Εγγραφο 177 |
|
Paper 177 |
ΤΕΤΑΡΤΗ, Η ΜΕΡΑ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ |
|
Wednesday, the Rest Day |
177:0.1 (1920.1) Όταν δεν του πίεζε το έργο της διδασκαλίας προς τους ανθρώπους, ήταν συνήθεια του Ιησού και των αποστόλων να αναπαύονται κάθε Τετάρτη. Εκείνη την Τετάρτη έφαγαν πρωινό κάπως αργότερα από το συνηθισμένο, και στο καταυλισμό επικρατούσε μια δυσοίωνη ησυχία¨ πολύ λίγα ελέχθησαν στο πρώτο ήμισυ του πρωινού γεύματός τους. Στο τέλος μίλησε ο Ιησούς: «Επιθυμώ να αναπαυτείτε σήμερα. Σκεφτείτε με την ησυχία σας όσα συνέβησαν από τότε που ήρθαμε στην Ιερουσαλήμ και διαλογιστείτε για το τι πρόκειται να συμβεί, πράγμα το ποίο σας έχω ήδη πει. Βεβαιωθείτε ότι η αλήθεια κατοικεί στην ζωή σας, και ότι καθημερινά αναπτύσσεσθε με την θεία χάρη.» |
|
177:0.1 (1920.1) WHEN the work of teaching the people did not press them, it was the custom of Jesus and his apostles to rest from their labors each Wednesday. On this particular Wednesday they ate breakfast somewhat later than usual, and the camp was pervaded by an ominous silence; little was said during the first half of this morning meal. At last Jesus spoke: “I desire that you rest today. Take time to think over all that has happened since we came to Jerusalem and meditate on what is just ahead, of which I have plainly told you. Make sure that the truth abides in your lives, and that you daily grow in grace.” |
177:0.2 (1920.2) Μετά το πρωινό γεύμα ο Κύριος πληροφόρησε τον Ανδρέα ότι σκόπευε να απουσιάσει αυτή την μέρα και πρότεινε στους αποστόλους να περάσουν την ώρα τους όπως θέλουν, εκτός από το να μην περάσουν σε καμία περίπτωση τις πύλες της Ιερουσαλήμ. |
|
177:0.2 (1920.2) After breakfast the Master informed Andrew that he intended to be absent for the day and suggested that the apostles be permitted to spend the time in accordance with their own choosing, except that under no circumstances should they go within the gates of Jerusalem. |
177:0.3 (1920.3) Όταν ο Ιησούς ετοιμάστηκε να πάει στους λόφους μόνος, ο Δαβίδ του Ζεβεδαίου τον πλησίασε και του είπε: «Ξέρεις πολύ καλά, Κύριε, ότι οι Φαρισαίοι και οι ηγέτες θέλουν να σε καταστρέψουν, αλλά εσύ θέλεις να πας μόνος στους λόφους. Αν το κάνεις αυτό είναι λάθος¨ γι αυτό θα στείλω τρεις άνδρες μαζί σου πολλά καλά προετοιμασμένους ώστε να μην σου συμβεί τίποτα κακό.» Ο Ιησούς κοίταξε τους τρεις καλά οπλισμένους και ρωμαλέους Γαλιλαίους και είπε στον Δαβίδ: «Έχεις καλή πρόθεση, αλλά σφάλλεις στο ότι δεν μπορείς να καταλάβεις ότι ο Υιός του Ανθρώπου δεν χρειάζεται κανέναν να τον υπερασπιστεί. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να με αγγίξει μέχρι την ώρα που θα είμαι έτοιμος να παραδώσω την ζωή μου σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα μου. Αυτοί οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να με συνοδέψουν. Επιθυμώ να πάω μόνος μου, για να επικοινωνήσω με τον Πατέρα μου.» |
|
177:0.3 (1920.3) When Jesus made ready to go into the hills alone, David Zebedee accosted him, saying: “You well know, Master, that the Pharisees and rulers seek to destroy you, and yet you make ready to go alone into the hills. To do this is folly; I will therefore send three men with you well prepared to see that no harm befalls you.” Jesus looked over the three well-armed and stalwart Galileans and said to David: “You mean well, but you err in that you fail to understand that the Son of Man needs no one to defend him. No man will lay hands on me until that hour when I am ready to lay down my life in conformity to my Father’s will. These men may not accompany me. I desire to go alone, that I may commune with the Father.” |
177:0.4 (1920.4) Ακούγοντας αυτά τα λόγια, ο Δαβίδ και οι οπλισμένοι φρουροί του αποσύρθηκαν¨ αλλά την στιγμή που ο Ιησούς ξεκινούσε μόνος του, ο Ιωάννης Μάρκος τον πλησίασε με ένα μικρό καλάθι που είχε φαγητό και νερό και πρότεινε ότι, αν σκόπευε να λείπει όλη την ημέρα, μπορεί κάποια στιγμή να πεινούσε. Ο Κύριος χαμογέλασε στον Ιωάννη και άπλωσε το χέρι του να πάρει το καλάθι. |
|
177:0.4 (1920.4) Upon hearing these words, David and his armed guards withdrew; but as Jesus started off alone, John Mark came forward with a small basket containing food and water and suggested that, if he intended to be away all day, he might find himself hungry. The Master smiled on John and reached down to take the basket. |
1. ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΜΟΝΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ^top |
|
1. One Day Alone with God ^top |
177:1.1 (1920.5) Καθώς ο Ιησούς ήταν έτοιμος να πάρει το καλάθι από το χέρι του Ιωάννη, ο νέος τόλμησε να πει: «Μα Κύριε, μπορεί να αφήσεις το καλάθι κάτω ενώ θα προσεύχεσαι και το χάσεις. Εξάλλου, αν ερχόμουνα μαζί σου να σου βαστάω το γεύμα, θα ήσουν πιο ελεύθερος να λατρέψεις, και εγώ σίγουρα θα είμαι σιωπηλός. Δεν θα κάνω ερωτήσεις και θα στέκομαι δίπλα στο καλάθι όταν φεύγεις μόνος σου για να προσευχηθείς.» |
|
177:1.1 (1920.5) As Jesus was about to take the lunch basket from John’s hand, the young man ventured to say: “But, Master, you may set the basket down while you turn aside to pray and go on without it. Besides, if I should go along to carry the lunch, you would be more free to worship, and I will surely be silent. I will ask no questions and will stay by the basket when you go apart by yourself to pray.” |
177:1.2 (1920.6) Ενώ έλεγε αυτά τα λόγια, και η τόλμη του είχε παραξενέψει μερικούς από τους παρευρισκόμενους που άκουγαν, ο Ιωάννης τολμούσε να κρατά ακόμα το καλάθι. Εκεί στεκόντουσαν, και ο Ιωάννης και ο Ιησούς κρατώντας το καλάθι. Σύντομα ο Κύριος άφησε το καλάθι και, κοιτώντας τον νέο, είπε: «Αφού με όλη σου την καρδιά επιθυμείς να έρθεις μαζί μου, δεν θα σου το αρνηθώ. Θα φύγουμε μόνοι μας και θα συζητήσουμε ωραία. Μπορείς να μου κάνεις όσες ερωτήσεις βγουν από την καρδιά σου, και θα ενθαρρύνουμε και θα παρηγορούμε ο ένας τον άλλο. Μπορείς να ξεκινήσεις κρατώντας το φαγητό, και όταν κουραστείς, θα σε βοηθήσω. Πάμε λοιπόν.» |
|
177:1.2 (1920.6) While making this speech, the temerity of which astonished some of the near-by listeners, John had made bold to hold on to the basket. There they stood, both John and Jesus holding the basket. Presently the Master let go and, looking down on the lad, said: “Since with all your heart you crave to go with me, it shall not be denied you. We will go off by ourselves and have a good visit. You may ask me any question that arises in your heart, and we will comfort and console each other. You may start out carrying the lunch, and when you grow weary, I will help you. Follow on with me.” |
177:1.3 (1921.1) Ο Ιησούς εκείνο το βράδυ δεν γύρισε πριν το ηλιοβασίλεμα. Ο Κύριος πέρασε αυτή την τελευταία μέρα ηρεμίας στην γη κουβεντιάζοντας με αυτόν τον νέο που διψούσε για την αλήθεια και μιλώντας με τον Παραδείσιο Πατέρα του. Αυτό το γεγονός έγινε γνωστό σαν «η μέρα που πέρασε ένας νέος με τον Θεό στους λόφους.» Αυτή η περίσταση υποδηλώνει αιώνια την προθυμία του Δημιουργού να συναδελφώνεται με το δημιούργημά του. Ακόμα και ένας παιδί, αν η επιθυμία της καρδιάς του είναι υπέρτατη μπορεί να απαιτήσει την προσοχή και να απολαύσει την συντροφικότητα του Θεού ενός σύμπαντος, και να ζήσει στην πραγματικότητα την έκσταση του να είναι μόνος με τον Θεό στους λόφους, για μια ολόκληρη μέρα. Και τέτοια ήταν η μοναδική εμπειρία του Ιωάννη Μάρκου εκείνη την Τετάρτη στους λόφους την Ιουδαίας. |
|
