Εγγραφο 171   Paper 171
ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ   On the Way to Jerusalem
171:0.1 (1867.1) Την ημέρα μετά την βαρυσήμαντη ομιλία για «Την Βασιλεία των Ουρανών,» ο Ιησούς ανάγγειλε ότι την επόμενη μέρα αυτός και οι απόστολοί του θα αναχωρούσαν για το Πάσχα στην Ιερουσαλήμ, και θα επισκεπτόντουσαν και πολλές πόλεις στην Νότια Περέα στην διαδρομή.   171:0.1 (1867.1) THE day after the memorable sermon on “The Kingdom of Heaven,” Jesus announced that on the following day he and the apostles would depart for the Passover at Jerusalem, visiting numerous cities in southern Perea on the way.
171:0.2 (1867.2) Η αναφορά στην βασιλεία και η αναγγελία ότι θα πήγαινε στο Πάσχα έκανε όλους τους οπαδούς του να σκεφτούν ότι θα πήγαινε στην Ιερουσαλήμ για να εγκαινιάσει το εγκόσμιο βασίλειο της Ιουδαϊκής υπεροχής. Ότι και να έλεγε ο Ιησούς για τον μη υλικό χαρακτήρα του βασιλείου, δεν μπορούσε να αφαιρέσει εντελώς από το μυαλό των Ιουδαίων ακροατών του την ιδέα ότι ο Μεσσίας θα εδραίωνε κάποιο είδος εθνικιστικής κυβέρνησης με αρχηγείο στην Ιερουσαλήμ.   171:0.2 (1867.2) The address on the kingdom and the announcement that he was going to the Passover set all his followers to thinking that he was going up to Jerusalem to inaugurate the temporal kingdom of Jewish supremacy. No matter what Jesus said about the nonmaterial character of the kingdom, he could not wholly remove from the minds of his Jewish hearers the idea that the Messiah was to establish some kind of nationalistic government with headquarters at Jerusalem.
171:0.3 (1867.3) Αυτά που είπε ο Ιησούς στην ομιλία του το Σάββατο μπέρδεψαν περισσότερο την πλειοψηφία των οπαδών του¨ πολύ λίγοι διαφωτίστηκαν από την διάλεξη του Κυρίου. Οι αρχηγοί κατάλαβαν κάτι απ την διδασκαλία του σχετικά με την εσωτερική βασιλεία, «την βασιλεία των ουρανών μέσα σας», αλλά ακόμα γνώριζαν ότι είχε μιλήσει για ένα άλλο μελλοντικό βασίλειο, και ότι αυτό το βασίλειο πήγαινε να ιδρύσει στην Ιερουσαλήμ. Όταν απογοητεύτηκαν σε αυτή τους την προσδοκία, όταν τον απέρριψαν οι Ιουδαίοι, και αργότερα, όταν η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε κυριολεκτικά, ακόμα έμειναν προσκολλημένοι σε αυτή την ελπίδα, ειλικρινά πιστεύοντας ότι ο Κύριος σύντομα θα επέστρεφε στον κόσμο με μεγάλη δύναμη και μεγαλειώδη δόξα για να εδραιώσει το βασίλειο που τους είχε υποσχεθεί.   171:0.3 (1867.3) What Jesus said in his Sabbath sermon only tended to confuse the majority of his followers; very few were enlightened by the Master’s discourse. The leaders understood something of his teachings regarding the inner kingdom, “the kingdom of heaven within you,” but they also knew that he had spoken about another and future kingdom, and it was this kingdom they believed he was now going up to Jerusalem to establish. When they were disappointed in this expectation, when he was rejected by the Jews, and later on, when Jerusalem was literally destroyed, they still clung to this hope, sincerely believing that the Master would soon return to the world in great power and majestic glory to establish the promised kingdom.
171:0.4 (1867.4) Ήταν εκείνο το Κυριακάτικο απόγευμα που η Σαλώμη η μητέρα του Ιάκωβου και του Ιωάννη των γιων του Ζεβεδαίου ήρθε στον Ιησού με τους δύο αποστόλους γιους της και, με τον τρόπο που συνηθίζεται σε μονάρχη της Ανατολής, προσπάθησε να κάνει τον Ιησού να της υποσχεθεί προκαταβολικά αυτά που ήθελε να του ζητήσει. Αλλά ο Κύριος δεν ήθελε να υποσχεθεί¨ αντί γι αυτό, την ρώτησε, «Τι θέλεις να κάνω για σένα;» Τότε η Σαλώμη του απάντησε: «Κύριε, τώρα που πηγαίνεις στην Ιερουσαλήμ να ιδρύσεις το βασίλειο, θα ήθελα να σου ζητήσω προκαταβολικά να μου υποσχεθείς ότι αυτοί οι γιοι μου θα τιμηθούν μαζί σου, ο ένας να καθίσει εκ δεξιών σου, και ο άλλος εξ αριστερών σου στο βασίλειο.»   171:0.4 (1867.4) It was on this Sunday afternoon that Salome the mother of James and John Zebedee came to Jesus with her two apostle sons and, in the manner of approaching an Oriental potentate, sought to have Jesus promise in advance to grant whatever request she might make. But the Master would not promise; instead, he asked her, “What do you want me to do for you?” Then answered Salome: “Master, now that you are going up to Jerusalem to establish the kingdom, I would ask you in advance to promise me that these my sons shall have honor with you, the one to sit on your right hand and the other to sit on your left hand in your kingdom.”
171:0.5 (1867.5) Όταν ο Ιησούς άκουσε το αίτημα της Σαλώμης, είπε: «Γυναίκα, δεν ξέρεις τι ζητάς.» Και έπειτα, κοιτώντας κατάματα τους δύο αποστόλους του που ζητούσαν τιμές, είπε: «Επειδή σας γνωρίζω καιρό και σας αγαπώ¨ επειδή έμεινα στο σπίτι της μητέρας σας¨ επειδή ο Ανδρέας σας ανάθεσε να είστε μαζί μου συνέχεια¨ γι αυτό λοιπόν επιτρέπετε στην μητέρα σας να έρθει σε μένα μυστικά, και να κάνει αυτό το ανάρμοστο αίτημα. Αλλά θα σας ρωτήσω: «Είστε ικανοί να πιείτε από το ποτήρι που ετοιμάζομαι να πιω;» Και χωρίς να διστάσει ούτε στιγμή, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης απάντησαν, «Ναι, Κύριε, είμαστε.» Και είπε ο Ιησούς: «Λυπούμαι που δεν γνωρίζετε γιατί πηγαίνουμε στην Ιερουσαλήμ¨ λυπούμαι που δεν καταλαβαίνετε την φύση του βασιλείου μου¨ είμαι απογοητευμένος που φέρατε την μητέρα σας να κάνει αυτό το αίτημα σε μένα¨ αλλά ξέρω ότι μέσα στην καρδιά σας με αγαπάτε¨ γι αυτό και σας δηλώνω ότι θα πιείτε πραγματικά από το πικρό ποτήρι μου και θα μοιραστείτε την ταπείνωσή μου, αλλά το αν θα καθίσετε στα δεξιά μου και στα αριστερά μου, δεν είναι δική μου δουλειά να σας το υποσχεθώ. Τέτοιες τιμές αξίζουν μόνο σε εκείνους που θα πει ο Πατέρας μου.»   171:0.5 (1867.5) When Jesus heard Salome’s request, he said: “Woman, you know not what you ask.” And then, looking straight into the eyes of the two honor-seeking apostles, he said: “Because I have long known and loved you; because I have even lived in your mother’s house; because Andrew has assigned you to be with me at all times; therefore do you permit your mother to come to me secretly, making this unseemly request. But let me ask you: Are you able to drink the cup I am about to drink?” And without a moment for thought, James and John answered, “Yes, Master, we are able.” Said Jesus: “I am saddened that you know not why we go up to Jerusalem; I am grieved that you understand not the nature of my kingdom; I am disappointed that you bring your mother to make this request of me; but I know you love me in your hearts; therefore I declare that you shall indeed drink of my cup of bitterness and share in my humiliation, but to sit on my right hand and on my left hand is not mine to give. Such honors are reserved for those who have been designated by my Father.”
171:0.6 (1868.1) Εκείνη την ώρα κάποιος είπε γι αυτή την κουβέντα στον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους, που θύμωσαν πολύ που ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης προσπάθησαν να προτιμηθούν από αυτούς, και πήγαν μυστικά με την μητέρα τους να ζητήσουν κάτι τέτοιο. Όταν άρχισαν να μαλώνουν μεταξύ τους, ο Ιησούς τους κάλεσε όλους μαζί και τους είπε: «Καταλαβαίνετε πολύ καλά πως οι ηγέτες των αλλόθρησκων επιβάλλονται στους υποτελείς τους, και πως εκείνοι που είναι σπουδαίοι ασκούν την εξουσία τους. Αλλά δεν θα είναι έτσι στην βασιλεία των ουρανών. Όποιος είναι σπουδαίος ανάμεσά σας, ας γίνει πρώτα υπηρέτης σας. Αυτός που θέλει να είναι πρώτος στην βασιλεία των ουρανών, ας γίνει πρώτα βοηθός σας. Σας δηλώνω ότι ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να του προσφέρουν, αλλά για να προσφέρει¨ και τώρα πηγαίνω στην Ιερουσαλήμ για να παραδώσω την ζωή μου στο θέλημα του Πατέρα μου και στην υπηρεσία των αδερφών μου.» Όταν οι απόστολοι άκουσαν αυτά τα λόγια αποσύρθηκαν για να προσευχηθούν ο καθένας μόνος του. Εκείνο το απόγευμα, ανταποκρινόμενοι στις προσπάθειες του Πέτρου, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης απολογήθηκαν στους υπόλοιπους δέκα και αποκαταστήθηκαν οι καλές σχέσεις με τους αδερφούς τους.   171:0.6 (1868.1) By this time someone had carried word of this conference to Peter and the other apostles, and they were highly indignant that James and John would seek to be preferred before them, and that they would secretly go with their mother to make such a request. When they fell to arguing among themselves, Jesus called them all together and said: “You well understand how the rulers of the gentiles lord it over their subjects, and how those who are great exercise authority. But it shall not be so in the kingdom of heaven. Whosoever would be great among you, let him first become your servant. He who would be first in the kingdom, let him become your minister. I declare to you that the Son of Man came not to be ministered to but to minister; and I now go up to Jerusalem to lay down my life in the doing of the Father’s will and in the service of my brethren.” When the apostles heard these words, they withdrew by themselves to pray. That evening, in response to the labors of Peter, James and John made suitable apologies to the ten and were restored to the good graces of their brethren.
