Εγγραφο 179   Paper 179
Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ   The Last Supper
179:0.1 (1936.1) Το απόγευμα εκείνης της πέμπτης, όταν ο Φίλιππος υπενθύμισε στον Κύριο για το Πάσχα που πλησίαζε και ζήτησε να μάθει τα σχέδια για τον εορτασμό του, είχε στο μυαλό του το δείπνο του Πάσχα που θα το έτρωγαν το βράδυ της επόμενης μέρας, την παρασκευής. Ήταν το έθιμο οι προετοιμασίες για τον εορτασμό του Πάσχα να μην αρχίζουν αργότερα από το μεσημέρι της προηγούμενης μέρας. Και εφόσον οι Εβραίοι θεωρούσαν ότι η μέρα άρχιζε στη δύση του ήλιου, αυτό σήμαινε ότι το δείπνο του Σαββάτου του Πάσχα θα το έτρωγαν την Παρασκευή τη νύχτα, κάποια στιγμή πριν τα μεσάνυχτα.   179:0.1 (1936.1) DURING the afternoon of this Thursday, when Philip reminded the Master about the approaching Passover and inquired concerning his plans for its celebration, he had in mind the Passover supper which was due to be eaten on the evening of the next day, Friday. It was the custom to begin the preparations for the celebration of the Passover not later than noon of the preceding day. And since the Jews reckoned the day as beginning at sunset, this meant that Saturday’s Passover supper would be eaten on Friday night, sometime before the midnight hour.
179:0.2 (1936.2) Οι απόστολοι λοιπόν, τα είχαν εντελώς χαμένα και δεν μπορούσαν να καταλάβουν την ανακοίνωση του Κυρίου ότι θα γιόρταζαν το Πάσχα μια μέρα νωρίτερα. Νόμιζαν, τουλάχιστον μερικοί, ότι ήξερε ότι θα συλλαμβανόταν πριν το γεύμα την Παρασκευή τη νύχτα και γι αυτό τους καλούσε γι αυτό το γεύμα αυτή την Πέμπτη το βράδυ. Άλλοι νόμισαν ότι ήταν απλά μια ειδική περίσταση που θα προηγείτο του κανονικού εορτασμού του Πάσχα.   179:0.2 (1936.2) The apostles were, therefore, entirely at a loss to understand the Master’s announcement that they would celebrate the Passover one day early. They thought, at least some of them did, that he knew he would be placed under arrest before the time of the Passover supper on Friday night and was therefore calling them together for a special supper on this Thursday evening. Others thought that this was merely a special occasion which was to precede the regular Passover celebration.
179:0.3 (1936.3) Οι απόστολοι ήξεραν ότι ο Ιησούς είχε εορτάσει άλλα Πάσχα χωρίς το αρνί¨ γνώριζαν ότι δεν συμμετείχε προσωπικά σε θυσίες του Εβραϊκού συστήματος. Πολλές φορές είχε λάβει μέρος στο πασχαλινό αρνί σαν καλεσμένος, αλλά πάντα, όταν ήταν αυτός ο οικοδεσπότης, δεν σερβίριζε αρνί. Δεν θα ήταν μεγάλη έκπληξη για τους αποστόλους να δουν να παραλείπεται το αρνί ακόμα και την νύχτα του Πάσχα, και εφόσον το δείπνο θα γινόταν μια μέρα νωρίτερα, δεν σκέφτηκαν τίποτα για την απουσία του.   179:0.3 (1936.3) The apostles knew that Jesus had celebrated other Passovers without the lamb; they knew that he did not personally participate in any sacrificial service of the Jewish system. He had many times partaken of the paschal lamb as a guest, but always, when he was the host, no lamb was served. It would not have been a great surprise to the apostles to have seen the lamb omitted even on Passover night, and since this supper was given one day earlier, they thought nothing of its absence.
179:0.4 (1936.4) Αφού δέχτηκαν την υποδοχή του πατέρα και της μητέρας του Ιωάννη Μάρκου, οι απόστολοι πήγαν αμέσως στο πάνω δωμάτιο ενώ ο Ιησούς έμεινε για λίγο να μιλήσει με την οικογένεια του Μάρκου.   179:0.4 (1936.4) After receiving the greetings of welcome extended by the father and mother of John Mark, the apostles went immediately to the upper chamber while Jesus lingered behind to talk with the Mark family.
179:0.5 (1936.5) Είχαν καταλάβει από πριν ότι ο Κύριος θα γιόρταζε αυτή την περίσταση μόνος με τους δώδεκα αποστόλους του¨ γι αυτό και δεν ανάθεσαν σε κανέναν υπηρέτη να τους εξυπηρετεί.   179:0.5 (1936.5) It had been understood beforehand that the Master was to celebrate this occasion alone with his twelve apostles; therefore no servants were provided to wait upon them.
1. Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΓΙΑ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ^top   1. The Desire for Preference ^top
179:1.1 (1936.6) Όταν οι απόστολοι οδηγήθηκαν στον πάνω όροφο από τον Ιωάννη Μάρκο, αντίκρισαν ένα ευρύχωρο και άνετο δωμάτιο, που ήταν πλήρως επιπλωμένο για το δείπνο, και παρατήρησαν ότι το ψωμί, το κρασί, το νερό, και τα χορταρικά ήταν όλα έτοιμα την μια άκρη του τραπεζιού. Εκτός από την άκρη που βρισκόντουσαν το ψωμί και το κρασί, αυτό το μακρύ τραπέζι ήταν περικυκλωμένο από δεκατρείς επικλινείς καναπέδες, ακριβώς όπως άρμοζε σε ένα καθώς πρέπει σπιτικό για τον εορτασμό του Πάσχα.   179:1.1 (1936.6) When the apostles had been shown upstairs by John Mark, they beheld a large and commodious chamber, which was completely furnished for the supper, and observed that the bread, wine, water, and herbs were all in readiness on one end of the table. Except for the end on which rested the bread and wine, this long table was surrounded by thirteen reclining couches, just such as would be provided for the celebration of the Passover in a well-to-do Jewish household.
179:1.2 (1936.7) Μόλις οι δώδεκα εισήλθαν σε αυτό το δωμάτιο του πάνω ορόφου, παρατήρησαν, ακριβώς μπροστά από την πόρτα, τις κανάτες με το νερό, τους νιπτήρες, τις πετσέτες για να σκουπίσουν τα σκονισμένα τους πόδια¨ και εφόσον δεν υπήρχε κανένας υπηρέτης γι αυτή την υπηρεσία, οι απόστολοι άρχισαν να κοιτάζονται μεταξύ τους μόλις έφυγε ο Ιωάννης Μάρκος, και ο καθένας άρχισε να σκέφτεται από μέσα του, Ποιος θα μας πλύνει τα πόδια; Και ο καθένας σκεφτόταν ότι δεν θα ήταν αυτός ου θα έκανε τον υπηρέτη στους άλλους.   179:1.2 (1936.7) As the twelve entered this upper chamber, they noticed, just inside the door, the pitchers of water, the basins, and towels for laving their dusty feet; and since no servant had been provided to render this service, the apostles began to look at one another as soon as John Mark had left them, and each began to think within himself, Who shall wash our feet? And each likewise thought that it would not be he who would thus seem to act as the servant of the others.
179:1.3 (1937.1) Έτσι όπως στεκόντουσαν εκεί, και σκεφτόντουσαν μέσα στην καρδιά τους, αξιολογούσαν την τακτοποίηση των καθισμάτων γύρω από το τραπέζι, και παρατήρησαν το ψηλότερο ντιβάνι του οικοδεσπότη με ένα καναπέ στα δεξιά και τους έντεκα τοποθετημένους γύρω από το τραπέζι μέχρι την δεύτερη τιμητική θέση στα δεξιά του οικοδεσπότη.   179:1.3 (1937.1) As they stood there, debating in their hearts, they surveyed the seating arrangement of the table, taking note of the higher divan of the host with one couch on the right and eleven arranged around the table on up to opposite this second seat of honor on the host’s right.
