Εγγραφο 161 |
|
Paper 161 |
ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΔΑΝ |
|
Further Discussions with Rodan |
161:0.1 (1783.1) Την Κυριακή, 25 Σεπτεμβρίου 29 μ. Χ., οι απόστολοι και οι ευαγγελιστές συγκεντρώθηκαν στη Μαγαδάν. Μετά από μια μακριά συνομιλία εκείνο το βράδυ με τους συνεργάτες του, ο Ιησούς τους εξέπληξε όλους ανακοινώνοντας ότι την επόμενη ημέρα αυτός και οι δώδεκα απόστολοι θα αναχωρούσαν για την Ιερουσαλήμ για να παρευρεθούν στην εορτή της αρτοφoρίας. Έδωσε την εντολή να επισκεφθούν οι ευαγγελιστές τους πιστούς στη Γαλιλαία, και το σώμα των γυναικών να επιστρέψει για λίγο στη Βηθσαϊδά. |
|
161:0.1 (1783.1) ON SUNDAY, September 25, a.d. 29, the apostles and the evangelists assembled at Magadan. After a long conference that evening with his associates, Jesus surprised all by announcing that early the next day he and the twelve apostles would start for Jerusalem to attend the feast of tabernacles. He directed that the evangelists visit the believers in Galilee, and that the women’s corps return for a while to Bethsaida. |
161:0.2 (1783.2) Όταν έφτασε η ώρα να φύγουν για την Ιερουσαλήμ, ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς βρισκόντουσαν ακόμα στη μέση των συζητήσεών τους με τον Ροδάν από την Αλεξάνδρεια, και εξασφάλισαν την άδεια του Κυρίου να παραμείνουν στη Μαγαδάν λίγες μέρες ακόμα. Και έτσι, ενώ ο Ιησούς και οι δέκα είχαν πάρει το δρόμο για την Ιερουσαλήμ, ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς ήταν απασχολημένοι σε σοβαρή συζήτηση με τον Ροδάν. Την προηγούμενη εβδομάδα, κατά την οποία ο Ροδάν είχε αναπτύξει τη φιλοσοφία του, ο Θωμάς και ο Ναθαναήλ είχαν παρουσιάσει αλληλοδιαδόχως το ευαγγέλιο της βασιλείας στον Έλληνα φιλόσοφο. Ο Ροδάν ανακάλυψε ότι είχε διδαχθεί καλά τη διδασκαλία του Ιησού από ένα πρώην απόστολο του Ιωάννη του Βαπτιστή, ο οποίος υπήρξε δάσκαλός του στην Αλεξάνδρεια. |
|
161:0.2 (1783.2) When the hour came to leave for Jerusalem, Nathaniel and Thomas were still in the midst of their discussions with Rodan of Alexandria, and they secured the Master’s permission to remain at Magadan for a few days. And so, while Jesus and the ten were on their way to Jerusalem, Nathaniel and Thomas were engaged in earnest debate with Rodan. The week prior, in which Rodan had expounded his philosophy, Thomas and Nathaniel had alternated in presenting the gospel of the kingdom to the Greek philosopher. Rodan discovered that he had been well instructed in Jesus’ teachings by one of the former apostles of John the Baptist who had been his teacher at Alexandria. |
1. Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ^top |
|
1. The Personality of God ^top |
161:1.1 (1783.3) Υπήρχε μόνο ένα θέμα στο οποίο ο Ροδάν και οι δυο απόστολοι δεν ήταν σύμφωνοι, και αυτό ήταν η προσωπικότητα του Θεού. Ο Ροδάν αποδέχτηκε με προθυμία όλα όσα του παρουσιάστηκαν σχετικά με τα γνωρίσματα του Θεού, αλλά υποστήριξε ότι ο ουράνιος Πατέρας δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, ένα πρόσωπο έτσι όπως ο άνθρωπος φαντάζεται την προσωπικότητα. Και ενώ οι απόστολοι αντιμετώπισαν δυσκολία στην προσπάθεια να αποδείξουν ότι ο Θεός είναι πρόσωπο, ο Ροδάν πάλι βρήκε περισσότερο δύσκολο να αποδείξει ότι δεν είναι πρόσωπο. |
|
161:1.1 (1783.3) There was one matter on which Rodan and the two apostles did not see alike, and that was the personality of God. Rodan readily accepted all that was presented to him regarding the attributes of God, but he contended that the Father in heaven is not, cannot be, a person as man conceives personality. While the apostles found themselves in difficulty trying to prove that God is a person, Rodan found it still more difficult to prove he is not a person. |
161:1.2 (1783.4) Ο Ροδάν υποστήριζε ότι το γεγονός της προσωπικότητας συνίσταται στο συνυπάρχον γεγονός της πλήρους και αμοιβαίας επικοινωνίας μεταξύ ίσων όντων, όντων που είναι ικανά για φιλική κατανόηση. Είπε ο Ροδάν: «Για να είναι πρόσωπο, ο Θεός πρέπει να χρησιμοποιεί πνευματικούς συμβολισμούς επικοινωνίας οι οποίοι θα τον έκαναν πλήρως κατανοητό από εκείνους που έρχονται σε επαφή μαζί του. Αλλ’ εφόσον ο Θεός είναι άπειρος και αιώνιος, ο Δημιουργός όλων των όντων, εξυπακούεται ότι, όσον αφορά τα ίσα όντα, ο Θεός είναι μόνος στο σύμπαν. Δεν υπάρχει κανείς ίσος προς αυτόν. Δεν υπάρχει κανείς με τον οποίο να μπορεί να επικοινωνήσει σαν ίσος. Ο Θεός πράγματι, μπορεί να είναι η πηγή όλων των προσωπικοτήτων, αλλ’ όμως προϋπάρχει της προσωπικότητας, αφού σαν Δημιουργός είναι πάνω και πέρα από το δημιούργημα». |
