Εγγραφο 158   Paper 158
ΤΟ ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ   The Mount of Transfiguration
158:0.1 (1752.1) Κόντευε να δύσει το απόγευμα της Παρασκευής, 12 Αυγούστου 29 μ.Χ., όταν ο Ιησούς και οι συντρόφοι του έφτασαν στους πρόποδες του Όρους Ερμών, κοντά στο ίδιο μέρος όπου ο νεαρός Τιγκλάθ περίμενε κάποτε, ενώ ο Κύριος ανέβαινε μόνος στο βουνό για να τακτοποιήσει το πνευματικό πεπρωμένο της Ουράντια και να τερματίσει ουσιαστικά την επανάσταση του Λούσιφερ. Και εδώ έμειναν δυο μέρες προετοιμαζόμενοι πνευματικά για τα γεγονότα που γρήγορα θα επακολουθούσαν.   158:0.1 (1752.1) IT WAS near sundown on Friday afternoon, August 12, a.d. 29, when Jesus and his associates reached the foot of Mount Hermon, near the very place where the lad Tiglath once waited while the Master ascended the mountain alone to settle the spiritual destinies of Urantia and technically to terminate the Lucifer rebellion. And here they sojourned for two days in spiritual preparation for the events so soon to follow.
158:0.2 (1752.2) Κατά ένα γενικό τρόπο, ο Ιησούς γνώριζε εκ των προτέρων αυτό που θα αποκαλυπτόταν στο όρος, και επιθυμούσε πολύ όλοι οι απόστολοί του να μοιραστούν αυτή την εμπειρία. Ήθελε να τους ετοιμάσει για την αποκάλυψή του αυτή, γι αυτό και καθυστέρησε μαζί τους στους πρόποδες του βουνού. Αλλά δεν μπόρεσαν να προσεγγίσουν εκείνα τα πνευματικά επίπεδα τα οποία θα επέτρεπαν την έκθεσή τους στην ολοκληρωμένη εμπειρία της επίσκεψης των ουράνιων πλασμάτων και την τόσο γρήγορη εμφάνισή τους στη γη. Μια λοιπόν και δεν μπορούσε να πάρει μαζί του όλους τους συντρόφους του, αποφάσισε να πάρει μόνο τους τρεις, που συνήθως τον ακολουθούσαν σ’ αυτά τα ειδικά ξενύχτια. Συνεπώς, μόνο ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης μοιράστηκαν έστω και μέρος αυτής της μοναδικής εμπειρίας με τον Κύριο.   158:0.2 (1752.2) In a general way, Jesus knew beforehand what was to transpire on the mountain, and he much desired that all his apostles might share this experience. It was to fit them for this revelation of himself that he tarried with them at the foot of the mountain. But they could not attain those spiritual levels which would justify their exposure to the full experience of the visitation of the celestial beings so soon to appear on earth. And since he could not take all of his associates with him, he decided to take only the three who were in the habit of accompanying him on such special vigils. Accordingly, only Peter, James, and John shared even a part of this unique experience with the Master.
1. Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ^top   1. The Transfiguration ^top
158:1.1 (1752.3) Νωρίς τη Δευτέρα το πρωί, 15 Αυγούστου, ο Ιησούς και οι τρεις απόστολοι άρχισαν να ανεβαίνουν στο Όρος Ερμών, και αυτό συνέβη έξι μέρες μετά την αξιομνημόνευτη ομολογία του Πέτρου, αργά το μεσημέρι κάτω από τις μουριές στο πλάι του δρόμου.   158:1.1 (1752.3) Early on the morning of Monday, August 15, Jesus and the three apostles began the ascent of Mount Hermon, and this was six days after the memorable noontide confession of Peter by the roadside under the mulberry trees.
158:1.2 (1752.4) Ο Ιησούς είχε παρακληθεί να ανέβει στο όρος μόνος του, επειδή θα λάμβαναν χώρα σπουδαία γεγονότα που είχαν να κάνουν με την πρόοδο της γήινης ενσάρκωσής του, και αυτή η εμπειρία ήταν συνδεδεμένη με το σύμπαν της δικής του δημιουργίας. Είναι σημαντικό το ότι αυτό το ασυνήθιστο συμβάν είχε οριστεί να συμβεί χρονικά τότε που ο Ιησούς και οι απόστολοι βρισκόντουσαν στα εδάφη των ειδωλολατρών, και αυτό το γεγονός, στην πράξη, αποκαλύφθηκε σ’ ένα όρος των ειδωλολατρών.   158:1.2 (1752.4) Jesus had been summoned to go up on the mountain, apart by himself, for the transaction of important matters having to do with the progress of his bestowal in the flesh as this experience was related to the universe of his own creation. It is significant that this extraordinary event was timed to occur while Jesus and the apostles were in the lands of the gentiles, and that it actually transpired on a mountain of the gentiles.
158:1.3 (1752.5) Έφτασαν στον προορισμό τους, περίπου στα μισά του δρόμου για την κορυφή, λίγο πριν το μεσημέρι, και ενώ έτρωγαν φαγητό, ο Ιησούς είπε στους τρεις αποστόλους λίγα πράγματα από την εμπειρία του στους λόφους ανατολικά του Ιορδάνη λίγο μετά τη βάφτισή του, και επίσης λίγα περισσότερα για την εμπειρία του στο Όρος Ερμών σε σχέση με την προηγούμενη επίσκεψή του σ’ αυτό το μοναχικό αναχωρητήριο.   158:1.3 (1752.5) They reached their destination, about halfway up the mountain, shortly before noon, and while eating lunch, Jesus told the three apostles something of his experience in the hills to the east of Jordan shortly after his baptism and also some more of his experience on Mount Hermon in connection with his former visit to this lonely retreat.
158:1.4 (1752.6) Όταν ήταν παιδί, ο Ιησούς συνήθιζε να ανεβαίνει στο λόφο κοντά στο σπίτι του και να ονειρεύεται τις μάχες που είχαν διεξαχθεί από τους στρατούς των αυτοκρατοριών στην πεδιάδα της Εσδραελών. Τώρα ανέβαινε στο Όρος Ερμών για να δεχτεί τη δωρεά το οποίο θα τον προετοίμαζε για να κατέβει στις πεδιάδες του Ιορδάνη και να θεσπίσει τις τελευταίες σκηνές του δράματος της ενσάρκωσής του στην Ουράντια. Ο Κύριος μπορεί να είχε παραιτηθεί από τον έντονο αγώνα αυτή τη μέρα στο Όρος Ερμών και να είχε επιστρέψει στη διοίκησή του των κρατών του σύμπαντος, αλλά όχι μόνο επέλεξε να φέρει εις πέρας τις αξιώσεις του κανόνα για τη θεϊκή συγγένεια, η οποία περιείχετο στην εντολή του Αιώνιου Γιου του Παραδείσου, αλλά επέλεξε, επίσης, να φέρει εις πέρας το τελευταίο και πλήρες κριτήριο του παρόντος θελήματος του Πατέρα τού Παραδείσου. Αυτή την Αυγουστιάτική μέρα, τρεις από τους αποστόλους του είδαν να ξεθωριάζει το σώμα του και να ενδύεται την πλήρη συμπαντική εξουσία του. Τον παρατηρούσαν με κατάπληξη, καθώς οι ουράνιοι αγγελιαφόροι αναχωρούσαν, αφήνοντάς τον μόνο να ολοκληρώσει τη γήινη ζωή του σαν Γιος του Ανθρώπου και σαν Γιος του Θεού.   158:1.4 (1752.6) When a boy, Jesus used to ascend the hill near his home and dream of the battles which had been fought by the armies of empires on the plain of Esdraelon; now he ascended Mount Hermon to receive the endowment which was to prepare him to descend upon the plains of the Jordan to enact the closing scenes of the drama of his bestowal on Urantia. The Master could have relinquished the struggle this day on Mount Hermon and returned to his rule of the universe domains, but he not only chose to meet the requirements of his order of divine sonship embraced in the mandate of the Eternal Son on Paradise, but he also elected to meet the last and full measure of the present will of his Paradise Father. On this day in August three of his apostles saw him decline to be invested with full universe authority. They looked on in amazement as the celestial messengers departed, leaving him alone to finish out his earth life as the Son of Man and the Son of God.
158:1.5 (1753.1) Η πίστη των αποστόλων βρισκόταν σε υψηλό βαθμό τον καιρό του χορτασμού των πέντε χιλιάδων, και μετά γρήγορα έπεσε σχεδόν στο μηδέν. Τώρα, σαν αποτέλεσμα της παραδοχής του Κυρίου για τη θεϊκότητά του, η εξασθενημένη πίστη των δώδεκα ανυψώθηκε τις επόμενες λίγες εβδομάδες στο ζενίθ της, για να υποβληθεί και πάλι σε σταδιακή πτώση. Η τρίτη αναβίωση της πίστης τους δεν συνέβη παρά μετά την ανάσταση του Κυρίου.   158:1.5 (1753.1) The faith of the apostles was at a high point at the time of the feeding of the five thousand, and then it rapidly fell almost to zero. Now, as a result of the Master’s admission of his divinity, the lagging faith of the twelve arose in the next few weeks to its highest pitch, only to undergo a progressive decline. The third revival of their faith did not occur until after the Master’s resurrection.
158:1.6 (1753.2) Ήταν γύρω στις τρεις εκείνο το όμορφο απόγευμα που ο Ιησούς άφησε τους τρεις αποστόλους, λέγοντας: «Φεύγω για λίγο μόνος μου, για να επικοινωνήσω με τον Πατέρα και τους απεσταλμένους του. Σας ικετεύω να παραμείνετε εδώ και, όσο περιμένετε την επιστροφή μου, να προσευχηθείτε για να μπορέσει γίνει το θέλημα του Πατέρα σε όλη τη ζωή σας σε σχέση με την περαιτέρω αποστολή του ενσαρκωμένου Γιου του Ανθρώπου». Και αφού τους είπε αυτά, ο Ιησούς αποσύρθηκε για μια μακριά συνομιλία με τον Γαβριήλ και τον Πατέρα Μελχισεδέκ, και δεν γύρισε πριν τις έξι. Όταν ο Ιησούς είδε την ανησυχία τους γι αυτή την παρατεινόμενη απουσία του, είπε: «Γιατί φοβάστε; Γνωρίζετε καλά ότι πρέπει να είμαι στο έργο του Πατέρα μου. Για ποιο λόγο αμφιβάλετε όταν δεν είμαι μαζί σας; Σας δηλώνω τώρα ότι ο Γιος του Ανθρώπου διάλεξε να περάσει τη ζωή του ανάμεσά σας σαν ένας εξ υμών. Να έχετε καλή διάθεση, δεν θα σας αφήσω μέχρι το τέλος του έργου μου».   158:1.6 (1753.2) It was about three o’clock on this beautiful afternoon that Jesus took leave of the three apostles, saying: “I go apart by myself for a season to commune with the Father and his messengers; I bid you tarry here and, while awaiting my return, pray that the Father’s will may be done in all your experience in connection with the further bestowal mission of the Son of Man.” And after saying this to them, Jesus withdrew for a long conference with Gabriel and the Father Melchizedek, not returning until about six o’clock. When Jesus saw their anxiety over his prolonged absence, he said: “Why were you afraid? You well know I must be about my Father’s business; wherefore do you doubt when I am not with you? I now declare that the Son of Man has chosen to go through his full life in your midst and as one of you. Be of good cheer; I will not leave you until my work is finished.”
