Εγγραφο 167 |
|
Paper 167 |
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΗ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ |
|
The Visit to Philadelphia |
167:0.1 (1833.1) Καθ’ όλη αυτή την περίοδο της υπηρεσίας στην Περαία, όταν έγινε αναφορά ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι επισκέπτοντο τις διάφορες περιοχές όπου εργαζόντουσαν οι εβδομήντα, θα πρέπει να θυμηθούμε, σαν κανόνα, ότι μόνο δέκα ήταν μαζί του, μια και ήταν συνήθεια να μένουν τουλάχιστον δυο απόστολοι στην Πέλλα για να διδάσκουν τα πλήθη. Καθώς ο Ιησούς ετοιμαζόταν για τη Φιλαδέλφεια, ο Σίμων Πέτρος και ο αδελφός του Ανδρέας, επέστρεψαν στην κατασκήνωση της Πέλλας για να διδάξουν τα εκεί συγκεντρωμένα πλήθη. Όταν ο Κύριος άφησε την κατασκήνωση στην Πέλλα για να επισκεφθεί την ευρύτερη περιοχή της Περαίας, δεν ήταν ασυνήθιστο να τον ακολουθούν τριακόσιοι έως πεντακόσιοι κατασκηνωτές. Όταν έφτασε στη Φιλαδέλφεια, συνοδευόταν από περισσότερους από εξακόσιους οπαδούς. |
|
167:0.1 (1833.1) THROUGHOUT this period of the Perean ministry, when mention is made of Jesus and the apostles visiting the various localities where the seventy were at work, it should be recalled that, as a rule, only ten were with him since it was the practice to leave at least two of the apostles at Pella to instruct the multitude. As Jesus prepared to go on to Philadelphia, Simon Peter and his brother, Andrew, returned to the Pella encampment to teach the crowds there assembled. When the Master left the camp at Pella to visit about Perea, it was not uncommon for from three to five hundred of the campers to follow him. When he arrived at Philadelphia, he was accompanied by over six hundred followers. |
167:0.2 (1833.2) Κανένα θαύμα δεν είχε γίνει κατά την πρόσφατη περιοδεία στη Δεκάπολη, και εξαιρουμένου του καθαρισμού των δέκα λεπρών, επίσης δεν έγιναν άλλα θαύματα στην αποστολή στην Περαία. Ήταν μια περίοδος που το ευαγγέλιο κηρύχθηκε με δύναμη, χωρίς θαύματα, και τον περισσότερο καιρό χωρίς την προσωπική παρουσία του Ιησού ή ακόμα και των αποστόλων του. |
|
167:0.2 (1833.2) No miracles had attended the recent preaching tour through the Decapolis, and, excepting the cleansing of the ten lepers, thus far there had been no miracles on this Perean mission. This was a period when the gospel was proclaimed with power, without miracles, and most of the time without the personal presence of Jesus or even of his apostles. |
167:0.3 (1833.3) Ο Ιησούς και οι δέκα απόστολοι έφτασαν στη Φιλαδέλφεια την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου και πέρασαν την Πέμπτη και την Παρασκευή αναπαυόμενοι από τα πρόσφατα ταξίδια και τους αγώνες τους. Εκείνη τη νύχτα της Παρασκευής, ο Ιάκωβος μίλησε στη συναγωγή και συγκάλεσε γενικό συμβούλιο για το επόμενο βράδυ. Ήταν πολύ ευχαριστημένοι από την πρόοδο του ευαγγελίου στη Φιλαδέλφεια και στα γύρω χωριά. Οι αγγελιαφόροι του Δαυίδ έφεραν και τις ειδήσεις για την περαιτέρω πρόοδο της βασιλείας σε όλη την Παλαιστίνη, καθώς και τα καλά νέα από την Αλεξάνδρεια και τη Δαμασκό. |
|
167:0.3 (1833.3) Jesus and the ten apostles arrived at Philadelphia on Wednesday, February 22, and spent Thursday and Friday resting from their recent travels and labors. That Friday night James spoke in the synagogue, and a general council was called for the following evening. They were much rejoiced over the progress of the gospel at Philadelphia and among the near-by villages. The messengers of David also brought word of the further advancement of the kingdom throughout Palestine, as well as good news from Alexandria and Damascus. |
1. ΠΡΩΙΝΟ ΓΕΥΜΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥΣ ^top |
|
1. Breakfast with the Pharisees ^top |
167:1.1 (1833.4) Στη Φιλαδέλφεια ζούσε ένας πολύ πλούσιος και σπουδαίος Φαρισαίος με επιρροή, που είχε δεχθεί τη διδασκαλία του Άμπνερ και ο οποίος είχε προσκαλέσει τον Ιησού στο σπίτι του, το πρωινό του Σαββάτου, για να πάρουν πρόγευμα . Είχε γίνει γνωστό πως εκείνη την περίοδο αναμενόταν ο Ιησούς στη Φιλαδέλφεια. Έτσι ένας μεγάλος αριθμός επισκεπτών, μεταξύ των οποίων και πολλοί Φαρισαίοι, είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ και από άλλα μέρη. Συνεπώς, περίπου σαράντα από αυτούς τους εξέχοντες άνδρες και λίγοι νομομαθείς είχαν προσκληθεί στο πρόγευμα, το οποίο δινόταν προς τιμήν του Κυρίου. |
|
167:1.1 (1833.4) There lived in Philadelphia a very wealthy and influential Pharisee who had accepted the teachings of Abner, and who invited Jesus to his house Sabbath morning for breakfast. It was known that Jesus was expected in Philadelphia at this time; so a large number of visitors, among them many Pharisees, had come over from Jerusalem and from elsewhere. Accordingly, about forty of these leading men and a few lawyers were bidden to this breakfast, which had been arranged in honor of the Master. |
167:1.2 (1833.5) Καθόσον διάστημα ο Ιησούς χρονοτριβούσε στην είσοδο, συζητώντας με τον Άμπνερ, και μετά, αφού ο οικοδεσπότης είχε καθίσει στη θέση του, μπήκε στο δωμάτιο ένας εξέχων Φαρισαίος της Ιερουσαλήμ, μέλος του Σανχεντρίν, και όπως ήταν συνήθεια, κατευθύνθηκε προς την τιμητική θέση στα αριστερά του οικοδεσπότη. Αλλά αφού η θέση αυτή είχε κρατηθεί για τον Κύριο, και εκείνη στα δεξιά για τον Άμπνερ, ο οικοδεσπότης έκανε νεύμα στο Φαρισαίο από την Ιερουσαλήμ και ο αξιωματούχος προσβλήθηκε πολύ επειδή δεν έλαβε την τιμητική θέση. |
|
167:1.2 (1833.5) As Jesus lingered by the door, speaking with Abner, and after the host had seated himself, there came into the room one of the leading Pharisees of Jerusalem, a member of the Sanhedrin, and as was his habit, he made straight for the seat of honor at the left of the host. But since this place had been reserved for the Master and that on the right for Abner, the host beckoned the Jerusalem Pharisee to sit four seats to the left, and this dignitary was much offended because he did not receive the seat of honor. |
167:1.3 (1834.1) Πολύ γρήγορα όλοι κάθισαν και απολάμβαναν την επίσκεψη αυτή, μια και η πλειονότητα των παρόντων ήταν μαθητές του Ιησού ή διέκειντο φιλικά προς το ευαγγέλιο. Μόνο οι εχθροί του αντιλήφθηκαν το γεγονός πως δεν τήρησε το τελετουργικό πλύσιμο των χεριών του πριν καθίσει για το φαγητό. Ο Άμπνερ έπλυνε τα χέρια του στην αρχή του γεύματος αλλά όχι κατά τη διάρκεια των διαφόρων σερβιρισμάτων. |
|
167:1.3 (1834.1) Soon they were all seated and enjoying the visiting among themselves since the majority of those present were disciples of Jesus or else were friendly to the gospel. Only his enemies took notice of the fact that he did not observe the ceremonial washing of his hands before he sat down to eat. Abner washed his hands at the beginning of the meal but not during the serving. |
167:1.4 (1834.2) Καθώς πλησίαζε το τέλος του γεύματος, εισήλθε, από το δρόμο, ένας άρρωστος που έπασχε από χρόνια νόσο και τώρα βρισκόταν σε κατάσταση υδρωπικίας. Ο άνθρωπος αυτός είχε πιστέψει, και είχε τελευταία βαφτιστεί από τους συνεργάτες του Άμπνερ. Δεν ζήτησε από τον Ιησού να γιατρευτεί, αλλά ο Κύριος γνώριζε πολύ καλά πως ο άρρωστος αυτός είχε έρθει στο γεύμα με την ελπίδα να αποφύγει τα πλήθη που τον συμπίεζαν και να μπορέσει έτσι ευκολότερα να τραβήξει την προσοχή του. Ο άνδρας γνώριζε ότι την περίοδο εκείνη γινόντουσαν λίγα θαύματα. Όμως, βαθιά μέσα του πίστευε ότι η δυσμενής κατάστασή του ίσως να προκαλούσε τη συμπόνια του Κυρίου. Και δεν έκανε λάθος, γιατί, όταν μπήκε στο δωμάτιο, αμφότεροι ο Ιησούς και ο δικαιοφανής Φαρισαίος από την Ιερουσαλήμ τον πρόσεξαν. Ο Φαρισαίος δεν άργησε να εκφράσει την ενόχλησή του, ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν θα έπρεπε να εισέρχονται στο δωμάτιο. Ο Ιησούς όμως κοίταξε τον άρρωστο και του χαμογέλασε τόσο ευγενικά ώστε αυτός πλησίασε και κάθισε πάνω στο πάτωμα. Καθώς το γεύμα τελείωνε, ο Κύριος κοίταξε τους συνδαιτυμόνες και μετά, ρίχνοντας ματιές με νόημα στον άνδρα με την υδρωπικία, είπε: «Φίλοι μου, διδάσκαλοι του Ισραήλ και μορφωμένοι νομομαθείς, θα ήθελα να σας κάνω μια ερώτηση: Είναι νόμιμο να γιατρεύει κανείς τους αρρώστους το Σάββατο, ή όχι;». Εκείνοι όμως που βρισκόντουσαν εκεί, γνώριζαν τον Ιησού πολύ καλά. Κρατήθηκαν σε σιωπή. Δεν απάντησαν στην ερώτησή του. |