177:1.3 (1921.1) Jesus did not return to the camp that evening until after sunset. The Master spent this last day of quiet on earth visiting with this truth-hungry youth and talking with his Paradise Father. This event has become known on high as “the day which a young man spent with God in the hills.” Forever this occasion exemplifies the willingness of the Creator to fellowship the creature. Even a youth, if the desire of the heart is really supreme, can command the attention and enjoy the loving companionship of the God of a universe, actually experience the unforgettable ecstasy of being alone with God in the hills, and for a whole day. And such was the unique experience of John Mark on this Wednesday in the hills of Judea. |
177:1.4 (1921.2) Ο Ιησούς κουβέντιασε πολύ με τον Ιωάννη, και του μίλησε ελεύθερα για τις υποθέσεις αυτού του κόσμου και του επόμενου. Ο Ιωάννης είπε στον Ιησού πόσο λυπόταν που δεν ήταν αρκετά μεγάλος για να είναι ένας από τους αποστόλους και εξέφρασε την μεγάλη του ευγνωμοσύνη που του επιτράπηκε να τους ακολουθήσει μετά από το πρώτο τους κήρυγμα στο πέρασμα του Ιορδάνη κοντά στην Ιεριχώ, εκτός από το ταξίδι στην Φοινικία. Ο Ιησούς προειδοποίησε τον νέο να μην χάσει το θάρρος του από τα γεγονότα που θα συνέβαιναν και τον διαβεβαίωσε ότι θα ζούσε και θα γινόταν ένας ισχυρός αγγελιαφόρος της βασιλείας. |
|
177:1.4 (1921.2) Jesus visited much with John, talking freely about the affairs of this world and the next. John told Jesus how much he regretted that he had not been old enough to be one of the apostles and expressed his great appreciation that he had been permitted to follow on with them since their first preaching at the Jordan ford near Jericho, except for the trip to Phoenicia. Jesus warned the lad not to become discouraged by impending events and assured him he would live to become a mighty messenger of the kingdom. |
177:1.5 (1921.3) Ο Ιωάννης Μάρκος ήταν ενθουσιασμένος από την ανάμνηση εκείνης της μέρας με τον Ιησού στους λόφους, αλλά ποτέ δεν ξέχασε την τελευταία συμβουλή του Κυρίου, που του έδωσε λίγο πριν ξεκινήσουν για την επιστροφή τους στην κατασκήνωση της Γεσθημανής: «Λοιπόν, Ιωάννη περάσαμε καλά μαζί και κουβεντιάσαμε όμορφα, μια πραγματική μέρα ξεκούρασης, αλλά πρόσεχε να μην πεις σε κανέναν αυτά που σου είπα.» Και ο Ιωάννης Μάρκος ποτέ δεν αποκάλυψε τι έγινε εκείνη την ημέρα που πέρασε με τον Ιησού στους λόφους. |
|
177:1.5 (1921.3) John Mark was thrilled by the memory of this day with Jesus in the hills, but he never forgot the Master’s final admonition, spoken just as they were about to return to the Gethsemane camp, when he said: “Well, John, we have had a good visit, a real day of rest, but see to it that you tell no man the things which I told you.” And John Mark never did reveal anything that transpired on this day which he spent with Jesus in the hills. |
177:1.6 (1921.4) Όλες τις υπόλοιπες ώρες της επίγειας ζωής του Ιησού ο Ιωάννης Μάρκος ποτέ δεν άφησε από τα μάτια του τον Ιησού για πολύ ώρα. Πάντα ήταν ο νέος που παρευρισκόταν κρυμμένος κάπου κοντά¨ κοιμόταν μόνο όταν κοιμόταν ο Ιησούς. |
|
177:1.6 (1921.4) Throughout the few remaining hours of Jesus’ earth life John Mark never permitted the Master for long to get out of his sight. Always was the lad in hiding near by; he slept only when Jesus slept. |
2. Η ΠΡΩΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ ^top |
|
2. Early Home Life ^top |
177:2.1 (1921.5) Στην πορεία της συζήτησης με τον Ιωάννη Μάρκο, ο Ιησούς αφιέρωσε πολύ χρόνο στην σύγκριση της πρώτης παιδικής ηλικίας τους και τις μετέπειτα παιδικές εμπειρίες σαν αγόρια. Αν και οι γονείς του Ιωάννη είχαν περισσότερα από τα εγκόσμια αγαθά από ότι οι γονείς του Ιησού, ήταν πολλές εμπειρίες από την παιδική τους ηλικία που έμοιαζαν πολύ. Ο Ιησούς είπε πολλά πράγματα που βοήθησαν τον Ιωάννη να καταλάβει καλύτερα τους γονείς του και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Όταν ο νέος ρώτησε τον Κύριο πως θα ήξερε ότι έχει αρχίσει να γίνεται ένας «ισχυρός αγγελιαφόρος της βασιλείας,» ο Ιησούς είπε: |
|
177:2.1 (1921.5) In the course of this day’s visiting with John Mark, Jesus spent considerable time comparing their early childhood and later boyhood experiences. Although John’s parents possessed more of this world’s goods than had Jesus’ parents, there was much experience in their boyhood which was very similar. Jesus said many things which helped John better to understand his parents and other members of his family. When the lad asked the Master how he could know that he would turn out to be a “mighty messenger of the kingdom,” Jesus said: |
177:2.2 (1921.6) «Ξέρω ότι θα αποδείξεις την πίστη σου στο ευαγγέλιο της βασιλείας επειδή μπορώ να βασιστώ στην τωρινή σου πίστη και αγάπη όταν αυτές οι ιδιότητες είναι βασισμένες σε μια εκπαίδευση που από τόσο νωρίς είχες από την οικογένειά σου. Είσαι καρπός μιας οικογένειας όπου οι γονείς αγαπούσαν ειλικρινά ο ένας τον άλλο, και για αυτό δεν έχεις παραχαϊδευτεί ώστε να σου μεγαλοποιηθεί επιβλαβώς η έννοια της σημαντικότητάς σου. Ούτε η προσωπικότητά σου έχει παραμορφωθεί από τους χωρίς αγάπη των γονιών που μερικές φορές κατευθύνουν την εμπιστοσύνη και πίστη των παιδιών τους, ο ένας ενάντια στον άλλο. Απόλαυσες την γονική αγάπη που εξασφαλίζει μια αξιέπαινη αυτοπεποίθηση και ενισχύει το συναίσθημα της ασφάλειας. Αλλά ήσουν επίσης τυχερός γιατί οι γονείς σου είχαν και σοφία εκτός από αγάπη¨ και ήταν η σοφία τους που τους έκανε να αποφύγουν τους περισσότερους τύπους αδυναμιών και τις πολλές πολυτέλειες που μπορεί να αγοράσει ο πλούτος ενώ σε έστειλαν στο σχολείο της συναγωγής μαζί με τους άλλα γειτονόπουλα φίλους σου, και ακόμα σε ενθάρρυναν να μάθεις πώς να ζεις στον κόσμο αφήνοντάς σε να αποκτάς γνήσιες εμπειρίες. Ήρθες στον Ιορδάνη, εκεί όπου κηρύσσαμε και οι μαθητές του Ιωάννη βάπτιζαν, μαζί με τον νεαρό σου φίλο το Άμος, Και οι δυο σας επιθυμούσατε να έρθετε μαζί μας. Όταν γυρίσατε στην Ιερουσαλήμ, οι γονείς σου συναίνεσαν¨ οι γονείς του Άμος αρνήθηκαν¨ αγαπούσαν τον γιο τους τόσο πολύ που του αρνήθηκαν την ευλογημένη εμπειρία που εσύ είχες, ακόμα και σαν αυτή που απολαμβάνεις σήμερα. Φεύγοντας από το σπίτι, ο Άμος θα μπορούσε μεν να έχει έρθει μαζί μας, αλλά κάνοντας αυτό θα είχε πληγώσει την αγάπη και θα είχε θυσιάσει την αφοσίωση στους δικούς του. Ακόμα και αν μια τέτοια πορεία ήταν συνετή, θα ήταν φοβερό τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσει για να ζήσει την εμπειρία, την ανεξαρτησία, και την ελευθερία. Οι συνετοί γονείς σαν τους δικούς σου, φροντίζουν ώστε τα παιδιά τους να μην χρειαστεί να πληγώσουν την αγάπη ή να καταπνίξουν την πίστη τους για να αναπτύξουν την ανεξαρτησία τους και να χαρούν την αναζωογονητική ελευθερία όταν θα έχουν φτάσει στην ηλικία σου. |
|
177:2.2 (1921.6) “I know you will prove loyal to the gospel of the kingdom because I can depend upon your present faith and love when these qualities are grounded upon such an early training as has been your portion at home. You are the product of a home where the parents bear each other a sincere affection, and therefore you have not been overloved so as injuriously to exalt your concept of self-importance. Neither has your personality suffered distortion in consequence of your parents’ loveless maneuvering for your confidence and loyalty, the one against the other. You have enjoyed that parental love which insures laudable self-confidence and which fosters normal feelings of security. But you have also been fortunate in that your parents possessed wisdom as well as love; and it was wisdom which led them to withhold most forms of indulgence and many luxuries which wealth can buy while they sent you to the synagogue school along with your neighborhood playfellows, and they also encouraged you to learn how to live in this world by permitting you to have original experience. You came over to the Jordan, where we preached and John’s disciples baptized, with your young friend Amos. Both of you desired to go with us. When you returned to Jerusalem, your parents consented; Amos’s parents refused; they loved their son so much that they denied him the blessed experience which you have had, even such as you this day enjoy. By running away from home, Amos could have joined us, but in so doing he would have wounded love and sacrificed loyalty. Even if such a course had been wise, it would have been a terrible price to pay for experience, independence, and liberty. Wise parents, such as yours, see to it that their children do not have to wound love or stifle loyalty in order to develop independence and enjoy invigorating liberty when they have grown up to your age. |