|
161:1.2 (1783.4) Rodan contended that the fact of personality consists in the coexistent fact of full and mutual communication between beings of equality, beings who are capable of sympathetic understanding. Said Rodan: “In order to be a person, God must have symbols of spirit communication which would enable him to become fully understood by those who make contact with him. But since God is infinite and eternal, the Creator of all other beings, it follows that, as regards beings of equality, God is alone in the universe. There are none equal to him; there are none with whom he can communicate as an equal. God indeed may be the source of all personality, but as such he is transcendent to personality, even as the Creator is above and beyond the creature.” |
161:1.3 (1783.5) Αυτό το σημείο τριβής μπέρδεψε πολύ το Θωμά και τον Ναθαναήλ, και ζήτησαν από τον Ιησού να τους βοηθήσει, αλλά ο Κύριος αρνήθηκε να μπει στη συζήτησή τους. Είπε στο Θωμά: «Μικρή σημασία έχει για το ποια ιδέα του Πατέρα θα αποδεχτείτε, εφόσον πνευματικά γνωρίζετε το ιδεώδες της απείρου και αιώνιας φύσης του». |
|
161:1.3 (1783.5) This contention greatly troubled Thomas and Nathaniel, and they had asked Jesus to come to their rescue, but the Master refused to enter into their discussions. He did say to Thomas: “It matters little what idea of the Father you may entertain as long as you are spiritually acquainted with the ideal of his infinite and eternal nature.” |
161:1.4 (1784.1) Ο Θωμάς υποστήριξε ότι ο Θεός επικοινωνεί πράγματι με τον άνθρωπο, και επομένως ο Πατέρας είναι πρόσωπο, ακόμα και με τον καθορισμό του Ροδάν. Αυτό ο Έλληνας το απέρριψε, ακόμα κι έτσι, ο Θεός δεν αποκαλύπτεται προσωπικά, ακόμα αποτελεί μυστήριο. Ύστερα ο Ναθαναήλ αναφέρθηκε στη δική του προσωπική εμπειρία με το Θεό, και αυτό ο Ροδάν το παραδέχτηκε, επιβεβαιώνοντας ότι πρόσφατα είχε παρόμοιες εμπειρίες, αλλά αυτές οι εμπειρίες, υποστήριξε, αποδείκνυαν μόνο την πραγματικότητα του Θεού, όχι την προσωπικότητά του. |
|
161:1.4 (1784.1) Thomas contended that God does communicate with man, and therefore that the Father is a person, even within the definition of Rodan. This the Greek rejected on the ground that God does not reveal himself personally; that he is still a mystery. Then Nathaniel appealed to his own personal experience with God, and that Rodan allowed, affirming that he had recently had similar experiences, but these experiences, he contended, proved only the reality of God, not his personality. |
161:1.5 (1784.2) Το βράδυ της Δευτέρας ο Θωμάς εγκατέλειψε. Αλλά την Τρίτη το βράδυ ο Ναθαναήλ πέτυχε να κάνει το Ροδάν να πιστέψει στην προσωπικότητα του Πατέρα, και κατόρθωσε αυτή την αλλαγή των απόψεων του Έλληνα με τους ακόλουθους συλλογισμούς: |
|
161:1.5 (1784.2) By Monday night Thomas gave up. But by Tuesday night Nathaniel had won Rodan to believe in the personality of the Father, and he effected this change in the Greek’s views by the following steps of reasoning: |
161:1.6 (1784.3) 1. Ο ουράνιος Πατέρας απολαμβάνει ισότητα στην επικοινωνία με δυο τουλάχιστον άλλα όντα που είναι τελείως ίσα με αυτόν και τελείως όμοια με αυτόν – τον Αιώνιο Γιο και το Άπειρο Πνεύμα. Μπροστά στη θεωρία της Τριάδος, ο Έλληνας εξαναγκάστηκε να αποδεχτεί τη δυνατότητα της προσωπικότητας του Συμπαντικού Πατέρα. (ήταν η επί μέρους θεώρηση αυτών των συζητήσεων που οδήγησε στην ευρύτερη κατανόηση της Τριάδος στο μυαλό των δώδεκα αποστόλων. Βέβαια, ήταν γενική η πίστη ότι ο Ιησούς ήταν ο Αιώνιος Γιος). |
|
161:1.6 (1784.3) 1. The Father in Paradise does enjoy equality of communication with at least two other beings who are fully equal to himself and wholly like himself—the Eternal Son and the Infinite Spirit. In view of the doctrine of the Trinity, the Greek was compelled to concede the personality possibility of the Universal Father. (It was the later consideration of these discussions which led to the enlarged conception of the Trinity in the minds of the twelve apostles. Of course, it was the general belief that Jesus was the Eternal Son.) |