179:1.4 (1937.2) Περίμεναν τον Κύριο από λεπτό σε λεπτό, αλλά βρισκόντουσαν σε δίλημμα για το αν θα έπρεπε να καθίσουν από μόνοι τους ή να περιμένουν την άφιξή του και να βασιστούν σε αυτόν να τους ορίσει τις θέσεις τους. Όσο δίσταζαν, ο Ιούδας προχώρησε στην τιμητική θέση, στα αριστερά του οικοδεσπότη, και φανέρωσε έτσι σκόπευε να καθίσει σαν τιμώμενος προσκεκλημένος. Αυτή η πράξη του Ιούδα προκάλεσε μια θερμή φιλονικία ανάμεσα στους άλλους αποστόλους. Μόλις ο Ιούδας κατέλαβε την μια θέση τιμής, ο Ιωάννης του Ζεβεδαίου άρχισε να διεκδικεί την επόμενη τιμητική θέση, αυτή στα δεξιά του οικοδεσπότη. Ο Σίμωνας Πέτρος οργίστηκε τόσο πολύ από αυτή την κατάληψη των τιμητικών θέσεων από τον Ιούδα και τον Ιωάννη, που, μπροστά στα μάτια των υπόλοιπων θυμωμένων αποστόλων, πήγε επιδεικτικά γύρω από το τραπέζι και κάθισε στον χαμηλότερο καναπέ, στο τέλος της σειράς των καθισμάτων ακριβώς απέναντι από τον Ιωάννη του Ζεβεδαίου. Αφού άλλοι είχαν καταλάβει τις ανώτερες θέσεις, ο Πέτρος σκέφτηκε να διαλέξει την χαμηλότερη, και το έκανε αυτό, όχι μόνο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την ανάρμοστη υπερηφάνεια των αδερφών του, αλλά με την ελπίδα ότι ο Ιησούς όταν ερχόταν και τον έβλεπε στην λιγότερο τιμητική θέση, θα τον καλούσε σε μια ανώτερη, εκτοπίζοντας κάποιον που τόλμησε να πάρει από μόνος του τιμές.   179:1.4 (1937.2) They expected the Master to arrive any moment, but they were in a quandary as to whether they should seat themselves or await his coming and depend on him to assign them their places. While they hesitated, Judas stepped over to the seat of honor, at the left of the host, and signified that he intended there to recline as the preferred guest. This act of Judas immediately stirred up a heated dispute among the other apostles. Judas had no sooner seized the seat of honor than John Zebedee laid claim to the next preferred seat, the one on the right of the host. Simon Peter was so enraged at this assumption of choice positions by Judas and John that, as the other angry apostles looked on, he marched clear around the table and took his place on the lowest couch, the end of the seating order and just opposite to that chosen by John Zebedee. Since others had seized the high seats, Peter thought to choose the lowest, and he did this, not merely in protest against the unseemly pride of his brethren, but with the hope that Jesus, when he should come and see him in the place of least honor, would call him up to a higher one, thus displacing one who had presumed to honor himself.
179:1.5 (1937.3) Όταν οι ανώτερες και κατώτερες θέσεις κατελήφθησαν, οι υπόλοιποι από τους αποστόλους διάλεξαν θέσεις, μερικοί κοντά στον Ιούδα και μερικοί κοντά στον Πέτρο, μέχρι που τελικά κάθισαν όλοι. Κάθισαν γύρω από αυτό το οβάλ τραπέζι σε αυτούς τους επικλινείς καναπέδες με την ακόλουθη σειρά: στα δεξιά του Κυρίου, ο Ιωάννης¨ στα αριστερά, ο Ιούδας, ο Σίμωνας ο Ζηλωτής, ο Ματθαίος, ο Ιάκωβος του Ζεβεδαίου, ο Ανδρέας, οι δίδυμοι του Αλφαίου, ο Φίλιππος, ο Ναθαναήλ, ο Θωμάς, και ο Σίμωνας Πέτρος.   179:1.5 (1937.3) With the highest and the lowest positions thus occupied, the rest of the apostles chose places, some near Judas and some near Peter, until all were located. They were seated about the U-shaped table on these reclining divans in the following order: on the right of the Master, John; on the left, Judas, Simon Zelotes, Matthew, James Zebedee, Andrew, the Alpheus twins, Philip, Nathaniel, Thomas, and Simon Peter.
179:1.6 (1937.4) Μαζεύτηκαν εκεί για να γιορτάσουν, τουλάχιστον πνευματικά, ένα θεσμό που προχρονολογούσε ακόμα και τον Μωυσή και παράπεμπε στους καιρούς που οι πατέρες τους ήταν σκλάβοι στην Αίγυπτο. Αυτό το δείπνο είναι το τελευταίο τους ραντεβού με τον Ιησού, και ακόμα και σε αυτό το σοβαρό και επίσημο σκηνικό, κάτω από την αρχηγεία του Ιούδα οι απόστολοι παρασύρθηκαν και ενέδωσαν στην παλιά τους προτίμηση για τιμές, προτιμήσεις, και προσωπικές αναδείξεις.   179:1.6 (1937.4) They are gathered together to celebrate, at least in spirit, an institution which antedated even Moses and referred to the times when their fathers were slaves in Egypt. This supper is their last rendezvous with Jesus, and even in such a solemn setting, under the leadership of Judas the apostles are led once more to give way to their old predilection for honor, preference, and personal exaltation.
179:1.7 (1937.5) Ήταν ακόμα απασχολημένοι φωνάζοντας αλληλοκατηγορίες όταν ο Κύριος εμφανίστηκε στην πόρτα, όπου για μια στιγμή δίστασε και ένα βλέμμα απογοήτευσης φάνηκε στα μάτια του. Χωρίς σχόλιο πήγε στην θέση του, και δεν ενόχλησε τον τρόπο που καθόντουσαν.   179:1.7 (1937.5) They were still engaged in voicing angry recriminations when the Master appeared in the doorway, where he hesitated a moment as a look of disappointment slowly crept over his face. Without comment he went to his place, and he did not disturb their seating arrangement.
179:1.8 (1937.6) Τώρα ήταν έτοιμοι να αρχίσουν το δείπνο, εκτός από το ότι τα πόδια τους ήταν ακόμα άπλυτα, και η διάθεσή τους ήταν κάθε άλλο παρά ευχάριστη. Όταν έφτασε ο Κύριος, ακόμα εκτόξευαν αλληλοκατηγορίες, χωρίς να αναφέρουμε τίποτα για τις σκέψεις μερικών που είχαν αρκετό συναισθηματικό έλεγχο και συγκρατιόντουσαν από το να εκφραστούν δημόσια.   179:1.8 (1937.6) They were now ready to begin the supper, except that their feet were still unwashed, and they were in anything but a pleasant frame of mind. When the Master arrived, they were still engaged in making uncomplimentary remarks about one another, to say nothing of the thoughts of some who had sufficient emotional control to refrain from publicly expressing their feelings.
2. ΑΡΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΓΕΥΜΑ ^top   2. Beginning the Supper ^top
179:2.1 (1937.7) Για λίγα λεπτά από την στιγμή που ο κύριος κάθισε στη θέση του, κανένας δεν είπε ούτε λέξη. Ο Κύριος τους κοίταξε προσεχτικά και, ανακουφίζοντας την ένταση με ένα χαμόγελο, είπε: «Πολύ επιθυμούσα να δειπνήσω αυτό το Πάσχα μαζί σας. Ήθελα να φαω μαζί σας για άλλη μια φορά πριν υποφέρω, αφού καταλαβαίνω ότι έχει έρθει η ώρα μου, κανόνισα να δειπνήσω μαζί σας απόψε, γιατί από το πρωί θα είμαστε όλοι στα χέρια του Πατέρα, του οπίου το θέλημα έχω έρθει να εκτελέσω. Δεν θα ξανά -δειπνήσω μαζί σας μέχρι την στιγμή που θα καθίσετε μαζί μου στο βασίλειο που θα μου δώσει ο Πατέρας μου όταν θα έχω τελειώσει αυτό για το οποίο με έστειλε σε αυτό τον κόσμο.»   179:2.1 (1937.7) For a few moments after the Master had gone to his place, not a word was spoken. Jesus looked them all over and, relieving the tension with a smile, said: “I have greatly desired to eat this Passover with you. I wanted to eat with you once more before I suffered, and realizing that my hour has come, I arranged to have this supper with you tonight, for, as concerns the morrow, we are all in the hands of the Father, whose will I have come to execute. I shall not again eat with you until you sit down with me in the kingdom which my Father will give me when I have finished that for which he sent me into this world.”
