούτε αυτός, ούτε ο αδελφός του, ούτε ο Ιησούς είχαν φέρει μαζί τους χρήματα. Και γνωρίζοντας ότι οι Φαρισαίοι τους έψαχναν δεν μπορούσαν να πάνε στη Βηθσαϊδά για να πάρουν χρήματα. Όταν ο Πέτρος ανέφερε στον Ιησού για τον εισπράκτορα και ότι του είχε υποσχεθεί τα χρήματα, ο Ιησούς είπε: «Αν υποσχέθηκες, τότε πρέπει να πληρώσεις. Αλλά με τι θα εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου; Θα γίνεις και πάλι ψαράς για να μπορέσεις να κρατήσεις το λόγο σου; Ωστόσο, Πέτρο, είναι καλό, με τις περιστάσεις αυτές, να πληρώσουμε το φόρο. Ας μη δώσουμε σ’ αυτούς τους ανθρώπους το δικαίωμα να ενοχληθούν από τη στάση μας. Θα περιμένουμε εδώ μέχρις ότου πας με το πλοίο και πιάσεις ψάρια, και αφού τα πουλήσεις σ’ εκείνη την αγορά, πλήρωσε τον εισπράκτορα και για τους τρεις μας».   157:1.2 (1743.4) Now Peter had spoken hastily. Judas carried their funds, and he was across the lake. Neither he, his brother, nor Jesus had brought along any money. And knowing that the Pharisees were looking for them, they could not well go to Bethsaida to obtain money. When Peter told Jesus about the collector and that he had promised him the money, Jesus said: “If you have promised, then should you pay. But wherewith will you redeem your promise? Will you again become a fisherman that you may honor your word? Nevertheless, Peter, it is well in the circumstances that we pay the tax. Let us give these men no occasion for offense at our attitude. We will wait here while you go with the boat and cast for the fish, and when you have sold them at yonder market, pay the collector for all three of us.”
157:1.3 (1744.1) Όλα αυτά τα άκουσε ο μυστικός αγγελιαφόρος του Δαυίδ που στεκόταν πιο κάτω, και ο οποίος έγνεψε σ’ ένα συνεργάτη του, που ψάρευε κοντά στην όχθη, να έρθει γρήγορα. Όταν ο Πέτρος ετοιμάστηκε να βγεί με το πλοίο για ψάρεμα, ο αγγελιαφόρος αυτός και ο ψαράς φίλος του παρουσιάστηκαν σ’ αυτόν με αρκετά κοφίνια ψάρια και τον βοήθησαν να τα μεταφέρει στον έμπορα των ψαριών που ήταν κοντά, που αγόρασε την ψαριά, πλήρωσε αρκετά, με όσα ζήτησε ο αγγελιαφόρος του Δαυίδ, για να συγκεντρώσουν το φόρο του ναού για τους τρεις. Ο εισπράκτορας δέχτηκε το φόρο, και μαζί το προηγούμενο πρόστιμο για την καθυστερημένη πληρωμή, επειδή για αρκετό καιρό απουσίαζαν από τη Γαλιλαία.   157:1.3 (1744.1) All of this had been overheard by the secret messenger of David who stood near by, and who then signaled to an associate, fishing near the shore, to come in quickly. When Peter made ready to go out in the boat for a catch, this messenger and his fisherman friend presented him with several large baskets of fish and assisted him in carrying them to the fish merchant near by, who purchased the catch, paying sufficient, with what was added by the messenger of David, to meet the temple tax for the three. The collector accepted the tax, forgoing the penalty for tardy payment because they had been for some time absent from Galilee.
157:1.4 (1744.2) Δεν είναι παράξενο που έχετε μια καταγραφή του Πέτρου να πιάνει ένα ψάρι με ένα σέκελ στο στόμα του. Εκείνες τις ημέρες ήταν επίκαιρες πολλές ιστορίες για εύρεση θησαυρών στα στόματα των ψαριών. Τέτοιες ιστορίες θαυμάτων ήταν συνηθισμένες. Έτσι, καθώς ο Πέτρος τους άφησε για να πάει προς το πλοίο, ο Ιησούς σχολίασε μισοαστεία: «Περίεργο που οι γιοι του βασιλιά πρέπει να πληρώσουν φόρο. Συνήθως είναι ο ξένος που φορολογείται για τα έξοδα συντήρησης της αυλής, αλλά δεν χρειάζεται να γίνουμε πρόσκομμα στις αρχές. Πήγαινε λοιπόν! Ίσως πιάσεις το ψάρι με το σέκελ στο στόμα του». Με τον Ιησού να έχει μιλήσει έτσι και με τον Πέτρο να εμφανίζεται τόσο σύντομα με τον φόρο του ναού, δεν είναι περίεργο που το επεισόδιο αυτό αργότερα μετατράπηκε σε θαύμα όπως αναφέρεται από τον συγγραφέα του κατά Ματθαίον ευαγγελίου.   157:1.4 (1744.2) It is not strange that you have a record of Peter’s catching a fish with a shekel in its mouth. In those days there were current many stories about finding treasures in the mouths of fishes; such tales of near miracles were commonplace. So, as Peter left them to go toward the boat, Jesus remarked, half-humorously: “Strange that the sons of the king must pay tribute; usually it is the stranger who is taxed for the upkeep of the court, but it behooves us to afford no stumbling block for the authorities. Go hence! maybe you will catch the fish with the shekel in its mouth.” Jesus having thus spoken, and Peter so soon appearing with the temple tax, it is not surprising that the episode became later expanded into a miracle as recorded by the writer of Matthew’s Gospel.
157:1.5 (1744.3) Ο Ιησούς με τον Ανδρέα και τον Πέτρο, περίμεναν στην όχθη μέχρι σχεδόν τη δύση. Οι αγγελιαφόροι τούς έφεραν την είδηση ότι το σπίτι της Μαρίας βρισκόταν ακόμη κάτω από επιτήρηση. Έτσι, όταν σκοτείνιασε, οι τρεις άνδρες μπήκαν στο πλοίο τους και έλαμναν αργά, απομακρυνόμενοι προς την ανατολική ακτή της Θάλασσας της Γαλιλαίας.   157:1.5 (1744.3) Jesus, with Andrew and Peter, waited by the seashore until nearly sundown. Messengers brought them word that Mary’s house was still under surveillance; therefore, when it grew dark, the three waiting men entered their boat and slowly rowed away toward the eastern shore of the Sea of Galilee.
2. ΣΤΗ ΒΗΘΣΑΪΔΑ-ΙΟΥΛΙΑ ^top   2. At Bethsaida-Julias ^top
157:2.1 (1744.4) Τη Δευτέρα, 8 Αυγούστου, ενώ ο Ιησούς και οι δώδεκα απόστολοι κατασκήνωσαν στον Κήπο Μαγαδάν, κοντά στη Βηθσαϊδά-Ιουλία, περισσότεροι από χίλιους πιστούς, οι ευαγγελιστές, το γυναικείο σώμα, και άλλοι ενδιαφερόμενοι στην εγκαθίδρυση της βασιλείας ήρθαν από την Καπερναούμ για μια συγκέντρωση. Και πολλοί από τους Φαρισαίους, μαθαίνοντας ότι ο Ιησούς ήταν εκεί, ήρθαν επίσης. Εκείνο τον καιρό, μερικοί Σαδδουκαίοι είχαν ενωθεί με τους Φαρισαίους στην προσπάθειά τους να παγιδεύσουν τον Ιησού. Πριν πάει στη μυστική συγκέντρωση με τους πιστούς, ο Ιησούς συγκάλεσε μια δημόσια συνάντηση, στην οποία οι Φαρισαίοι ήταν παρόντες και αποδοκίμαζαν τον Κύριο και με άλλους τρόπους έψαχναν να παρενοχλούν τη συνέλευση. Είπε ο αρχηγός των παρενοχλούντων: «Διδάσκαλε, θα θέλαμε να μας δώσεις ένα σημάδι της εξουσίας που έχεις να διδάσκεις, και μετά, όταν θα συμβεί αυτό, όλοι θα γνωρίζουν ότι σε έχει στείλει ο Θεός». Και ο Ιησούς τους αποκρίθηκε: «Όταν είναι βράδυ, και ο ουρανός είναι κόκκινος, λέτε πως ο καιρός θα είναι αίθριος, το πρωί, ότι ο καιρός θα είναι άστατος, επειδή ο ουρανός είναι κόκκινος και σκοτεινός. Όταν βλέπετε ένα σύννεφο να σηκώνεται στη δύση, λέτε ότι θα έρθει βροχή, όταν ο άνεμος φυσάει από το νοτιά, λέτε ότι θα έρθει καύσωνας. Πώς γίνεται και γνωρίζετε τόσο καλά να διακρίνετε την όψη του ουρανού αλλά είστε τόσο πέρα για πέρα ανίκανοι να διακρίνετε τα σημεία των καιρών; Σ’ εκείνους που θα γνωρίσουν την αλήθεια έχει δοθεί ήδη ένα σημάδι. Αλλά στην κακόβουλη και υποκριτική γενιά δεν θα δοθεί κανένα σημάδι».   157:2.1 (1744.4) On Monday, August 8, while Jesus and the twelve apostles were encamped in Magadan Park, near Bethsaida-Julias, more than one hundred believers, the evangelists, the women’s corps, and others interested in the establishment of the kingdom, came over from Capernaum for a conference. And many of the Pharisees, learning that Jesus was here, came also. By this time some of the Sadducees were united with the Pharisees in their effort to entrap Jesus. Before going into the closed conference with the believers, Jesus held a public meeting at which the Pharisees were present, and they heckled the Master and otherwise sought to disturb the assembly. Said the leader of the disturbers: “Teacher, we would like you to give us a sign of your authority to teach, and then, when the same shall come to pass, all men will know that you have been sent by God.” And Jesus answered them: “When it is evening, you say it will be fair weather, for the heaven is red; in the morning it will be foul weather, for the heaven is red and lowering. When you see a cloud rising in the west, you say showers will come; when the wind blows from the south, you say scorching heat will come. How is it that you so well know how to discern the face of the heavens but are so utterly unable to discern the signs of the times? To those who would know the truth, already has a sign been given; but to an evil-minded and hypocritical generation no sign shall be given.”