161:1.7 (1784.4) 2. Εφόσον ο Ιησούς ήταν ίσος με τον Πατέρα του, και εφόσον αυτός ο Γιος είχε φανερώσει την προσωπικότητα στα γήινα παιδιά του, αυτό το φαινόμενο παρείχε την απόδειξη για το γεγονός και επεδείκνυε τη δυνατότητα να κατέχουν προσωπικότητα και τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας και έτσι τακτοποιήθηκε για πάντα το ζήτημα που αφορούσε την ικανότητα του Θεού να επικοινωνεί με τον άνθρωπο και τη δυνατότητα του ανθρώπου να επικοινωνεί με το Θεό. |
|
161:1.7 (1784.4) 2. Since Jesus was equal with the Father, and since this Son had achieved the manifestation of personality to his earth children, such a phenomenon constituted proof of the fact, and demonstration of the possibility, of the possession of personality by all three of the Godheads and forever settled the question regarding the ability of God to communicate with man and the possibility of man’s communicating with God. |
161:1.8 (1784.5) 3. Ότι ο Ιησούς βρισκόταν σε αμοιβαία συνεργασία και τέλεια επικοινωνία με τον άνθρωπο. Ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος του Θεού. Ότι η σχέση του Γιου με τον Πατέρα προϋποθέτει ισότητα επικοινωνίας και αμοιβαιότητα στην κατανόηση. Ότι ο Ιησούς και ο Πατέρας ήταν ένα. Ότι ο Ιησούς διατηρούσε συγχρόνως κατανοητή επικοινωνία και με το Θεό και με τον άνθρωπο και ότι, αφού και ο Θεός και ο άνθρωπος καταλαβαίνουν το νόημα των συμβολισμών της επικοινωνίας του Ιησού, και οι δυο, Θεός και άνθρωπος κατείχαν τα γνωρίσματα της προσωπικότητας στο βαθμό που χρειαζότανε για τις απαιτήσεις της ικανότητας μιας επικοινωνίας μεταξύ τους. Ότι η προσωπικότητα του Ιησού καταδείκνυε την προσωπικότητα του Θεού, ενώ αποδείκνυε συμπερασματικά την παρουσία του Θεού εντός του ανθρώπου. Ότι δυο πράγματα που σχετίζονται με το ίδιο πράγμα, σχετίζονται και μεταξύ τους. |
|
161:1.8 (1784.5) 3. That Jesus was on terms of mutual association and perfect communication with man; that Jesus was the Son of God. That the relation of Son and Father presupposes equality of communication and mutuality of sympathetic understanding; that Jesus and the Father were one. That Jesus maintained at one and the same time understanding communication with both God and man, and that, since both God and man comprehended the meaning of the symbols of Jesus’ communication, both God and man possessed the attributes of personality in so far as the requirements of the ability of intercommunication were concerned. That the personality of Jesus demonstrated the personality of God, while it proved conclusively the presence of God in man. That two things which are related to the same thing are related to each other. |
161:1.9 (1784.6) 4. Ότι η προσωπικότητα αντιπροσωπεύει την ύψιστη σκέψη του ανθρώπου για την ανθρώπινη πραγματικότητα και για τις θεϊκές αξίες. Ότι ο Θεός αντιπροσωπεύει επίσης την ύψιστη σκέψη του ανθρώπου για τη θεϊκή πραγματικότητα και τις άπειρες αξίες. Επομένως, ότι ο Θεός πρέπει να είναι μια θεϊκή και άπειρη πραγματικότητα, μια αληθινή προσωπικότητα που αν και κατ’ άπειρο και αιώνιο τρόπο ξεπερνά τη σκέψη και τον ορισμό που έχει ο άνθρωπος για την προσωπικότητα, εν τούτοις είναι πάντα και συμπαντικά μια προσωπικότητα. |
|
161:1.9 (1784.6) 4. That personality represents man’s highest concept of human reality and divine values; that God also represents man’s highest concept of divine reality and infinite values; therefore, that God must be a divine and infinite personality, a personality in reality although infinitely and eternally transcending man’s concept and definition of personality, but nevertheless always and universally a personality. |
161:1.10 (1784.7) 5. Ότι ο Θεός πρέπει να είναι μια προσωπικότητα αφού είναι ο Δημιουργός και το πεπρωμένο όλων των προσωπικοτήτων. Ο Ροδάν επηρεάστηκε τρομερά από τη διδασκαλία του Ιησού, «Να είστε επομένως τέλειοι, όπως ο Πατέρας σας στον ουρανό είναι τέλειος». |
|
161:1.10 (1784.7) 5. That God must be a personality since he is the Creator of all personality and the destiny of all personality. Rodan had been tremendously influenced by the teaching of Jesus, “Be you therefore perfect, even as your Father in heaven is perfect.” |
161:1.11 (1784.8) Όταν ο Ροδάν άκουσε αυτά τα επιχειρήματα, είπε: «Έχω πειστεί. Θα ομολογήσω ότι ο Θεός είναι πρόσωπο αν μου επιτρέψετε να κοσμήσω την ομολογία μου με ένα τέτοιο πιστεύω με το οποίο θα αποδώσω στο νόημα της προσωπικότητας ένα σύνολο εκτεταμένων αξιών, όπως υπερανθρώπινης, προϋπάρχουσας, ύψιστης, άπειρης, αιώνιας, οριστικής, και συμπαντικής. Είμαι τώρα πεπεισμένος ότι, ενώ ο Θεός πρέπει να είναι άπειρα κάτι περισσότερο από μια προσωπικότητα, δεν μπορεί να είναι τίποτε λιγότερο. Είμαι ικανοποιημένος να τελειώσουμε τη διαφωνία και να αποδεχτούμε τον Ιησού σαν την προσωπική αποκάλυψη του Πατέρα και την ικανοποίηση όλων των ανικανοποίητων όρων στη λογική, την αιτία και τη φιλοσοφία». |