177:2.3 (1922.1) «Η αγάπη Ιωάννη, είναι η υπέρτατη πραγματικότητα του σύμπαντος όταν προσφέρεται από ολοκληρωμένες και συνετές υπάρξεις, αλλά είναι επικίνδυνη και συχνά ημι-ιδιοτελές χαρακτηριστικό όπως εκδηλώνεται από πολλούς θνητούς γονείς. Όταν παντρευτείς και έχεις δικά σου παιδιά να αναθρέψεις, να σιγουρευτείς ότι η αγάπη σου απονέμεται με σοφία και καθοδηγείται από τη λογική. |
|
177:2.3 (1922.1) “Love, John, is the supreme reality of the universe when bestowed by all-wise beings, but it is a dangerous and oftentimes semiselfish trait as it is manifested in the experience of mortal parents. When you get married and have children of your own to rear, make sure that your love is admonished by wisdom and guided by intelligence. |
177:2.4 (1922.2) «Ο νεαρός σου φίλος ο Άμος πιστεύει στο ευαγγέλιο της βασιλείας όσο και εσύ, αλλά δεν μπορώ να βασιστώ απόλυτα σε αυτόν¨ δεν είναι σίγουρος για το τι θα κάνει στα χρόνια που έρχονται. Τα πρώτα παιδικά του χρόνια δεν ήταν κατάλληλα για να δημιουργήσουν ένα απόλυτα αξιόπιστο άτομο. Ο Άμος μοιάζει πολύ με έναν από τους αποστόλους που δεν μπόρεσε να χαρεί μια φυσιολογική, στοργική, και σοφή οικογενειακή εκπαίδευση. Όλη η μελλοντική ζωή σου θα είναι πιο ευτυχισμένη και αξιόπιστη επειδή πέρασες τα πρώτα οκτώ σου χρόνια σε μια φυσιολογική και καλά συντονισμένη οικογένεια. Κατέχεις έναν ισχυρό και σφιχτοδεμένο χαρακτήρα επειδή μεγάλωσες σε μια οικογένεια που επικρατούσε η αγάπη και βασίλευε η σοφία. Μια τέτοια εκπαίδευση στα παιδικά χρόνια δημιουργεί ένα τύπο πίστης που με διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσεις με συνέπεια την πορεία που ξεκίνησες.» |
|
177:2.4 (1922.2) “Your young friend Amos believes this gospel of the kingdom just as much as you, but I cannot fully depend upon him; I am not certain about what he will do in the years to come. His early home life was not such as would produce a wholly dependable person. Amos is too much like one of the apostles who failed to enjoy a normal, loving, and wise home training. Your whole afterlife will be more happy and dependable because you spent your first eight years in a normal and well-regulated home. You possess a strong and well-knit character because you grew up in a home where love prevailed and wisdom reigned. Such a childhood training produces a type of loyalty which assures me that you will go through with the course you have begun.” |
177:2.5 (1922.3) για περισσότερο από μια ώρα ο Ιησούς και ο Ιωάννης συνέχισαν αυτή την συζήτηση για την οικογενειακή ζωή. Ο Κύριος εξήγησε στον Ιωάννη πως ένα παιδί εξαρτάται απόλυτα από τους γονείς του και την οικογενειακή ζωή τους για την διαμόρφωση των πρώτων εννοιών για οτιδήποτε διανοητικό, κοινωνικό, ηθικό, ακόμα και πνευματικό εφόσον η οικογένεια αντιπροσωπεύει για το παιδί όλα όσα μπορεί να μάθει για πρώτη φορά είτε για τις ανθρώπινες ή θεϊκές σχέσεις. Το παιδί πρέπει να αποκομίζει τις πρώτες του εντυπώσεις για το σύμπαν από την φροντίδα της μητέρας¨ εξαρτάται απόλυτα από τον επίγειο πατέρα του για τις πρώτες ιδέες του για τον ουράνιο Πατέρα. Η μελλοντική ζωή του παιδιού γίνεται ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη, εύκολη ή δύσκολη, ανάλογα με την πρώτη νοητική και συναισθηματική ζωή, που καθορίζεται από αυτές τις κοινωνικές και πνευματικές σχέσεις της οικογένειας. Ολόκληρη η μελλοντική ζωή μιας ανθρώπινης ύπαρξης επηρεάζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τι συμβαίνει τα πρώτα χρόνια της ζωής του. |
|
177:2.5 (1922.3) For more than an hour Jesus and John continued this discussion of home life. The Master went on to explain to John how a child is wholly dependent on his parents and the associated home life for all his early concepts of everything intellectual, social, moral, and even spiritual since the family represents to the young child all that he can first know of either human or divine relationships. The child must derive his first impressions of the universe from the mother’s care; he is wholly dependent on the earthly father for his first ideas of the heavenly Father. The child’s subsequent life is made happy or unhappy, easy or difficult, in accordance with his early mental and emotional life, conditioned by these social and spiritual relationships of the home. A human being’s entire afterlife is enormously influenced by what happens during the first few years of existence. |
177:2.6 (1922.4) Είναι ειλικρινή μας πεποίθηση ότι το ευαγγέλιο της διδασκαλίας του Ιησού, βασισμένο έτσι όπως είναι στην σχέση πατέρα – παιδιού, δεν θα μπορέσει να απολαύσει ευρεία αποδοχή μέχρι να έρθει κάποια στιγμή που η οικογενειακή ζωή των σύγχρονων πολιτισμένων λαών να περιλαμβάνει περισσότερη αγάπη και περισσότερη σοφία. Παρά το ότι οι γονείς στον εικοστό αιώνα κατέχουν σπουδαία γνώση και αυξημένη αλήθεια για την βελτίωση της οικογένειας και τον εξευγενισμό της οικογενειακής ζωής, παραμένει γεγονός ότι πολύ λίγες σύγχρονες οικογένειες οικογένειες είναι τόσο καλά μέρη για να αναθρέφουν αγόρια ή κορίτσια όσο η οικογένεια του Ιησού στην Γαλιλαία και του Ιωάννη Μάρκου στην Ιουδαία, μολονότι η αποδοχή του ευαγγελίου του Ιησού θα έχει αποτέλεσμα την άμεση βελτίωση της οικογενειακής ζωής. Η αγάπη σε μια σοφή οικογένεια και η πιστή αφοσίωση της αληθινής θρησκείας ασκούν μια βαθιά αμοιβαία επίδραση η μία επάνω στην άλλη. Μια τέτοια οικογενειακή ζωή εμπλουτίζει την θρησκεία, και η γνήσια θρησκεία πάντα δοξάζει την οικογένεια. |
|
177:2.6 (1922.4) It is our sincere belief that the gospel of Jesus’ teaching, founded as it is on the father-child relationship, can hardly enjoy a world-wide acceptance until such a time as the home life of the modern civilized peoples embraces more of love and more of wisdom. Notwithstanding that parents of the twentieth century possess great knowledge and increased truth for improving the home and ennobling the home life, it remains a fact that very few modern homes are such good places in which to nurture boys and girls as Jesus’ home in Galilee and John Mark’s home in Judea, albeit the acceptance of Jesus’ gospel will result in the immediate improvement of home life. The love life of a wise home and the loyal devotion of true religion exert a profound reciprocal influence upon each other. Such a home life enhances religion, and genuine religion always glorifies the home. |
177:2.7 (1923.1) Είναι αλήθεια ότι πολλές από τις απαράδεκτες επιδράσεις εντυπωσιασμού και άλλα περιοριστικά χαρακτηριστικά αυτών των παλαιών Εβραϊκών οικογενειών μπορεί να έχουν ουσιαστικά εξαλειφθεί από πολλές καλύτερα συγκροτημένες σύγχρονες οικογένειες. Υπάρχει πραγματικά, περισσότερη ελευθερία στον αυθορμητισμό και πολύ περισσότερη ατομική ελευθερία, αλλά αυτή η ελευθερία δεν χαλιναγωγείται καθόλου από την αγάπη, ούτε τροποποιείται από την πίστη, ούτε κατευθύνεται από την λογική πειθαρχία της σοφίας. Όσο διδάσκουμε τα παιδιά μα προσεύχονται, «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς,» βρίσκεται τεράστια ευθύνη στους γήινους πατέρες να ζουν και να διευθύνουν τις οικογένειές τους έτσι ώστε η λέξη πατέρας να φυλάσσεται ευλαβικά στα μυαλά όλων των αναπτυσσόμενων παιδιών. |
|