171:0.7 (1868.2) Ζητώντας θέσεις στα δεξιά και αριστερά του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, οι γιοι του Ζεβεδαίου δεν είχε περάσει από το μυαλό τους ότι σε λιγότερο από ένα μήνα, ο αγαπημένος τους διδάσκαλος θα ήταν καρφωμένος σε έναν Ρωμαϊκό σταυρό με έναν ετοιμοθάνατο κλέφτη στο ένα πλευρό και έναν άλλο κακοποιό στο άλλο. Και η μητέρα τους, που ήταν παρούσα στην σταύρωση, θυμόταν πολύ καλά την ανόητη χάρη που είχε ζητήσει από τον Ιησού στην Πέλλα για τις τιμές που τόσο ασύνετα ζητούσε για τους αποστόλους γιους της.   171:0.7 (1868.2) In asking for places on the right hand and on the left hand of Jesus at Jerusalem, the sons of Zebedee little realized that in less than one month their beloved teacher would be hanging on a Roman cross with a dying thief on one side and another transgressor on the other side. And their mother, who was present at the crucifixion, well remembered the foolish request she had made of Jesus at Pella regarding the honors she so unwisely sought for her apostle sons.
1. Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΛΛΑ ^top   1. The Departure from Pella ^top
171:1.1 (1868.3) Το μεσημέρι της Δευτέρας, στις 13 Μαρτίου, ο Ιησούς και οι δώδεκα απόστολοί του αναχώρησαν οριστικά από την κατασκήνωση της Πέλλας, και ξεκίνησαν για τα νότια για την περιοδεία τους στην νότια Περέα, όπου εργαζόντουσαν οι συνεργάτες του Άμπνερ. Πέρασαν περισσότερο από δύο εβδομάδες συζητώντας με τους εβδομήντα και έπειτα πήγαν κατευθείαν στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα.   171:1.1 (1868.3) On the forenoon of Monday, March 13, Jesus and his twelve apostles took final leave of the Pella encampment, starting south on their tour of the cities of southern Perea, where Abner’s associates were at work. They spent more than two weeks visiting among the seventy and then went directly to Jerusalem for the Passover.
171:1.2 (1868.4) Όταν ο Κύριος έφυγε από την Πέλλα, οι μαθητές που είχαν κατασκηνώσει με τους αποστόλους, περίπου χίλιοι στον αριθμό, τον ακολούθησαν. Περίπου το μισό από αυτή την ομάδα τον άφησαν στο πέρασμα του Ιορδάνη στον δρόμο για την Ιεριχώ όταν έμαθαν ότι αυτός θα πήγαινε προς την Χεσβώνα, και αφού είχε δώσει την ομιλία για «τον Υπολογισμό του Τιμήματος». Συνέχισαν για την Ιερουσαλήμ, ενώ το άλλο μισό τον ακολούθησε για δύο εβδομάδες, και επισκεπτόταν τις πόλεις στην νότια Περέα.   171:1.2 (1868.4) When the Master left Pella, the disciples encamped with the apostles, about one thousand in number, followed after him. About one half of this group left him at the Jordan ford on the road to Jericho when they learned he was going over to Heshbon, and after he had preached the sermon on “Counting the Cost.” They went on up to Jerusalem, while the other half followed him for two weeks, visiting the towns in southern Perea.
171:1.3 (1868.5) Γενικά, οι περισσότεροι από τους άμεσους οπαδούς του Ιησού κατάλαβαν ότι η κατασκήνωση στην Πέλλα είχε εγκαταλειφθεί, αλλά πραγματικά νόμισαν ότι αυτό έδειχνε ότι ο Κύριός τους τελικά σκόπευε να πάει στην Ιερουσαλήμ και να διεκδικήσει τον θρόνο του Δαβίδ. Η μεγάλη πλειοψηφία των οπαδών του ποτέ δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν καμία άλλη έννοια της βασιλείας των ουρανών¨ ότι και να τους δίδασκε, δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν την Εβραϊκή αντίληψη για το βασίλειο.   171:1.3 (1868.5) In a general way, most of Jesus’ immediate followers understood that the camp at Pella had been abandoned, but they really thought this indicated that their Master at last intended to go to Jerusalem and lay claim to David’s throne. A large majority of his followers never were able to grasp any other concept of the kingdom of heaven; no matter what he taught them, they would not give up this Jewish idea of the kingdom.
171:1.4 (1868.6) Ενεργώντας σύμφωνα με τις οδηγίες του Αποστόλου Ανδρέα, ο Δαβίδ του Ζεβεδαίου έκλεισε την κατασκήνωση των επισκεπτών στην Πέλλα την Τετάρτη, στις 15 Μαρτίου. Εκείνο το διάστημα περίπου τέσσερις χιλιάδες επισκέπτες κατοικούσαν εκεί, και αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει τους περισσότερο από χίλιους ανθρώπους που διέμεναν με τους αποστόλους στον τόπο που ήταν γνωστός σαν κατασκήνωση των διδασκάλων, και οι οποίοι πήγαν νότια με τον Ιησού και τους δώδεκα. Όσο και να μην του άρεσε, ο Δαβίδ πούλησε όλο τον εξοπλισμό σε διάφορους αγοραστές και πήγε με τα χρήματα στην Ιερουσαλήμ, όπου και τα παρέδωσε στον Ιούδα τον Ισκαριώτη.   171:1.4 (1868.6) Acting on the instructions of the Apostle Andrew, David Zebedee closed the visitors’ camp at Pella on Wednesday, March 15. At this time almost four thousand visitors were in residence, and this does not include the one thousand and more persons who sojourned with the apostles at what was known as the teachers’ camp, and who went south with Jesus and the twelve. Much as David disliked to do it, he sold the entire equipment to numerous buyers and proceeded with the funds to Jerusalem, subsequently turning the money over to Judas Iscariot.
171:1.5 (1869.1) Ο Δαβίδ βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ την τραγική εβδομάδα, και έπαιρνε την μητέρα του πίσω μαζί του στην Βηθσαΐδα μετά την σταύρωση. Όσο περίμενε τον Ιησού και τους αποστόλους, ο Δαβίδ σταμάτησε με τον Λάζαρο στην Βηθανία και εκνευρίστηκε πολύ από τον τρόπο που είχαν αρχίσει οι Φαρισαίοι να τον διώκουν και να τον παρενοχλούν μετά την ανάστασή του. Ο Ανδρέας είχε δώσει την εντολή στον Δαβίδ να σταματήσει την υπηρεσία του σαν αγγελιαφόρος¨ και αυτό όλοι το ερμήνευσαν σαν μια ένδειξη της πρώιμης εδραίωσης του βασιλείου στην Ιερουσαλήμ. Ο Δαβίδ βρέθηκε χωρίς δουλειά, και είχε σχεδόν αποφασίσει να αυτοδιοριστεί υπερασπιστής του Λαζάρου όταν πρόσφατα το αντικείμενο του έντονου ενδιαφέροντός του έφυγε βιαστικά για την Φιλαδέλφεια. Έτσι, κάποια στιγμή μετά την ανάσταση και μετά τον θάνατο της μητέρα του, ο Δαβίδ αναχώρησε για την Φιλαδέλφεια, έχοντας πρώτα βοηθήσει την Μάρθα και την Μαρία να διαθέσουν την περιουσία τους, και εκεί, σε συνεργασία με τον Άμπνερ και τον Λάζαρο, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του, σαν οικονομικός επιστάτης σε όλα τα μεγάλα συμφέροντα του Βασιλείου που είχαν το κέντρο τους στην Φιλαδέλφεια όσο ζούσε ο Άμπνερ.   171:1.5 (1869.1) David was present in Jerusalem during the tragic last week, taking his mother back with him to Bethsaida after the crucifixion. While awaiting Jesus and the apostles, David stopped with Lazarus at Bethany and became tremendously agitated by the manner in which the Pharisees had begun to persecute and harass him since his resurrection. Andrew had directed David to discontinue the messenger service; and this was construed by all as an indication of the early establishment of the kingdom at Jerusalem. David found himself without a job, and he had about decided to become the self-appointed defender of Lazarus when presently the object of his indignant solicitude fled in haste to Philadelphia. Accordingly, sometime after the resurrection and also after the death of his mother, David betook himself to Philadelphia, having first assisted Martha and Mary in disposing of their real estate; and there, in association with Abner and Lazarus, he spent the remainder of his life, becoming the financial overseer of all those large interests of the kingdom which had their center at Philadelphia during the lifetime of Abner.
171:1.6 (1869.2) Μέσα σε μικρό διάστημα μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, η Αντιόχεια έγινε η έδρα του Παυλικού Χριστιανισμού, ενώ η Φιλαδέλφεια παρέμεινε το κέντρο της Αμπνερικής βασιλείας των ουρανών. Από την Αντιόχεια η Παυλική έκδοση της διδασκαλίας του Ιησού και για τον Ιησού εξαπλώθηκε σε όλο τον Δυτικό κόσμο¨ από την Φιλαδέλφεια οι ιεραπόστολοι της Αμπνερικής έκδοσης της βασιλείας των ουρανών εξαπλώθηκαν στην Μεσοποταμία και στην Αραβία όταν αυτοί οι ανένδοτοι αγγελιαφόροι της διδασκαλίας του Ιησού συνετρίβησαν από την ξαφνική άνοδο του Ισλάμ.   171:1.6 (1869.2) Within a short time after the destruction of Jerusalem, Antioch became the headquarters of Pauline Christianity, while Philadelphia remained the center of the Abnerian kingdom of heaven. From Antioch the Pauline version of the teachings of Jesus and about Jesus spread to all the Western world; from Philadelphia the missionaries of the Abnerian version of the kingdom of heaven spread throughout Mesopotamia and Arabia until the later times when these uncompromising emissaries of the teachings of Jesus were overwhelmed by the sudden rise of Islam.
2. ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΤΙΜΗΜΑΤΟΣ ^top   2. On Counting the Cost ^top
171:2.1 (1869.3) Όταν ο Ιησούς και οι σχεδόν χίλιοι οπαδοί του έφτασαν στο πέρασμα του Ιορδάνη στην Βηθανία που μερικές φορές ονομαζόταν Βηθαδάρα, οι μαθητές του κατάλαβαν ότι δεν πήγαινε κατευθείαν στην Ιερουσαλήμ. Ενώ δεν ήξεραν τι να κάνουν και διαφωνούσαν μεταξύ τους, ο Ιησούς ανέβηκε πάνω σε ένα τεράστιο βράχο και έβγαλε αυτό το λόγο που έγινε γνωστός σαν «Υπολογίζοντας το Τίμημα». Ο Κύριος είπε:   171:2.1 (1869.3) When Jesus and the company of almost one thousand followers arrived at the Bethany ford of the Jordan sometimes called Bethabara, his disciples began to realize that he was not going directly to Jerusalem. While they hesitated and debated among themselves, Jesus climbed upon a huge stone and delivered that discourse which has become known as “Counting the Cost.” The Master said:
171:2.2 (1869.4) «Εσείς που θέλετε να με ακολουθήσετε από τώρα και στο εξής, πρέπει να είσαστε πρόθυμοι να πληρώσετε το τίμημα της ειλικρινούς αφοσίωσης στην εκτέλεση του θελήματος του Πατέρα. Αν θέλετε να είστε μαθητές μου, πρέπει να είσαστε πρόθυμοι να απαρνηθείτε πατέρα, μητέρα, γυναίκα, παιδιά, αδερφούς και αδερφές. Αν κάποιοι από σας θέλετε τώρα να είστε μαθητές μου, πρέπει να είστε πρόθυμοι να δώσετε ακόμα και την ζωή σας όπως και ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να δώσει την ζωή του για την ολοκλήρωση της αποστολής του για την εκτέλεση του θελήματος του Πατέρα στην γη και στην σάρκα.   171:2.2 (1869.4) “You who would follow after me from this time on, must be willing to pay the price of wholehearted dedication to the doing of my Father’s will. If you would be my disciples, you must be willing to forsake father, mother, wife, children, brothers, and sisters. If any one of you would now be my disciple, you must be willing to give up even your life just as the Son of Man is about to offer up his life for the completion of the mission of doing the Father’s will on earth and in the flesh.