157:2.2 (1745.1) Όταν ο Ιησούς μίλησε έτσι, αποσύρθηκε και προετοιμαζόταν για τη βραδινή συγκέντρωση με τους οπαδούς του. Σ’ αυτή τη συγκέντρωση αποφασίστηκε να αναλάβουν την ευθύνη για μια συνδυασμένη αποστολή σε όλες τις πόλεις και χωριά της Δεκάπολης, αμέσως μόλις ο Ιησούς και οι δώδεκα επέστρεφαν από την προτεινόμενη επίσκεψή τους στην Καισάρεια του Φιλίππου. Ο Κύριος έλαβε μέρος στο σχεδιασμό της αποστολής για τη Δεκάπολη και απολύοντας την ομάδα, είπε: «Σας λέγω, να προσέχετε τη μαγιά των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων. Μην παραπλανάσθε από την εντύπωση που κάνουν ότι γνωρίζουν πολλά και από τη βαθιά τους πίστη στους τύπους της θρησκείας. Να σας ενδιαφέρει μόνο το πνεύμα της ζωντανής αλήθειας και η δύναμη της αληθινής θρησκείας. Δεν θα σας σώσει ο φόβος μιας νεκρής θρησκείας αλλά η πίστη σας στη ζώσα πνευματική πραγματικότητα της βασιλείας και η βίωσή της. Μην επιτρέψετε στον εαυτό σας να τυφλωθεί από την προκατάληψη και να παραλύσει από το φόβο. Ούτε να επιτρέψετε και ο σεβασμός προς τις παραδόσεις να διαστρεβλώσει τόσο πολύ την αντίληψή σας ώστε τα μάτια σας να μην βλέπουν και τα αυτιά σας να μην ακούνε. Ο σκοπός της αληθινής θρησκείας δεν είναι να φέρνει μερική γαλήνη, αλλά να εξασφαλίσει την πρόοδο. Και δεν μπορεί να υπάρξει γαλήνη στην καρδιά ή πρόοδος του νου, αν δεν ερωτευθείτε με όλη την καρδιά σας την αλήθεια, τα ιδεώδη της αιώνιας πραγματικότητας. Τα ζητήματα της ζωής και του θανάτου βρίσκονται ενώπιόν σας – οι αμαρτωλές διασκεδάσεις του χρόνου εναντίον των δικαίων πραγματικοτήτων της αιωνιότητας. Και τώρα ήδη θα έπρεπε να αρχίσετε να απελευθερώνεστε από τα δεσμά του φόβου και των αμφιβολιών, καθώς εισέρχεστε στη ζήση μιας καινούργιας ζωής πίστεως και ελπίδας. Και όταν τα αισθήματα της εξυπηρέτησης προς τους συνανθρώπους σας αναδυθούν στην ψυχή σας, μην τα καταπνίξετε, όταν τα συναισθήματα της αγάπης ανθίσουν στην καρδιά σας, εκφράστε αυτή την επιθυμία της αγάπης εξυπηρετώντας με σωστό τρόπο τις πραγματικές ανάγκες των συνανθρώπων σας».   157:2.2 (1745.1) When Jesus had thus spoken, he withdrew and prepared for the evening conference with his followers. At this conference it was decided to undertake a united mission throughout all the cities and villages of the Decapolis as soon as Jesus and the twelve should return from their proposed visit to Caesarea-Philippi. The Master participated in planning for the Decapolis mission and, in dismissing the company, said: “I say to you, beware of the leaven of the Pharisees and the Sadducees. Be not deceived by their show of much learning and by their profound loyalty to the forms of religion. Be only concerned with the spirit of living truth and the power of true religion. It is not the fear of a dead religion that will save you but rather your faith in a living experience in the spiritual realities of the kingdom. Do not allow yourselves to become blinded by prejudice and paralyzed by fear. Neither permit reverence for the traditions so to pervert your understanding that your eyes see not and your ears hear not. It is not the purpose of true religion merely to bring peace but rather to insure progress. And there can be no peace in the heart or progress in the mind unless you fall wholeheartedly in love with truth, the ideals of eternal realities. The issues of life and death are being set before you—the sinful pleasures of time against the righteous realities of eternity. Even now you should begin to find deliverance from the bondage of fear and doubt as you enter upon the living of the new life of faith and hope. And when the feelings of service for your fellow men arise within your soul, do not stifle them; when the emotions of love for your neighbor well up within your heart, give expression to such urges of affection in intelligent ministry to the real needs of your fellows.”
3. Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ^top   3. Peter’s Confession ^top
157:3.1 (1745.2) Νωρίς το πρωί της Τρίτης, ο Ιησούς και οι δώδεκα απόστολοι άφησαν τον Κήπο Μαγαδάν για να πάνε στην Καισάρεια του Φιλίππου, την πρωτεύουσα της επικράτειας του Φιλίππου του Τετράρχη. Η Καισάρεια Φιλίππου βρισκόταν σε μια περιοχή θαυμαστής ομορφιάς. Ήταν φωλιασμένη σε μια θελκτική κοιλάδα, ανάμεσα σε γραφικούς λόφους, όπου ο Ιορδάνης ξεχυνόταν από ένα υπόγειο σπήλαιο. Τα υψώματα του Όρους Ερμών ήταν πλήρως ορατά από τη βόρεια πλευρά, ενώ από τους λόφους που βρίσκονταν ακριβώς στη νότια πλευρά, έβλεπες μια καταπληκτική θέα του άνω-Ιορδάνη και της Θάλασσας της Γαλιλαίας.   157:3.1 (1745.2) Early Tuesday morning Jesus and the twelve apostles left Magadan Park for Caesarea-Philippi, the capital of the Tetrarch Philip’s domain. Caesarea-Philippi was situated in a region of wondrous beauty. It nestled in a charming valley between scenic hills where the Jordan poured forth from an underground cave. The heights of Mount Hermon were in full view to the north, while from the hills just to the south a magnificent view was had of the upper Jordan and the Sea of Galilee.
157:3.2 (1745.3) Ο Ιησούς είχε πάει στο Όρος Ερμών τα πρώτα χρόνια που ασχολήθηκε με τις υποθέσεις της βασιλείας, και τώρα που εισήρχετο στην τελική φάση του έργου του, επιθυμούσε να επιστρέψει σ’ αυτό το βουνό της δοκιμασίας και του θριάμβου, όπου πίστευε ότι οι απόστολοι θα απολάμβαναν ένα καινούργιο όραμα των ευθυνών τους και θα αποκτούσαν νέα δύναμη για τις δύσκολες ώρες που βρίσκονταν μπροστά. Καθώς ταξίδευαν, την ώρα που περνούσαν νότια από τις Πηγές της Μερών, οι απόστολοι άρχισαν να σχολιάζουν μεταξύ τους τις πρόσφατες εμπειρίες τους στη Φοινίκη και αλλαχού, και να αφηγούνται τον τρόπο με τον οποίο είχε γίνει αποδεκτό το μήνυμά τους και πώς αντιμετώπιζαν τον Κύριό τους οι διαφορετικοί λαοί.   157:3.2 (1745.3) Jesus had gone to Mount Hermon in his early experience with the affairs of the kingdom, and now that he was entering upon the final epoch of his work, he desired to return to this mount of trial and triumph, where he hoped the apostles might gain a new vision of their responsibilities and acquire new strength for the trying times just ahead. As they journeyed along the way, about the time of passing south of the Waters of Merom, the apostles fell to talking among themselves about their recent experiences in Phoenicia and elsewhere and to recounting how their message had been received, and how the different peoples regarded their Master.