158:1.7 (1753.3) Καθώς μοιράστηκαν το φτωχικό βραδινό φαγητό τους, ο Πέτρος ρώτησε τον Κύριο, «Πόσο διάστημα θα παραμείνουμε στο όρος αυτό, μακριά από τ’ αδέλφια μας;». Και ο Ιησούς αποκρίθηκε: «Μέχρι να δείτε τη δόξα του Γιου του Ανθρώπου και να γνωρίσετε πως ό,τι σας δήλωσα είναι αλήθεια». Και μίλησαν για την υπόθεση της εξέγερσης του Λούσιφερ, καθώς ήταν καθισμένοι γύρω από τη ζεστή χόβολη της φωτιάς τους, μέχρις ότου έπεσε το σκοτάδι και τα μάτια των αποστόλων βάρυναν, γιατί είχαν ξεκινήσει την πορεία τους πολύ νωρίς εκείνο το πρωί.   158:1.7 (1753.3) As they partook of their meager evening meal, Peter asked the Master, “How long do we remain on this mountain away from our brethren?” And Jesus answered: “Until you shall see the glory of the Son of Man and know that whatsoever I have declared to you is true.” And they talked over the affairs of the Lucifer rebellion while seated about the glowing embers of their fire until darkness drew on and the apostles’ eyes grew heavy, for they had begun their journey very early that morning.
158:1.8 (1753.4) Αφού οι τρεις είχαν γρήγορα αποκοιμηθεί για περίπου μισή ώρα, ξύπνησαν απότομα από ένα κοντινό τρίξιμο και με πολλή κατάπληξη, κοιταζόμενοι αναμεταξύ τους, παρατήρησαν τον Ιησού να συνομιλεί στενά με δυο λαμπερά όντα που φορούσαν ρούχα από το φως του ουράνιου κόσμου. Και το πρόσωπο και το σώμα του Ιησού φεγγοβολούσαν από τη λαμπρότητα ενός ουράνιου φωτός. Αυτοί οι τρεις συνομιλούσαν σε μια παράξενη γλώσσα, αλλά από μερικά πράγματα που ειπώθηκαν, ο Πέτρος λανθασμένα συμπέρανε ότι τα όντα με τον Ιησού ήταν ο Μωυσής και ο Ηλίας. Στην πραγματικότητα ήταν ο Γαβριήλ και ο Πατέρας Μελχισεδέκ. Οι φυσικοί Ελεγκτές είχαν κανονίσει να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της σκηνής οι απόστολοι, εξ αιτίας του αιτήματος του Ιησού.   158:1.8 (1753.4) When the three had been fast asleep for about half an hour, they were suddenly awakened by a near-by crackling sound, and much to their amazement and consternation, on looking about them, they beheld Jesus in intimate converse with two brilliant beings clothed in the habiliments of the light of the celestial world. And Jesus’ face and form shone with the luminosity of a heavenly light. These three conversed in a strange language, but from certain things said, Peter erroneously conjectured that the beings with Jesus were Moses and Elijah; in reality, they were Gabriel and the Father Melchizedek. The physical controllers had arranged for the apostles to witness this scene because of Jesus’ request.
158:1.9 (1753.5) Οι τρεις απόστολοι τρομοκρατήθηκαν τόσο άσχημα που δύσκολα ξαναβρήκαν τη μιλιά τους, αλλά ο Πέτρος, που πρώτος συνήλθε, είπε, καθώς το εκθαμβωτικό όραμα εξαφανιζόταν από μπροστά τους και παρατήρησε τον Ιησού να στέκεται μόνος του: «Κύριε, Ιησού, καλά που βρεθήκαμε εδώ. Χαιρόμαστε που βλέπουμε αυτή τη δόξα. Δεν είμαστε πρόθυμοι να επιστρέψουμε στον επαίσχυντο κόσμο. Αν θέλεις, ας μείνουμε εδώ, και θα στήσουμε τρεις σκηνές, μια για σένα, μια για το Μωυσή και μια για τον Ηλία». Και ο Πέτρος μίλησε έτσι από τη σύγχυσή του, και γιατί δεν του ήρθε στο μυαλό τίποτε άλλο εκείνη τη στιγμή.   158:1.9 (1753.5) The three apostles were so badly frightened that they were slow in collecting their wits, but Peter, who was first to recover himself, said, as the dazzling vision faded from before them and they observed Jesus standing alone: “Jesus, Master, it is good to have been here. We rejoice to see this glory. We are loath to go back down to the inglorious world. If you are willing, let us abide here, and we will erect three tents, one for you, one for Moses, and one for Elijah.” And Peter said this because of his confusion, and because nothing else came into his mind at just that moment.
158:1.10 (1753.6) Ενώ ο Πέτρος μιλούσε ακόμα, ένα ασημένιο σύννεφο πλησίασε και σκέπασε τους τέσσερις. Οι απόστολοι τώρα φοβήθηκαν πολύ και καθώς έπεφταν με το πρόσωπό τους στο έδαφος για απόδοση λατρείας, άκουσαν μια φωνή, την ίδια που είχε μιλήσει στην περίπτωση της βάφτισης του Ιησού, να λέγει: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Γιος, δώστε προσοχή σε Αυτόν». Και όταν το σύννεφο έφυγε, έμεινε πάλι ο Ιησούς με τους τρεις, και χαμήλωσε και τους ακούμπησε, λέγοντας: «Σηκωθείτε και μη φοβείσθε, θα δείτε μεγαλύτερα πράγματα από αυτό». Αλλά οι απόστολοι ήταν πραγματικά φοβισμένοι, ήταν μια σιωπηλή και τρομαγμένη τριάδα καθώς ετοιμαζόντουσαν να κατέβουν από το όρος λίγο πριν τα μεσάνυχτα.   158:1.10 (1753.6) While Peter was yet speaking, a silvery cloud drew near and overshadowed the four of them. The apostles now became greatly frightened, and as they fell down on their faces to worship, they heard a voice, the same that had spoken on the occasion of Jesus’ baptism, say: “This is my beloved Son; give heed to him.” And when the cloud vanished, again was Jesus alone with the three, and he reached down and touched them, saying: “Arise and be not afraid; you shall see greater things than this.” But the apostles were truly afraid; they were a silent and thoughtful trio as they made ready to descend the mountain shortly before midnight.
2. ΚΑΤΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΟΡΟΣ ^top   2. Coming Down the Mountain ^top
158:2.1 (1754.1) Στην μισή διαδρομή της καθόδου από το όρος δεν είπαν ούτε μια λέξη. Ο Ιησούς κατόπιν άρχισε τη συζήτηση, σημειώνοντας: «Μη πείτε σε κανένα, ούτε στους αδελφούς σας, ό,τι είδατε και ακούσατε σε αυτό το βουνό, μέχρις ότου ο Γιος του Ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς». Οι τρεις απόστολοι ξαφνιάστηκαν και ζαλίστηκαν από τα λόγια του Κυρίου, «μέχρις ότου ο Γιος του Ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς». Είχαν τόσο πρόσφατα επιβεβαιώσει την πίστη τους σε αυτόν σαν τον Λυτρωτή, το Γιο του Θεού, και μόλις προ ολίγου τον είχαν παρατηρήσει να μεταμορφώνεται με δόξα μπροστά στα ίδια τους τα μάτια, και τώρα άρχισε να μιλάει για «ανάσταση από τους νεκρούς!».   158:2.1 (1754.1) For about half the distance down the mountain not a word was spoken. Jesus then began the conversation by remarking: “Make certain that you tell no man, not even your brethren, what you have seen and heard on this mountain until the Son of Man has risen from the dead.” The three apostles were shocked and bewildered by the Master’s words, “until the Son of Man has risen from the dead.” They had so recently reaffirmed their faith in him as the Deliverer, the Son of God, and they had just beheld him transfigured in glory before their very eyes, and now he began to talk about “rising from the dead”!
158:2.2 (1754.2) Ο Πέτρος ανατρίχιασε με τη σκέψη του θανάτου του Κυρίου – ήταν μια τόσο δυσάρεστη ιδέα να τη σκέφτεται – και φοβούμενος ότι ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης μπορεί να ρωτούσαν κάτι σχετικό με αυτή τη δήλωση, σκέφτηκε πως ήταν καλύτερο να ξεκινήσει μια διαφορετική συζήτηση και, μη γνωρίζοντας για τί άλλο να μιλήσει, εξέφρασε την πρώτη σκέψη που ήρθε στο μυαλό του, που ήταν: «Κύριε, γιατί λένε οι γραμματείς ότι πρέπει ο Ηλίας να εμφανιστεί πριν από την εμφάνιση του Μεσσία;». Και ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι ο Πέτρος ζητούσε να αποφύγει τυχόν αναφορά στο θάνατο και την ανάστασή του, απάντησε: «Ο Ηλίας πράγματι έρχεται πρώτα για να προετοιμάσει το δρόμο για το Γιο του Ανθρώπου, ο οποίος πρέπει να υποφέρει πολλά και τέλος να τον απαρνηθούν. Σας λέγω όμως ότι ο Ηλίας έχει ήδη έρθει, και δεν τον πίστεψαν αλλά του έκαναν ό,τι ήθελαν». Και τότε οι τρεις απόστολοι κατάλαβαν ότι αναφερόταν στον Ιωάννη το Βαπτιστή σαν τον Ηλία. Ο Ιησούς γνώριζε ότι, αν επέμεναν να τον θεωρούν Μεσσία, τότε έπρεπε ο Ιωάννης να είναι ο Ηλίας της προφητείας.   158:2.2 (1754.2) Peter shuddered at the thought of the Master’s dying—it was too disagreeable an idea to entertain—and fearing that James or John might ask some question relative to this statement, he thought best to start up a diverting conversation and, not knowing what else to talk about, gave expression to the first thought coming into his mind, which was: “Master, why is it that the scribes say that Elijah must first come before the Messiah shall appear?” And Jesus, knowing that Peter sought to avoid reference to his death and resurrection, answered: “Elijah indeed comes first to prepare the way for the Son of Man, who must suffer many things and finally be rejected. But I tell you that Elijah has already come, and they received him not but did to him whatsoever they willed.” And then did the three apostles perceive that he referred to John the Baptist as Elijah. Jesus knew that, if they insisted on regarding him as the Messiah, then must John be the Elijah of the prophecy.