177:2.7 (1923.1) It is true that many of the objectionable stunting influences and other cramping features of these olden Jewish homes have been virtually eliminated from many of the better-regulated modern homes. There is, indeed, more spontaneous freedom and far more personal liberty, but this liberty is not restrained by love, motivated by loyalty, nor directed by the intelligent discipline of wisdom. As long as we teach the child to pray, “Our Father who is in heaven,” a tremendous responsibility rests upon all earthly fathers so to live and order their homes that the word father becomes worthily enshrined in the minds and hearts of all growing children. |
3. Η ΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ ^top |
|
3. The Day at Camp ^top |
177:3.1 (1923.2) Οι απόστολοι πέρασαν την περισσότερη μέρα περπατώντας στο Όρος των Ελαιών και κουβεντιάζοντας με τους μαθητές του που είχαν κατασκηνώσει μαζί τους, αλλά νωρίς το απόγευμα άρχισαν να επιθυμούν να την επιστροφή του Ιησού. Όσο περνούσε η μέρα, ανησυχούσαν όλο και πιο πολύ για την ασφάλειά του¨ αισθανόντουσαν απερίγραπτα μόνοι χωρίς αυτόν. Όλη την μέρα υπήρξαν πολλές διαφωνίες για το αν έπρεπε να αφήσουν τον Κύριο να φύγει μόνος του στους λόφους, με συντροφιά μόνο ένα παιδί για τα θελήματα. Αν και κανένας άνδρας δεν εξέφρασε τις σκέψεις του ανοιχτά, δεν υπήρχε κανένας τους, εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, που δεν επιθυμούσε να είναι στην θέση του Ιωάννη Μάρκου. |
|
177:3.1 (1923.2) The apostles spent most of this day walking about on Mount Olivet and visiting with the disciples who were encamped with them, but early in the afternoon they became very desirous of seeing Jesus return. As the day wore on, they grew increasingly anxious about his safety; they felt inexpressibly lonely without him. There was much debating throughout the day as to whether the Master should have been allowed to go off by himself in the hills, accompanied only by an errand boy. Though no man openly so expressed his thoughts, there was not one of them, save Judas Iscariot, who did not wish himself in John Mark’s place. |
177:3.2 (1923.3) Ήταν περίπου κατά το απόγευμα όταν ο Ναθαναήλ έβγαλε μια ομιλία για «την υπέρτατη επιθυμία» στους μισούς περίπου αποστόλους και σε άλλους τόσους μαθητές, ο επίλογος της οποίας ήταν: «Αυτό που δεν πηγαίνει καλά με τους περισσότερους από μας είναι ότι είμαστε απρόθυμοι. Δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τον Κύριο , όπως μας αγαπά αυτός. Αν όλοι θέλαμε να πάμε μαζί του όσο το ήθελε ο Ιωάννης Μάρκος, σίγουρα θα μας έπαιρνε μαζί του. Εμείς στεκόμασταν εκεί όταν ο νεαρός πλησίασε τον Κύριο και του προσέφερε το καλάθι, αλλά όταν ο Κύριος το έπιασε με τα χέρια του, ο νέος δεν το άφηνε. Και έτσι λοιπόν, ο Κύριος μας άφησε εδώ ενώ αυτός πήγε στους λόφους μαζί με το καλάθι, το αγόρι, και όλα αυτά.» |
|
177:3.2 (1923.3) It was about midafternoon when Nathaniel made his speech on “Supreme Desire” to about half a dozen of the apostles and as many disciples, the ending of which was: “What is wrong with most of us is that we are only halfhearted. We fail to love the Master as he loves us. If we had all wanted to go with him as much as John Mark did, he would surely have taken us all. We stood by while the lad approached the Master and offered him the basket, but when the Master took hold of it, the lad would not let go. And so the Master left us here while he went off to the hills with basket, boy, and all.” |
177:3.3 (1923.4) Περίπου κατά τις τέσσερις, ήρθαν αγγελιαφόροι στον Δαβίδ του Ζεβεδαίου και του έφεραν μηνύματα από την μητέρα του στην Βηθσαΐδα και από την μητέρα του Ιησού. Πολλές μέρες πριν ο Δαβίδ είχε καταλάβει ότι οι αρχιερείς και οι ηγέτες επρόκειτο να σκοτώσουν τον Ιησού. Ο Δαβίδ ήξερε ότι ήταν αποφασισμένοι να καταστρέψουν τον Κύριο, και ήταν σχεδόν πεπεισμένος ότι ο Ιησούς δεν θα επέβαλλε την Θεϊκή του δύναμη για να σωθεί ούτε θα άφηνε του οπαδούς του να χρησιμοποιήσουν βία για να τον υπερασπιστούν. Έχοντας φτάσει σε αυτά τα συμπεράσματα, δεν έχασε χρόνο και έστειλε ένα αγγελιαφόρο στην μητέρα του, και την προέτρεπε να έρθει αμέσως στην Ιερουσαλήμ και να φέρει μαζί του την Μαρία την μητέρα του Ιησού και κάθε μέλος της οικογένειάς του. |
|
177:3.3 (1923.4) About four o’clock, runners came to David Zebedee bringing him word from his mother at Bethsaida and from Jesus’ mother. Several days previously David had made up his mind that the chief priests and rulers were going to kill Jesus. David knew they were determined to destroy the Master, and he was about convinced that Jesus would neither exert his divine power to save himself nor permit his followers to employ force in his defense. Having reached these conclusions, he lost no time in dispatching a messenger to his mother, urging her to come at once to Jerusalem and to bring Mary the mother of Jesus and every member of his family. |
177:3.4 (1923.5) Η μητέρα του Δαβίδ έκανε όπως της ζήτησε ο γιος της, και τώρα ι αγγελιαφόροι έφερναν το μήνυμα ότι η μητέρα του και ολόκληρη η οικογένεια του Ιησού βρισκόντουσαν στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ και θα έφταναν αργά την επόμενη μέρα ή πολύ νωρίς το άλλο πρωί. Εφόσον ο Δαβίδ είχε κάνει αυτό με δική του πρωτοβουλία, θεώρησε σωστό να μην αποκαλύψει στους άλλους αυτό το θέμα. Έτσι λοιπόν, δεν το είπε σε κανέναν ότι η οικογένεια του Ιησού βρισκόταν στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ. |
|
177:3.4 (1923.5) David’s mother did as her son requested, and now the runners came back to David bringing the word that his mother and Jesus’ entire family were on the way to Jerusalem and should arrive sometime late on the following day or very early the next morning. Since David did this on his own initiative, he thought it wise to keep the matter to himself. He told no one, therefore, that Jesus’ family was on the way to Jerusalem. |
177:3.5 (1924.1) Λίγο μετά το μεσημέρι, περισσότεροι από είκοσι από τους Έλληνες που είχαν συναντηθεί με τον Ιησού και οι δώδεκα στο σπίτι του Ιωσήφ της Αριμαθαίας έφτασαν στην κατασκήνωση, και ο Πέτρος και ο Ιωάννης πέρασαν πολλές ώρες κουβεντιάζοντας μαζί τους. Αυτοί οι Έλληνες, τουλάχιστον μερικοί από αυτούς, ήταν καλά προχωρημένοι στην γνώση της βασιλείας, αφού είχαν διδαχθεί από τον Ροδανό στην Αλεξάνδρεια. |
|
177:3.5 (1924.1) Shortly after noon, more than twenty of the Greeks who had met with Jesus and the twelve at the home of Joseph of Arimathea arrived at the camp, and Peter and John spent several hours in conference with them. These Greeks, at least some of them, were well advanced in the knowledge of the kingdom, having been instructed by Rodan at Alexandria. |
177:3.6 (1924.2) Εκείνο το βράδυ, αφού γύρισε στον καταυλισμό, ο Ιησούς συζήτησε μόνο με τους Έλληνες, και μόνο επειδή ήξερε ότι κάτι τέτοιο θα ενοχλούσε πολύ τους αποστόλους και πολλούς από τους κυριότερους του μαθητές, θα είχε χειροτονήσει αυτούς τους είκοσι Έλληνες, όπως είχε κάνει και με τους εβδομήντα. |
|
177:3.6 (1924.2) That evening, after returning to the camp, Jesus visited with the Greeks, and had it not been that such a course would have greatly disturbed his apostles and many of his leading disciples, he would have ordained these twenty Greeks, even as he had the seventy. |
177:3.7 (1924.3) Ενώ όλα αυτά συνέβαιναν στην κατασκήνωση, στην Ιερουσαλήμ οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι παραξενεύτηκαν που ο Ιησούς δεν επέστρεψε για να βγάλει λόγο στον λαό. Είναι αλήθεια, την προηγούμενη μέρα, όταν έφυγε από τον ναό, είχε πει, «Σας αφήνω το σπίτι σας έρημο.» Αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί θα ήταν πρόθυμος να παραιτηθεί από το σπουδαίο του πλεονέκτημα που είχε αναπτύξει στην φιλική στάση του πλήθους. Ενώ φοβόντουσαν ότι θα υποκινούσε ταραχές στον λαό, τα τελευταία λόγια του Κυρίου προς το πλήθος ήταν μια παρότρυνση να συμβιβαστούν με κάθε λογικό τρόπο με την εξουσία εκείνων «που κάθονται στην θέση του Μωυσή». Αλλά ήταν μια πολύ γεμάτη μέρα από δραστηριότητες στην πόλη αφού την ίδια στιγμή ετοιμαζόντουσαν για το Πάσχα και τελειοποιούσαν και τα σχέδιά τους για την καταστροφή του Ιησού. |