179:2.2 (1938.1) Όταν αναμίξανε το κρασί και το νερό, έφεραν το κύπελλο στον Ιησού, ο οποίος, όταν το έλαβε από το χέρι του Θαδδαίου, το κράτησε και ευχαρίστησε. Και όταν τελείωσε τις ευχαριστίες του, είπε: «πάρτε αυτό το κύπελλο και μοιραστείτε το και, όταν λάβετε μέρος από αυτό, να συνειδητοποιήσετε ότι δεν θα πιω ξανά μαζί σας τον καρπό του αμπελιού αφού αυτό θα είναι το τελευταίο μας γεύμα. Όταν θα καθίσουμε μαζί πάλι με αυτό τον τρόπο, θα είναι στο μελλοντικό βασίλειο.»   179:2.2 (1938.1) After the wine and the water had been mixed, they brought the cup to Jesus, who, when he had received it from the hand of Thaddeus, held it while he offered thanks. And when he had finished offering thanks, he said: “Take this cup and divide it among yourselves and, when you partake of it, realize that I shall not again drink with you the fruit of the vine since this is our last supper. When we sit down again in this manner, it will be in the kingdom to come.”
179:2.3 (1938.2) Ο Ιησούς άρχισε να μιλά έτσι στους αποστόλους του γιατί ήξερε ότι είχε έρθει η ώρα του. Καταλάβαινε ότι είχε έρθει η στιγμή που θα επέστρεφε στον Πατέρα, και ότι το έργο του στην γη είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Ο Κύριος ήξερε ότι είχε αποκαλύψει την αγάπη του Πατέρα στην γη και είχε παρουσιάσει το έλεός του στην ανθρωπότητα, και ότι είχε ολοκληρώσει αυτό για το οποίο είχε έρθει στον κόσμο και ήταν έτοιμος να αναλάβει όλη την δύναμη και εξουσία στον ουρανό και την γη. Γνώριζε επίσης, ότι ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ήταν εντελώς αποφασισμένος να τον παραδώσει εκείνη την νύχτα στα χέρια των εχθρών του. Καταλάβαινε απόλυτα ότι αυτή η προδοσία ήταν έργο του Ιούδα, αλλά ευχαριστούσε επίσης και τον Λούσιφερ, τον Σατανά, και τον Καλιγάστια τον πρίγκιπα του σκότους. Αλλά δεν φοβόντουσαν κανέναν από εκείνους που ήθελαν την πνευματική του ανατροπή περισσότερο από ότι φοβόταν εκείνους που ήθελαν να πετύχουν τον σωματικό του θάνατο. Ο κύριος είχε μόνο μια ανησυχία, και αυτή ήταν για την ασφάλεια και την σωτηρία των εκλεκτών του οπαδών. Και έτσι, με την πλήρη γνώση ότι ο Πατέρας είχε θέσει όλα τα πράγματα στην εξουσία του, ο Κύριος τώρα ετοιμάστηκε να αναπαραστήσει την παραβολή της αδερφικής αγάπης.   179:2.3 (1938.2) Jesus began thus to talk to his apostles because he knew that his hour had come. He understood that the time had come when he was to return to the Father, and that his work on earth was almost finished. The Master knew he had revealed the Father’s love on earth and had shown forth his mercy to mankind, and that he had completed that for which he came into the world, even to the receiving of all power and authority in heaven and on earth. Likewise, he knew Judas Iscariot had fully made up his mind to deliver him that night into the hands of his enemies. He fully realized that this traitorous betrayal was the work of Judas, but that it also pleased Lucifer, Satan, and Caligastia the prince of darkness. But he feared none of those who sought his spiritual overthrow any more than he feared those who sought to accomplish his physical death. The Master had but one anxiety, and that was for the safety and salvation of his chosen followers. And so, with the full knowledge that the Father had put all things under his authority, the Master now prepared to enact the parable of brotherly love.
3. ΤΟ ΠΛΥΣΙΜΟ ΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ^top   3. Washing the Apostles’ Feet ^top
179:3.1 (1938.3) Αφού έπινε το πρώτο ποτήρι του Πάσχα, ήταν Εβραϊκό έθιμο να σηκωθεί ο οικοδεσπότης από το τραπέζι να πλύνει τα χέρια του. Αργότερα στο δείπνο, μετά από το δεύτερο ποτήρι, όλοι οι καλεσμένοι σηκωνόντουσαν και έπλεναν τα χέρια τους. Εφόσον οι απόστολοι ήξεραν ότι ο Κύριος ποτέ δεν τηρούσε αυτά τα τελετουργικά του πλυσίματος των χεριών, ήταν πολύ περίεργοι να μάθουν τι σκόπευε να κάνει όταν, αφού είχαν λάβει μέρος από αυτό το πρώτο ποτήρι, αυτός σηκώθηκε από το τραπέζι και σιωπηλά πήγε προς την πόρτα, όπου βρισκόντουσαν οι κανάτες, οι νιπτήρες, και οι πετσέτες. Και η περιέργειά τους έγινε έκπληξη όταν είδαν τον Κύριο να βγάζει τον εξωτερικό του χιτώνα, να τυλίγεται με μια πετσέτα, και να αρχίζει να χύνει νερό σε μια από τις λεκάνες των ποδιών. Φανταστείτε την έκπληξη αυτών των δώδεκα ανδρών, που μόλις τώρα είχαν αρνηθεί να πλύνουν ο ένας τα πόδια του άλλου, και που είχαν καταπιαστεί με τόσες ανάρμοστες φιλονικίες για τις τιμητικές θέσεις στο τραπέζι, όταν τον είδαν να κατευθύνεται προς την άκρη του τραπεζιού που ήταν κενή, στην χαμηλότερη θέση της γιορτής, όπου καθόταν ο Σίμων Πέτρος, και, γονατίζοντας σαν υπηρέτης, ετοιμάστηκε να πλύνει τα πόδια του Σίμωνα. Μόλις ο Κύριος γονάτισε όλοι σηκώθηκαν με μιας όρθιοι¨ ακόμα και ο προδότης Ιούδας ξέχασε για μια στιγμή την αχρειότητά του και σηκώθηκε σαν τους άλλους συντρόφους του με την ίδια έκφραση έκπληξης, σεβασμού, και απόλυτης κατάπληξης.   179:3.1 (1938.3) After drinking the first cup of the Passover, it was the Jewish custom for the host to arise from the table and wash his hands. Later on in the meal and after the second cup, all of the guests likewise rose up and washed their hands. Since the apostles knew that their Master never observed these rites of ceremonial hand washing, they were very curious to know what he intended to do when, after they had partaken of this first cup, he arose from the table and silently made his way over to near the door, where the water pitchers, basins, and towels had been placed. And their curiosity grew into astonishment as they saw the Master remove his outer garment, gird himself with a towel, and begin to pour water into one of the foot basins. Imagine the amazement of these twelve men, who had so recently refused to wash one another’s feet, and who had engaged in such unseemly disputes about positions of honor at the table, when they saw him make his way around the unoccupied end of the table to the lowest seat of the feast, where Simon Peter reclined, and, kneeling down in the attitude of a servant, make ready to wash Simon’s feet. As the Master knelt, all twelve arose as one man to their feet; even the traitorous Judas so far forgot his infamy for a moment as to arise with his fellow apostles in this expression of surprise, respect, and utter amazement.