157:3.3 (1745.4) Σαν σταμάτησαν για το μεσημεριανό φαγητό, ο Ιησούς αντιμετώπισε ξαφνικά τους δώδεκα με την ερώτηση που έκανε για πρώτη φορά απευθυνόμενος σ’ αυτούς, που αφορούσε τον εαυτό του. Έκανε αυτή την καταπληκτική ερώτηση, «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;».   157:3.3 (1745.4) As they paused for lunch, Jesus suddenly confronted the twelve with the first question he had ever addressed to them concerning himself. He asked this surprising question, “Who do men say that I am?”
157:3.4 (1746.1) Ο Ιησούς είχε ξοδέψει πολλούς μήνες με την εκπαίδευση αυτών των αποστόλων για τη φύση και το χαρακτήρα της βασιλείας των ουρανών και γνώριζε καλά ότι είχε έρθει ο καιρός που έπρεπε να αρχίσει να τους διδάσκει περισσότερα για τη δική του φύση και την προσωπική του σχέση με τη βασιλεία. Και τώρα, καθώς ήταν καθισμένοι κάτω από τις μουριές, ο Κύριος ετοιμάστηκε να κάνει μια από τις πιο σημαντικές ομιλίες της μακρόχρονης συνεργασίας του με τους εκλεγμένους αποστόλους.   157:3.4 (1746.1) Jesus had spent long months in training these apostles as to the nature and character of the kingdom of heaven, and he well knew the time had come when he must begin to teach them more about his own nature and his personal relationship to the kingdom. And now, as they were seated under the mulberry trees, the Master made ready to hold one of the most momentous sessions of his long association with the chosen apostles.
157:3.5 (1746.2) Περισσότεροι από τους μισούς αποστόλους πήραν μέρος στην απάντηση της ερώτησης του Ιησού. Του είπαν ότι όλοι όσοι τον γνώριζαν, τον θεωρούσαν προφήτη ή κάποιον ασυνήθιστο άνθρωπο. Ότι ακόμα και οι εχθροί του τον φοβόντουσαν πάρα πολύ, εκτιμώντας ότι οι δυνάμεις του, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, προέρχονταν από τη συμμαχία του με τον πρίγκιπα των δαιμόνων. Του είπαν ότι μερικοί στην Ιουδαία και τη Σαμάρια, που δεν τον είχαν συναντήσει προσωπικά, πίστευαν ότι ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που σηκώθηκε από τους νεκρούς. Ο Πέτρος εξήγησε ότι ακαθόριστες φορές και από διάφορα άτομα είχε συγκριθεί με το Μωυσή, τον Ηλία, τον Ησαΐα και τον Ιερεμία. Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτή την αναφορά, στάθηκε όρθιος στα πόδια του, και κοιτάζοντας προς τα κάτω, τους δώδεκα που καθόντουσαν γύρω του σ’ ένα ημικύκλιο, με έμφαση έδειξε προς αυτούς με μια σαρωτική χειρονομία του χεριού του και ρώτησε: «Ποιος λέτε εσείς ότι είμαι;». Έγινε μια έντονη σιγή ενός λεπτού. Οι δώδεκα δεν κατέβαζαν τα μάτια τους από τον Κύριο, και τότε ο Σίμων Πέτρος, αναπηδώντας ανέκραξε: «Είσαι ο Λυτρωτής, ο Γιος του ζώντος Θεού». Και οι έντεκα καθιστοί απόστολοι σηκώθηκαν στα πόδια τους με μια κίνηση, υποδεικνύοντας ότι ο Πέτρος είχε μιλήσει για όλους τους.   157:3.5 (1746.2) More than half the apostles participated in answering Jesus’ question. They told him that he was regarded as a prophet or as an extraordinary man by all who knew him; that even his enemies greatly feared him, accounting for his powers by the indictment that he was in league with the prince of devils. They told him that some in Judea and Samaria who had not met him personally believed he was John the Baptist risen from the dead. Peter explained that he had been, at sundry times and by various persons, compared with Moses, Elijah, Isaiah, and Jeremiah. When Jesus had listened to this report, he drew himself upon his feet, and looking down upon the twelve sitting about him in a semicircle, with startling emphasis he pointed to them with a sweeping gesture of his hand and asked, “But who say you that I am?” There was a moment of tense silence. The twelve never took their eyes off the Master, and then Simon Peter, springing to his feet, exclaimed: “You are the Deliverer, the Son of the living God.” And the eleven sitting apostles arose to their feet with one accord, thereby indicating that Peter had spoken for all of them.
157:3.6 (1746.3) Όταν ο Ιησούς τους έγνεψε να καθίσουν και πάλι, και ενώ ακόμη ήταν όρθιος μπροστά τους, είπε: «Αυτό σας αποκαλύφθηκε από τον Πατέρα μου. Ήρθε η ώρα που πρέπει να μάθετε την αλήθεια για μένα. Αλλά για την ώρα σας επιβάλω να μην το πείτε σε κανένα. Ας πάμε από δω».   157:3.6 (1746.3) When Jesus had beckoned them again to be seated, and while still standing before them, he said: “This has been revealed to you by my Father. The hour has come when you should know the truth about me. But for the time being I charge you that you tell this to no man. Let us go hence.”
157:3.7 (1746.4) Και έτσι συνέχισαν το ταξίδι τους στην Καισάρεια Φιλίππου, φθάνοντας αργά το απόγευμα και σταθμεύοντας στο σπίτι του Κέλσου, ο οποίος τους περίμενε. Οι απόστολοι κοιμήθηκαν λίγο εκείνο το βράδυ. Φαινόντουσαν να προαισθάνονται ότι ένα μεγάλο γεγονός στη ζωή τους και στο έργο της βασιλείας είχε αποκαλυφθεί.   157:3.7 (1746.4) And so they resumed their journey to Caesarea-Philippi, arriving late that evening and stopping at the home of Celsus, who was expecting them. The apostles slept little that night; they seemed to sense that a great event in their lives and in the work of the kingdom had transpired.
4. Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ^top   4. The Talk About the Kingdom ^top
157:4.1 (1746.5) Από το περιστατικό της βάφτισης του Ιησού από τον Ιωάννη και τη μετατροπή του νερού σε κρασί στην Κανά, οι απόστολοι τον είχαν, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους κατ’ ουσία αποδεχτεί σαν Μεσσία. Για σύντομες περιόδους μερικοί από αυτούς είχαν πιστέψει αληθινά ότι ήταν ο αναμενόμενος Λυτρωτής. Αλλά μόλις αυτές οι ελπίδες άνθιζαν στις καρδιές τους, ο Κύριος τις διέλυε σε κομματάκια με κάποια συντριπτικά λόγια ή πράξεις απογοητευτικές. Για πολύ καιρό βρισκόντουσαν σε μια κατάσταση αναταραχής που οφειλόταν στη διαμάχη για τα σχέδια περί του αναμενόμενου Μεσσία που διατηρούσαν μέσα στο μυαλό τους και από την εμπειρία της ασυνήθιστης συνεργασίας με αυτόν τον ασυνήθιστο άνδρα, την οποία κρατούσαν στις καρδιές τους.   157:4.1 (1746.5) Since the occasions of Jesus’ baptism by John and the turning of the water into wine at Cana, the apostles had, at various times, virtually accepted him as the Messiah. For short periods some of them had truly believed that he was the expected Deliverer. But hardly would such hopes spring up in their hearts than the Master would dash them to pieces by some crushing word or disappointing deed. They had long been in a state of turmoil due to conflict between the concepts of the expected Messiah which they held in their minds and the experience of their extraordinary association with this extraordinary man which they held in their hearts.