171:2.3 (1869.5) «Αν δεν είσαστε πρόθυμοι να πληρώσετε το πλήρες τίμημα, δεν μπορείτε να γίνετε μαθητές μου. Πριν προχωρήσετε, θα έπρεπε ο καθένας σας ξεχωριστά να καθίσει μα υπολογίσει το τίμημα του να είναι μαθητής μου. Ποιος από σας θα ήθελε να αναλάβει να κτίσει έναν παρατηρητήριο στην γη του χωρίς πρώτα να καθίσει να υπολογίσει αν έχει αρκετά χρήματα να το τελειώσει; Αν δεν μπορέσετε να υπολογίσετε, λοιπόν, το κόστος, αφού έχετε θέσει τα θεμέλια, μπορεί να ανακαλύψετε ότι δεν μπορείτε να τελειώσετε αυτό που αρχίσατε, και έτσι όλοι σας οι γείτονες θα σας κοροϊδεύουν, και θα λενε , κοιτάξτε, αυτός ο άνθρωπος άρχισε να κτίζει, αλλά δεν μπορεί να ολοκληρώσει αυτό που άρχισε.» Και πάλι, ποιος βασιλέας, όταν ετοιμάζεται να κάνει πόλεμο με έναν άλλο βασιλέα, δεν κάθεται πρώτα να κουβεντιάσει με τους συμβούλους του για το αν είναι ικανός, με δέκα χιλιάδες άνδρες, να αντιμετωπίσει αυτόν που έρχεται εναντίον του με είκοσι χιλιάδες; Αν ο βασιλέας δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον εχθρό του επειδή είναι απροετοίμαστος, στέλνει μια πρεσβεία σε αυτόν τον άλλο βασιλέα, όταν αυτός βρίσκεται ακόμα μακριά, και ζητά όρους ειρήνης.   171:2.3 (1869.5) “If you are not willing to pay the full price, you can hardly be my disciple. Before you go further, you should each sit down and count the cost of being my disciple. Which one of you would undertake to build a watchtower on your lands without first sitting down to count up the cost to see whether you had money enough to complete it? If you fail thus to reckon the cost, after you have laid the foundation, you may discover that you are unable to finish that which you have begun, and therefore will all your neighbors mock you, saying, ‘Behold, this man began to build but was unable to finish his work.’ Again, what king, when he prepares to make war upon another king, does not first sit down and take counsel as to whether he will be able, with ten thousand men, to meet him who comes against him with twenty thousand? If the king cannot afford to meet his enemy because he is unprepared, he sends an embassy to this other king, even when he is yet a great way off, asking for terms of peace.
171:2.4 (1870.1) ¨Τώρα λοιπόν, πρέπει ο καθένας σας να καθίσει να υπολογίσει το τίμημα του να είναι μαθητής μου. Από τώρα και στο εξής δεν θα μπορείτε να μας ακολουθείτε, να ακούτε την διδασκαλία και να παρακολουθείτε το έργο¨ θα χρειαστεί να υποστείτε σκληρούς διωγμούς και να γίνετε μάρτυρες αυτού του ευαγγελίου ενώπιον συντριπτικών απογοητεύσεων. Αν δεν είσαστε πρόθυμοι να απαρνηθείτε όλα όσα είσαστε και να αφιερώσετε όλα όσα έχετε, τότε δεν είσαστε άξιοι να είσαστε μαθητές μου. Αν έχετε ήδη κατακτήσει τον εαυτό σας μέσα στην καρδιά σας, τότε δεν χρειάζεται να φοβάστε αυτή την εξωτερική νίκη που θα πρέπει σύντομα να υποστείτε όταν ο Υιός του Ανθρώπου απορριφθεί από τους κύριους ιερείς και τους Σαδδουκαίους και παραδοθεί στα χέρια των χλευαζόντων απίστων.   171:2.4 (1870.1) “Now, then, must each of you sit down and count the cost of being my disciple. From now on you will not be able to follow after us, listening to the teaching and beholding the works; you will be required to face bitter persecutions and to bear witness for this gospel in the face of crushing disappointment. If you are unwilling to renounce all that you are and to dedicate all that you have, then are you unworthy to be my disciple. If you have already conquered yourself within your own heart, you need have no fear of that outward victory which you must presently gain when the Son of Man is rejected by the chief priests and the Sadducees and is given into the hands of mocking unbelievers.
171:2.5 (1870.2) «Τώρα πρέπει να εξετάσετε τον εαυτό σας για να βρείτε το κίνητρο που σας κάνει να είστε μαθητές μου. Αν αναζητείτε τιμές και δόξες, αν σας νοιάζουν τα εγκόσμια, είσαστε σαν το αλάτι που έχει χάσει την γεύση του. Και όταν αυτό που αξίζει για την αλμύρα του έχει χάσει την γεύση του, πως θα ξαναβρεί την νοστιμιά του; Ένα τέτοιο καρύκευμα είναι πια άχρηστο¨ του αρμόζει μόνο να πεταχτεί στα σκουπίδια. Τώρα σας προειδοποίησα να γυρίσετε στα σπίτια σας ειρηνικά αν δεν είσαστε πρόθυμοι να πιείτε μαζί μου το πικρό ποτήρι που ετοιμάζεται. Πάλι σας λέγω ότι η βασιλεία μου δεν βρίσκεται σε αυτόν τον κόσμο, αλλά εσείς δεν θέλετε να με πιστέψετε. Αυτός που έχει αυτιά ας ακούσει αυτά που λέγω.»   171:2.5 (1870.2) “Now should you examine yourself to find out your motive for being my disciple. If you seek honor and glory, if you are worldly minded, you are like the salt when it has lost its savor. And when that which is valued for its saltiness has lost its savor, wherewith shall it be seasoned? Such a condiment is useless; it is fit only to be cast out among the refuse. Now have I warned you to turn back to your homes in peace if you are not willing to drink with me the cup which is being prepared. Again and again have I told you that my kingdom is not of this world, but you will not believe me. He who has ears to hear let him hear what I say.”
171:2.6 (1870.3) Αμέσως αφού είπε αυτά τα λόγια, ο Ιησούς, οδηγώντας τους δώδεκα, ξεκίνησε για την Χεσβώνα, ακολουθούμενος από πεντακόσιους. Μετά από μια σύντομη καθυστέρηση το άλλο μισό του πλήθους πήγε στην Ιερουσαλήμ. Οι απόστολοι του, μαζί με τους ηγετικούς μαθητές του, σκέφτηκαν πολύ αυτά τα λόγια του, αλλά ακόμα επέμεναν στην πεποίθηση ότι, μετά από αυτή την σύντομη περίοδο αντιξοότητας και δοκιμασίας, η βασιλεία σίγουρα θα εδραιωνόταν κατά κάποιο τρόπο σύμφωνα με τις παλιές πολυπόθητες ελπίδες τους.   171:2.6 (1870.3) Immediately after speaking these words, Jesus, leading the twelve, started off on the way to Heshbon, followed by about five hundred. After a brief delay the other half of the multitude went on up to Jerusalem. His apostles, together with the leading disciples, thought much about these words, but still they clung to the belief that, after this brief period of adversity and trial, the kingdom would certainly be set up somewhat in accordance with their long-cherished hopes.
3. Η ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΕΑ ^top   3. The Perean Tour ^top
171:3.1 (1870.4) Για πάνω από δύο εβδομάδες ο Ιησούς και οι δώδεκα, ακολουθούμενοι από ένα πλήθος πολλών εκατοντάδων μαθητών, ταξίδεψαν στην νότια Περέα, πηγαίνοντας σε όλες τις πόλεις που εργάστηκαν οι εβδομήντα. Πολλοί μη Ιουδαίοι ζούσαν σε αυτή την περιοχή, και αφού λίγοι ήταν αυτοί που θα πήγαιναν στον εορτασμό του Πάσχα στην Ιερουσαλήμ, οι αγγελιαφόροι της βασιλείας συνέχισαν το έργο τους διδάσκοντας και κηρύσσοντας.   171:3.1 (1870.4) For more than two weeks Jesus and the twelve, followed by a crowd of several hundred disciples, journeyed about in southern Perea, visiting all of the towns wherein the seventy labored. Many gentiles lived in this region, and since few were going up to the Passover feast at Jerusalem, the messengers of the kingdom went right on with their work of teaching and preaching.
171:3.2 (1870.5) Ο Ιησούς συνάντησε τον Άμπνερ στην Χεσβώνα, και ο Ανδρέας έδωσε την εντολή να μην διακοπούν οι εργασίες των εβδομήντα για την εορτή του Πάσχα¨ ο Ιησούς συμβούλεψε να συνεχίσουν το έργο τους αδιαφορώντας εντελώς για το τι θα συνέβαινε στην Ιερουσαλήμ. Ακόμα συμβούλεψε τον Άμπνερ να επιτρέψει στο σώμα των γυναικών, όπως επιθυμούσε να πάει στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα. Και αυτή ήταν η τελευταία φορά που ο Άμπνερ είδε τον Ιησού στην σάρκα. Ο αποχαιρετισμός στον Άμπνερ ήταν: «Γιε μου, γνωρίζω ότι θα είσαι πραγματικά στην βασιλεία, και προσεύχομαι ο Πατέρας να σου δίνει σοφία να μπορείς να αγαπάς και να καταλαβαίνεις τα αδέρφια σου.»   171:3.2 (1870.5) Jesus met Abner at Heshbon, and Andrew directed that the labors of the seventy should not be interrupted by the Passover feast; Jesus advised that the messengers should go forward with their work in complete disregard of what was about to happen at Jerusalem. He also counseled Abner to permit the women’s corps, at least such as desired, to go to Jerusalem for the Passover. And this was the last time Abner ever saw Jesus in the flesh. His farewell to Abner was: “My son, I know you will be true to the kingdom, and I pray the Father to grant you wisdom that you may love and understand your brethren.”
171:3.3 (1870.6) Καθώς ταξίδευαν από πόλη σε πόλη, ένας μεγάλος αριθμός από τους οπαδούς του τον άφησαν για να μεταβούν στην Ιερουσαλήμ έτσι ώστε, όταν ο Ιησούς ξεκίνησε για το Πάσχα, ο αριθμός εκείνων που τον ακολουθούσε μέρα με την ημέρα είχε μειωθεί σε λιγότερο από διακόσιους.   171:3.3 (1870.6) As they traveled from city to city, large numbers of their followers deserted to go on to Jerusalem so that, by the time Jesus started for the Passover, the number of those who followed along with him day by day had dwindled to less than two hundred.