179:3.2 (1938.4) Έτσι στεκόταν και ο Σίμων Πέτρος, κοιτάζοντας το σηκωμένο πρόσωπο του Κυρίου του. Ο Ιησούς δεν είπε τίποτα¨ δεν χρειαζόταν να μιλήσει. Η στάση του έδειχνε ξεκάθαρα ότι σκόπευε να πλύνει τα πόδια του Σίμωνα Πέτρου. Παρά τις αδυναμίες της σάρκας του, ο Πέτρος αγαπούσε τον Κύριο. Αυτός ο Γαλιλαίος ψαράς ήταν ο πρώτος άνθρωπος που πίστεψε ολόκαρδα στην θεϊκότητα του Ιησού και έκανε πλήρη δημόσια εξομολόγηση αυτής του της πίστης. Και ο Πέτρος ποτέ από τότε δεν αμφέβαλλε για την θεική φύση του Κυρίου. Και αφού ο Πέτρος σεβόταν και τιμούσε τόσο τον Ιησού μέσα στην καρδιά του, δεν ήταν παράξενο που δυσανασχετούσε με την σκέψη του Ιησού να γονατίζει μπροστά του σαν ταπεινός υπηρέτης και να προτείνει να του πλύνει τα πόδια σαν να ήταν κανένας σκλάβος. Όταν ο Πέτρος κατάφερε να βρει τα λόγια του και απευθύνθηκε στον Κύριο, εξέφρασε τα πραγματικά συναισθήματα και όλων των συντρόφων του αποστόλων.   179:3.2 (1938.4) There stood Simon Peter, looking down into the upturned face of his Master. Jesus said nothing; it was not necessary that he should speak. His attitude plainly revealed that he was minded to wash Simon Peter’s feet. Notwithstanding his frailties of the flesh, Peter loved the Master. This Galilean fisherman was the first human being wholeheartedly to believe in the divinity of Jesus and to make full and public confession of that belief. And Peter had never since really doubted the divine nature of the Master. Since Peter so revered and honored Jesus in his heart, it was not strange that his soul resented the thought of Jesus’ kneeling there before him in the attitude of a menial servant and proposing to wash his feet as would a slave. When Peter presently collected his wits sufficiently to address the Master, he spoke the heart feelings of all his fellow apostles.
179:3.3 (1939.1) Μετά από μερικές στιγμές αυτής της μεγάλης αμηχανίας, ο Πέτρος είπε, «Κύριε, στα αλήθεια θέλεις να μου πλύνεις τα πόδια;» Και τότε ο Ιησούς κοιτάζοντας το πρόσωπο του Πέτρου είπε: «μπορεί να μην καταλαβαίνετε απόλυτα τι σκοπεύω να κάνω, αλλά από εδώ και πέρα θα γνωρίζετε την σημασία όλων αυτών των πραγμάτων». Τότε ο Σίμων Πέτρος, πήρε βαθιά αναπνοή και είπε, «Κύριε, ποτέ δεν θα πλύνεις τα πόδια μου!» Και όλοι οι απόστολοι κούνησαν το κεφάλι τους δείχνοντας την έγκρισή τους στην σθεναρή δήλωση της άρνησης του Πέτρου να αφήσει τον Ιησού να ταπεινωθεί μπροστά τους.   179:3.3 (1939.1) After a few moments of this great embarrassment, Peter said, “Master, do you really mean to wash my feet?” And then, looking up into Peter’s face, Jesus said: “You may not fully understand what I am about to do, but hereafter you will know the meaning of all these things.” Then Simon Peter, drawing a long breath, said, “Master, you shall never wash my feet!” And each of the apostles nodded their approval of Peter’s firm declaration of refusal to allow Jesus thus to humble himself before them.
179:3.4 (1939.2) Η δραματική έκκληση αυτής της ασυνήθιστης σκηνής στην αρχή άγγιξε και την καρδιά του Ιούδα του Ισκαριώτη¨ αλλά όταν ο ματαιόδοξος νους του έκρινε το θέαμα, κατέληξε ότι αυτή η χειρονομία ήταν άλλο ένα επεισόδιο που αποδείκνυε ότι ο Ιησούς δεν είχε τα προσόντα να είναι ο απελευθερωτής του Ισραήλ, και ότι αυτός δεν έκανε λάθος που αποφάσισε να εγκαταλείψει τον σκοπό του Κυρίου.   179:3.4 (1939.2) The dramatic appeal of this unusual scene at first touched the heart of even Judas Iscariot; but when his vainglorious intellect passed judgment upon the spectacle, he concluded that this gesture of humility was just one more episode which conclusively proved that Jesus would never qualify as Israel’s deliverer, and that he had made no mistake in the decision to desert the Master’s cause.
179:3.5 (1939.3) Και έτσι όπως στεκόντουσαν όλοι κατάπληκτοι και άφωνοι, ο Ιησούς είπε: «Πέτρο, σας δηλώνω ότι αν δεν πλύνω τα πόδια σας, δεν θα συμμετέχετε μαζί μου σε αυτό που θα σας δείξω τώρα.» Όταν ο Πέτρος άκουσε αυτή την δήλωση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο Ιησούς συνέχιζε να είναι γονατισμένος στα πόδια του, πήρε μια από τις αποφάσεις τυφλής συμμόρφωσης στην επιθυμία κάποιου που σεβόταν και αγαπούσε. Μόλις άρχισε να περνά από το μυαλό του Πέτρου ότι σε αυτή την εκδήλωση υπηρεσίας του Κυρίου υπήρχε κάποια σημασία που καθόριζε την μελλοντική σχέση κάποιου με το έργο του Κυρίου, τότε όχι μόνο συμφιλιώθηκε με την σκέψη να αφήσει τον Ιησού να του πλύνει τα πόδια, αλλά, με τον χαρακτηριστικό και παρορμητικό τρόπο του, είπε: «Τότε, Κύριε, να πλύνεις όχι μόνο τα πόδια μου αλλά και τα χέρια μου και το κεφάλι μου.»   179:3.5 (1939.3) As they all stood there in breathless amazement, Jesus said: “Peter, I declare that, if I do not wash your feet, you will have no part with me in that which I am about to perform.” When Peter heard this declaration, coupled with the fact that Jesus continued kneeling there at his feet, he made one of those decisions of blind acquiescence in compliance with the wish of one whom he respected and loved. As it began to dawn on Simon Peter that there was attached to this proposed enactment of service some signification that determined one’s future connection with the Master’s work, he not only became reconciled to the thought of allowing Jesus to wash his feet but, in his characteristic and impetuous manner, said: “Then, Master, wash not my feet only but also my hands and my head.”
179:3.6 (1939.4) Μόλις ο Κύριος ετοιμάστηκε να πλύνει τα πόδια του Πέτρου, είπε: «Αυτός που είναι ήδη καθαρός μόνο να πόδια του χρειάζεται να πλυθούν. Εσείς που καθόσαστε μαζί μου απόψε είστε καθαροί—αλλά όχι όλοι. Αλλά η σκόνη των ποδιών σας πρέπει να πλυθεί πριν καθίσετε να φαμε μαζί. Και εξάλλου, κάνω αυτή την υπηρεσία σαν μια παραβολή για να σας δείξω την σημασία μιας νέας εντολής που σύντομα θα σας δώσω.»   179:3.6 (1939.4) As the Master made ready to begin washing Peter’s feet, he said: “He who is already clean needs only to have his feet washed. You who sit with me tonight are clean—but not all. But the dust of your feet should have been washed away before you sat down at meat with me. And besides, I would perform this service for you as a parable to illustrate the meaning of a new commandment which I will presently give you.”
