Εγγραφο 186 |
|
Paper 186 |
ΑΜΕΣΩΣ ΠΡΙΝ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ |
|
Just Before the Crucifixion |
186:0.1 (1997.1) Καθώς ο Ιησούς και οι κατήγοροί του ξεκίνησαν για να επισκεφθούν τον Ηρώδη, ο Κύριος γύρισε στον απόστολο Ιωάννη και είπε: «Ιωάννη, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε πια για μένα. Πήγαινε στη μητέρα μου και φέρτην να με δει προτού πεθάνω». Όταν ο Ιωάννης άκουσε την παράκληση του Κυρίου του, αν και απρόθυμος να τον αφήσει μόνο ανάμεσα στους εχθρούς του, έσπευσε στη Βηθανία, όπου όλη η οικογένεια του Ιησού είχε συγκεντρωθεί περιμένοντας, στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας, τις αδελφές του Λαζάρου τον οποίο ο Ιησούς είχε αναστήσει από τους νεκρούς. |
|
186:0.1 (1997.1) AS JESUS and his accusers started off to see Herod, the Master turned to the Apostle John and said: “John, you can do no more for me. Go to my mother and bring her to see me ere I die.” When John heard his Master’s request, although reluctant to leave him alone among his enemies, he hastened off to Bethany, where the entire family of Jesus was assembled in waiting at the home of Martha and Mary, the sisters of Lazarus whom Jesus raised from the dead. |
186:0.2 (1997.2) Αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του πρωινού, αγγελιαφόροι είχαν φέρει νέα στη Μάρθα και τη Μαρία σχετικά με την πορεία της δίκης του Ιησού. Αλλά η οικογένεια του Ιησού δεν έφτασε στη Βηθανία παρά λίγα μόλις λεπτά πριν την άφιξη του Ιωάννη που μετέφερε την παράκληση του Ιησού να δει τη μητέρα του πριν τον θανατώσουν. Όταν ο Ιωάννης Ζεβεδαίος τους ανέφερε όλα όσα είχαν συμβεί μέχρι τη νυχτερινή σύλληψη του Ιησού, η Μαρία η μητέρα του πήγε αμέσως με τη συνοδεία του Ιωάννη για να δει το μεγαλύτερο γιο της. Την ώρα που η Μαρία και ο Ιωάννης πλησίαζαν στην πόλη, ο Ιησούς, συνοδευόμενος από τους Ρωμαίους στρατιώτες που θα τον σταύρωναν, είχε ήδη φτάσει στο Γολγοθά. |
|
186:0.2 (1997.2) Several times during the morning, messengers had brought news to Martha and Mary concerning the progress of Jesus’ trial. But the family of Jesus did not reach Bethany until just a few minutes before John arrived bearing the request of Jesus to see his mother before he was put to death. After John Zebedee had told them all that had happened since the midnight arrest of Jesus, Mary his mother went at once in the company of John to see her eldest son. By the time Mary and John reached the city, Jesus, accompanied by the Roman soldiers who were to crucify him, had already arrived at Golgotha. |
186:0.3 (1997.3) Όταν η Μαρία η μητέρα του Ιησού ξεκίνησε με τον Ιωάννη να πάει στο γιο της, η αδελφή του Ρουθ αρνήθηκε να μείνει πίσω με την υπόλοιπη οικογένεια. Αφού λοιπόν ήταν αποφασισμένη να ακολουθήσει τη μητέρα της, ο αδελφός της Ιούδας πήγε μαζί της. Η υπόλοιπη οικογένεια του Κυρίου παρέμεινε στη Βηθανία κάτω από τις οδηγίες του Ιακώβου, και σχεδόν κάθε ώρα οι αγγελιαφόροι του Δαυίδ Ζεβεδαίου τους έφερναν ειδήσεις σχετικά με την πορεία εκείνης της φριχτής υπόθεσης, της θανάτωσης του μεγαλύτερου αδελφού τους, Ιησού από τη Ναζαρέτ. |
|
186:0.3 (1997.3) When Mary the mother of Jesus started out with John to go to her son, his sister Ruth refused to remain behind with the rest of the family. Since she was determined to accompany her mother, her brother Jude went with her. The rest of the Master’s family remained in Bethany under the direction of James, and almost every hour the messengers of David Zebedee brought them reports concerning the progress of that terrible business of putting to death their eldest brother, Jesus of Nazareth. |
1. ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ ΤΟΥ ΙΣΚΑΡΙΩΤΗ ^top |
|
1. The End of Judas Iscariot ^top |
186:1.1 (1997.4) Ήταν περίπου οκτώ και μισή το πρωί της Παρασκευής αυτής, όταν η ακρόαση του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου είχε τελειώσει και ο Κύριος τέθηκε στη φρούρηση των Ρωμαίων στρατιωτών που θα τον σταύρωναν. Μόλις οι Ρωμαίοι πήραν τον Ιησού, ο αρχηγός των Ιουδαίων φρουρών γύρισε με τους άνδρες του πίσω στο αρχηγείο τους στο ναό. Ο αρχιερέας και οι συνεργάτες του μέλη του Σανχεντρίν ακολούθησαν από κοντά τους φρουρούς, πηγαίνοντας κατευθείαν στο συνηθισμένο τόπο συνεδριάσεών τους, στην αίθουσα από πελεκητή πέτρα στο ναό. Εδώ βρήκαν πολλά άλλα μέλη του Σανχεντρίν που περίμεναν να μάθουν τι είχε γίνει με τον Ιησού. Καθώς ο Καϊάφας ήταν απασχολημένος με το να κάνει την αναφορά του στο Σανχεντρίν σχετικά με τη δίκη και την καταδίκη του Ιησού, εμφανίστηκε ο Ιούδας μπροστά τους για να απαιτήσει την ανταμοιβή του για το ρόλο που έπαιξε στη σύλληψη και καταδίκη σε θάνατο του Κυρίου του. |
|
186:1.1 (1997.4) It was about half past eight o’clock this Friday morning when the hearing of Jesus before Pilate was ended and the Master was placed in the custody of the Roman soldiers who were to crucify him. As soon as the Romans took possession of Jesus, the captain of the Jewish guards marched with his men back to their temple headquarters. The chief priest and his Sanhedrist associates followed close behind the guards, going directly to their usual meeting place in the hall of hewn stone in the temple. Here they found many other members of the Sanhedrin waiting to learn what had been done with Jesus. As Caiaphas was engaged in making his report to the Sanhedrin regarding the trial and condemnation of Jesus, Judas appeared before them to claim his reward for the part he had played in his Master’s arrest and sentence of death. |