171:3.4 (1871.1) Οι απόστολοι κατάλαβαν ότι ο Ιησούς πήγαινε στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα. Γνώριζαν ότι οι Σανχρεντίν είχαν διαδώσει ένα μήνυμα σε όλο το Ισραήλ ότι είχε καταδικαστεί σε θάνατο και ζητούσαν από όλους όσους γνώριζαν που βρίσκεται να πληροφορήσει τους Σανχρεντίν¨ και όμως δεν ταράχτηκαν τόσο όσο είχαν ταραχτεί όταν τους ανακοίνωσε στην Φιλαδέλφεια ότι θα πήγαινε θα πήγαινε στην Βηθανία να δει τον Λάζαρο. Αυτή η αλλαγή διάθεσης από έντονο φόβο σε ανυπομονησία οφειλόταν κυρίως στην ανάσταση του Λαζάρου. Είχαν φτάσει στο συμπέρασμα ότι ο Ιησούς μπορούσε, σε επείγουσες καταστάσεις, να επιβάλλει την θεϊκή του δύναμη και να κατατροπώσει τους αντιπάλους του. Αυτή η ελπίδα, μαζί με την πιο βαθιά και ώριμη πίστη στην πνευματική υπεροχή του Κυρίου τους, εξηγούσε το θάρρος που έδειχναν οι άμεσοι οπαδοί του, που τώρα ετοιμαζόντουσαν να τον ακολουθήσουν στην Ιερουσαλήμ, αψηφώντας την δήλωση των Σανχρεντίν ότι αυτός πρέπει να πεθάνει.   171:3.4 (1871.1) The apostles understood that Jesus was going to Jerusalem for the Passover. They knew that the Sanhedrin had broadcast a message to all Israel that he had been condemned to die and directing that anyone knowing his whereabouts should inform the Sanhedrin; and yet, despite all this, they were not so alarmed as they had been when he had announced to them in Philadelphia that he was going to Bethany to see Lazarus. This change of attitude from that of intense fear to a state of hushed expectancy was mostly because of Lazarus’s resurrection. They had reached the conclusion that Jesus might, in an emergency, assert his divine power and put to shame his enemies. This hope, coupled with their more profound and mature faith in the spiritual supremacy of their Master, accounted for the outward courage displayed by his immediate followers, who now made ready to follow him into Jerusalem in the very face of the open declaration of the Sanhedrin that he must die.
171:3.5 (1871.2) Η πλειοψηφία των αποστόλων και πολλοί από τους εσωτερικούς μαθητές δεν θεωρούσαν δυνατό να πέθαινε ο Ιησούς¨ αυτοί, πιστεύοντας ότι αυτός ήταν «η ανάσταση και η ζωή», τον θεωρούσαν αθάνατο και ήδη θριαμβευτή πάνω στον θάνατο.   171:3.5 (1871.2) The majority of the apostles and many of his inner disciples did not believe it possible for Jesus to die; they, believing that he was “the resurrection and the life,” regarded him as immortal and already triumphant over death.
4. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΛΙΒΙΑΔΑ ^top   4. Teaching at Livias ^top
171:4.1 (1871.3) Την Τετάρτη το βράδυ, στις 29 Μαρτίου, ο Ιησούς και οι οπαδοί του κατασκήνωσαν στην Λιβιάδα στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ, αφού πρώτα τελείωσαν την περιοδεία τους στις πόλεις της νότιας Περέας. Ήταν εκείνη την νύχτα στην Λιβιάδα που ο Σίμωνας ο Ζηλωτής και ο Σίμωνας Πέτρος, συνωμότησαν να παραλάβουν σε εκείνο το μέρος περισσότερα από εκατό σπαθιά, τα έλαβαν και μοίρασαν αυτά τα όπλα σε όλους όσους τα ήθελαν για να τα φορούν κάτω από το μανδύα τους. Ο Σίμωνας Πέτρος φορούσε ακόμα το σπαθί του την νύχτα της προδοσίας του Κυρίου τους στον κήπο.   171:4.1 (1871.3) On Wednesday evening, March 29, Jesus and his followers encamped at Livias on their way to Jerusalem, after having completed their tour of the cities of southern Perea. It was during this night at Livias that Simon Zelotes and Simon Peter, having conspired to have delivered into their hands at this place more than one hundred swords, received and distributed these arms to all who would accept them and wear them concealed beneath their cloaks. Simon Peter was still wearing his sword on the night of the Master’s betrayal in the garden.
171:4.2 (1871.4) Νωρίς την Πέμπτη το πρωί πριν ξυπνήσουν οι άλλοι, ο Ιησούς κάλεσε τον Ανδρέα και είπε: «Ξύπνα τους αδερφούς σου! Έχω κάτι να του πω». Ο Ιησούς γνώριζε για τα σπαθιά και ποιοι από τους αποστόλους του τα είχαν λάβει και τα φορούσαν, αλλά ποτέ δεν τους φανέρωσε ότι γνώριζε κάτι τέτοιο. Όταν ο Ανδρέας ξύπνησε τους συντρόφους του, και μαζεύτηκαν, ο Ιησούς τους είπε: «Παιδιά μου, είσαστε μαζί μου τόσο καιρό, και σας έχω διδάξει πολλά από τα απαραίτητα για αυτόν τον καιρό, αλλά θέλω ακόμα να σας προειδοποιήσω να μην εμπιστεύεστε την αστάθεια της σάρκας ούτε τις αδυναμίες της ανθρώπινης άμυνας προς τις δοκιμασίες και τα βάσανα που έχει μπροστά του. Σας κάλεσα εδώ χωριστά μόνους σας και για άλλη μια φορά θα σας πω ξεκάθαρα ότι θα πάμε στην Ιερουσαλήμ, όπου γνωρίζετε ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει ήδη καταδικαστεί σε θάνατο. Και πάλι σας λέγω ότι ο υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των αρχιερέων και των θρησκευτικών ηγετών¨ ότι θα καταδικαστεί και θα δοθεί στα χέρια των αλλοθρήσκων. Και έτσι θα χλευάζουν τον Υιό του Ανθρώπου, ακόμα και θα τον φτύνουν και θα τον μαστιγώνουν, και θα τον θανατώσουν. Και όταν σκοτώσουν τον Υιό του Ανθρώπου, μην τρομάξετε γιατί την τρίτη μέρα θα σηκωθεί . Προσέξτε τους εαυτούς σας και να θυμάστε ότι σας έχω προειδοποιήσει.»   171:4.2 (1871.4) Early on Thursday morning before the others were awake, Jesus called Andrew and said: “Awaken your brethren! I have something to say to them.” Jesus knew about the swords and which of his apostles had received and were wearing these weapons, but he never disclosed to them that he knew such things. When Andrew had aroused his associates, and they had assembled off by themselves, Jesus said: “My children, you have been with me a long while, and I have taught you much that is needful for this time, but I would now warn you not to put your trust in the uncertainties of the flesh nor in the frailties of man’s defense against the trials and testing which lie ahead of us. I have called you apart here by yourselves that I may once more plainly tell you that we are going up to Jerusalem, where you know the Son of Man has already been condemned to death. Again am I telling you that the Son of Man will be delivered into the hands of the chief priests and the religious rulers; that they will condemn him and then deliver him into the hands of the gentiles. And so will they mock the Son of Man, even spit upon him and scourge him, and they will deliver him up to death. And when they kill the Son of Man, be not dismayed, for I declare that on the third day he shall rise. Take heed to yourselves and remember that I have forewarned you.”
171:4.3 (1871.5) Και πάλι οι απόστολοι τα είχαν χαμένα, και έμειναν άφωνοι¨ αλλά δεν μπόρεσαν να πάρουν στην κυριολεξία τα λόγια του¨ δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν ότι ο Κύριος εννοούσε όλα όσα έλεγε. Ήταν τόσο τυφλωμένοι από την επίμονη πίστη τους σε αυτό το επίγειο βασίλειο, με την έδρα στην Ιερουσαλήμ, που απλά δεν μπορούσαν-- δεν ήθελαν—να αφήσουν τους εαυτούς τους να δεχτούν τα λόγια του Ιησού στην κυριολεξία. Όλη την ημέρα ζύγιζαν και υπολόγιζαν τι θα μπορούσε να εννοεί ο Κύριος με αυτές τις παράξενες εξαγγελίες του. Αλλά κανένας τους δεν τόλμησε να του κάνει καμιά ερώτηση γι αυτές τις δηλώσεις. Μέχρι μετά τον θάνατό του αυτοί οι μπερδεμένοι απόστολοι δεν μπόρεσαν να ξυπνήσουν και να συνειδητοποιήσουν ότι ο Κύριος τους τα είχε πει όλα αυτά ξεκάθαρα και απλά λίγο, περιμένοντας την σταύρωση του.   171:4.3 (1871.5) Again were the apostles amazed, stunned; but they could not bring themselves to regard his words as literal; they could not comprehend that the Master meant just what he said. They were so blinded by their persistent belief in the temporal kingdom on earth, with headquarters at Jerusalem, that they simply could not—would not—permit themselves to accept Jesus’ words as literal. They pondered all that day as to what the Master could mean by such strange pronouncements. But none of them dared to ask him a question concerning these statements. Not until after his death did these bewildered apostles wake up to the realization that the Master had spoken to them plainly and directly in anticipation of his crucifixion.
171:4.4 (1872.1) Ήταν εδώ στην Λιβιάδα, αμέσως μετά το πρωινό γεύμα, που κάποιοι φιλικοί Φαρισαίοι ήρθαν στον Ιησού και του είπαν: «Φύγε γρήγορα από αυτά τα μέρη, γιατί ο Ηρώδης, όπως έκανε και με τον Ιωάννη, έτσι και τώρα θέλει να σκοτώσει εσένα. Έχουμε έρθει να σε προειδοποιήσουμε ώστε να μπορέσεις να διαφύγεις.»   171:4.4 (1872.1) It was here at Livias, just after breakfast, that certain friendly Pharisees came to Jesus and said: “Flee in haste from these parts, for Herod, just as he sought John, now seeks to kill you. He fears an uprising of the people and has decided to kill you. We bring you this warning that you may escape.”
171:4.5 (1872.2) Και αυτό ήταν εν μέρει αλήθεια. Η ανάσταση του Λαζάρου ξάφνιασε και τρόμαξε τον Ηρώδη, και γνωρίζοντας ότι οι Σανχεντρίν είχαν τολμήσει να καταδικάσουν σε θάνατο τον Ιησού, ακόμα και πριν γίνει δίκη, ο Ηρώδης αποφάσισε να σκοτώσει τον Ιησού ή να τον απομακρύνει απ την επικράτειά του. Στην πραγματικότητα επιθυμούσε να κάνει το δεύτερο αφού τον φοβόταν τόσο πολύ που έλπιζε ότι δεν θα ήταν αναγκασμένος να τον εκτελέσει.   171:4.5 (1872.2) And this was partly true. The resurrection of Lazarus frightened and alarmed Herod, and knowing that the Sanhedrin had dared to condemn Jesus, even in advance of a trial, Herod made up his mind either to kill Jesus or to drive him out of his domains. He really desired to do the latter since he so feared him that he hoped he would not be compelled to execute him.