|
177:3.7 (1924.3) While all of this was going on at the camp, in Jerusalem the chief priests and elders were amazed that Jesus did not return to address the multitudes. True, the day before, when he left the temple, he had said, “I leave your house to you desolate.” But they could not understand why he would be willing to forgo the great advantage which he had built up in the friendly attitude of the crowds. While they feared he would stir up a tumult among the people, the Master’s last words to the multitude had been an exhortation to conform in every reasonable manner with the authority of those “who sit in Moses’ seat.” But it was a busy day in the city as they simultaneously prepared for the Passover and perfected their plans for destroying Jesus. |
177:3.8 (1924.4) Δεν ήρθαν πολλοί άνθρωποι στον καταυλισμό, γιατί η ίδρυση του είχε κρατηθεί μυστική από όλους όσους ήξεραν ότι ο Ιησούς περίμενε να μένει εκεί αντί να πηγαίνει στην Βηθανία κάθε νύχτα. |
|
177:3.8 (1924.4) Not many people came to the camp, for its establishment had been kept a well-guarded secret by all who knew that Jesus was expecting to stay there in place of going out to Bethany every night. |
4. Ο ΙΟΥΔΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ^top |
|
4. Judas and the Chief Priests ^top |
177:4.1 (1924.5) Λίγο μετά αφού έφυγαν από την κατασκήνωση ο Ιησούς και ο Ιωάννης Μάρκος, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης εξαφανίστηκε από τους αδερφούς του, και δεν επέστρεψε μέχρι αργά το απόγευμα. Αυτός ο συγχυσμένος και δυσαρεστημένος απόστολος, παρά την σαφή εντολή του Κυρίου να αποφύγει να πάει στην Ιερουσαλήμ, πήγε βιαστικά στο ραντεβού του με τους εχθρούς του Ιησού στο σπίτι του Καϊάφα του αρχιερέα. Ήταν μια άτυπη συνάντηση των Σανχεντρίν και είχε κανονιστεί για λίγο μετά τις δέκα εκείνο το πρωί. Αυτή η συνάντηση είχε κανονιστεί για να συζητήσουν την φύση των αλλαγών που θα έπρεπε να κάνουν ενάντια στον Ιησού και να αποφασίσουν την διαδικασία που θα ακολουθούσαν για να τον φέρουν ενώπιον των Ρωμαϊκών αρχών με τον σκοπό να κατοχυρώσουν την απαραίτητη αστική έγκριση για την θανατική καταδίκη που του είχαν ήδη επιρρίψει. |
|
177:4.1 (1924.5) Shortly after Jesus and John Mark left the camp, Judas Iscariot disappeared from among his brethren, not returning until late in the afternoon. This confused and discontented apostle, notwithstanding his Master’s specific request to refrain from entering Jerusalem, went in haste to keep his appointment with Jesus’ enemies at the home of Caiaphas the high priest. This was an informal meeting of the Sanhedrin and had been appointed for shortly after ten o’clock that morning. This meeting was called to discuss the nature of the charges which should be lodged against Jesus and to decide upon the procedure to be employed in bringing him before the Roman authorities for the purpose of securing the necessary civil confirmation of the death sentence which they had already passed upon him. |
177:4.2 (1924.6) Την προηγούμενη ημέρα ο Ιούδας είχε αποκαλύψει σε μερικούς από τους συγγενείς του και σε μερικούς Σαδδουκαίους φίλους της οικογένειας του πατέρα του ότι είχε φτάσει στο συμπέρασμα ότι, αν και ο Ιησούς ήταν ένας καλοπροαίρετος ονειροπόλος και ιδεαλιστής, δεν ήταν ο απελευθερωτής του Ισραήλ που περίμεναν. Ο Ιούδας δήλωσε ότι θα ήθελε πολύ να βρει κάποιο τρόπο να αποσυρθεί ευγενικά από το όλο κίνημα. Οι φίλοι του τον διαβεβαιωσαν πολύ κολακευτικά ότι η απόσυρσή του θα χαιρετιζόταν πανηγυρικά από τους Εβραίους ηγέτες σαν ένα σπουδαίο γεγονός, και ότι θα ανταμειβόταν με πολλές τιμές. Τον έκαναν να πιστέψει ότι θα ελάμβανε πολλές τιμές από τους Σανχεντρίν, και ότι θα ήταν σε θέση να εξαλείψει τον στιγματισμό αυτής της καλοπροαίρετης αλλά «ατυχούς σχέσης του με τους αμόρφωτους Γαλιλαίους.» |
|
177:4.2 (1924.6) On the preceding day Judas had disclosed to some of his relatives and to certain Sadducean friends of his father’s family that he had reached the conclusion that, while Jesus was a well-meaning dreamer and idealist, he was not the expected deliverer of Israel. Judas stated that he would very much like to find some way of withdrawing gracefully from the whole movement. His friends flatteringly assured him that his withdrawal would be hailed by the Jewish rulers as a great event, and that nothing would be too good for him. They led him to believe that he would forthwith receive high honors from the Sanhedrin, and that he would at last be in a position to erase the stigma of his well-meant but “unfortunate association with untaught Galileans.” |
177:4.3 (1924.7) Ο Ιούδας δεν μπορούσε να πιστέψει πραγματικά ότι τα θαύματα του Κυρίου είχαν προκληθεί από την δύναμη του πρίγκιπα των διαβόλων, αλλά τώρα ήταν εντελώς πεπεισμένος ότι ο Ιησούς δεν θα χρησιμοποιούσε την δύναμή του για να δείξει το μεγαλείο του¨ είχε επιτέλους πειστεί ότι ο Ιησούς θα άφηνε να καταστραφεί από τους Εβραίους ηγέτες, και αυτός δεν μπορούσε να αντέξει την ταπεινωτική σκέψη ότι θα ταυτιζόταν με ένα ηττημένο κίνημα. Δεν μπορούσε να δεχτεί την ιδέα της ολοφάνερης αποτυχίας. Καταλάβαινε πολύ καλά τον ισχυρό χαρακτήρα του Κυρίου του και την οξύτητα του μεγαλειώδους και ελεήμονα νου του, όμως αισθανόταν ικανοποίηση ακόμα και από κάποια μεροληπτική άποψη κάποιου συγγενή τους ότι ο Ιησούς, αν και ήταν ένας καλοπροαίρετος φανατικός, μάλλον όμως δεν είχε σώας τας φρένας¨ ότι πάντα φαινόταν παράξενος και παρεξηγημένος. |
|
177:4.3 (1924.7) Judas could not quite believe that the mighty works of the Master had been wrought by the power of the prince of devils, but he was now fully convinced that Jesus would not exert his power in self-aggrandizement; he was at last convinced that Jesus would allow himself to be destroyed by the Jewish rulers, and he could not endure the humiliating thought of being identified with a movement of defeat. He refused to entertain the idea of apparent failure. He thoroughly understood the sturdy character of his Master and the keenness of that majestic and merciful mind, yet he derived pleasure from even the partial entertainment of the suggestion of one of his relatives that Jesus, while he was a well-meaning fanatic, was probably not really sound of mind; that he had always appeared to be a strange and misunderstood person. |
177:4.4 (1925.1) Και τώρα, όσο ποτέ άλλοτε, ο Ιούδας βρέθηκε να αισθάνεται παράξενα χολωμένος που ο Ιησούς δεν του είχε αναθέσει ποτέ καμιά θέση περισσότερο τιμητική. Μέχρι τώρα εκτιμούσε την τιμή του να είναι ο αποστολικός ταμίας, αλλά τώρα άρχισε να αισθάνεται ότι δεν τον είχαν εκτιμήσει όσο έπρεπε¨ ότι οι ικανότητές του δεν είχαν αναγνωριστεί. Ξαφνικά τον κατέλαβε αγανάκτηση που ο Πέτρος, ο Ιάκωβος, και ο Ιωάννης είχαν τιμηθεί με την πιο στενή σχέση με τον Ιησού, και εκείνη την ώρα, όταν ήταν στον δρόμο για το σπίτι του αρχιερέα, σκεφτόταν να πατσίσει με τον Πέτρο, τον Ιάκωβο, και τον Ιωάννη περισσότερο από όσο σκεφτόταν να προδώσει τον Ιησού. Αλλά πάνω από όλα, ακριβώς τότε, μια νέα σκέψη άρχισε να καταλαμβάνει κυριαρχικά τουλάχιστον τον συνειδητό του νου: Είχε ξεκινήσει για να τιμήσει τον εαυτό του, και αν αυτό θα το πετύχαινε συγχρόνως μα την ανταπόδοση των ίσων σε όσους είχαν συμβάλλει στην μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής του, τόσο το καλύτερο. Τον είχε καταλάβει μια τρομερή συνωμοσία σύγχυσης, υπερηφάνειας, απόγνωσης, και αποφασιστικότητας. Γι αυτό θα πρέπει να είναι σαφές ότι ο Ιούδας δεν πήγαινε στο σπίτι του Καϊάφα να κανονίσει την προδοσία του Ιησού αποσκοπώντας στα χρηματική οφέλη. |