186:1.2 (1997.5) Όλοι αυτοί οι Ιουδαίοι απεχθάνονταν τον Ιούδα. Αντιμετώπιζαν τον προδότη με μόνα αισθήματα πλήρους περιφρόνησης. Σε όλη τη διάρκεια της δίκης του Ιησού ενώπιον του Καϊάφα και κατά την παρουσία του ενώπιον του Πιλάτου, ο Ιούδας σουβλιζόταν από τη συνείδησή του για την προδοτική συμπεριφορά του. Και είχε αρχίσει να βγαίνει κάπως από την πλάνη του σχετικά με την ανταμοιβή που επρόκειτο να λάβει σαν πληρωμή για τις υπηρεσίες του ως προδότη του Ιησού. Δεν του άρεσε η ψυχρότητα και η ακαταδεξία των Ιουδαϊκών αρχών. Ωστόσο περίμενε να ανταμειφθεί απλόχερα για τη δειλή συμπεριφορά του. Είχε προεξοφλήσει ότι θα τον καλούσαν ενώπιον της πλήρους σύνθεσης του Σανχεντρίν και εκεί θα άκουγε να εκθειάζουν το άτομό του, ενώ θα του απένειμαν αρμόζουσες τιμές σαν ένδειξη της μεγάλης υπηρεσίας, με την οποία κολάκευε τον εαυτό του, ότι είχε προσφέρει στο έθνος του. Φαντασθείτε λοιπόν, τη μεγάλη έκπληξη τού εγωπαθούς προδότη όταν ένας υπηρέτης του αρχιερέα, κτυπώντας τον ελαφρά στον ώμο, τον κάλεσε έξω ακριβώς από την αίθουσα και είπε: «Ιούδα, μου ανάθεσαν να σε πληρώσω για την προδοσία του Ιησού. Εδώ είναι η αμοιβή σου». Και μιλώντας έτσι, ο υπηρέτης του Καϊάφα παρέδωσε στα χέρια του Ιούδα ένα σάκο που περιείχε τριάντα ασημένια νομίσματα – την τρέχουσα τιμή ενός καλού, υγιούς δούλου. |
|
186:1.2 (1997.5) All of these Jews loathed Judas; they looked upon the betrayer with only feelings of utter contempt. Throughout the trial of Jesus before Caiaphas and during his appearance before Pilate, Judas was pricked in his conscience about his traitorous conduct. And he was also beginning to become somewhat disillusioned regarding the reward he was to receive as payment for his services as Jesus’ betrayer. He did not like the coolness and aloofness of the Jewish authorities; nevertheless, he expected to be liberally rewarded for his cowardly conduct. He anticipated being called before the full meeting of the Sanhedrin and there hearing himself eulogized while they conferred upon him suitable honors in token of the great service which he flattered himself he had rendered his nation. Imagine, therefore, the great surprise of this egotistic traitor when a servant of the high priest, tapping him on the shoulder, called him just outside the hall and said: “Judas, I have been appointed to pay you for the betrayal of Jesus. Here is your reward.” And thus speaking, the servant of Caiaphas handed Judas a bag containing thirty pieces of silver—the current price of a good, healthy slave. |
186:1.3 (1998.1) Ο Ιούδας ξαφνιάστηκε, αποστομωμένος. Όρμηξε να μπει στην αίθουσα αλλά εμποδίστηκε από το θυρωρό. Ήθελε να απευθυνθεί στο Σανχεντρίν, αλλά δεν του επέτρεψαν την είσοδο. Ο Ιούδας δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι αρχηγοί των Ιουδαίων δέχτηκαν να προδώσει τους φίλους του και τον Κύριό του και μετά να του προσφέρουν σαν αμοιβή τριάντα ασημένια νομίσματα. Εξευτελίστηκε, βγήκε από την πλάνη του και καταρρακώθηκε πέρα ως πέρα. Απομακρύνθηκε περπατώντας από το ναό, σαν να ήταν σε ύπνωση. Αυτόματα πέταξε το σάκο με τα χρήματα στη βαθιά τσέπη του, εκείνη την ίδια τσέπη που μέσα της μετέφερε για τόσο πολύ καιρό το σάκο που περιείχε τα αποστολικά έσοδα. Και περιπλανιόταν μέσα στην πόλη πίσω από τα πλήθη που πήγαιναν να παραστούν στις σταυρώσεις. |
|
186:1.3 (1998.1) Judas was stunned, dumfounded. He rushed back to enter the hall but was debarred by the doorkeeper. He wanted to appeal to the Sanhedrin, but they would not admit him. Judas could not believe that these rulers of the Jews would allow him to betray his friends and his Master and then offer him as a reward thirty pieces of silver. He was humiliated, disillusioned, and utterly crushed. He walked away from the temple, as it were, in a trance. He automatically dropped the money bag in his deep pocket, that same pocket wherein he had so long carried the bag containing the apostolic funds. And he wandered out through the city after the crowds who were on their way to witness the crucifixions. |
186:1.4 (1998.2) Από απόσταση ο Ιούδας τους είδε να υψώνουν το σταυρό με τον Ιησού καρφωμένο επάνω του, και με αυτό το θέαμα ξεχύθηκε πίσω στο ναό και, σπρώχνοντας με δύναμη το θυρωρό, βρέθηκε να στέκεται μπροστά από το Σανχεντρίν, που συνεδρίαζε ακόμα. Ο προδότης ήταν σχεδόν ξέπνοος και σε μεγάλο βαθμό αλλόφρων, αλλά κατάφερε να τραυλίσει αυτά τα λόγια: «Αμάρτησα γιατί πρόδωσα αθώο αίμα. Με προσβάλατε. Μου προσφέρατε σαν ανταμοιβή για την υπηρεσία μου χρήματα – την αξία ενός δούλου. Μετάνιωσα που έκανα αυτό το πράγμα, να τα χρήματά σας. Θέλω να αποφύγω την ενοχή από αυτή την πράξη». |
|
186:1.4 (1998.2) From a distance Judas saw them raise the cross piece with Jesus nailed thereon, and upon sight of this he rushed back to the temple and, forcing his way past the doorkeeper, found himself standing in the presence of the Sanhedrin, which was still in session. The betrayer was well-nigh breathless and highly distraught, but he managed to stammer out these words: “I have sinned in that I have betrayed innocent blood. You have insulted me. You have offered me as a reward for my service, money—the price of a slave. I repent that I have done this; here is your money. I want to escape the guilt of this deed.” |
186:1.5 (1998.3) Όταν οι αρχηγοί των Ιουδαίων άκουσαν τον Ιούδα, τον χλεύασαν. Ένας από αυτούς που καθόταν κοντά εκεί που στεκόταν ο Ιούδας, έκανε νόημα ότι έπρεπε να βγει από την αίθουσα και είπε: «Ο Κύριός σου έχει ήδη θανατωθεί από τους Ρωμαίους, και όσο για την ενοχή σου, τι σχέση έχει με μας; Εσύ ευθύνεσαι γι αυτή – και φύγε!». |
|
186:1.5 (1998.3) When the rulers of the Jews heard Judas, they scoffed at him. One of them sitting near where Judas stood, motioned that he should leave the hall and said: “Your Master has already been put to death by the Romans, and as for your guilt, what is that to us? See you to that—and begone!” |
186:1.6 (1998.4) Καθώς ο Ιούδας βγήκε από την αίθουσα του Σανχεντρίν, έβγαλε τα τριάντα αργύρια από το σάκο και τα σκόρπισε στο πάτωμα του ναού. Όταν ο προδότης άφησε το ναό, ήταν σχεδόν εκτός εαυτού. Ο Ιούδας πέρναγε τώρα από την εμπειρία της συνειδητοποίησης της αληθινής φύσης της αμαρτίας. Όλη η αίγλη, η γοητεία και η μέθη του ανομήματος είχε εξαφανιστεί. Τώρα ο αμαρτωλός βρισκόταν μόνος πρόσωπο με πρόσωπο με την ετυμηγορία της γεμάτης αυταπάτη και απογοήτευση ψυχής του. Η αμαρτία ήταν μαγευτική και τυχοδιωκτική όταν τη διέπραττε, αλλά τώρα πρέπει να αντιμετωπίσει το θερισμό από τα γυμνά και πεζά γεγονότα. |