158:2.3 (1754.3) Ο Ιησούς επέβαλλε σιωπή για την παρατήρηση μιας πρώτης γεύσης από την δόξα μετά την ανάστασή του , επειδή δεν ήθελε να υποθάλψει τη γνώμη ότι, καθώς τον δέχτηκαν τώρα σαν Μεσσία, θα εκπλήρωνε σε κάποιο βαθμό τα λανθασμένα σχέδιά τους για ένα λυτρωτή που έκανε θαύματα. Αν και ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ζύγιζαν όλα αυτά στο μυαλό τους, δεν είπαν σε κανένα γι αυτό μέχρι την ανάσταση του Κυρίου.   158:2.3 (1754.3) Jesus enjoined silence about their observation of the foretaste of his postresurrection glory because he did not want to foster the notion that, being now received as the Messiah, he would in any degree fulfill their erroneous concepts of a wonder-working deliverer. Although Peter, James, and John pondered all this in their minds, they spoke not of it to any man until after the Master’s resurrection.
158:2.4 (1754.4) Ενώ συνέχιζαν να κατεβαίνουν από το βουνό, τους είπε ο Ιησούς: «Δεν με δέχεστε σαν Γιο του Ανθρώπου, επομένως συγκατένευσα να με δεχτείτε σύμφωνα με την προκαθορισμένη απόφασή σας, αλλά μην απατάσθε, πρέπει να επικρατήσει το θέλημα του Πατέρα μου. Αν λοιπόν διαλέξετε να ακολουθήσετε την προδιάθεση του δικού σας θελήματος, πρέπει να προετοιμαστείτε να υποφέρετε πολλές απογοητεύσεις και να περάσετε πολλές δοκιμασίες, όμως με την εκπαίδευση που σας έχω δώσει θα καταφέρετε να περάσετε θριαμβευτικά μέσα από τις λύπες της δικής σας επιλογής».   158:2.4 (1754.4) As they continued to descend the mountain, Jesus said to them: “You would not receive me as the Son of Man; therefore have I consented to be received in accordance with your settled determination, but, mistake not, the will of my Father must prevail. If you thus choose to follow the inclination of your own wills, you must prepare to suffer many disappointments and experience many trials, but the training which I have given you should suffice to bring you triumphantly through even these sorrows of your own choosing.”
158:2.5 (1754.5) Ο Ιησούς δεν πήρε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη μαζί του στο βουνό της μεταμόρφωσης επειδή ήταν κατά κάποια έννοια καλύτερα προετοιμασμένοι από τους λοιπούς αποστόλους, για να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες του ότι συνέβη, ή επειδή πνευματικά ήταν πιο έτοιμοι να απολαύσουν τέτοιο σπάνιο προνόμιο. Καθόλου. Γνώριζε καλά ότι κανένας από τους δώδεκα δεν ανταποκρινόταν πνευματικά σ’ αυτή την εμπειρία. Επομένως πήρε μαζί του μόνο τους τρεις αποστόλους στους οποίους είχε ανατεθεί να τον ακολουθούν εκείνες τις ώρες όταν επιθυμούσε να είναι μόνος για να απολαμβάνει τη μοναχική επικοινωνία.   158:2.5 (1754.5) Jesus did not take Peter, James, and John with him up to the mount of the transfiguration because they were in any sense better prepared than the other apostles to witness what happened, or because they were spiritually more fit to enjoy such a rare privilege. Not at all. He well knew that none of the twelve were spiritually qualified for this experience; therefore did he take with him only the three apostles who were assigned to accompany him at those times when he desired to be alone to enjoy solitary communion.
3. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ^top   3. Meaning of the Transfiguration ^top
158:3.1 (1755.1) Εκείνο που είδαν σαν αυτόπτες μάρτυρες ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης στο βουνό της μεταμόρφωσης ήταν μια φευγαλέα ματιά μιας ουράνιας πομπής η οποία αποκαλύφθηκε εκείνη την επεισοδιακή ημέρα στο Όρος Ερμών. Η μεταμόρφωση ήταν η ευκαιρία για:   158:3.1 (1755.1) That which Peter, James, and John witnessed on the mount of transfiguration was a fleeting glimpse of a celestial pageant which transpired that eventful day on Mount Hermon. The transfiguration was the occasion of:
158:3.2 (1755.2) 1. Την αποδοχή της εκπλήρωσης της ενσάρκωσης του Μιχαήλ στην Ουράντια από τη Μητέρα-Γιο του Παραδείσου. Όσον αφορά τις απαιτήσεις του Αιώνιου Γιου, ο Ιησούς είχε τώρα λάβει τη βεβαίωση της εκπλήρωσής τους. Και ο Γαβριήλ ήταν αυτός που έφερε την επιβεβαίωση εκείνη στον Ιησού.   158:3.2 (1755.2) 1. The acceptance of the fullness of the bestowal of the incarnated life of Michael on Urantia by the Eternal Mother-Son of Paradise. As far as concerned the requirements of the Eternal Son, Jesus had now received assurance of their fulfillment. And Gabriel brought Jesus that assurance.
158:3.3 (1755.3) 2. Τη μαρτυρία της ικανοποίησης του Απείρου Πνεύματος για την εκπλήρωση της ενσάρκωσης στην Ουράντια μέσα από τη θνητή ύπαρξη. Ο συμπαντικός αντιπρόσωπος του Απείρου Πνεύματος, ο άμεσος συνεταίρος του Μιχαήλ στο Σάλβινγκτον και παντοτινός συνεργάτης του, στην περίπτωση αυτή μίλησε δια μέσου του Πατέρα Μελχισεδέκ.   158:3.3 (1755.3) 2. The testimony of the satisfaction of the Infinite Spirit as to the fullness of the Urantia bestowal in the likeness of mortal flesh. The universe representative of the Infinite Spirit, the immediate associate of Michael on Salvington and his ever-present coworker, on this occasion spoke through the Father Melchizedek.
158:3.4 (1755.4) Ο Ιησούς καλωσόρισε αυτή τη μαρτυρία που αφορούσε την επιτυχία της γήινης αποστολής του, όπως παρουσιάστηκε από τους απεσταλμένους του Αιώνιου Γιου και του Απείρου Πνεύματος, αλλά πρόσεξε ότι ο Πατέρας του δεν υπέδειξε πως η ενσάρκωσή του στην Ουράντια είχε τελειώσει. Μόνο η αόρατη παρουσία του Πατέρα κατέθεσε τη μαρτυρία, μέσω του Προσωπικού Ρυθμιστή του Ιησού, λέγοντας, «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Γιος, δώστε προσοχή σε Αυτόν». Και αυτά ελέχθησαν σε λόγια κατανοητά από τους τρεις αποστόλους.   158:3.4 (1755.4) Jesus welcomed this testimony regarding the success of his earth mission presented by the messengers of the Eternal Son and the Infinite Spirit, but he noted that his Father did not indicate that the Urantia bestowal was finished; only did the unseen presence of the Father bear witness through Jesus’ Personalized Adjuster, saying, “This is my beloved Son; give heed to him.” And this was spoken in words to be heard also by the three apostles.
158:3.5 (1755.5) Μετά την ουράνια αυτή επίσκεψη, ο Ιησούς ζήτησε να μάθει το θέλημα του Πατέρα του και αποφάσισε να ακολουθήσει τη θνητή του ενσάρκωση μέχρι το φυσικό της τέλος. Αυτή ήταν η σημασία της μεταμόρφωσης για τον Ιησού. Για τους τρεις αποστόλους ήταν ένα γεγονός που σηματοδοτούσε την είσοδο του Κυρίου στην τελευταία φάση της γήινης σταδιοδρομίας του σαν Γιος του Θεού και Γιος του Ανθρώπου.   158:3.5 (1755.5) After this celestial visitation Jesus sought to know his Father’s will and decided to pursue the mortal bestowal to its natural end. This was the significance of the transfiguration to Jesus. To the three apostles it was an event marking the entrance of the Master upon the final phase of his earth career as the Son of God and the Son of Man.
158:3.6 (1755.6) Μετά την επίσημη επίσκεψη του Γαβριήλ και του Πατέρα Μελχισεδέκ, ο Ιησούς συγκάλεσε μια ανεπίσημη συνομιλία με αυτούς, τους Γιους της υπηρέτησης, και επικοινώνησε μαζί τους σχετικά με τις υποθέσεις του σύμπαντος.   158:3.6 (1755.6) After the formal visitation of Gabriel and the Father Melchizedek, Jesus held informal converse with these, his Sons of ministry, and communed with them concerning the affairs of the universe.
4. ΤΟ ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΟ ΑΓΟΡΙ ^top   4. The Epileptic Boy ^top
158:4.1 (1755.7) Ήταν λίγο πριν την ώρα του πρωινού γεύματος, την Τρίτη το πρωί, όταν ο Ιησούς και οι σύντροφοί του έφτασαν στην κατασκήνωση των αποστόλων. Καθώς πλησίαζαν, διέκριναν ένα αξιοσημείωτο πλήθος μαζεμένο γύρω από τους αποστόλους και σύντομα άκουσαν τα δυνατά λόγια των συζητήσεων και των αντιλογιών της ομάδας αυτής των πενήντα περίπου ατόμων, που είχαν περιτριγυρίσει τους εννέα αποστόλους καθώς και μια συνάθροιση μοιρασμένη ισοδύναμα, που αποτελείτο από γραμματείς της Ιερουσαλήμ και πιστούς μαθητές, οι οποίοι είχαν ακολουθήσει τα ίχνη του Ιησού και των συντρόφων του καθώς περνούσαν από τη Μαγαδάν.   158:4.1 (1755.7) It was shortly before breakfast time on this Tuesday morning when Jesus and his companions arrived at the apostolic camp. As they drew near, they discerned a considerable crowd gathered around the apostles and soon began to hear the loud words of argument and disputation of this group of about fifty persons, embracing the nine apostles and a gathering equally divided between Jerusalem scribes and believing disciples who had tracked Jesus and his associates in their journey from Magadan.