|
161:1.11 (1784.8) When Rodan heard these arguments, he said: “I am convinced. I will confess God as a person if you will permit me to qualify my confession of such a belief by attaching to the meaning of personality a group of extended values, such as superhuman, transcendent, supreme, infinite, eternal, final, and universal. I am now convinced that, while God must be infinitely more than a personality, he cannot be anything less. I am satisfied to end the argument and to accept Jesus as the personal revelation of the Father and the satisfaction of all unsatisfied factors in logic, reason, and philosophy.” |
2. Η ΘΕΪΚΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ^top |
|
2. The Divine Nature of Jesus ^top |
161:2.1 (1785.1) Αφού ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς αποδέχτηκαν τόσο πλήρως τις απόψεις του Ροδάν για το ευαγγέλιο της βασιλείας, απέμεινε μόνο ένα ακόμη σημείο να μελετήσουν, τη διδασκαλία που είχε να κάνει με τη θεϊκή φύση του Ιησού, μια θεωρία που ανακοινώθηκε μόνο πολύ πρόσφατα. Ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς παρουσίασαν από κοινού τις απόψεις τους για τη θεϊκή φύση του Κυρίου, και η ακόλουθη αφήγηση είναι μια συμπυκνωμένη, αναδομημένη και εκ νέου εκφρασμένη παρουσίαση της διδασκαλίας τους: |
|
161:2.1 (1785.1) Since Nathaniel and Thomas had so fully approved Rodan’s views of the gospel of the kingdom, there remained only one more point to consider, the teaching dealing with the divine nature of Jesus, a doctrine only so recently publicly announced. Nathaniel and Thomas jointly presented their views of the divine nature of the Master, and the following narrative is a condensed, rearranged, and restated presentation of their teaching: |
161:2.2 (1785.2) 1. Ο Ιησούς παραδέχτηκε τη θεϊκότητά του και τον πιστεύουμε. Πολλά αξιοσημείωτα πράγματα συνέβησαν σε συνδυασμό με την υπηρεσία του, τα οποία μπορούμε να κατανοήσουμε μόνο αν πιστέψουμε ότι είναι ο Γιος του Θεού καθώς και ο Γιος του Ανθρώπου. |
|
161:2.2 (1785.2) 1. Jesus has admitted his divinity, and we believe him. Many remarkable things have happened in connection with his ministry which we can understand only by believing that he is the Son of God as well as the Son of Man. |
161:2.3 (1785.3) 2. Η συνεργασία του με μας, αποτελεί παράδειγμα για την ανθρώπινη φιλία. Μόνο ένα θεϊκό πλάσμα θα μπορούσε να είναι τέτοιος φίλος του ανθρώπου. Είναι το πιο αληθινά αλτρουιστικό άτομο που έχουμε ποτέ γνωρίσει. Είναι φίλος ακόμα και των αμαρτωλών. Έχει την τόλμη να αγαπήσει τους εχθρούς του. Είναι πολύ πιστός σε μας. Αν και δεν διστάζει να μας επιπλήξει, είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι μας αγαπάει αληθινά. Όσο περισσότερο τον γνωρίσει κάποιος, τόσο πιο πολύ θα τον αγαπήσει. Θα γοητευτεί από τη σταθερή αφοσίωσή του. Όλα αυτά τα χρόνια που αποτύχαμε να καταλάβουμε την αποστολή του, υπήρξε ένας πιστός φίλος. Ενώ δεν χρησιμοποιεί κολακεία, μας φέρεται σε όλους με την ίδια καλοσύνη. Είναι σταθερά τρυφερός και συμπονετικός. Μοιράστηκε τη ζωή του και κάθε άλλο πράγμα μαζί μας. Είμαστε μια ευτυχισμένη κοινότητα. Μοιραζόμαστε όλα τα πράγματα από κοινού. Δεν πιστεύουμε ότι ένας απλός άνθρωπος θα ζούσε μια τόσο άμεμπτη ζωή κάτω από τέτοιες συνθήκες. |
|
161:2.3 (1785.3) 2. His life association with us exemplifies the ideal of human friendship; only a divine being could possibly be such a human friend. He is the most truly unselfish person we have ever known. He is the friend even of sinners; he dares to love his enemies. He is very loyal to us. While he does not hesitate to reprove us, it is plain to all that he truly loves us. The better you know him, the more you will love him. You will be charmed by his unswerving devotion. Through all these years of our failure to comprehend his mission, he has been a faithful friend. While he makes no use of flattery, he does treat us all with equal kindness; he is invariably tender and compassionate. He has shared his life and everything else with us. We are a happy community; we share all things in common. We do not believe that a mere human could live such a blameless life under such trying circumstances. |