|
167:1.4 (1834.2) Near the end of the meal there came in from the street a man long afflicted with a chronic disease and now in a dropsical condition. This man was a believer, having recently been baptized by Abner’s associates. He made no request of Jesus for healing, but the Master knew full well that this afflicted man came to this breakfast hoping thereby to escape the crowds which thronged him and thus be more likely to engage his attention. This man knew that few miracles were then being performed; however, he had reasoned in his heart that his sorry plight might possibly appeal to the Master’s compassion. And he was not mistaken, for, when he entered the room, both Jesus and the self-righteous Pharisee from Jerusalem took notice of him. The Pharisee was not slow to voice his resentment that such a one should be permitted to enter the room. But Jesus looked upon the sick man and smiled so benignly that he drew near and sat down upon the floor. As the meal was ending, the Master looked over his fellow guests and then, after glancing significantly at the man with dropsy, said: “My friends, teachers in Israel and learned lawyers, I would like to ask you a question: Is it lawful to heal the sick and afflicted on the Sabbath day, or not?” But those who were there present knew Jesus too well; they held their peace; they answered not his question. |
167:1.5 (1834.3) Μετά ο Ιησούς πήγε εκεί που ο άρρωστος ήταν καθισμένος και πιάνοντάς τον από το χέρι, είπε: «Σήκω και πήγαινε. Δεν ζήτησες να γιατρευτείς, αλλά γνωρίζω την επιθυμία της καρδιάς σου και την πίστη της ψυχής σου». Πριν ο άνδρας αφήσει το δωμάτιο, ο Ιησούς επέστρεψε στο κάθισμά του και, απευθυνόμενος σε εκείνους που βρίσκονταν στο τραπέζι, είπε: «Τέτοια έργα κάνει ο Πατέρας μου, όχι για να σας δελεάσει να εισέλθετε στη βασιλεία, αλλά για να αποκαλύψει τον εαυτό του σε εκείνους που είναι ήδη στη βασιλεία. Μπορείτε να αντιληφθείτε ότι σαν Πατέρας κάνει ακριβώς ό,τι θα κάνατε και σεις, γιατί ποιος από σας, έχοντας ένα αγαπημένο ζωάκι που έπεσε στο πηγάδι το Σάββατο, δεν θα το έβγαζε αμέσως έξω;». Και αφού δεν του απάντησε κανένας, και καθόσον ο οικοδεσπότης του προφανώς ενέκρινε όσα συνέβαιναν, ο Ιησούς σηκώθηκε όρθιος και μίλησε σε όλους τους παρόντες: «Αδέλφια μου, όταν σας έχουν προσκαλέσει σε γάμο, να μην κάθεστε στην πρώτη θέση, για το φόβο μήπως και κάποιος πιο σπουδαίος από σας, έχει προσκληθεί και ο οικοδεσπότης θα πρέπει τότε να έρθει και να ζητήσει να δώσετε τη θέση σας σε αυτόν τον άλλο επίσημο προσκεκλημένο. Στην περίπτωση αυτή, ντροπιασμένοι θα αναγκασθείτε να πάρετε μια θέση στο τραπέζι, λιγότερο σπουδαία. Όταν προσκαλείστε σε γιορτή, θα ήταν φρόνιμο, καθώς πλησιάζετε στο γιορτινό τραπέζι, να αναζητήσετε την τελευταία θέση και να καθίσετε εκεί, έτσι ώστε, όταν ο οικοδεσπότης κοιτάξει τους καλεσμένους του, να σας πει: ‘Φίλε μου, γιατί κάθεσαι στην τελευταία θέση; Έλα παραπάνω, και τότε θα είναι τιμή αυτό για σας ενώπιον των άλλων προσκεκλημένων. Μη ξεχνάτε ότι όποιος εξυψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, ενώ αυτός που αληθινά ταπεινώνει τον εαυτό του θα εξυψωθεί. Επομένως, όταν προσκαλείτε σε γεύμα, ή δίνετε κάποιο δείπνο, μη προσκαλείτε πάντα φίλους σας, αδελφούς σας, συγγενείς σας ή τους πλούσιους γείτονές σας, οι οποίοι σαν ανταπόδοση ίσως να σας καλέσουν στις γιορτές τους, και έτσι θα ανταμειφθείτε. Όταν δίνετε ένα επίσημο γεύμα, περιστασιακά να καλείτε τους φτωχούς, τους σακάτηδες και τους τυφλούς. Με τον τρόπο αυτό θα είστε ευλογημένοι γιατί γνωρίζετε καλά ότι οι κουτσοί και οι ανίκανοι δεν θα μπορέσουν να σας ξεπληρώσουν για το γεμάτο αγάπη ενδιαφέρον σας». |
|
167:1.5 (1834.3) Then went Jesus over to where the sick man sat and, taking him by the hand, said: “Arise and go your way. You have not asked to be healed, but I know the desire of your heart and the faith of your soul.” Before the man left the room, Jesus returned to his seat and, addressing those at the table, said: “Such works my Father does, not to tempt you into the kingdom, but to reveal himself to those who are already in the kingdom. You can perceive that it would be like the Father to do just such things because which one of you, having a favorite animal that fell in the well on the Sabbath day, would not go right out and draw him up?” And since no one would answer him, and inasmuch as his host evidently approved of what was going on, Jesus stood up and spoke to all present: “My brethren, when you are bidden to a marriage feast, sit not down in the chief seat, lest, perchance, a more honored man than you has been invited, and the host will have to come to you and request that you give your place to this other and honored guest. In this event, with shame you will be required to take a lower place at the table. When you are bidden to a feast, it would be the part of wisdom, on arriving at the festive table, to seek for the lowest place and take your seat therein, so that, when the host looks over the guests, he may say to you: ‘My friend, why sit in the seat of the least? come up higher’; and thus will such a one have glory in the presence of his fellow guests. Forget not, every one who exalts himself shall be humbled, while he who truly humbles himself shall be exalted. Therefore, when you entertain at dinner or give a supper, invite not always your friends, your brethren, your kinsmen, or your rich neighbors that they in return may bid you to their feasts, and thus will you be recompensed. When you give a banquet, sometimes bid the poor, the maimed, and the blind. In this way you shall be blessed in your heart, for you well know that the lame and the halt cannot repay you for your loving ministry.” |
2. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ ^top |
|
2. Parable of the Great Supper ^top |
167:2.1 (1835.1) Όταν ο Ιησούς σταμάτησε να μιλάει στο τραπέζι του Φαρισαίου, που προγευμάτιζαν, ένας νομομαθής που ήταν παρών, επιθυμώντας να σπάσει τη σιωπή, είπε χωρίς να σκεφτεί: «Ευλογημένος είναι αυτός που θα γευθεί ψωμί στη βασιλεία του Θεού» – κι αυτό ήταν μια συνηθισμένη παροιμία εκείνης της εποχής. Και τότε ο Ιησούς είπε μια παραβολή, την οποία ακόμα και ο φιλικός οικοδεσπότης του αναγκάστηκε να πάρει κατάκαρδα. Είπε ο Ιησούς: |
|
167:2.1 (1835.1) As Jesus finished speaking at the breakfast table of the Pharisee, one of the lawyers present, desiring to relieve the silence, thoughtlessly said: “Blessed is he who shall eat bread in the kingdom of God”—that being a common saying of those days. And then Jesus spoke a parable, which even his friendly host was compelled to take to heart. He said: |
167:2.2 (1835.2) «Κάποιος κυβερνήτης έδωσε ένα μεγάλο δείπνο και έχοντας προσκαλέσει πολλούς, έστειλε τους υπηρέτες του την ώρα του δείπνου να πουν σε όσους ήταν καλεσμένοι, ‘Ελάτε, διότι όλα είναι πια έτοιμα’. Αλλ’ άρχισαν όλοι δια μιας να δικαιολογούνται’. Ο πρώτος είπε, ‘Μόλις αγόρασα ένα χωράφι και είμαι αναγκασμένος να πάω να το επικυρώσω. Σε παρακαλώ θεώρησέ με δικαιολογημένο’. Κάποιος άλλος είπε, ‘Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πρέπει να πάω να τα πάρω, σε παρακαλώ θεώρησέ με δικαιολογημένο’. Και άλλος είπε, ‘Μόλις παντρεύτηκα και επομένως δεν μπορώ να έλθω’. Έτσι οι υπηρέτες επέστρεψαν και ανέφεραν στον αφέντη τους αυτά. Όταν ο οικοδεσπότης το άκουσε, οργίστηκε πολύ, και είπε στους υπηρέτες του: ‘Έχω ετοιμάσει τη γιορτή του γάμου, τα θρεφτάρια έχουν σφαχτεί, και όλα είναι έτοιμα για τους καλεσμένους μου, αλλά αυτοί απέρριψαν την πρόσκλησή μου. Ο καθένας πήγε στα χωράφια του και στα εμπορεύματά του και δεν σέβονται ούτε τους υπηρέτες μου που τους ζήτησαν να έρθουν στη γιορτή μου. Βγείτε γρήγορα, λοιπόν, έξω στις οδούς και στα σοκάκια της πόλης, έξω στις λεωφόρους και στα δρομάκια και φέρτε εδώ τους φτωχούς και τους κυνηγημένους, τους τυφλούς και τους ανάπηρους, γιατί η γιορτή του γάμου πρέπει να έχει προσκεκλημένους’. Και οι υπηρέτες έκαναν όπως τους διέταξε ο κύριός τους και υπήρχε ακόμη χώρος και γι άλλους καλεσμένους. Τότε είπε ο κύριος στους υπηρέτες: ‘Βγείτε λοιπόν στους δρόμους και στην εξοχή και αναγκάστε όσους βρίσκονται εκεί να έρθουν ώστε να γεμίσει το σπίτι μου. Ανακοινώνω ότι κανένας από εκείνους που είχαν προσκληθεί την πρώτη φορά δεν θα γευθεί το δείπνο μου’. Και οι υπηρέτες έκαναν όπως τους διέταξε ο κύριός τους και το σπίτι γέμισε». |