158:4.2 (1755.8) Αν και το πλήθος είχε καταπιαστεί με πολυάριθμες συζητήσεις, η κύρια αντιπαράθεση ήταν για ένα συγκεκριμένο κάτοικο της Τιβεριάδος που είχε φτάσει την προηγούμενη μέρα αναζητώντας τον Ιησού. Αυτός ο άνδρας, ο Ιάκωβος του Σάφεδ, είχε ένα γιο περίπου δεκατεσσάρων ετών, ένα μοναχοπαίδι, που είχε αρρωστήσει σοβαρά από επιληψία. Επιπροσθέτως σε αυτή την ασθένεια των νεύρων, ο νεαρός βρισκόταν υπό την κατοχή ενός από εκείνα τα περιπλανώμενα, κακόβουλα και επαναστατικά πνεύματα που τότε ήταν παρόντα στη γη ανεξέλεγκτα, έτσι ώστε ο νέος ήταν επιληπτικός και δαιμονισμένος συγχρόνως.   158:4.2 (1755.8) Although the crowd engaged in numerous arguments, the chief controversy was about a certain citizen of Tiberias who had arrived the preceding day in quest of Jesus. This man, James of Safed, had a son about fourteen years old, an only child, who was severely afflicted with epilepsy. In addition to this nervous malady this lad had become possessed by one of those wandering, mischievous, and rebellious midwayers who were then present on earth and uncontrolled, so that the youth was both epileptic and demon-possessed.
158:4.3 (1755.9) Σχεδόν για δυο εβδομάδες ο ανήσυχος πατέρας, ένας κατώτερος αξιωματικός του Ηρώδη Αντύπα, περιπλανιόταν στα δυτικά σύνορα της επικράτειας του Φιλίππου αναζητώντας τον Ιησού με σκοπό να τον ικετέψει για να θεραπεύσει τον άρρωστο αυτό γιο. Και δεν πρόφτασε την ομάδα των αποστόλων παρά το μεσημέρι της μέρας που ο Ιησούς ανέβηκε στο βουνό με τους τρεις αποστόλους.   158:4.3 (1755.9) For almost two weeks this anxious father, a minor official of Herod Antipas, had wandered about through the western borders of Philip’s domains, seeking Jesus that he might entreat him to cure this afflicted son. And he did not catch up with the apostolic party until about noon of this day when Jesus was up on the mountain with the three apostles.
158:4.4 (1756.1) Οι εννέα απόστολοι ξαφνιάστηκαν πολύ και ενοχλήθηκαν σημαντικά όταν αυτός ο άνδρας, ακολουθούμενος από σχεδόν σαράντα άλλα άτομα που έψαχναν τον Ιησού, ήρθαν προς αυτούς αναπάντεχα. Την ώρα της άφιξης της ομάδας αυτής, οι εννέα απόστολοι, τουλάχιστον η πλειονότητα, είχαν παραδοθεί στο παλιό τους δέλεαρ – εκείνο του ποιος θα ήταν ο μέγιστος στην ερχόμενη βασιλεία. Συζητούσαν πολυάσχολα, για τις πιθανές θέσεις που θα ανατίθεντο ξεχωριστά στους αποστόλους. Γιατί απλά δεν μπορούσαν να απελευθερωθούν πλήρως από, την αγαπημένη τους από παλιά, ιδέα της υλιστικής αποστολής του Μεσσία. Και τώρα που και ο ίδιος ο Ιησούς είχε δεχτεί την ομολογία τους ότι ήταν πράγματι ο Λυτρωτής – τουλάχιστον είχε παραδεχτεί το γεγονός της θεϊκότητάς του – τι ποιο φυσικό από αυτό, κατά τη διάρκεια του χωρισμού τους από τον Κύριο, να πέσουν με τα μούτρα στις συζητήσεις για τις ελπίδες εκείνες και τις φιλοδοξίες που είχαν πρώτιστη θέση στις καρδιές τους. Και είχαν καταπιαστεί με αυτές τις κουβέντες όταν ο Ιάκωβος του Σάφεδ και οι φίλοι του αναζητητές του Ιησού ερχόντουσαν προς αυτούς.   158:4.4 (1756.1) The nine apostles were much surprised and considerably perturbed when this man, accompanied by almost forty other persons who were looking for Jesus, suddenly came upon them. At the time of the arrival of this group the nine apostles, at least the majority of them, had succumbed to their old temptation—that of discussing who should be greatest in the coming kingdom; they were busily arguing about the probable positions which would be assigned the individual apostles. They simply could not free themselves entirely from the long-cherished idea of the material mission of the Messiah. And now that Jesus himself had accepted their confession that he was indeed the Deliverer—at least he had admitted the fact of his divinity—what was more natural than that, during this period of separation from the Master, they should fall to talking about those hopes and ambitions which were uppermost in their hearts. And they were engaged in these discussions when James of Safed and his fellow seekers after Jesus came upon them.
158:4.5 (1756.2) Ο Ανδρέας προχώρησε να χαιρετίσει τον πατέρα και το γιο λέγοντας, «Ποιον ζητάτε;». Είπε ο Ιάκωβος: «Καλέ μου άνθρωπε, γυρεύω τον Κύριό σου. Ζητάω τη θεραπεία για το άρρωστο παιδί μου. Ο Ιησούς θα έδιωχνε το δαίμονα που κατέχει το παιδί μου». Και κατόπιν ο πατέρας συνέχισε να αφηγείται στους αποστόλους πως ο γιος του ήταν τόσο άρρωστος ώστε πολλές φορές είχε χάσει σχεδόν τη ζωή του σαν αποτέλεσμα αυτών των κακόβουλων καταλήψεων.   158:4.5 (1756.2) Andrew stepped up to greet this father and his son, saying, “Whom do you seek?” Said James: “My good man, I search for your Master. I seek healing for my afflicted son. I would have Jesus cast out this devil that possesses my child.” And then the father proceeded to relate to the apostles how his son was so afflicted that he had many times almost lost his life as a result of these malignant seizures.
158:4.6 (1756.3) Καθώς οι απόστολοι άκουγαν, ο Σίμων ο Ζηλωτής και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης προχώρησαν προς τον πατέρα, λέγοντες: «Μπορούμε να τον κάνουμε καλά. Δεν χρειάζεται να περιμένεις για την επιστροφή του Ιησού. Είμαστε πρεσβευτές της βασιλείας, δεν κρατάμε μυστικά αυτά τα πράγματα πλέον. Ο Ιησούς είναι ο Λυτρωτής και τα κλειδιά της βασιλείας έχουν δοθεί σε μας». Εκείνη την ώρα ο Ανδρέας και ο Θωμάς συσκέπτονταν σε μιαν άκρη. Ο Ναθαναήλ και οι άλλοι παρατηρούσαν με κατάπληξη. Ήταν όλοι σοκαρισμένοι από την ξαφνική τόλμη, αν όχι θρασύτητα, του Σίμωνα και του Ιούδα. Τότε είπε ο πατέρας: «Αν σας έχει επιτραπεί να κάνετε αυτές τις πράξεις, σας παρακαλώ να προφέρετε εκείνα τα λόγια που θα λυτρώσουν το παιδί μου από αυτά τα δεσμά». Τότε ο Σίμων προχώρησε μπροστά και, βάζοντας το χέρι του στο κεφάλι του παιδιού, κοίταξε κατευθείαν τα μάτια του και πρόσταξε: «Βγες έξω από αυτόν, ακάθαρτο πνεύμα, στο όνομα του Ιησού υπάκουσέ με». Αλλά ο νεαρός ταράχτηκε μόνο βίαια, ενώ οι γραμματείς περιέπαιζαν τους αποστόλους κοροϊδευτικά, και οι απογοητευμένοι πιστοί υπέφεραν από τη γελοιοποίηση αυτής της εχθρικής κριτικής.   158:4.6 (1756.3) As the apostles listened, Simon Zelotes and Judas Iscariot stepped into the presence of the father, saying: “We can heal him; you need not wait for the Master’s return. We are ambassadors of the kingdom; no longer do we hold these things in secret. Jesus is the Deliverer, and the keys of the kingdom have been delivered to us.” By this time Andrew and Thomas were in consultation at one side. Nathaniel and the others looked on in amazement; they were all aghast at the sudden boldness, if not presumption, of Simon and Judas. Then said the father: “If it has been given you to do these works, I pray that you will speak those words which will deliver my child from this bondage.” Then Simon stepped forward and, placing his hand on the head of the child, looked directly into his eyes and commanded: “Come out of him, you unclean spirit; in the name of Jesus obey me.” But the lad had only a more violent fit, while the scribes mocked the apostles in derision, and the disappointed believers suffered the taunts of these unfriendly critics.
158:4.7 (1756.4) Ο Ανδρέας πικράθηκε βαθιά από αυτή την ασύνετη προσπάθεια και τη ζοφερή αποτυχία της. Κάλεσε τους αποστόλους κατά μέρος για σύσκεψη και προσευχή. Μετά την ώρα του διαλογισμού, αισθανόμενος έντονα το κέντρισμα από την αποτυχία τους και συναισθανόμενος τον εξευτελισμό που έπεσε πάνω σε όλους, ο Ανδρέας προσπάθησε με μια δεύτερη προσπάθεια να εκδιώξει το δαιμόνιο, αλλά η αποτυχία έστεψε τις προσπάθειές του. Ο Ανδρέας ομολόγησε με ειλικρίνεια την ήττα και παρακάλεσε τον πατέρα να παραμείνει μαζί τους τη νύχτα ή μέχρι την επιστροφή του Ιησού, λέγοντας: «Ίσως αυτό το είδος δεν βγαίνει παρά μόνο με την προσωπική προσταγή του Κυρίου».   158:4.7 (1756.4) Andrew was deeply chagrined at this ill-advised effort and its dismal failure. He called the apostles aside for conference and prayer. After this season of meditation, feeling keenly the sting of their defeat and sensing the humiliation resting upon all of them, Andrew sought, in a second attempt, to cast out the demon, but only failure crowned his efforts. Andrew frankly confessed defeat and requested the father to remain with them overnight or until Jesus’ return, saying: “Perhaps this sort goes not out except by the Master’s personal command.”