171:4.6 (1872.3) Όταν ο Ιησούς άκουσε τι είχαν να πουν οι Φαρισαίοι, απάντησε: «Γνωρίζω καλά για τον Ηρώδη και τον φόβο του για το ευαγγέλιο της βασιλείας. Αλλά μην κάνετε λάθος, θα προτιμούσε χίλιες φορές περισσότερο ο Υιός του Ανθρώπου να πάει στην Ιερουσαλήμ να βασανιστεί και να θανατωθεί στα χέρια των αρχιερέων¨ δεν ανυπομονεί, αφού ήδη έχει λερώσει τα χέρια του με το αίμα του Ιωάννη του Βαπτιστή, να γίνει υπεύθυνος και για τον θάνατο του Υιού του Ανθρώπου. Τώρα πηγαίνετε και να πείτε ότι ο Υιός του Ανθρώπου κηρύσσει στην Περέα σήμερα, αύριο θα πάει στην Ιουδαία, και μετά από μερικές μέρες, η αποστολή του στην γη θα έχει ολοκληρωθεί και θα είναι έτοιμος να ανέλθει στον Πατέρα.»   171:4.6 (1872.3) When Jesus heard what the Pharisees had to say, he replied: “I well know about Herod and his fear of this gospel of the kingdom. But, mistake not, he would much prefer that the Son of Man go up to Jerusalem to suffer and die at the hands of the chief priests; he is not anxious, having stained his hands with the blood of John, to become responsible for the death of the Son of Man. Go you and tell that fox that the Son of Man preaches in Perea today, tomorrow goes into Judea, and after a few days, will be perfected in his mission on earth and prepared to ascend to the Father.”
171:4.7 (1872.4) Μετά ο Ιησούς στράφηκε προς τους αποστόλους του, και είπε: «Από τα παλιά χρόνια οι προφήτες χανόντουσαν στην Ιερουσαλήμ, και είναι αρμόζον ο Υιός του Ανθρώπου να πάει στην πόλη του οίκου του Πατέρα και να προσφερθεί σαν τίμημα για την ανθρώπινη μισαλλοδοξία και σαν αποτέλεσμα των θρησκευτικών προκαταλήψεων και την πνευματικής τυφλότητας. Ω Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, που σκοτώνεις τους προφήτες και λιθοβολείς τους δασκάλους της αλήθειας! Πόσο συχνά θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου όπως η κότα μαζεύει τα παιδιά της κάτω από τις φτερούγες της, αλλά εσύ δεν θέλησες να με αφήσεις να το κάνω! Πρόσεχε, το σπίτι σου θα ερημωθεί! Και πολλές φορές θα θελήσεις να με δεις, αλλά δεν θα μπορείς. Θα με αναζητάς τότε, αλλά δεν θα με βρίσκεις.» Και όταν μίλησε, γύρισε σε αυτούς που ήταν γύρω του και είπε: «Παρόλα αυτά, ας πάμε στην Ιερουσαλήμ να παρακολουθήσουμε το Πάσχα και να πράξουμε το θέλημα του Πατέρα στον ουρανό.»   171:4.7 (1872.4) Then turning to his apostles, Jesus said: “From olden times the prophets have perished in Jerusalem, and it is only befitting that the Son of Man should go up to the city of the Father’s house to be offered up as the price of human bigotry and as the result of religious prejudice and spiritual blindness. O Jerusalem, Jerusalem, which kills the prophets and stones the teachers of truth! How often would I have gathered your children together even as a hen gathers her own brood under her wings, but you would not let me do it! Behold, your house is about to be left to you desolate! You will many times desire to see me, but you shall not. You will then seek but not find me.” And when he had spoken, he turned to those around him and said: “Nevertheless, let us go up to Jerusalem to attend the Passover and do that which becomes us in fulfilling the will of the Father in heaven.”
171:4.8 (1872.5) Οι πιστοί που ακολούθησαν εκείνη την ημέρα τον Ιησού στην Ιεριχώ, ήταν μπερδεμένοι και απορημένοι. Οι απόστολοι μπόρεσαν να διακρίνουν μόνο κάποια νότα τελικού θριάμβου στις δηλώσεις του Ιησού που αφορούσαν την βασιλεία¨ απλά δεν μπορούσαν να βρουν την προθυμία να αντιληφθούν τις προειδοποιήσεις για την επικείμενη αποτυχία. Όταν ο Ιησούς είπε ότι «θα σηκωθεί την τρίτη μέρα», αυτοί πιάστηκαν από αυτή την δήλωση για να ερμηνεύσουν τον βέβαιο θρίαμβο της βασιλείας που θα ακολουθούσε αμέσως μετά τις πρώτες δυσάρεστες αψιμαχίες με τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτες. Η «τρίτη μέρα» ήταν μια κοινή Ιουδαϊκή έκφραση που σήμαινε «σύντομα» ή «αμέσως μετά». Όταν λοιπόν ο Ιησούς μίλησε για «σηκωμό – άνοδο», αυτοί νόμισαν ότι αναφερόταν στην «άνοδο της βασιλείας.»   171:4.8 (1872.5) It was a confused and bewildered group of believers who this day followed Jesus into Jericho. The apostles could discern only the certain note of final triumph in Jesus’ declarations regarding the kingdom; they just could not bring themselves to that place where they were willing to grasp the warnings of the impending setback. When Jesus spoke of “rising on the third day,” they seized upon this statement as signifying a sure triumph of the kingdom immediately following an unpleasant preliminary skirmish with the Jewish religious leaders. The “third day” was a common Jewish expression signifying “presently” or “soon thereafter.” When Jesus spoke of “rising,” they thought he referred to the “rising of the kingdom.”
171:4.9 (1872.6) Ο Ιησούς είχε γίνει αποδεκτός από αυτούς τους πιστούς σαν Μεσσίας, και οι Εβραίοι δεν γνώριζαν τίποτα ή ελάχιστα για έναν Μεσσία που θα υπέφερε. Δεν καταλάβαιναν ότι ο Ιησούς θα πετύχαινε πολλά πράγματα με τον θάνατό του που ποτέ δεν θα μπορούσε να πετύχει με την ζωή του. Αν και ήταν η ανάσταση του Λαζάρου που έδωσε τα κότσια στους αποστόλους να μπουν στην Ιερουσαλήμ, αλλά ήταν η μνήμη της μεταμόρφωσης που στήριζε τον Κύριο σε αυτή την δύσκολη περίοδο της Προσφοράς του στην Ουράντια.   171:4.9 (1872.6) Jesus had been accepted by these believers as the Messiah, and the Jews knew little or nothing about a suffering Messiah. They did not understand that Jesus was to accomplish many things by his death which could never have been achieved by his life. While it was the resurrection of Lazarus that nerved the apostles to enter Jerusalem, it was the memory of the transfiguration that sustained the Master at this trying period of his bestowal.
5. Ο ΤΥΦΛΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΙΧΩ ^top   5. The Blind Man at Jericho ^top
171:5.1 (1873.1) Αργά το απόγευμα της Πέμπτης, στις 30 Μαρτίου, ο Ιησούς και οι απόστολοί του, στην κεφαλή της πομπής περίπου διακοσίων οπαδών, πλησίασαν στα τείχη της Ιεριχούς. Όταν πλησίασαν στην πύλη της πόλης, συνάντησαν ένα πλήθος από ζητιάνους, ανάμεσά τους και κάποιος Βαρτιμαίος, ένας ηλικιωμένος άνθρωπος ου είχε χάσει το φως του από τα νιάτα του. Αυτός ο τυφλός ζητιάνος είχε ακούσει πολλά για τον Ιησού και γνώριζε τα πάντα για την θεραπεία του τυφλού Ιωσία στην Ιερουσαλήμ. Δεν γνώριζε για την τελευταία επίσκεψη του Ιησού στην Ιεριχώ μέχρι που αυτός είχε πάει στην Βηθανία. Ο Βαρτιμαίος αποφάσισε να μην άφηνε ξανά τον Ιησού να επισκεφθεί χωρίς να του κάνει έκκληση να του επαναφέρει το φως του.   171:5.1 (1873.1) Late on the afternoon of Thursday, March 30, Jesus and his apostles, at the head of a band of about two hundred followers, approached the walls of Jericho. As they came near the gate of the city, they encountered a throng of beggars, among them one Bartimeus, an elderly man who had been blind from his youth. This blind beggar had heard much about Jesus and knew all about his healing of the blind Josiah at Jerusalem. He had not known of Jesus’ last visit to Jericho until he had gone on to Bethany. Bartimeus had resolved that he would never again allow Jesus to visit Jericho without appealing to him for the restoration of his sight.
171:5.2 (1873.2) Τα νέα για την προσέγγιση του Ιησού είχαν διαδοθεί σε όλη την Ιεριχώ, και εκατοντάδες κάτοικοι συνωστίστηκαν για να τον συναντήσουν. Όταν αυτό το μεγάλο πλήθος γύρισε και συνόδεψε τον Κύριο μέσα στην πόλη, ο Βαρτιμαίος, ακούγοντας τα βήματα του πλήθους, κατάλαβε ότι κάτι ασυνήθιστο συνέβαινε. Και ένας από τους ζητιάνους είπε, «Περνά ο Ιησούς από την Ναζαρέτ». Όταν ο Βαρτιμαίος άκουσε ότι ο Ιησούς βρισκόταν κοντά, άρχισε να φωνάζει δυνατά με όλη την δύναμη της φωνής του, «Ιησού, Ιησού, ελέησέ με!» Και καθώς συνέχισε να φωνάζει όλο και πιο δυνατά, κάποιος από εκείνους που βρισκόντουσαν κοντά στον Ιησού πήγε και τον επέπληξε, και του ζήτησε να είναι ήσυχος¨ αλλά δεν κατάφερε τίποτα¨ αυτός συνέχισε να φωνάζει όλο και πιο δυνατά.   171:5.2 (1873.2) News of Jesus’ approach had been heralded throughout Jericho, and hundreds of the inhabitants flocked forth to meet him. When this great crowd came back escorting the Master into the city, Bartimeus, hearing the heavy tramping of the multitude, knew that something unusual was happening, and so he asked those standing near him what was going on. And one of the beggars replied, “Jesus of Nazareth is passing by.” When Bartimeus heard that Jesus was near, he lifted up his voice and began to cry aloud, “Jesus, Jesus, have mercy upon me!” And as he continued to cry louder and louder, some of those near to Jesus went over and rebuked him, requesting him to hold his peace; but it was of no avail; he cried only the more and the louder.