157:4.2 (1746.6) Ήταν αργά το πρωί της Τετάρτης όταν οι απόστολοι μαζεύτηκαν στον κήπο του Κέλσου για το μεσημεριανό τους. Σχεδόν όλη τη νύχτα και από την ώρα που σηκώθηκαν εκείνο το πρωί, ο Σίμων Πέτρος και ο Σίμων ο Ζηλωτής αγωνιζόντουσαν με ζήλο να κάνουν όλους τους αδελφούς τους να αποδεχτούν τον Κύριο με όλη τους την καρδιά όχι σαν το Μεσσία αλλά επίσης σαν τον Θεϊκό Γιο του ζώντος Θεού. Οι δυο Σίμωνες συμφωνούσαν σχεδόν απόλυτα στην εκτίμησή τους για τον Ιησού και αγωνίζονταν φιλόπονα να πείσουν τους αδελφούς τους να παραδεχτούν τις απόψεις τους. Ενώ ο Ανδρέας συνέχιζε σαν ο γενικός υπεύθυνος του αποστολικού σώματος, ο αδελφός του Σίμων Πέτρος γινόταν όλο και περισσότερο και με τη συγκατάθεση όλων ο εκφραστής της γνώμης των δώδεκα.   157:4.2 (1746.6) It was late forenoon on this Wednesday when the apostles assembled in Celsus’ garden for their noontime meal. During most of the night and since they had arisen that morning, Simon Peter and Simon Zelotes had been earnestly laboring with their brethren to bring them all to the point of the wholehearted acceptance of the Master, not merely as the Messiah, but also as the divine Son of the living God. The two Simons were well-nigh agreed in their estimate of Jesus, and they labored diligently to bring their brethren around to the full acceptance of their views. While Andrew continued as the director-general of the apostolic corps, his brother, Simon Peter, was becoming, increasingly and by common consent, the spokesman for the twelve.
157:4.3 (1747.1) Βρισκόντουσαν όλοι καθισμένοι στον κήπο το μεσημέρι, όταν εμφανίστηκε ο Κύριος. Οι φυσιογνωμίες τους έφεραν μια κατανυκτική αξιοπρέπεια και όλοι ανασηκώθηκαν καθώς τους πλησίαζε. Ο Ιησούς ξελάφρωνε την ένταση με εκείνο το φιλικό και αδελφικό χαμόγελο που ήταν τόσο χαρακτηριστικό του, όταν οι οπαδοί του θεωρούσαν τους εαυτούς τους, ή κάποιο γεγονός συνδεόμενο με αυτούς, πολύ σοβαρά. Με μια καθοριστική χειρονομία τους υπέδειξε να καθίσουν. Ποτέ ξανά δεν υποδέχτηκαν τον Κύριό τους όρθιοι, όταν αυτός παρουσιαζότανε μπροστά τους. Είδαν ότι δεν ενέκρινε μια τέτοια εκδήλωση σεβασμού.   157:4.3 (1747.1) They were all seated in the garden at just about noon when the Master appeared. They wore expressions of dignified solemnity, and all arose to their feet as he approached them. Jesus relieved the tension by that friendly and fraternal smile which was so characteristic of him when his followers took themselves, or some happening related to themselves, too seriously. With a commanding gesture he indicated that they should be seated. Never again did the twelve greet their Master by arising when he came into their presence. They saw that he did not approve of such an outward show of respect.
157:4.4 (1747.2) Όταν γεύτηκαν το φαγητό τους και ήταν απασχολημένοι να συζητούν σχέδια για την περιοδεία που επρόκειτο να κάνουν στη Δεκάπολη, ο Ιησούς ξαφνικά τους κοίταξε κατά πρόσωπο και είπε: «Τώρα που πέρασε μια ολόκληρη μέρα από τότε που συναινέσατε με τη δήλωση του Σίμωνα Πέτρου αναφορικά με την ταυτότητα του Υιού του ανθρώπου, θα σας ρωτούσα αν εμμένετε στην απόφασή σας». Ακούγοντας αυτό, οι δώδεκα σηκώθηκαν και ο Σίμων Πέτρος, κάνοντας μερικά βήματα προς το μέρος του Ιησού, είπε: «Ναι, Κύριε, εμμένουμε. Πιστεύουμε ότι είσαι ο Υιός του ζώντος Θεού». Και ο Πέτρος κάθισε με τους αδελφούς του.   157:4.4 (1747.2) After they had partaken of their meal and were engaged in discussing plans for the forthcoming tour of the Decapolis, Jesus suddenly looked up into their faces and said: “Now that a full day has passed since you assented to Simon Peter’s declaration regarding the identity of the Son of Man, I would ask if you still hold to your decision?” On hearing this, the twelve stood upon their feet, and Simon Peter, stepping a few paces forward toward Jesus, said: “Yes, Master, we do. We believe that you are the Son of the living God.” And Peter sat down with his brethren.
157:4.5 (1747.3) Ο Ιησούς ύστερα, ακόμη όρθιος, είπε στους δώδεκα: «Είστε οι εκλεγμένοι μου πρεσβευτές, αλλά γνωρίζω ότι, από τις περιστάσεις, δεν θα μπορούσατε να έχετε αυτή την πίστη σαν αποτέλεσμα της μερικής ανθρώπινης γνώσης. Αυτή είναι μια αποκάλυψη του πνεύματος του Πατέρα μου στα μύχια της ψυχής σας. Και όταν, επομένως, κάνετε αυτή την εξομολόγηση με τη διορατικότητα του πνεύματος του Πατέρα μου που διαμένει εντός σας, οδηγούμαι στο να ανακοινώσω ότι πάνω σε αυτό το θεμέλιο θα χτίσω την αδελφότητα της βασιλείς των ουρανών. Πάνω σε αυτή την πέτρα της πνευματικής πραγματικότητας θα χτίσω το ζωντανό ναό της πνευματικής συναδέλφωσης μέσα στις αιώνιες πραγματικότητες της βασιλείας του Πατέρα μου. Όλες οι δυνάμεις του πονηρού και το πλήθος των αμαρτιών δεν θα μπορέσουν να κυριαρχήσουν πάνω σ’ αυτή την ανθρώπινη αδελφότητα του θεϊκού πνεύματος. Και ενώ το πνεύμα του Πατέρα μου θα είναι ο παντοτινός οδηγός και σύμβουλος σοφός όλων εκείνων που εισέρχονται στην ασφάλεια αυτής της πνευματικής αδελφότητας, σε σας και τους διαδόχους σας παραδίνω τώρα τα κλειδιά της εξωτερικής βασιλείας – την εξουσία πάνω στα επίγεια πράγματα – τα κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά αυτού του συνδέσμου ανδρών και γυναικών σαν συναδέλφων της βασιλείας». Και πάλι τους επέβαλε, επί του παρόντος, να μην πουν σε κανένα ότι ήταν ο Γιος του Θεού.   157:4.5 (1747.3) Jesus, still standing, then said to the twelve: “You are my chosen ambassadors, but I know that, in the circumstances, you could not entertain this belief as a result of mere human knowledge. This is a revelation of the spirit of my Father to your inmost souls. And when, therefore, you make this confession by the insight of the spirit of my Father which dwells within you, I am led to declare that upon this foundation will I build the brotherhood of the kingdom of heaven. Upon this rock of spiritual reality will I build the living temple of spiritual fellowship in the eternal realities of my Father’s kingdom. All the forces of evil and the hosts of sin shall not prevail against this human fraternity of the divine spirit. And while my Father’s spirit shall ever be the divine guide and mentor of all who enter the bonds of this spirit fellowship, to you and your successors I now deliver the keys of the outward kingdom—the authority over things temporal—the social and economic features of this association of men and women as fellows of the kingdom.” And again he charged them, for the time being, that they should tell no man that he was the Son of God.
157:4.6 (1747.4) Ο Ιησούς είχε αρχίσει να εμπιστεύεται την πίστη και την ακεραιότητα των αποστόλων του. Ο Κύριος είχε τη γνώμη, ότι μια πίστη, που μπορούσε να αντέξει όσα είχαν περάσει πρόσφατα οι εκλεκτοί του αντιπρόσωποι, χωρίς αμφιβολία θα έκανε ανεκτές τις φοβερές δοκιμασίες που βρίσκονταν μόλις μπροστά και θα αναδυόταν, από το φαινομενικό γκρέμισμα όλων των ελπίδων τους, στο καινούργιο φως μιας νέας απονομής και από εκεί θα ήταν ικανή να προχωρήσει και να διαφωτίσει ένα κόσμο που βρισκόταν στο σκοτάδι. Εκείνη την ημέρα ο Κύριος άρχισε να πιστεύει στην πίστη των αποστόλων του, εκτός ενός.   157:4.6 (1747.4) Jesus was beginning to have faith in the loyalty and integrity of his apostles. The Master conceived that a faith which could stand what his chosen representatives had recently passed through would undoubtedly endure the fiery trials which were just ahead and emerge from the apparent wreckage of all their hopes into the new light of a new dispensation and thereby be able to go forth to enlighten a world sitting in darkness. On this day the Master began to believe in the faith of his apostles, save one.