158:4.8 (1756.5) Και έτσι, ενώ ο Ιησούς κατέβαινε από το βουνό με τους εκστατικούς και πλούσιους σε εντυπώσεις Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, οι εννέα τους αδελφοί παρέμεναν το ίδιο άγρυπνοι από τη σύγχυση και τον αποκαρδιωτικό εξευτελισμό τους. Αποτελούσαν μια αποθαρρυμένη και τιμωρημένη ομάδα. Ο Ιάκωβος όμως του Σάφεδ δεν το έβαζε κάτω. Αν και δεν μπορούσαν να τον πληροφορήσουν για το πότε ο Ιησούς θα επέστρεφε, αποφάσισε να μείνει μέχρι την επιστροφή του Κυρίου.   158:4.8 (1756.5) And so, while Jesus was descending the mountain with the exuberant and ecstatic Peter, James, and John, their nine brethren likewise were sleepless in their confusion and downcast humiliation. They were a dejected and chastened group. But James of Safed would not give up. Although they could give him no idea as to when Jesus might return, he decided to stay on until the Master came back.
5. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΤΟ ΑΓΟΡΙ ^top   5. Jesus Heals the Boy ^top
158:5.1 (1757.1) Καθώς πλησίαζε ο Ιησούς, οι εννέα απόστολοι ανακουφίστηκαν πολύ καλωσορίζοντάς τον και πήραν μεγάλο κουράγιο παρατηρώντας την καλή διάθεση και τον ασυνήθιστο ενθουσιασμό που έδειχναν οι εκφράσεις του Πέτρου, του Ιάκωβου και του Ιωάννη. Έτρεξαν όλοι να χαιρετίσουν τον Ιησού και τα τρία αδέλφια τους. Καθώς αντάλλασσαν χαιρετισμούς, το πλήθος πλησίασε και ο Ιησούς ρώτησε: «Τι συζητούσατε καθώς πλησιάζαμε;». Αλλά πριν προλάβουν οι συγχυσμένοι και ταπεινωμένοι απόστολοι να απαντήσουν στην ερώτηση του Κυρίου, ο ανυπόμονος πατέρας του άρρωστου νεαρού προχώρησε μπροστά και γονατίζοντας στα πόδια του Ιησού, είπε: «Κύριε, έχω ένα παιδί, ένα μοναχοπαίδι, που κατέχεται από ένα πονηρό πνεύμα. Όχι μόνο ξεφωνίζει με τρόμο, βγάζει αφρούς από το στόμα του και πέφτει σαν νεκρός την ώρα της κατάληψης, αλλά συχνά το πονηρό πνεύμα που τον κατέχει τον ταράσσει με σπασμούς και μερικές φορές τον κάνει να πέφτει στο νερό ακόμα και στη φωτιά. Τρίζοντας τα δόντια του και μετά από μώλωπες, το παιδί μου πέφτει εξαντλημένο. Η ζωή του είναι χειρότερη από θάνατο. Η μητέρα του και εγώ είμαστε με θλιμμένη την καρδιά και σπαραγμένο το πνεύμα. Χθες κατά το μεσημέρι, αναζητώντας Σε, πρόφτασα τους μαθητές σου και ενώ περιμέναμε, οι απόστολοί σου προσπάθησαν να εκδιώξουν το δαίμονα αυτό, αλλά δεν μπόρεσαν να το κάνουν. Και τώρα, Κύριε, θα το κάνεις εσύ για μας, θα γιατρέψεις το γιο μου;».   158:5.1 (1757.1) As Jesus drew near, the nine apostles were more than relieved to welcome him, and they were greatly encouraged to behold the good cheer and unusual enthusiasm which marked the countenances of Peter, James, and John. They all rushed forward to greet Jesus and their three brethren. As they exchanged greetings, the crowd came up, and Jesus asked, “What were you disputing about as we drew near?” But before the disconcerted and humiliated apostles could reply to the Master’s question, the anxious father of the afflicted lad stepped forward and, kneeling at Jesus’ feet, said: “Master, I have a son, an only child, who is possessed by an evil spirit. Not only does he cry out in terror, foam at the mouth, and fall like a dead person at the time of seizure, but oftentimes this evil spirit which possesses him rends him in convulsions and sometimes has cast him into the water and even into the fire. With much grinding of teeth and as a result of many bruises, my child wastes away. His life is worse than death; his mother and I are of a sad heart and a broken spirit. About noon yesterday, seeking for you, I caught up with your disciples, and while we were waiting, your apostles sought to cast out this demon, but they could not do it. And now, Master, will you do this for us, will you heal my son?”
158:5.2 (1757.2) Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτή την αφήγηση, ακούμπησε το γονατισμένο πατέρα και τον πρόσταξε να σηκωθεί ενώ έριξε ένα ερευνητικό βλέμμα στους αποστόλους που ήταν κοντά. Μετά είπε ο Ιησούς σε όλους εκείνους που στέκονταν μπροστά του: «Ω άπιστη και διεστραμμένη γενιά, για πόσο ακόμη θα σας υποφέρω; Πόσο διάστημα θα είμαι μαζί σας; Πόσο θα κάνετε να μάθετε ότι τα έργα της πίστης δεν προέρχονται από το πρόσταγμα των αμφίβολων πίστεων;». Και ύστερα, δείχνοντας το σαστισμένο πατέρα, ο Ιησούς είπε: «Φέρε εδώ πέρα το παιδί σου». Και όταν ο Ιάκωβος έφερε το νεαρό μπροστά στον Ιησού, ρώτησε: «Για πόσο διάστημα είναι άρρωστο το παιδί;». Ο πατέρας απάντησε: «Από τότε που ήταν πολύ μικρό παιδί». Και καθώς μιλούσαν, ο νεαρός προσβλήθηκε βίαια και έπεσε στο μέσον τους, τρίζοντας τα δόντια και βγάζοντας αφρούς από το στόμα του. Μετά από διαδοχικούς σπασμούς έπεσε μπροστά τους σαν πεθαμένος. Και πάλι ο πατέρας γονάτισε στα πόδια του Ιησού ενώ εκλιπαρούσε τον Κύριο, λέγοντας: «Αν μπορείς να τον θεραπεύσεις, σε ικετεύω να μας συμπονέσεις και να μας ελευθερώσεις από αυτή την αρρώστια». Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτά τα λόγια, κοίταξε κάτω το πρόσωπο του πατέρα που αγωνιούσε και είπε: «Μην αμφιβάλεις για τη δύναμη της αγάπης του Πατέρα μου, παρά μόνο για την ειλικρίνεια και την έκταση της πίστης σου. Όλα είναι δυνατά σ’ αυτόν που πιστεύει». Και ύστερα ο Ιάκωβος του Σάφεδ είπε τα λόγια, που αξίζει να θυμόμαστε, ανακατεμένης πίστης και αμφιβολίας, «Κύριε, πιστεύω. Προσεύχομαι να βοηθήσεις την απιστία μου».   158:5.2 (1757.2) When Jesus had listened to this recital, he touched the kneeling father and bade him rise while he gave the near-by apostles a searching survey. Then said Jesus to all those who stood before him: “O faithless and perverse generation, how long shall I bear with you? How long shall I be with you? How long ere you learn that the works of faith come not forth at the bidding of doubting unbelief?” And then, pointing to the bewildered father, Jesus said, “Bring hither your son.” And when James had brought the lad before Jesus, he asked, “How long has the boy been afflicted in this way?” The father answered, “Since he was a very young child.” And as they talked, the youth was seized with a violent attack and fell in their midst, gnashing his teeth and foaming at the mouth. After a succession of violent convulsions he lay there before them as one dead. Now did the father again kneel at Jesus’ feet while he implored the Master, saying: “If you can cure him, I beseech you to have compassion on us and deliver us from this affliction.” And when Jesus heard these words, he looked down into the father’s anxious face, saying: “Question not my Father’s power of love, only the sincerity and reach of your faith. All things are possible to him who really believes.” And then James of Safed spoke those long-to-be-remembered words of commingled faith and doubt, “Lord, I believe. I pray you help my unbelief.”
158:5.3 (1757.3) Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτά τα λόγια, προχώρησε και πιάνοντας το νεαρό αγόρι από το χέρι, είπε: «Θα το κάνω σε συνδυασμό με το θέλημα του Πατέρα μου και προς τιμή της ζώσας πίστης. Σήκω γιε μου! Βγες έξω από αυτόν, ανυπάκουο πνεύμα και μην επιστρέψεις σ’ αυτόν». Και βάζοντας το χέρι του νεαρού στο χέρι του πατέρα, είπε ο Ιησούς: «Πήγαινε. Ο Πατέρας σού δώρισε την επιθυμία της ψυχής σου». Και όλοι όσοι ήσαν παρόντες, ακόμα και οι εχθροί του Ιησού, εξεπλάγησαν με όσα είδαν.   158:5.3 (1757.3) When Jesus heard these words, he stepped forward and, taking the lad by the hand, said: “I will do this in accordance with my Father’s will and in honor of living faith. My son, arise! Come out of him, disobedient spirit, and go not back into him.” And placing the hand of the lad in the hand of the father, Jesus said: “Go your way. The Father has granted the desire of your soul.” And all who were present, even the enemies of Jesus, were astonished at what they saw.
158:5.4 (1757.4) Ήταν όντως μια απογοήτευση για τους τρεις αποστόλους, που είχαν τόσο πρόσφατα απολαύσει την πνευματική έκσταση του θεάματος και του βιώματος της μεταμόρφωσης, να γυρίσουν τόσο γρήγορα σ’ αυτό το θέαμα της ήττας και της ματαίωσης των σχεδίων των συντρόφων τους αποστόλων. Αλλά πάντα έτσι ήταν με τους δώδεκα πρεσβευτές της βασιλείας. Δεν σταμάτησαν ποτέ να εναλλάσσονται μεταξύ της ανύψωσης και της ταπείνωσης στις εμπειρίες της ζωής τους.   158:5.4 (1757.4) It was indeed a disillusionment for the three apostles who had so recently enjoyed the spiritual ecstasy of the scenes and experiences of the transfiguration, so soon to return to this scene of the defeat and discomfiture of their fellow apostles. But it was ever so with these twelve ambassadors of the kingdom. They never failed to alternate between exaltation and humiliation in their life experiences.