|
167:2.2 (1835.2) “A certain ruler gave a great supper, and having bidden many guests, he dispatched his servants at suppertime to say to those who were invited, ‘Come, for everything is now ready.’ And they all with one accord began to make excuses. The first said, ‘I have just bought a farm, and I must needs go to prove it; I pray you have me excused.’ Another said, ‘I have bought five yoke of oxen, and I must go to receive them; I pray you have me excused.’ And another said, ‘I have just married a wife, and therefore I cannot come.’ So the servants went back and reported this to their master. When the master of the house heard this, he was very angry, and turning to his servants, he said: ‘I have made ready this marriage feast; the fatlings are killed, and all is in readiness for my guests, but they have spurned my invitation; they have gone every man after his lands and his merchandise, and they even show disrespect to my servants who bid them come to my feast. Go out quickly, therefore, into the streets and lanes of the city, out into the highways and the byways, and bring hither the poor and the outcast, the blind and the lame, that the marriage feast may have guests.’ And the servants did as their lord commanded, and even then there was room for more guests. Then said the lord to his servants: ‘Go now out into the roads and the countryside and constrain those who are there to come in that my house may be filled. I declare that none of those who were first bidden shall taste of my supper.’ And the servants did as their master commanded, and the house was filled.” |
167:2.3 (1835.3) Και αφού άκουσαν τα λόγια αυτά, αναχώρησαν. Καθένας πήγε σπίτι του. Ένας όμως από τους χλευάζοντας Φαρισαίους, που ήταν παρών εκείνο το πρωινό, κατανόησε τη σημασία της παραβολής, γιατί βαφτίστηκε την ημέρα εκείνη και ομολόγησε δημόσια την πίστη του στο ευαγγέλιο της βασιλείας. Ο Άμπνερ κήρυξε την παραβολή αυτή την ίδια εκείνη νύχτα στο γενικό συμβούλιο των πιστών. |
|
167:2.3 (1835.3) And when they heard these words, they departed; every man went to his own place. At least one of the sneering Pharisees present that morning comprehended the meaning of this parable, for he was baptized that day and made public confession of his faith in the gospel of the kingdom. Abner preached on this parable that night at the general council of believers. |
167:2.4 (1835.4) Την επομένη όλοι οι απόστολοι ασχολήθηκαν με τη φιλοσοφική άσκηση του να επιχειρήσουν να ερμηνεύσουν τη σημασία της παραβολής του μεγάλου δείπνου. Αν και ο Ιησούς άκουσε με ενδιαφέρον όλες τις διαφορετικές ερμηνείες, αρνήθηκε σταθερά να τους προσφέρει περισσότερη βοήθεια για την κατανόηση της παραβολής. Είπε μόνο: «Ας ανακαλύψει καθένας μέσα στην ψυχή του τη σημασία για τον εαυτό του». |
|
167:2.4 (1835.4) The next day all of the apostles engaged in the philosophic exercise of endeavoring to interpret the meaning of this parable of the great supper. Though Jesus listened with interest to all of these differing interpretations, he steadfastly refused to offer them further help in understanding the parable. He would only say, “Let every man find out the meaning for himself and in his own soul.” |
3. Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ^top |
|
3. The Woman with the Spirit of Infirmity ^top |
167:3.1 (1835.5) Ο Άμπνερ είχε κανονίσει για τον Κύριο, να διδάξει στη συναγωγή το Σάββατο, η πρώτη φορά που ο Ιησούς θα εμφανιζόταν στη συναγωγή από τότε που είχαν όλες κλείσει για τις διδασκαλίες του κατά διαταγή του Σανχεντρίν. Στο τέλος της λειτουργίας, ο Ιησούς κοίταξε κάτω μπροστά του, μια ηλικιωμένη γυναίκα που είχε καταπτοημένη έκφραση και η οποία έσκυβε πολύ. Η γυναίκα αυτή βασανιζόταν από φόβο και όλη η χαρά είχε φύγει από τη ζωή της. Καθώς ο Ιησούς κατέβηκε από τον άμβωνα, πήγε προς το μέρος της και, αγγίζοντας το σκυμμένο σώμα της στον ώμο, είπε: «Γυναίκα, αν μόνο πιστέψεις, θα ελευθερωθείς από το πνεύμα της αναπηρίας». Και η γυναίκα αυτή, που έσκυβε κάτω και την καταπίεζε ο φόβος για περισσότερα από δεκαοκτώ χρόνια, πίστεψε τα λόγια του Κυρίου και από την πίστη της ίσιωσε αμέσως το κορμί της. Όταν η γυναίκα είδε ότι είχε ανορθωθεί, ύψωσε τη φωνή της και δόξασε το Θεό. |
|
167:3.1 (1835.5) Abner had arranged for the Master to teach in the synagogue on this Sabbath day, the first time Jesus had appeared in a synagogue since they had all been closed to his teachings by order of the Sanhedrin. At the conclusion of the service Jesus looked down before him upon an elderly woman who wore a downcast expression, and who was much bent in form. This woman had long been fear-ridden, and all joy had passed out of her life. As Jesus stepped down from the pulpit, he went over to her and, touching her bowed-over form on the shoulder, said: “Woman, if you would only believe, you could be wholly loosed from your spirit of infirmity.” And this woman, who had been bowed down and bound up by the depressions of fear for more than eighteen years, believed the words of the Master and by faith straightened up immediately. When this woman saw that she had been made straight, she lifted up her voice and glorified God. |
167:3.2 (1836.1) Παρόλο που η αρρώστια της γυναίκας αυτής ήταν μόνο πνευματική, το σκυμμένο σώμα της ήταν το αποτέλεσμα του καταπιεσμένου μυαλού της, ο κόσμος σκέφτηκε ότι ο Ιησούς την είχε θεραπεύσει από μια πραγματική σωματική διαταραχή. Αν και το εκκλησίασμα της συναγωγής στη Φιλαδέλφεια ήταν φιλικό απέναντι στις διδασκαλίες του Ιησού, ο αρχηγός της συναγωγής ήταν ένας εχθρικός Φαρισαίος. Καθώς λοιπόν μοιραζόταν τη γνώμη του εκκλησιάσματος, ότι ο Ιησούς είχε θεραπεύσει μια σωματική διαταραχή, και όντας αγανακτισμένος επειδή ο Ιησούς είχε τολμήσει να κάνει τέτοιο πράγμα το Σάββατο, σηκώθηκε και ενώπιον του εκκλησιάσματος είπε: «Δεν υπάρχουν έξι ημέρες κατά τις οποίες οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν όλες τις δουλειές τους; Να έρχεστε λοιπόν, αυτές τις εργάσιμες ημέρες και να θεραπεύεστε, και όχι την ημέρα του Σαββάτου». |
|
167:3.2 (1836.1) Notwithstanding that this woman’s affliction was wholly mental, her bowed-over form being the result of her depressed mind, the people thought that Jesus had healed a real physical disorder. Although the congregation of the synagogue at Philadelphia was friendly toward the teachings of Jesus, the chief ruler of the synagogue was an unfriendly Pharisee. And as he shared the opinion of the congregation that Jesus had healed a physical disorder, and being indignant because Jesus had presumed to do such a thing on the Sabbath, he stood up before the congregation and said: “Are there not six days in which men should do all their work? In these working days come, therefore, and be healed, but not on the Sabbath day.” |
167:3.3 (1836.2) Όταν ο εχθρικός αρχισυνάγωγος μίλησε έτσι, ο Ιησούς επέστρεψε στο βάθρο των ομιλητών και είπε: «Γιατί είστε υποκριτές; Μήπως δεν λύνει ο καθένας από σας , το Σάββατο, το βόδι του από το παχνί και το φέρνει να το ποτίσει; Αν μια τέτοια εργασία επιτρέπεται το Σάββατο, δεν θα πρέπει αυτή η γυναίκα, κόρη του Αβραάμ, που είναι δεμένη από τον πονηρό για δεκαοκτώ χρόνια, να ελευθερωθεί από τα δεσμά και να οδηγηθεί ώστε να πάρει μέρος και αυτή στο ύδωρ της ελευθερίας και της ζωής, ακόμα και το Σάββατο;». Και καθώς η γυναίκα συνέχισε να δοξάζει το Θεό, ο επικριτής του ντροπιάστηκε και το εκκλησίασμα χαιρόταν με αυτήν που είχε γιατρευτεί. |
|
167:3.3 (1836.2) When the unfriendly ruler had thus spoken, Jesus returned to the speaker’s platform and said: “Why play the part of hypocrites? Does not every one of you, on the Sabbath, loose his ox from the stall and lead him forth for watering? If such a service is permissible on the Sabbath day, should not this woman, a daughter of Abraham who has been bound down by evil these eighteen years, be loosed from this bondage and led forth to partake of the waters of liberty and life, even on this Sabbath day?” And as the woman continued to glorify God, his critic was put to shame, and the congregation rejoiced with her that she had been healed. |