179:3.7 (1939.5) Με παρόμοιο τρόπο ο Κύριος πήγε γύρω από το τραπέζι, σιωπηλά, και έπλυνε τα πόδια και των δώδεκα αποστόλων, ακόμα και του Ιούδα. Όταν ο Ιησούς τελείωσε το πλύσιμο των ποδιών των δώδεκα, ξαναφόρεσε τον μανδύα του, και γύρισε στην θέση του σαι οικοδεσπότης, και αφού κοίταξε τους παραξενεμένους αποστόλους του, είπε:   179:3.7 (1939.5) In like manner the Master went around the table, in silence, washing the feet of his twelve apostles, not even passing by Judas. When Jesus had finished washing the feet of the twelve, he donned his cloak, returned to his place as host, and after looking over his bewildered apostles, said:
179:3.8 (1939.6) «Καταλαβαίνετε πραγματικά τι έκανα σε σας; Με αποκαλείτε Κύριο, και καλά κάνετε γιατί είμαι. Αν τότε, ο Κύριός σας σας έπλυνε τα πόδια, γιατί εσείς ήσασταν τόσο απρόθυμοι να πλύνετε ο ένας τα πόδια του άλλου; τι μάθημα θα πρέπει να μάθετε από αυτή την παραβολή στην οποία ο Κύριος με τόση προθυμία κάνει αυτή την υπηρεσία την οποία τα αδέρφια του ήταν απρόθυμοι να κάνουν ο ένας στον άλλο; αληθώς, αληθώς, σας λέγω: Ένας υπηρέτης δεν είναι σπουδαιότερος από τον κύριό του¨ ούτε κάποιος απεσταλμένος είναι σπουδαιότερος από αυτόν που τον στέλνει. Έχετε δει την ζωή υπηρεσίας μου στην ζωή μου ανάμεσά σας, και ευλογημένοι είστε εσείς που θα έχετε το ευγενικό θάρρος να υπηρετείτε έτσι. Αλλά γιατί αργείτε τόσο να μάθετε ότι το μυστικό του σπουδαιότητας στην πνευματική βασιλεία δεν είναι σαν τις μεθόδους δύναμης στον υλικό κόσμο;   179:3.8 (1939.6) “Do you really understand what I have done to you? You call me Master, and you say well, for so I am. If, then, the Master has washed your feet, why was it that you were unwilling to wash one another’s feet? What lesson should you learn from this parable in which the Master so willingly does that service which his brethren were unwilling to do for one another? Verily, verily, I say to you: A servant is not greater than his master; neither is one who is sent greater than he who sends him. You have seen the way of service in my life among you, and blessed are you who will have the gracious courage so to serve. But why are you so slow to learn that the secret of greatness in the spiritual kingdom is not like the methods of power in the material world?
179:3.9 (1940.1) «Όταν ήρθα σε αυτή την αίθουσα απόψε, δεν σας έφτανε μόνο που αρνηθήκατε να πλύνετε ο ένας τα πόδια του άλλου, αλλά μαλώνατε κιόλας για το ποιος θα πιάσει τις τιμητικές θέσεις στο τραπέζι μου. Τέτοιες τιμές ψάχνουν οι Φαρισαίοι και τα παιδιά αυτού του κόσμου, αλλά δεν γίνεται έτσι με τους πρέσβεις της ουράνιας βασιλείας. Δεν ξέρετε ότι δεν μπορεί να υπάρξει θέση εύνοιας στο τραπέζι μου; Δεν καταλαβαίνετε ότι αγαπώ τον καθένα σας όσο και τους άλλους; Δεν ξέρετε ότι η πλησιέστερη θέση σε μένα, έτσι όπως βλέπουν οι άνθρωποι τέτοιες τιμές, δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα όσον αφορά την θέση σας στην βασιλεία των ουρανών; Γνωρίζετε ότι οι βασιλείς των αλλοθρήσκων έχουν πλήρη δικαιοδοσία πάνω στους υποτελείς τους, ενώ εκείνοι που ασκούν αυτή την εξουσία μερικές φορές αποκαλούνται ευεργέτες. Αλλά δεν θα συμβαίνει το ίδιο στην βασιλεία των ουρανών. Αυτός που θέλει να γίνει σπουδαίος, ας γίνει σαν τον πιο νέο¨ ενώ αυτός που θέλει να γίνει αρχηγός, ας γίνει σαν αυτόν που σερβίρει. Ποιος είναι σπουδαιότερος, αυτός που κάθεται για φαγητό, ή αυτός που σερβίρει; Δεν συνηθίζεται να θεωρείται σπουδαιότερος αυτός που κάθεται στο τραπέζι; Αλλά εσείς θα δείτε ότι είμαι ανάμεσά σας σαν αυτός που σερβίρει. Αν είσαστε πρόθυμοι να γίνετε μαζί μου υπηρέτες στο θέλημα του Πατέρα, στην βασιλεία που έρχεται θα καθίσετε μαζί μου με δύναμη, πράττοντας ακόμα το θέλημα του Πατρός στην μελλοντική δόξα.»   179:3.9 (1940.1) “When I came into this chamber tonight, you were not content proudly to refuse to wash one another’s feet, but you must also fall to disputing among yourselves as to who should have the places of honor at my table. Such honors the Pharisees and the children of this world seek, but it should not be so among the ambassadors of the heavenly kingdom. Do you not know that there can be no place of preferment at my table? Do you not understand that I love each of you as I do the others? Do you not know that the place nearest me, as men regard such honors, can mean nothing concerning your standing in the kingdom of heaven? You know that the kings of the gentiles have lordship over their subjects, while those who exercise this authority are sometimes called benefactors. But it shall not be so in the kingdom of heaven. He who would be great among you, let him become as the younger; while he who would be chief, let him become as one who serves. Who is the greater, he who sits at meat, or he who serves? Is it not commonly regarded that he who sits at meat is the greater? But you will observe that I am among you as one who serves. If you are willing to become fellow servants with me in doing the Father’s will, in the kingdom to come you shall sit with me in power, still doing the Father’s will in future glory.”
179:3.10 (1940.2) Όταν ο Ιησούς τέλειωσε τα λόγια του, οι Αλφαίοι δίδυμοι έφεραν το ψωμί και το κρασί, μαζί με τα πικρά χορταρικά και την πάστα των αποξηραμένων φρούτων, για το επόμενο πιάτο του Μυστικού Δείπνου.   179:3.10 (1940.2) When Jesus had finished speaking, the Alpheus twins brought on the bread and wine, with the bitter herbs and the paste of dried fruits, for the next course of the Last Supper.
4. ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΡΟΔΟΤΗ ^top   4. Last Words to the Betrayer ^top
179:4.1 (1940.3) Για μερικά λεπτά οι απόστολοι έτρωγαν σιωπηλά, αλλά κάτω από την επίδραση της ευδιάθετης διαγωγής του Κυρίου σύντομα άρχισαν να κουβεντιάζουν, και πριν περάσει πολλή ώρα το γεύμα συνεχιζόταν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα ασυνήθιστο που να επηρεάσει την καλή διάθεση και την αρμονία αυτής της ασυνήθιστης περίστασης. Αφού πέρασε λίγη ώρα, περίπου στην μέση του δεύτερου πιάτου του γεύματος, ο Ιησούς, κοιτάζοντάς τους, είπε: «Σας έχω πει πόσο επιθυμούσα να δειπνήσω μαζί σας, και γνωρίζοντας πως οι κακές δυνάμεις του σκότους έχουν συνωμοτήσει να προκαλέσουν τον θάνατο του Υιού του Ανθρώπου, αποφάσισα να δειπνήσω μαζί σας σε αυτή την μυστική αίθουσα μια μέρα πριν το Πάσχα εφόσον δεν θα είμαι πια μαζί σας αύριο την νύχτα. Σας έχω πει πολλές φορές ότι πρέπει να επιστρέψω στον Πατέρα. Τώρα έχει έρθει η ώρα μου, αλλά δεν ήταν απαραίτητο να με προδώσει ένας από εσάς στα χέρια των εχθρών μου.»   179:4.1 (1940.3) For some minutes the apostles ate in silence, but under the influence of the Master’s cheerful demeanor they were soon drawn into conversation, and ere long the meal was proceeding as if nothing out of the ordinary had occurred to interfere with the good cheer and social accord of this extraordinary occasion. After some time had elapsed, in about the middle of this second course of the meal, Jesus, looking them over, said: “I have told you how much I desired to have this supper with you, and knowing how the evil forces of darkness have conspired to bring about the death of the Son of Man, I determined to eat this supper with you in this secret chamber and a day in advance of the Passover since I will not be with you by this time tomorrow night. I have repeatedly told you that I must return to the Father. Now has my hour come, but it was not required that one of you should betray me into the hands of my enemies.”