157:4.7 (1747.5) Και για πάντα μετά από εκείνη την ημέρα, ο ίδιος αυτός Ιησούς χτίζει εκείνο το ζωντανό ναό πάνω στα αιώνια θεμέλια της θεϊκής συγγένειας, και εκείνοι που από τότε και μετά συνειδητοποιούν ότι είναι παιδιά του Θεού, γίνονται οι ανθρώπινες πέτρες οι οποίες σχηματίζουν αυτό το ζωντανό ναό της συγγένειας με το Θεό, και ανυψώνονται στη δόξα και την τιμή της σοφίας και της αγάπης του αιώνιου Πατέρα των πνευμάτων.   157:4.7 (1747.5) And ever since that day this same Jesus has been building that living temple upon that same eternal foundation of his divine sonship, and those who thereby become self-conscious sons of God are the human stones which constitute this living temple of sonship erecting to the glory and honor of the wisdom and love of the eternal Father of spirits.
157:4.8 (1747.6) Και όταν ο Ιησούς μίλησε με αυτό τον τρόπο, κατεύθυνε τους δώδεκα να πάνε χώρια μοναχός του ο καθένας στους λόφους και να ζητήσουν σοφία, δύναμη και πνευματική καθοδήγηση μέχρι την ώρα του βραδινού φαγητού. Και αυτοί έκαναν καθώς τους είπε ο Κύριος.   157:4.8 (1747.6) And when Jesus had thus spoken, he directed the twelve to go apart by themselves in the hills to seek wisdom, strength, and spiritual guidance until the time of the evening meal. And they did as the Master admonished them.
5. ΤΟ ΝΕΟ ΣΧΕΔΙΟ ^top   5. The New Concept ^top
157:5.1 (1748.1) Το καινούργιο και ζωτικό χαρακτηριστικό της ομολογίας του Πέτρου ήταν η αναμφίβολη αναγνώριση ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος του Θεού, της αδιαμφισβήτητης θεϊκότητάς του. Από τη βάφτισή του ακόμα και από το γάμο στην Κανά, αυτοί οι απόστολοι τον θεωρούσαν σαν τον Μεσσία, αλλά δεν ήταν τμήμα του Ιουδαϊκού σχεδίου περί του εθνικού λυτρωτή ότι έπρεπε να είναι θεϊκός οι Ιουδαίοι δεν δίδασκαν ότι ο Μεσσίας θα αναδυόταν από τη θεϊκότητα. Θα ήταν «χρισμένος» αλλά πολύ δύσκολα τον φαντάζονταν σαν «Γιο του Θεού». Στη δεύτερη ομολογία δόθηκε περισσότερη έμφαση στη διττή φύση, το υπερφυσικό γεγονός ότι ήταν ο Γιος του Ανθρώπου και ο Γιος του Θεού, και ήταν σύμφωνα με αυτή τη μεγάλη αλήθεια της ενότητας της ανθρώπινης φύσης με τη θεϊκή φύση που ο Ιησούς δήλωνε ότι θα έχτιζε τη βασιλεία των ουρανών.   157:5.1 (1748.1) The new and vital feature of Peter’s confession was the clear-cut recognition that Jesus was the Son of God, of his unquestioned divinity. Ever since his baptism and the wedding at Cana these apostles had variously regarded him as the Messiah, but it was not a part of the Jewish concept of the national deliverer that he should be divine. The Jews had not taught that the Messiah would spring from divinity; he was to be the “anointed one,” but hardly had they contemplated him as being “the Son of God.” In the second confession more emphasis was placed upon the combined nature, the supernal fact that he was the Son of Man and the Son of God, and it was upon this great truth of the union of the human nature with the divine nature that Jesus declared he would build the kingdom of heaven.
157:5.2 (1748.2) Ο Ιησούς είχε ζητήσει να ζήσει τη γήινη ζωή του και να συμπληρώσει την αποστολή του σαν ο Γιος του Ανθρώπου. Οι οπαδοί του διετίθεντο να τον θεωρήσουν σαν τον αναμενόμενο Μεσσία. Γνωρίζοντας ότι δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει τις μεσσιανικές προσδοκίες τους, προσπάθησε να πραγματοποιήσει μια τέτοια τροποποίηση των σχεδίων τους για το Μεσσία ώστε να γίνει εφικτό να ικανοποιήσει εν μέρει τις προσδοκίες τους. Όμως αναγνώριζε τώρα ότι τέτοιο σχέδιο δεν μπορούσε να στεφθεί με επιτυχία. Επομένως προτίμησε να αποκαλύψει με τόλμη το τρίτο σχέδιο – να ανακοινώσει ευθέως τη θεϊκότητά του, να επιβεβαιώσει την αλήθεια της ομολογίας του Πέτρου και να ανακοινώσει με άμεσο τρόπο στους δώδεκα ότι ήταν ο Γιος του Θεού.   157:5.2 (1748.2) Jesus had sought to live his life on earth and complete his bestowal mission as the Son of Man. His followers were disposed to regard him as the expected Messiah. Knowing that he could never fulfill their Messianic expectations, he endeavored to effect such a modification of their concept of the Messiah as would enable him partially to meet their expectations. But he now recognized that such a plan could hardly be carried through successfully. He therefore elected boldly to disclose the third plan—openly to announce his divinity, acknowledge the truthfulness of Peter’s confession, and directly proclaim to the twelve that he was a Son of God.
157:5.3 (1748.3) Επί τρία χρόνια ο Ιησούς διακήρυττε ότι ήταν ο «Γιος του Ανθρώπου» , ενώ τα ίδια αυτά χρόνια οι απόστολοι επέμεναν όλο και περισσότερο ότι ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας. Τώρα αποκάλυπτε ότι ήταν ο Γιος του Θεού, και πάνω στο σχέδιο της διττής φύσης του Γιου του Ανθρώπου και του Γιου του Θεού, αποφάσισε να χτίσει τη βασιλεία των ουρανών. Είχε πάρει την απόφαση να αποφύγει τις περαιτέρω προσπάθειες για να τους πείσει ότι δεν ήταν ο Μεσσίας. Σκόπευε θαρρετά τώρα να τους αποκαλύψει ότι είναι, και να αγνοήσει την αποφασιστικότητά τους, που επέμεναν να τον θεωρούν Μεσσία.   157:5.3 (1748.3) For three years Jesus had been proclaiming that he was the “Son of Man,” while for these same three years the apostles had been increasingly insistent that he was the expected Jewish Messiah. He now disclosed that he was the Son of God, and upon the concept of the combined nature of the Son of Man and the Son of God, he determined to build the kingdom of heaven. He had decided to refrain from further efforts to convince them that he was not the Messiah. He now proposed boldly to reveal to them what he is, and then to ignore their determination to persist in regarding him as the Messiah.
6. ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ^top   6. The Next Afternoon ^top
157:6.1 (1748.4) Ο Ιησούς και οι απόστολοι παρέμειναν ακόμα μια μέρα στο σπίτι του Κέλσου, περιμένοντας να φτάσουν οι αγγελιαφόροι του Δαυίδ Ζεβεδαίου με χρήματα. Σαν επακόλουθο της πτώσης της δημοτικότητας του Ιησού στις μάζες, ήταν η μεγάλη μείωση των εσόδων. Όταν έφτασαν στην Καισάρεια του Φιλίππου το ταμείο ήταν άδειο. Ο Ματθαίος δεν ήταν πρόθυμος να αφήσει τον Ιησού και τ’ αδέλφια του τέτοιες ώρες και δεν είχε έτοιμα δικά του κεφάλαια να παραδώσει στον Ιούδα όπως είχε τόσες πολλές φορές κάνει στο παρελθόν. Όμως ο Δαυίδ Ζεβεδαίος είχε προβλέψει αυτή την πιθανή μείωση των αποδοχών και είχε δώσει εντολές στους αγγελιαφόρους του, καθώς διέσχιζαν την Ιουδαία, τη Σαμάρεια και τη Γαλιλαία, να ενεργούν σαν εισπράκτορες χρημάτων που θα αποστέλλονταν στους εξόριστους αποστόλους και στον Κύριό τους. Και έτσι, το βραδάκι αυτής της ημέρας, οι αγγελιαφόροι έφτασαν από τη Βηθσαϊδά φέρνοντας αρκετά χρήματα για να συντηρηθούν οι απόστολοι μέχρι την επιστροφή τους από την περιοδεία τους στη Δεκάπολη. Ο Ματθαίος περίμενε εκείνο τον καιρό χρήματα από την πώληση του τελευταίου τεμαχίου της περιουσίας που είχε στην Καπερναούμ, έχοντας κανονίσει ότι εκείνα τα χρήματα θα παραδινόντουσαν ανώνυμα στον Ιούδα.   157:6.1 (1748.4) Jesus and the apostles remained another day at the home of Celsus, waiting for messengers to arrive from David Zebedee with funds. Following the collapse of the popularity of Jesus with the masses there occurred a great falling off in revenue. When they reached Caesarea-Philippi, the treasury was empty. Matthew was loath to leave Jesus and his brethren at such a time, and he had no ready funds of his own to hand over to Judas as he had so many times done in the past. However, David Zebedee had foreseen this probable diminution of revenue and had accordingly instructed his messengers that, as they made their way through Judea, Samaria, and Galilee, they should act as collectors of money to be forwarded to the exiled apostles and their Master. And so, by evening of this day, these messengers arrived from Bethsaida bringing funds sufficient to sustain the apostles until their return to embark upon the Decapolis tour. Matthew expected to have money from the sale of his last piece of property in Capernaum by that time, having arranged that these funds should be anonymously turned over to Judas.