171:5.3 (1873.3) Όταν ο Ιησούς άκουσε τις φωνές του τυφλού ανθρώπου, σταμάτησε. Και όταν τον είδε, είπε στους φίλους του, «Φέρτε μου εκείνον τον άνθρωπο». Και τότε αυτοί πήγαν στον Βαρτιμαίο και του είπαν: «Σου φέρνομε καλά νέα¨ έλα μαζί μας, γιατί ο Κύριος σε καλεί.» Όταν ο Βαρτιμαίος άκουσε αυτά τα λόγια, πέταξε τον μανδύα του, και όρμησε στην μέση του δρόμου, ενώ εκείνοι που βρισκόντουσαν κοντά τον οδήγησαν στον Ιησού. Και ο Ιησούς απευθυνόμενος στον Βαρτιμαίο, είπε: «Τι θέλεις να κάνω για σένα;» Τότε ο τυφλός απάντησε, «Θα ήθελα να ξαναβρώ το φως μου.» Και όταν ο Ιησούς άκουσε το αίτημά του και είδε την πίστη του, είπε: «Θα έχεις το φως σου¨ πήγαινε στον δρόμο σου¨ η πίστη σου σε θεράπευσε.» Και αμέσως βρήκε το φως του, και παράμεινε κοντά στον Ιησού, δοξάζοντας το Θεό, μέχρι την επόμενη μέρα που ο Κύριος ξεκίνησε για την Ιερουσαλήμ και τότε αυτός πήγαινε μπροστά από το πλήθος δηλώνοντας σε όλους πως είχε ξαναβρεί το φως του στην Ιεριχώ.   171:5.3 (1873.3) When Jesus heard the blind man crying out, he stood still. And when he saw him, he said to his friends, “Bring the man to me.” And then they went over to Bartimeus, saying: “Be of good cheer; come with us, for the Master calls for you.” When Bartimeus heard these words, he threw aside his cloak, springing forward toward the center of the road, while those near by guided him to Jesus. Addressing Bartimeus, Jesus said: “What do you want me to do for you?” Then answered the blind man, “I would have my sight restored.” And when Jesus heard this request and saw his faith, he said: “You shall receive your sight; go your way; your faith has made you whole.” Immediately he received his sight, and he remained near Jesus, glorifying God, until the Master started on the next day for Jerusalem, and then he went before the multitude declaring to all how his sight had been restored in Jericho.
6. Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟΝ ΖΑΚΧΑΙΟ ^top   6. The Visit to Zaccheus ^top
171:6.1 (1873.4) Όταν η πομπή του Κυρίου εισήλθε στην Ιεριχώ, πλησίαζε σούρουπο, και θέλησε να περάσει εκεί την νύχτα. Όταν ο Ιησούς περνούσε έξω από το τελωνείο, ο Ζακχαίος ο αρχιτελώνης, ή συλλέκτης φόρων, έτυχε να βρίσκεται εκεί, και θέλησε πολύ να δει τον Ιησού. Ο αρχιτελώνης ήταν πολύ πλούσιος και είχε ακούσει πολλά για τον προφήτη από την Γαλιλαία. Είχε αποφασίσει να δει τι άνθρωπος ήταν ο Ιησούς την επόμενη φορά που θα τύχαινε να επισκεφτεί την Ιεριχώ¨ έτσι, ο Ζακχαίος προσπάθησε να περάσει μέσα από το πλήθος, αλλά ήταν πολύ μεγάλο, και όντας κοντός, δεν μπορούσε να δει πάνω από τα κεφάλια. Και έτσι ο αρχιτελώνης ακολούθησε μαζί με το πλήθος μέχρι που έφτασε στο κέντρο της πόλης όχι μακριά από το σπίτι του. Όταν είδε ότι δεν θα μπορούσε να περάσει μέσα από το πλήθος, και νομίζοντας ότι ο Ιησούς θα περνούσε από την πόλη χωρίς να σταματήσει, έτρεξε μπροστά και σκαρφάλωσε σε μια συκομουριά της οποίας τα μακριά κλαδιά απλωνόντουσαν πάνω από τον δρόμο. Ήξερε ότι με αυτό τον τρόπο θα είχε καλή θέα του Κυρίου καθώς θα περνούσε. Και δεν απογοητεύτηκε, γιατί, την ώρα που περνούσε ο Ιησούς, σταμάτησε και, κοιτάζοντας πάνω είπε στον Ζακχαίο: «Κάνε γρήγορα Ζακχαίο, κατέβα, γιατί απόψε θα μείνω στο σπίτι σου.» Και όταν ο Ζακχαίος άκουσε αυτά τα παράξενα λόγια, σχεδόν κόντεψε να πέσει από το δέντρο από την βιασύνη του να κατέβει, και πηγαίνοντας στον Ιησού, εξέφρασε την μεγάλη χαρά του που ο Κύριος θέλησε να σταματήσει στο σπίτι του.   171:6.1 (1873.4) When the Master’s procession entered Jericho, it was nearing sundown, and he was minded to abide there for the night. As Jesus passed by the customs house, Zaccheus the chief publican, or tax collector, happened to be present, and he much desired to see Jesus. This chief publican was very rich and had heard much about this prophet of Galilee. He had resolved that he would see what sort of a man Jesus was the next time he chanced to visit Jericho; accordingly, Zaccheus sought to press through the crowd, but it was too great, and being short of stature, he could not see over their heads. And so the chief publican followed on with the crowd until they came near the center of the city and not far from where he lived. When he saw that he would be unable to penetrate the crowd, and thinking that Jesus might be going right on through the city without stopping, he ran on ahead and climbed up into a sycamore tree whose spreading branches overhung the roadway. He knew that in this way he could obtain a good view of the Master as he passed by. And he was not disappointed, for, as Jesus passed by, he stopped and, looking up at Zaccheus, said: “Make haste, Zaccheus, and come down, for tonight I must abide at your house.” And when Zaccheus heard these astonishing words, he almost fell out of the tree in his haste to get down, and going up to Jesus, he expressed great joy that the Master should be willing to stop at his house.
171:6.2 (1874.1) Πήγαν αμέσως στο σπίτι του Ζακχαίου, και εκείνοι που έμεναν στην Ιεριχώ εξεπλάγησαν που ο Ιησούς συγκατατέθηκε να μείνει του αρχιτελώνη. Ακόμα και όταν ο Ιησούς και οι απόστολοί του βρισκόντουσαν έξω από την πόρτα του σπιτιού του Ζακχαίου, ένας από τους Φαρισαίους της Ιεριχούς, που στεκόταν εκεί κοντά, είπε: «Βλέπετε πως αυτός ο άνθρωπος πήγε να μείνει με έναν αμαρτωλό, έναν αποστάτη γιο του Αβραάμ που καταχράται και ληστεύει τους δικούς του ανθρώπους.» Και όταν ο Ιησούς άκουσε αυτά κοίταξε τον Ζακχαίο και χαμογέλασε. Και τότε ο Ζακχαίος ανέβηκε σε ένα σκαμνί και είπε: «Άνθρωποι της Ιεριχούς, ακούστε με! Μπορεί να είμαι τελώνης και αμαρτωλός, αλλά ο μεγάλος Δάσκαλος ήρθε να μείνει στο σπίτι μου¨ και πριν μπει μέσα, σας λέγω ότι πρόκειται να δωρίσω το μισό της περιουσίας μου στους φτωχούς, και αρχίζοντας από αύριο, αν έχω αποσπάσει κάτι άδικα από οποιονδήποτε, θα το ξεπληρώσω τετραπλό. Πρόκειται να αναζητήσω την σωτηρία με όλη μου την καρδιά και να μάθω να πράττω το δίκαιο μπροστά στον Θεό.»   171:6.2 (1874.1) They went at once to the home of Zaccheus, and those who lived in Jericho were much surprised that Jesus would consent to abide with the chief publican. Even while the Master and his apostles lingered with Zaccheus before the door of his house, one of the Jericho Pharisees, standing near by, said: “You see how this man has gone to lodge with a sinner, an apostate son of Abraham who is an extortioner and a robber of his own people.” And when Jesus heard this, he looked down at Zaccheus and smiled. Then Zaccheus stood upon a stool and said: “Men of Jericho, hear me! I may be a publican and a sinner, but the great Teacher has come to abide in my house; and before he goes in, I tell you that I am going to bestow one half of all my goods upon the poor, and beginning tomorrow, if I have wrongfully exacted aught from any man, I will restore fourfold. I am going to seek salvation with all my heart and learn to do righteousness in the sight of God.”
171:6.3 (1874.2) Όταν ο Ζακχαίος σταμάτησε να μιλά, ο Ιησούς είπε: «Σήμερα η σωτηρία έφτασε σε αυτό το σπίτι, και έχεις γίνει πραγματικά γιος του Αβραάμ.» Και γυρίζοντας προς το πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο γύρω του, ο Ιησούς είπε: «Και να μην απορείτε με αυτά που λεω, ούτε να προσβάλλεστε από αυτά που κάνω, γιατί σας έχω πει πολλές φορές ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει έρθει για να προσπαθήσει να σώσει αυτούς που θεωρούνται χαμένοι.»   171:6.3 (1874.2) When Zaccheus had ceased speaking, Jesus said: “Today has salvation come to this home, and you have become indeed a son of Abraham.” And turning to the crowd assembled about them, Jesus said: “And marvel not at what I say nor take offense at what we do, for I have all along declared that the Son of Man has come to seek and to save that which is lost.”
171:6.4 (1874.3) Έμειναν με τον Ζακχαίο εκείνη την νύχτα. Το πρωί σηκώθηκαν και ακολούθησαν την «τον δρόμο των ληστών» προς την Βηθανία πηγαίνοντας για το Πάσχα στην Ιερουσαλήμ.   171:6.4 (1874.3) They lodged with Zaccheus for the night. On the morrow they arose and made their way up the “road of robbers” to Bethany on their way to the Passover at Jerusalem.
7. «ΟΤΑΝ ΠΕΡΝΟΥΣΕ Ο ΙΗΣΟΥΣ» ^top   7. “As Jesus Passed By” ^top
171:7.1 (1874.4) Ο Ιησούς σκορπούσε καλή διάθεση όπου και να πήγαινε. Ήταν γεμάτος χάρη και αλήθεια. Οι συνεργάτες του ποτέ δεν έπαψαν να θαυμάζουν και να απορούν με τα ευγενικά λόγια που έβγαιναν από το στόμα του. Την χάρη και την κομψότητα μπορείς να την καλλιεργήσεις, αλλά η καλοσύνη είναι το άρωμα της φιλικότητας που απορρέει από μια ψυχή διαποτισμένη από αγάπη.   171:7.1 (1874.4) Jesus spread good cheer everywhere he went. He was full of grace and truth. His associates never ceased to wonder at the gracious words that proceeded out of his mouth. You can cultivate gracefulness, but graciousness is the aroma of friendliness which emanates from a love-saturated soul.
171:7.2 (1874.5) Η καλοσύνη πάντα προκαλεί τον σεβασμό, αλλά όταν δεν διαθέτει χάρη και κομψότητα, πολύ συχνά απωθεί την στοργή. Η καλοσύνη είναι συμπαντικά ελκυστική μόνο όταν είναι κομψή. Η καλοσύνη είναι αποτελεσματική μόνο όταν είναι ελκυστική.   171:7.2 (1874.5) Goodness always compels respect, but when it is devoid of grace, it often repels affection. Goodness is universally attractive only when it is gracious. Goodness is effective only when it is attractive.