167:3.4 (1836.3) Σαν αποτέλεσμα της δημόσιας επίκρισής του για τον Ιησού το Σάββατο, ο αρχισυνάγωγος παύθηκε από τη θέση του και τοποθετήθηκε ένας οπαδός του Ιησού. |
|
167:3.4 (1836.3) As a result of his public criticism of Jesus on this Sabbath the chief ruler of the synagogue was deposed, and a follower of Jesus was put in his place. |
167:3.5 (1836.4) Ο Ιησούς συχνά ελευθέρωνε τέτοια θύματα του φόβου από το πνεύμα της αναπηρίας τους, από την καταπίεση του μυαλού τους, και από τα δεσμά του φόβου. |
|
167:3.5 (1836.4) Jesus frequently delivered such victims of fear from their spirit of infirmity, from their depression of mind, and from their bondage of fear. But the people thought that all such afflictions were either physical disorders or possession of evil spirits. |
167:3.6 (1836.5) Την επομένη, ο Ιησούς και οι δέκα απόστολοι θα ξεκινούσαν για να επιστρέψουν στην κατασκήνωση της Πέλλας, αλλά ματαιώθηκε από την άφιξη ενός αγγελιαφόρου του Δαυίδ, ο οποίος έφερε ένα επείγον μήνυμα στον Ιησού από τους φίλους του στη Βηθανία, κοντά στην Ιερουσαλήμ. |
|
167:3.6 (1836.5) Jesus taught again in the synagogue on Sunday, and many were baptized by Abner at noon on that day in the river which flowed south of the city. On the morrow Jesus and the ten apostles would have started back to the Pella encampment but for the arrival of one of David’s messengers, who brought an urgent message to Jesus from his friends at Bethany, near Jerusalem. |
4. ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ ^top |
|
4. The Message from Bethany ^top |
167:4.1 (1836.6) Πολύ αργά την Κυριακή το βράδυ, 26 Φεβρουαρίου, ένας δρομέας από τη Βηθανία έφτασε στη Φιλαδέλφεια, φέρνοντας ένα μήνυμα από τη Μάρθα και τη Μαρία το οποίο έλεγε: «Κύριε, αυτός που αγαπάς είναι βαριά άρρωστος». Το μήνυμα αυτό έφτασε στον Ιησού στο τέλος της βραδινής συγκέντρωσης και ακριβώς τη στιγμή που απομακρυνόταν από τους αποστόλους για να κοιμηθεί. Στην αρχή ο Ιησούς δεν απάντησε. Συνέβη τότε ένα από εκείνα τα παράξενα διαλείμματα, ένα διάστημα που φαινόταν ότι βρισκόταν σε επικοινωνία με κάτι έξω, και πέρα από τον ίδιο. Ύστερα, αναζητώντας τον, απευθύνθηκε στον αγγελιαφόρο εις επήκοον των αποστόλων, λέγοντας: «Αυτή η ασθένεια δεν θα καταλήξει σε θάνατο, μην αμφιβάλετε ότι θα χρησιμοποιηθεί για να δοξασθεί ο Θεός και να εξυψωθεί ο Υιός». |
|
167:4.1 (1836.6) Very late on Sunday night, February 26, a runner from Bethany arrived at Philadelphia, bringing a message from Martha and Mary which said, “Lord, he whom you love is very sick.” This message reached Jesus at the close of the evening conference and just as he was taking leave of the apostles for the night. At first Jesus made no reply. There occurred one of those strange interludes, a time when he appeared to be in communication with something outside of, and beyond, himself. And then, looking up, he addressed the messenger in the hearing of the apostles, saying: “This sickness is really not to the death. Doubt not that it may be used to glorify God and exalt the Son.” |
167:4.2 (1837.1) Ο Ιησούς αγαπούσε πολύ τη Μαρία , τη Μάρθα και τον αδελφό τους το Λάζαρο. Τους αγαπούσε με μια θερμή αγάπη. Η πρώτη και ανθρώπινη σκέψη του ήταν να πάει αμέσως προς βοήθειά τους, αλλά μια άλλη ιδέα ήρθε στο δυαδικό μυαλό του. Είχε σχεδόν εγκαταλείψει την ελπίδα ότι οι Ιουδαίοι αρχηγοί στην Ιερουσαλήμ θα αποδεχόντουσαν ποτέ τη βασιλεία, αγαπούσε όμως ακόμα το λαό του, και τώρα του παρουσιαζόταν ένα σχέδιο δια του οποίου οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι της Ιερουσαλήμ μπορεί να είχαν μια ευκαιρία ακόμη να δεχτούν τις διδασκαλίες του, και αποφάσισε, σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα του, να κάνει αυτή την τελευταία ικεσία προς την Ιερουσαλήμ, το πιο πλήρες και θαυμάσιο έργο όλης της ανθρώπινης σταδιοδρομίας του. Οι Ιουδαίοι ήταν προσκολλημένοι στην ιδέα του ελευθερωτή που έκανε θαύματα. Και παρόλο που αρνείτο να υποκύψει στην εκτέλεση θαυμάτων ή στη θέσπιση εγκόσμιων επιδείξεων πολιτικής ισχύος, τώρα ζήτησε τη συγκατάθεση του Πατέρα για την εκδήλωση της μέχρι τώρα μη επιδειχθείσας δύναμής του πάνω στη ζωή και το θάνατο. |
|
167:4.2 (1837.1) Jesus was very fond of Martha, Mary, and their brother, Lazarus; he loved them with a fervent affection. His first and human thought was to go to their assistance at once, but another idea came into his combined mind. He had almost given up hope that the Jewish leaders at Jerusalem would ever accept the kingdom, but he still loved his people, and there now occurred to him a plan whereby the scribes and Pharisees of Jerusalem might have one more chance to accept his teachings; and he decided, his Father willing, to make this last appeal to Jerusalem the most profound and stupendous outward working of his entire earth career. The Jews clung to the idea of a wonder-working deliverer. And though he refused to stoop to the performance of material wonders or to the enactment of temporal exhibitions of political power, he did now ask the Father’s consent for the manifestation of his hitherto unexhibited power over life and death. |
167:4.3 (1837.2) Οι Ιουδαίοι είχαν τη συνήθεια να θάβουν τους νεκρούς τους την ημέρα της αποδημίας τους. Αυτή ήταν μια αναγκαία πρακτική για ένα τόσο θερμό κλίμα. Συνέβαινε συχνά να βάζουν στον τάφο κάποιον που ήταν εν μέρει σε κωματώδη κατάσταση, έτσι ώστε τη δεύτερη ή ακόμα την τρίτη ημέρα αυτός ο κάποιος έβγαινε από τον τάφο. Αλλά ήταν πιστεύω των Ιουδαίων ότι , ενώ το πνεύμα ή η ψυχή ίσως να παρέμενε κοντά στο σώμα για δυο-τρεις ημέρες, ποτέ δεν παρέμενε μετά την τέταρτη ημέρα. Η αποσύνθεση είχε προχωρήσει την τέταρτη ημέρα αρκετά και κανένας δεν επέστρεφε ποτέ από τον τάφο μετά το πέρας αυτής της περιόδου. Και ήταν γι αυτούς τους λόγους που ο Ιησούς παρέμεινε στη Φιλαδέλφεια δυο ακόμα ημέρες, προτού ετοιμαστεί να ξεκινήσει για τη Βηθανία. |
|
167:4.3 (1837.2) The Jews were in the habit of burying their dead on the day of their demise; this was a necessary practice in such a warm climate. It often happened that they put in the tomb one who was merely comatose, so that on the second or even the third day, such a one would come forth from the tomb. But it was the belief of the Jews that, while the spirit or soul might linger near the body for two or three days, it never tarried after the third day; that decay was well advanced by the fourth day, and that no one ever returned from the tomb after the lapse of such a period. And it was for these reasons that Jesus tarried yet two full days in Philadelphia before he made ready to start for Bethany. |
167:4.4 (1837.3) Συνεπώς, νωρίς το πρωί της Τετάρτης είπε στους αποστόλους του: «Ας ετοιμαστούμε γρήγορα να πάμε πάλι στην Ιουδαία». Και όταν οι απόστολοι άκουσαν τον Κύριό τους να το λέγει αυτό, αποτραβήχτηκαν μόνοι μεταξύ τους για να κάνουν συμβούλιο. Ο Ιάκωβος ανέλαβε το συντονισμό της σύσκεψης, και όλοι συμφώνησαν ότι ήταν τελείως ανόητο να επιτρέψουν στον Ιησού να πάει πάλι στην Ιουδαία, και όλοι από κοινού σαν ένας άνδρας, επέστρεψαν να τον ενημερώσουν. Είπε ο Ιάκωβος: «Κύριε, ήσουν στην Ιερουσαλήμ λίγες εβδομάδες πρωτύτερα, και οι αρχηγοί ζήτησαν να σε θανατώσουν, ενώ ο λαός ήθελε να σε λιθοβολήσει. Εκείνη την εποχή τους έδωσες την ευκαιρία να δεχτούν την αλήθεια και δεν θα σου επιτρέψουμε να πας πάλι στην Ιουδαία. |
|
167:4.4 (1837.3) Accordingly, early on Wednesday morning he said to his apostles: “Let us prepare at once to go into Judea again.” And when the apostles heard their Master say this, they drew off by themselves for a time to take counsel of one another. James assumed the direction of the conference, and they all agreed that it was only folly to allow Jesus to go again into Judea, and they came back as one man and so informed him. Said James: “Master, you were in Jerusalem a few weeks back, and the leaders sought your death, while the people were minded to stone you. At that time you gave these men their chance to receive the truth, and we will not permit you to go again into Judea.” |