157:6.2 (1749.1) Ούτε ο Πέτρος αλλά ούτε και οι άλλοι απόστολοι είχαν επαρκή κατανόηση της θεϊκότητας του Ιησού. Λίγο αντιλαμβανόντουσαν ότι αυτό ήταν το ξεκίνημα μιας νέας εποχής για τη σταδιοδρομία του Κυρίου τους στη γη, της εποχής στην οποία ο διδάσκαλος-θεραπευτής θα γινόταν η καινούργια ιδέα του Μεσσία – του Γιου του Θεού. Από δω και πέρα μια καινούργια γνώση εμφανίστηκε στο μήνυμα του Μεσσία. Από δω και πέρα το μοναδικό ιδανικό του θα ήταν η αποκάλυψη του Πατέρα, ενώ το μοναδικό ιδανικό του στη διδασκαλία θα ήταν να παρουσιάσει στο σύμπαν του την προσωποποίηση αυτής της ανώτατης σοφίας η οποία μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο ζώντας την. Ήρθε για να έχουμε όλοι ζωή και να την έχουμε εν αφθονία.   157:6.2 (1749.1) Neither Peter nor the other apostles had a very adequate conception of Jesus’ divinity. They little realized that this was the beginning of a new epoch in their Master’s career on earth, the time when the teacher-healer was becoming the newly conceived Messiah—the Son of God. From this time on a new note appeared in the Master’s message. Henceforth his one ideal of living was the revelation of the Father, while his one idea in teaching was to present to his universe the personification of that supreme wisdom which can only be comprehended by living it. He came that we all might have life and have it more abundantly.
157:6.3 (1749.2) Ο Ιησούς εισερχόταν τώρα στο τέταρτο και τελευταίο στάδιο της ανθρώπινης ζωής του στη γη. Το πρώτο στάδιο ήταν αυτό της παιδικής ηλικίας του, τα χρόνια που μόνο αμυδρώς γνώριζε την καταγωγή του, τη φύση του και το πεπρωμένο του σαν ανθρώπινο ον. Το δεύτερο στάδιο ήταν τα χρόνια που γινόταν περισσότερο ενσυνείδητος, τα χρόνια της νεότητας και της μετέπειτα ανδρικής ηλικίας, κατά τα οποία κατανόησε καλύτερα τη θεϊκή φύση του και την ανθρώπινη αποστολή του. αυτό το δεύτερο στάδιο τελείωσε με τις εμπειρίες και τις αποκαλύψεις σε συνδυασμό με τη βάφτισή του. Το τρίτο στάδιο της εμπειρίας του Κυρίου στη γη εκτεινόταν από τη βάφτιση και μέσα από τα χρόνια της υπηρεσίας του σαν δάσκαλος και θεραπευτής ως τη σημαντική στιγμή της ομολογίας του Πέτρου στην Καισάρεια του Φιλίππου. Αυτή η τρίτη περίοδος της γήινης ζωής του περιλάμβανε την εποχή που οι απόστολοί και οι άμεσοι οπαδοί του τον γνώρισαν σαν το Γιο του Ανθρώπου και τον θεωρούσαν σαν τον Μεσσία. Η τέταρτη και τελευταία περίοδος της γήινης σταδιοδρομίας του άρχισε εδώ στην Καισάρεια Φιλίππου και έφτασε μέχρι τη σταύρωση. Αυτό το στάδιο της υπηρεσίας του χαρακτηρίστηκε από την αναγνώριση της θεϊκότητας και περιλάμβανε τη δουλειά των τελευταίων χρόνων στη γη. Κατά την τέταρτη περίοδο, ενώ το πλήθος των οπαδών του τον θεωρούσαν ακόμα σαν το Μεσσία, έγινε γνωστός στους αποστόλους σαν ο Γιος του Θεού. Η ομολογία του Πέτρου σηματοδότησε την αρχή της νέας περιόδου της πιο ολοκληρωμένης αντίληψης για την αλήθεια της υπέρτατης υπηρεσίας του σαν τον ενσαρκωμένο Γιο στην Ουράντια και σ’ ένα ολόκληρο σύμπαν, και της αναγνώρισης αυτού του γεγονότος, θαμπά ακόμα, από τους εκλεγμένους πρεσβευτές του.   157:6.3 (1749.2) Jesus now entered upon the fourth and last stage of his human life in the flesh. The first stage was that of his childhood, the years when he was only dimly conscious of his origin, nature, and destiny as a human being. The second stage was the increasingly self-conscious years of youth and advancing manhood, during which he came more clearly to comprehend his divine nature and human mission. This second stage ended with the experiences and revelations associated with his baptism. The third stage of the Master’s earth experience extended from the baptism through the years of his ministry as teacher and healer and up to this momentous hour of Peter’s confession at Caesarea-Philippi. This third period of his earth life embraced the times when his apostles and his immediate followers knew him as the Son of Man and regarded him as the Messiah. The fourth and last period of his earth career began here at Caesarea-Philippi and extended on to the crucifixion. This stage of his ministry was characterized by his acknowledgment of divinity and embraced the labors of his last year in the flesh. During the fourth period, while the majority of his followers still regarded him as the Messiah, he became known to the apostles as the Son of God. Peter’s confession marked the beginning of the new period of the more complete realization of the truth of his supreme ministry as a bestowal Son on Urantia and for an entire universe, and the recognition of that fact, at least hazily, by his chosen ambassadors.
157:6.4 (1749.3) Με τον τρόπο αυτό ο Ιησούς μέσα από τη ζωή του έδωσε το παράδειγμα για ότι δίδασκε με τη θρησκεία του: την αύξηση της πνευματικότητας με την τεχνική της ζώσης προόδου. Δεν έδωσε έμφαση, όπως έκαναν οι μετέπειτα οπαδοί του, στην ακατάπαυστη πάλη μεταξύ της ψυχής και του σώματος. Δίδασκε περισσότερο ότι το πνεύμα υπερίσχυε και των δυο και με αποτελεσματικότητα στην ευεργετική συμφιλίωση της περισσότερης από αυτή τη διανοητική και ενστικτώδη διαμάχη.   157:6.4 (1749.3) Thus did Jesus exemplify in his life what he taught in his religion: the growth of the spiritual nature by the technique of living progress. He did not place emphasis, as did his later followers, upon the incessant struggle between the soul and the body. He rather taught that the spirit was easy victor over both and effective in the profitable reconciliation of much of this intellectual and instinctual warfare.
157:6.5 (1749.4) Μια νέα σημασία σχετίζεται με όλη τη διδασκαλία του Ιησού από αυτό το σημείο και μετά. Πριν από την Καισάρεια Φιλίππου παρουσίαζε το ευαγγέλιο της βασιλείας σαν το κύριο θέμα του. Μετά την Καισάρεια Φιλίππου δεν εμφανιζόταν εν μέρει σαν διδάσκαλος, αλλά σαν ο θεϊκός αντιπρόσωπος του αιώνιου Πατέρα, ο οποίος είναι το κέντρο και η περιφέρεια αυτού του πνευματικού βασιλείου και έπρεπε να το κάνει όλο αυτό σαν ανθρώπινο ον, σαν ο Γιος του Ανθρώπου.   157:6.5 (1749.4) A new significance attaches to all of Jesus’ teachings from this point on. Before Caesarea-Philippi he presented the gospel of the kingdom as its master teacher. After Caesarea-Philippi he appeared not merely as a teacher but as the divine representative of the eternal Father, who is the center and circumference of this spiritual kingdom, and it was required that he do all this as a human being, the Son of Man.