171:7.3 (1874.6) Ο Ιησούς καταλάβαινε αληθινά τους ανθρώπους¨ γι αυτό μπορούσε να εκδηλώνει γνήσια συμπάθεια και να δείχνει πραγματική συμπόνια. Αλλά σπάνια έδειχνε οίκτο. Ενώ η συμπόνια του ήταν χωρίς όρια, η συμπάθειά του ήταν πρακτική, προσωπική, και εποικοδομητική. Η οικειότητά του ποτέ δεν ανεχόταν την μεμψιμοιρία και μπορούσε να βοηθά τις λυπημένες ψυχές χωρίς να αυξάνει την αυτολύπησή τους.   171:7.3 (1874.6) Jesus really understood men; therefore could he manifest genuine sympathy and show sincere compassion. But he seldom indulged in pity. While his compassion was boundless, his sympathy was practical, personal, and constructive. Never did his familiarity with suffering breed indifference, and he was able to minister to distressed souls without increasing their self-pity.
171:7.4 (1874.7) Ο Ιησούς μπορούσε να βοηθά τους ανθρώπους τόσο πολύ επειδή τους αγαπούσε τόσο ειλικρινά. Αληθινά αγαπούσε κάθε άνδρα, κάθε γυναίκα, και κάθε παιδί. Μπορούσε να είναι τόσο πραγματικός φίλος χάρη στην σημαντική του διορατικότητα—γνώριζε τόσο καλά τι υπήρχε στο μυαλό και στην καρδιά κάθε ανθρώπου. Ήταν ένας σοβαρός , βαθύς παρατηρητής, με πολύ ενδιαφέρον. Ήταν ειδικός στο να καταλαβαίνει τις ανθρώπινες ανάγκες, πανέξυπνος στο να αντιλαμβάνεται τις ανθρώπινες επιθυμίες.   171:7.4 (1874.7) Jesus could help men so much because he loved them so sincerely. He truly loved each man, each woman, and each child. He could be such a true friend because of his remarkable insight—he knew so fully what was in the heart and in the mind of man. He was an interested and keen observer. He was an expert in the comprehension of human need, clever in detecting human longings.
171:7.5 (1874.8) Ο Ιησούς ποτέ δεν βιαζόταν. Είχε χρόνο να εμψυχώνει τους συνανθρώπους του «όταν περνούσε». Και πάντα έκανε τους φίλους του να αισθάνονται άνετα. Ήταν καλός ακροατής. Ποτέ δεν καταπιάστηκε με την λεπτολόγο ανάκριση των ψυχών των συνεργατών του. Όταν ενθάρρυνε τα πεινασμένα μυαλά και βοηθούσε τις διψασμένες ψυχές, οι αποδέκτες του ελέους του δεν αισθανόντουσαν τόσο ότι εξομολογιόντουσαν σε αυτόν όσο ότι συζητούσαν μαζί του. Του είχαν απεριόριστη εμπιστοσύνη γιατί έβλεπαν ότι αυτός είχε τόσο μεγάλη πίστη σε αυτούς.   171:7.5 (1874.8) Jesus was never in a hurry. He had time to comfort his fellow men “as he passed by.” And he always made his friends feel at ease. He was a charming listener. He never engaged in the meddlesome probing of the souls of his associates. As he comforted hungry minds and ministered to thirsty souls, the recipients of his mercy did not so much feel that they were confessing to him as that they were conferring with him. They had unbounded confidence in him because they saw he had so much faith in them.
171:7.6 (1875.1) Ποτέ δεν έδειξε περιέργεια για τους ανθρώπους, και ποτέ δεν εκδήλωσε την επιθυμία να κατευθύνει, να διοικεί, ή να ελέγχει. Ενέπνεε μεγάλη αυτοπεποίθηση και θάρρος σε όλους όσους σχετιζόντουσαν μαζί του. Όταν χαμογελούσε σε κάποιον, αυτός ο θνητός αποκτούσε αυξημένη ικανότητα να λύνει τα πολλαπλά προβλήματά του.   171:7.6 (1875.1) He never seemed to be curious about people, and he never manifested a desire to direct, manage, or follow them up. He inspired profound self-confidence and robust courage in all who enjoyed his association. When he smiled on a man, that mortal experienced increased capacity for solving his manifold problems.
171:7.7 (1875.2) Ο Ιησούς τους αγαπούσε τόσο πολύ και με τόση σοφία ώστε ποτέ δεν δίστασε να είναι αυστηρός μαζί τους όταν απαιτούσε η περίσταση τέτοια πειθαρχία. Πολύ συχνά βοηθούσε κάποιον με το να ζητήσει εκείνος την βοήθειά του . Με αυτόν τον τρόπο τραβούσε την προσοχή στα καλύτερα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης.   171:7.7 (1875.2) Jesus loved men so much and so wisely that he never hesitated to be severe with them when the occasion demanded such discipline. He frequently set out to help a person by asking for help. In this way he elicited interest, appealed to the better things in human nature.
171:7.8 (1875.3) Ο Κύριος μπορούσε να διακρίνει την σωτήρια πίστη στην άξεστη πρόληψη της γυναίκας που αναζήτησε την θεραπεία αγγίζοντας την άκρη του μανδύα του. Ήταν πάντα έτοιμος και πρόθυμος να σταματήσει μια ομιλία ή να καθυστερήσει ένα ολόκληρο πλήθος για να προσφέρει στις ανάγκες ενός και μόνου προσώπου, ακόμα και ενός μικρού παιδιού. Σπουδαία πράγματα συνέβαιναν όχι μόνο επειδή οι άνθρωποι πίστευαν στον Ιησού, αλλά και γιατί ο Ιησούς πίστευε τόσο στους ανθρώπους.   171:7.8 (1875.3) The Master could discern saving faith in the gross superstition of the woman who sought healing by touching the hem of his garment. He was always ready and willing to stop a sermon or detain a multitude while he ministered to the needs of a single person, even to a little child. Great things happened not only because people had faith in Jesus, but also because Jesus had so much faith in them.
171:7.9 (1875.4) Τα περισσότερα από πραγματικά σπουδαία πράγματα που είπε ο Ιησούς ή έκανε φαινόντουσαν ότι συνέβαιναν ανεπιτήδευτα, μέσα στην καθημερινότητά του, «όταν περνούσε». Στην προσφορά του Ιησού στην γη, υπήρχαν ελάχιστα στοιχεία επαγγελματισμού, προσεχτικού σχεδιασμού, ή προσχεδιασμού. Χάριζε υγεία και σκορπούσε ευτυχία με φυσικότητα και χάρη όπως περνούσε από την ζωή. Ήταν στην κυριολεξία αλήθεια, «Περνούσε και έκανε καλό.»   171:7.9 (1875.4) Most of the really important things which Jesus said or did seemed to happen casually, “as he passed by.” There was so little of the professional, the well-planned, or the premeditated in the Master’s earthly ministry. He dispensed health and scattered happiness naturally and gracefully as he journeyed through life. It was literally true, “He went about doing good.”
171:7.10 (1875.5) Και αρμόζει και στους οπαδούς του Κυρίου σε όλες τις εποχές να μάθουν να προσφέρουν «όταν περνούν»—να κάνουν το καλό με αυταπάρνηση όπως κάνουν τις καθημερινές τους δουλειές.   171:7.10 (1875.5) And it behooves the Master’s followers in all ages to learn to minister as “they pass by”—to do unselfish good as they go about their daily duties.
8. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΛΙΡΕΣ ^top   8. Parable of the Pounds ^top
171:8.1 (1875.6) Δεν ξεκίνησαν από την Ιεριχώ πριν το μεσημέρι αφού κάθισαν μέχρι αργά την προηγούμενη νύχτα όσο ο Ιησούς δίδασκε τον Ζακχαίο και την οικογένειά του το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών. Περίπου στα μισά του ανηφορικού δρόμου προς την Βηθανία η συντροφιά σταμάτησε για μεσημεριανό ενώ το πλήθος συνέχισε για την Ιερουσαλήμ, χωρίς να ξέρουν ότι ο Ιησούς και οι απόστολοί του θα έμεναν εκείνη την νύχτα στο Όρος των Ελαιών.   171:8.1 (1875.6) They did not start from Jericho until near noon since they sat up late the night before while Jesus taught Zaccheus and his family the gospel of the kingdom. About halfway up the ascending road to Bethany the party paused for lunch while the multitude passed on to Jerusalem, not knowing that Jesus and the apostles were going to abide that night on the Mount of Olives.
171:8.2 (1875.7) Η παραβολή για τις λίρες, αντίθετα με την παραβολή για τα ταλέντα, που απευθυνόταν σε όλους τους μαθητές τους, απευθυνόταν αποκλειστικά στους αποστόλους του και βασιζόταν κυρίως στην εμπειρία του Αρχέλαου και στην μάταιη προσπάθειά του να κερδίσει την ηγεμονία του Βασιλείου της Ιουδαίας. Αυτή είναι μια από τις λίγες παραβολές του Κυρίου που βασιζόταν σε πραγματικούς ιστορικούς χαρακτήρες. Και δεν ήταν παράξενο που έφεραν στο μυαλό τους τον Αρχέλαο αφού το σπίτι του Ζακχαίου στην Ιεριχώ ήταν πολύ κοντά στο φανταχτερό παλάτι του Αρχέλαου, και το υδραγωγείο του βρισκόταν κατά μήκος του δρόμου τον οποίο ακολούθησαν όταν έφυγαν από την Ιεριχώ.   171:8.2 (1875.7) The parable of the pounds, unlike the parable of the talents, which was intended for all the disciples, was spoken more exclusively to the apostles and was largely based on the experience of Archelaus and his futile attempt to gain the rule of the kingdom of Judea. This is one of the few parables of the Master to be founded on an actual historic character. It was not strange that they should have had Archelaus in mind inasmuch as the house of Zaccheus in Jericho was very near the ornate palace of Archelaus, and his aqueduct ran along the road by which they had departed from Jericho.