167:4.5 (1837.4) Τότε είπε ο Ιησούς: «Δεν καταλαβαίνετε όμως ότι υπάρχουν δώδεκα ώρες στην ημέρα, κατά τις οποίες μπορεί να γίνει με ασφάλεια η εργασία; Αν ένας βαδίζει την ημέρα, δεν παραπατάει εφόσον έχει φως. Αν ένας βαδίζει στο σκοτάδι, είναι πιθανό να παραπατήσει αφού δεν έχει φως. Όσο διαρκεί η μέρα μου, δεν φοβάμαι να εισέλθω στην Ιουδαία. Θα κάνω ένα ακόμα έργο δύναμης για τους Ιουδαίους αυτούς. Θα τους δώσω μια ευκαιρία ακόμη να πιστέψουν, ακόμα και με τους δικούς τους όρους – δηλαδή συνθήκες εξωτερικής δόξας και ορατή εκδήλωση της δύναμης του Πατέρα και της αγάπης τού Υιού. Εξάλλου, δεν καταλαβαίνετε ότι ο φίλος μας ο Λάζαρος έχει κοιμηθεί και θα πάω να τον ξυπνήσω!». |
|
167:4.5 (1837.4) Then said Jesus: “But do you not understand that there are twelve hours of the day in which work may safely be done? If a man walks in the day, he does not stumble inasmuch as he has light. If a man walks in the night, he is liable to stumble since he is without light. As long as my day lasts, I fear not to enter Judea. I would do one more mighty work for these Jews; I would give them one more chance to believe, even on their own terms—conditions of outward glory and the visible manifestation of the power of the Father and the love of the Son. Besides, do you not realize that our friend Lazarus has fallen asleep, and I would go to awake him out of this sleep!” |
167:4.6 (1837.5) Τότε είπε ένας από τους αποστόλους: «Κύριε, αν ο Λάζαρος έχει κοιμηθεί, τότε σίγουρα θα γίνει καλά». Ήταν συνήθειο των Ιουδαίων εκείνης της εποχής να μιλούν για το θάνατο σαν να ήταν μια μορφή ύπνου, καθώς όμως οι απόστολοι δεν κατάλαβαν ότι ο Ιησούς εννοούσε πως ο Λάζαρος είχε αναχωρήσει από τον κόσμο αυτό, είπε τώρα ξεκάθαρα: «Ο Λάζαρος είναι νεκρός. Και είμαι ευτυχής προς χάριν δική σας, ακόμα και αν οι άλλοι δεν σωθούν από το γεγονός αυτό, που δεν ήμουν εκεί δηλαδή, διότι εσείς θα έχετε τελικά μια νέα αιτία για να πιστέψετε σε μένα. Και από αυτό που θα δείτε, θα πάρετε δύναμη προετοιμαζόμενοι για την ημέρα εκείνη όταν θα φύγω από κοντά σας για να πάω στον Πατέρα μου». |
|
167:4.6 (1837.5) Then said one of the apostles: “Master, if Lazarus has fallen asleep, then will he the more surely recover.” It was the custom of the Jews at that time to speak of death as a form of sleep, but as the apostles did not understand that Jesus meant that Lazarus had departed from this world, he now said plainly: “Lazarus is dead. And I am glad for your sakes, even if the others are not thereby saved, that I was not there, to the end that you shall now have new cause to believe in me; and by that which you will witness, you should all be strengthened in preparation for that day when I shall take leave of you and go to the Father.” |
167:4.7 (1838.1) Αφού δεν μπόρεσαν να τον μεταπείσουν να αποφύγει να πάει στην Ιουδαία, και αφού μερικοί από τους αποστόλους ήταν απρόθυμοι ακόμα και να τον συνοδέψουν, ο Θωμάς απευθύνθηκε στους συντρόφους του, λέγοντας: «Είπαμε τους φόβους μας στον Κύριο, αλλά αυτός είναι αποφασισμένος να πάει στη Βηθανία. Είμαι ικανοποιημένος που σήμανε το τέλος. Θα τον σκοτώσουν σίγουρα, αλλά αν αυτή είναι η επιλογή του Κυρίου, τότε ας εκπληρώσουμε το καθήκον μας σαν θαρραλέοι άνθρωποι. Ας πάμε να πεθάνουμε μαζί του». Έτσι και έγινε. Σε θέματα που απαιτείτο προμελετημένο και παρατεινόμενο θάρρος, ο Θωμάς ήταν πάντα το κύριο στήριγμα των δώδεκα αποστόλων. |
|
167:4.7 (1838.1) When they could not persuade him to refrain from going into Judea, and when some of the apostles were loath even to accompany him, Thomas addressed his fellows, saying: “We have told the Master our fears, but he is determined to go to Bethany. I am satisfied it means the end; they will surely kill him, but if that is the Master’s choice, then let us acquit ourselves like men of courage; let us go also that we may die with him.” And it was ever so; in matters requiring deliberate and sustained courage, Thomas was always the mainstay of the twelve apostles. |
5. ΚΑΘ’ ΟΔΟΝ ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ ^top |
|
5. On the Way to Bethany ^top |
167:5.1 (1838.2) Στο δρόμο για την Ιουδαία ο Ιησούς ακολουθείτο από μια ομάδα σχεδόν πενήντα φίλων και εχθρών του. Στο μεσημεριανό τους γεύμα, την Τετάρτη, μίλησε στους αποστόλους του και την ομάδα που τον ακολουθούσε για τους «Όρους της Σωτηρίας», και στο τέλος του μαθήματος είπε την παραβολή του Φαρισαίου και του Τελώνη (φοροεισπράκτορα). Είπε ο Ιησούς: «Βλέπετε, λοιπόν, ότι ο Πατέρας δίνει τη σωτηρία στα παιδιά των ανθρώπων, και η σωτηρία αυτή είναι δώρο σε όλους που έχουν πίστη να δεχτούν τη συγγένεια με τη θεία οικογένεια. Δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να κάνει ο άνθρωπος για να κερδίσει τη σωτηρία αυτή. Τα έργα της αυτοδικαίωσης δεν μπορούν να εξαγοράσουν την εύνοια του Θεού, και η πολλή δημόσια προσευχή δεν θα εξιλεώσει από την έλλειψη της ζωντανής πίστης της καρδιάς. Άνθρωποι, μπορεί να εξαπατάτε από την εργασία που φαίνεται ότι κάνετε, αλλά ο Θεός κοιτάζει μέσα στις ψυχές σας. Ό,τι σας λέγω απεικονίζεται πολύ καλά από δυο ανθρώπους που πήγαν στο ναό για να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε και προσευχήθηκε για τον εαυτό του: ‘Ω Θεέ, σ’ ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους υπόλοιπους ανθρώπους, εκβιαστές, αμόρφωτους, άδικους, μοιχούς ή ακόμα σαν και αυτόν τον τελώνη. Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα, δίνω το δέκατο από όσα αποκτώ’. Ο τελώνης όμως, στεκότανε μακριά και δεν ήθελε να σηκώσει τα μάτια του στον ουρανό αλλά κτυπούσε το στήθος του κι’ έλεγε, ‘Θεέ, ελέησέ με τον αμαρτωλό’. Σας λέγω ότι ο τελώνης πήγε στο σπίτι του δικαιωμένος από το Θεό παρά ο Φαρισαίος, γιατί ο καθένας που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, εκείνος όμως που ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί». |
|
167:5.1 (1838.2) On the way to Judea Jesus was followed by a company of almost fifty of his friends and enemies. At their noon lunchtime, on Wednesday, he talked to his apostles and this group of followers on the “Terms of Salvation,” and at the end of this lesson told the parable of the Pharisee and the publican (a tax collector). Said Jesus: “You see, then, that the Father gives salvation to the children of men, and this salvation is a free gift to all who have the faith to receive sonship in the divine family. There is nothing man can do to earn this salvation. Works of self-righteousness cannot buy the favor of God, and much praying in public will not atone for lack of living faith in the heart. Men you may deceive by your outward service, but God looks into your souls. What I am telling you is well illustrated by two men who went into the temple to pray, the one a Pharisee and the other a publican. The Pharisee stood and prayed to himself: ‘O God, I thank you that I am not like the rest of men, extortioners, unlearned, unjust, adulterers, or even like this publican. I fast twice a week; I give tithes of all that I get.’ But the publican, standing afar off, would not so much as lift his eyes to heaven but smote his breast, saying, ‘God be merciful to me a sinner.’ I tell you that the publican went home with God’s approval rather than the Pharisee, for every one who exalts himself shall be humbled, but he who humbles himself shall be exalted.” |
167:5.2 (1838.3) Εκείνη τη νύχτα στην Ιεριχώ, οι εχθρικοί Φαρισαίοι προσπάθησαν να παγιδεύσουν τον Κύριο προτρέποντάς τον να συζητήσει για το γάμο και το διαζύγιο, καθώς έκαναν κάποτε οι συνάδελφοί τους στη Γαλιλαία, αλλά ο Ιησούς με επιδεξιότητα απόφυγε τις προσπάθειές τους να τον φέρουν σε σύγκρουση με τους νόμους τους που αφορούσαν το διαζύγιο. Όπως ο τελώνης και ο Φαρισαίος απεικόνιζαν την καλή και κακή θρησκεία, οι πρακτικές τους για το διαζύγιο εξυπηρετούσαν ώστε να αντικρούουν τους καλύτερους νόμους περί γάμου του ιουδαϊκού κώδικα, με την αισχρή χαλαρότητα των φαρισαϊκών ερμηνειών για τα νομοθετήματα του Μωυσέως σχετικά με το διαζύγιο. Ο Φαρισαίος έκρινε τον εαυτό του με τα χαμηλότερα κριτήρια. Ο τελώνης δωροδοκούσε τον εαυτό του με τα υψηλότερα ιδεώδη. Η αφοσίωση, κατά τον Φαρισαίο, ήταν ένα μέσο για να προκαλέσει τη φαινομενικά δίκαιη αδράνεια και την εξασφάλιση της λανθασμένης πνευματικής επιβεβαίωσης. Η αφοσίωση για τον τελώνη, ήταν ένα μέσο για να τραντάξει την ψυχή του ώστε να πραγματοποιήσει την ανάγκη για μετάνοια, εξομολόγηση και την απολαβή δια της πίστεως, της σπλαχνικής συγχώρεσης. Ο Φαρισαίος ζήτησε τη δικαίωση. Ο τελώνης ζήτησε το έλεος. Ο νόμος του σύμπαντος είναι: Ζητείστε και θα λάβετε, ψάξτε και θα βρείτε. |