161:2.4 (1785.4) 3. Πιστεύουμε ότι ο Ιησούς είναι θεϊκός επειδή δεν σφάλλει ποτέ. Δεν κάνει λάθη. Η σοφία του είναι καταπληκτική. Η ευλάβειά του θαυμάσια. Ζει μέρα τη μέρα σε πλήρη συμφωνία με το θέλημα του Πατέρα. Δεν μετανιώνει για παραπτώματα επειδή δεν παραβαίνει κανένα από τους νόμους του Πατέρα. Προσεύχεται για μας και με μας, αλλά δεν ζητάει ποτέ να προσευχηθούμε για κείνον. Πιστεύουμε ότι είναι συνεπής αναμάρτητος. Δεν νομίζουμε ότι κάποιος που είναι μόνο άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει μια τέτοια ζωή. Δηλώνει ότι ζει μια τέλεια ζωή και αναγνωρίζουμε ότι το κάνει. Η ευλάβειά μας πηγάζει από τη μετάνοια, αλλά η ευλάβειά του πηγάζει από τη δικαιοσύνη. Επαγγέλλεται ότι συγχωρεί αμαρτίες και θεραπεύει ασθένειες. Κανένας απλός άνθρωπος δεν θα μπορούσε λογικά να συγχωρεί αμαρτίες. Αυτό είναι ένα θεϊκό προνόμιο. Και μοιάζει να είναι το ίδιο τέλειος στη δικαιοσύνη του από την εποχή της πρώτης επαφής μας μαζί του. Μεγαλώνουμε με τη χάρη και την αναγνώριση της αλήθειας αλλά ο Κύριός μας επιδεικνύει ωριμότητα δικαιοσύνης από την αρχή. Όλοι οι άνθρωποι, καλοί ή κακοί, αναγνωρίζουν αυτά τα χαρακτηριστικά της καλοσύνης του Ιησού. Και ακόμα η ευλάβειά του δεν είναι ποτέ ενοχλητική ή επιδεικτική. Είναι πράος και ατρόμητος. Φαίνεται να επιδοκιμάζει την πίστη μας για τη θεϊκότητά του. Είναι, είτε αυτό που επαγγέλλεται ότι είναι, ή διαφορετικά ο μεγαλύτερος υποκριτής και απατεώνας που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Έχουμε πειστεί ότι είναι αυτό που δηλώνει ότι είναι. |
|
161:2.4 (1785.4) 3. We think Jesus is divine because he never does wrong; he makes no mistakes. His wisdom is extraordinary; his piety superb. He lives day by day in perfect accord with the Father’s will. He never repents of misdeeds because he transgresses none of the Father’s laws. He prays for us and with us, but he never asks us to pray for him. We believe that he is consistently sinless. We do not think that one who is only human ever professed to live such a life. He claims to live a perfect life, and we acknowledge that he does. Our piety springs from repentance, but his piety springs from righteousness. He even professes to forgive sins and does heal diseases. No mere man would sanely profess to forgive sin; that is a divine prerogative. And he has seemed to be thus perfect in his righteousness from the times of our first contact with him. We grow in grace and in the knowledge of the truth, but our Master exhibits maturity of righteousness to start with. All men, good and evil, recognize these elements of goodness in Jesus. And yet never is his piety obtrusive or ostentatious. He is both meek and fearless. He seems to approve of our belief in his divinity. He is either what he professes to be, or else he is the greatest hypocrite and fraud the world has ever known. We are persuaded that he is just what he claims to be. |
161:2.5 (1785.5) 4. Η μοναδικότητα του χαρακτήρα του και η τελειότητα του συναισθηματικού ελέγχου του μας πείθει ότι είναι ένας συνδυασμός ανθρωπιάς και θεϊκότητας. Ανταποκρίνεται αδιάκοπα στη θέα της ανθρώπινης ανάγκης. Η δυστυχία δεν σταμάτησε ποτέ να τον αγγίζει. Η συμπόνια του διεγείρεται το ίδιο από τη σωματική δυστυχία, την αγωνία του νου ή την πνευματική θλίψη. Αναγνωρίζει αμέσως και παραδέχεται γενναιόδωρα την παρουσία της πίστης ή όποια άλλη ευλογία των συνανθρώπων του. Είναι τόσο δίκαιος και σωστός ενώ συγχρόνως είναι σπλαχνικός και διακριτικός. Θρηνεί για την πνευματική ξεροκεφαλιά των ανθρώπων και χαίρεται όταν αυτοί συγκατατίθονται να δουν το φως της αλήθειας. |
|
161:2.5 (1785.5) 4. The uniqueness of his character and the perfection of his emotional control convince us that he is a combination of humanity and divinity. He unfailingly responds to the spectacle of human need; suffering never fails to appeal to him. His compassion is moved alike by physical suffering, mental anguish, or spiritual sorrow. He is quick to recognize and generous to acknowledge the presence of faith or any other grace in his fellow men. He is so just and fair and at the same time so merciful and considerate. He grieves over the spiritual obstinacy of the people and rejoices when they consent to see the light of truth. |