171:8.3 (1875.8) Είπε ο Ιησούς: «Νομίζετε ότι ο Υιός του Ανθρώπου πηγαίνει στην Ιερουσαλήμ για να παραλάβει ένα Βασίλειο, αλλά σας δηλώνω ότι είστε καταδικασμένοι να απογοητευτείτε. Δεν θυμόσαστε κάποιον πρίγκιπα που πήγε σε μια μακρινή χώρα για να καταλάβει ένα βασίλειο, αλλά πριν ακόμα μπορέσει να επιστρέψει, οι πολίτες της επαρχίας του, που στις καρδιές τους τον είχαν ήδη απορρίψει, έστειλαν πρεσβευτές, και έλεγαν, «Δεν θέλουμε αυτός ο άνθρωπος να μας κυβερνά»; Όπως είχαν απορρίψει αυτό τον βασιλιά στην εγκόσμια εξουσία, έτσι και ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να απορριφθεί στην πνευματική ηγεμονία. Ξανά σας δηλώνω ότι το βασίλειό μου δεν βρίσκεται σε αυτόν τον κόσμο¨ αλλά αν ο Υιός του Ανθρώπου είχε αποκτήσει την πνευματική ηγεμονία των ανθρώπων του, θα είχε δεχτεί ένα τέτοιο Βασίλειο ανθρώπινων ψυχών και θα είχε βασιλεύσει σε αυτό το βασίλειο από ανθρώπινες καρδιές. Αν και απορρίπτουν την πνευματική μου ηγεμονία, θα επιστρέψω πάλι να παραλάβω από άλλους ένα τέτοιο βασίλειο πνεύματος σαν αυτό που τώρα μου αρνούνται. Τώρα θα δείτε ότι ο Υιός του Ανθρώπου θα απορριφθεί, αλλά σαν μια άλλη εποχή αυτό που τώρα απορρίπτουν τα παιδιά του Αβραάμ θα γίνει αποδεκτό και θα εξυψωθεί.   171:8.3 (1875.8) Said Jesus: “You think that the Son of Man goes up to Jerusalem to receive a kingdom, but I declare that you are doomed to disappointment. Do you not remember about a certain prince who went into a far country to receive for himself a kingdom, but even before he could return, the citizens of his province, who in their hearts had already rejected him, sent an embassy after him, saying, ‘We will not have this man to reign over us’? As this king was rejected in the temporal rule, so is the Son of Man to be rejected in the spiritual rule. Again I declare that my kingdom is not of this world; but if the Son of Man had been accorded the spiritual rule of his people, he would have accepted such a kingdom of men’s souls and would have reigned over such a dominion of human hearts. Notwithstanding that they reject my spiritual rule over them, I will return again to receive from others such a kingdom of spirit as is now denied me. You will see the Son of Man rejected now, but in another age that which the children of Abraham now reject will be received and exalted.
171:8.4 (1876.1) «Και τώρα, σαν τον αποδιωγμένο ευγενή αυτής της παραβολής, θα ήθελα να καλέσω ενώπιόν μου τους δώδεκα υπηρέτες μου, τους ειδικούς βοηθούς μου, και δίνοντάς σε κάθε έναν σας το ποσό της μιας λίρας, θα ήθελα να συμβουλέψω τον καθένα σας να δώσει μεγάλη προσοχή στις οδηγίες μου και να διαθέσει με σύνεση αυτό το ποσό που σας εμπιστεύομαι όσο βρίσκομαι μακριά ώστε να δικαιώσετε την θέση σας όταν επιστρέψω, και σας ζητήσω λογαριασμό.   171:8.4 (1876.1) “And now, as the rejected nobleman of this parable, I would call before me my twelve servants, special stewards, and giving into each of your hands the sum of one pound, I would admonish each to heed well my instructions that you trade diligently with your trust fund while I am away that you may have wherewith to justify your stewardship when I return, when a reckoning shall be required of you.
171:8.5 (1876.2) «Και αν ακόμα αυτός ο αποδιωγμένος Υιός δεν γυρίσει, ένας άλλος Υιός θα σταλεί να παραλάβει αυτό το βασίλειο, και αυτός ο Υιός θα σας καλέσει τότε όλους εσάς για να δεχτεί την αναφορά σας για τις υπηρεσίες σας και να χαρεί από τα κέρδη σας.   171:8.5 (1876.2) “And even if this rejected Son should not return, another Son will be sent to receive this kingdom, and this Son will then send for all of you to receive your report of stewardship and to be made glad by your gains.
171:8.6 (1876.3) «Και όταν αυτοί οι βοηθοί τελικά κλήθηκαν για έναν απολογισμό, ο πρώτος προχώρησε μπροστά λέγοντας, «Κύριε, με την λίρα σου έκανα άλλες δέκα.» Και ο αφέντης του είπε: «Μπράβο, είσαι καλός υπηρέτης¨ και εφόσον αποδείχτηκες πιστός και συνεπής σε αυτό το ζήτημα, θα σου δώσω την εξουσία σε δέκα πόλεις.» Και ο δεύτερος ήρθε, και είπε: «Με την λίρα που μου άφησες, Κύριε, έκανα πέντε λίρες.» Τότε ανάλογα με αυτό, θα σε κάνω ηγεμόνα πέντε πόλεων.» Και το ίδιο γινόταν με όλους τους υπηρέτες μέχρι που έφτασε και ο τελευταίος να κάνει τον απολογισμό του: «Κύριε, ορίστε η λίρα σου, την οποία φύλαξα με ασφάλεια διπλωμένη με αυτή την πετσέτα. Και αυτό το έκανα επειδή σε φοβόμουν¨ πίστεψα ότι ήσουν παράλογος, να θέλεις να σηκώσεις εκεί που δεν κατάθεσες, και να θερίσεις εκεί που δεν έσπειρες.» Τότε είπε ο κύριός του είπε: «Αμελή και άπιστε υπηρέτη, θα σε κρίνω από τα λόγια σου. Ήξερες ότι θερίζω εκεί που φαινομενικά δεν έχω σπείρει¨ έτσι ήξερες ότι θα σου ζητήσω αυτό τον απολογισμό. Αφού το ήξερες αυτό, έπρεπε τουλάχιστον να έχεις δώσει τα ρήγματα μου στην τράπεζα ώστε με τον ερχομό μου να έπαιρνα τουλάχιστον τον κατάλληλο τόκο.»   171:8.6 (1876.3) “And when these stewards were subsequently called together for an accounting, the first came forward, saying, ‘Lord, with your pound I have made ten pounds more.’ And his master said to him: ‘Well done; you are a good servant; because you have proved faithful in this matter, I will give you authority over ten cities.’ And the second came, saying, ‘Your pound left with me, Lord, has made five pounds.’ And the master said, ‘I will accordingly make you ruler over five cities.’ And so on down through the others until the last of the servants, on being called to account, reported: ‘Lord, behold, here is your pound, which I have kept safely done up in this napkin. And this I did because I feared you; I believed that you were unreasonable, seeing that you take up where you have not laid down, and that you seek to reap where you have not sown.’ Then said his lord: ‘You negligent and unfaithful servant, I will judge you out of your own mouth. You knew that I reap where I have apparently not sown; therefore you knew this reckoning would be required of you. Knowing this, you should have at least given my money to the banker that at my coming I might have had it with proper interest.’
171:8.7 (1876.4) «Και έπειτα αυτός ο ηγεμόνας είπε σε όσους στεκόντουσαν εκεί: «Πάρτε τα χρήματα από αυτόν τον οκνό υπηρέτη και δώστε τα σε εκείνον που έχει δέκα λίρες.» Και όταν υπενθύμισαν στον αφέντη ‘ότι αυτός ήδη έχει δέκα λίρες, αυτός είπε: «Σε όσους έχουν θα δοθούν ακόμα περισσότερα, αλλά σε αυτόν που δεν έχει, θα του αφαιρεθούν ακόμα και τα ελάχιστα που έχει.»   171:8.7 (1876.4) “And then said this ruler to those who stood by: ‘Take the money from this slothful servant and give it to him who has ten pounds.’ And when they reminded the master that such a one already had ten pounds, he said: ‘To every one who has shall be given more, but from him who has not, even that which he has shall be taken away from him.’”
171:8.8 (1876.5) Και τότε οι απόστολοι προσπάθησαν να γνωρίσουν την διαφορά ανάμεσα σε αυτή την παραβολή και στην άλλη για τα ταλέντα, αλλά ο Ιησούς έλεγε μόνο σε απάντηση των πολλών τους ερωτήσεων: «Σκεφτείτε καλά αυτά τα λόγια μέσα στην καρδιά σας ενώ ο καθένας θα ανακαλύπτει την αληθινή τους σημασία.»   171:8.8 (1876.5) And then the apostles sought to know the difference between the meaning of this parable and that of the former parable of the talents, but Jesus would only say, in answer to their many questions: “Ponder well these words in your hearts while each of you finds out their true meaning.”
171:8.9 (1876.6) Ήταν ο Ναθαναήλ που δίδασκε πολύ καλά την σημασία αυτών των δύο παραβολών τα μεταγενέστερα χρόνια, συνοψίζοντας τα διδάγματά τους σε αυτά τα συμπεράσματα:   171:8.9 (1876.6) It was Nathaniel who so well taught the meaning of these two parables in the after years, summing up his teachings in these conclusions:
171:8.10 (1876.7) 1.Η ικανότητα είναι το πραχτικό μέτρο των δυνατοτήτων που δίνονται στην ζωή. Ποτέ δεν θα σας ζητηθούν ευθύνες για την επίτευξη πραγμάτων που είναι πέρα από τις ικανότητές σας .   171:8.10 (1876.7) 1. Ability is the practical measure of life’s opportunities. You will never be held responsible for the accomplishment of that which is beyond your abilities.
171:8.11 (1876.8) 2. Η πίστη είναι το αλάνθαστο μέτρο της ανθρώπινης αξιοπιστίας. Αυτός που είναι πιστός στα μικρά πράγματα είναι επίσης πιθανός ότι θα δείξει πίστη σε ότι είναι συνεπές με τα χαρίσματά του.   171:8.11 (1876.8) 2. Faithfulness is the unerring measure of human trustworthiness. He who is faithful in little things is also likely to exhibit faithfulness in everything consistent with his endowments.
171:8.12 (1876.9) 3. Ο Κύριος δίνει μικρότερη αμοιβή για την μικρότερη πίστη όταν υπάρχουν οι ίδιες δυνατότητες.   171:8.12 (1876.9) 3. The Master grants the lesser reward for lesser faithfulness when there is like opportunity.
171:8.13 (1877.1) 4. Δίνει ίση αμοιβή για την όμοια πίστη όταν υπάρχουν μικρότερες δυνατότητες.   171:8.13 (1877.1) 4. He grants a like reward for like faithfulness when there is lesser opportunity.
171:8.14 (1877.2) Όταν είχαν τελειώσει το γεύμα τους, και αφού το πλήθος που ακολουθούσε είχε πάει προς την Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς, που στεκόταν εκεί μπροστά στους αποστόλους του κάτω από την σκιά ενός βράχου στην άκρη του δρόμου, με εύθυμη αξιοπρέπεια και με κομψό μεγαλείο έδειξε με το δάχτυλό του προς τα δυτικά, και είπε: «Ελάτε, αδερφοί μου, πάμε στην Ιερουσαλήμ, για να δεχτούμε ότι μας περιμένει¨ έτσι θα εκπληρώσουμε το θέλημα του ουράνιου Πατέρα σε όλα τα πράγματα.»   171:8.14 (1877.2) When they had finished their lunch, and after the multitude of followers had gone on toward Jerusalem, Jesus, standing there before the apostles in the shade of an overhanging rock by the roadside, with cheerful dignity and a gracious majesty pointed his finger westward, saying: “Come, my brethren, let us go on into Jerusalem, there to receive that which awaits us; thus shall we fulfill the will of the heavenly Father in all things.”
171:8.15 (1877.3) Και έτσι ο Ιησούς και οι απόστολοί του έκαναν αυτό, το τελευταίο ταξίδι του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ με την μορφή θνητού ανθρώπου.   171:8.15 (1877.3) And so Jesus and his apostles resumed this, the Master’s last journey to Jerusalem in the likeness of the flesh of mortal man.