|
186:1.6 (1998.4) As Judas left the Sanhedrin chamber, he removed the thirty pieces of silver from the bag and threw them broadcast over the temple floor. When the betrayer left the temple, he was almost beside himself. Judas was now passing through the experience of the realization of the true nature of sin. All the glamor, fascination, and intoxication of wrongdoing had vanished. Now the evildoer stood alone and face to face with the judgment verdict of his disillusioned and disappointed soul. Sin was bewitching and adventurous in the committing, but now must the harvest of the naked and unromantic facts be faced. |
186:1.7 (1998.5) Αυτός ο αλλοτινός πρεσβευτής της βασιλείας του ουρανού στη γη βάδιζε τώρα μέσα στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, εγκαταλειμμένος και μόνος. Η απόγνωσή του ήταν απελπιστική και σχεδόν απόλυτη. Περιπλανώμενος μέσα στην πόλη και στη συνέχεια έξω από τα τείχη, έφτασε μέχρι τη φοβερή ερημιά της κοιλάδας Εννώμ, όπου σκαρφάλωσε στους απόκρημνους βράχους και, παίρνοντας τη ζώνη τού μανδύα του, στερέωσε τη μια άκρη σ’ ένα μικρό δέντρο, έδεσε την άλλη γύρω από το λαιμό του και ρίχτηκε πάνω από το γκρεμό. Πριν πεθάνει, ο κόμπος που είχε δέσει το τρεμάμενο του χέρι του λύθηκε και το σώμα τού προδότη εκσφενδονίστηκε σε κομμάτια, καθώς έπεφτε πάνω στα σουβλερά βράχια από κάτω. |
|
186:1.7 (1998.5) This onetime ambassador of the kingdom of heaven on earth now walked through the streets of Jerusalem, forsaken and alone. His despair was desperate and well-nigh absolute. On he journeyed through the city and outside the walls, on down into the terrible solitude of the valley of Hinnom, where he climbed up the steep rocks and, taking the girdle of his cloak, fastened one end to a small tree, tied the other about his neck, and cast himself over the precipice. Ere he was dead, the knot which his nervous hands had tied gave way, and the betrayer’s body was dashed to pieces as it fell on the jagged rocks below. |
2. Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ^top |
|
2. The Master’s Attitude ^top |
186:2.1 (1999.1) Όταν ο Ιησούς συνελήφθη, ήξερε ότι το έργο του στη γη, σαν άνθρωπος, είχε τελειώσει. Κατάλαβε πλήρως το είδος του θανάτου που θα είχε, και λίγο τον απασχολούσαν οι λεπτομέρειες τις υποτιθέμενης δίκης του. |
|
186:2.1 (1999.1) When Jesus was arrested, he knew that his work on earth, in the likeness of mortal flesh, was finished. He fully understood the sort of death he would die, and he was little concerned with the details of his so-called trials. |
186:2.2 (1999.2) Μπροστά στο δικαστήριο των Σανχεντρίν ο Ιησούς αρνήθηκε να δώσει απαντήσεις στην κατάθεση των ψευδομαρτύρων. Υπήρχε μία μόνο ερώτηση που πάντα θα αποσπούσε την απάντησή του, είτε είχε γίνει από φίλο είτε από εχθρό, και ήταν εκείνη που αφορούσε τη φύση και τη θεϊκότητα της αποστολής του στη γη. Όταν ρωτήθηκε αν ήταν ο Γιος του Θεού, απάντησε με σιγουριά. Αρνήθηκε ακλόνητα να μιλήσει όταν βρέθηκε μπροστά στον περίεργο και διεστραμμένο Ηρώδη. Μπροστά στον Πιλάτο μίλησε μόνο όταν πίστευε ότι ο Πιλάτος ή κάποιο άλλο ειλικρινές πρόσωπο θα βοηθιόταν να γνωρίσει καλύτερα την αλήθεια από αυτά που έλεγε. Ο Ιησούς είχε διδάξει τους αποστόλους του πόσο ανώφελο ήταν να πετούν τα μαργαριτάρια τους στους χοίρους, και τώρα τολμούσε να βάλει σε πράξη όσα είχε διδάξει. Η συμπεριφορά του την ώρα αυτή έδινε το παράδειγμα της υπομονετικής υποταγής της ανθρώπινης φύσης που ήταν ενωμένη με τη μεγαλειώδη σιωπή και τη σοβαρή αξιοπρέπεια της θεϊκής φύσης. Ήταν εντελώς πρόθυμος να συζητήσει με τον Πιλάτο κάθε ερώτημα σχετικό με τις πολιτικές κατηγορίες που επέρριπταν εναντίον του, – κάθε ερώτημα που παραδεχόταν ότι ανήκε στη δικαιοδοσία του κυβερνήτη. |
|
186:2.2 (1999.2) Before the Sanhedrist court Jesus declined to make replies to the testimony of perjured witnesses. There was but one question which would always elicit an answer, whether asked by friend or foe, and that was the one concerning the nature and divinity of his mission on earth. When asked if he were the Son of God, he unfailingly made reply. He steadfastly refused to speak when in the presence of the curious and wicked Herod. Before Pilate he spoke only when he thought that Pilate or some other sincere person might be helped to a better knowledge of the truth by what he said. Jesus had taught his apostles the uselessness of casting their pearls before swine, and he now dared to practice what he had taught. His conduct at this time exemplified the patient submission of the human nature coupled with the majestic silence and solemn dignity of the divine nature. He was altogether willing to discuss with Pilate any question related to the political charges brought against him—any question which he recognized as belonging to the governor’s jurisdiction. |
186:2.3 (1999.3) Ο Ιησούς είχε πεισθεί ότι ήταν το θέλημα του Πατέρα να υποστεί τη φυσική και κανονική πορεία των ανθρώπινων γεγονότων, όπως ακριβώς οφείλει και κάθε άλλη θνητή ύπαρξη, και επομένως αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει ακόμα και τις καθαρά ανθρώπινες δυνάμεις του, την πειστική ευγλωττία του, για να επηρεάσει το αποτέλεσμα των ραδιουργιών των κοινωνικά κοντόφθαλμων και πνευματικά τυφλών συνανθρώπων του. Αν και ο Ιησούς έζησε και πέθανε στην Ουράντια, όλη η ανθρώπινη σταδιοδρομία του, από την αρχή μέχρι το τέλος, ήταν ένα θέαμα σχεδιασμένο να επηρεάσει και να διδάξει όλο το σύμπαν της δημιουργίας του που φρόντιζε ακατάπαυστα. |
|
186:2.3 (1999.3) Jesus was convinced that it was the will of the Father that he submit himself to the natural and ordinary course of human events just as every other mortal creature must, and therefore he refused to employ even his purely human powers of persuasive eloquence to influence the outcome of the machinations of his socially nearsighted and spiritually blinded fellow mortals. Although Jesus lived and died on Urantia, his whole human career, from first to last, was a spectacle designed to influence and instruct the entire universe of his creation and unceasing upholding. |