161:2.6 (1786.1) 5. Φαίνεται να γνωρίζει τις σκέψεις στα μυαλά των ανθρώπων και να καταλαβαίνει τις επιθυμίες της καρδιάς τους. Και πάντοτε συμπάσχει με το μπερδεμένο πνεύμα μας. Φαίνεται πως διαθέτει όλα τα ανθρώπινα συναισθήματά μας, αλλά σε θαυμαστότερο βαθμό. Αγαπάει δυνατά την καλοσύνη και μισεί εξ ίσου την αμαρτία. Διαθέτει μια υπερανθρώπινη συνείδηση της παρουσίας της Θεότητας. Προσεύχεται σαν άνθρωπος αλλά ενεργεί σαν Θεός. Φαίνεται να προβλέπει πράγματα. Τολμάει από τώρα να μιλάει για το θάνατό του, κάνοντας κάποια μυστική αναφορά στη μελλοντική του δόξα. Ενώ είναι καλός, είναι επίσης γενναίος και τολμηρός. Δεν διστάζει ποτέ να κάνει το καθήκον του. |
|
161:2.6 (1786.1) 5. He seems to know the thoughts of men’s minds and to understand the longings of their hearts. And he is always sympathetic with our troubled spirits. He seems to possess all our human emotions, but they are magnificently glorified. He strongly loves goodness and equally hates sin. He possesses a superhuman consciousness of the presence of Deity. He prays like a man but performs like a God. He seems to foreknow things; he even now dares to speak about his death, some mystic reference to his future glorification. While he is kind, he is also brave and courageous. He never falters in doing his duty. |
161:2.7 (1786.2) 6. Είμαστε συνεχώς εντυπωσιασμένοι από το φαινόμενο της υπερανθρώπινης γνώσης του. Δεν περνάει σχεδόν μέρα που να μη συμβαίνει κάτι, και αποκαλύπτεται ότι ο Κύριος γνωρίζει τι συμβαίνει ακόμα και μακριά από την άμεση παρουσία του. Φαίνεται επίσης να γνωρίζει τις σκέψεις των συνεργατών του. Χωρίς αμφιβολία έχει επικοινωνία με ουράνιες οντότητες. Χωρίς συζήτηση ζει σ’ ένα πνευματικό επίπεδο πολύ ψηλότερα από εμάς τους λοιπούς. Το κάθε τι μοιάζει ανοιχτό στη μοναδική κατανόησή του. Μας κάνει ερωτήσεις για να μας κάνει να μιλάμε και όχι για να πάρει πληροφορίες. |
|
161:2.7 (1786.2) 6. We are constantly impressed by the phenomenon of his superhuman knowledge. Hardly does a day pass but something transpires to disclose that the Master knows what is going on away from his immediate presence. He also seems to know about the thoughts of his associates. He undoubtedly has communion with celestial personalities; he unquestionably lives on a spiritual plane far above the rest of us. Everything seems to be open to his unique understanding. He asks us questions to draw us out, not to gain information. |
161:2.8 (1786.3) 7. Πρόσφατα, ο Κύριος δεν διστάζει να επιβεβαιώσει την υπεράνθρωπη φύση του. Από την ημέρα της χειροτονίας μας σαν απόστολοι και μέχρι την πρόσφατη εποχή, ποτέ δεν αρνήθηκε ότι ήρθε από το Πατέρα ψηλά. Μιλάει με την εξουσία ενός θεϊκού διδασκάλου. Ο Κύριος δεν διστάζει τα αντικρούσει τις σημερινές θρησκευτικές διδασκαλίες και να ανακοινώσει το καινούργιο ευαγγέλιο με αναμφίβολη εξουσία. Είναι θετικός, κατηγορηματικός και αυθεντικός. Ακόμα και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν άκουσε τον Ιησού να μιλάει, δήλωσε ότι ήταν ο Γιος του Θεού. Φαίνεται να είναι τόσο επαρκής με τον εαυτό του. Δεν αναζητά την υποστήριξη του πλήθους. Είναι αδιάφορος με τις γνώμες των ανθρώπων. Είναι γενναίος και όμως τόσο ελεύθερος από έπαρση. |
|
161:2.8 (1786.3) 7. Recently the Master does not hesitate to assert his superhumanity. From the day of our ordination as apostles right on down to recent times, he has never denied that he came from the Father above. He speaks with the authority of a divine teacher. The Master does not hesitate to refute the religious teachings of today and to declare the new gospel with positive authority. He is assertive, positive, and authoritative. Even John the Baptist, when he heard Jesus speak, declared that he was the Son of God. He seems to be so sufficient within himself. He craves not the support of the multitude; he is indifferent to the opinions of men. He is brave and yet so free from pride. |
161:2.9 (1786.4) 8. Μιλάει συνεχώς για το Θεό σαν κάποιος πάντα παρών συνεργάτης του σε ό,τι κάνει. Συνεχίζει να κάνει το καλό, επειδή ο Θεός φαίνεται να είναι μέσα του. Κάνει τους πιο καταπληκτικούς ισχυρισμούς για τον εαυτό του και την αποστολή του στη γη, δηλώσεις που θα φαινόντουσαν ανόητες αν δεν ήταν θεϊκός. Κάποτε δήλωσε, «Πριν από τον Αβραάμ, Εγώ υπάρχω». Δήλωσε αμετάκλητα τη θεϊκότητά του. Επαγγέλλεται ότι είναι σε συνεργασία με το Θεό. Εξαντλεί σχεδόν τις δυνατότητες της γλώσσας στην επανάληψη των δηλώσεών του για στενή συνεργασία με τον ουράνιο Πατέρα. Τολμάει ακόμα να επιβεβαιώνει ότι αυτός και ο Πατέρας είναι ένα. Λέγει ότι όποιος είδε αυτόν έχει δει και τον Πατέρα. Και λέγει και πράττει όλα αυτά τα τρομερά πράγματα με τόση παιδική φυσικότητα. Υπαινίσσεται τη συνεργασία του με τον Πατέρα με τον ίδιο τρόπο που αναφέρεται στη συνεργασία του μαζί μας. Φαίνεται να είναι τόσο σίγουρος για το Θεό και μιλάει γι αυτές τις σχέσεις με τόσο αυταπόδεικτο τρόπο. |