158:5.5 (1758.1) Αυτή ήταν η πραγματική θεραπεία μιας διπλής αρρώστιας, μιας φυσικής και μιας πνευματικής ασθένειας. Και ο νεαρός θεραπεύτηκε μόνιμα από εκείνη την ώρα. Όταν ο Ιάκωβος αναχώρησε με τον αποθεραπευμένο γιο του, είπε ο Ιησούς: «Τώρα θα πάμε στην Καισάρεια του Φιλίππου. Ετοιμαστείτε αμέσως». Και ήταν μια ήσυχη ομάδα καθώς πορεύονταν νότια ενώ το πλήθος ακολουθούσε από πίσω.   158:5.5 (1758.1) This was a true healing of a double affliction, a physical ailment and a spirit malady. And the lad was permanently cured from that hour. When James had departed with his restored son, Jesus said: “We go now to Caesarea-Philippi; make ready at once.” And they were a quiet group as they journeyed southward while the crowd followed on behind.
6. ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΟΥ ΚΕΛΣΟΥ ^top   6. In Celsus’ Garden ^top
158:6.1 (1758.2) Έμειναν στου Κέλσου όλη τη νύχτα, και το βράδυ εκείνο στον κήπο, αφού έφαγαν και αναπαύθηκαν, οι δώδεκα μαζεύτηκαν γύρω από τον Ιησού και ο Θωμάς είπε: «Κύριε, αφού εμείς που σταθήκαμε πίσω παραμένουμε αδαείς για όσα συνέβησαν ψηλά στο βουνό, και για τα οποία χάρηκαν τόσο πολύ οι αδελφοί μας που ήταν μαζί σου, εκλιπαρούμε να μας μιλήσεις σχετικά με την αποτυχία μας και να μας εκπαιδεύσεις σε αυτά τα θέματα, κατανοώντας ότι εκείνα τα πράγματα που συνέβησαν στο βουνό δεν μπορούν να αποκαλυφθούν αυτή την ώρα».   158:6.1 (1758.2) They remained overnight with Celsus, and that evening in the garden, after they had eaten and rested, the twelve gathered about Jesus, and Thomas said: “Master, while we who tarried behind still remain ignorant of what transpired up on the mountain, and which so greatly cheered our brethren who were with you, we crave to have you talk with us concerning our defeat and instruct us in these matters, seeing that those things which happened on the mountain cannot be disclosed at this time.”
158:6.2 (1758.3) Και ο Ιησούς απάντησε στο Θωμά, λέγοντας: «Όλα όσα άκουσαν οι αδελφοί σου στο βουνό θα αποκαλυφθούν σε σας την κατάλληλη εποχή. Αλλά τώρα θα σας δείξω την αιτία της αποτυχίας σας και εκείνο που τόσο ανόητα προσπαθήσατε να κάνετε. Ενόσω ο Κύριός σας και οι σύντροφοί του, οι αδελφοί σας, ανέβαιναν το βουνό εκεί πέρα εχθές, αναζητώντας μια ευρύτερη γνώση του θελήματος του Πατέρα, και να παρακαλέσουν για μια πλουσιότερη δωρεά σοφίας ώστε να κάνουν αποτελεσματικά αυτό το θεϊκό θέλημα, εσείς που παραμείνατε σε επαγρύπνηση εδώ με τις εντολές να αγωνισθείτε για την απόκτηση πνευματικής ενόρασης και να προσευχηθείτε μαζί μας για μια πληρέστερη αποκάλυψη του θελήματος του Πατέρα, δεν καταφέρατε να ασκηθείτε στην πίστη με την εντολή που είχατε, αλλά, αντίθετα, ενδώσατε στον πειρασμό και ασχοληθήκατε με τις παλιές σας πονηρές συνήθειες, αναζητώντας για τους εαυτούς σας τις προτιμητέες θέσεις της βασιλείας των ουρανών – του υλιστικού και γήινου βασιλείου στο οποίο συνεχίζετε να συγκεντρώνετε τη σκέψη σας. Και προσκολλάστε γερά σε αυτά τα λανθασμένα σχέδια παρόλη την επαναλαμβανόμενη δήλωσή μου ότι η βασιλεία μου δεν του κόσμου τούτου.   158:6.2 (1758.3) And Jesus answered Thomas, saying: “Everything which your brethren heard on the mountain shall be revealed to you in due season. But I will now show you the cause of your defeat in that which you so unwisely attempted. While your Master and his companions, your brethren, ascended yonder mountain yesterday to seek for a larger knowledge of the Father’s will and to ask for a richer endowment of wisdom effectively to do that divine will, you who remained on watch here with instructions to strive to acquire the mind of spiritual insight and to pray with us for a fuller revelation of the Father’s will, failed to exercise the faith at your command but, instead, yielded to the temptation and fell into your old evil tendencies to seek for yourselves preferred places in the kingdom of heaven—the material and temporal kingdom which you persist in contemplating. And you cling to these erroneous concepts in spite of the reiterated declaration that my kingdom is not of this world.
158:6.3 (1758.4) Δεν πρόλαβε η πίστη σας να κατανοήσει την ταυτότητα του Γιου του Ανθρώπου και ο εγωιστικός πόθος σας για κοσμική προαγωγή έρπει πάλι πάνω σας και πέφτετε με τα μούτρα στις συζητήσεις μεταξύ σας για το ποιος θα είναι ο μέγιστος στη βασιλεία των ουρανών, μια βασιλεία η οποία, με τον τρόπο που την σκέπτεσθε δεν υπάρχει, ούτε θα υπάρξει ποτέ. Δεν σας έχω πει ότι όποιος θέλει να είναι ο μέγιστος στη βασιλεία της πνευματικής αδελφότητας του Πατέρα μου πρέπει να γίνει ελάχιστος στα ίδια του τα μάτια και έτσι να γίνει ο υπηρέτης των αδελφών του; Η πνευματική μεγαλοσύνη συνίσταται στην γεμάτη αγάπη κατανόηση ότι είναι όμοιος με το Θεό και όχι στην απόλαυση της άσκησης της υλιστικής δύναμης για την ανύψωση του εαυτού. Σε ό,τι προσπαθήσατε, στο οποίο τόσο ολοκληρωτικά αποτύχατε, ο σκοπός σας δεν ήταν καθαρός. Το κίνητρό σας δεν ήταν θεϊκό. Το ιδανικό σας δεν ήταν πνευματικό. Η φιλοδοξία σας δεν ήταν αλτρουιστική. Η διαδικασία δεν βασιζόταν στην αγάπη και ο σκοπός του επιτεύγματος δεν ήταν το θέλημα του ουράνιου Πατέρα.   158:6.3 (1758.4) “No sooner does your faith grasp the identity of the Son of Man than your selfish desire for worldly preferment creeps back upon you, and you fall to discussing among yourselves as to who should be greatest in the kingdom of heaven, a kingdom which, as you persist in conceiving it, does not exist, nor ever shall. Have not I told you that he who would be greatest in the kingdom of my Father’s spiritual brotherhood must become little in his own eyes and thus become the server of his brethren? Spiritual greatness consists in an understanding love that is Godlike and not in an enjoyment of the exercise of material power for the exaltation of self. In what you attempted, in which you so completely failed, your purpose was not pure. Your motive was not divine. Your ideal was not spiritual. Your ambition was not altruistic. Your procedure was not based on love, and your goal of attainment was not the will of the Father in heaven.
158:6.4 (1758.5) Πόσο καιρό θα σας πάρει για να μάθετε ότι δεν μπορείτε να συντομεύσετε το χρόνο της πορείας των φυσικών φαινομένων, εκτός και αν τέτοιου είδους πράγματα είναι σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα; Ούτε μπορείτε να εκτελέσετε πνευματική εργασία με την απουσία πνευματικής δύναμης. Και δεν μπορείτε να κάνετε ούτε αυτά, ακόμα και αν η δυναμική τους είναι παρούσα, χωρίς την ύπαρξη εκείνου του τρίτου και ουσιαστικού ανθρώπινου παράγοντα, την προσωπική εμπειρία της κατοχής ζωντανής πίστης. Πρέπει να έχετε πάντοτε υλιστικές αποδείξεις σαν ατραξιόν για τις πνευματικές αλήθειες της βασιλείας; Δεν μπορείτε να καταλάβετε την πνευματική σημασία της αποστολής μου χωρίς την ορατή απόδειξη των ασυνήθιστων εργασιών; Πότε θα αποκτήσετε εμπιστοσύνη για να προσχωρήσετε στις ανώτερες πνευματικές αλήθειες της βασιλείας ανεξάρτητα από την εξωτερική εμφάνιση των υλιστικών εκδηλώσεων;».   158:6.4 (1758.5) “How long will it take you to learn that you cannot time-shorten the course of established natural phenomena except when such things are in accordance with the Father’s will? nor can you do spiritual work in the absence of spiritual power. And you can do neither of these, even when their potential is present, without the existence of that third and essential human factor, the personal experience of the possession of living faith. Must you always have material manifestations as an attraction for the spiritual realities of the kingdom? Can you not grasp the spirit significance of my mission without the visible exhibition of unusual works? When can you be depended upon to adhere to the higher and spiritual realities of the kingdom regardless of the outward appearance of all material manifestations?”
158:6.5 (1759.1) Αφού ο Ιησούς μίλησε έτσι στους δώδεκα, πρόσθεσε μετά: «Και τώρα πηγαίνετε να αναπαυθείτε, γιατί αύριο θα επιστρέψουμε στη Μαγαδάν και εκεί θα συσκεφθούμε σχετικά με την αποστολή μας στις πόλεις και τα χωριά της Δεκάπολης. Και σαν επίλογο στην εμπειρία αυτής της μέρας, θα αναφέρω στον καθένα σας εκείνα που είπα στους αδελφούς σας στο βουνό, και είθε αυτά τα λόγια να βρούνε βαθύ κατάλυμα στις καρδιές σας: O Γιος του Ανθρώπου εισέρχεται τώρα στην τελευταία φάση της ενσάρκωσης. Είμαστε σχεδόν έτοιμοι να ξεκινήσουμε εκείνες τις εργασίες που θα μας οδηγήσουν ταχέως στη μεγάλη και τελική δοκιμασία της πίστης σας και της αφοσίωσής σας όταν θα παραδοθώ στα χέρια των ανθρώπων που ζητούν την καταστροφή μου. Και να θυμάστε αυτό που σας λέγω: «Ο Γιος του Ανθρώπου θα θανατωθεί, αλλά πάλι θα αναστηθεί».   158:6.5 (1759.1) When Jesus had thus spoken to the twelve, he added: “And now go to your rest, for on the morrow we return to Magadan and there take counsel concerning our mission to the cities and villages of the Decapolis. And in the conclusion of this day’s experience, let me declare to each of you that which I spoke to your brethren on the mountain, and let these words find a deep lodgment in your hearts: The Son of Man now enters upon the last phase of the bestowal. We are about to begin those labors which shall presently lead to the great and final testing of your faith and devotion when I shall be delivered into the hands of the men who seek my destruction. And remember what I am saying to you: The Son of Man will be put to death, but he shall rise again.”