186:2.4 (1999.4) Αυτοί οι κοντόφθαλμοι Ιουδαίοι φωνασκούσαν με απρέπεια για το θάνατο του Κυρίου, ενόσω στεκόταν εκεί, σε φοβερή σιωπή, παρατηρώντας τη θανατική σκηνή ενός έθνους – το λαό του γήινου πατέρα του. |
|
186:2.4 (1999.4) These shortsighted Jews clamored unseemlily for the Master’s death while he stood there in awful silence looking upon the death scene of a nation—his earthly father’s own people. |
186:2.5 (1999.5) Ο Ιησούς κατείχε εκείνο τον τύπο ανθρώπινου χαρακτήρα, ο οποίος μπορούσε να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία του και να επιβεβαιώσει την αξιοπρέπειά του μπροστά σε μια συνεχόμενη και δωρεάν διδόμενη προσβολή. Δεν μπορούσε να τρομοκρατηθεί. Όταν για πρώτη φορά τον προσέβαλε ο υπηρέτης του Άννα, είχε προτείνει μόνο ότι ήταν σωστό να καλέσει μάρτυρες που θα κατέθεταν δεόντως εναντίον του. |
|
186:2.5 (1999.5) Jesus had acquired that type of human character which could preserve its composure and assert its dignity in the face of continued and gratuitous insult. He could not be intimidated. When first assaulted by the servant of Annas, he had only suggested the propriety of calling witnesses who might duly testify against him. |
186:2.6 (1999.6) Από την αρχή μέχρι το τέλος, της υποτιθέμενης δίκης του μπροστά στον Πιλάτο, οι ουράνιοι θεατές δεν μπόρεσαν να αποφύγουν και να μη γνωστοποιήσουν στο σύμπαν την απεικόνιση της σκηνής του «Πιλάτου σε δίκη ενώπιον του Ιησού». |
|
186:2.6 (1999.6) From first to last, in his so-called trial before Pilate, the onlooking celestial hosts could not refrain from broadcasting to the universe the depiction of the scene of “Pilate on trial before Jesus.” |
186:2.7 (1999.7) Όταν ήταν ενώπιον του Καϊάφα, και όταν όλες οι ψεύτικες καταθέσεις είχαν καταρρεύσει, ο Ιησούς δεν δίστασε να απαντήσει στην ερώτηση του αρχιερέα, παρέχοντας έτσι με τη δική του κατάθεση εκείνο που επιθυμούσαν σαν βάση για να τον καταδικάσουν για βλασφημία. |
|
186:2.7 (1999.7) When before Caiaphas, and when all the perjured testimony had broken down, Jesus did not hesitate to answer the question of the chief priest, thereby providing in his own testimony that which they desired as a basis for convicting him of blasphemy. |
186:2.8 (1999.8) Ο Κύριος δεν επέδειξε το ελάχιστο ενδιαφέρον για τις καλοπροαίρετες αλλά χλιαρές προσπάθειες του Πιλάτου να επιτύχει την ελευθέρωσή του. Λυπόταν πραγματικά τον Πιλάτο και προσπάθησε ειλικρινά να φωτίσει το σκοτεινιασμένο νου του. Έμεινε ολοκληρωτικά απαθής σε όλες τις εκκλήσεις του Ρωμαίου κυβερνήτη προς τους Ιουδαίους να αποσύρουν τις εγκληματικές κατηγορίες τους εναντίον του. Καθ’ όλη τη διάρκεια της θλιβερής δοκιμασίας συμπεριφέρθηκε με απλή αξιοπρέπεια και διακριτική μεγαλοπρέπεια. Δεν μπορούσε λοιπόν παρά να δημιουργήσει σκέψεις ανειλικρίνειας στους επίδοξους δολοφόνους του, όταν ρώτησαν αν ήταν «βασιλιάς των Ιουδαίων». Με λίγο τροποποιημένη την ερμηνεία αποδέχτηκε το χαρακτηρισμό, γνωρίζοντας ότι, αν και είχαν επιλέξει να τον απορρίψουν, ήταν ο τελευταίος που μπορούσε να τους παράσχει αληθινή εθνική αρχηγία, ακόμα και με την πνευματική έννοια. |
|
186:2.8 (1999.8) The Master never displayed the least interest in Pilate’s well-meant but halfhearted efforts to effect his release. He really pitied Pilate and sincerely endeavored to enlighten his darkened mind. He was wholly passive to all the Roman governor’s appeals to the Jews to withdraw their criminal charges against him. Throughout the whole sorrowful ordeal he bore himself with simple dignity and unostentatious majesty. He would not so much as cast reflections of insincerity upon his would-be murderers when they asked if he were “king of the Jews.” With but little qualifying explanation he accepted the designation, knowing that, while they had chosen to reject him, he would be the last to afford them real national leadership, even in a spiritual sense. |
186:2.9 (2000.1) Ο Ιησούς μίλησε λίγο κατά τη διάρκεια αυτών των δικών, αλλά είπε αρκετά για να δείξει σε όλους τους θνητούς το είδος του χαρακτήρα που ο άνθρωπος μπορεί να τελειοποιήσει σε συνεργασία με το Θεό και να αποκαλύψει σε όλο το σύμπαν τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός μπορεί να εκδηλωθεί στη ζωή της ύπαρξης όταν μια τέτοια ύπαρξη επιλέγει αληθινά να πράττει το θέλημα του Πατέρα, και έτσι να γίνει ενεργό παιδί του ζωντανού Θεού. |
|
186:2.9 (2000.1) Jesus said little during these trials, but he said enough to show all mortals the kind of human character man can perfect in partnership with God and to reveal to all the universe the manner in which God can become manifest in the life of the creature when such a creature truly chooses to do the will of the Father, thus becoming an active son of the living God. |
186:2.10 (2000.2) Η αγάπη του για τους αδαείς θνητούς αποκαλύπτεται στην εντέλεια από την υπομονή του και τη μεγάλη αυτοκυριαρχία του μπροστά στους χλευασμούς, τις βίαιες επιθέσεις και τα χτυπήματα των χοντροκομμένων στρατιωτών και των απερίσκεπτων υπηρετών. Δεν θύμωσε ούτε όταν του έδεσαν τα μάτια και κτυπώντας τον χλευαστικά στο πρόσωπο, αναφωνούσαν: «Προφήτεψε ποιος ήταν που σε χτύπησε». |
|
186:2.10 (2000.2) His love for ignorant mortals is fully disclosed by his patience and great self-possession in the face of the jeers, blows, and buffetings of the coarse soldiers and the unthinking servants. He was not even angry when they blindfolded him and, derisively striking him in the face, exclaimed: “Prophesy to us who it was that struck you.” |