|
161:2.9 (1786.4) 8. He constantly talks about God as an ever-present associate in all that he does. He goes about doing good, for God seems to be in him. He makes the most astounding assertions about himself and his mission on earth, statements which would be absurd if he were not divine. He once declared, “Before Abraham was, I am.” He has definitely claimed divinity; he professes to be in partnership with God. He well-nigh exhausts the possibilities of language in the reiteration of his claims of intimate association with the heavenly Father. He even dares to assert that he and the Father are one. He says that anyone who has seen him has seen the Father. And he says and does all these tremendous things with such childlike naturalness. He alludes to his association with the Father in the same manner that he refers to his association with us. He seems to be so sure about God and speaks of these relations in such a matter-of-fact way. |
161:2.10 (1786.5) 9. Όταν προσεύχεται μοιάζει να επικοινωνεί κατευθείαν με τον Πατέρα του. Έχουμε ακούσει λίγες από τις προσευχές του, αλλά αυτές οι λίγες δείχνουν ότι μιλάει με το Θεό, σαν να ήταν πρόσωπο με πρόσωπο. Φαίνεται να γνωρίζει το μέλλον όπως και το παρελθόν. Απλά, δεν θα μπορούσε να είναι όλο αυτό και να κάνει όλα αυτά τα ασυνήθιστα πράγματα, εκτός και αν είναι κάτι περισσότερο από άνθρωπος. Ξέρουμε ότι είναι άνθρωπος, είμαστε βέβαιοι, αλλά είμαστε το ίδιο βέβαιοι ότι είναι επίσης και θεϊκός. Πιστεύουμε ότι είναι θεϊκός. Έχουμε πειστεί ότι είναι ο Γιος του Ανθρώπου και ο Γιος του Θεού. |
|
161:2.10 (1786.5) 9. In his prayer life he appears to communicate directly with his Father. We have heard few of his prayers, but these few would indicate that he talks with God, as it were, face to face. He seems to know the future as well as the past. He simply could not be all of this and do all of these extraordinary things unless he were something more than human. We know he is human, we are sure of that, but we are almost equally sure that he is also divine. We believe that he is divine. We are convinced that he is the Son of Man and the Son of God. |
161:2.11 (1787.1) Όταν ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς ολοκλήρωσαν τις συσκέψεις τους με τον Ροδάν, πήγαν βιαστικά στον Ιησού για να συναντηθούν με τους συντρόφους τους αποστόλους, φθάνοντας την Παρασκευή εκείνης της εβδομάδας. Ήταν μια μεγάλη εμπειρία στη ζωή και των τριών αυτών πιστών, και οι άλλοι απόστολοι έμαθαν πολλά από την αφήγηση των εμπειριών αυτών από το Ναθαναήλ και το Θωμά. |
|
161:2.11 (1787.1) When Nathaniel and Thomas had concluded their conferences with Rodan, they hurried on toward Jerusalem to join their fellow apostles, arriving on Friday of that week. This had been a great experience in the lives of all three of these believers, and the other apostles learned much from the recounting of these experiences by Nathaniel and Thomas. |
161:2.12 (1787.2) Ο Ροδάν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου δίδασκε τη φιλοσοφία του στη σχολή της Μεγάνθης. Έγινε εξαιρετικός στις υποθέσεις της βασιλείας των ουρανών. Ήταν πιστός μέχρι το τέλος της γήινης ζωής του, τελειώνοντας τη ζωή του στη Ελλάδα με άλλους όταν οι καταδιώξεις βρίσκονταν σε μεγάλο βαθμό. |
|
161:2.12 (1787.2) Rodan made his way back to Alexandria, where he long taught his philosophy in the school of Meganta. He became a mighty man in the later affairs of the kingdom of heaven; he was a faithful believer to the end of his earth days, yielding up his life in Greece with others when the persecutions were at their height. |
3. Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΙ Η ΘΕΪΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ^top |
|
3. Jesus’ Human and Divine Minds ^top |