179:4.2 (1940.4) Όταν το άκουσαν αυτό οι δώδεκα, και αφού ήδη είχαν χάσει πολύ από τον εγωισμό τους και την αυτοπεποίθηση τους εξαιτίας της παραβολής του πλυσίματος των ποδιών και της επόμενης διάλεξης του Κυρίου, άρχισαν να κοιτούν ο ένας τον άλλο ενώ ρωτούσαν συγχυσμένοι, «Εγώ είμαι;» Και όταν ρώτησαν όλοι το ίδιο, ο Ιησούς είπε: «Ενώ ήταν απαραίτητο να πάω στον Πατέρα, δεν χρειαζόταν ένας να γίνει προδότης για να εκπληρωθεί το θέλημα του Πατέρα. Αυτό προέρχεται από την καρποφορία του καλυμμένου κακού στην καρδιά κάποιου που δεν κατάφερε να αγαπήσει την αλήθεια με όλη του την ψυχή. Πόσο παραπλανητική είναι η νοητική υπερηφάνεια που προηγείται της πνευματικής πτώσης! Φίλος μου για πολλά χρόνια, που ακόμα και τώρα τρωει από το ψωμί μου, θα θελήσει να με προδώσει με τόση προθυμία, όπως τώρα βουτά το χέρι του στο πιάτο μαζί μου.»   179:4.2 (1940.4) When the twelve heard this, having already been robbed of much of their self-assertiveness and self-confidence by the parable of the feet washing and the Master’s subsequent discourse, they began to look at one another while in disconcerted tones they hesitatingly inquired, “Is it I?” And when they had all so inquired, Jesus said: “While it is necessary that I go to the Father, it was not required that one of you should become a traitor to fulfill the Father’s will. This is the coming to fruit of the concealed evil in the heart of one who failed to love the truth with his whole soul. How deceitful is the intellectual pride that precedes the spiritual downfall! My friend of many years, who even now eats my bread, will be willing to betray me, even as he now dips his hand with me in the dish.”
179:4.3 (1940.5) Και όταν ο Ιησούς τα είπε αυτά, όλοι άρχισαν να ρωτούν πάλι, «Εγώ είμαι;» Και μόλις ο Ιούδας, που καθόταν στα αριστερά του Κυρίου, ρώτησε πάλι, «Εγώ είμαι;» ο Ιησούς, βουτώντας το ψωμί στο πιάτο με τα λαχανικά, το έδωσε στον Ιούδα, λέγοντας, «Εσύ το είπες.» Αλλά οι άλλοι δεν άκουσαν τον Ιησού να μιλά στον Ιούδα. Ο Ιωάννης που καθόταν στα δεξιά του Ιησού, έσκυψε και ρώτησε τον Κύριο: «Ποιος είναι; πρέπει να ξέρουμε ποιος είναι αυτός που φάνηκε ανάξιος εμπιστοσύνης.» Ο Ιησούς απάντησε: «Σας το έχω πει ήδη, ακόμα και σε αυτόν που έδωσα το μουσκεμένο ψωμί.» Αλλά ήταν τόσο φυσικό να δίνει ο οικοδεσπότης το μουσκεμένο ψωμί σε αυτόν που καθόταν δίπλα του στα αριστερά ώστε κανένας τους δεν το παρατήρησε, παρόλο που ο Κύριος μίλησε τόσο καθαρά. Αλλά ο Ιούδας αντιλήφθηκε πολύ ξεκάθαρα και οδυνηρά τα λόγια του Κυρίου που ήταν συνδεδεμένα με την πράξη του, που φοβόταν μήπως οι αδερφοί του κατάλαβαν ότι αυτός ήταν ο προδότης.   179:4.3 (1940.5) And when Jesus had thus spoken, they all began again to ask, “Is it I?” And as Judas, sitting on the left of his Master, again asked, “Is it I?” Jesus, dipping the bread in the dish of herbs, handed it to Judas, saying, “You have said.” But the others did not hear Jesus speak to Judas. John, who reclined on Jesus’ right hand, leaned over and asked the Master: “Who is it? We should know who it is that has proved untrue to his trust.” Jesus answered: “Already have I told you, even he to whom I gave the sop.” But it was so natural for the host to give a sop to the one who sat next to him on the left that none of them took notice of this, even though the Master had so plainly spoken. But Judas was painfully conscious of the meaning of the Master’s words associated with his act, and he became fearful lest his brethren were likewise now aware that he was the betrayer.
179:4.4 (1941.1) Ο Πέτρος είχε ανάψει πολύ με αυτά που είχαν λεχθεί, και ακουμπώντας πάνω στο τραπέζι, είπε στον Ιωάννη, «Ρώτησέ τον ποιος είναι, ή αν σου είπε, πες μου ποιος είναι ο προδότης.»   179:4.4 (1941.1) Peter was highly excited by what had been said, and leaning forward over the table, he addressed John, “Ask him who it is, or if he has told you, tell me who is the betrayer.”
179:4.5 (1941.2) Ο Ιησούς έδωσε τέλος στους ψιθύρους τους λέγοντας: «Λυπάμαι που το κακό αυτό θα γίνει και έλπιζα ακόμα και μέχρι αυτή την στιγμή ότι η δύναμη της αλήθειας θα μπορούσε να θριαμβεύσει πάνω στην παραπλάνηση του κακού, αλλά τέτοιες νίκες δεν κερδίζονται χωρίς την πίστη της ειλικρινούς αγάπης της αλήθειας. Δεν θα σας έλεγα αυτά τα πράγματα σε αυτό, το τελευταίο μας δείπνο, αλλά επιθυμώ να σας προειδοποιήσω γι αυτές τις λύπες και να σας προετοιμάσω γι αυτά που έρχονται. Σας τα είπα όλα αυτά γιατί επιθυμώ να θυμόσαστε, όταν θα έχω φύγει, ότι γνώριζα γι όλες αυτές τις δολοπλοκίες, και ότι σας είχα προειδοποιήσει για την προδοσία. Και τα κάνω όλα αυτά μόνο για να σας δώσω δύναμη μπροστά στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες που πρόκειται να αντιμετωπίσετε.»   179:4.5 (1941.2) Jesus brought their whisperings to an end by saying: “I sorrow that this evil should have come to pass and hoped even up to this hour that the power of truth might triumph over the deceptions of evil, but such victories are not won without the faith of the sincere love of truth. I would not have told you these things at this, our last supper, but I desire to warn you of these sorrows and so prepare you for what is now upon us. I have told you of this because I desire that you should recall, after I have gone, that I knew about all these evil plottings, and that I forewarned you of my betrayal. And I do all this only that you may be strengthened for the temptations and trials which are just ahead.”