186:2.11 (2000.3) Ο Πιλάτος μίλησε πιο αληθινά απ’ όσο γνώριζε όταν, αφού ο Ιησούς είχε μαστιγωθεί, τον παρουσίασε μπροστά στον όχλο, αναφωνώντας, «Ιδού ο άνθρωπος!». Πραγματικά, ο κυριευμένος από φόβο Ρωμαίος κυβερνήτης λίγο φαντάστηκε ότι ακριβώς τη στιγμή εκείνη η πλάση στεκόταν προσοχή, παρακολουθώντας τη μοναδική σκηνή του αγαπημένου της Άρχοντα, εκτεθειμένου με αυτό τον τρόπο σε εξευτελισμό από τις σαρκαστικές προσβολές και τα χτυπήματα των θολωμένων και εξαχρειωμένων θνητών υπηκόων του. Και καθώς μιλούσε ο Πιλάτος, αντηχούσε σε ολόκληρο το Νέβαδον, «Ιδού ο Θεάνθρωπος!». Από εκείνη την ημέρα σε όλο το σύμπαν, ανυπολόγιστα εκατομμύρια συνεχίζουν να παρατηρούν εκείνο τον άνθρωπο, ενώ ο Θεός της Χαβόνα, ο ανώτατος κυβερνήτης όλων των συμπάντων, παραδέχεται τον άνθρωπο της Ναζαρέτ σαν την ικανοποίηση του ιδεώδους των θνητών υπάρξεων του τοπικού αυτού σύμπαντος μέσα στο χρόνο και το χώρο. Στην απαράμιλλη ζωή του δεν παρέλειψε ποτέ να αποκαλύπτει το Θεό στον άνθρωπο. Τώρα, σ’ αυτά τα τελευταία επεισόδια της θνητής σταδιοδρομίας του και με τον επακόλουθο θάνατό του, έκανε μια νέα και συγκινητική αποκάλυψη του ανθρώπου στο Θεό. |
|
186:2.11 (2000.3) Pilate spoke more truly than he knew when, after Jesus had been scourged, he presented him before the multitude, exclaiming, “Behold the man!” Indeed, the fear-ridden Roman governor little dreamed that at just that moment the universe stood at attention, gazing upon this unique scene of its beloved Sovereign thus subjected in humiliation to the taunts and blows of his darkened and degraded mortal subjects. And as Pilate spoke, there echoed throughout all Nebadon, “Behold God and man!” Throughout a universe, untold millions have ever since that day continued to behold that man, while the God of Havona, the supreme ruler of the universe of universes, accepts the man of Nazareth as the satisfaction of the ideal of the mortal creatures of this local universe of time and space. In his matchless life he never failed to reveal God to man. Now, in these final episodes of his mortal career and in his subsequent death, he made a new and touching revelation of man to God. |
3. Ο ΑΞΙΟΠΙΣΤΟΣ ΔΑΥΙΔ ΖΕΒΕΔΑΙΟΣ ^top |
|
3. The Dependable David Zebedee ^top |
186:3.1 (2000.4) Λίγο μετά την παράδοση του Ιησού στους Ρωμαίους στρατιώτες με τη λήξη της ακρόασης μπροστά στον Πιλάτο, ένα απόσπασμα από φρουρούς του ναού έτρεξε στη Γεθσημανή για να διαλύσει ή να συλλάβει τους οπαδούς του Κυρίου. Αλλά πολύ πριν την άφιξή τους οι οπαδοί αυτοί είχαν διασκορπιστεί. Οι απόστολοι είχαν αποσυρθεί για να διαλέξουν κρυψώνες, οι Έλληνες είχαν χωριστεί και καταφύγει σε διάφορα σπίτια στην Ιερουσαλήμ. Οι άλλοι μαθητές είχαν εξαφανιστεί με παρόμοιο τρόπο. Ο Δαυίδ Ζεβεδαίος πίστευε ότι οι εχθροί του Ιησού θα επέστρεφαν, έτσι νωρίς απομάκρυνε κάποιες πέντε ή έξι σκηνές από τη ρεματιά κοντά εκεί όπου ο Κύριος κατέφευγε τόσο συχνά για να προσευχηθεί και να λατρέψει το Θεό. Εδώ είχε σκοπό να κρυφτεί και συγχρόνως να διατηρήσει ένα κέντρο, ή ένα συντονιστικό σταθμό, για την υπηρεσία των αγγελιαφόρων του. Ο Δαυίδ είχε μόλις εγκαταλείψει την κατασκήνωση όταν έφτασαν οι φρουροί του ναού. Μη βρίσκοντας κανέναν εκεί, ικανοποιήθηκαν καίγοντας τον καταυλισμό και μετά γύρισαν βιαστικά στο ναό. Ακούγοντας την αναφορά τους, τα μέλη του Σανχεντρίν ευχαριστήθηκαν που οι οπαδοί του Ιησού ήταν τόσο ολοκληρωτικά φοβισμένοι και υποταγμένοι, ώστε δεν υπήρχε κίνδυνος από εξέγερση ή καμία προσπάθεια να διασώσουν τον Ιησού από τα χέρια των εκτελεστών του. Μπορούσαν επιτέλους να αναπνεύσουν άνετα, και έτσι διέκοψαν τη συνεδρίαση, για να πάει το κάθε μέλος να προετοιμαστεί για το Πάσχα. |
|
186:3.1 (2000.4) Shortly after Jesus was turned over to the Roman soldiers at the conclusion of the hearing before Pilate, a detachment of the temple guards hastened out to Gethsemane to disperse or arrest the followers of the Master. But long before their arrival these followers had scattered. The apostles had retired to designated hiding places; the Greeks had separated and gone to various homes in Jerusalem; the other disciples had likewise disappeared. David Zebedee believed that Jesus’ enemies would return; so he early removed some five or six tents up the ravine near where the Master so often retired to pray and worship. Here he proposed to hide and at the same time maintain a center, or co-ordinating station, for his messenger service. David had hardly left the camp when the temple guards arrived. Finding no one there, they contented themselves with burning the camp and then hastened back to the temple. On hearing their report, the Sanhedrin was satisfied that the followers of Jesus were so thoroughly frightened and subdued that there would be no danger of an uprising or any attempt to rescue Jesus from the hands of his executioners. They were at last able to breathe easily, and so they adjourned, every man going his way to prepare for the Passover. |
186:3.2 (2000.5) Μόλις ο Ιησούς παραδόθηκε στους Ρωμαίους στρατιώτες από τον Πιλάτο για τη σταύρωση, ένας αγγελιαφόρος έσπευσε στη Γεθσημανή για να ενημερώσει το Δαυίδ και μέσα σε πέντε λεπτά δρομείς έτρεχαν στους δρόμους για τη Βηθσαϊδά, την Πέλλα, τη Φιλαδέλφεια, τη Σιδώνα, τη Συχέμ, τη Χεβρώνα, τη Δαμασκό και την Αλεξάνδρεια. Και οι αγγελιαφόροι αυτοί μετέδωσαν τις ειδήσεις ότι ο Ιησούς επρόκειτο να σταυρωθεί από τους Ρωμαίους μετά από την επίμονη διαταγή των αρχηγών των Ιουδαίων. |
|
186:3.2 (2000.5) As soon as Jesus was turned over to the Roman soldiers by Pilate for crucifixion, a messenger hastened away to Gethsemane to inform David, and within five minutes runners were on their way to Bethsaida, Pella, Philadelphia, Sidon, Shechem, Hebron, Damascus, and Alexandria. And these messengers carried the news that Jesus was about to be crucified by the Romans at the insistent behest of the rulers of the Jews. |
186:3.3 (2001.1) Όλη αυτή την τραγική μέρα, μέχρι τελικά να φτάσει το μήνυμα ότι ο Κύριος είχε τοποθετηθεί στο μνήμα, ο Δαυίδ έστελνε αγγελιαφόρους περίπου κάθε μισή ώρα με αναφορές στους αποστόλους, στους Έλληνες και τη γήινη οικογένεια του Ιησού, που ήταν μαζεμένη στο σπίτι του Λάζαρου στη Βηθανία. Όταν οι αγγελιαφόροι αναχώρησαν με το μήνυμα ότι ο Ιησούς είχε ενταφιαστεί, ο Δαυίδ απέλυσε το σώμα των τοπικών δρομέων του για τον εορτασμό του Πάσχα και για το προσεχές Σάββατο της ανάπαυσης, δίνοντάς τους οδηγίες να του δώσουν αναφορά ήσυχα την Κυριακή το πρωί, στο σπίτι του Νικόδημου, όπου είχε σκοπό να πάει να κρυφτεί για λίγες μέρες μαζί με τον Ανδρέα και το Σίμωνα Πέτρο. |