161:3.1 (1787.3) Η συνειδητοποίηση της θεϊκότητας μεγάλωνε βαθμιαία στο μυαλό του Ιησού μέχρι την εποχή της βάφτισής του. Όταν απέκτησε πλήρη συνείδηση της θεϊκής φύσης του, της προ-ανθρώπινης ύπαρξής του, και των συμπαντικών προνομίων του, φαίνεται ότι διέθετε τη δύναμη να περιορίζει με διάφορους τρόπους την ανθρώπινη συνείδηση της θεϊκότητάς του. Σε μας εμφανίζεται ότι από τη βάφτισή του μέχρι τη σταύρωσή του ήταν τελείως προαιρετικό στον Ιησού είτε να εξαρτάται αποκλειστικά από το ανθρώπινο μυαλό του είτε να χρησιμοποιεί τη γνώση και του ανθρώπινου και του θεϊκού μυαλού. Μερικές φορές φαινόταν να ωφελείται από μόνη την πληροφόρηση που υπήρχε στην ανθρώπινη διάνοια. Σε άλλες περιστάσεις φαινόταν να ενεργεί με την πλήρη γνώση και σοφία που μπορούσε να του παράσχει η χρήση μόνο του υπερανθρώπινου περιεχόμενου της θεϊκής συνείδησής του. |
|
161:3.1 (1787.3) Consciousness of divinity was a gradual growth in the mind of Jesus up to the occasion of his baptism. After he became fully self-conscious of his divine nature, prehuman existence, and universe prerogatives, he seems to have possessed the power of variously limiting his human consciousness of his divinity. It appears to us that from his baptism until the crucifixion it was entirely optional with Jesus whether to depend only on the human mind or to utilize the knowledge of both the human and the divine minds. At times he appeared to avail himself of only that information which was resident in the human intellect. On other occasions he appeared to act with such fullness of knowledge and wisdom as could be afforded only by the utilization of the superhuman content of his divine consciousness. |
161:3.2 (1787.4) Μπορούμε να κατανοήσουμε τις μοναδικές επιδόσεις του μόνο αν αποδεχτούμε τη θεωρία ότι μπορούσε, με τη θέλησή του, να αυτό-περιορίζει τη θεϊκή συνείδησή του. Είμαστε πλήρως ενήμεροι ότι συχνά απέκρυπτε από τους συντρόφους του την πρόγνωση των γεγονότων και ότι ήταν ενήμερος για τη φύση των σκέψεων και σχεδίων τους. Καταλαβαίνουμε ότι δεν επιθυμούσε να γνωρίζουν πολύ καλά οι οπαδοί του ότι μπορούσε να διακρίνει τις σκέψεις τους και να διεισδύσει στα σχέδιά τους. Δεν επιθυμούσε να ξεπερνάει κατά πολύ την ανθρώπινη σκέψη όπως αυτή υπήρχε στα μυαλά των αποστόλων και των μαθητών του. |
|
161:3.2 (1787.4) We can understand his unique performances only by accepting the theory that he could, at will, self-limit his divinity consciousness. We are fully cognizant that he frequently withheld from his associates his foreknowledge of events, and that he was aware of the nature of their thinking and planning. We understand that he did not wish his followers to know too fully that he was able to discern their thoughts and to penetrate their plans. He did not desire too far to transcend the concept of the human as it was held in the minds of his apostles and disciples. |
161:3.3 (1787.5) Είμαστε πέρα για πέρα μπερδεμένοι να διακρίνουμε μεταξύ της πρακτικής του να αυτοπεριορίζει τη θεϊκή του συνειδητότητα και της τεχνικής του να κρύβει τη δυνατότητα πρόγνωσης και διάκρισης της σκέψης από τους συντρόφους του. Είμαστε πεπεισμένοι ότι χρησιμοποιούσε και τις δυο αυτές τεχνικές, αλλά δεν μπορούμε πάντα, σε μια συγκεκριμένη στιγμή, να καθορίσουμε ποια μέθοδο μπορεί να χρησιμοποίησε. Συχνά τον παρατηρήσαμε να ενεργεί με μόνη την ανθρώπινη συνείδηση. Μετά τον παρατηρούμε να συσκέπτεται με τους υπευθύνους των ουράνιων πνευμάτων του σύμπαντος και διακρίνουμε την αναμφίβολη λειτουργία του θεϊκού μυαλού. Και μετά, σε αναρίθμητες σχεδόν περιστάσεις γινόμαστε μάρτυρες της εργασίας της συνδυασμένης προσωπικότητας του ανθρώπου και του Θεού όπως αυτή γινότανε από τη φαινομενική τέλεια ένωση του ανθρώπινου και του θεϊκού νου. Αυτά είναι τα όρια της γνώσης μας για τέτοια φαινόμενα. Δεν γνωρίζουμε πραγματικά την πλήρη αλήθεια γι αυτό το μυστήριο. |
|
161:3.3 (1787.5) We are utterly at a loss to differentiate between his practice of self-limiting his divine consciousness and his technique of concealing his preknowledge and thought discernment from his human associates. We are convinced that he used both of these techniques, but we are not always able, in a given instance, to specify which method he may have employed. We frequently observed him acting with only the human content of consciousness; then would we behold him in conference with the directors of the celestial hosts of the universe and discern the undoubted functioning of the divine mind. And then on almost numberless occasions did we witness the working of this combined personality of man and God as it was activated by the apparent perfect union of the human and the divine minds. This is the limit of our knowledge of such phenomena; we really do not actually know the full truth about this mystery. |