158:6.6 (1759.2) Αποσύρθηκαν για τη νύχτα, θλιμμένοι. Είχαν μπερδευτεί. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν αυτά τα λόγια. Και ενώ φοβόντουσαν να ρωτήσουν κάτι σχετικά με όσα είχε πει, τα ξαναθυμήθηκαν όλα αυτά μετά την ανάστασή του.   158:6.6 (1759.2) They retired for the night, sorrowful. They were bewildered; they could not comprehend these words. And while they were afraid to ask aught concerning what he had said, they did recall all of it subsequent to his resurrection.
7. Η ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ^top   7. Peter’s Protest ^top
158:7.1 (1759.3) Νωρίς το πρωί της Τετάρτης ο Ιησούς και οι δώδεκα αναχώρησαν από την Καισάρεια Φιλίππου για τον Κήπο Μαγαδάν κοντά στη Βηθσαϊδά-Ιουλία. Οι απόστολοι είχαν κοιμηθεί ελάχιστα εκείνο το βράδυ, έτσι σηκώθηκαν νωρίς και ετοιμάστηκαν να φύγουν. Ακόμα και οι αναίσθητοι δίδυμοι Αλφαίοι είχαν σοκαριστεί από αυτή την κουβέντα για το θάνατο του Ιησού. Καθώς πορεύονταν νότια, ακριβώς πάνω από τις Πηγές της Μερών, συνάντησαν το δρόμο της Δαμασκού, και θέλοντας να αποφύγουν τους γραμματείς και άλλους που ο Ιησούς ήξερε ότι θα ερχόντουσαν γρήγορα μαζί τους, πρόσταξε να συνεχίσουν για την Καπερναούμ από το δρόμο της Δαμασκού ο οποίος διασχίζει τη Γαλιλαία. Και το έκανε γιατί γνώριζε ότι εκείνοι που ακολουθούσαν πίσω του θα συνέχιζαν προς τα κάτω από το δρόμο του ανατολικού Ιορδάνη μια και λογάριαζαν ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι θα φοβόντουσαν να διασχίσουν το έδαφος του Ηρώδη Αντύπα. Ο Ιησούς ήθελε να αποφύγει τις κριτικές τους και το πλήθος που τον ακολουθούσε για να μείνει μόνος με τους αποστόλους του την ημέρα εκείνη.   158:7.1 (1759.3) Early this Wednesday morning Jesus and the twelve departed from Caesarea-Philippi for Magadan Park near Bethsaida-Julias. The apostles had slept very little that night, so they were up early and ready to go. Even the stolid Alpheus twins had been shocked by this talk about the death of Jesus. As they journeyed south, just beyond the Waters of Merom they came to the Damascus road, and desiring to avoid the scribes and others whom Jesus knew would presently be coming along after them, he directed that they go on to Capernaum by the Damascus road which passes through Galilee. And he did this because he knew that those who followed after him would go on down over the east Jordan road since they reckoned that Jesus and the apostles would fear to pass through the territory of Herod Antipas. Jesus sought to elude his critics and the crowd which followed him that he might be alone with his apostles this day.
158:7.2 (1759.4) Συνέχισαν το ταξίδι τους μέσα από τη Γαλιλαία μέχρι που πέρασε για τα καλά η ώρα του μεσημεριανού τους φαγητού, όταν σταμάτησαν στη σκιά για να δροσιστούν. Και αφού τελείωσαν το φαγητό, ο Ανδρέας, μιλώντας στον Ιησού, είπε: «Κύριε, οι αδελφοί μου δεν κατανοούν το βάθος των λόγων σου. Είχαμε φτάσει να πιστέψουμε τελείως ότι είσαι ο Γιος του Θεού και τώρα ακούμε αυτά τα παράξενα λόγια ότι θα μας αφήσεις, ότι θα πεθάνεις. Δεν καταλαβαίνουμε τη διδασκαλία σου. Μήπως μας μιλάς με παραβολές; Σε παρακαλούμε να μας μιλήσεις με άμεσο και ξεκάθαρο τρόπο».   158:7.2 (1759.4) They traveled on through Galilee until well past the time for their lunch, when they stopped in the shade to refresh themselves. And after they had partaken of food, Andrew, speaking to Jesus, said: “Master, my brethren do not comprehend your deep sayings. We have come fully to believe that you are the Son of God, and now we hear these strange words about leaving us, about dying. We do not understand your teaching. Are you speaking to us in parables? We pray you to speak to us directly and in undisguised form.”
158:7.3 (1759.5) Σε απάντηση του Ανδρέα, ο Ιησούς είπε: «Αδελφοί μου, είναι επειδή ομολογήσατε ότι είμαι ο Γιος του Θεού που δεσμεύτηκα να αρχίσω να ξεδιπλώνω την αλήθεια για το τέλος της ενσάρκωσης του Γιου του Ανθρώπου στη γη. Επιμένετε να είστε προσκολλημένοι στην πίστη ότι είμαι ο Μεσσίας και δεν εγκαταλείπετε την ιδέα ότι ο Μεσσίας πρέπει να καθίσει στο θρόνο της Ιερουσαλήμ. Επομένως κι εγώ επιμένω λέγοντάς σας ότι ο Γιος του Ανθρώπου πρέπει να μεταβεί χωρίς καθυστέρηση στην Ιερουσαλήμ, να υποφέρει πολύ, να τον απαρνηθούν οι γραμματείς, οι γεροντότεροι και οι αρχιερείς και μετά όλα αυτά να σκοτωθεί και να αναστηθεί από τους νεκρούς. Και δεν σας μιλάω με παραβολή. Σας μιλάω την αλήθεια ώστε να προετοιμαστείτε για τα γεγονότα αυτά όταν θα έρθουν ξαφνικά πάνω μας». Και ενόσω μιλούσε ακόμα, ο Σίμων Πέτρος, όρμηξε με δύναμη προς αυτόν, ακούμπησε το χέρι του πάνω στον ώμο του Κυρίου και είπε: «Κύριε, μακάρι να μην διαφωνούσα μαζί σου, αλλά δηλώνω ότι αυτά τα πράγματα δεν θα συμβούν ποτέ σε σένα».   158:7.3 (1759.5) In answer to Andrew, Jesus said: “My brethren, it is because you have confessed that I am the Son of God that I am constrained to begin to unfold to you the truth about the end of the bestowal of the Son of Man on earth. You insist on clinging to the belief that I am the Messiah, and you will not abandon the idea that the Messiah must sit upon a throne in Jerusalem; wherefore do I persist in telling you that the Son of Man must presently go to Jerusalem, suffer many things, be rejected by the scribes, the elders, and the chief priests, and after all this be killed and raised from the dead. And I speak not a parable to you; I speak the truth to you that you may be prepared for these events when they suddenly come upon us.” And while he was yet speaking, Simon Peter, rushing impetuously toward him, laid his hand upon the Master’s shoulder and said: “Master, be it far from us to contend with you, but I declare that these things shall never happen to you.”
158:7.4 (1760.1) Ο Πέτρος μίλησε έτσι επειδή αγαπούσε τον Ιησού, αλλά η ανθρώπινη φύση του Κυρίου αναγνώρισε σ’ αυτά τα λόγια της καλοπροαίρετης αγάπης, την επιδέξια πρόταση του πειρασμού ώστε να μεταβάλλει την τακτική του να φτάσει μέχρι το τέλος τη γήινη ενσάρκωσή του σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα του στον Παράδεισο. Και επειδή αντιλήφθηκε τον κίνδυνο να επιτρέψει στις προτάσεις ακόμα και του πιο αγαπητού και πιστού του φίλου να τον μεταπείσουν, στράφηκε προς τον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους λέγοντας: «Πηγαίνετε πίσω μου. Γεύεστε το πνεύμα του αντιπάλου, του πειρασμού. Όταν μιλάτε με αυτό τον τρόπο, δεν είστε στο πλευρό μου, αλλά μάλλον στο πλευρό του εχθρού μας. Με αυτό τον τρόπο κάνετε την αγάπη σας για μένα ένα σφαλερό εμπόδιο στο έργο του θελήματος του Πατέρα μου. Να μην νοιάζεστε για τις συνήθειες των ανθρώπων αλλά για το θέλημα του Θεού».   158:7.4 (1760.1) Peter spoke thus because he loved Jesus; but the Master’s human nature recognized in these words of well-meant affection the subtle suggestion of temptation that he change his policy of pursuing to the end his earth bestowal in accordance with the will of his Paradise Father. And it was because he detected the danger of permitting the suggestions of even his affectionate and loyal friends to dissuade him, that he turned upon Peter and the other apostles, saying: “Get you behind me. You savor of the spirit of the adversary, the tempter. When you talk in this manner, you are not on my side but rather on the side of our enemy. In this way do you make your love for me a stumbling block to my doing the Father’s will. Mind not the ways of men but rather the will of God.”
158:7.5 (1760.2) Αφού συνήλθαν από το πρώτο ξάφνιασμα της επίπληξης του Ιησού, και πριν ξαναρχίσουν το ταξίδι τους, ο Κύριος τους μίλησε περισσότερο: «Αν κάποιος θέλει να έρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας αναλάβει τις καθημερινές ευθύνες του και ας με ακολουθήσει. Διότι όποιος κοιτάξει να σώσει εγωιστικά τη ζωή του, θα την χάσει, αλλά όποιος δώσει τη ζωή του για μένα και για το ευαγγέλιο, θα τη σώσει. Ποιο το όφελος για τον άνθρωπο αν κερδίσει τον κόσμο όλο και χάσει την ψυχή του; Τι θα έδινε κάποιος σε αντάλλαγμα της αιώνιας ζωής; Μην ντρέπεστε για μένα και για τα λόγια μου σε αυτή την αμαρτωλή και υποκριτική γενιά, όπως και εγώ δεν θα ντραπώ να σας αναγνωρίσω όταν θα παρουσιαστώ με δόξα ενώπιον του Πατέρα μου μπροστά σε όλα τα ουράνια πνεύματα. Παρόλα αυτά, πολλοί από εσάς που στέκονται μπροστά μου δεν θα γευτούν το θάνατο έως ότου αντικρύσουν αυτή τη βασιλεία του Θεού να έρχεται εν δυνάμει».   158:7.5 (1760.2) After they had recovered from the first shock of Jesus’ stinging rebuke, and before they resumed their journey, the Master spoke further: “If any man would come after me, let him disregard himself, take up his responsibilities daily, and follow me. For whosoever would save his life selfishly, shall lose it, but whosoever loses his life for my sake and the gospel’s, shall save it. What does it profit a man to gain the whole world and lose his own soul? What would a man give in exchange for eternal life? Be not ashamed of me and my words in this sinful and hypocritical generation, even as I will not be ashamed to acknowledge you when in glory I appear before my Father in the presence of all the celestial hosts. Nevertheless, many of you now standing before me shall not taste death till you see this kingdom of God come with power.”