|
186:3.3 (2001.1) Throughout this tragic day, until the message finally went forth that the Master had been laid in the tomb, David sent messengers about every half hour with reports to the apostles, the Greeks, and Jesus’ earthly family, assembled at the home of Lazarus in Bethany. When the messengers departed with the word that Jesus had been buried, David dismissed his corps of local runners for the Passover celebration and for the coming Sabbath of rest, instructing them to report to him quietly on Sunday morning at the home of Nicodemus, where he proposed to go in hiding for a few days with Andrew and Simon Peter. |
186:3.4 (2001.2) Ο ιδιόρρυθμα σκεπτόμενος Δαυίδ Ζεβεδαίος ήταν ο μοναδικός από τους ηγετικούς μαθητές του Ιησού που είχε την προδιάθεση να πάρει στην κυριολεξία και χωρίς αμφισβήτηση της πραγματικότητας, τον ισχυρισμό του Ιησού ότι θα πέθαινε και «θα ανασταινόταν την τρίτη ημέρα». Ο Δαυίδ τον είχε ακούσει κάποτε να κάνει αυτή την πρόρρηση και, επειδή πάντα σκεπτόταν κυριολεκτικά, σκόπευε να συγκεντρώσει τους αγγελιαφόρους του νωρίς το πρωί της Κυριακής στο σπίτι του Νικόδημου, έτσι ώστε να βρίσκονται διαθέσιμοι για να διαδώσουν τα νέα στην περίπτωση που ο Ιησούς ανασταινόταν. Ο Δαυίδ ανακάλυψε γρήγορα ότι κανένας από τους οπαδούς του Ιησού δεν περίμενε με ελπίδα να επιστρέψει τόσο γρήγορα από τον τάφο. Έτσι είπε λίγο για το πιστεύω του και τίποτα για την κινητοποίηση όλης της δύναμης των αγγελιαφόρων νωρίς το πρωί της Κυριακής, παρά μόνο στους δρομείς που είχαν αποσταλεί την Παρασκευή το απόγευμα σε απομακρυσμένες πόλεις και κέντρα πιστών. |
|
186:3.4 (2001.2) This peculiar-minded David Zebedee was the only one of the leading disciples of Jesus who was inclined to take a literal and plain matter-of-fact view of the Master’s assertion that he would die and “rise again on the third day.” David had once heard him make this prediction and, being of a literal turn of mind, now proposed to assemble his messengers early Sunday morning at the home of Nicodemus so that they would be on hand to spread the news in case Jesus rose from the dead. David soon discovered that none of Jesus’ followers were looking for him to return so soon from the grave; therefore did he say little about his belief and nothing about the mobilization of all his messenger force on early Sunday morning except to the runners who had been dispatched on Friday forenoon to distant cities and believer centers. |
186:3.5 (2001.3) Και έτσι οι οπαδοί του Ιησού, διασκορπισμένοι σε όλη την Ιερουσαλήμ και τα περίχωρα, τη νύχτα εκείνη γεύτηκαν το δείπνο του Πάσχα και την επόμενη μέρα παρέμειναν σε απομόνωση. |
|
186:3.5 (2001.3) And so these followers of Jesus, scattered throughout Jerusalem and its environs, that night partook of the Passover and the following day remained in seclusion. |
4. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ^top |
|
4. Preparation for the Crucifixion ^top |
186:4.1 (2001.4) Αφού ο Πιλάτος έπλυνε τα χέρια του μπροστά στον όχλο, ζητώντας να αποφύγει με αυτό τον τρόπο την ενοχή από την παράδοση ενός αθώου ανθρώπου για να σταυρωθεί, επειδή ακριβώς φοβόταν να αντισταθεί στις διαμαρτυρίες των αρχηγών των Ιουδαίων, διέταξε να παραδοθεί ο Κύριος στους Ρωμαίους στρατιώτες και έδωσε την εντολή στον αρχηγό τους ότι έπρεπε να σταυρωθεί αμέσως. Όταν ανέλαβαν την ευθύνη του Ιησού, οι στρατιώτες τον οδήγησαν πίσω στο προαύλιο του πραιτωρίου, και αφού έβγαλαν το ένδυμα που είχε βάλει πάνω του ο Ηρώδης, τον έντυσαν με τα δικά του ρούχα. Οι στρατιώτες τον κορόιδευαν και τον περιγελούσαν, αλλά δεν του επέβαλαν άλλη σωματική τιμωρία. Ο Ιησούς ήταν τώρα μόνος με τους Ρωμαίους στρατιώτες. Οι φίλοι του είχαν κρυφτεί. Οι εχθροί του είχαν φύγει. Ακόμη και ο Ιωάννης Ζεβεδαίος δεν ήταν πια στο πλευρό του. |
|
186:4.1 (2001.4) After Pilate had washed his hands before the multitude, thus seeking to escape the guilt of delivering up an innocent man to be crucified just because he feared to resist the clamor of the rulers of the Jews, he ordered the Master turned over to the Roman soldiers and gave the word to their captain that he was to be crucified immediately. Upon taking charge of Jesus, the soldiers led him back into the courtyard of the praetorium, and after removing the robe which Herod had put on him, they dressed him in his own garments. These soldiers mocked and derided him, but they did not inflict further physical punishment. Jesus was now alone with these Roman soldiers. His friends were in hiding; his enemies had gone their way; even John Zebedee was no longer by his side. |
186:4.2 (2001.5) Ήταν λίγο μετά τις οκτώ, όταν ο Πιλάτος παράδωσε τον Ιησού στους στρατιώτες και λίγο πριν τις εννιά όταν ξεκίνησαν για τον τόπο της σταύρωσης. Κατά της διάρκεια αυτής της περιόδου της περισσότερης από μισή ώρα, ο Ιησούς δεν είπε λέξη. Το διοικητικό έργο ενός μεγάλου σύμπαντος ήταν πρακτικά σε στασιμότητα. Ο Γαβριήλ και οι κυριότεροι κυβερνήτες του Νέβαδον είτε είχαν μαζευτεί εδώ στην Ουράντια, ή άλλως παρακολουθούσαν από πολύ κοντά τις διαστημικές αναφορές των αρχαγγέλων, σε μια προσπάθεια να τους κρατούν ενήμερους για το τι συνέβαινε στο Γιο του Ανθρώπου στην Ουράντια. |
|
186:4.2 (2001.5) It was a little after eight o’clock when Pilate turned Jesus over to the soldiers and a little before nine o’clock when they started for the scene of the crucifixion. During this period of more than half an hour Jesus never spoke a word. The executive business of a great universe was practically at a standstill. Gabriel and the chief rulers of Nebadon were either assembled here on Urantia, or else they were closely attending upon the space reports of the archangels in an effort to keep advised as to what was happening to the Son of Man on Urantia. |