|
177:4.4 (1925.1) And now, as never before, Judas found himself becoming strangely resentful that Jesus had never assigned him a position of greater honor. All along he had appreciated the honor of being the apostolic treasurer, but now he began to feel that he was not appreciated; that his abilities were unrecognized. He was suddenly overcome with indignation that Peter, James, and John should have been honored with close association with Jesus, and at this time, when he was on the way to the high priest’s home, he was bent on getting even with Peter, James, and John more than he was concerned with any thought of betraying Jesus. But over and above all, just then, a new and dominating thought began to occupy the forefront of his conscious mind: He had set out to get honor for himself, and if this could be secured simultaneously with getting even with those who had contributed to the greatest disappointment of his life, all the better. He was seized with a terrible conspiracy of confusion, pride, desperation, and determination. And so it must be plain that it was not for money that Judas was then on his way to the home of Caiaphas to arrange for the betrayal of Jesus. |
177:4.5 (1925.2) Όταν ο Ιούδας πλησίαζε στο σπίτι του Καϊάφα, κατέληξε στην τελική απόφαση να εγκαταλείψει τον Ιησού και τους συντρόφους του αποστόλους¨ και έχοντας αποφασίσει να εγκαταλείψει τον σκοπό της βασιλείας των ουρανών, είχε καταλήξει να εξασφαλίσει για τον εαυτό του όσο το δυνατόν περισσότερες από τις τιμές και δόξες που νόμιζε ότι θα αποκτούσε όταν για πρώτη φορά ταυτίστηκε με τον Ιησού και το νέο ευαγγέλιο της βασιλείας. Όλοι οι απόστολοι κάποια στιγμή μοιράστηκαν αυτή την φιλοδοξία με τον Ιούδα, αλλά όσο περνούσε ο καιρός μάθαιναν να θαυμάζουν την αλήθεια και να αγαπούν τον Ιησού, τουλάχιστον περισσότερο από τον Ιούδα. |
|
177:4.5 (1925.2) As Judas approached the home of Caiaphas, he arrived at the final decision to abandon Jesus and his fellow apostles; and having thus made up his mind to desert the cause of the kingdom of heaven, he was determined to secure for himself as much as possible of that honor and glory which he had thought would sometime be his when he first identified himself with Jesus and the new gospel of the kingdom. All of the apostles once shared this ambition with Judas, but as time passed they learned to admire truth and to love Jesus, at least more than did Judas. |
177:4.6 (1925.3) Τον προδότη παρουσίασε στον Καϊάφα και στους Εβραίους ηγέτες ο ξάδερφος του που εξήγησε ότι ο Ιούδας, έχοντας καταλάβει το λάθος του που άφησε να τον παραπλανήσουν οι λεπτές διδασκαλίες του Ιησού, έφτασε σε εκείνο το μέρος που επιθυμούσε να δημοσιοποιήσει και την τυπική αποκήρυξη της σχέσης του με τον Γαλιλαίο και την ίδια στιγμή να ζητήσει να αποκατασταθεί στην εμπιστοσύνη και την κοινωνία των Εβραίων αδερφών του. Αυτός ο αντιπρόσωπος του Ιούδα συνέχισε να εξηγεί ότι ο Ιούδας αναγνώριζε ότι θα ήταν καλύτερο για την ειρήνη του Ισραήλ αν ο Ιησούς συλλαμβανόταν και έμπαινε σε περιορισμό, και ότι για απόδειξη την λύπης του που συμμετείχε σε μια τέτοια εσφαλμένη κίνηση και σε ένδειξη ειλικρίνειας ότι επέστρεψε στις διδασκαλίες του Μωυσή, είχε έρθει να προσφερθεί στους Σανχεντρίν για να κανονίσει με τον υπεύθυνο της σύλληψης του Ιησού ώστε να συλληφθεί ήσυχα, αποφεύγοντας έτσι την υποκίνηση εξέγερσης στον λαό ή την ανάγκη να αναβληθεί η σύλληψή του για μετά το Πάσχα. |
|
177:4.6 (1925.3) The traitor was presented to Caiaphas and the Jewish rulers by his cousin, who explained that Judas, having discovered his mistake in allowing himself to be misled by the subtle teaching of Jesus, had arrived at the place where he wished to make public and formal renunciation of his association with the Galilean and at the same time to ask for reinstatement in the confidence and fellowship of his Judean brethren. This spokesman for Judas went on to explain that Judas recognized it would be best for the peace of Israel if Jesus should be taken into custody, and that, as evidence of his sorrow in having participated in such a movement of error and as proof of his sincerity in now returning to the teachings of Moses, he had come to offer himself to the Sanhedrin as one who could so arrange with the captain holding the orders for Jesus’ arrest that he could be taken into custody quietly, thus avoiding any danger of stirring up the multitudes or the necessity of postponing his arrest until after the Passover. |
177:4.7 (1925.4) Όταν ο ξάδερφός του σταμάτησε να μιλά, παρουσίασε τον Ιούδα, ο οποίος, κάνοντας ένα βήμα μπροστά πλησιάζοντας τον αρχιερέα, είπε: «Όλα όσα υποσχέθηκε ο ξάδερφός μου, θα τα πράξω, αλλά εσείς τι θα μου δώσετε για αυτές τις υπηρεσίας μου;» Ο Ιούδας μάλλον δεν μπόρεσε να διακρίνει το ύφος της αποστροφής ακόμα και αηδίας στο πρόσωπο του σκληρόκαρδου και ματαιόδοξου Καϊάφα¨ η καρδιά του ήταν τόσο απασχολημένη με την απόκτηση προσωπικής δόξας και από την επιθυμία της ικανοποίησης της προσωπικής του προαγωγής. |
|
177:4.7 (1925.4) When his cousin had finished speaking, he presented Judas, who, stepping forward near the high priest, said: “All that my cousin has promised, I will do, but what are you willing to give me for this service?” Judas did not seem to discern the look of disdain and even disgust that came over the face of the hardhearted and vainglorious Caiaphas; his heart was too much set on self-glory and the craving for the satisfaction of self-exaltation. |
177:4.8 (1926.1) Και τότε ο Καϊάφας κοίταξε τον προδότη και είπε: Ιούδα, πήγαινε στον λοχαγό της φρουράς και κανόνισε με εκείνο τον αξιωματικό να φέρετε τον Κύριό σου σε μας είτε απόψε το βράδυ, είτε αύριο, και όταν παραδοθεί στα χέρια μας, θα λάβεις την αμοιβή για τις υπηρεσίες σου.» Όταν ο Ιούδας το άκουσε αυτό, αποσύρθηκε από την παρουσία των αρχιερέων και των ηγετών και έκανε διαβουλεύσεις με τον λοχαγό της φρουράς του ναού για το πώς θα συλλάμβαναν τον Ιησού. Ο Ιούδας γνώριζε ότι ο Ιησούς απουσίαζε τότε από την κατασκήνωση και δεν είχε ιδέα για το πότε θα γύριζε εκείνο το βράδυ, έτσι συμφώνησαν να συλλάβουν τον Ιησού το επόμενο βράδυ (Πέμπτη) αφού οι άνθρωποι από την Ιερουσαλήμ και όλοι οι επισκέπτες προσκυνητές θα είχαν αποσυρθεί για την νύχτα. |
|
177:4.8 (1926.1) And then Caiaphas looked down upon the betrayer while he said: “Judas, you go to the captain of the guard and arrange with that officer to bring your Master to us either tonight or tomorrow night, and when he has been delivered by you into our hands, you shall receive your reward for this service.” When Judas heard this, he went forth from the presence of the chief priests and rulers and took counsel with the captain of the temple guards as to the manner in which Jesus was to be apprehended. Judas knew that Jesus was then absent from the camp and had no idea when he would return that evening, and so they agreed among themselves to arrest Jesus the next evening (Thursday) after the people of Jerusalem and all of the visiting pilgrims had retired for the night. |
177:4.9 (1926.2) Ο Ιούδας γύρισε στους συντρόφους του στον καταυλισμό μεθυσμένος από σκέψεις μεγαλείου και δόξας τόσες όσες δεν είχε δει ποτέ μέχρι τώρα στην ζωή του. Είχε ταχθεί με τον Ιησού ελπίζοντας μια μέρα να γίνει σπουδαίος στην νέα βασιλεία. Τελικά κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο να υπάρξει τέτοια βασιλεία όπως την περίμενε. Αλλά χαιρόταν που ήταν τόσο μυαλωμένος και αντάλλαξε την απογοήτευση του για την αποτυχία να αποκτήσει δόξα στο μελλοντικό νέο βασίλειο με την άμεση εκπλήρωση τιμών και ανταμοιβών στην παλαιά τάξη, που τώρα πίστευε ότι θα επιζούσε, και που ήταν σίγουρος ότι θα κατέστρεφε τον Ιησού και όλα αυτά που εκπροσώπευε. Το τελευταίο συνειδητό κίνητρο της προδοσίας του Ιούδα, έδειχνε ότι ήταν η δειλή πράξη ενός ιδιοτελούς λιποτάκτη του οποίου η μόνη σκέψη ήταν η προσωπική του ασφάλεια και δόξα, μη λογαριάζοντας τις συνέπειες της συμπεριφοράς του ως προς τον Κύριό του και στους πρώην συντρόφους του. |