|
167:5.2 (1838.3) That night, in Jericho, the unfriendly Pharisees sought to entrap the Master by inducing him to discuss marriage and divorce, as did their fellows one time in Galilee, but Jesus artfully avoided their efforts to bring him into conflict with their laws concerning divorce. As the publican and the Pharisee illustrated good and bad religion, their divorce practices served to contrast the better marriage laws of the Jewish code with the disgraceful laxity of the Pharisaic interpretations of these Mosaic divorce statutes. The Pharisee judged himself by the lowest standard; the publican squared himself by the highest ideal. Devotion, to the Pharisee, was a means of inducing self-righteous inactivity and the assurance of false spiritual security; devotion, to the publican, was a means of stirring up his soul to the realization of the need for repentance, confession, and the acceptance, by faith, of merciful forgiveness. The Pharisee sought justice; the publican sought mercy. The law of the universe is: Ask and you shall receive; seek and you shall find. |
167:5.3 (1838.4) Αν και ο Ιησούς αρνήθηκε να συρθεί σε μια αντιπαράθεση με τους Φαρισαίους σχετικά με το διαζύγιο, όμως κήρυξε μια κατηγορηματική διδασκαλία για τα ύψιστα ιδανικά που αφορούσαν το γάμο. Ανύψωσε το γάμο σαν την ιδεωδέστερη και ανώτατη από όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Παρόμοια, φανέρωσε δυνατή αποδοκιμασία για τις χαλαρές και άδικες πρακτικές περί διαζυγίου των Ιουδαίων της Ιερουσαλήμ, που εκείνη την εποχή επέτρεπαν σ’ έναν άνδρα να χωρίσει τη γυναίκα του για τους πιο ασήμαντους λόγους, όπως αν ήταν μαγείρισσα μικρής αξίας, ανίκανη νοικοκυρά ή για τον απλούστατο λόγο ότι είχε ερωτευτεί μια ομορφότερη γυναίκα. |
|
167:5.3 (1838.4) Though Jesus refused to be drawn into a controversy with the Pharisees concerning divorce, he did proclaim a positive teaching of the highest ideals regarding marriage. He exalted marriage as the most ideal and highest of all human relationships. Likewise, he intimated strong disapproval of the lax and unfair divorce practices of the Jerusalem Jews, who at that time permitted a man to divorce his wife for the most trifling of reasons, such as being a poor cook, a faulty housekeeper, or for no better reason than that he had become enamored of a better-looking woman. |
167:5.4 (1839.1) Οι Φαρισαίοι είχαν προχωρήσει ακόμα περισσότερο, διδάσκοντας ότι το εύκολο διαζύγιο για τόσο διαφορετικές αιτίες ήταν μια ειδική απονομή που είχε δωριθεί στον Ιουδαϊκό λαό, ιδιαίτερα στους Φαρισαίους. Και έτσι, ενώ ο Ιησούς αρνήθηκε να κάνει ανακοινώσεις που αφορούσαν το γάμο και το διαζύγιο, κατήγγειλε με πίκρα αυτό τον αισχρό εμπαιγμό της σχέσης του γάμου και επεσήμανε την αδικία τους προς τις γυναίκες και τα παιδιά. Δεν επεδοκίμασε ποτέ καμία πρακτική διαζυγίου που να έδινε κάποιο πλεονέκτημα στον άνδρα πάνω στη γυναίκα. Ο Κύριος ενεθάρρυνε μόνο εκείνες τις διδασκαλίες που παρείχαν στις γυναίκες ισότητα με τους άνδρες. |
|
167:5.4 (1839.1) The Pharisees had even gone so far as to teach that divorce of this easy variety was a special dispensation granted the Jewish people, particularly the Pharisees. And so, while Jesus refused to make pronouncements dealing with marriage and divorce, he did most bitterly denounce these shameful floutings of the marriage relationship and pointed out their injustice to women and children. He never sanctioned any divorce practice which gave man any advantage over woman; the Master countenanced only those teachings which accorded women equality with men. |
167:5.5 (1839.2) Αν και ο Ιησούς δεν προσέφερε καινούργιες εντολές για το πώς να διευθύνεται ο γάμος και το διαζύγιο, παρακίνησε όμως τους Ιουδαίους να ενεργούν σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους και τις ανώτερες διδασκαλίες. Κατέφευγε σταθερά στις Γραφές στην προσπάθειά του να βελτιώσει τις πρακτικές τους με τις κοινωνικές συνθήκες. Αν και υποστήριζε τα ανώτερα και ιδεωδέστερα σχέδια για το γάμο, ο Ιησούς με επιδεξιότητα απέφυγε να συγκρουσθεί με τους ερωτώντες για τις κοινωνικές πρακτικές που παρουσίαζαν είτε οι γραπτοί νόμοι τους είτε τα πολύ αγαπητά τους προνόμια για το διαζύγιο. |
|
167:5.5 (1839.2) Although Jesus did not offer new mandates governing marriage and divorce, he did urge the Jews to live up to their own laws and higher teachings. He constantly appealed to the written Scriptures in his effort to improve their practices along these social lines. While thus upholding the high and ideal concepts of marriage, Jesus skillfully avoided clashing with his questioners about the social practices represented by either their written laws or their much-cherished divorce privileges. |
167:5.6 (1839.3) Ήταν πολύ δύσκολο για τους αποστόλους να κατανοήσουν την απροθυμία του Κυρίου να κάνει κατηγορηματικές ανακοινώσεις σχετικές με επιστημονικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Δεν είχαν αντιληφθεί πλήρως ότι η γήινη αποστολή του ήταν αποκλειστικά εντοπισμένη στην αποκάλυψη των πνευματικών και θρησκευτικών αληθειών. |
|
167:5.6 (1839.3) It was very difficult for the apostles to understand the Master’s reluctance to make positive pronouncements relative to scientific, social, economic, and political problems. They did not fully realize that his earth mission was exclusively concerned with revelations of spiritual and religious truths. |
167:5.7 (1839.4) Μετά την ομιλία του Ιησού για το γάμο και το διαζύγιο, αργότερα εκείνο το βράδυ οι απόστολοι τού έκαναν ιδιαιτέρως πολλές ερωτήσεις, και οι απαντήσεις του σε αυτές τις απορίες απάλλαξαν τη σκέψη τους από πολλές παρανοήσεις. Συμπερασματικά είπε ο Ιησούς σε αυτή τη συγκέντρωση: «Ο γάμος είναι τιμημένος και επιθυμητός από όλους τους ανθρώπους. Το γεγονός ότι ο Γιος του Ανθρώπου ακολουθεί την αποστολή του στη γη μόνος, δεν είναι κατά κανένα τρόπο μια επίκριση για την επιθυμία του γάμου. Εκείνο για το οποίο πρέπει να εργαστώ είναι το θέλημα του Πατέρα μου, αλλά ο ίδιος αυτός Πατέρας είναι που δημιούργησε το αρσενικό και το θηλυκό, και είναι θεϊκό θέλημα οι άνδρες και οι γυναίκες να εκτελούν την ανώτερη υπηρεσία τους και να βρίσκουν τη χαρά που προέρχεται από τη δημιουργία των σπιτικών τους για την υποδοχή και ανατροφή των παιδιών, για την δημιουργία των οποίων, αυτοί οι γονείς γίνονται συνεταίροι με τους Δημιουργούς του ουρανού και της γης. Και για το λόγο αυτό ο άνδρας θα εγκαταλείπει τον πατέρα και τη μητέρα του και θα προσκολλάται στη γυναίκα του, και έτσι οι δυο θα γίνονται ένας». |
|
167:5.7 (1839.4) After Jesus had talked about marriage and divorce, later on that evening his apostles privately asked many additional questions, and his answers to these inquiries relieved their minds of many misconceptions. At the conclusion of this conference Jesus said: “Marriage is honorable and is to be desired by all men. The fact that the Son of Man pursues his earth mission alone is in no way a reflection on the desirability of marriage. That I should so work is the Father’s will, but this same Father has directed the creation of male and female, and it is the divine will that men and women should find their highest service and consequent joy in the establishment of homes for the reception and training of children, in the creation of whom these parents become copartners with the Makers of heaven and earth. And for this cause shall a man leave his father and mother and shall cleave to his wife, and they two shall become as one.” |
167:5.8 (1839.5) Και με τον τρόπο αυτό ο Ιησούς απάλλαξε τη σκέψη των αποστόλων από πολλές ανησυχίες για το γάμο και ξεκαθάρισε πολλές παρεξηγήσεις σχετικά με το διαζύγιο. Συγχρόνως έκανε πολλά για να εξυψώσει τα ιδανικά τους για την κοινωνική ενότητα και να αυξήσει το σεβασμό τους για τις γυναίκες, τα παιδιά και το σπίτι. |