179:4.6 (1941.3) Όταν ο Ιησούς είπε αυτά τα λόγια, σκύβοντας προς τον Ιούδα, είπε: «Αυτό που αποφάσισες να κάνεις, κάνε το γρήγορα.» Και όταν ο Ιούδας άκουσε αυτά τα λόγια, σηκώθηκε από το τραπέζι και έφυγε βιαστικά από το δωμάτιο, βγαίνοντας έξω στην νύχτα για να εκπληρώσει αυτό που είχε αποφασίσει. Όταν οι άλλοι απόστολοι είδαν τον Ιούδα και φεύγει βιαστικά αφού του μίλησε ο Ιησούς, νόμισαν ότι πήγε για να φροντίσει για κάτι σχετικά με το δείπνο ή να κάνει κάποιο θέλημα για τον Κύριο αφού υπέθεταν ότι ήταν ακόμα υπεύθυνος για τα οικονομικά.   179:4.6 (1941.3) When Jesus had thus spoken, leaning over toward Judas, he said: “What you have decided to do, do quickly.” And when Judas heard these words, he arose from the table and hastily left the room, going out into the night to do what he had set his mind to accomplish. When the other apostles saw Judas hasten off after Jesus had spoken to him, they thought he had gone to procure something additional for the supper or to do some other errand for the Master since they supposed he still carried the bag.
179:4.7 (1941.4) Ο Ιησούς τώρα ήξερε ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτα για να εμποδίσει τον Ιούδα να γίνει προδότης. Άρχισε με δώδεκα—τώρα είχε έντεκα. Διάλεξε έξι από αυτούς τους αποστόλους, και παρόλο που ο Ιούδας ήταν ανάμεσα σε αυτούς που όρισαν οι πρωτόκλητοι απόστολοι, ο Κύριος τον δέχτηκε και, μέχρι εκείνη την στιγμή, έκανε ότι ήταν δυνατόν για να τον εξαγνίσει και να τον σώσει, ακριβώς όπως είχε μοχθήσει για την γαλήνη και την σωτηρία και τα των άλλων.   179:4.7 (1941.4) Jesus now knew that nothing could be done to keep Judas from turning traitor. He started with twelve—now he had eleven. He chose six of these apostles, and though Judas was among those nominated by his first-chosen apostles, still the Master accepted him and had, up to this very hour, done everything possible to sanctify and save him, even as he had wrought for the peace and salvation of the others.
179:4.8 (1941.5) Αυτό το δείπνο, με τα τρυφερά και συγκινητικά του επεισόδια, ήταν η τελευταία έκκληση του Ιησού προς τον λιποτάκτη Ιούδα, αλλά ήταν μάταιο. Η προειδοποίηση, ακόμα και όταν γίνεται με τον πιο ευγενικό τρόπο και το πιο καλοπροαίρετο πνεύμα, σαν κανόνα, μόνο τονίζει το μίσος και πυροδοτεί την κακή απόφαση να εκπληρωθούν τα ιδιοτελή έργα κάποιου, όταν η αγάπη είναι πραγματικά νεκρή.   179:4.8 (1941.5) This supper, with its tender episodes and softening touches, was Jesus’ last appeal to the deserting Judas, but it was of no avail. Warning, even when administered in the most tactful manner and conveyed in the most kindly spirit, as a rule, only intensifies hatred and fires the evil determination to carry out to the full one’s own selfish projects, when love is once really dead.
5. ΚΑΘΙΕΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ ^top   5. Establishing the Remembrance Supper ^top
179:5.1 (1941.6) Όταν έφεραν στον Ιησού το τρίτο κύπελλο κρασιού, το «κύπελλο της ευλογίας,» σηκώθηκε από τον καναπέ και, παίρνοντας το κύπελλο στα χέρια του, το ευλόγησε, λέγοντας: «Λάβετε αυτό το ποτήρι, όλοι σας, και πιείτε από αυτό. Αυτό θα είναι το ποτήρι εις μνήμη μου. Αυτό είναι το κύπελλο της ευλογίας μιας νέας απονομής χάριτος και αλήθειας. Αυτό θα είναι για σας το έμβλημα της προσφοράς και της υπηρεσίας του αγίου Πνεύματος της Αληθείας. Και δεν θα ξαναπιώ αυτό το ποτήρι μαζί σας μέχρι να το πιούμε μαζί σε νέα μορφή στην αιώνια βασιλεία του Πατρός.»   179:5.1 (1941.6) As they brought Jesus the third cup of wine, the “cup of blessing,” he arose from the couch and, taking the cup in his hands, blessed it, saying: “Take this cup, all of you, and drink of it. This shall be the cup of my remembrance. This is the cup of the blessing of a new dispensation of grace and truth. This shall be to you the emblem of the bestowal and ministry of the divine Spirit of Truth. And I will not again drink this cup with you until I drink in new form with you in the Father’s eternal kingdom.”
179:5.2 (1942.1) Οι απόστολοι αισθάνθηκαν ότι κάτι ασυνήθιστο τους διαπερνούσε όσο έπιναν από αυτό το ποτήρι της ευλογίας με βαθύ σεβασμό και απόλυτη σιγή. Το παλαιό Πάσχα μνημόνευε την απαλλαγή των πατέρων τους από την φυλετική δουλεία ενός ολόκληρου κράτους και την κατοχύρωση της ατομικής τους ελευθερίας¨ τώρα ο Κύριος ίδρυε ένα νέο αναμνηστικό δείπνο σαν σύμβολο μιας νέας απονομής όπου το υποδουλωμένο άτομο αναδύεται από την σκλαβιά της τυπολατρίας και της ιδιοτέλειας στην πνευματική χαρά της αδερφοσύνης και της συντροφικότητας μιας απελευθερωμένων υιών της πίστης του ζώντος Θεού.   179:5.2 (1942.1) The apostles all sensed that something out of the ordinary was transpiring as they drank of this cup of blessing in profound reverence and perfect silence. The old Passover commemorated the emergence of their fathers from a state of racial slavery into individual freedom; now the Master was instituting a new remembrance supper as a symbol of the new dispensation wherein the enslaved individual emerges from the bondage of ceremonialism and selfishness into the spiritual joy of the brotherhood and fellowship of the liberated faith sons of the living God.
179:5.3 (1942.2) Όταν τελείωσαν αυτό το νέο αναμνηστικό ποτήρι, ο Κύριος πήρε τον άρτο και, αφού ευχαρίστησε, το έκοψε κομμάτια και, το έδωσε να το μοιραστούν, και είπε: «Λάβετε αυτόν τον αναμνηστικό άρτο και φάγετε αυτόν. Σας έχω πει ότι είμαι ο άρτος της ζωής. Και αυτός ο άρτος της ζωής είναι η ενωμένη ζωή του Πατρός και του Υιού σε ένα κληροδότημα. Ο λόγος του Πατρός, όπως αποκαλύφθηκε στον Υιό, είναι πραγματικά ο άρτος της ζωής.» Όταν συμμετείχαν στον άρτο τον αναμνηστικό, το σύμβολο του ζώντος λόγου της αληθείας που ενσαρκώθηκε με την μορφή θνητής σάρκας, όλοι κάθισαν.   179:5.3 (1942.2) When they had finished drinking this new cup of remembrance, the Master took up the bread and, after giving thanks, broke it in pieces and, directing them to pass it around, said: “Take this bread of remembrance and eat it. I have told you that I am the bread of life. And this bread of life is the united life of the Father and the Son in one gift. The word of the Father, as revealed in the Son, is indeed the bread of life.” When they had partaken of the bread of remembrance, the symbol of the living word of truth incarnated in the likeness of mortal flesh, they all sat down.