186:4.3 (2001.6) Την ώρα που οι στρατιώτες ήταν έτοιμοι να αναχωρήσουν με τον Ιησού για το Γολγοθά, είχαν αρχίσει ήδη να εντυπωσιάζονται από την ασυνήθιστη ηρεμία του και την εκπληκτική αξιοπρέπειά του, με την αδιαμαρτύρητη σιωπή του. |
|
186:4.3 (2001.6) By the time the soldiers were ready to depart with Jesus for Golgotha, they had begun to be impressed by his unusual composure and extraordinary dignity, by his uncomplaining silence. |
186:4.4 (2001.7) Πολλή από την καθυστέρηση να ξεκινήσουν με τον Ιησού για τον τόπο της σταύρωσης, οφειλόταν στην απόφαση της τελευταίας στιγμής του αρχηγού να πάρει μαζί του δυο κλέφτες που είχαν καταδικαστεί να πεθάνουν. Εφόσον ο Ιησούς επρόκειτο να σταυρωθεί εκείνο το πρωί, ο Ρωμαίος αρχηγός σκέφτηκε να θανατωθούν και αυτοί οι δυο μαζί του αντί να περιμένουν να τελειώσει ο εορτασμός του Πάσχα. |
|
186:4.4 (2001.7) Much of the delay in starting off with Jesus for the site of the crucifixion was due to the last-minute decision of the captain to take along two thieves who had been condemned to die; since Jesus was to be crucified that morning, the Roman captain thought these two might just as well die with him as wait for the end of the Passover festivities. |
186:4.5 (2002.1) Μόλις λοιπόν οι κλέφτες ετοιμάστηκαν, οδηγήθηκαν στον περίβολο, όπου παρατηρούσαν τον Ιησού, ο ένας εξ αυτών για πρώτη φορά, αλλά ο άλλος τον είχε ακούσει συχνά να μιλάει, όταν ήταν και οι δυο στο ναό και πολλούς μήνες πριν στην κατασκήνωση της Πέλλας. |
|
186:4.5 (2002.1) As soon as the thieves could be made ready, they were led into the courtyard, where they gazed upon Jesus, one of them for the first time, but the other had often heard him speak, both in the temple and many months before at the Pella camp. |
5. Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ^top |
|
5. Jesus’ Death in Relation to the Passover ^top |
186:5.1 (2002.2) Δεν υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ του θανάτου του Ιησού και του Ιουδαϊκού Πάσχα. Πράγματι ο Κύριος παρέδωσε τη ζωή του αυτή τη μέρα, την ημέρα της προετοιμασίας για το Ιουδαϊκό Πάσχα, και την ώρα περίπου που θυσίαζαν τα πασχαλινά αρνιά στο ναό. Αυτό όμως το τυχαίο περιστατικό δεν υποδεικνύει κατά κανένα τρόπο ότι ο θάνατος του Γιου του Ανθρώπου στη γη έχει καμιά σχέση με το ιουδαϊκό θυσιαστικό σύστημα. Ο Ιησούς ήταν Ιουδαίος, αλλά σαν Γιος του Ανθρώπου ήταν θνητός. Τα γεγονότα που ήδη αφηγηθήκαμε και οδηγούν στην ώρα αυτή της επικείμενης σταύρωσης είναι επαρκή για να δείξουν ότι ο θάνατός του εκείνη την ώρα ήταν μια καθαρά φυσική και κατευθυνόμενη από τον άνθρωπο υπόθεση. |
|
186:5.1 (2002.2) There is no direct relation between the death of Jesus and the Jewish Passover. True, the Master did lay down his life in the flesh on this day, the day of the preparation for the Jewish Passover, and at about the time of the sacrificing of the Passover lambs in the temple. But this coincidental occurrence does not in any manner indicate that the death of the Son of Man on earth has any connection with the Jewish sacrificial system. Jesus was a Jew, but as the Son of Man he was a mortal of the realms. The events already narrated and leading up to this hour of the Master’s impending crucifixion are sufficient to indicate that his death at about this time was a purely natural and man-managed affair. |
186:5.2 (2002.3) Ήταν ο άνθρωπος και όχι ο Θεός που σχεδίασε και εκτέλεσε το θάνατο του Ιησού στο σταυρό. Αληθώς, ο Πατέρας αρνήθηκε να επέμβει στην πρόοδο των ανθρώπινων γεγονότων στην Ουράντια, αλλά ο Πατέρας στον Παράδεισο δεν διέταξε, αξίωσε ή απαίτησε το θάνατο του Γιου του έτσι όπως εκτελέστηκε στη γη. Είναι γεγονός ότι κατά κάποιο τρόπο, νωρίτερα ή αργότερα, ο Ιησούς θα έπρεπε να απεκδυθεί το θνητό σώμα του, την ενσάρκωσή του σαν άνθρωπος, αλλά θα μπορούσε να είχε εκτελέσει ένα τέτοιο έργο με αμέτρητους τρόπους χωρίς να πεθάνει στο σταυρό ανάμεσα σε δυο κλέφτες. Όλα αυτά ήταν έργα ανθρώπων και όχι του Θεού. |
|
186:5.2 (2002.3) It was man and not God who planned and executed the death of Jesus on the cross. True, the Father refused to interfere with the march of human events on Urantia, but the Father in Paradise did not decree, demand, or require the death of his Son as it was carried out on earth. It is a fact that in some manner, sooner or later, Jesus would have had to divest himself of his mortal body, his incarnation in the flesh, but he could have executed such a task in countless ways without dying on a cross between two thieves. All of this was man’s doing, not God’s. |
186:5.3 (2002.4) Τη στιγμή της βάφτισής του ο Κύριος είχε ήδη ολοκληρώσει την τεχνική της εμπειρίας που απαιτείτο στη γη σαν άνθρωπος, η οποία ήταν απαραίτητη για τη συμπλήρωση της έβδομης και τελευταίας ενσάρκωσής του. Αυτή την ώρα το χρέος του Ιησού στη γη είχε επιτελεστεί. Όλη η ζωή που έζησε έκτοτε, ακόμα και ο τρόπος του θανάτου του, ήταν καθαρά μια υπηρεσία εκ μέρους του για την ευημερία και την ανύψωση των θνητών υπάρξεων σ’ αυτό και σε άλλους κόσμους. |
|
186:5.3 (2002.4) At the time of the Master’s baptism he had already completed the technique of the required experience on earth and in the flesh which was necessary for the completion of his seventh and last universe bestowal. At this very time Jesus’ duty on earth was done. All the life he lived thereafter, and even the manner of his death, was a purely personal ministry on his part for the welfare and uplifting of his mortal creatures on this world and on other worlds. |
186:5.4 (2002.5) Το ευαγγέλιο των καλών νέων ότι ο θνητός άνθρωπος μπορεί δια της πίστεως να αποκτήσει συνείδηση του πνεύματος ότι είναι γιος του Θεού, δεν εξαρτάτο από το θάνατο του Ιησού. Αληθώς, όντως, όλο το ευαγγέλιο της βασιλείας φωτίστηκε τρομακτικά από το θάνατο του Κυρίου, αλλά ακόμα περισσότερο από τη ζωή του. |
|