|
177:4.9 (1926.2) Judas returned to his associates at the camp intoxicated with thoughts of grandeur and glory such as he had not had for many a day. He had enlisted with Jesus hoping some day to become a great man in the new kingdom. He at last realized that there was to be no new kingdom such as he had anticipated. But he rejoiced in being so sagacious as to trade off his disappointment in failing to achieve glory in an anticipated new kingdom for the immediate realization of honor and reward in the old order, which he now believed would survive, and which he was certain would destroy Jesus and all that he stood for. In its last motive of conscious intention, Judas’s betrayal of Jesus was the cowardly act of a selfish deserter whose only thought was his own safety and glorification, no matter what might be the results of his conduct upon his Master and upon his former associates. |
177:4.10 (1926.3) Αλλά πάντα έτσι ήταν. Ο Ιούδας από καιρό είχε καταπιαστεί με αυτές τις επίμονες, ιδιοτελείς, και μνησίκακες σκέψεις, και η καρδιά του άρχισε να νοιώθει από καιρό αυτές τις σιχαμερές και μοχθηρές επιθυμίες εκδίκησης και απιστίας. Ο Ιησούς αγαπούσε και εμπιστευόταν τον Ιούδα όσο και τους άλλους αποστόλους, αλλά ο Ιούδας δεν μπόρεσε να αναπτύξει πίστη και εμπιστοσύνη και σε ανταπόδοση να νοιώσει την ολόκαρδη αγάπη. Και πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει η φιλοδοξία όταν συνδυάζεται με ιδιοτέλεια και υποκινείται από σκοτεινή και από πολύ καιρό συγκαλυμμένη μνησικακία! Τι συντριπτική απογοήτευση στις ζωές εκείνων των ανόητων ανθρώπων που, έχοντας δεσμευμένη την προσοχή τους στα αόριστα και μεταβατικά δέλεαρ του χρόνου, τυφλώνονται ως προς τα ανώτερα και πιο αληθινά αιώνια επιτεύγματα των αθάνατων κόσμων των θεικών αξιών και των πραγματικών πνευματικών αληθειών. Ο Ιούδας ποθούσε εγκόσμιες τιμές με τον νου του και σιγά- σιγά έφτασε να αγαπά αυτή του την επιθυμία με όλη του την καρδιά¨ και οι άλλοι απόστολοι ποθούσαν αυτές τις ίδιες εγκόσμιες τιμές με το μυαλό τους, αλλά με την καρδιά τους αγαπούσαν τον Ιησού και έκαναν ότι μπορούσαν για να μάθουν να αγαπούν και τις αλήθειες που τους δίδασκε. |
|
177:4.10 (1926.3) But it was ever just that way. Judas had long been engaged in this deliberate, persistent, selfish, and vengeful consciousness of progressively building up in his mind, and entertaining in his heart, these hateful and evil desires of revenge and disloyalty. Jesus loved and trusted Judas even as he loved and trusted the other apostles, but Judas failed to develop loyal trust and to experience wholehearted love in return. And how dangerous ambition can become when it is once wholly wedded to self-seeking and supremely motivated by sullen and long-suppressed vengeance! What a crushing thing is disappointment in the lives of those foolish persons who, in fastening their gaze on the shadowy and evanescent allurements of time, become blinded to the higher and more real achievements of the everlasting attainments of the eternal worlds of divine values and true spiritual realities. Judas craved worldly honor in his mind and grew to love this desire with his whole heart; the other apostles likewise craved this same worldly honor in their minds, but with their hearts they loved Jesus and were doing their best to learn to love the truths which he taught them. |
177:4.11 (1926.4) Ο Ιούδας δεν το συνειδητοποιούσε εκείνη την στιγμή, αλλά υποσυνείδητα κριτικάριζε τον Ιησού από τότε που αποκεφαλίστηκε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής από τον Ηρώδη. Βαθιά μέσα στην καρδιά του ο Ιούδας ποτέ δεν μπόρεσε να χωνέψει το γεγονός ότι ο Ιησούς δεν έσωσε τον Ιωάννη. Μην ξεχνάτε ότι ο Ιούδας ήταν μαθητής του Ιωάννη πριν γίνει οπαδός του Ιησού. Και όλη αυτή η συσσώρευση ανθρώπινων αρνητικών συναισθημάτων και πικρών απογοητεύσεων που υπόθαλπε μέσα στην ψυχή του ο Ιούδας περιβάλλοντας τα και με το μίσος τώρα οργανώθηκαν καλά μέσα στο υποσυνείδητό του και ήταν έτοιμα να ξεπηδήσουν και να τον καταπιούν όταν τόλμησε να αποχωριστεί από την υποστηρικτική επίδραση των αδερφών του ενώ συγχρόνως ήταν εκτεθειμένος στις έξυπνες ραδιουργίες και καλυμμένη κοροϊδία των εχθρών του Ιησού. Κάθε φορά που ο Ιούδας άφηνε τις ελπίδες του να πετάξουν ψηλά και ο Ιησούς έκανε ή έλεγε κάτι που τις έκανε κομμάτια, στην καρδιά του Ιούδα έμενε και ένα σημάδι πικρής προσβολής¨ και όσο πολλαπλασιάζονταν αυτές οι ουλές, πολύ σύντομα, αυτή η καρδιά, που πληγώθηκε τόσες φορές, έχασε όλη της την πραγματική αγάπη προς εκείνον που είχε επιφέρει αυτές τις δυσάρεστες εμπειρίες σε μια καλοπροαίρετη αλλά φοβισμένη και εγωκεντρική προσωπικότητα. Ο Ιούδας δεν το καταλάβαινε, αλλά ήταν δειλός. Γι αυτό είχε πάντα την τάση να επιρρίπτει δειλία στον Ιησού σαν το κίνητρο που τον έκανε να αρνείται να θέλει να αποκτήσει δύναμη ή δόξα παρόλο που πολύ εύκολα θα μπορούσε να τα έχει. Και κάθε θνητός άνθρωπος γνωρίζει πολύ καλά πως η αγάπη, ακόμα κι αν κάποτε ΄ήταν γνήσια, μπορεί, μέσα από τις απογοητεύσεις, την ζήλια, και τις συνεχείς προσβολές, να μετατραπεί τελικά σε κανονικό μίσος. |
|
177:4.11 (1926.4) Judas did not realize it at this time, but he had been a subconscious critic of Jesus ever since John the Baptist was beheaded by Herod. Deep down in his heart Judas always resented the fact that Jesus did not save John. You should not forget that Judas had been a disciple of John before he became a follower of Jesus. And all these accumulations of human resentment and bitter disappointment which Judas had laid by in his soul in habiliments of hate were now well organized in his subconscious mind and ready to spring up to engulf him when he once dared to separate himself from the supporting influence of his brethren while at the same time exposing himself to the clever insinuations and subtle ridicule of the enemies of Jesus. Every time Judas allowed his hopes to soar high and Jesus would do or say something to dash them to pieces, there was always left in Judas’s heart a scar of bitter resentment; and as these scars multiplied, presently that heart, so often wounded, lost all real affection for the one who had inflicted this distasteful experience upon a well-intentioned but cowardly and self-centered personality. Judas did not realize it, but he was a coward. Accordingly was he always inclined to assign to Jesus cowardice as the motive which led him so often to refuse to grasp for power or glory when they were apparently within his easy reach. And every mortal man knows full well how love, even when once genuine, can, through disappointment, jealousy, and long-continued resentment, be eventually turned into actual hate. |
177:4.12 (1927.1) Επιτέλους οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι αισθάνθηκαν ξελαφρωμένοι για μερικές ώρες. Δεν θα χρειαζόταν να συλλάβουν τον Ιησού δημόσια, και κατοχυρώνοντας τον Ιούδα σαν καταδότη σύμμαχο σιγουρευόντουσαν ότι ο Ιησούς δεν θα ξέφευγε από την δικαιοδοσία τους όπως είχε κάνει τόσες φορές στο παρελθόν. |
|
177:4.12 (1927.1) At last the chief priests and elders could breathe easily for a few hours. They would not have to arrest Jesus in public, and the securing of Judas as a traitorous ally insured that Jesus would not escape from their jurisdiction as he had so many times in the past. |
5. Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΩΡΑ ^top |
|
5. The Last Social Hour ^top |