|
167:5.8 (1839.5) And in this way Jesus relieved the minds of the apostles of many worries about marriage and cleared up many misunderstandings regarding divorce; at the same time he did much to exalt their ideals of social union and to augment their respect for women and children and for the home. |
6. ΕΥΛΟΓΩΝΤΑΣ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ^top |
|
6. Blessing the Little Children ^top |
167:6.1 (1839.6) Εκείνο το βράδυ το μήνυμα του Ιησού που αφορούσε το γάμο και την ευλογία των παιδιών διαδόθηκε σε όλη την Ιεριχώ, έτσι το άλλο πρωί, αρκετά πριν ετοιμαστούν ο Ιησούς και οι απόστολοι για να αναχωρήσουν, ακόμα και πριν το πρόγευμα, δεκάδες μητέρες ήρθαν εκεί που διέμενε ο Ιησούς, φέρνοντας τα παιδιά τους στην αγκαλιά τους ή κρατώντας τα από τα χέρια, με την επιθυμία να ευλογήσει τα μικρά αυτά. Όταν οι απόστολοι βγήκαν έξω και αντίκρισαν τη σύναξη των μητέρων με τα παιδιά τους, προσπάθησαν να τις απομακρύνουν, αλλά οι γυναίκες αρνήθηκαν να αναχωρήσουν αν ο Κύριος δεν έθετε τα χέρια του πάνω στα παιδιά για να τα ευλογήσει. Και όταν οι απόστολοι επέπληξαν δυνατά αυτές τις μητέρες, ο Ιησούς, ακούγοντας τη φασαρία, βγήκε έξω και με αγανάκτηση τους επιτίμησε, λέγοντας: «Αφήστε τα μικρά παιδιά να έρθουν σε μένα. Μην τα εμποδίζετε, γιατί σε τέτοιου είδους ανθρώπους ανήκει η βασιλεία των ουρανών. Αλήθεια, αλήθεια σας λέγω, εκείνος που δεν θα δεχτεί τη βασιλεία του Θεού σαν μικρό παιδί με δυσκολία θα μπει σε αυτήν για να λάβει το πλήρες ανάστημα της πνευματικής ενηλικίωσης». |
|
167:6.1 (1839.6) That evening Jesus’ message regarding marriage and the blessedness of children spread all over Jericho, so that the next morning, long before Jesus and the apostles prepared to leave, even before breakfast time, scores of mothers came to where Jesus lodged, bringing their children in their arms and leading them by their hands, and desired that he bless the little ones. When the apostles went out to view this assemblage of mothers with their children, they endeavored to send them away, but these women refused to depart until the Master laid his hands on their children and blessed them. And when the apostles loudly rebuked these mothers, Jesus, hearing the tumult, came out and indignantly reproved them, saying: “Suffer little children to come to me; forbid them not, for of such is the kingdom of heaven. Verily, verily, I say to you, whosoever receives not the kingdom of God as a little child shall hardly enter therein to grow up to the full stature of spiritual manhood.” |
167:6.2 (1840.1) Και όταν ο Κύριος μίλησε στους αποστόλους του, δέχτηκε όλα τα παιδιά, θέτοντας τα χέρια του πάνω τους, ενώ μίλαγε με λόγια ενθαρρυντικά και ελπίδας προς τις μητέρες τους. |
|
167:6.2 (1840.1) And when the Master had spoken to his apostles, he received all of the children, laying his hands on them, while he spoke words of courage and hope to their mothers. |
167:6.3 (1840.2) Ο Ιησούς συχνά έλεγε στους αποστόλους του για τις ουράνιες κατοικίες και δίδασκε ότι τα προχωρημένα παιδιά του Θεού πρέπει να μεγαλώνουν εκεί πνευματικά, όπως τα παιδιά μεγαλώνουν σωματικά σε αυτό τον κόσμο. Και συχνά το αγιασμένο φαίνεται να είναι το πιο απλοϊκό, καθώς την ημέρα αυτή τα παιδιά και οι μητέρες τους πολύ λίγο αντιλήφθηκαν ότι οι διάνοιες του Νέβαδον από ψηλά παρατηρούσαν τα παιδιά της Ιεριχούς να παίζουν με το Δημιουργό ενός σύμπαντος. |
|
167:6.3 (1840.2) Jesus often talked to his apostles about the celestial mansions and taught that the advancing children of God must there grow up spiritually as children grow up physically on this world. And so does the sacred oftentimes appear to be the common, as on this day these children and their mothers little realized that the onlooking intelligences of Nebadon beheld the children of Jericho playing with the Creator of a universe. |
167:6.4 (1840.3) Η κοινωνική θέση των γυναικών στην Παλαιστίνη βελτιώθηκε πολύ από τη διδασκαλία του Ιησού, και το ίδιο θα συνέβαινε σε όλο τον κόσμο, αν οι οπαδοί του δεν είχαν απομακρυνθεί τόσο πολύ από αυτό που τους είχε διδάξει με επιμέλεια. |
|
167:6.4 (1840.3) Woman’s status in Palestine was much improved by Jesus’ teaching; and so it would have been throughout the world if his followers had not departed so far from that which he painstakingly taught them. |
167:6.5 (1840.4) Ήταν στην Ιεριχώ επίσης, σε συνδυασμό με τη συζήτηση για την πρώτη θρησκευτική ανατροφή των παιδιών με τις συνήθειες της θείας λατρείας, που ο Ιησούς αποτύπωσε στους αποστόλους του τη μεγάλη αξία της ομορφιάς, σαν μια επιρροή που οδηγεί στη λατρεία, ειδικά για τα παιδιά. Ο Κύριος με θεωρία και παραδείγματα δίδαξε την αξία της λατρείας του Δημιουργού μέσα στο φυσικό περιβάλλον της δημιουργίας. Προτιμούσε να επικοινωνεί με τον ουράνιο Πατέρα ανάμεσα στα δέντρα και ανάμεσα στις μικρότερες υπάρξεις του φυσικού κόσμου. Χαιρόταν να διαλογίζεται για τον Πατέρα μέσα στο εμπνευσμένο θέαμα του έναστρου σύμπαντος των Γιων Δημιουργών. |
|
167:6.5 (1840.4) It was also at Jericho, in connection with the discussion of the early religious training of children in habits of divine worship, that Jesus impressed upon his apostles the great value of beauty as an influence leading to the urge to worship, especially with children. The Master by precept and example taught the value of worshiping the Creator in the midst of the natural surroundings of creation. He preferred to commune with the heavenly Father amidst the trees and among the lowly creatures of the natural world. He rejoiced to contemplate the Father through the inspiring spectacle of the starry realms of the Creator Sons. |
167:6.6 (1840.5) Όταν δεν μπορούμε να λατρεύουμε το Θεό στο σκήνωμα της φύσης, οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν το παν και να παρέχουν οικήματα ωραιότητας, ιερά εκπληκτικής απλότητας και καλλιτεχνικής ομορφιάς, έτσι ώστε τα υψηλότερα ανθρώπινα συναισθήματα να μπορούν να αναδυθούν, και σε συνδυασμό με τη διανοητική προσέγγιση να επικοινωνήσουν πνευματικά με το Θεό. Η αλήθεια, η ομορφιά και η ιερότητα είναι ισχυρές και αποτελεσματικές βοήθειες για την αληθινή λατρεία. Όμως η πνευματική επικοινωνία δεν προάγεται από τα βαρύτιμα στολίδια και τα υπερβολικά καλλιτεχνήματα της περίπλοκης και επιδεικτικής τέχνης του ανθρώπου. Η ομορφιά είναι περισσότερο θρησκευτική όταν είναι πιο πολύ απλή και μοιάζει στη φύση. Πόσο άτυχα θα ήταν αυτά τα παιδιά αν η πρώτη είσοδός τους στη δημόσια λατρεία γινόταν μέσα σε κρύα και γυμνά δωμάτια, τόσο στερημένα από την ομορφιά και τόσο άδεια από κάθε ένδειξη καλής διάθεσης και εμπνευσμένης ιερότητας! Το παιδί πρέπει να μυείται στη λατρεία στο ύπαιθρο, μέσα στη φύση και αργότερα να συνοδεύει τους γονείς του στα δημόσια κτίρια των θρησκευτικών συγκεντρώσεων τα οποία είναι τουλάχιστον από υλικής άποψης ελκυστικά και καλλιτεχνικά όμορφα όπως και το σπίτι στο οποίο καθημερινά κατοικεί. |
|
167:6.6 (1840.5) When it is not possible to worship God in the tabernacles of nature, men should do their best to provide houses of beauty, sanctuaries of appealing simplicity and artistic embellishment, so that the highest of human emotions may be aroused in association with the intellectual approach to spiritual communion with God. Truth, beauty, and holiness are powerful and effective aids to true worship. But spirit communion is not promoted by mere massive ornateness and overmuch embellishment with man’s elaborate and ostentatious art. Beauty is most religious when it is most simple and naturelike. How unfortunate that little children should have their first introduction to concepts of public worship in cold and barren rooms so devoid of the beauty appeal and so empty of all suggestion of good cheer and inspiring holiness! The child should be introduced to worship in nature’s outdoors and later accompany his parents to public houses of religious assembly which are at least as materially attractive and artistically beautiful as the home in which he is daily domiciled. |
7. Η ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ ^top |