186:5.4 (2002.5) The gospel of the good news that mortal man may, by faith, become spirit-conscious that he is a son of God, is not dependent on the death of Jesus. True, indeed, all this gospel of the kingdom has been tremendously illuminated by the Master’s death, but even more so by his life. |
186:5.5 (2002.6) Όλα όσα είπε ή έκανε ο Γιος του Ανθρώπου στη γη διάνθισαν σπουδαία τις θεωρίες της συγγένειας με το Θεό και την αδελφότητα των ανθρώπων, αλλά αυτές οι σημαντικές σχέσεις του Θεού με τους ανθρώπους είναι έμφυτες στα συμπαντικά γεγονότα της αγάπης του Θεού προς τα πλάσματά του και της έμφυτης ευσπλαχνίας των θεϊκών Γιων. Αυτές οι συγκινητικές και θεϊκά όμορφες σχέσεις μεταξύ του ανθρώπου και του Δημιουργού του στον κόσμο αυτό και σε όλους τους άλλους σε όλο το σύμπαν υπάρχουν στην αιωνιότητα. Και δεν εξαρτώνται κατά καμία έννοια από τις περιοδικές ενσαρκώσεις των Δημιουργών Γιων του Θεού, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό προσλαμβάνουν τη φύση και την ομοιότητα των δημιουργημένων διανοιών, σαν μέρος της τιμής που πρέπει να πληρώσουν για την τελική απόκτηση απεριόριστης κυριότητας πάνω στα αντίστοιχα τοπικά σύμπαντά τους. |
|
186:5.5 (2002.6) All that the Son of Man said or did on earth greatly embellished the doctrines of sonship with God and of the brotherhood of men, but these essential relationships of God and men are inherent in the universe facts of God’s love for his creatures and the innate mercy of the divine Sons. These touching and divinely beautiful relations between man and his Maker, on this world and on all others throughout the universe of universes, have existed from eternity; and they are not in any sense dependent on these periodic bestowal enactments of the Creator Sons of God, who thus assume the nature and likeness of their created intelligences as a part of the price which they must pay for the final acquirement of unlimited sovereignty over their respective local universes. |
186:5.6 (2002.7) Ο ουράνιος Πατέρας αγάπησε το θνητό άνθρωπο στη γη το ίδιο όπως και πριν από τη ζωή και το θάνατο του Ιησού στην Ουράντια, όπως έκανε και μετά την υπερβατική επίδειξη της συνεργασίας του ανθρώπου με το Θεό. Η πολύ ισχυρή διαδικασία της ενσάρκωσης του Θεού του Νέβαδον σαν ανθρώπου της Ουράντια δεν μπορούσε να αυξήσει τα χαρακτηριστικά του αιώνιου, άπειρου και συμπαντικού Θεού, αλλά όντως πλούτισε και διαφώτισε όλους τους άλλους διοικητές και πλάσματα του σύμπαντος Νέβαδον. Αν και ο ουράνιος Πατέρας δεν μας αγαπάει περισσότερο εξαιτίας της ενσάρκωσης του Μιχαήλ, όλα τα άλλα ουράνια πλάσματα το κάνουν. Και αυτό γίνεται επειδή ο Ιησούς όχι μόνο αποκάλυψε το Θεό στον άνθρωπο, αλλά επίσης επειδή έκανε κατά παρόμοιο τρόπο μια νέα αποκάλυψη του ανθρώπου στους Θεούς και στις ουράνιες οντότητες όλων των συμπάντων. |
|
186:5.6 (2002.7) The Father in heaven loved mortal man on earth just as much before the life and death of Jesus on Urantia as he did after this transcendent exhibition of the copartnership of man and God. This mighty transaction of the incarnation of the God of Nebadon as a man on Urantia could not augment the attributes of the eternal, infinite, and universal Father, but it did enrich and enlighten all other administrators and creatures of the universe of Nebadon. While the Father in heaven loves us no more because of this bestowal of Michael, all other celestial intelligences do. And this is because Jesus not only made a revelation of God to man, but he also likewise made a new revelation of man to the Gods and to the celestial intelligences of the universe of universes. |
186:5.7 (2003.1) Ο Ιησούς δεν πρόκειται να πεθάνει σαν θυσία για την αμαρτία. Δεν θα εξιλεωθεί για την έμφυτη θνητή ενοχή της ανθρώπινης ράτσας. Το ανθρώπινο είδος δεν έχει τέτοια φυλετική ενοχή μπροστά στο Θεό. Η ενοχή είναι καθαρά θέμα προσωπικής αμαρτίας και γνώσης, σκόπιμη εξέγερση κατά του θελήματος του Θεού και της διοίκησης των Γιων του. |
|
186:5.7 (2003.1) Jesus is not about to die as a sacrifice for sin. He is not going to atone for the inborn moral guilt of the human race. Mankind has no such racial guilt before God. Guilt is purely a matter of personal sin and knowing, deliberate rebellion against the will of the Father and the administration of his Sons. |
186:5.8 (2003.2) Η αμαρτία κι η εξέγερση δεν έχουν να κάνουν με το θεμελιώδες σχέδιο της ενσάρκωσης των Γιων του Παραδείσου, μολονότι φαίνεται σε μας ότι το σχέδιο της διάσωσης είναι προσωρινό χαρακτηριστικό του σχεδίου της ενσάρκωσης. |
|
186:5.8 (2003.2) Sin and rebellion have nothing to do with the fundamental bestowal plan of the Paradise Sons of God, albeit it does appear to us that the salvage plan is a provisional feature of the bestowal plan. |
186:5.9 (2003.3) Η σωτηρία του Θεού για τους θνητούς της Ουράντια θα ήταν το ίδιο αποτελεσματική και άψογα βέβαιη ακόμα και αν ο Ιησούς δεν είχε θανατωθεί από τα φρικτά χέρια των αμαθών θνητών. Αν ο Κύριος είχε γίνει δεκτός με ευνοϊκό τρόπο από τους θνητούς της γης και είχε αναχωρήσει από την Ουράντια με την εθελοντική εγκατάλειψη της ζωής του, το γεγονός της αγάπης του Θεού και της ευσπλαχνίας των Γιων – το γεγονός της συγγένειας με το Θεό – δεν θα είχε επηρεαστεί καθόλου. Εσείς οι θνητοί είστε τα παιδιά του Θεού, και μόνο ένα πράγμα απαιτείται για να γίνει αυτή η αλήθεια πραγματική στην προσωπική εμπειρία σας, και αυτό είναι η γεννημένη από το πνεύμα πίστη σας. |
|
186:5.9 (2003.3) The salvation of God for the mortals of Urantia would have been just as effective and unerringly certain if Jesus had not been put to death by the cruel hands of ignorant mortals. If the Master had been favorably received by the mortals of earth and had departed from Urantia by the voluntary relinquishment of his life in the flesh, the fact of the love of God and the mercy of the Son—the fact of sonship with God—would have in no wise been affected. You mortals are the sons of God, and only one thing is required to make such a truth factual in your personal experience, and that is your spirit-born faith. |