157:6.6 (1749.5) Ο Ιησούς προσπάθησε πολύ ειλικρινά να οδηγήσει τους οπαδούς του στο πνευματικό βασίλειο σαν διδάσκαλος, μετά σαν διδάσκαλος-θεραπευτής, αλλά αυτοί δεν το αποδέχτηκαν έτσι. Γνώριζε καλά ότι η αποστολή του στη γη δεν θα μπορούσε ενδεχομένως να εκπληρώσει τις μεσσιανικές προσδοκίες του Ιουδαϊκού λαού. Οι προφήτες της παλαιάς εποχής είχαν περιγράψει ένα Μεσσία που δεν μπορούσε να είναι ποτέ. Ζήτησε να εγκαθιδρύσει τη βασιλεία του Πατέρα σαν ο Γιος του Ανθρώπου, αλλά οι οπαδοί του δεν πήγαιναν παρακάτω στην περιπέτεια. Ο Ιησούς, βλέποντάς το αυτό, προτίμησε τότε να συμβιβαστεί με τους πιστούς του και κάνοντας το προετοιμάστηκε να υποδυθεί ανοιχτά το ρόλο του ενσαρκωμένου Γιου του Θεού.   157:6.6 (1749.5) Jesus had sincerely endeavored to lead his followers into the spiritual kingdom as a teacher, then as a teacher-healer, but they would not have it so. He well knew that his earth mission could not possibly fulfill the Messianic expectations of the Jewish people; the olden prophets had portrayed a Messiah which he could never be. He sought to establish the Father’s kingdom as the Son of Man, but his followers would not go forward in the adventure. Jesus, seeing this, then elected to meet his believers part way and in so doing prepared openly to assume the role of the bestowal Son of God.
157:6.7 (1750.1) Συνεπώς, οι απόστολοι άκουσαν πολλά καινούργια καθώς τους μιλούσε ο Ιησούς εκείνη την ημέρα στον κήπο. Και μερικές από αυτές τις επίσημες διατυπώσεις ηχούσαν παράξενα ακόμα και σε αυτούς. Μεταξύ άλλων σημαντικών ανακοινώσεων άκουσαν και τα παρακάτω:   157:6.7 (1750.1) Accordingly, the apostles heard much that was new as Jesus talked to them this day in the garden. And some of these pronouncements sounded strange even to them. Among other startling announcements they listened to such as the following:
157:6.8 (1750.2) «Από τώρα και στο εξής, αν κάποιος θα ήθελε να γίνει μέλος της ομάδας μας, ας αναλάβει τις υποχρεώσεις της συγγένειας με το Θεό και ας με ακολουθήσει. Και όταν δεν θα είμαι πλέον μαζί σας, μην νομίσετε ότι ο κόσμος θα σας φερθεί καλύτερα από τον Κύριό σας. Αν με αγαπάτε, ετοιμαστείτε να αποδείξετε αυτή την αγάπη με την προθυμία σας να κάνετε την ύψιστη θυσία.   157:6.8 (1750.2) “From this time on, if any man would have fellowship with us, let him assume the obligations of sonship and follow me. And when I am no more with you, think not that the world will treat you better than it did your Master. If you love me, prepare to prove this affection by your willingness to make the supreme sacrifice.”
157:6.9 (1750.3) Και σημειώστε καλά τα λόγια μου: δεν ήρθα για να καλέσω δίκαιους αλλά αμαρτωλούς. Ο Γιος του Ανθρώπου δεν ήρθε για να υπηρετηθεί αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή του σαν δώρο για όλους. Σας δηλώνω πως ήρθα για να αναζητήσω και να σώσω εκείνους που είναι χαμένοι.   157:6.9 (1750.3) “And mark well my words: I have not come to call the righteous, but sinners. The Son of Man came not to be ministered to, but to minister and to bestow his life as the gift for all. I declare to you that I have come to seek and to save those who are lost.”
157:6.10 (1750.4) Κανένας στον κόσμο αυτό δεν βλέπει τον Πατέρα εκτός από το Γιο που ήρθε από τον Πατέρα. αλλά όταν ο Γιος θα αναληφθεί, θα τραβήξει όλους προς αυτόν, και όποιος πιστέψει αυτή την αλήθεια της διττής φύσης του Γιου θα έχει ζωή που θα είναι αιώνια.   157:6.10 (1750.4) “No man in this world now sees the Father except the Son who came forth from the Father. But if the Son be lifted up, he will draw all men to himself, and whosoever believes this truth of the combined nature of the Son shall be endowed with life that is more than age-abiding.”
157:6.11 (1750.5) Δεν μπορούμε ακόμα να ανακοινώσουμε ανοιχτά ότι ο Γιος του Ανθρώπου είναι ο Γιος του Θεού, αλλά σε σας έχει αποκαλυφθεί. Γι αυτό μιλάω σε σας με τόλμη σχετικά με αυτά τα μυστήρια. Αν και στέκομαι μπροστά σας με το φυσικό σώμα μου, προέρχομαι από το Θεό Πατέρα. Εγώ υπήρξα πριν από τον Αβραάμ. Ήρθα πραγματικά από τον Πατέρα, σε αυτόν τον κόσμο, όπως με γνωρίσατε και σας δηλώνω ότι γρήγορα πρέπει να αφήσω αυτό τον κόσμο και να επιστρέψω στο έργο του Πατέρα μου.   157:6.11 (1750.5) “We may not yet proclaim openly that the Son of Man is the Son of God, but it has been revealed to you; wherefore do I speak boldly to you concerning these mysteries. Though I stand before you in this physical presence, I came forth from God the Father. Before Abraham was, I am. I did come forth from the Father into this world as you have known me, and I declare to you that I must presently leave this world and return to the work of my Father.”
157:6.12 (1750.6) Και τώρα, μπορεί η πίστη σας να καταλάβει την αλήθεια αυτών των ανακοινώσεων για το πρόσωπό μου προειδοποιώντας σας ότι ο Γιος του Ανθρώπου δεν θα ικανοποιήσει τις προσδοκίες των πατέρων σας όπως τον έχουν φανταστεί το Μεσσία; Η βασιλεία μου δεν είναι σε αυτό τον κόσμο. Μπορείτε να πιστέψετε την αλήθεια για μένα αντιμετωπίζοντας το γεγονός, ότι ακόμα και οι αλεπούδες έχουν τρύπες και τα πουλιά έχουν φωλιές, ενώ εγώ δεν έχω που να γύρω το κεφάλι μου;   157:6.12 (1750.6) “And now can your faith comprehend the truth of these declarations in the face of my warning you that the Son of Man will not meet the expectations of your fathers as they conceived the Messiah? My kingdom is not of this world. Can you believe the truth about me in the face of the fact that, though the foxes have holes and the birds of heaven have nests, I have not where to lay my head?”
157:6.13 (1750.7) Παρ’ όλα αυτά, σας λέγω ότι ο Πατέρας και Εγώ είμαστε ένα. Αυτός που είδε εμένα έχει δει τον Πατέρα. Ο Πατέρας συνεργάζεται μαζί μου σε όλα τα πράγματα, και δεν θα με αφήσει ποτέ μόνο στην αποστολή μου, όπως δεν θα σας εγκαταλείψω ποτέ Εγώ, όταν, χωρίς καθυστέρηση, θα πάτε να κηρύξετε το ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο.   157:6.13 (1750.7) “Nevertheless, I tell you that the Father and I are one. He who has seen me has seen the Father. My Father is working with me in all these things, and he will never leave me alone in my mission, even as I will never forsake you when you presently go forth to proclaim this gospel throughout the world.
157:6.14 (1750.8) Και τώρα σας άφησα για λίγο μακριά από μένα, μόνους με τους εαυτούς σας, για να καταλάβετε τη δόξα και να κατανοήσετε το μεγαλείο της ζωής στην οποία σας κάλεσα: την περιπέτεια της πίστης για την ίδρυση της βασιλείας του Πατέρα μου στις καρδιές των ανθρώπων, το χτίσιμο της συντροφιάς μου, του ζωντανού συνδέσμου με τις ψυχές όλων όσων πιστεύουν αυτό το ευαγγέλιο».   157:6.14 (1750.8) “And now have I brought you apart with me and by yourselves for a little while that you may comprehend the glory, and grasp the grandeur, of the life to which I have called you: the faith-adventure of the establishment of my Father’s kingdom in the hearts of mankind, the building of my fellowship of living association with the souls of all who believe this gospel.”
157:6.15 (1750.9) Οι απόστολοι άκουγαν αυτές τις τολμηρές και αιφνιδιαστικές αναφορές σιωπηλά. Ήταν έκπληκτοι. Και διασκορπίστηκαν σε μικρές ομάδες για να συζητήσουν και να μελετήσουν σοβαρά τα λόγια του Κυρίου. Είχαν ομολογήσει ότι ήταν ο Γιος του Θεού, αλλά δεν μπορούσαν να συλλάβουν όλο το νόημα εκείνου που είχαν πράξει.   157:6.15 (1750.9) The apostles listened to these bold and startling statements in silence; they were stunned. And they dispersed in small groups to discuss and ponder the Master’s words. They had confessed that he was the Son of God, but they could not grasp the full meaning of what they had been led to do.
7. Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ^top   7. Andrew’s Conference ^top
157:7.1 (1750.10) Εκείνο το βράδυ ο Ανδρέας ανέλαβε ο ίδιος να συγκαλέσει μια προσωπική και ερευνητική συγκέντρωση με καθένα από τους αδελφούς του, και είχε ευεργετικές και εγκάρδιες συνομιλίες με όλους τους συντρόφους του εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη. Ο Ανδρέας δεν είχε ποτέ απολαύσει μια αρκετά στενή προσωπική επαφή με τον Ιούδα όσο με τους άλλους αποστόλους και επομένως δεν είχε θεωρήσει αξιόλογο το ότι ο Ιούδας δεν είχε ποτέ συνδεθεί ελεύθερα και με εμπιστοσύνη με την κεφαλή του σώματος των αποστόλων. Τώρα όμως ο Ανδρέας ανησύχησε τόσο πολύ από τη στάση του Ιούδα ώστε, αργότερα εκείνη τη νύχτα, μετά που οι απόστολοι έπεσαν για ύπνο, αναζήτησε έξω τον Ιησού και εξέθεσε την αιτία της ανησυχίας του στον Κύριο. Είπε ο Ιησούς τότε: «δεν έκανες λάθος, Ανδρέα, που ήρθες σε μένα με αυτό το θέμα, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε περισσότερο. Συνέχισε μόνο να δείχνεις τη μέγιστη εμπιστοσύνη σ’ αυτόν τον απόστολο. Και μην πεις τίποτε στ’ αδέλφια σου σχετικά με αυτή τη συνομιλία μαζί μου».   157:7.1 (1750.10) That evening Andrew took it upon himself to hold a personal and searching conference with each of his brethren, and he had profitable and heartening talks with all of his associates except Judas Iscariot. Andrew had never enjoyed such intimate personal association with Judas as with the other apostles and therefore had not thought it of serious account that Judas never had freely and confidentially related himself to the head of the apostolic corps. But Andrew was now so worried by Judas’s attitude that, later on that night, after all the apostles were fast asleep, he sought out Jesus and presented his cause for anxiety to the Master. Said Jesus: “It is not amiss, Andrew, that you have come to me with this matter, but there is nothing more that we can do; only go on placing the utmost confidence in this apostle. And say nothing to his brethren concerning this talk with me.”
157:7.2 (1751.1) Και αυτό ήταν όλο που μπόρεσε να αποσπάσει ο Ανδρέας από τον Ιησού. Υπήρχε πάντα κάτι το περίεργο μεταξύ αυτού του Ιουδαίου και των Γαλιλαίων αδελφών του. ο Ιούδας είχε σοκαριστεί από το θάνατο του Ιωάννη του Βαπτιστή, είχε πληγωθεί σκληρά από τις επιπλήξεις του Κυρίου σε διαφορετικές περιπτώσεις, είχε απογοητευθεί όταν ο Ιησούς αρνήθηκε να στεφθεί βασιλιάς, είχε ταπεινωθεί όταν το έσκασε από τους Φαρισαίους, είχε πικραθεί όταν ο Ιησούς αρνήθηκε να δεχτεί την πρόκληση των Φαρισαίων για ένα σημάδι, είχε μπερδευτεί από την άρνηση του Κυρίου του να καταφύγει σε επιδείξεις δύναμης, και τώρα, πιο πρόσφατα, είχε αποκαρδιωθεί και μερικές φορές είχε απελπιστεί από το άδειο ταμείο. Και του Ιούδα του έλειπε η ενέργεια του πλήθους.   157:7.2 (1751.1) And that was all Andrew could elicit from Jesus. Always had there been some strangeness between this Judean and his Galilean brethren. Judas had been shocked by the death of John the Baptist, severely hurt by the Master’s rebukes on several occasions, disappointed when Jesus refused to be made king, humiliated when he fled from the Pharisees, chagrined when he refused to accept the challenge of the Pharisees for a sign, bewildered by the refusal of his Master to resort to manifestations of power, and now, more recently, depressed and sometimes dejected by an empty treasury. And Judas missed the stimulus of the multitudes.
157:7.3 (1751.2) Καθένας από τους υπόλοιπους αποστόλους, κατά τον ίδιο ή διαφορετικό τρόπο, είχε παρόμοια επηρεαστεί από τις ίδιες δοκιμασίες και τα βάσανα, αλλά αγαπούσαν τον Ιησού. Τουλάχιστον πρέπει να αγάπησαν τον Ιησού περισσότερο από όσο ο Ιούδας, γιατί τον ακολούθησαν μέχρι τέλους στο πικρό αποτέλεσμα.   157:7.3 (1751.2) Each of the other apostles was, in some and varying measure, likewise affected by these selfsame trials and tribulations, but they loved Jesus. At least they must have loved the Master more than did Judas, for they went through with him to the bitter end.
157:7.4 (1751.3) Όντας από την Ιουδαία, ο Ιούδας προσβλήθηκε προσωπικά από την τελευταία προειδοποίηση του Ιησού προς του αποστόλους «να προσέχουν τη μαγιά των Φαρισαίων». Είχε θεωρήσει ότι αυτή η αναφορά ήταν μια καλυμμένη νύξη γι αυτόν. Αλλά το μεγάλο σφάλμα του Ιούδα ήταν: Επανειλημμένα, όταν ο Ιησούς έστελνε τους αποστόλους του μακριά για να προσευχηθούν, ο Ιούδας, αντί να εντρυφήσει στην ειλικρινή επικοινωνία με τις πνευματικές δυνάμεις του σύμπαντος, παραδινόταν σε σκέψεις ανθρώπινου φόβου ενώ επέμενε να ασχολείται με περίπλοκες αμφιβολίες για την αποστολή του Ιησού καθώς επίσης και να υποκύπτει στην αξιοθρήνητη κλίση του που έρεπε προς τα αισθήματα εκδίκησης.   157:7.4 (1751.3) Being from Judea, Judas took personal offense at Jesus’ recent warning to the apostles to “beware the leaven of the Pharisees”; he was disposed to regard this statement as a veiled reference to himself. But the great mistake of Judas was: Time and again, when Jesus would send his apostles off by themselves to pray, Judas, instead of engaging in sincere communion with the spiritual forces of the universe, indulged in thoughts of human fear while he persisted in the entertainment of subtle doubts about the mission of Jesus as well as giving in to his unfortunate tendency to harbor feelings of revenge.
157:7.5 (1751.4) Και τώρα ο Ιησούς θα έπαιρνε τους αποστόλους του μαζί του στο Όρος Ερμών, όπου είχε ορίσει να εγκαινιάσει την τέταρτη φάση της γήινης υπηρεσίας του σαν Γιος του Θεού. Μερικοί από αυτούς ήταν παρόντες στη βάφτισή του στον Ιορδάνη και ήταν μάρτυρες της αρχής της σταδιοδρομίας του σαν Γιου του Ανθρώπου, και επιθυμούσε μερικοί από αυτούς να είναι παρόντες επίσης και να ακούσουν την εξουσιοδότησή του για την ανάληψη του νέου και δημόσιου ρόλου τού Γιου του Θεού. Συνεπώς, το πρωί της Παρασκευής, 12 Αυγούστου, ο Ιησούς είπε στους δώδεκα: «Προετοιμάστε τις προμήθειες και ετοιμαστείτε για ένα ταξίδι σ’ εκείνο το βουνό, όπου το πνεύμα με προσκαλεί να πάω, για να με προικίσει για το τέλος της εργασίας μου στη γη. Και θα πάρω τους αδελφούς μου μαζί μου ώστε να δυναμώσουν στις δύσκολες ώρες, ακολουθώντας με σ’ αυτή την εμπειρία».   157:7.5 (1751.4) And now Jesus would take his apostles along with him to Mount Hermon, where he had appointed to inaugurate his fourth phase of earth ministry as the Son of God. Some of them were present at his baptism in the Jordan and had witnessed the beginning of his career as the Son of Man, and he desired that some of them should also be present to hear his authority for the assumption of the new and public role of a Son of God. Accordingly, on the morning of Friday, August 12, Jesus said to the twelve: “Lay in provisions and prepare yourselves for a journey to yonder mountain, where the spirit bids me go to be endowed for the finish of my work on earth. And I would take my brethren along that they may also be strengthened for the trying times of going with me through this experience.”