|
7. The Talk About Angels ^top |
167:7.1 (1840.6) Καθώς ταξίδευαν προς τους λόφους από την Ιεριχώ στη Βηθανία, ο Ναθαναήλ βάδιζε τον περισσότερο καιρό στο πλάι του Ιησού, και η συζήτηση για τα παιδιά σε σχέση με τη βασιλεία των ουρανών οδήγησε στη σκέψη της υπηρεσίας των αγγέλων. Ο Ναθαναήλ τελικά έκανε στον Κύριο αυτή την ερώτηση: «Δεδομένου ότι ο ανώτατος ιερέας είναι Σαδδουκαίος, και αφού οι Σαδδουκαίοι δεν πιστεύουν σε αγγέλους, τι θα πρέπει να διδάξουμε τον κόσμο σχετικά με τους ουράνιους υπηρέτες;». Τότε, μεταξύ άλλων, ο Ιησούς είπε: |
|
167:7.1 (1840.6) As they journeyed up the hills from Jericho to Bethany, Nathaniel walked most of the way by the side of Jesus, and their discussion of children in relation to the kingdom of heaven led indirectly to the consideration of the ministry of angels. Nathaniel finally asked the Master this question: “Seeing that the high priest is a Sadducee, and since the Sadducees do not believe in angels, what shall we teach the people regarding the heavenly ministers?” Then, among other things, Jesus said: |
167:7.2 (1841.1) «Τα αγγελικά πνεύματα είναι μια ξεχωριστή τάξη δημιουργημένων όντων. Είναι τελείως διαφορετικά από την υλική τάξη των θνητών πλασμάτων και λειτουργούν σαν ιδιαίτερη ομάδα συμπαντικής διανοίας. Οι Άγγελοι δεν είναι από εκείνη την ομάδα των δημιουργημάτων που καλούνται ‘οι Γιοι του Θεού’ στις Γραφές. Ούτε είναι τα τιμημένα πνεύματα των θνητών ανθρώπων που συνεχίζουν την πρόοδό τους στις ουράνιες κατοικίες. Οι Άγγελοι είναι ένα άμεσο δημιούργημα και δεν αναπαράγονται. Τα αγγελικά πνεύματα έχουν μόνο πνευματική συγγένεια με το ανθρώπινο γένος. Καθώς ο άνθρωπος προοδεύει στο ταξίδι του προς τον Πατέρα στον Παράδεισο, διέρχεται από ένα επίπεδο ύπαρξης από τη μια μεριά ανάλογο με το επίπεδο των αγγέλων αλλά ο θνητός άνθρωπος δεν γίνεται ποτέ άγγελος. |
|
167:7.2 (1841.1) “The angelic hosts are a separate order of created beings; they are entirely different from the material order of mortal creatures, and they function as a distinct group of universe intelligences. Angels are not of that group of creatures called ‘the Sons of God’ in the Scriptures; neither are they the glorified spirits of mortal men who have gone on to progress through the mansions on high. Angels are a direct creation, and they do not reproduce themselves. The angelic hosts have only a spiritual kinship with the human race. As man progresses in the journey to the Father in Paradise, he does traverse a state of being at one time analogous to the state of the angels, but mortal man never becomes an angel. |
167:7.3 (1841.2) Οι άγγελοι δεν πεθαίνουν ποτέ, όπως ο άνθρωπος. Οι άγγελοι είναι αθάνατοι, εκτός και τύχει και ανακατευτούν με την αμαρτία όπως έκαναν μερικοί με την εξαπάτηση του Εωσφόρου. Οι άγγελοι είναι πνεύματα-υπηρέτες στον ουρανό, και δεν είναι ούτε τελείως σοφοί ούτε παντοδύναμοι. Όμως όλοι οι πιστοί άγγελοι είναι πραγματικά αγνοί και άγιοι. |
|
167:7.3 (1841.2) “The angels never die, as man does. The angels are immortal unless, perchance, they become involved in sin as did some of them with the deceptions of Lucifer. The angels are the spirit servants in heaven, and they are neither all-wise nor all-powerful. But all of the loyal angels are truly pure and holy. |
167:7.4 (1841.3) Δεν θυμάστε που σας είπα κάποτε ότι, αν τα πνευματικά σας μάτια είχαν χρισθεί, θα βλέπατε τότε τους ουρανούς ανοιχτούς και θα παρατηρούσατε τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν; Είναι με τη φροντίδα των αγγέλων που ένας κόσμος μπορεί και έρχεται σε επαφή με άλλους κόσμους, διότι δεν σας είπα επανειλημμένα ότι έχω κι άλλα πρόβατα όχι από αυτό το κοπάδι; Και οι άγγελοι αυτοί δεν είναι οι κατάσκοποι του πνευματικού κόσμου που σας παρατηρούν και μετά πηγαίνουν και μαρτυρούν στον Πατέρα τις σκέψεις της καρδιάς σας και του αναφέρουν τα έργα της σάρκας σας. Ο Πατέρας δεν έχει ανάγκη από τέτοια υπηρεσία εφόσον το δικό του πνεύμα κατοικεί μέσα σας. Τα αγγελικά αυτά πνεύματα όμως εργάζονται για να κρατούν ενήμερο το ένα μέρος της ουράνιας δημιουργίας σχετικά με τα έργα άλλων απομακρυσμένων μερών του σύμπαντος. Και πολλοί από τους αγγέλους, ενώ εργάζονται στη διακυβέρνηση του Πατέρα και των συμπάντων των Γιων, είναι επιφορτισμένοι και με την εξυπηρέτηση της ανθρώπινης φυλής. Όταν σας δίδασκα ότι πολλά από αυτά τα σεραφείμ είναι πνεύματα εξυπηρέτησης, δεν σας μιλούσα μεταφορικά ούτε με ποιητική διάθεση. Και όλα αυτά είναι αλήθεια, ανεξάρτητα από τη δυσκολία που έχετε για την κατανόηση αυτών των θεμάτων. |
|
167:7.4 (1841.3) “And do you not remember that I said to you once before that, if you had your spiritual eyes anointed, you would then see the heavens opened and behold the angels of God ascending and descending? It is by the ministry of the angels that one world may be kept in touch with other worlds, for have I not repeatedly told you that I have other sheep not of this fold? And these angels are not the spies of the spirit world who watch upon you and then go forth to tell the Father the thoughts of your heart and to report on the deeds of the flesh. The Father has no need of such service inasmuch as his own spirit lives within you. But these angelic spirits do function to keep one part of the heavenly creation informed concerning the doings of other and remote parts of the universe. And many of the angels, while functioning in the government of the Father and the universes of the Sons, are assigned to the service of the human races. When I taught you that many of these seraphim are ministering spirits, I spoke not in figurative language nor in poetic strains. And all this is true, regardless of your difficulty in comprehending such matters. |
167:7.5 (1841.4) Πολλοί άγγελοι είναι επιφορτισμένοι με το έργο να σώζουν ανθρώπους, γιατί μήπως δεν σας μίλησα για τη χαρά των σεραφείμ όταν μια ψυχή διαλέγει να εγκαταλείψει την αμαρτία και ξεκινά για την αναζήτηση του Θεού; Σας μίλησα ακόμα για τη χαρά ενώπιον των αγγέλων του ουρανού για έναν αμαρτωλό που μετανοεί, και ως εκ τούτου υποδεικνύεται η ύπαρξη άλλων ανώτερων τάξεων ουρανίων όντων που ενδιαφέρονται παρόμοια για την ευημερία και τη θεϊκή πρόοδο του θνητού ανθρώπου. |
|
167:7.5 (1841.4) “Many of these angels are engaged in the work of saving men, for have I not told you of the seraphic joy when one soul elects to forsake sin and begin the search for God? I did even tell you of the joy in the presence of the angels of heaven over one sinner who repents, thereby indicating the existence of other and higher orders of celestial beings who are likewise concerned in the spiritual welfare and with the divine progress of mortal man. |
167:7.6 (1841.5) Επίσης οι άγγελοι αυτοί ασχολούνται πολύ και με τα μέσα δια των οποίων το ανθρώπινο πνεύμα ελευθερώνεται από τα δεσμά της σάρκας και η ψυχή του συνοδεύεται στις κατοικίες του ουρανού. Οι άγγελοι είναι οι ασφαλείς ουράνιοι οδηγοί της ψυχής του ανθρώπου κατά τη διάρκεια εκείνης της άγνωστης και απροσδιόριστης χρονικής περιόδου η οποία μεσολαβεί μεταξύ του σαρκικού θανάτου και της νέας ζωής στις κατοικίες του πνεύματος». |
|
167:7.6 (1841.5) “Also are these angels very much concerned with the means whereby man’s spirit is released from the tabernacles of the flesh and his soul escorted to the mansions in heaven. Angels are the sure and heavenly guides of the soul of man during that uncharted and indefinite period of time which intervenes between the death of the flesh and the new life in the spirit abodes.” |
167:7.7 (1841.6) Θα μιλούσε και περισσότερο με τον Ναθαναήλ σχετικά με την υπηρεσία των αγγέλων, αλλά εμποδίστηκε από την προσέγγιση της Μάρθας, που είχε πληροφορηθεί ότι ο Κύριος πλησίαζε στη Βηθανία, από φίλους, που τον είχαν προσέξει να κατεβαίνει από το λόφο της ανατολής. Και τώρα είχε βιαστεί να τον προϋπαντήσει. |
|
167:7.7 (1841.6) And he would have spoken further with Nathaniel regarding the ministry of angels, but he was interrupted by the approach of Martha, who had been informed that the Master was drawing near to Bethany by friends who had observed him ascending the hills to the east. And she now hastened to greet him. |