158:7.6 (1760.3) Και έτσι ο Ιησούς φανέρωσε στους δώδεκα το γεμάτο πόνο και δύσκολο μονοπάτι που έπρεπε να περπατήσουν αν ήθελαν να τον ακολουθήσουν. Τι πλήγμα ήταν αυτά τα λόγια γι’ αυτούς τους ψαράδες από τη Γαλιλαία που συνέχιζαν να ονειρεύονται ένα γήινο βασίλειο με τιμητικές θέσεις για τους εαυτούς τους! Αλλά οι πιστές καρδιές τους δονήθηκαν από αυτή την επίκληση θάρρους και ούτε ένας τους δεν σκέφτηκε να τον εγκαταλείψει. Ο Ιησούς δεν τους έστελνε μόνους στον αγώνα. Τους οδηγούσε. Τους ζητούσε μόνο να τον ακολουθήσουν με θάρρος.   158:7.6 (1760.3) And thus did Jesus make plain to the twelve the painful and conflicting path which they must tread if they would follow him. What a shock these words were to these Galilean fishermen who persisted in dreaming of an earthly kingdom with positions of honor for themselves! But their loyal hearts were stirred by this courageous appeal, and not one of them was minded to forsake him. Jesus was not sending them alone into the conflict; he was leading them. He asked only that they bravely follow.
158:7.7 (1760.4) Αργά οι δώδεκα άρχισαν να πιάνουν την ιδέα ότι ο Ιησούς τους έλεγε κάτι για την πιθανότητα να πεθάνει. Μόνο αμυδρά κατάλαβαν ό,τι τους είπε για το θάνατό του, ενώ η αναφορά του για ανάσταση από τους νεκρούς απέτυχε τελείως να καταγραφεί στο μυαλό τους. Καθώς περνούσαν οι μέρες, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, ανακαλώντας πάλι τις εμπειρίες τους πάνω στο βουνό της μεταμόρφωσης, κατόρθωσαν να καταλάβουν πληρέστερα μερικά από αυτά τα θέματα.   158:7.7 (1760.4) Slowly the twelve were grasping the idea that Jesus was telling them something about the possibility of his dying. They only vaguely comprehended what he said about his death, while his statement about rising from the dead utterly failed to register in their minds. As the days passed, Peter, James, and John, recalling their experience upon the mount of the transfiguration, arrived at a fuller understanding of certain of these matters.
158:7.8 (1760.5) Καθ’ όλη τη συνεργασία των δώδεκα με τον Κύριό τους, μόνο λίγες φορές είδαν, αυτοί, εκείνη τη λάμψη στα μάτια και άκουσαν τόσο άμεσα λόγια επίπληξης σαν και αυτά που απευθύνθηκαν στον Πέτρο και στους υπόλοιπους εξ αυτών σ’ εκείνη την περίπτωση. Ο Ιησούς ήταν πάντοτε υπομονετικός με τις ανθρώπινες αδυναμίες τους, αλλά ποτέ, όταν αντιμετώπιζε επικείμενη απειλή κατά του εν δυνάμει προγράμματος να φέρει εις πέρας το θέλημα του Πατέρα του που αφορούσε το υπόλοιπο της γήινης σταδιοδρομίας του. Οι απόστολοι ήταν κυριολεκτικά ζαλισμένοι. Ήταν κατάπληκτοι και τρομαγμένοι. Δεν έβρισκαν λόγια να εκφράσουν τη θλίψη τους. Αργά άρχισαν να αντιλαμβάνονται όσα υπέφερε ο Κύριος και ότι όφειλαν να περάσουν μαζί του αυτές τις εμπειρίες, αλλά δεν ξύπνησαν στην πραγματικότητα αυτών των ερχόμενων γεγονότων παρά πολύ αργότερα από αυτές τις πρώιμες νύξεις για την επικείμενη τραγωδία των τελικών ημερών του.   158:7.8 (1760.5) In all the association of the twelve with their Master, only a few times did they see that flashing eye and hear such swift words of rebuke as were administered to Peter and the rest of them on this occasion. Jesus had always been patient with their human shortcomings, but not so when faced by an impending threat against the program of implicitly carrying out his Father’s will regarding the remainder of his earth career. The apostles were literally stunned; they were amazed and horrified. They could not find words to express their sorrow. Slowly they began to realize what the Master must endure, and that they must go through these experiences with him, but they did not awaken to the reality of these coming events until long after these early hints of the impending tragedy of his latter days.
158:7.9 (1761.1) Σιωπηλά ο Ιησούς και οι δώδεκα ξεκίνησαν για την κατασκήνωσή τους στον Κήπο Μαγαδάν, πηγαίνοντας από το δρόμο της Καπερναούμ. Καθώς το απόγευμα πέρασε, αν και δεν μιλούσαν με τον Ιησού, μιλούσαν πολύ μεταξύ τους, ενώ ο Ανδρέας μιλούσε με τον Κύριο.   158:7.9 (1761.1) In silence Jesus and the twelve started for their camp at Magadan Park, going by way of Capernaum. As the afternoon wore on, though they did not converse with Jesus, they talked much among themselves while Andrew talked with the Master.
8. ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ^top   8. At Peter’s House ^top
158:8.1 (1761.2) Μπαίνοντας στην Καπερναούμ στο μισοσκόταδο, διάβηκαν από ασύχναστα περάσματα, κατ’ ευθείαν στο σπίτι του Σίμωνα Πέτρου για το βραδινό φαγητό τους. Ενώ ο Δαυίδ Ζεβεδαίος ετοιμαζόταν να τους πάρει απέναντι στη λίμνη, χρονοτρίβησαν στο σπίτι του Σίμωνα και ο Ιησούς, κοιτάζοντας τον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους, ρώτησε: «Καθώς περπατούσατε μαζί σήμερα το απόγευμα, για ποιο πράγμα μιλούσατε μεταξύ σας τόσο σοβαρά;». Οι απόστολοι δεν μίλησαν επειδή πολλοί από αυτούς είχαν συνεχίσει την αρχινημένη συζήτηση στο Όρος Ερμών, όπως το ποιες θέσεις θα έπαιρναν στην ερχόμενη βασιλεία, ποιος θα ήταν μέγιστος, και άλλα. Ο Ιησούς, γνωρίζοντας τι ήταν αυτό που απασχολούσε τις σκέψεις τους εκείνη τη μέρα, ένευσε σε ένα από τα μικρά του Πέτρου και βάζοντας το παιδί ανάμεσά τους, είπε: «Αλήθεια, αλήθεια, σας λέγω, αν δεν γίνετε σαν και αυτό το παιδί, δεν θα προοδεύσετε στη βασιλεία των ουρανών. Όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του και γίνει σαν και αυτό το μικρό, θα γίνει ο μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών. Και όποιος δεχτεί ένα μικρό σαν και αυτό, εμένα δέχεται. Και αυτοί που δέχονται εμένα δέχονται επίσης και Αυτόν που με έστειλε. Αν θέλετε να είστε πρώτοι στη βασιλεία, ζητήστε να εφαρμόσετε αυτές τις αλήθειες στους συνανθρώπους σας. Αλλά όποιος γίνει υπαίτιος και κάποιο από αυτά τα μικρά αμαρτήσει, θα είναι καλύτερα γι αυτόν να κρεμάσει μια μυλόπετρα στο λαιμό του και να πέσει στη θάλασσα. Αν τα πράγματα που κάνετε με τα χέρια σας, ή τα πράγματα που βλέπετε με τα μάτια σας αποτελούν εμπόδιο για την πρόοδο της βασιλείας, θυσιάστε αυτά τα αγαπημένα είδωλα, γιατί θα είναι καλύτερα να εισέλθετε στη βασιλεία με λιγότερα αγαπημένα πράγματα της ζωής παρά να προσκολληθείτε σ’ αυτά τα είδωλα και να βρεθείτε έξω από τις πύλες της βασιλείας. Αλλά περισσότερο απ’ όλα, προσέξτε να μην περιφρονήσετε ούτε ένα από αυτά τα μικρά, γιατί οι άγγελοί τους βλέπουν πάντοτε τα πρόσωπα των αγίων πνευμάτων του ουρανού».   158:8.1 (1761.2) Entering Capernaum at twilight, they went by unfrequented thoroughfares directly to the home of Simon Peter for their evening meal. While David Zebedee made ready to take them across the lake, they lingered at Simon’s house, and Jesus, looking up at Peter and the other apostles, asked: “As you walked along together this afternoon, what was it that you talked about so earnestly among yourselves?” The apostles held their peace because many of them had continued the discussion begun at Mount Hermon as to what positions they were to have in the coming kingdom; who should be the greatest, and so on. Jesus, knowing what it was that occupied their thoughts that day, beckoned to one of Peter’s little ones and, setting the child down among them, said: “Verily, verily, I say to you, except you turn about and become more like this child, you will make little progress in the kingdom of heaven. Whosoever shall humble himself and become as this little one, the same shall become greatest in the kingdom of heaven. And whoso receives such a little one receives me. And they who receive me receive also Him who sent me. If you would be first in the kingdom, seek to minister these good truths to your brethren in the flesh. But whosoever causes one of these little ones to stumble, it would be better for him if a millstone were hanged about his neck and he were cast into the sea. If the things you do with your hands, or the things you see with your eyes give offense in the progress of the kingdom, sacrifice these cherished idols, for it is better to enter the kingdom minus many of the beloved things of life rather than to cling to these idols and find yourself shut out of the kingdom. But most of all, see that you despise not one of these little ones, for their angels do always behold the faces of the heavenly hosts.”
158:8.2 (1761.3) Όταν ο Ιησούς τελείωσε την ομιλία του, μπήκαν στο πλοίο και έπλευσαν απέναντι από τη Μαγαδάν.   158:8.2 (1761.3) When Jesus had finished speaking, they entered the boat and sailed across to Magadan.