177:5.1 (1927.2) Αφού ήταν Τετάρτη , εκείνο το βράδυ στον καταυλισμό ήταν ώρα κοινωνική. Ο Κύριος προσπαθούσε να δώσει κουράγιο στους μελαγχολικούς αποστόλους, αλλά αυτό ήταν σχεδόν αδύνατο. Όλοι άρχιζαν να συνειδητοποιούν ότι πλησίαζαν τα ανατρεπτικά και συντριπτικά γεγονότα. Δεν μπορούσαν να είναι ευδιάθετοι, ούτε ακόμα και όταν ο Κύριος έκανε μια αναδρομή σε όλα τα χρόνια της σχέσης τους, στην αγάπη που αισθανόντουσαν ο ένας για τον άλλο, και στα πολλαπλά γεγονότα που είχαν συμβεί. Ο Ιησούς έκανε προσεχτικές έρευνες για τις οικογένειες όλων των αποστόλων και, κοιτάζοντας προς τον Δαβίδ του Ζεβεδαίου, ρώτησε αν κανένας τους είχε κάποιο νέο από την μητέρα του, την μικρότερη αδερφή του, ή τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Ο Δαβίδ χαμήλωσε τα μάτια του¨ φοβόταν να απαντήσει. |
|
177:5.1 (1927.2) Since it was Wednesday, this evening at the camp was a social hour. The Master endeavored to cheer his downcast apostles, but that was well-nigh impossible. They were all beginning to realize that disconcerting and crushing events were impending. They could not be cheerful, even when the Master recounted their years of eventful and loving association. Jesus made careful inquiry about the families of all of the apostles and, looking over toward David Zebedee, asked if anyone had heard recently from his mother, his youngest sister, or other members of his family. David looked down at his feet; he was afraid to answer. |
177:5.2 (1927.3) Τότε ήταν που ο Ιησούς προειδοποίησε τους οπαδούς του να προσέχουν και να είναι επιφυλακτικοί ως προς την υποστήριξη του πλήθους. Ανέτρεξε στις εμπειρίες τους στην Γαλιλαία όταν πολλές φορές μεγάλος αριθμός ανθρώπων τους ακολουθούσε με ενθουσιασμό, και έπειτα με τον ίδιο ζήλο στράφηκαν εναντίον τους και γύρισαν στο προηγούμενο τρόπο ζωής και πίστης τους. Και έπειτα είπε: «Και έτσι δεν πρέπει να επιτρέψετε στους εαυτούς σας να εξαπατηθούν από τα μεγάλα πλήθη που μας άκουσαν στον ναό, και έδειξαν να πιστεύουν στην διδασκαλία μας. Αυτός ο όχλος ακούει την αλήθεια και την πιστεύει επιφανειακά με το μυαλό του, αλλά λίγοι από αυτούς αφήνουν τον λόγο της αλήθειας να φτάσει στις ζωντανές ρίζες της καρδιάς τους. Εκείνοι που γνωρίζουν το ευαγγέλιο μόνο με τον νου, και που δεν το έχουν νοιώσει μέσα στην καρδιά τους, δεν μπορούν να είναι αξιόπιστοι για υποστήριξη όταν αρχίσουν τα πραγματικά προβλήματα. Όταν οι ηγέτες των Εβραίων φτάσουν σε μια συμφωνία για να καταστρέψουν τον Υιό του Ανθρώπου, και όταν χτυπήσουν ομόφωνα, τότε θα δείτε τα πλήθη είτε να το σκανε φοβισμένοι ή να στέκονται σιωπώντας με δειλία όσο αυτοί οι παρανοϊκοί και τυφλοί ηγέτες οδηγούν τους δασκάλους του ευαγγελίου της αλήθειας στον θάνατο. Και μετά, όταν οι έχθρες και οι διώξεις εναντίον σας αρχίσουν, ακόμα και άλλοι που νομίζετε ότι αγαπούν την αλήθεια θα σκορπίσουν, και μερικοί θα αποκηρύξουν το ευαγγέλιο και θα σας εγκαταλείψουν. Σήμερα αναπαυτήκατε για να αντιμετωπίστε αυτά που μας περιμένουν. Προσέξτε, λοιπόν, και προσευχηθείτε το πρωί να έχετε ενισχύσει τις δυνάμεις σας για τις μέρες που θα ακολουθήσουν.» |
|
177:5.2 (1927.3) This was the occasion of Jesus’ warning his followers to beware of the support of the multitude. He recounted their experiences in Galilee when time and again great throngs of people enthusiastically followed them around and then just as ardently turned against them and returned to their former ways of believing and living. And then he said: “And so you must not allow yourselves to be deceived by the great crowds who heard us in the temple, and who seemed to believe our teachings. These multitudes listen to the truth and believe it superficially with their minds, but few of them permit the word of truth to strike down into the heart with living roots. Those who know the gospel only in the mind, and who have not experienced it in the heart, cannot be depended upon for support when real trouble comes. When the rulers of the Jews reach an agreement to destroy the Son of Man, and when they strike with one accord, you will see the multitude either flee in dismay or else stand by in silent amazement while these maddened and blinded rulers lead the teachers of the gospel truth to their death. And then, when adversity and persecution descend upon you, still others who you think love the truth will be scattered, and some will renounce the gospel and desert you. Some who have been very close to us have already made up their minds to desert. You have rested today in preparation for those times which are now upon us. Watch, therefore, and pray that on the morrow you may be strengthened for the days that are just ahead.” |
177:5.3 (1927.4) Η ατμόσφαιρα της κατασκήνωσης ήταν φορτισμένη με απερίγραπτη ένταση. Σιωπηλοί αγγελιαφόροι πηγαινοερχόντουσαν, και επικοινωνούσαν μόνο με τον Δαβίδ του Ζεβεδαίου. Πριν περάσει το βράδυ, κάποιοι ήξεραν ότι ο Λάζαρος είχε φύγει εσπευσμένα από την Βηθανία. Ο Ιωάννης Μάρκος ήταν δυσοίωνα σιωπηλός από τότε που γύρισε στην κατασκήνωση, παρόλο που είχε περάσει όλη την ημέρα με την συντροφιά του Κυρίου. Κάθε προσπάθεια να τον πείσουν να μιλήσει έδειχνε καθαρά μόνο ότι ο Ιησούς του είχε πει να μην μιλά. |
|
177:5.3 (1927.4) The atmosphere of the camp was charged with an inexplicable tension. Silent messengers came and went, communicating with only David Zebedee. Before the evening had passed, certain ones knew that Lazarus had taken hasty flight from Bethany. John Mark was ominously silent after returning to camp, notwithstanding he had spent the whole day in the Master’s company. Every effort to persuade him to talk only indicated clearly that Jesus had told him not to talk. |
177:5.4 (1928.1) Ακόμα και η καλή διάθεση και η ασυνήθιστη κοινωνικότητα του Κυρίου τους φόβιζαν. Όλοι αισθανόντουσαν κάποια το τράβηγμα της απομόνωσης που καταλάβαιναν ότι τους πλησίαζε συντριπτικά και αιφνιδιαστικά, και αισθανόντουσαν τρομοκρατημένοι. Αόριστα διαισθανόντουσαν τι θα συνέβαινε, και κανένας τους δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει αυτή την δοκιμασία. Ο Κύριος έλειπε όλη την ημέρα¨ τους είχε λείψει τρομερά. |
|
177:5.4 (1928.1) Even the Master’s good cheer and his unusual sociability frightened them. They all felt the certain drawing upon them of the terrible isolation which they realized was about to descend with crashing suddenness and inescapable terror. They vaguely sensed what was coming, and none felt prepared to face the test. The Master had been away all day; they had missed him tremendously. |
177:5.5 (1928.2) Εκείνη η Τετάρτη το βράδυ, και μέχρι την ώρα του θανάτου του Κυρίου, ήταν το χαμηλότερο στάδιο της πνευματικής τους κατάστασης. Αν και η επόμενη μέρα ήταν μια ακόμα μέρα πλησιέστερα προς την τραγική Παρασκευή , όμως, ήταν μαζί τους, και πέρασαν τις δύσκολες ώρες κάπως καλύτερα. |
|
177:5.5 (1928.2) This Wednesday evening was the low-tide mark of their spiritual status up to the actual hour of the Master’s death. Although the next day was one more day nearer the tragic Friday, still, he was with them, and they passed through its anxious hours more gracefully. |
177:5.6 (1928.3) Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα όταν ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι αυτή θα ήταν η τελευταία νύχτα που θα κοιμόταν ανάμεσα στους επίλεκτούς του στην γη, είπε, όταν τους καληνύχτιζε: «Πηγαίνετε να κουνηθείτε, αδερφοί μου, και είθε η ειρήνη να βασιλεύει σε σας μέχρι να σηκωθούμε το πρωί, άλλη μια μέρα που θα πράξουμε το θέλημα του Πατέρα και θα ζήσουμε την χαρά της γνώσης του ότι είμαστε γιοι του.» |
|
177:5.6 (1928.3) It was just before midnight when Jesus, knowing this would be the last night he would ever sleep through with his chosen family on earth, said, as he dispersed them for the night: “Go to your sleep, my brethren, and peace be upon you till we rise on the morrow, one more day to do the Father’s will and experience the joy of knowing that we are his sons.” |