179:5.4 (1942.3) Καθιερώνοντας αυτό το αναμνηστικό δείπνο, ο Κύριος, όπως ήταν πάντα η συνήθειά του, προσέφυγε σε παραβολές και σύμβολα. Χρησιμοποίησε σύμβολα επειδή ήθελε να διδάξει κάποιες σπουδαίες πνευματικές αλήθειες με τέτοιο τρόπο που να δυσκολέψει τους διαδόχους του να προσαρτήσουν ακριβείς ερμηνείες και απόλυτες σημασίες στα λόγια του. Με αυτό τον τρόπο προσπάθησε να εμποδίσει τις επόμενες γενιές να κρυσταλλώσουν την διδασκαλία του και να δεσμεύσουν τις πνευματικές έννοιές της με νεκρές σειρές παραδόσεων και δογματισμών. Με την καθιέρωση της μόνης ιερής τελετής σε όλη του την ιερή αποστολή, ο Ιησούς προσπάθησε πολύ να προτείνει τις σημασίες του παρά να δεσμευτεί σε ακριβείς ερμηνείες. Δεν ήθελε να καταστρέψει την ατομική αντίληψη της θείας «κοινωνίας» εδραιώνοντας μια ακριβή μορφή¨ ούτε επιθυμούσε να περιορίσει την πνευματική φαντασία των πιστών δένοντάς τη με τυπολατρικές συνήθειες. Προσπάθησε όμως να δώσει στην αναγεννημένη ψυχή του ανθρώπου ελευθερία να πετάξει με χαρμόσυνα φτερά σε μια νέα και ζώσα πνευματική ελευθερία.   179:5.4 (1942.3) In instituting this remembrance supper, the Master, as was always his habit, resorted to parables and symbols. He employed symbols because he wanted to teach certain great spiritual truths in such a manner as to make it difficult for his successors to attach precise interpretations and definite meanings to his words. In this way he sought to prevent successive generations from crystallizing his teaching and binding down his spiritual meanings by the dead chains of tradition and dogma. In the establishment of the only ceremony or sacrament associated with his whole life mission, Jesus took great pains to suggest his meanings rather than to commit himself to precise definitions. He did not wish to destroy the individual’s concept of divine communion by establishing a precise form; neither did he desire to limit the believer’s spiritual imagination by formally cramping it. He rather sought to set man’s reborn soul free upon the joyous wings of a new and living spiritual liberty.
179:5.5 (1942.4) Παρά την προσπάθεια του Κυρίου να καθιερώσει ένα νέο μυστήριο αναμνηστικό, οι διάδοχοί του στους επόμενους αιώνες φρόντισαν αυτή η εκφρασμένη επιθυμία του Κυρίου να καταπνιγεί αποτελεσματικά, και υποβάθμισαν αυτόν τον πνευματικό συμβολισμό εκείνης της τελευταίας του νύχτας στην σάρκα σε τυπικές ερμηνείες και τον υπέβαλαν στην σχεδόν μαθηματική ακρίβεια μιας καθορισμένης φόρμουλας. Από όλες τις διδασκαλίες του Ιησού καμία δεν έγινε τόσο τυποποιημένη σε παράδοση, όσο αυτή.   179:5.5 (1942.4) Notwithstanding the Master’s effort thus to establish this new sacrament of the remembrance, those who followed after him in the intervening centuries saw to it that his express desire was effectively thwarted in that his simple spiritual symbolism of that last night in the flesh has been reduced to precise interpretations and subjected to the almost mathematical precision of a set formula. Of all Jesus’ teachings none have become more tradition-standardized.
179:5.6 (1942.5) Αυτό το αναμνηστικό δείπνο, όταν γίνεται από εκείνους που πιστεύουν στον Υιό και γνωρίζουν τον Θεό, δεν χρειάζεται να περιλαμβάνει στον συμβολισμό του καμία από τις παιδαριώδεις ανθρώπινες παρερμηνείες για την θεία παρουσία, γιατί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο Κύριος είναι στα αλήθεια παρών. Το αναμνηστικό δείπνο είναι το συμβολικό ραντεβού του κάθε πιστού με τον Μιχαήλ. Όταν γίνεις λοιπόν πνευματικά συνειδητοποιημένος, ο Υιός είναι πραγματικά παρών, και το πνεύμα του αδελφοποιείται με το εσωτερικά διαμένων τεμάχιο του Πατρός του.   179:5.6 (1942.5) This supper of remembrance, when it is partaken of by those who are Son-believing and God-knowing, does not need to have associated with its symbolism any of man’s puerile misinterpretations regarding the meaning of the divine presence, for upon all such occasions the Master is really present. The remembrance supper is the believer’s symbolic rendezvous with Michael. When you become thus spirit-conscious, the Son is actually present, and his spirit fraternizes with the indwelling fragment of his Father.
179:5.7 (1942.6) Αφού διαλογίστηκαν για λίγα λεπτά, ο Ιησούς συνέχισε να μιλά: «Όταν κάνετε αυτά τα πράγματα, να θυμάστε την ζωή που έζησε στην γη ανάμεσά σας και να χαίρεστε που θα συνεχίσω να ζω στην γη μαζί σας και να υπηρετώ μέσα από εσάς. Σαν άτομα να μην μαλώνετε για το ποιος είναι σπουδαιότερος, να είστε σαν αδέρφια. Και όταν η βασιλεία μεγαλώσει και περιλάβει μεγάλες ομάδες πιστών, έτσι και τότε να αποφεύγετε να αγωνίζεστε για μεγαλεία ή να επιδιώκετε τιμές σε εύνοιες μέσα σε αυτές τις ομάδες.»   179:5.7 (1942.6) After they had engaged in meditation for a few moments, Jesus continued speaking: “When you do these things, recall the life I have lived on earth among you and rejoice that I am to continue to live on earth with you and to serve through you. As individuals, contend not among yourselves as to who shall be greatest. Be you all as brethren. And when the kingdom grows to embrace large groups of believers, likewise should you refrain from contending for greatness or seeking preferment between such groups.”
179:5.8 (1943.1) Και αυτό το βαρυσήμαντο γεγονός έλαβε χώρα στην αίθουσα του πάνω ορόφου στο σπίτι ενός φίλου. Δεν υπήρχε τίποτα ιερό ή τελετουργικό ούτε στο δείπνο ούτε στο κτίριο. Το αναμνηστικό δείπνο καθιερώθηκε χωρίς εκκλησιαστική επικύρωση.   179:5.8 (1943.1) And this mighty occasion took place in the upper chamber of a friend. There was nothing of sacred form or of ceremonial consecration about either the supper or the building. The remembrance supper was established without ecclesiastical sanction.
179:5.9 (1943.2) Όταν ο Ιησούς καθιέρωσε κατ αυτόν τον τρόπο το αναμνηστικό δείπνο, είπε στους αποστόλους του: «Και όποτε το κάνετε αυτό να το κάνετε στην μνήμη μου. Και όταν με θυμάστε, πρώτα να ρίχνετε μια ματιά στην ζωή μου στην σάρκα, να θυμόσαστε ότι ήμουν ένας από εσάς, και έπειτα, με την πίστη σας, να διακρίνετε ότι όλοι κάποια στιγμή θα δειπνήσετε μαζί μου στην αιώνια βασιλεία του Πατρός. Αυτό είναι το νέο Πάσχα που σας αφήνω, ακόμα και την ανάμνηση της ζωής προσφοράς μου, τον λόγο της αιώνιας αλήθειας¨ και την ανάμνηση της αγάπης μου για σας, την διάχυση του Πνεύματος της Αληθείας σε όλη την σάρκα.»   179:5.9 (1943.2) When Jesus had thus established the supper of the remembrance, he said to the eleven: “And as often as you do this, do it in remembrance of me. And when you do remember me, first look back upon my life in the flesh, recall that I was once with you, and then, by faith, discern that you shall all sometime sup with me in the Father’s eternal kingdom. This is the new Passover which I leave with you, even the memory of my bestowal life, the word of eternal truth; and of my love for you, the outpouring of my Spirit of Truth upon all flesh.”
179:5.10 (1943.3) Και έληξαν αυτή την εορτή του παλαιού αλλά άψυχου Πάσχα εγκαινιάζοντας αυτό το νέο δείπνο ανάμνησης, τραγουδώντας, όλοι μαζί, τον εκατοστό δέκατο όγδοο Ψαλμό.   179:5.10 (1943.3) And they ended this celebration of the old but bloodless Passover in connection with the inauguration of the new supper of the remembrance, by singing, all together, the one hundred and eighteenth Psalm.